•II•
ΤΟ ΕΠΌΜΕΝΟ πρωί η Κάθριν ξύπνησε στο καναπέ της βεράντας.
Δεν ήξερε καν πως είχε κοιμηθεί εκεί, εφόσον θυμόταν να μπαίνει στο δωμάτιο της. Ίσως και όχι.
Από το εσωτερικό του σπιτιού άκουσε φωνές, οπότε χωρίς άλλες χρονοτριβές αποφάσισε να μπει για να πάρει το πρωινό της.
Στην κουζίνα βρισκόταν το ζευγάρι, αποτελούμενο από τη μητέρα της και τον σύντροφό της Βιν.
"Καλημέρα," της είπε εγκάρδια η πρώτη και με χαρά της έκανε ένα νεύμα, για να καθίσει.
"Καλημέρα και σε εσάς," ανταπέδωσε την χαρά η Κάθριν και πράγματι, έκατσε σε μια από τις καρέκλες και άρχισε να τρώει λαίμαργα.
"Διόρθωσε με εάν κάνω λάθος· ήρθες από το μπαλκόνι;" ρώτησε ο Βιν και την κοίταξε απορημένος.
"Ορθά το κατάλαβες," απάντησε βιαστικά η Φοίβη και στη συνέχεια πρόσθεσε με χαλαρότητα, "συνηθίζει να το κάνει. Την χαλαρώνει."
Το ζεστό γέλιο του Βιν κατέκλυσε τον χώρο και η φωνή του μετά έσταζε μέλι. "Την καλύτερη δουλειά κάνεις."
"Νομίζω, μάλιστα, πως ήρθε η ώρα να δω και γύρω από το σπίτι τι υπάρχει," είπε ο Βιν και κοίταξε με λαχτάρα έξω από το παράθυρο.
"Εξαίσια ιδέα," τον επιδοκίμασε η Φοίβη και μετά γύρισε στην κόρη της. "Δεν τον συνοδεύεις μέχρι να φτιάξω εγώ το φαγητό;"
"Αυτό κι αν είναι καταπληκτική ιδέα," σχολίασε ο Βιν. "Πρέπει, άλλωστε, να γνωριστούμε παραπάνω."
Η Κάθριν τους κοίταζε σκεφτική. Η ατμόσφαιρα με τον Βιν θα ήταν σίγουρα άβολη, αλλά δεν ήθελε να χαλάσει τη διάθεση της μητέρας της. Χαμογέλασε πλατιά και δέχτηκε την πρόταση.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
"Υπάρχει βόρεια του σπιτιού και μια λίμνη, χωμένη σε ένα κιόσκι," τον ενημέρωσε η Κάθριν όταν πλησίαζαν τον ωκεανό.
"Τίποτα δεν συγκρίνεται με το αλμυρό νερό, δεν νομίζεις;"
Η Κάθριν συμφωνούσε. Όμως συχνά επέλεγε να κάνει μπάνιο στην λίμνη γιατί ήταν πιο ήσυχα.
Κάθισε στην άμμο και ο Βιν την μιμήθηκε. Την σιωπή την έσπασε ο δεύτερος με λεγόμενα που σάστισαν την κοπέλα.
"Η μητέρα σου είπε ότι είσαι φτυστή με τον μπαμπά σου, πέρα από τα μαλλιά."
"Δεν τον θυμάμαι τον πατέρα μου· έφυγε όταν ήμουν πολύ μικρή. Και τώρα βρίσκεται κάπου ευτυχισμένος με τη νέα του οικογένεια και τα υπέροχα παιδιά του κάπου στο Μαϊάμι, όπως γνωρίζεις," είπε με πικρία. Πρώτη φορά αποκάλυπτε κάτι άλλο πέρα από χαρά στον Βιν και αυτό την έκανε να νιώθει περίεργα, πράγμα που την έκανε να παίξει με ένα βότσαλο που βρήκε δίπλα της.
"Το ξέρεις ότι δεν είμαι αυτός, Κάθι," της είπε απαλά εκείνος. "Αγαπώ την μητέρα σου με όλη μου την καρδιά, δεν μπορώ να σας αφήσω," και τελικά γέλασε.
"Η μητέρα μου είναι πολύ χαρούμενη που είναι μαζί σου, Βιν," του είπε με ευγνωμοσύνη. "Φρόντισε να το κρατήσεις έτσι."
"Τι συζητάτε;" Αντήχησε πάνω από τα κύματα η φωνή της Φοίβης. Στη συνέχεια, έκατσε δίπλα τους και παρακολουθούσε ήρεμα το νερό.
"Περί ανέμων και υδάτων," απάντησε αόριστα ο Βιν και κοίταξε λοξά την Κάθριν με ένα χαμόγελο.
"Πολύ ευχάριστο αυτό."
"Ναι και τώρα λέγαμε να μου δείξει και εκείνη τη λίμνη."
Η Κάθριν σηκώθηκε από την άμμο και σκουπίστηκε.
"Νομίζω πως εδώ θα παραδώσω τη σκυτάλη στην μαμά, πάω να ξαπλώσω λίγο γιατί πρέπει να με χτύπησε ο ήλιος."
Η Φοίβη έριξε το βλέμμα της στην κόρη της με ένα ερωτηματικό. Η Κάθριν ήταν συνηθισμένη σε αυτές τις συνθήκες δεν θα μπορούσε να τη χτυπήσει ο ήλιος τόσο απλά.
Παρόλαυτα, αποφάσισε να μη το σχολιάσει και να την αφήσει να κάνει ότι θέλει.
"Καλή ανάρρωση," ευχήθηκε ο Βιν και έριξε ένα πονηρό βλέμμα στην Φοίβη. "Πάμε;"
+++++++++++++++++++++++++++++++
Κατά τις οκτώ η Κάθριν ξύπνησε με βαρύ κεφάλι.
Δεν είχε καν κατέβει για φαγητό, κάτι που σεβάστηκε η μητέρα της από όσο φαινόταν.
Γύρισε πλευρό και κοίταξε έξω από το παράθυρο. Σίγουρα η συζήτηση με τον Βιν την είχε επηρεάσει. Δεν ήταν εύκολο πράγμα να θυμάται κάτι που ούτε η ίδια δεν είχε αποδεχτεί.
Από τις σκέψεις της την τράβηξε ένα χτύπημα στην πόρτα.
Ένα αδύναμο περάστε έκανε τον άνθρωπο που χτυπούσε να μπει μέσα, ο οποίος δεν ήταν άλλος από τη μητέρα της.
Με ένα μουδιασμένο, αλλά παράλληλα ανήσυχο βλέμμα την πλησίασε και έκατσε στο κρεβάτι.
"Η συζήτηση πήγε στο θέμα έτσι;" την ρώτησε απλά. Την διάβαζε απ’ έξω και ανακατωτά.
Η μόνη ανταπόκριση της κόρης ήταν ένα νεύμα.
"Κάθι," ξεκίνησε ψιθυριστά, για να μην την ταρακουνήσει. "Έχεις περάσει πολλά, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Κι όμως βρίσκεσαι εδώ, υποστηρίζεις όλο αυτό που γίνεται παρ’ ό,τι έχεις περάσει και το ευχαριστώ είναι λίγο."
"Μαμά, βλέπω πόσο ευτυχισμένη σε κάνει," της είπε δίνοντας της μια αγκαλιά. "Δεν θα έμπαινα εμπόδιο σε αυτό."
Η Φοίβη της χαμογέλασε και αφού έμειναν λίγη ώρα έτσι, αποφάσισε να σπάσει τη σιωπή.
"Ο Βιν θα μας σε ένα παραθαλάσσιο ωραίο μαγαζί. Οπότε, ετοιμάσου," της είπε εύθυμα και χτύπησε μια φορά παλαμάκια.
"Εντάξει, θα είμαι κάτω αμέσως."
~×~×~×~×~×~×~×~×~×~×~×~×~×~×~×~
Η ησυχία στο αμάξι ήταν νεκρική.
Κανείς δεν επιχειρούσε να μιλήσει, σαν να ήταν ξένοι.
Κάποια στιγμή, η Φοίβη γύρισε και μίλησε στην κόρη της που φαινόταν ιδαίτερα ενθουσιασμένη.
"Όλα καλά, Κάθι;"
Εκείνη άφησε το κινητό της στο δίπλα κάθισμα και απάντησε ήρεμα.
"Γυρίζει από τη Γαλλία η Ζάρυα, θέλει να με επισκεφτεί."
"Αυτό είναι υπέροχο νέο," είπε ενθουσιασμένη η Φοίβη και μετά γύρισε στον Βιν. "Η Ζάρυα είναι παιδική φίλη της Κάθι, αλλά τώρα με τις σχολές χάθηκαν."
"Πολύ καλά νέα, λοιπόν," απάντησε ο Βιν χωρίς να πάρει τα μάτια του από τον δρόμο. "Παρόλαυτα, άλλες φίλες, από την σχολή σου, έχεις;"
"Φυσικά, όμως η επικοινωνία δεν είναι ίδια."
"Λογικό."
"Φτάνουμε;" Ρώτησε σχετικά απηυδισμένη η Κάθριν. Σίγουρα αυτός ο διάλογος δεν φαινόταν και τόσο αθώος.
"Σε δέκα λεπτά θα είμαστε εκεί, όπως υπολογίζω."
Δεν απάντησε. Κοίταξε έξω από το παράθυρο το περιβάλλον που αφήνουν πίσω.
"Πώς επέλεξες αυτό το μαγαζί, Βιν;" Χάλασε αισίως την σιωπή η Φοίβη.
"Το έψαξα στο διαδίκτυο. Έχεις καλές κριτικές και αφού η Κάθριν συμμερίζεται την αγάπη μου για την θάλασσα, το πήρα απόφαση," αποκρίθηκε με μια ορατή χαλαρότητα και εξέτασε την κοπέλα στα πίσω καθίσματα από τον καθρέπτη.
"Ανυπομονώ," σχολίασε κάπως ειρωνικά η Κάθριν, σχεδόν ψιθυριστά. Δεν ήθελε να δημιουργήσει περαιτέρω συζητήσεις.
Έπιασε το κινητό της και άρχισε να πληκτρολογεί στην αγαπημένη της φίλη.
×××××××××××××××××××××××××××××××
Το μέρος ήταν πράγματι ονειρικό.
Τα λευκά τραπεζάκια με τις όμοιες καρέκλες πάνω σε ψεύτικο γρασίδι, δίπλα από την αμμουδιά ήταν απλά μια λεπτομέρεια στο όμορφο σύνολο που χαρακτηρίζει το μαγαζί.
Πάνω από τα τραπέζια και περιμετρικά του εξωτερικού χώρου κρέμονταν λάμπες σε σκοινιά, φτιαγμένες έτσι, που έμοιαζαν με θαμμένες γύρω από τα φυτά που κρέμονταν από τα σκοινιά.
Επέλεξαν, ένα απομακρυσμένο σχετικά, τραπέζι κοντά στην θάλασσα και έκατσαν ήσυχα.
Ο κατάλογος ήταν μεγάλος και τα φαγητά με ψάρια και θαλασσινά ποικίλα.
"Θα πάρω την καρμπονάρα με θαλασσινά," είπε με ονειροπόλο βλέμμα η Φοίβη και έριξε το βλέμμα της στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
"Ακούγεται δελεαστικό. Θα πάρω το ίδιο," ενημέρωσε ο Βιν.
"Εγώ λέω να πάρω την τσιπούρα με την χωριάτικη σαλάτα για συνοδευτικό," είπε η Κάθριν και άφησε τον κατάλογο στην άκρη.
Ήρθε ο καλοντυμένος σερβιτόρος και πήρε τις παραγγελίες. Μέχρι να έρθει το φαγητό, η νεαρή κοπέλα σκέφτηκε να πλησιάσει την ακρογιαλιά.
Άφησε πίσω το ζευγάρι και με γοργά βήματα πλησίασε το σημείο που το νερό έγλυφε την άμμο.
Δεν αντιλήφθηκε πότε πέρασε η ώρα και τα φαγητά είχαν έρθει και φαίνονταν πεντανόστιμα. Το γεύμα ξεκίνησε, σε αυτό το μαγευτικό μαγαζί, δίπλα από την απέραντη θάλασσα.
Ήρθε και το δεύτερο κεφάλαιο.
Σίγουρα δεν εχει καμία απολύτως σχέση ως προς το γράψιμο, αλλά σίγουρα είναι κάτι..
Εσεις πως είστε;
Το επόμενο θα αρχίσει το θέμα να πηγαίνει σε άλλο επίπεδο, οπότε ετοιμαστείτε.
Καλό σας βράδυ!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top