9. Όλοι χρωστάμε κάπου ένα σ'αγαπώ και μια συγγνώμη

Αγάπες, μπορεί να υπάρξει ένα μικρό διάλειμμα σε αυτό το βιβλίο, λόγω της εξεταστικής. Και ναι, το λέω αυτό ενώ κάθομαι και βλέπω νετφλιξ αυτή την στιγμή αντί να διαβάζω. 

Καλά θα πάει αυτό.

~~~

Το βλέμμα του με καίει. Ο τρόπος που με κοιτάει από την πρώτη στιγμή που μπήκα σε αυτό το αναθεματισμένο κλαμπ με κάνει να φλέγομαι ολόκληρη. Κανονικά θα έπρεπε να απαγορεύεται να σε κοιτάζει κάποιος με τον ίδιο τρόπο που με μπανίζει απροκάλυπτα τόση ώρα ο Τζιμ. Ίσως φταίω και εγώ που τον ενθαρρύνω με το να κάνω ακριβώς το ίδιο πράγμα. Ίσως πρέπει να φύγω από εδώ, πριν τα πράγματα χειροτερέψουν.

Στην τελική, το είχαμε συμφωνήσει. Ήταν απλά μια νύχτα. Τίποτα παραπάνω. Τώρα ο καθένας συνεχίζει την ζωή του.

Τα δάχτυλά μου σταματούν πάνω στο πληκτρολόγιο όταν ένα σκυλάκι έρχεται προς το μέρος μου κουνώντας γρήγορα την ουρά του.

Αφήνω το λάπτοπ δίπλα μου στο παγκάκι και σταματάω το Just the Two of Us του Bill Withers που άκουγα κατ'επανάληψη από την στιγμή που έφτασα στο πάρκο. Το σκυλάκι χοροπηδάει στα πόδια μου και γελάω όσο προσπαθεί να σκαρφαλώσει πάνω μου.

Ίσως και να είναι η πρώτη φορά που δεν φοβάμαι και όντως χαϊδεύω σκυλάκι χωρίς να με αναγκάσει κάποιος. Το συγκεκριμένο μαλτίζερ όμως είναι τόσο χαριτωμένο που αγνοώ το πόσο επικίνδυνο μπορεί να γίνει, γιατί ναι, όλα τα σκυλιά είναι επικίνδυνα, δεν μπορεί κανείς να μου αλλάξει γνώμη.

Η ιδιοκτήτης του του φωνάζει να επιστρέψει και προς έκπληξή μου, μόλις ακούει το όνομα «Μπίμπι», το οποίο όπως φαντάζομαι είναι το δικό του, σταματάει να γρατζουνάει το τζιν μου και τρέχει σαν τρελό προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Βάζω ξανά τα ακουστικά μου και αλλάζω τραγούδι. Stand by me από τον Ben E. King.

Σχεδόν θέλω να το προσπεράσω και να ακούσω κάτι άλλο, κάτι εντελώς διαφορετικό, αλλά δεν το κάνω. Παρόλο που αυτό το τραγούδι μου θυμίζει τον Νέιτ και το βράδυ του πάρτι.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και κλείνω τα μάτια μου. Το αγαπώ αυτό το τραγούδι, τους στίχους του, την μουσική του, όλα αυτά που μου θυμίζει...

Ανοίγω απότομα τα μάτια μου. Όχι, δεν θα καταφέρω τίποτα με το να φέρω για άλλη μια φορά στο μυαλό μου τον Νέιτ. Όχι!

Παίρνω ξανά το λάπτοπ και το αφήνω πάνω στα πόδια μου για να συνεχίσω το γράψιμό μου.

Ξέρω πως με ακολουθεί με το που βγαίνω από το μαγαζί. Ήμουν σίγουρη πως θα το έκανε έτσι κι αλλιώς. Ο Τζιμ δεν είναι άνθρωπος που θα αφήσει τα πράγματα στην μέση. Θέλει εξήγηση. Μόνο που για άλλη μια φορά δεν προτίθεμαι να του εξηγήσω τίποτα, ιδίως όταν ξέρω ότι στο αυτοκίνητό μου με περιμένει ο Μάικλ.

Το αγόρι μου. Στο αυτοκίνητο με περιμένει το αγόρι μου. Ο Μάικλ.

Το κινητό μου χτυπάει και το ψαρεύω από την μπροστινή τσέπη της τσάντας μου. Το όνομα του Ράιαν εμφανίζεται στην οθόνη όσο το Beggin ακούγεται δυνατά. Το δάχτυλό μου αιωρείται πάνω από την οθόνη και προσπαθώ να αποφασίσω αν θέλω να του απαντήσω ή όχι.

Σε μια στιγμή απελπισίας, απλά πατάω το κουμπί του ήχου ώστε να μπει στο αθόρυβο και το αφήνω δίπλα μου στο παγκάκι όσο ο Ράιαν συνεχίζει να καλεί.

Ναι, ξέρω. Θα έπρεπε να ντρέπομαι που του συμπεριφέρομαι έτσι και που ακόμη δεν του έχω μιλήσει, αλλά φοβάμαι. Η τελευταία φορά που τον είδα ήταν την Τρίτη που βγήκαμε οι 4 μας. Και σήμερα είναι Κυριακή. 5 ολόκληρες μέρες και έχω καταφέρει να τον αποφύγω όπως ο διάολος το λιβάνι.

Κοιτάζω το κινητό και το γεγονός ότι επιμένει να με καλεί.

Πρέπει να του μιλήσω. Να του εξηγήσω τι έγινε. Και να του αφήσω την επιλογή να αποφασίσει εκείνος τι θα γίνει με εμάς. Αν και ξέρω. Θα με βρίσει, θα θυμώσει, θα κλάψει και θα εξαφανιστεί.

Γυρίζω το κινητό από την άλλη πλευρά για να μην βλέπω την οθόνη και εστιάζω το βλέμμα μου στις σελίδες του word που απλώνονται μπροστά μου.

Θα έλεγε κανείς ότι είναι εντελώς ειρωνικό να έχω γράψει 92 ολόκληρες σελίδες μέσα σε 4 μέρες ενώ από το καλοκαίρι προσπαθούσα να γράψω το προηγούμενο μου βιβλίο και το μόνο που είχα καταφέρει ήταν 100 σελίδες σε 3 μήνες.

Επίσης θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι ειρωνικό το γεγονός ότι το βιβλίο μου βασίζεται σε έναν άνθρωπο που έχει καταφέρει να μου κάνει άνω κάτω την ζωή και που τώρα αυτή την στιγμή που γράφω μπορεί να βρίσκεται στο σπίτι της Μέρεντιθ και να την φιλάει ή ακόμη και να κάνει σεξ μαζί της.

Κάτι τέτοιες στιγμές είναι που θέλω να πετάξω το ηλίθιο λάπτοπ μέσα στην λίμνη και να το βλέπω να βγάζει μπουρμπουλήθρες, έτσι ακριβώς όπως θα έκανε ο Νέιτ αν τον έπνιγα με τα ίδια μου τα χέρια εκεί μέσα.

Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Και συνεχίζω.

Στρίβω στο στενάκι που οδηγεί στην πλαϊνή είσοδο του πάρκινγκ και μόνο τότε αισθάνομαι ένα χέρι να τυλίγεται γύρω από το μπράτσο μου και να με κολλάει στον τοίχο.

Τα μάτια του φουρτουνιασμένα. Η λαβή του κανονικά θα έπρεπε να με πονάει, αλλά αυτή την στιγμή δεν νιώθω τίποτα. Τα χείλη του μισάνοιχτα, νιώθω πως θέλει να μου μιλήσει, να μου πει τα πάντα, αλλά δεν το κάνει. Και ίσως το προτιμώ. Δεν ξέρω πως θα αντιδρούσα αν άκουγα πράγματα από το στόμα του που με έκαναν να ελπίζω σε κάτι που δεν θα συμβεί ποτέ.

«Τζιμ...» κάνω να πω, αλλά με σταματάει με τον τρόπο που ξέρει καλύτερα. Επιτέλους, τα χείλη του βρίσκουν τα δικά μου, τα συνθλίβουν σε ένα φιλί που όμοιό του σίγουρα δεν έχω ανταλλάξει ποτέ στα 23 χρόνια που ζω.

«Σε θέλω» μουρμουρίζει και δαγκώνει την άκρη των χειλιών μου, τόσο πολύ που γεύομαι το ίδιο μου το αίμα. «5 λεπτά μόνο. Μόνο 5...»

«Γειά»

Αποσύρω το βλέμμα μου από το λάπτοπ και σηκώνω το κεφάλι μου για να δω τον τελευταίο άνθρωπο που θα εμφανιζόταν σε αυτό το παρκάκι δίπλα στο σπίτι μου. Και γενικά τον άνθρωπο που μετά την χθεσινή μας συνομιλία πίστευα ότι δεν θα έβλεπα ξανά σύντομα.

Αλλά κοίτα να δεις. Το κάρμα είναι μια σκύλα.

«Νέιτ» λέω και σχεδόν πνίγομαι με το σάλιο μου. Κλείνω με δύναμη το λάπτοπ και το αφήνω δίπλα μου στο παγκάκι. «Τι κάνεις εδώ;»

Χριστέ μου, μπορεί να καταλάβει από την φωνή μου ότι ήμουν έτοιμη να γράψω μια άκρως αισθησιακή σκηνή με εκείνον πρωταγωνιστή στο βιβλίο μου; Πόσο κόκκινη είμαι από το 1 έως το 10 αυτή την στιγμή;

20;

Θεσπέσια!

Βγάζει τα airpods από τα αυτιά του και τότε μόνο παρατηρώ τις γρήγορες ανάσες του. Και το γεγονός ότι είναι ντυμένος με φόρμες. «Τρέχω» απαντάει και βγάζει το κινητό από την τσέπη του, μάλλον για να κλείσει την μουσική που άκουγε. «Εχθές βασικά ξεκίνησα γιατί είχα παραμελήσει την γυμναστική το τελευταίο διάστημα» εξηγεί και γνέφω. Διστακτικά σηκώνω το χερι μου για να αγγίξω το μάγουλό μου, το οποίο όπως φαντάστηκα, καίει!

«Μια χαρά» απαντάω και σηκώνομαι όρθια.

«Εσύ τι κάνεις εδώ;» ρωτάει και κοιτάζει το παγκάκι πίσω μου μπερδεμένος.

Έγραφα σκηνή σεξ με πρωταγωνιστή εσένα!

«Βγήκα να ξεσκάσω λιγάκι» απαντάω και κουνάει το κεφάλι του. «Βαρέθηκα σπίτι και απλά βγήκα μια βόλτα» βάζω τα χέρια μου στις τσέπες του τζιν προσπαθώντας να το παίξω άνετη.

«Και το λάπτοπ;»

«Έγραφα. Λίγο» παραδέχομαι και σταυρώνει τα χέρια του μπροστά στο στέρνο του. Τα μπράτσα του έτσι μοιάζουν τεράστια και, θα είμαι ψεύτρα αν πω ότι δεν είναι καθόλου σέξυ αυτή την στιγμή έτσι όπως με κοιτάζει.

«Πως πάει το βιβλίο; Το τελειώνεις ε;»

Μένω ακίνητη. Α, ναι. Πέρα από την Ελίζ και τον Ράιαν, κανείς άλλος δεν γνωρίζει ότι ξεκίνησα να γράφω κάτι άλλο ε; Πολύ ωραία...

«Βασικά, παράτησα εκείνο το βιβλίο» εξηγώ και με κοιτάζει έκπληκτος. «Ξεκίνησα κάτι καινούριο, που τραβάει περισσότερο και... ναι και γράφω σε αυτό»

Γαμώτο, γιατί δεν μπορώ να συγκεντρωθώ όταν με κοιτάζει έτσι;

«Σοβαρά; Δεν ανέφερε κάτι η Ελίζ. Πριν λίγο την είδα» πηγαίνει και κάθεται στο παγκάκι ακριβώς δίπλα στα πεταμένα μου πράγματα. Θα μπορούσα να κάτσω και εγώ δίπλα του, μιας και υπάρχει λίγος διαθέσιμος χώρος, αλλά προτιμώ να υπάρχει κάποια απόσταση μεταξύ μας.

Κυρίως όταν είναι ντυμένος έτσι και μοιάζει σαν σεξοβόμβα έτοιμη να ανατιναχθεί μπροστά στα μάτια μου.

«Είδες την Ελίζ;» ρωτάω και δαγκώνω τα χείλη μου.

Έχω να την δω από εχθές το πρωί, αλλά και πάλι μοιάζει λες και έχουμε να ιδωθούμε αιώνες. Εχθές το βράδυ της έστειλα κάποια μηνύματα, τα οποία προφανώς και είδε, αλλά δεν έκανε καν τον κόπο να απαντήσει.

Χρειάζεται τον χρόνο της και από όσο ξέρω την Ελίζ, δεν νομίζω ότι θα πάρει πολύ μέχρι να ξαναμιλήσουμε. Ξέρω ότι έχει θυμώσει υπερβολικά πολύ με την στάση μου και με το γεγονός ότι έμαθε τα πάντα από τον Νέιτ και όχι από εμένα, αλλά νομίζω ότι μέσα της έχει καταλάβει για ποιον λόγο το έκανα αυτό.

Ξεφυσάει και με κοιτάζει με έναν τρόπο που δεν μπορώ να διευκρινίσω. «Ναι... Βασικά πήγα από το σπίτι της σήμερα το πρωί» κουνάω το κεφάλι μου προσπαθώντας να μην δείξω καμία αντίδραση στο πρόσωπό μου.

«Είναι ακόμη θυμωμένη ε;» ψιθυρίζω και τυλίγω τα χέρια μου γύρω από το σώμα μου.

«Δεν χρειάζεται να ανησυχείς για αυτήν, Σιέννα. Ξέρεις πως η Ελίζ δεν μπορεί να κρατήσει μούτρα σε κάποιον για πάνω από δύο μέρες. Θα δεις, αύριο θα είστε μια χαρά»

Κουνάω το κεφάλι μου. «Το λες αυτό γιατί δεν είσαι εσύ αυτός που της έκρυψε τόσα πράγματα» λέω ειρωνικά και σηκώνεται όρθιος. «Θέλω να της μιλήσω, αλλά είμαι σίγουρη πως δεν πρόκειται να κάτσει να με ακούσει»

Βάζει ξανά τα ακουστικά στα αυτιά του και δαγκώνω την γλώσσα μου για να μην πω κάτι άλλο.

Τελείωσε ο χρόνος μου. Μάλλον πρέπει να συνεχίσει το τρέξιμο. Μπορεί να βιάζεται το παιδί, μωρέ! Γιατί έτσι είναι, 5 λεπτά και μετά τέλος. Τι παραπάνω να κάνει άραγε μαζί μου; 5 γαμημένα λεπτά μόνο και μετά μπορεί να πεταχτεί για ένα στα γρήγορα στο σπίτι της Μέρεντιθ.

«Επειδή είμαι σίγουρος ότι σκέφτεσαι μαλακίες, σε ενημερώνω ότι πρέπει να πάω στο βιβλιοπωλείο. Έχω δώσει ραντεβού με τον Μπερ στις 2. Ήρθαν κάτι κούτες με καινούρια πράγματα και θέλει να τον βοηθήσω»

Μπα; Τελικά μήπως όντως μπορεί και διαβάζει το μυαλό μου;

«Τις εκφράσεις σου διαβάζω. Όχι το μυαλό σου, Σιέννα»

Γελάω και κουνάω το κεφάλι μου. «Σταμάτα να το κάνεις αυτό, Νέιτ» τον απειλώ και τον προσπερνάω για να κάτσω ξανά στο παγκάκι μου.

«Ποιο;» ρωτάει χαμογελαστός και παίρνω το λάπτοπ στα πόδια μου.

«Να απαντάς σε όλες αυτές τις υποθέσεις που κάνω στο μυαλό μου! Είμαι πεπεισμένη ότι έχεις έναν μοναδικό τρόπο για να καταλαβαίνεις τι σκέφτεται ο άλλος»

Με πλησιάζει και χαμηλώνει τον κορμό του στηριζόμενος στα γόνατά του. «Θυμάσαι τι σου είχα πει στο πάρτι του εκδοτικού;» ψιθυρίζει. Τα χείλη του είναι πολύ κοντά στα δικά μου και δεν πρέπει να κάνω το λάθος να κουνήσω το κεφάλι μου ούτε στο ελάχιστο. «Μου αρέσει να παρατηρώ τους ανθρώπους. Λατρεύω να βλέπω τις εκφράσεις τους και να μαντεύω τι σκέφτονται» κοιτάζει όλο μου το πρόσωπο προσεκτικά.

«Και κατάλαβες τι σκεφτόμουν εγώ;» ψελλίζω και χαμογελάει με τον πιο γοητευτικό τρόπο που μπορεί.

«Ναι, Σιέννα. Είσαι πιο εκδηλωτικός άνθρωπος από όσο νομίζεις» παίρνει το λάπτοπ από τα πόδια μου και το αφήνει προσεκτικά δίπλα μου στο παγκάκι. Σηκώνεται όρθιος και σκύβει προς το μέρος μου απλώνοντας τα χέρια του γύρω μου και στηρίζοντάς τα στην πλάτη από το παγκάκι, εμποδιζοντας με να κουνηθώ. «Σκέφτηκες ότι θα πάω στην Μέρεντιθ ε;» ρωτάει και παίρνω μια κοφτή ανάσα. «Για αυτό νόμιζες ότι θα έφευγα; Για να πάω σε εκείνη;»

«Γιατί να μην το κάνεις, δηλαδή;» ρωτάω αν και ξέρω πως ακούστηκε περισσότερο σαν παράπονο παρά σαν ερώτηση. Γαμώτο! «Σε εμποδίζει κάτι;» ρωτάω και παρόλο που νομίζω πως ξέρω την απάντηση, θέλω να την ακούσω από τα χείλη του.

Εσύ. Εσύ με εμποδίζεις, που να σε πάρει! Αν μου πει κάτι τέτοιο, δεν θα ενδιαφερθώ που είμαστε στο πάρκο ή σε κοινή θέα με άκυρους, θα τον αρπάξω από τον γιακά της μπλούζας του και θα τον φιλήσω.

Χαμογελάει διαβολικά και με κοιτάζει σαν να με εξετάζει. «Η διαφορά ηλικίας μάλλον»

Πνίγομαι με το σάλιο μου.

Όντως τώρα;

«Η Μέρεντιθ είναι δύο χρόνια μικρότερη από εμένα» του υπενθυμίζω και γνέφει. «Θες να πεις και ότι η δική μας διαφορά ηλικίας σε ενοχλεί;» ρωτάω ειρωνικά και σταυρώνω τα χέρια μου κάτω από το στήθος μου.

«Μπορεί...»

Θέλει να με τρελάνει. Αλήθεια, αυτός είναι ο σκοπός του. Είμαι βέβαιη.

«Δεν θυμάμαι να σε ενόχλησε τόσο όσο με είχες από πάνω σου στο αυτοκίνητό σου» του λέω ψιθυριστά και κολλάω το πρόσωπό μου στο δικό του. «Για αυτό άσε τις τρελίτσες σε εμένα, Νέιτ και μίλα ξεκάθαρα» απαιτώ και απομακρύνεται απο κοντά μου.

Βγάζει το κινητό του και πατάει κάτι, μάλλον για να συνεχίσει την μουσική που άκουγε ήδη. «Τα λέμε, Σιέννα» λέει χαμογελαστός και εξαφανίζεται από μπροστά μου με γρήγορο τρέξιμο ενώ εγώ μένω να τον κοιτάζω με το στόμα ανοιχτό.

Σηκώνομαι όρθια έτοιμη να τον ακολουθήσω αφήνοντας τα πράγματά μου πίσω, αλλά το κινητό μου τελευταία στιγμή χτυπάει για άλλη μια φορά. Και από τον ήχο, ξέρω και ποιος είναι.

Ρίχνω ένα τελευταίο εκνευρισμένο βλέμμα προς το μέρος όπου εξαφανίστηκε ο Νέιτ και γυρνάω εκνευρισμένη για να απαντήσω στην κλήση.

«Ποιός;»

«Ουάου... Διακρίνω νευράκια;» αστιεύεται ο Ράιαν από την άλλη πλευρά και ρολάρω τα μάτια μου. «Όλα καλά; Πήρα και πριν, αλλά δεν το σήκωσες; Σε πετυχαίνω κάπου;»

Ξεφυσάω και κάθομαι στο παγκάκι. «Με συγχωρείς. Απλά γράφω και έχω κολλήσει σε ένα σημαντικό σημείο και... τα νεύρα μου!»

Άκου εκεί "τα λέμε Σιέννα". Ποια λέμε ρε μπαγλαμά; Που να σε πάρει και να σε σηκώσει!

«Ωω εντάξει, το 'πιασα»

Βάζω το λάπτοπ μέσα στην τσάντα μου με αργές κινήσεις. «Τι πράγμα;» ρωτάω μπερδεμένη.

«Ε να...» διστάζει και για μια στιγμή σταματάω τις κινήσεις μου. «Έχω να σε δω πέντε μέρες ρε μωρό... Δεν ξέρω, νόμιζα ότι και εγώ σου έλειπα όσο μου λείπεις και μένα» παραπονιέται και κλείνω τα μάτια μου σε μια προσπάθεια να αισθανθώ έστω και λίγο οίκτο για τον τρόπο που του συμπεριφέρομαι.

Μάταιος κόπος.

«Δεν είναι ότι δεν μου λείπεις...» ξεκινάω να δικαιολογούμαι, αλλά καταλαβαίνω ότι δεν μπορώ να το κάνω. Απλά πρέπει να του μιλήσω. Το γρηγορότερο. «Ράιαν, βασικά θέλω να βρεθούμε...»

«Εννοείται να βρεθούμε» ακούγεται ξαφνικά χαρούμενος και δαγκώνω τα χείλη μου. «Θες σήμερα το απογευματάκι; Να περάσω από το σπίτι σου; Να βάλουμε καμία ταινία και να φέρω κινέζικο; Τι λες;» προτείνει και δάκρυα έρχονται στα μάτια μου.

Σε καμία περίπτωση σπίτι μου. Δεν πρέπει να βρεθούμε σπίτι μου. Γιατί σίγουρα δεν θα έχω τα κότσια να του μιλήσω. Όπως επίσης η κουβέντα μας θα καταλήξει με εμάς τους δύο στο κρεβάτι μου.

Και ύστερα από όλα αυτά, το τελευταίο πράγμα που θέλω είναι να κάνω σεξ μαζί του, ενώ θα σκέφτομαι τον Νέιτ. Και μόνο στην σκέψη, θέλω να κάνω εμετό.

Πιάνω το μέτωπό μου. «Νομίζω... νομίζω θα ήταν καλύτερα να βρεθούμε έξω» λέω με μισή καρδιά και οι σφυγμοί μου αυτή την στιγμή έχουν περάσει τους 150. «Μπορούμε να πάμε σε ένα μαγαζί που βρήκα τις προάλλες. Έχει ωραία μπύρα»

«Ναι, φυσικά» τον ακούω διστακτικό και ίσως λίγο μπερδεμένο. «Παίζει να είσαι φουλ ζορισμένη για να αρνηθείς σούσι, Σι. Σίγουρα είναι όλα καλά;»

Όχι. Τίποτα δεν είναι καλά αυτή την στιγμή, Ράιαν! Και για όλα φταίω εγώ και το ξερό κεφάλι μου. Εγώ που θέλω κάποιον ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα παίζει με τα συναισθήματά μου μόνο και μόνο για να με δει να σέρνομαι από πίσω του, εγώ που είμαι μαλωμένη με την κολλητή μου για έναν ηλίθιο λόγο, εγώ που κολώνω να σου πω την αλήθεια! Εγώ φταίω. Και το γεγονός ότι δεν μπορώ να αποφασίσω να κάνω τίποτα, γιατί είμαι γαμημένα αδύναμη και κότα.

«Αμέ. Θα τα πούμε στις 6. Θα σου στείλω την διεύθυνση με μήνυμα» λέω με μια ανάσα και του κλέινω το κινητό στα μούτρα χωρίς να περιμένω κάποια απάντησή του.

Προσπαθώ να καταπιώ τα δάκρυά μου και εστιάζω στις ανάσες μου. Μέχρι που μου έρχεται μια ιδέα.

Κοιτάζω το ρολόι στο κινητό μου. Είναι μόλις 12. Βάζω καλά το λάπτοπ μου μέσα στην πάνινη τσάντα και κλείνω με δύναμη το φερμουάρ.

Αν θέλω κάποια στιγμή να εκδώσω το βιβλίο μου πρέπει να αφήσω όλες αυτές τις αδυναμίες πίσω μου. Και αν θέλω όντως να καταφέρω να εκδώσω το βιβλίο, πρέπει να μιλήσω οπωσδήποτε στο άτομο που σκόπευε να με βοηθήσει με αυτό.

Φορτώνω τις τσάντες στον ώμο μου και βγαίνω από το πάρκο με μεγάλες δρασκελιές για να βρω ταξί.


«Σιέννα; Τι κάνεις εσύ εδώ;» ρωτάει ανήσυχη η Ελίζ μόλις με βλέπει να στέκομαι λαχανιασμένη στην είσοδο του γραφείου της στον εκδοτικό οίκο.

«Θέλω να σου μιλήσω» λέω προσπαθώντας να ηρεμήσω τις ανάσες μου και εκείνη μου κάνει μια απλή χειρονομία για να κάτσω σε μια από τις δερμάτινες πολυθρόνες μπροστά από το γραφείο της.

«Είσαι εντάξει;» ρωτάει και με κοιτάζει μπερδεμένη. «Σε βλέπω κάπως... αναψοκοκκινισμένη»

Αφήνω με δύναμη τις τσάντες να πέσουν στην μια καρέκλα και ύστερα σωριάζομαι στην άλλη. Το αναψοκοκκινισμένη δεν είναι το επίθετο που θα μου ταίριαζε αυτή την στιγμή. Καλύτερα πεθαμένη.

«Μια ερώτηση πρώτα» λέω με κλειστά μάτια όσο νιώθω τον ιδρώτα να κυλάει στην πλάτη μου. «Μπορείς να μου εξηγήσεις τον λόγο που είσαι κυριακάτικα εδώ πέρα; Από πότε τα γραφεία των εκδοτικών είναι ανοιχτά τις Κυριακές;» ρωτάω και κάνω αέρα με τα χέρια μου.

«Είχα μια δουλειά» απαντάει ψυχρά και βάζει έναν φάκελο μέσα στην άσπρη τσάντα της «Εσύ για ποιον λόγο είσαι εδώ;» σταυρώνει τα χέρια της και με κοιτάζει σοβαρά.

Α τέλεια. Είναι ακόμη θυμωμένη. Εξαιρετικά!

Κανονικά θα έπρεπε να της τα ψάλλω που έκανα τόσο δρόμο από το Χάρλεμ έως το Σόχο μόνο και μόνο για να της μιλήσω. Που, για να είμαι ειλικρινής, δεν ήταν ακριβώς αυτό το σχέδιο μου. Όπως επίσης και το να δώσω 56 δολάρια στο ταξί.

Πήγα στο σπίτι της στο Χάρλεμ και παρόλο που ήμουν 98 τοις εκατό σίγουρη ότι δεν θα ήταν εκεί, καθόμουν και απλά χτυπούσα τα κουδούνια σαν την χαζή. Σε κάποια φάση ο γείτονάς της, ο Τζέιμς, ο οποίος τυχαίνει να είναι στην ομάδα μπάσκετ με τον Ράιαν και με τον οποίο είχαμε μιλήσει αρκετές φορές στο παρελθόν όταν επισκεπτόμουν την Ελίζ, με άκουσε και βγήκε έξω. Μου είπε ότι την πέτυχε σήμερα μέσα στην BMW της όταν γυρνούσε από την προπόνηση το πρωί και μίλησαν για λίγο. Την κάλεσε για καφέ σπίτι του, αλλά του αρνήθηκε, πράγμα παράξενο για την Ελίζ αλλά τέλος πάντων, και του είπε ότι είχε μια σημαντική δουλειά στον εκδοτικό και πως ευχαρίστως θα κανόνιζε να βρεθούν μέσα στην εβδομάδα.

Και έπειτα ο Τζέιμς μου ανέλυε για 20 λεπτά τον τρόπο που του το είπε αυτό και με ρωτούσε αν πιστεύω πως υπάρχει περίπτωση να παιχτεί φάση μεταξύ τους, ενώ εγώ σκεφτόμουν ότι πρέπει οπωσδήποτε να την δω σήμερα γιατί το έχω πάρει απόφαση. Και αν δεν το έκανα, όντως θα μου ανήκε δικαιωματικά ο τίτλος της αδύναμης κότας.

Οπότε, ευτυχώς είχα ζητήσει από τον ταξιτζή να με περιμένει να γυρίσω. Έφτασα στον εκδοτικό και ο τυπάς στην είσοδο μόλις με είδε, έλαμψαν τα μάτια του. Τον ρώτησα αν είναι εδώ και με διαβεβαίωσε ότι είχε έρθει από το πρωί.

Τώρα το γιατί ήμουν λαχανιασμένη είναι απλά επειδή είμαι ηλίθια. Μέσα στο άγχος μου και στην αφοσίωση στο να της μιλήσω, προτίμησα να ανέβω 7 ορόφους με τα σκαλοπάτια και όχι με το ασανσέρ, όπως θα έκανε ένας φυσιολογικός άνθρωπος.

«...και να 'μαι!» λέω στο τέλος ενώ εκείνη μένει να με κοιτάζει συνοφριωμένη.

«Θες να μου πεις, ότι ήρθες μέχρι εδώ, απλά και μόνο για να μου μιλήσεις;» ρωτάει και σηκώνεται όρθια. Έρχεται μπροστά από το γραφείο της και στηρίζεται πάνω του ακριβώς δίπλα μου.

Γνέφω και δαγκώνω τα χείλη μου. «Ωραίο κοστούμι» ψελλίζω και παρατηρώ ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη της.

«Ωραία. Πες μου. Σε ακούω» λέει και νιώθω τις παλάμες μου να ιδρώνουν.

Τι μπορώ να πω χωρίς να τα κάνω όλα χειρότερα από ό,τι είναι ήδη; Ή βασικά, τι να της πω που δεν το ξέρει ήδη;

Την κοιτάζω. «Συγνώμη. Για χιλιοστή φορά θέλω να σου ζητήσω συγν-»

«Ξέρεις κάτι;» με διακόπτει και σηκώνεται όρθια. «Δεν θέλω να σε ακούσω» παίρνει την Louis Vuitton τσάντα της από την άκρη του γραφείου της.

Σηκώνομαι όρθια. «Ελ σε παρακαλώ! Δεν θέλω να είμαστε μαλωμένες για μια βλακεία. Απλά άκουσέ με και σου υπόσχομαι-»

Έρχεται μπροστά μου και με κοιτάζει με σηκωμένο το φρύδι. «Είμαστε μαλωμένες; Εμείς; Από πότε;» ρωτάει και την κοιτάζω με το στόμα ανοιχτό.

«Τι εννοείς;» λέω με το ζόρι. «Εχθές στο καφέ, που μαλώσαμε όταν μου είπες ότι ήξερες για τον Νέιτ;»

Ρολάρει τα μάτια της και σηκώνει τις τσάντες μου από την πολυθρόνα. «Σε παρακαλώ, Σι. Ποιος σου είπε ότι είμαστε μαλωμένες; Για αυτό το χαζοκαυγαδάκι λες; Πφστ, συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες» παίρνω τις τσάντες μου από τα χέρια της χωρίς ακόμη να έχω συνειδητοποιήσει τι γίνεται.

«Δηλαδή δεν είσαι θυμωμένη μαζί μου;» ρωτάω μπερδεμένη και γελάει.

«Θυμάσαι τι σου είπα εχθές;» με πιάνει αγκαζέ και με τραβάει προς την έξοδο.

«Ποιο από όλα; Γιατί νομίζω με έσυρες πολλά» παραδέχομαι και με σπρώχνει.

Κλείνει την πόρτα πίσω της και ύστερα με κοιτάζει. «Όταν ωριμάσεις, να έρθεις να με βρεις» επαναλαμβάνει την ίδια φράση με εχθές και γνέφω. «Χαίρομαι που ακολούθησες την συμβουλή μου και όντως το έκανες» μου κλείνει το μάτι και πατάει το κουμπί του ασανσέρ. «Όπως επίσης χαίρομαι που ήρθες σήμερα. Είχα βάλει στοίχημα με τον εαυτό μου ότι θα ερχόσουν μέσα στην επόμενη εβδομάδα, ευτυχώς το έχασα, αλλιώς δεν θα έπρεπε να κάνω χαλάουα για έναν μήνα» λέει και με τραβάει να μπω μέσα στο ασανσέρ.

Της πιάνω τα χέρια και την κοιτάζω. «Ευχαριστώ για αυτό» ψιθυρίζω και χαμογελάει. «Είσαι η μοναδική μου φίλη, το μοναδικό άτομο που εμπιστεύομαι και δεν ξέρω πόσες φορές χρειάζεται να σου ζητήσω συγνώμη που δεν σου είπα τίποτα»

«Δεν χρειάζεται να ζητήσεις άλλη συγνώμη! Το έγκλημά σου παραγράφεται από σήμερα» λέει για πλάκα και με τραβάει στην αγκαλιά της. «Ηλίθια! Πως γίνεται να σου θυμώσω, μπορείς να μου πεις; Είσαι η αδελφή που δεν έχω και σε αγαπώ ίσως και περισσότερο από τον ηλίθιο αδελφό μου» διορθώνει τα μαλλιά μου και όταν τραβιέμαι γελάει. «Μην αρχίσεις να κλαις, σε παρακαλώ!»

Ένας λυγμός ξεφεύγει από το στόμα μου και την τσιμπάω στο μπράτσο. «Αφού ξέρεις ότι είμαι συναισθηματική και αυτά που λες τα παίρνω τοις μετρητοίς»

Οι πόρτες του ασανσέρ ανοίγουν και με πιάνει από το χέρι για να βγούμε έξω. «Τώρα θα μου πεις τι σκοπεύεις να κάνεις με τον Νέιτ και τον Ράιαν ή σκοπεύεις να μου το κρύψεις και αυτό;» αστειεύεται και σταματάω απότομα κάνοντάς την να πέσει πάνω μου. «Έλα, σόρυ, θα το χρησιμοποιώ όμως συνέχεια γιατί είναι πολύ πιο αστείο από όσο νόμιζα» παραδέχεται και χαιρετάει με ένα νεύμα τον σεκιουριτά.

«Που πάμε; Πρέπει μέχρι τις 6 να είμαι πίσω» ρωτάω μπερδεμένη και με σπρώχνει από την μέση για να κουνηθώ.

«Για φαγητό προφανώς. Βρήκα ένα τέλειο εστιατόριο, αρκετά κοντά στο σπίτι σου. Θα πληρώσω εγώ, μην αγχώνεσαι» μου κλείνει το μάτι και ο σεκιουριτάς μας ανοίγει την πόρτα που οδηγεί κατευθείαν στο γκαράζ.

«Δεσποινίδες» λέει χαμογελαστός.

«Ευχαριστούμε Μάξγουελ. Η φίλη μου από εδώ ήρθε από το Χάρλεμ με ταξί απλά και μόνο για να μου ζητήσει συγνώμη για χιλιοστή φορά επειδή πηδήχτηκε με τον κολλητό μου» με πιάνει από τους ώμους και νιώθω ότι έχω γίνει πιο κόκκινη και από ντομάτα. «Τέτοιους φίλους να βρεις, Μαξ! Τέτοιους»

«Θα το έχω στα υπόψιν μου, δεσποινίς Ελίζ» λέει χαμογελαστός και με κοιτάζει. Του ανταποδίδω το βλέμμα και προχωράω πρώτη προς το γκαράζ αγνοώντας τα χαχανιτά της κολλητής μου.

«Την επόμενη φορά μην ξεχάσεις να αναφέρεις και το ότι απάτησα τον Ράιαν» την ειρωνεύομαι μόλις μπαίνω στο αυτοκίνητό της. «Τουλάχιστον να μαθαίνουν τι πραγματικά συνέβη»

Γελάει όσο βάζει μπρος το αυτοκίνητο και ανάβει τα φώτα για να φωτιστεί το μισοσκοτεινό γκαράζ. «Για πες»

Ξεφυσάω και αφήνω το λάπτοπ και την τσάντα μου προσεκτικά στα πόδια μου. «Θα ζητήσω από τον Ράιαν να χωρίσουμε σήμερα» παραδέχομαι και αμέσως το αυτοκίνητο σταματάει απότομα κάνοντάς με να πεταχτώ μπροστά και να χτυπήσω στο παρμπρίζ. «Ελίζ! Τι στο διάολο;» φωνάζω και την κοιτάζω.

«Θα τον χωρίσεις;» ρωτάει ξαφνιασμένη. «Όντως;»

Απλώνω το χέρι μου και τραβάω την ζώνη. «Δεν μπορώ να το συνεχίζω άλλο αυτό μαζί του, Ελ» ψιθυρίζω και αφήνω το κεφάλι μου να πέσει στην θέση. «Από την στιγμή που έγινε ό,τι έγινε με τον Νέιτ στο σπίτι μου, ήξερα ότι η σχέση μου με τον Ράιαν είχε τελειώσει»

Ξαναξεκινάει το αυτοκίνητο με χαμηλή ταχύτητα όσο ψάχνει την έξοδο του γκαράζ. «Μα... Σιέννα, είστε 4 χρόνια μαζί. Είσαι διατεθειμένη να χαλάσεις μια σχέση ζωής, για έναν άνθρωπο που ξέρεις μια εβδομάδα;» ρωτάει και διακρίνω την έκπληξη της.

Λογικά περίμενε ότι θα της έλεγα πως αυτό που έγινε με τον Νέιτ ήταν όντως μια ξεπέτα. Όπως είχα πει και σε εκείνον άλλωστε.

Καμία σχέση όμως.

Βγαίνουμε έξω και αμέσως ο ήλιος με χτυπάει στα μούτρα. «Είμαι ερωτευμένη μαζί του» ψελλίζω και κοιτάζω έξω από το παράθυρο. «Μπορεί και να τον ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που τον είδα»

«Ε ουάου! Ζω σε γαμημένο βιβλίο εφηβικής φαντασίας ή κάτι τέτοιο;» αναρωτιέται και χαμογελάω. «Απλά ουάου!»

Γυρίζω και την κοιτάζω. «Τι λες;»

Ανασηκώνει τους ώμους της και αφήνει μια ανάσα να βγει από τα χείλη της. «Αν αυτό θα σε κάνει ευτυχισμένη, δεν νομίζω πως πρέπει να σε ενδιαφέρει ποια είναι η άποψη μου επί του θέματος» σταματάει σε ένα φανάρι και ανάβει φλας και για να στρίψουμε δεξιά.

«Είσαι η κολλητή μου» της υπενθυμίζω και ανοίγω το παράθυρο. «Υποτίθεται ότι δίνεις τις καλύτερες συμβουλές και θες το καλό μου»

Σηκώνει το φρύδι της. «Ωραία, λοιπόν. Ο Νέιτ είναι μαλάκας, αλλάζει τις γκόμενες πιο συχνά και από τα μποξεράκια του, δεν τον έχω δει ποτέ στην ζωή μου να έχει σχέση πάνω από δύο εβδομάδες, είναι ο τύπος αγοριών που πρέπει κάθε κοπέλα να αποφεύγει και, μιας και μου υπενθύμισες ότι είμαι κολλητή σου και θέλω το καλό σου, θα σε συμβούλευα να μείνεις μακριά του, γιατί δεν κάνει για σένα και σίγουρα αφού σε ξαναπηδήξει θα σε αφήσει για να βρει την επόμενη!» τα λέει όλα αυτά με μια ανάσα και την κοιτάζω με το στόμα ανοιχτό.

«Τ-τι εννοείς...»

Γέρνει το κεφάλι της στο πλάι και με κοιτάζει με πονηρό ύφος αφού τσεκάρει ότι το φανάρι δεν έχει γίνει πράσινο. «Όλα αυτά θα στα έλεγα αν δεν ήξερα πόσο ερωτευμένος είναι και αυτός μαζί σου» συμπληρώνει και νιώθω την καρδιά μου να αρχίζει να χτυπάει ξανά κανονικά. «Όταν μου είπε τι έγινε μεταξύ μας, κατάλαβα πως δεν υπήρχε περίπτωση να σου συμπεριφερθεί σαν τις υπόλοιπες, Σιέννα» λέει και ξεκινάει το αυτοκίνητο με το που ακούγεται η πρώτη κόρνα του ανυπόμονου οδηγού πίσω μας.

«Αλήθεια;» ψελλίζω και γνέφει.

«Του αρέσεις. Πάρα πολύ. Και, δεν ξέρω αν είναι ερωτευμένος γιατί δεν τον έχω δει ποτέ σε παρόμοια κατάσταση, αλλά αν είναι, φιλενάδα... Καλή τύχη με δαύτον!» λέει ειρωνικά και χαμογελάω. «Αξίζει την προσπάθεια»

Κοιτάζω τα μπλεγμένα μου δάχτυλα.

Εννοείται πως την αξίζει. Του αρέσω. Με θέλει. Είμαι ερωτευμένη μαζί του. Εννοείται πως αξίζει να το προσπαθήσουμε.

«Θα του μιλήσω. Σήμερα κιόλας»

Η κολλητή μου χτυπάει παλαμάκια. «Πεθαίνω!!!» φωνάζει και βάζει μουσική. «Για πες τώρα, πως είναι στο σεξ;»

~~~

ΠΕΣ ΜΑΣ ΠΕΣ ΜΑΣ ΠΕΣ ΜΑΣ!!!

Από κοινωνικό ενδιαφέρον ρωτάω, όχι τίποτα άλλο...

Ελπίζω να σας άρεσε το αποψινό κεφάλαιο!

Τα λέμε σύντομα. Φιλούμπες♥

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top