17
ΡΑΜΟΝ
Ήμουν ξαπλωμένος στην τροχήλατη κατασκευή κάτω από τον σκελετό ενός αυτοκινήτου. Ο Ντομ με τους δύο βοηθούς ήταν στην άλλη άκρη του συνεργείου. Δεν είχα ιδέα αν έκαναν διάλειμμα ή αν δούλευαν πάντως ό,τι κι αν μουρμούριζαν διακόπηκε από των ήχο τακουνιών στη βιομηχανική επιφάνεια. Προσέθετα το τελευταίο εξάρτημα όταν ένα μαύρο ζευγάρι γόβες έγινε εικόνα στο πάτωμα στα δεξιά μου. Λύγισα τα πόδια και έσυρα το τροχήλατο προς τα έξω όμως δυσκολεύτηκα να ξεχωρίσω την εικόνα. Είχε σταθεί στο σημείο όπου οι ακτίνες του ήλιου έκαναν αντανάκλαση πίσω από τη φιγούρα της, μετατρέποντας το ξανθό χρώμα των μαλλιών της στο απόλυτο λευκό.
Μισοκλείσα τα μάτια για να εστιάσω καλύτερα και τελικά είδα πως δεν ήταν μόνη. Ακόμα μία φορά το χέρι του ήταν περασμένο στους ώμους της.
«Πώς πάει, Βραζιλιάνε;» με χαιρέτησε πρώτος.
Ο Ντέιμον μπλεκόταν με διάφορες. Δεν είχε κολλήσει ποτέ με καμία κι ενώ ήξερα πως τις σεβόταν με τον τρόπο του, με τη συγκεκριμένη παρτενέρ είχαμε πρόβλημα. Πρώτον δεν ήταν για πήδημα. Δεύτερον δεν είχε την προστασία που της άξιζε.
«Τι τρέχει, Κολτ; Πώς από τα μέρη μας;»
Σηκώθηκα και στηρίχτηκα στη μελαμίνη πίσω μου. Έβγαλα από την κωλότσεπη το πακέτο με τα τσιγάρα τράβηξα ένα με τα δόντια και το άναψα κρατώντας το βλέμμα μου αποκλειστικά και μόνο σε εκείνον. Αφού μου σύστησε τη Λουάν ως χορεύτρια της Κορύφωσης, της έγνεψα σαν να αποτελούσε μια ασήμαντη λεπτομέρεια και τους έκανα νόημα να με ακολουθήσουν στο γραφείο.
Μπαίνοντας πλησίασα το ψυγείο.
«Μπίρα;»
«Φέρε για εμένα, η Λουάν δεν πίνει» είπε ο Ντέιμον κι άρχισε να μου εξηγεί τον λόγο επίσκεψης.
Όταν πήγα στη θέση μου, η Λουάν παρέμενε όρθια στη μεριά του παραθύρου. Από εκείνο το σημείο είχε εικόνα το προφίλ του και καρφί τα μάτια μου. Με σφιγμένο σαγόνι, συγκρατήθηκα να μην ανταποδώσω το βλέμμα.
«Έχει βλάβη. Του έριξα μια ματιά αλλά δεν βρήκα τι στα κομμάτια φταίει» πρόσθεσε στο τέλος ο Ντέιμον.
«Πότε το θέλεις;»
«Το συντομότερο» είπε βάζοντας μια εισερχόμενη κλήση στο αθόρυβο. «Η Λουάν μένει σε ένα ξενοδοχείο στην άλλη άκρη της πόλης» συνέχισε. «Θα ξεκινήσει το μεταπτυχιακό της στη σχολή Οικονομικών, παράλληλα θα έχει και τις εμφανίσεις στην Κορύφωση, οπότε το χρειάζεται άμεσα».
Συμφώνησα τη στιγμή που χτυπούσε ξανά το τηλέφωνό του.
«Γαμώτο, με τον μαλάκα».
«Ο Ζισκάρ;» ρώτησα.
«Όχι, ο άλλος».
Είπε στη Λουάν να μου δείξει το αυτοκίνητο κι όταν ενεργοποίησε την κλήση του Άντερσεν, άνοιξα την πόρτα και περίμενα να βγει πρώτη.
Ακολούθησα με τα χέρια γροθιές ένα βήμα πίσω της.
«Γιατί μένεις σε ξενοδοχείο;»
«Δεν έχω άλλη λύση».
Βλακείες. Οι Μόρντορ είχαν έναν σκασμό λεφτά.
«Γιατί δεν έχεις νοικιάσει κοντά στο κέντρο;»
«Δεν υπάρχει ελεύθερο διαμέρισμα».
Τ τελευταία χρόνια οι φοιτητές είχαν εξαπλωθεί στην πόλη σαν τα ποντίκια. Περάσαμε τη μεγάλη σιδερένια πόρτα, κατεβήκαμε τη ράμπα.
«Τι τρέχει με τον Λιόν;»
«Ό,τι ξέρεις».
«Τον ναρκώνεις;»
«Ναι».
Είχαμε φτάσει μπροστά από το αυτοκίνητο όταν της έγνεψα για τα κλειδιά.
«Πώς το κάνεις;»
«Ρίχνω ένα χάπι στο ποτήρι του».
Ξεκλείδωσα και άνοιξα την πόρτα.
«Πριν γαμηθείτε ή μετά;»
Δεν απάντησε.
«Πριν ή μετά;»
«Δεν γαμιώμαστε» τσίτωσε με την επιμονή μου.
«Το κάνεις όμως με τον Ντέιμον» δήλωσα ξερά. Έσκυψα στην καμπίνα πάτησα το κουμπί του καπό και στάθηκα ξανά απέναντί της. «Ο Ντέιμον είναι καθαρός. Δεν χρειάζεται παρακολούθηση».
Έδεσε τα χέρια στο στήθος και με κοίταξε με απορία.
«Νομίζεις πως είμαι μαζί του λόγω της υπηρεσίας;»
«Σου αρέσει;»
«Εσένα;»
Τον διάολό μου. Πίσω της ο Ντέιμον κατέβαινε τη ράμπα. Δεν είχαμε χρόνο για παιχνιδάκια.
«Τι να μου αρέσει, Λουάν;»
«Η μονογαμικότητα».
«Είναι πιστός ο Βραζιλιάνος, μωρό μου» απάντησε για λογαριασμό μου ο Ντέιμον που χώθηκε αναμεσά μας. «Ή έχει σύντροφο ή τη χούφτα του». Την έπιασε από τη μέση και τη φίλησε στο στόμα. Με γλώσσα και τα ρέστα.
Όταν τέσσερα μάτια καρφώθηκαν επάνω μου απλά έγνεψα.
Μιλήσαμε λίγο ακόμα με τον Ντέιμον για τα διαδικαστικά και μόλις έφυγαν τηλεφώνησα κατευθείαν στον Βίκτορ. Τον ενημέρωσα πως είχα λάβει τον φάκελο του Κωδικού μου και πως ήταν θέμα ωρών να τον φορτωθώ επίσημα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top