23

ΤΖΟΥΛΙΕΤ

Συνέχισα να τον καλώ ασταμάτητα μέχρι το διαμέρισμα, ώσπου απάντησε σε μία από τις κλήσεις μου.

«Όχι τώρα, Τζουλιέτ».

«Είναι επείγον Ντέιμον».

«Αν ήταν θα με είχε ενημερώσει ο Λιόν».

Το αρχηγικό του υφάκι με τίναξε στον αέρα. Κοπάνησα την πόρτα και διέσχισα έξαλλη το χολ. Δεν άνηκα στη στρατιά του, ήμουν η αδερφή του και το σημαντικότερο όλων, έπρεπε να μαζέψει τα χαζό-μέλη της χαζό-Οικογένειας που διοικούσε.

«Είναι επείγον» επανέλαβα κοφτά.

Η Ολίβια ξαφνιάστηκε με την είσοδό μου ενώ ο Λιόν, που είχε καταντήσει ουρά μου -περιμένοντάς με στο πάρκινγκ να τελειώσω τη συνέλευση και ακολουθώντας με σαν σκιά σε όλη τη διαδρομή μέχρι το διαμέρισμα- με προσπέρασε για το σαλόνι.

Έστριψα στον διάδρομο και μπήκα στο γραφείο μου.

«Δεν έχεις ιδέα τι λένε στη σχολή για εμάς, Ντέιμον» πρόσθεσα αναστατωμένη.

«Δανείστηκα το βιβλίο της Μακροοικονομίας σου. Ελπίζω να μην το χρειάζεσαι».

Έσφιξα τη συσκευή κοντά στο αυτί μου. Τι βλακείες έλεγε;

Πήρα βαθιά ανάσα για να μην συνεχίσω βρίζοντας.

«Ντέιμον...»

«Διαβάζω. Όταν βρω χρόνο, θα περάσω να τα πούμε».

«Όταν βρεις χρόνο;»

«Μία από τις επόμενες ημέρες».

«Είναι σοβαρό, γαμώτο».

«Είσαι στο διαμέρισμα;»

«Ναι».

«Είσαι και ο Λιόν μαζί σου;»

«Ναι... και πάνω σε αυτό θέλω να σου πω πως-»

«Καληνύχτα Τζουλιέτ» με έκοψε και μου έκλεισε το τηλέφωνο.

«Τι θέλεις να του πεις;»

Γύρισα ξαφνιασμένη πίσω μου και είδα τον Λιόν. «Παράτα με, καουμπόι». Άφησα το κινητό στο γραφείο και έπιασα τα μαλλιά μου κοτσίδα. Δεν είχα όρεξη να ασχοληθώ μαζί του. Η συνέλευση με είχε τσακίσει, τόσες χαμένες ώρες με βαρυσήμαντους λόγους και αναλυτικά προγράμματα που στην πορεία θα άλλαζαν λόγω του πρύτανη.

«Τι θέλεις να του πεις;» έκλεισε την πόρτα και σταμάτησε στο κέντρο του δωματίου. «Για το μεταξύ μας;»

Ποιο μεταξύ μας και γιατί πάντα έκανε το αντίθετο από αυτό που ζητούσα.

«Φύγε Λιόν».

«Για εμάς θέλεις να του πεις;» επέμεινε και μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι.

Χτύπησα τα χέρια στο γραφείο. Δεν έπαιρνε από λόγια, δεν μπορούσε να κρατήσει τους τύπους αργά ή γρήγορα θα με εξέθετε θα με έβαζε σε θέση να εξηγήσω γιατί ένας τέτοιος τύπος βρισκόταν τόσο κοντά μου και το κυριότερο, δεν είχε δώσει βάση στον φάκελό μου, ήταν ανίκανος να με προστατέψει.

«Δεν υπάρχει εμείς, γελοίε αλλά αν εννοείς ό,τι έγινε τις προάλλες στο δωμάτιό μου ναι, θα αναφερθώ και σε αυτό όταν μου δώσει λίγη σημασία ο πολυαγαπημένος μου Ντέιμον».

«Θα του πεις πως φιληθήκαμε;»

Ανατρίχιασα και μόνο στη σκέψη πως του είχα επιτρέψει να κάνει κάτι τέτοιο.

«Με φίλησες» τον διόρθωσα.

«Δεν θυμάμαι να με έσπρωξες».

«Τι εννοείς;»

«Συμμετείχες Τζουλιέτ...» είπε ενώ είχε φτάσει στην απέναντι πλευρά του γραφείου και αντέγραφε αργά τη στάση μου. Τα μάτια του μια ευθεία γραμμή, καρφωμένα στα δικά μου. «Σε φίλησα και κατευθείαν έχωσες τη γλώσσα σου στο στόμα μου. Αν θυμάμαι καλά, μέσα σε δευτερόλεπτα είχαμε γίνει κουβάρι κι αν δεν ήταν η Ολίβια θα σε είχα πηδήξει στο κρεβάτι».

Είχε παρανοήσει.

«Έχεις τρελαθεί;»

«Σου υπενθυμίζω πού σταμάτησε η φάση και για ποιον λόγο» πρόσθεσε εκνευριστικά σοβαρός. «Αν έχεις σκοπό να μιλήσεις στον Ντέιμον φρόντισε να πεις τα πράγματα όπως έγιναν κι όχι όπως σε βολεύει». Ίσιωσε το σώμα του, έβαλε τα χέρια στις τσέπες και γύρισε να φύγει.

«Κανείς δεν θα πιστέψει την ιστορία σου καουμπόι».

Η φωνή μου τον φρέναρε στο κέντρο.

«Έτσι λες;»

«Σε προσγειώνω στην πραγματικότητα». Έκανα τον κύκλο του γραφείου και κάθισα στην μπροστινή πλευρά, στην ευθεία του. «Κοίτα πώς είσαι κοίτα πώς είμαι. Κανείς δεν θα πιστέψει πως έπεσα τόσο χαμηλά για ένα φιλί».

«Μάλιστα...» μουρμούρησε. Χαμογέλασε και με ένα βήμα ήταν κοντά μου. Έγειρε το κεφάλι στο αυτί μου αφήνοντας την ανάσα του να απλωθεί στο δέρμα μου πριν βγει η φωνή του. «Μόλις παραδέχτηκες πως έχω δίκιο, κερασάκι» ψιθύρισε.

Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σαν τρελή. Η απόσταση ήταν μηδενική, στα όρια επαφής και η στάση του κυρίαρχη. Δεν ήταν του του γούστου μου αλλά αποδεδειγμένα είχε βρει τον τρόπο να με εκνευρίζει και να με ερεθίζει στον ίδιο χρόνο.

«Τι θα πιστέψει ο Ντέιμον είναι ένα θέμα... ποιον θα πιστέψουν οι ιδρυτές, το κυριότερο».

Κατάπια τρομοκρατημένη το σάλιο μου. Ο Ντέιμον είχε περίεργη σχέση με τους ιδρυτές δεν είχα καταλάβει αν τους φοβόταν ή αν τους θαύμαζε για ό,τι είχαν δημιουργήσει. Κυβερνήσεις και μυστικές υπηρεσίες υπολόγιζαν τη Βι.Εμ.Έι. περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη παρόμοια σχολή. Ήταν περήφανος που άνηκε ως αρχηγός στις Οικογένειές της. Είχε κάνει μεγάλο αγώνα και θυσιάσει τη ζωή του για να αποδείξει την αξία του. Για τον αδερφό μου δεν ήταν τα χρήματα η επιβράβευση αλλά το αποτέλεσμα και στην προκειμένη ήμουν παράμετρος του αποτελέσματος.

«Δεν έχεις το δικαίωμα να με αγγίζεις χωρίς τη θέλησή μου» είπα ενώ ακόμα καταπατούσε τον προσωπικό μου χώρο. «Αν είχες δει προσεκτικά τον φάκελό μου θα ήσουν πιο προσεκτικός με τις κινήσεις σου, καουμπόι, αλλά όπως φαίνεται ή είσαι ανίκανος για τη δουλειά που σου ανέθεσαν ή δεν ξέρεις να διαβάζεις». Τον έσπρωξα πριν αντιδράσει και τον έδειξα προειδοποιητικά. «Φύγε και μην τολμήσεις να με ξαναπλησιάσεις τόσο».

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top