16


ΛΙΟΝ

Όλη την υπόλοιπη μέρα η Τζουλιέτ έκανε τα πάντα για να με ξεκάνει. Έφαγε με την παρέα της σε κυριλέ εστιατόριο -την περίμενα στο αυτοκίνητο, μεσ' την υγρασία και το κρύο. Παρακολούθησε δύο ώρες όπερα που αναγκάστηκα να παρακολουθήσω κι εγώ μιας και την τύχη μου, ήταν αδύνατο να παρκάρω έξω από την αίθουσα του μεγάρου και να την έχω εικόνα. Στη συνέχεια την πήγα στην κεντρική βιβλιοθήκη για την παρουσίαση ενός βιβλίου. Ο μόνος λόγος που θα πατούσα το πόδι μου εκεί μέσα ήταν αν έπρεπε να να βάλω βόμβα ή να την αφοπλίσω. Άκουσα ένα σωρό μπούρδες από έναν τύπο που είχε γράψει έναν τόμο βλακείες σχετικά με τη ψυχολογική δύναμη που κρυβόταν μέσα μας. Αν ήξερε τί δουλειά έκανα, πόσο χωμένος ήμουν στα σκατά και ποιο ήταν το παρελθόν μου, θα καταλάβαινε πως σε κάποιους ανθρώπους η δύναμη που περιέγραφε είχε μετατραπεί σε μίσος. Φιλοσοφίες του κώλου που με έστελναν ανά διαστήματα στο μπαλκόνι για τσιγάρο.

Μέσα σε όλα, είχα και την Ολίβια να ψάχνεται και να μην καταλαβαίνει πως το μέγαρο και η βιβλιοθήκη θα αποτελούσαν μέρη για ένα στα γρήγορα μόνο αν έλειπε από το κάδρο ο Κωδικός μου. Προσπάθησα να της το ξεκόψω ενώ παράλληλα με έπιασα αρκετές φορές να τσιτώνω με κάθε τυχάρπαστο που πλησίαζε την Τζουλιέτ.

Όταν αργά το βράδυ μπήκαμε στο διαμέρισμα ήμουν πτώμα.

«Εδώ θα μείνεις;» ρώτησε η Τζουλιέτ.

Την κοίταξα με απορία. Με είχε ξεκάνει όλη τη μέρα και δεν υπήρχε περίπτωση να κάνω περιττά δρομολόγια -να φύγω και σε λίγες ώρες να επιστρέψω για να τη συνοδεύσω στη σχολή.

«Μην αρχίζεις, είμαι κομμάτια».

«Δεν θα μείνεις».

«Βάζεις στοίχημα;»

Κάθισα στον καναπέ, έβγαλα τα παπούτσια και άνοιξα την τηλεόραση. Δεν πρόλαβα να δω καν τι έδειχνε γιατί στάθηκε ανάμεσα σε εμένα και την οθόνη με τα χέρια στη μέση.

«Δεν μπορείς να μείνεις εδώ, Λιόν».

Της έγνεψα να κάνει στην άκρη.

«Λιόν».

«Θα σε περιμένω στο δωμάτιο» πετάχτηκε η Ολίβια.

«Θα φύγει» επενέβη η Τζουλιέτ.

«Μην αργήσεις» πρόσθεσε η Ολίβια και χάθηκε στον διάδρομο.

Τέλεια. Στο κεφάλι μου τσίριζε ακόμα η οπερέτα σε συνδυασμό με τον λαλίστατο συγγραφέα της πλάκας, η Τζουλιέτ με έπρηζε ενώ η Ολίβια θα με περίμενε λες και ήμουν η πουτάνα της.

Πήγα στην κουζίνα, γέμισα ένα ποτήρι νερό και γυρνώντας τη βρήκα μπροστά μου.

«Θέλω να φύγεις».

«Ξέχασέ το» άνοιξα την κατάψυξη για πάγο, την ένιωσα να πλησιάζει.

«Για να συνεργαστούμε πρέπει να υπάρχει απόσταση αλλιώς δεν θα λειτουργήσει».

«Ξέχνα το».

«Γιατί με δυσκολεύεις;» φώναξε και τρελάθηκα.

Δεν υπήρχε απόσταση μεταξύ Κωδικού και Αρχαγγέλου. Ήταν αυτοκόλλητοι, μόνο έτσι θα έβγαινε πέρα η αποστολή. Στο μυαλουδάκι της πριγκίπισσας, βέβαια, έπαιζε ένα φανταστικό σενάριο που αν ακολουθούσα ρίσκαρα τη ζωή της.

Άφησα το ποτήρι στον πάγκο και και γύρισα να την κοιτάξω.

«Νομίζεις πως μου αρέσει όλο αυτό; Με βλέπεις να το διασκεδάζω;» αναρωτήθηκα πιο σοβαρός από ποτέ. «Σε φορτώθηκα, Τζουλιέτ, και δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, σε ανέχομαι. Δεν έχω μάθει να τρέχω έτσι τις αποστολές -από αυτή τη θέση, με μια τόσο άμεση ευθύνη. Αλλά θα το κάνω γιατί αυτές είναι οι εντολές».

«Αν πρέπει να συνεχιστεί όλο αυτό-»

«Όχι αν, θα συνεχιστεί» τη διόρθωσα.

«Θέλω να είσαι όσο πιο διακριτικός γίνεται. Αόρατος. Δεν χρειάζεται να έρχεσαι παντού μαζί μου και-».

«Αυτή είναι η δουλειά μου».

«Και όταν θα είσαι αναγκασμένος να το κάνεις να κυκλοφορείς ντυμένος κατάλληλα» συνέχισε αδιαφορώντας για τις παρεμβάσεις μου. «Στον φάκελό μου γράφει ξεκάθαρα πως δεν πρέπει να με συνδέσουν με την Οικογένεια κι εσύ, όχι απλά δεν κρατάς τα τυπικά αλλά έχεις γίνει μια ουρά που θα κινήσει υποψίες». Έδεσε τα χέρια στο στήθος και ανασήκωσε τους ώμους. «Κοίτα πώς είμαι και κοίτα πως είσαι, Λιόν. Η εικόνα φωνάζει από μόνη της».

«Μια χαρά είμαι».

Χαμογέλασε σαν να με λυπόταν.

«Μια χαρά για τον υπόνομο, μόνο που δεν ανήκω εκεί. Δεν είσαι του κύκλου μου, δεν μπορείς να σταθείς αξιοπρεπώς δίπλα μου».

«Κοφτ' το».

«Όπου πήγαμε τα βλέμματα ήταν στραμμένα επάνω σου. Ακόμα και κοστούμι να φορούσες πάλι δεν θα μπορούσες να ταιριάξεις» συνέχισε και με έδειξε, «κι αυτό είναι πρόβλημα άρα πρέπει να κρατήσεις απόσταση».

«Κοφτ' το είπα».

«Την αλήθεια λέω».

«Κι εγώ λέω πως χτες το βράδυ που σε είχα στριμώξει μια χαρά σου ταίριαζα».

Σήκωσε το χέρι να με χτυπήσει.

«Όχι αυτή τη φορά, κερασάκι» πρόλαβα και την έκοψα.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top