Κεφάλαιο 4⁰

Edited: 02.12.2020

«Βγες μαζι μου»ειπε σιγανα ενω τοποθετησε τα χερια του δεξια και αριστερα απο το κεφαλι μου. Το βλεμμα μου ειχε κολλησει στο δικο του και καμια λεξη δε μπορουσα να σχηματισω. Δαγκωσα το κατω μου χειλος και κοιταξα τα δικα του. Ο πειρασμος ηταν μεγαλος.

« Δωσε μου μια ευκαιρία»επεμεινε οταν ειδε την αμφιβολια ζωγραφισμενη στα ματια μου. Δε μπορουσα να καταλαβω γιατι ηθελε τοσο πολυ να βγει μαζι μου ή εστω και να ειναι γυρω μου. Οι περισσότεροι ανθρωποι με θεωρουσαν περίεργη και δεν ημουν ευκολος άνθρωπος για να συζητησεις μαζι. Ημουν ο πιο αβολος και αμηχανος ανθρωπος που υπηρχε και μου ητανε πολυ δυσκολο να ανοιχτω.

«Ενταξει»απαντησε τελικα παραμεριζοντας τις σκεψεις μου. Μπορει και να ηταν ο τροπος για να τον ξεφορτωθω.

«Εαν»συνεχισα προκαλωντας του εκπληξη

«Εισαι σοβαρος, χωρις τις ηλιθιες ατακες σου και τα προστυχα αστεια σου »εθεσα τον ορο μου. Ενιωσα το στερνο του να κουνιεται κατω απο τις παλαμες μου και καταλαβα πως γελουσε.

«Ενταξει» απαντησε με ένα στραβο χαμογελο.

«Θα σε περιμενω εξω απο το σχολειο στις 7» συνεχισε χωρις να κανει καμια κινηση ν αλλαξει την θεση του σωματος του. Ημασταν αρκετά κοντα και η κολωνια του τρυπουσε στα ρουφουνια μου προκαλωντας μου μια βαθεια ζαλη. Η ζαλη αυτη χειροτερευσε οταν σηκωσα το βλεμμα μου για ν αντικρυσω ξανα τα ματια του. Ειχαν ενα σκουρο καστανο χρωμα που πλησιαζε το μαυρο. Δαγκωσα το κατω μου χειλος ξανα και ενιωσα τα γονατα μου αδυναμα.

« Θα φυγω πριν κανω κατι που θα σε ταραξει»ειπε εχοντας το υψος της φωνης του σε χαμηλο επιπεδο. Τα ακροδακτυλα του χαιδεψαν το σαγονι μου πριν απομακρυνθει. Κουνησα το κεφαλι μου για να επανελθω στην πραγματικοτητα και πηρα μια βαθεια ανασα καθως περνουσα τα δακτυλα μου μεσα απο τα καστανα μου μαλλια

Αυτο που ταλαιπωρουσε το μυαλο μου τα τελευταία λεπτα ηταν Εαν ηθελα πραγματικα να τον ξεφορτωθω.

[...]

Αφησα το σωμα μου να πεσει στην καρεκλα του γραφειου μου και πηρα μια βαθεια ανασα. Η μεγαλη μου δυσκολια σε ολη μου την σχολικη καριερα ηταν η φυσικη που ποτε δε καταλαβαινα. Ακομα και στα μαθηματικα τα πηγαινα πολυ καλυτερα. Ειχε περασει αρκετη ωρα απο την στιγμή που ειχα αρχισει να διαβαζω αυτο το μαθημα για το ερχομενο τεστ και ειχα κανει γυρω στα πεντα διαλειμματα προσπαθωντας να μη εκραγει το κεφαλι μου. Μεχρι πριν ενα λεπτο εκανα βολτες στο δωματιο μου προσπαθωντας να μαθω τους τύπους και την θεωρεια του μαθηματος ωσπου απλα τα παρατησα. Οχι για πολυ αλλα για την συγκεκριμενη στιγμη. Απο τις σκεψεις μου με εβγαλε ενας χτυπος στην πορτα του δωματιου μου. Γυρισα την καρεκλα μου προς εκεινη την κατευθυνση και ειδα την μαμα μου να εχεις ανοιξει την πορτα και να με κοιτα με ενα γλυκο χαμογελο.

«Ηρθε η ωρα να φαμε»ακουσα την λεπτη της γλυκια φωνη και σηκωθηκα ακολουθωντας την προς την κουζινα. Ημασταν μονο εγω κι εκεινη. Ο μπαμπας μου μας ειχε αφησει για τον αιωνιο υπνο εδω και τρια περιιπου χρονια μετα απο την μαχη του να πολεμησει την λευχαιμια. Ηταν ενα αρκετα ευαισθητο θεμα που ποτέ δε συζητουσαμε. Βεβαια, η υπαρξη του ηταν φανερη σε ολο το σπιτι με τις φωτογραφιες που υπηρχαν αλλα και με το δωματιο, πιο καλα θα ελεγα γραφειο, του στο βαθος του χολ. Δεν ηταν λιγες οι φορες που πηγαινε εκει για να νιωσω καλυτερα μετα απο μια κακη μερα και δεν ηταν και λιγες οι φορες που ειχα ακουσει κλαματα μεσα απο εκεινο το δωματιο. Ηξερα πως ηταν της μαμας μου και πως ακομα ο πονος ηταν τεραστιος αλλα ηταν ο τροπος που ενιωθε καλυτερα

Το τραπεζι ηταν στρωμενο με μια σαλατο στο κεντρο, ενα πιατο με τυρι και δυο πιατα με ριζι και λαχανικα. Καθως τρωγαμε μιλουσαμε για αρκετα θεματα και σαν φλασια μου ηρθε στο μυαλο πως δε της ειχα αναφερει οτι θα εβγαινα το απογευμα.

«Το απογευμα θα βγω»ειπα αφου καταπια το φαγητο μου. Σηκωσε το βλεμμα της σε μενα και με κοιταξε ερωτηματικα.

«Με την Νικολ;»ρωτησε σηκωνοντας το καλοβγαλμενο της φρυδι.

«Οχι, ακριβως»απαντησα με ασταθη φωνη

«Δηλαδη;»με κοιτουσε με ενα βλεμμα λες και ειχε καταλαβει απο την αρχη για τι πραγμα μιλουσα.

«Θα βγω με ενα αγορι»απαντησα και την κοιταξα επιφυλακτικα

«Αυτο ειναι υπεροχο αγαπη μου»ειπε ενθουσιασμενη με ενα τεραστιο χαμογελο. Δεν ηταν κατι συνηθισμενο να βγαινω με αγορια, οχι οτι δεν ειχα ξανα βγει αλλα δεν ηταν κατι που μπορουσα να κανω με ανεση.

«Ναι»απαντησα διστακτικα χωρις να ξερω τι αλλο να πω.

«Ποιος ειναι; Τον ξερω;»ρωτησε αφηνοντας το πιρουνι της στο τραπεζι. Ενιωθα πως το βλεμμα της με τρυπουσε καθως ειχα ηδη κοκκινισει.

«Ειναι καινουργιος στο σχολειο και θα παμε απλα μια βολτα»η αμηχανια ηταν ζωγραφισμενη στο προσωπο αλλα και στο σωμα μου.

«Και πως τον λενε;»το χαμογελο δεν εφευγε απο το προσωπο της και αυτο με τρομαζε για καποιον λογο.

«Νικο»απαντησα τρώγοντας ακομη ενα μικρό κολοκύθι

«Καλα να περασετε»μου απαντησε κλεινοντας μου το ματι. Το κοκκινισμα μου εγινε χειροτερο στο λεπτο και κοιταξα για το υπολοιπο του γευματος το πιατο μου.

[...]

Η ωρα ειχε περασει. Ειχα κανει ενα γρηγορο ντουζ και τωρα βρισκομουν πανω στο κρεβάτι μου καθως προσπαθουσα να σκεφτω τι θα μπορουσα να φορεσω. Δεν ηταν οτι θα πηγαιναμε και καπου πολυ φανταχτερα αλλα δε θα επρεπε καν να με νοιαζει τι νομιζε για το ντυσιμο μου, θα επρεπε;

Αφου πηρα στα χερια μου ενα μπλε κολλητο τζιν ενα κοντομανικο μαυρο μπλουζακι και ενα απαλο γαλαζιο φουτερ τα φορεσα και πλησιασα ξανα το μπανιο. Εφτιαξα λιγο τα μαλλια μου ετσι ωστε να φαινονται περιποιημενα αλλα οχι υπερβολικα και εβαλα λιγη κολωνια.

Η ωρα ηταν 6:40 και το αγχος μου ειχε φτασει στον θεο καθως ειχα ηδη φορεσει τα παπουτσια μου και ήμουν ετοιμη να ανοιξω την εξωπορτα του διαμερισματος.

Γιατι ημουν τοσο αγχωμενη που θα συναντουσα τον Νικο;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top