Κεφάλαιο 54

<<Προσπαθείς να κρυφτείς;>> λέει ο Αντρέι και με πλησιάζει. Είναι ψηλός, επιβλητικός και δεν υπάρχει περίπτωση να καταφέρω να του ξεφύγω μιας και στέκετε ακριβώς μπροστά στην είσοδο. Η καρδιά μου αρχίζει να χτυπάει δυνατά, αλλά την αγνοώ.

Ο Αντρέι είναι μόνο.

<<Απλώς ήθελα λίγες στιγμές μόνη μου>> απαντάω και κοιτάζω το δωμάτιο γύρω μου προσπαθώντας να εντοπίσω κάποια άλλη έξοδο και αισθάνομαι το οξυγόνο να στερεύει.

<<Κάτι άκουσα σχετικά με κάποιον Αλεξάντερ Ρομανόφ>> γελάω σιγανά και τον κοιτάζω, <<Σε ενημέρωσε ήδη ο φίλος σου; Και τι, έστειλε εσένα για να μου κάνεις παρατήρηση, χωρισμένη είμαι και μπορώ να κάνω ότι θέλω>>. Κλείνει την απόσταση μεταξύ μας και με σπρώχνει προς το μπαρ, σκύβει από πάνω μου και το μόνο που βλέπω τώρα είναι το φαρδύ στέρνο του. Παίρνω μια ανάσα και προσπαθώ να ελέγξω την αναπνοή μου. <<Ο Μάικλ είναι κολλητός μου εδώ και πολλά - πολλά χρόνια, περισσότερα απ' ότι τον γνωρίζεις εσύ και θα τον μάθεις στην ζωή σου>> γυμνώνει τα δόντια του και καταπίνω.<<Κανείς δεν παίρνει ότι μας ανήκει, και εσύ ανήκεις σε αυτόν, σε εμάς>>.

<<Δεν ανήκω σε κανέναν. Πόσο μάλλον στην παρέα σας. Εγώ δεν μοιράζομαι την κοπέλα μου με τους φίλους μου>> λέω κοφτά αναφερομένη στην βραδιά τους πριν από χρόνια και ξέρω πως είναι χτύπημα κάτω από την μέση, αλλά είναι η αλήθεια και μακάρι να μην το γνώριζα...

<<Ζηλεύεις;>> ρωτάει κοφτά και τον κοιτάζω στα μάτια.

Θα έπρεπε; Όχι. Η Αλεξάνδρα είναι πλέον παντρεμένη μαζί του και μόλις απέκτησαν την κόρη τους. Όμως το γεγονός πως είχαν μοιραστεί την κολλητή μου, κάνει το αίμα να κυλήσει πιο γρήγορα μέσα στις φλέβες μου. Υποτίθεται πως αυτές τις μαλακίες τις έχουμε ξεπεράσει εδώ και καιρό. Τι σκατά με έχει πιάσει τώρα;

<<Είναι πολλά αυτά που δεν ξέρεις για εμάς, sweetheart και δεν θα επιτρέψω κανέναν να προσβάλει την γυναίκα μου>> τα μάτια μου βρίσκουν τα δικά του και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά, καθώς ακούω την λέξη που χρησιμοποιεί ο Μάικλ για εμένα. Κλείνω τα μάτια μου και σκέφτομαι, θα με πείραζε εάν είχαν μοιραστεί οποιαδήποτε άλλη γυναίκα.

Όχι.

Μπορεί να μην είμαι τόσο ανοιχτόμυαλη και τόσο εξοικειωμένη με τον σκοτεινό κόσμο του BDSM, όμως δεν θα με ένοιαζε με ποια είχαν πηδηχτεί πριν από οκτώ γαμημένα χρόνια. Έχει δίκιο ζήλευα. Ζηλεύω την Αλεξάνδρα. Ζηλεύω που αυτή κατάφερε να βρει τον αληθινό έρωτα και να είναι ευτυχισμένη. Ζηλεύω το κάθε λεπτό που δεν είμαι με τον Μάικλ. Το κάθε βλέμμα που μπορεί να ρίχνει στις άλλες γυναίκες. Την κάθε Υποτακτική που είχε πριν από εμένα και αυτό είναι δικό μου πρόβλημα. Όχι της Αλεξάνδρας ή του Αντρέι. Δικό μου. Εγώ πρέπει να αποφασίσω εάν μπορώ να τον συγχωρέσω ή αν αντέχω να ζήσω μακριά του.

Φως μπαίνει μέσα στο δωμάτιο και βλέπω πάνω από τον ώμο του Αντρέι τον Μάικλ να στέκεται στην πόρτα. Μάλλον ακόμα με έψαχνε. Ο Αντρέι γυρίζει αλλά δεν κουνιέται από μπροστά μου. Προσπαθώ να απομακρυνθώ καθώς ο Μάικλ κοιτάζει την σκηνή καχύποπτα. Σίγουρα δεν φαίνεται καθόλου καλή.

<<Τι συμβαίνει;>> λέει μια γυναικεία φωνή και βλέπω την Αλεξάνδρα να ξεπροβάλει δίπλα στον Μάικλ.

<<Όλα καλά;>> ρωτάει η Άννα και το δωμάτιο γεμίζει από όλη την παρέα.

Α τέλεια. Έχουμε απαρτία.

<<Το ίδια θα ρωτούσα και εγώ;>> λέει ο Μάικλ κοιτάζοντας τον Αντρέι.

Ο Αντρέι παραμερίζει και με αφήνει να πάρω ανάσα. <<Απλώς ξεκαθαρίζω κάποια πράγματα>>.

Ο Σεμπάστιαν με τον Άλεξ, η Αλεξάνδρα, η Νάντια και ο Μάικλ μπαίνουν μέσα κλείνοντας την πόρτα πίσω τους.

<<Είσαι καλά;>> ρωτάει ο Μάικλ και με πλησιάζει.

<<Μια χαρά είναι>> απαντάει ο Αντρέι για εμένα.

<<Εκείνη ρώτησα όχι εσένα>>. Ο Μάικλ κοιτάζει άγρια τον φίλο του, αλλά η Αλεξάνδρα μπαίνει ανάμεσα τους.

<<Απ' ότι φαίνεται κάποιες δεν έχουν καταφέρει να χωνέψουν τα γεγονότα του παρελθόντος ακόμα>>. Το υπονοούμενο ανεβαίνει στο αέρα και κάνει όλους να μείνουν στις θέσεις τους. Δεν χρειάζονται εξηγήσεις, γνωρίζαμε σε τι πράγμα αναφέρετε ο Αντρέι, αλλά δεν ήξερα ότι και οι άλλες έχουν θέμα με αυτό το γεγονός.

Η Αλεξάνδρα με κοιτάζει και καταπίνει, <<Έχει δίκιο και εγώ το ίδιο περίεργα θα αισθανόμουν εάν η κολλητή μου έκανε κάτι παρόμοιο...>>.

<<Δεν νοιώθω περίεργα, το έχω ξεπεράσει>> λέω. <<Απλώς ήθελα λίγες στιγμές μόνη μου, δεν έχω ιδέα πως η συζήτηση έφτασε σε αυτό το θέμα>>.

Η φίλη μου έρχεται μπροστά μου και με κοιτάζει. <<Το ξέρεις πως δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα από εμένα. Ότι έγινε ανήκει στο παρελθόν, όλοι μας έχουμε κάνει λάθη, αλλά πλέον έχουμε βρει ο καθένας τον δρόμο μας>>.

<<Δεν με νοιάζει. Δεν έχω καμία σχέση πλέον μαζί του>> λέω και κοιτάζω προς το Μάικλ. <<Καλύτερα να φύγω>>.

<<Νομίζω πως σε νοιάζει>>. Ο Σεμπάστιαν μπαίνει μπροστά μου χωρίς όμως να με αγγίξει και μου κλείνει τον δρόμο. Τα μάτια του σκοτεινά και απειλητικά, ενώ μοιάζει να το διασκεδάζει.

<<Και πολύ μάλιστα. Το καταλαβαίνω>> συμπληρώνει ο Αντρέι και έρχεται να σταθεί δίπλα του. <<Θέλεις να πατσίσουμε;>>

Κοντοστέκομαι και τους κοιτάζω μπερδεμένη. <<Τι;>>

Να πατσίσουμε; Να...

<<Τι εννοείς;>> ρωτάνε ταυτόχρονα η Αλεξάνδρα με την Άννα που έρχονται πίσω μου. Ο Αντρέι γυρίζει προς την Αλεξάνδρα, αλλά πριν, κοιτάζει φευγαλέα τον Μάικλ. Ο ύφος τους είναι περίεργο και ανεξήγητο και δεν έχω ξανά δει κανέναν τους έτσι ποτέ, όμως συνεχίζουν να στέκονται χαλαρά μπροστά μας.

<<Ο Μάικλ πήγε με την Αλεξάνδρα, το ίδιο και οι υπόλοιποι, γιατί να μην πάρουμε και εμείς τις άλλες; Έτσι δεν θα νοιάζει καμία σας...>> λέει ο Αντρέι.

<<Ίσως έπρεπε να είχα κερδίσει το στοίχημα τότε>> ο Σεμπάστιαν κοιτάζει εμένα και έπειτα την Άννα δίπλα μου.

<<Έχετε τρελαθεί τελείως. Εγώ δεν μοιράζομαι>> λέει ο Μάικλ και μπαίνει μπροστά τους.

<<Από πότε;>> ο Σεμπάστιαν ορθώνει το ανάστημα του. Δυο βουνά έτοιμα για πόλεμο και ξαφνικά μνήμες από το παρελθόν έρχονται στο μυαλό μου, τότε που δεν είχα ιδέα για το στοίχημα, τότε που και οι δυο με διεκδικούσαν. <<Γιατί δεν αφήνεις εκείνη να αποφασίσει ή όλες τους καλύτερα; Μπορεί να τους αρέσει η ιδέα>> η φωνή του Σεμπάστιαν είναι βραχνή και σκοτεινή.

Τι σκατά κάνουμε.

Ο Μάικλ κοιτάζει τους φίλους του σαν να μην ξέρει τι να κάνει, να γελάσει ή να τους σπάσει στο ξύλο.

Και εγώ απλώς στέκομαι εκεί χαμένη χωρίς να καταλαβαίνω εάν το εννοούν ή είναι απλώς μια πλάκα.

Η Άννα όμως δεν φαίνεται μπερδεμένη, αλλά ανήσυχη, καθώς κοιτάζει τον άνδρα της.

Η Αλεξάνδρα ρίχνει μια ματιά στην Νάντια με τον Άλεξ που απλώς παρακολουθούν την σκηνή που εξελίσσεται μπροστά τους, χωρίς να μιλάνε.

<<Είσαι πολύ όμορφη, με αυτό το φόρεμα>> λέει ο Αντρέι γυρίζοντας προς το μέρος μου. <<Και το πράσινο σου πηγαίνει υπέροχα>> τα μάτια του πέφτουν πάνω στην Άννα και νοιώθω το κεφάλι μου να γυρίζει.

Τι σκατά συμβαίνει.

<<Η Αλεξάνδρα πήρε τον Μάικλ και τον Σεμπάστιαν. Θέλετε να πάρετε και εσείς εμένα, τότε όλοι μας θα ήμαστε πάτσι>> λέει ο Αντρέι.

Έχω μείνει κόκαλο. Αποκλείεται. Δεν σοβαρολογεί.

Η Αλεξάνδρα περνάει μπροστά μας, <<Αντρέι δεν μου αρέσει αυτό το παιχνίδι>>.

<<Παίζω;>> την ρωτάει και την βλέπω να σφίγγετε.

Ποτέ δεν είχα δει τον Αντρέι να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο, πάντα ο Μάικλ με τον Σεμπάστιαν ήταν αυτοί που... που με έκανα να νοιώθω περίεργα, πότε ο Αντρέι.

Κοιτάζω τον Μάικλ που περίμενε την απάντηση μου, όμως εάν δεν επιλέξω σωστά, αυτός θα μπει στην μέση.

Γαμώτο το κεφάλι μου πονάει από τα αναθεματισμένα σφηνάκια που είχαμε πιει και τις δυο τεκίλες.

Τα μάτια μου ενώνονται με τα δικά του.

Αυτός δεν μοιράζεται.

Συγκρατώ το χαμόγελο μου, αλλά μου άρεσε που δεν μοιράζεται.

Βλέπω τον Αντρέι να κοιτάζει την Αλεξάνδρα και αυτή αυτόν και τότε τα μάτια του τρεμοπαίζουν.

Παίζουν μαζί μας. Ο καθένας τους ξέρει που ανήκει και τι θέλουν.

Ο Σεμπάστιαν κοιτάζει την Άννα δίπλα μου και πλέον το βλέπω ξεκάθαρα.

Πάντα τους άρεσαν τα παιχνίδια. Παρ' όλα αυτά δεν μου αρέσει που παίζουν μαζί μου, με αυτόν τον τρόπο. Μπορούσα - μπορούσαμε να παίξουμε και εμείς.

Καθαρίζω τον λαιμό μου και φροντίζω να αγγίξω ελάχιστα την Άννα δίπλα μου, δεν κάνει καμία κίνηση, αλλά είμαι σίγουρη πως το ένοιωσε και γυρίζω προς τον Αντρέι.

<<Αν πάω μαζί σου θα πατσίσω με την Αλεξάνδρα;>> λέω σιγανά και κοιτάζω την φίλη μου. <<Δεν έχω τόσο χαμηλά τον πήχη>>. Τα μάτια μου στρέφονται προς τον Σεμπάστιαν και χαμογελάω ελάχιστα. <<Θέλω να πατσίσω με τον Μάικλ>>.

<<Και εγώ με τον Σεμπάστιαν>> συμπληρώνει η Άννα δίπλα μου και αισθάνομαι ακόμη μια παρουσία δίπλα μου. <<Και εγώ με τον Άλεξ>> λέει η Νάντια.

Και οι τέσσερις τους μας κοιτάζουν μπερδεμένοι προσπαθώντας να καταλάβουν.

<<Τι γίνετε;>> ο Αντρέι κοιτάζει την Αλεξάνδρα, εμένα και τους υπόλοιπους. <<Τι σημαίνει αυτό;>> ρωτάει ο Μάικλ.

Η Αλεξάνδρα οπισθοχώρησε και χώνετε ανάμεσα μας, <<Σημαίνει ότι, εφόσον όλοι πήγατε μαζί μου, έχουν το δικαίωμα να πάνε και αυτές>> λέει και κοιτάζει τον Αντρέι. <<Τι; το δίκαιο, δίκαιο. Έτσι δεν είναι;>>.

Ο Μάικλ ενώνει τα φρύδια του και γυρίζει προς το Σεμπάστιαν που στεκόταν εκεί εξίσου σαστισμένος.

Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά και δεν είμαι σίγουρη εάν το εννοούσα όταν ξεκίνησα αυτό το παιχνίδι ή απλώς δεν είχα σκεφτεί την συνέχεια. Όμως μου αρέσει ο τρόπος που τα μάτια του Μάικλ πέφτουν πάνω μου αυτή την στιγμή. Τρελαίνομαι όταν με κοιτάζει έτσι και έπειτα από την συζήτηση μας πριν τα πάντα έχουν θολώσει. Απλώς χρειάζομαι κάτι που να με κάνει να μην σκέφτομαι την επόμενη μέρα και όσα έχω να αντιμετωπίσω.

Η Αλεξάνδρα βάζει τα χέρια της στους γοφούς μου και ανοίγω το στόμα μου για να μιλήσω, <<Δεν...>>.

<<Τι σου αρέσει περισσότερο απ' όσα σου κάνει;>>, ψιθυρίζει στο αυτί μου και αισθάνομαι τις υπόλοιπες να έρχονται πάνω μας αρχίζοντας να χουφτώνουν η μια την άλλη. <<Ε... μου δαγκώνει τα χείλη...>> τραυλίζω.

Την νοιώθω να ανασαίνει βαριά πάνω στο στόμα μου, <<Ναι και εμένα μου αρέσει όταν με δαγκώνει ο Αντρέι>>, και το κάνει. Σκύβει και παίρνει το κάτω χείλος μου ανάμεσα στα δόντια της.

Γαμώτο ένας λυγμός βγαίνει από τα χείλη μου και η ανάσα μου γίνετε πιο βαριά, καθώς ο πόθος φουντώνει μέσα μου.

Αισθάνομαι το χέρι της Άννα να ανεβαίνει κατά μήκος του μηρού μου και το στόμα της αγγίζει τον γυμνό λαιμό μου, <<Και εμένα μου αρέσει>> ψιθυρίζει. <<Μόνο που ο Σεμπάστιαν με δαγκώνει εκεί>>. Το χέρι της περνάει ξυστά από το εσώρουχο μου και καταπίνω.

Με μια κίνηση η Άννα πιάνει το χέρι μου αναγκάζοντας με να χαϊδευτώ, ενώ η Αλεξάνδρα γυρίζει προς την Νάντια. <<Γαμώ το>> χαμογελάω γεμάτη έξαψη.

Με φιλάει και βάζει τα χέρια μου στους γοφούς της. Την φιλάω και εγώ.

Χριστέ μου τι σκατά κάνω;

Κλείνει τα μάτια της, δαγκώνει τα χείλη μου και γλύφει με την γλώσσα της. Η καυτή, γλυκιά αναπνοή της, απλώνει ένα κύμα ζεστασιάς σε ολόκληρο το κορμί μου αναγκάζοντας με να βογκήξω, καθώς το νεύρο ανάμεσα στα πόδια μου αρχίζει να πάλλεται.

<<Πρέπει να δεις τις φάτσες τους>> λέει δαγκώνοντας τον λοβό μου, <<Τα έχουν χάσει εντελώς, ακόμα και εγώ δεν πίστευα πως ο Σεμπάστιαν μπορεί να πάθει σοκ με κάτι>>. Τραντάζομαι από ένα σιγανό γέλιο και ρίχνω το κεφάλι μου πίσω για να της δώσω πρόσβαση στο λαιμό μου.

Τρελαίνομαι να τον βλέπω να με κοιτάζει.

Του άρεσε να κοιτάζει, το είχε πει κι ίδιος, οπότε του δίνω αυτό που θέλει.

Φέρνω το κεφάλι μου μπροστά και τα μαλλιά μου πέφτουν σαν κύματα σκεπάζοντας το πρόσωπο μου και κολλάω πάνω στο σώμα της Άννα. Αν και σχεδόν έξι μηνών η κοιλιά της δεν ξεχωρίζει αρκετά.

Αφήνω μια ανάσα και παίρνω τον έλεγχο.

Την σπρώχνω προς το μπαρ, προσέχοντας να μην χτυπήσει, της πιάνω το πρόσωπο και την φιλάω ξανά, ξαφνιάζομαι καθώς την ακούω να βογκάει και την νοιώθω να τρίβετε πάνω μου.

Δεν ξέρω τι κάνουν οι υπόλοιπες έχουν βγει από το οπτικό μου πεδίο και είμαι αρκετά απασχολημένη, όμως από κάπου στο βάθος ακούω μικρά βογκητά.

<<Χάιδεψε με>> λέει πάνω στα χείλη μου.

<<Ω γαμώτο>> ψελλίζει ο Σεμπάστιαν πίσω μας.

Χαμογελάω και συγκρατώ τον εαυτό μου από το να γυρίσω πίσω και να δω τα πρόσωπα τους. Αντιθέτως, αρχίζω να την φιλάω ξανά στα χείλη και γλιστράω τα χέρια μου αργά κάτω από το φόρεμα της. Πιάνει το υπονοούμενο και κατεβάζει τις λεπτές τιράντες μέχρι που το στήθος της μείνει εκτεθειμένο εντελώς.

Πότε δεν είχα ξανά κάνει κάτι τέτοιο στην ζωή μου, όμως πλέον δεν μπορώ να κάνω πίσω.

Απλώς συνέχισε.

Δαγκώνω το χείλος μου και πιάνω το φουσκωμένο στήθος της στο χέρι μου. Ένα αργό βογκητό βγαίνει από τα χείλη της.

<<Γουέντι>> ακούω τον Μάικλ να λέει ξέπνοος, αλλά δεν γυρίζω να τον κοιτάξω.

Η Άννα παραμερίζει τις τιράντες μου που πέφτουν στο πλάι αφήνοντας το στήθος μου να φανεί και η λαχτάρα να με αγγίξει φουντώνει περισσότερο.

Αισθάνομαι την ανάσα και τα χέρια του Μάικλ στην γυμνή πλάτη μου παρ' όλο που δεν με αγγίζει. Μπορώ να νοιώθω τα χέρια του στο στήθος και στο κορμί μου.

Τα φορέματα μας πέφτουν στο πάτωμα με ένα σιγανό θρόισμα. Τα κορμιά μας κολλάνε, οι ρώγες μου ενώνονται με τις δικές της. Δαγκώνω τα χείλη της και θέλω να δω το ύφος του Μάικλ, αλλά φοβάμαι να γυρίσω, δεν ξέρω εάν έχει θυμώσει.

Φιλιόμαστε, γλειφόμαστε και δαγκωνόμαστε με τις ανάσες μας να βγαίνουν βαριές. Νοιώθω το κορμί μου να δροσίζετε από τον ιδρώτα, καθώς χουφτώνει το αριστερό μου στήθος και περνάει την γλώσσα της κατά μήκος του λαιμού μου. Αγκαλιαζόμαστε και αρχίζουμε να τριβόμαστε.

Θεέ μου έχω γίνει μούσκεμα.

<<Βγάλ' της το στρινγκάκι Άννα>> ακούω τον Μάικλ ξαφνικά να λέει βραχνά, λες και έχει χάσει την ανάσα του.

Η Άννα χαμογελάει παίρνοντας περισσότερο θάρρος και περνάει τα δάχτυλα της μέσα από το λάστιχο κατεβάζοντας το εσώρουχο μου. Βγαίνω από μέσα του και χαμογελάω.

Της βγάζω και εγώ το εσώρουχο και τα ρούχα μας πλέον έχουν γίνει ένας σωρός στο πάτωμα, ενώ εμείς συνεχίζουμε να τριβόμαστε. Δαγκώνει το λοβό μου και γυρίζω επιτέλους το κεφάλι μου, ο Σεμπάστιαν στέκετε πίσω μας, αλλά ο Μάικλ έχει πάει στην γωνία της πόρτας για να βλέπει καλύτερα. Παρακολουθεί σφιγμένος και μπορώ να ξεχωρίσω από εδώ το σκληρό του πέος που διακρίνετε από τον φουσκωμένο καβάλο του.

Κοιτάζουμε και οι δυο τα αγόρια πίσω μας, με τα μάγουλα μας ενωμένα και η Άννα αφήνει απαλά φιλιά στην άκρη των χειλιών μου.

<<Θέλουμε να γαμηθούμε>> λέει στον Σεμπάστιαν και γνέφω καταφατικά χαμογελώντας, καθώς κοιτάζω προς τα σκοτεινά μάτια του Μάικλ και γλιστράω τα χέρια μου στον κώλο της.

Έρχεται κοντά μας, με βήμα βασανιστικά αργό και περνάει τα δάχτυλα του μέσα από τα μαλλιά μου, τραβάει το κεφάλι μου πίσω και με φιλάει τόσο δυνατά και άγρια που μου κόβετε η ανάσα.

Σπρώχνει την Άννα και ακούω ύφασμα να σκίζετε και την βραχνή φωνή του Σεμπάστιαν, <<Θεέ μου Αναστάζια σ' αγαπώ>>.

Ο Μάικλ ξεκουμπώνει το παντελόνι του και με σηκώνει πάνω σε μια από τις ψιλές καρέκλες του μπαρ. Ίσα που προλαβαίνω να πάρω μια κοφτή ανάσα την στιγμή που μπαίνει μέσα μου με μια ρευστή κίνηση.

Βγάζω μια κραυγή και τον νοιώθω να φτάνει μέχρι την κοιλιά μου, ο γλυκός πόνος απλώνετε μέχρι τα σωθικά μου. Μου είχε λείψει.

Κοιτάζω δίπλα μου και βλέπω την Άννα κολλημένη πάνω στο μπαρ και τον Σεμπάστιαν να της κρατάει το γόνατο στο πλάι για να μπει μέσα της. Το κεφάλι του είναι θαμμένο στον λαιμό της και τον κρατάει σφιχτά, ενώ αυτός την γαμάει άγρια και γρήγορα.

Ο Μάικλ γρυλίζει και πιάνει τα μαλλιά μου αναγκάζοντας το κεφάλι μου να πάει πίσω. <<Νομίζω πως σου άρεσε αυτό>> λέει στο αυτί μου, <<Έτσι δεν είναι sweetheart. Σου αρέσει να δοκιμάζεις τα όρια σου;>>.

Βγάζω ένα μικρό λυγμό από τα χείλη μου, δεν μπορώ ούτε να σκεφτώ. <<Το σίγουρο είναι πως δεν πρόκειται να ξανά ζηλέψω την Αλεξάνδρα, ποτέ>>.

Αφήνει ένα μικρό γελάκι <<Μόνο την Αλεξάνδρα;>>.

<<Οποιαδήποτε άλλη γυναίκα τολμήσει να σε πλησιάσει θα την ξεμαλλιάσω>>. Ότι υπήρχε και η παραμικρή αμφιβολία έχει εξαφανιστεί, όμως αυτό δεν σημαίνει πως θα είμαι άνετη με κάθε γυναίκα που θα τολμήσει να τον πλησιάσει.

Ο Μάικλ με σηκώνει πιο ψιλά και εγώ γυρίζω το κεφάλι μου για να γευτώ το στόμα του όσο το δωμάτιο γεμίζει από βογκητά. Τα μάτια μου πέφτουν πάνω στον Αντρέι που έχει ακουμπήσει την Αλεξάνδρα πάνω στο κρεβάτι μπαίνοντας μέσα της με δύναμη, ενώ ο Άλεξ πηδάει την Νάντια στην άλλη πλευρά του δωμάτιου με εκείνη κολλημένη πάνω στον τοίχο. Τραβιέμαι και τον κοιτάζω στα μάτια καθώς με γαμάει. Δεν θα τον σταματήσω, δεν μπορώ να τον σταματήσω. Ότι έγινε, έγινε και ανήκουν στο παρελθόν. Δεν με νοιάζει το μίσος του για τον πατέρα μου ή το γεγονός πως θέλει να τον καταστρέφει. Αυτά που νοιώθω για αυτόν είναι πιο δυνατά και θέλω να απολαύσω κάθε στιγμή μαζί του.

Με αρπάζει από τους γοφούς και με τραβάει πάνω του, <<Μου αρέσεις, sweetheart>>. Χαμογελώ και σκέφτομαι πως δεν μου άρεσε καν στην αρχή αυτό το παρατσούκλι, αλλά πλέον έχει γίνει το αγαπημένο μου. <<Και εμένα μ' αρέσεις>>. Σ' αγαπώ.

Λίγη ώρα αργότερα και αφού όλοι μας έχουμε ντυθεί ακολουθώ τον Μάικλ προς την έξοδο της λέσχης, αλλά με σταματάει καθώς βγαίνουμε από τον ασανσέρ αφήνοντας τους άλλους να μας προσπεράσουν.

<<Βγες ένα ραντεβού μαζί μου>> λέει σιγανά και με σταματάει.

<<Μου ζητάς να βγούμε ραντεβού μετά απ' ότι έγινε...;>> λέω με σιγανή φωνή, χαμογελάει αχνά και παίρνει μια ανάσα. <<Ήθελα να στο προτείνω πριν από τις εξελίξεις, αλλά με πρόλαβες>>.

Νοιώθω τα μάγουλα μου να κοκκινίζουν. <<Έχουμε βγει ραντεβού και στο παρελθόν>>.

<<Αυτό ήταν πριν κι όχι τώρα>>, το πρόσωπο του μαλακώνει και πιάνει απαλά το χέρι μου. <<Μόνο ένα ραντεβού, σου είπα θέλω να διορθώσω τα λάθη μου. Σε παρακαλώ>> δεν χρειαζόμουν ραντεβού για να είμαι μαζί του, αλλά η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν ήμασταν ένα φυσιολογικό ζευγάρι. <<Δεν ξέρω ίσως είναι καλύτερα να αφήσουμε τα πράγματα ως έχουν>>, προσπαθώ να κρύψω το χαμόγελο μου και να τον αφήσω να ψηθεί.

<<Γιατί;>>

<<Για διάφορους λόγου;, όπως το ότι ποτέ δεν ήθελες να με παντρευτείς, μισείς την οικογένεια μου και αν ξανασμίξουμε ο πατέρας μου πάλι θα νικήσει και δεν ξέρω εάν ποτέ θα καταφέρουμε να ήμαστε μαζί>>.

Η αλήθεια είναι πως ακόμα με βασανίζουν αυτές οι σκέψεις, απλώς τις είχα αφήσει στην άκρη για λίγο.

<<Αυτοί είναι τέσσερις λόγοι, μπορώ να τα βγάλω πέρα με τέσσερις. Μπορώ να τα βγάλω πέρα ακόμα και με χίλιους>>.

Αισθάνομαι ένα σφίξιμο στο στήθος μου. <<Μάικλ...>>.

<<Νομίζεις πως δεν θα τα καταφέρουμε, όμως θα σου αποδείξω πως κάνεις λάθος>>. Η αποφασιστικότητα χαράσσετε στο πρόσωπο του, αλλά το χέρι του είναι απαλό, καθώς χαϊδεύει το δικό μου. <<Δώσε μου λίγο χρόνο sweetheart. Μόνο αυτό χρειάζομαι εκτός από εσένα>>.

Κουνάω το κεφάλι μου και χαμογελάω, τα πόδια του αρχίζουν να κινούνται ξανά και τον ακολουθώ προς τα έξω. Οι υπόλοιποι έχουν εξαφανιστεί, ενώ διακρίνω το αμάξι του Μάικλ. <<Θα σε αφήσω σπίτι και θα φύγω στο υπόσχομαι>> γελάω σιγανά καθώς όλο αυτό ακούγετε σουρεαλιστικό μετά απ' ότι έγινε μεταξύ μας μέσα στην λέσχη. Ανοίγει την πόρτα και κάθομαι στη θέση του συνοδηγού, κάνει τον κύκλο και βάζει μπροστά βγαίνοντας στον κεντρικό δρόμο για να πάει σπίτι μου.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top