Κεφάλαιο 48
Ένα μήνα μετά το μόνο που είχε αλλάξει είναι το πρόγραμμα του Μάικλ, περισσότερα ραντεβού - λιγότερος χρόνος στο σπίτι. Τον έβλεπα ελάχιστα το βράδυ στο δείπνο και σπάνια το μεσημέρι, ενώ φρόντιζε να ξαπλώνει, αφού βεβαιωθεί πως είχα κοιμηθεί, περνώντας τον χρόνο του στο γραφείο. Δεν ξέρω τι σκατά προσπαθούσε να πετύχει με αυτή την συμπεριφορά του αλλά είχε καταφέρει να με εκνευρίσει. Σε τρεις μέρες είναι ο γάμος μας και έναν μήνα τώρα δεν έχουμε ανταλλάξει ούτε μια ουσιαστική λέξη και εγώ που ήλπιζα να γίνει πιο συναισθηματικός. Τι ηλίθια που είμαι. Κοιτάζω τα κουτάκια από το ιταλικό εστιατόριο που είχα παραγγείλει να φάω στο γραφείο και αναστενάζω, πιάνω το τηλέφωνο και καλώ την Στέλλα. <<Σε παρακαλώ μπορείς να μου παραγγείλεις μια bistecca fiorentina>> το αγαπημένο του Μάικλ. <<Φυσικά παίρνω τηλέφωνο αμέσως. Ίσως τον καταφέρω να μιλήσει μαζί μου περισσότερο από πέντε λεπτά.
Μια ώρα αργότερα παρκάρω έξω από την λέσχη και βηματίζω προς την είσοδο, <<Γουέντι>> η Τζωρτζίνα με κοιτάζει και έπειτα τις σακούλες στα χέρια μου. <<Έφερα φαγητό στον Μάικλ, είναι στο γραφείο του;>> είναι η δεύτερη φορά που εμφανίζομαι απρόσκλητη, αλλά τώρα είμαι πιο ήρεμη - τουλάχιστον εξωτερικά. <<Ναι... αλλά έχει δουλειά...>>.
<<Δεν με πειράζει, μπορώ να περιμένω>>, η Τζωρτζίνα χαμογελάει ελάχιστα και καθαρίζει τον λαιμό της. <<Μπορείς να ανέβεις στον δέκατο πέμπτο όροφο να περιμένεις στο σαλόνι>> συμπληρώνει η κοπέλα και προχωράω μέχρι τα ασανσέρ, μπαίνω μέσα και πατάω τον όροφο. Κρατάω τις σακούλες και σκέφτομαι πως ίσως και να έχει ήδη φάει για μεσημέρι, όμως ήταν ένας τρόπος να τον πλησιάσω.
Οι πόρτες ανοίγουν και πλησιάζω προς το σαλόνι, αλλά οι έντονες φωνές που έρχονται από το εσωτερικό του γραφείου με σταματάνε διακόπτοντας την σιωπή του χώρου.
<<Τι σκατά έκανες;>> η φωνή με κάνει να κοκαλώσω, είναι γνώριμη και τόσο οικία, καθώς ανήκει στον πατέρα μου. Κοιτάζω γύρω μου αλλά ησυχία επικρατεί στον υπόλοιπο όροφο. Η καρδιά μου ξεκινάει να χτυπάει γοργά μιας και ποτέ δεν τους είχα ακούσει να μιλάνε, ειδικά με αυτόν τον τρόπο.
<<Αυτό που έπρεπε>> λέει ο Μάικλ. Σιγανά. Σκοτεινά και τόσο θανάσιμα. <<Την πρώτη φορά όταν με κάλεσες στο γραφείο σου είχες εσύ το πάνω χέρι. Χρησιμοποιήσεις την εταιρία μου για να μου την φέρεις, απλώς εγώ τώρα ισιώνω την ζυγαριά>>.
Τι σχέση έχει η εταιρία του Μάικλ;
Νοιώθω το στομάχι μου να ανακατεύεται, τι είχε συμβεί; Τι του είχε κάνει ο πατέρας μου;
<<Όχι δεν τα κατάφερες δεν τα βρήκες όλα>> η φωνή του πατέρα μου αντηχεί δυνατή μέσα στον χώρο αλλά διακρίνω ένα αμυδρό τρέμουλο. <<Αν δεν τα είχα βρει όλα δεν θα ήσουν εδώ τώρα Σάτον. Όμως μαζί με τα έγγραφα βρήκα και τις φωτογραφίες που έκρυβες>>, ο Μάικλ ακούγετε σταθερά, ενώ αισθάνομαι σαν να το διασκεδάζει. Για ποιες φωτογραφίες μιλάει όμως;
<< Εάν είχες αντίγραφα θα είχες ήδη τρέξει να τα βγάλεις στην δημοσιότητα ή να δώσεις τις πληροφορίες στα τσιράκια σου, όμως αντιθέτως βρήκες τον χρόνο και αυτή την στιγμή στέκεσαι μπροστά μου. Λυπάμαι που στο λέω αλλά δεν έχεις πλέον το πάνω χέρι Έντουαρντ. Άσχημο ε;>>. Ένα σιγανός ήχος ακούγετε. <<Σου προτείνω να μην ξανά μπλέξεις μαζί μου, ίσως θες να ασχοληθείς με τις επιχειρήσεις σου, μαθαίνω πως παίρνουν την κάτω βόλτα>>.
Σιωπή επικρατεί και το μόνο που ακούω είναι η καρδιά μου που σφυροκοπά.
<<Έχεις βάλει το χέρι σου, για αυτό πέφτουν οι μετοχές>>. Μπορώ να φανταστώ την έκφραση του πατέρα μου καθώς το συνειδητοποιεί και το πρόσωπο του γεμίζει με οργή.
<<Δεν καταλαβαίνω τι θες να πεις;>> ο Μάικλ παραμένει αδιάφορος, χωρίς η φωνή του να μαρτυράει την παραμικρή ταραχή. <<Όμως από το ύφος σου μπορώ να καταλάβω ότι μάλλον είναι κάτι σοβαρό. Άλλος ένας λόγος να ασχοληθείς με την δική σου ζωή, πριν ο Τύπος το πάρει χαμπάρι, ξέρεις πόσο κακοί... μπορούν να γίνουν>>.
<<Να πάει στο διάολο ο Τύπος! Τι σκατά έκανες στις επιχειρήσεις μου Κινγκ;>>.
<<Τίποτα που δεν σου αξίζει. Υποθετικά μιλώντας...>>.
Οι σακούλες πλέον είχαν γίνει μια μάζα στα χέρια μου και το αίμα μου σφυροκοπάει στα αυτιά μου, κάτι που με δυσκολεύει να συγκεντρωθώ στην συζήτηση τους, όμως σφίγγω τις παλάμες μου πιέζοντας τον εαυτό μου.
Πρέπει να μάθω για τι πράγμα μιλάνε. Μια υποψία γεμίζει το μυαλό μου και κάνει το στομάχι μου να αναδευτεί.
<<Η Γουέντι δεν θα σε συγχωρέσει ποτέ για αυτό>>, γρυλίζει ο πατέρας μου και δεν θυμάμαι να τον έχω ακούσει ποτέ πιο νευριασμένο, ούτε όταν του ανακοίνωσα πως θα γίνω σχεδιάστρια μόδας.
Ησυχία επικρατεί ξανά και παίρνω μια ανάσα.
<<Και γιατί νομίζεις πως με νοιάζει;>>. Η φωνή του Μάικλ είναι ψυχρή και κάνει το αίμα μου να παγώσει. <<Μήπως να σου θυμίσω πως με ανάγκασες, σε αυτόν τον γάμο; Ποτέ δεν την επέλεξα οικειοθελώς ως αρραβωνιαστικιά μου. Με εκβίασες να το κάνω Έντουαρντ και τώρα δυστυχώς όμως το πλεονέκτημα σου εξαφανίστηκε. Όποτε μην έρχεται στο γαμημένο γραφείο μου και προσπαθείς να χρησιμοποιήσεις την κόρη σου για να σωθείς. Δεν θα πιάσει>>.
<<Αφού δεν σε νοιάζει γιατί δεν έλυσες αμέσως τον αρρεβώνα μαζί της;>>, λέει κοροϊδευτικά ο πατέρας μου. <<Λες ότι σε εξανάγκασα, άρα το πρώτο πράγμα που έπρεπε να κάνεις αφού ξεφορτώθηκες τα έγραφα και τις φωτογραφίες ήταν να ξεφορτωθείς και την Γουέντι>>.
Μια ρωγμή στο στήθος μου με κάνει να πάρω απότομα ανάσα, ενώ ένα κάψιμο απλώνετε στην καρδιά μου κάνοντας τα μάτια μου να τσούξουν.
Με ανάγκασες, σε αυτόν τον γάμο...
Δεν την επέλεξα οικειοθελώς...
Με εκβίασες...
Οι λέξεις παίζονται ξανά και ξανά μέσα στο κεφάλι μου.
Ξαφνικά όλα πλέον βγάζουν νόημα, γιατί ο Μάικλ ήθελε να με παντρευτεί και σίγουρα δεν είχε ανάγκη τις επιχειρήσεις του πατέρα μου, έχει ήδη δισεκατομμύρια δεν χρειάζεται λεφτά. Ο λόγος που ήταν ψυχρός και απόμακρος όλο το διάστημα και ποτέ δεν κατάφερε να μιλήσει για συναισθήματα. Τι ηλίθια που είμαι. Και εγώ σκεφτόμουν πως θα τον φέρω πιο κοντά μου.
Αισθάνομαι το πρωινό μου να ανεβαίνει στον λαιμό μου, το δέρμα μου καίει και το στήθος μου πονάει. Πρέπει να φύγω πριν με πιάσουν να κρυφακούω, όμως δεν μπορώ να πάρω ανάσα. Ούτε να σκεφτώ, ούτε καν να περπατήσω.
Με εκβίασες...
Δεν την διάλεξα οικειοθελώς...
Το κάψιμο στο στήθος φτάνει στο κεφάλι μου και η όραση μου θολώνει. Το ταξίδι μας στο Άσπεν, στο Μαϊάμι, τα πάρτι, όλες οι άλλες στιγμές ανάμεσα μας... Δεν μπορώ να πιστέψω πως όλο αυτό το διάστημα απλώς προσποιούνταν...
<<Έπρεπε να το περιμένεις Κίνγκ, δεν θα καθόμουν με σταυρωμένα χέρια μετά απ' ότι έκανε ο πατέρας σου>>, η φωνή του πατέρα μου ακούγετε κοφτή και προσπαθώ να σταθώ στα πόδια μου.
<<Δεν καταλαβαίνω τι σχέση έχει ο πατέρας μου;>>.
Πρέπει να φύγω από εδώ.
<<Νομίζω πως ξέρεις πολύ καλά, δεν ανέχομαι το κέρατο πόσο μάλλον όταν πρόκειται για την γυναίκα μου>>.
Τα πόδια μου σταματάνε και μου κόβετε η ανάσα.
<<Αλλά νομίζω πως ήδη γνωρίζεις τα πάντα έτσι δεν είναι;>> ρωτάει σαρκαστικά ο πατέρας μου.
<<Δεν με νοιάζει τι έκανε ο πατέρας μου, με ενδιαφέρει ότι εκβίασες εμένα>> η φωνή του Μάικλ παραμένει άγρια.
<<Κάποιος έπρεπε να πληρώσει Κίνγκ και θα έπρεπε να σε ενδιαφέρει. Αυτή η σχέση ξεκίνησε πριν από τριάντα χρόνια και εάν δεν τους είχα πάρει χαμπάρι ακόμα θα συνέχιζαν να πηγαίνουν ταξιδάκια και να βρίσκονται κρυφά στο Άσπεν. Ο Φίλιπ πρέπει να πληρώσει για ότι έκανε, κανένας δεν κερατώνει τον Έντουαρντ Σάτον>>.
Το κεφάλι μου γυρίζει και ξαφνικά μερικά γέλια ακούγονται από το τέρμα του διαδρόμου κάνοντας με να βγω από τις σκέψεις μου.
Πριν προλάβουν να έρθουν προς το μέρος μου κατεβάζω το κεφάλι μου και προχωράω βιαστικά μέχρι το ασανσέρ.
Απλώς πρέπει να φύγω από εδώ...
Πρέπει απλώς να φτάσω στην έξοδο. Μπορείς Γουέντι.
Βγαίνω από το κτήριο και μπαίνω μέσα στο αμάξι μου αφήνοντας επιτέλους τα δάκρυα μου να τρέξουν θολώνοντας την όραση μου.
Χριστέ μου.
Τα γεγονότα με χτυπάνε σαν κεραυνός καθώς συνειδητοποιώ πως η μητέρα μου είχε σχέση με τον πατέρα του Μάικλ.
Αυτή η σχέση ξεκίνησε πριν από τριάντα χρόνια και εάν δεν τους είχα πάρει χαμπάρι ακόμα θα συνέχιζαν να πηγαίνουν ταξιδάκια και να βρίσκονται κρυφά στο Άσπεν.
Τριάντα χρόνια...
Η καρδιά μου χτυπάει ανεξέλεγκτα και το στομάχι μου ανακατεύεται, κι αν...
Όχι... αποκλείεται.
Βάζω το αμάξι μου μπροστά και βγαίνω από την πύλη, πρέπει να φύγω όσο πιο γρήγορα μπορώ από εδώ.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top