Κεφάλαιο 42

<<Συγχαρητήρια εσύ ξεπέρασες τον εαυτό σου>> κοιτάζω την Αλεξάνδρα απέναντι μου, η οποία είναι σαστισμένη από όλα όσα έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα. Πίνει λίγο από τον χυμό της και πιάνει την φουσκωμένη κοιλιά της. <<Θα με κάνεις να γεννήσω πριν την ώρα μου>>, γελάω και κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου, <<Τότε σίγουρα θα με σκοτώσει ο Αντρέι>>, σχολιάζω και χαμογελάει. <<Μπα δεν νομίζω, να άφηνε ο Μάικλ κάποιον, να σου κάνει κακό>>. 

<<Πες καλύτερα να με πλησιάσει>> με κοιτάζει και χαμογελάει περισσότερο, <<Απειλεί ότι έτσι και με αγγίξει κάποιος θα τον σκοτώσει>>, η Αλεξάνδρα μου ρίχνει ένα συμπονετικό βλέμμα και αναστενάζω <<Αυτό σημαίνει πως σε αγαπάει>> την κοιτάζω και γελάω, <<Με τον δικό του τρόπο...>> συμπληρώνει και πίνω λίγο από το καφέ μου. 

<<Πες μου εσύ τα νέα σου, πότε με το καλό θα βγει το νέο μέλος της παρέας;>> την ρωτάω και χαϊδεύει την κοιλιά της. <<Σύντομα - πολύ σύντομα, ο γιατρός μου, μου είπε να μην μετακινούμε  αυτό το διάστημα, καθώς μπορεί να γεννήσω. Λυπάμαι που δεν θα μπορέσουμε να έρθουμε στην επίδειξη>>. 

<<Μην ανησυχείς, το καταλαβαίνω, εύχομαι μόνο η μικρός να μην μοιάσει στον πατέρα του>> η Αλεξάνδρα γελάει και πραγματικά χαίρομαι για αυτήν και τον Αντρέι. <<Ούτε ο Σεμπάστιαν θα καταφέρει να έρθει με την Άννα, αν και είναι μόλις στο πέμπτο μήνα, ο Σεμπάστιαν είναι κάπως υπερπροστατευτικός>>.

<<Κάπως;>> ρωτάω ειρωνικά και ανασηκώνει τους ώμους της, αυτός ο άνδρας πάντα μου έβγαζε κάτι άγριο, κάτι σκοτεινό, το ίδιο και ο Μάικλ. Απλά ο Μάικλ το δείχνει, ενώ ο κολλητός του πάντα έκρυβε τα συναισθήματα του. 

<<Οι γονείς σου;>> ρωτάει η Αλεξάνδρα και κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου. <<Λυπάμαι...>>. 

<<Δεν χρειάζεται το έχω συνηθίσει πλέον, δεν υπήρχε περίπτωση να έρχονταν σε μια επίδειξη μόδας, την οποία έχει σχεδιάσει η κόρη τους>>. 

Η φίλη μου αναστενάζει και αλλάζει θέμα συζήτησης προσπαθώντας να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα και ξεκινάμε να μιλάμε για τις νέες τάσεις της μόδας και άλλα γενικά θέμα. 

<<Όλα θα πάνε καλά, θα σχίσεις είμαι σίγουρη>>, λέει η Αλεξάνδρα καθώς βαδίζουμε προς την έξοδο του καφέ, αλλά μόλις βγαίνουμε έξω σταματάει απότομα. Γυρίζω και βλέπω τον Μάικλ να στέκετε μπροστά μου ακουμπισμένος πάνω στην κόκκινη Ferrari του. <<Μάικλ>> λέω και τον κοιτάζω, καθώς δεν θυμάμαι να είχαμε κανονίσει να βρεθούμε, <<Αλεξάνδρα>>. 

<<Μάικλ>> λέει η φίλη μου και τον χαιρετάει τυπικά, το ίδιο και αυτός. 

<<Είχαμε κανονίσει κάτι;>> ρωτάω και χαμογελάει ανοίγοντας την πόρτα του συνοδηγού. <<Ναι, να μετακομίσεις σπίτι μου>>. Η Αλεξάνδρα ανοίγει διάπλατα τα μάτια της και κοιτάζει μια εμένα και μια τον Μάικλ, <<Και θα κουβαλήσουμε τα πράγματα μου μέσα σε αυτό;>> απαντάω και δείχνω το αμάξι. <<Ω όχι sweethear, η Σεξ είναι το μωρό μου>>, τον κοιτάζω εμβρόντητη και γελάει σιγανά <<Η σεξ;>> ρωτάω και δείχνει το αμάξι. Κοιτάζω μια τελευταία φορά την φίλη μου και τον προσπερνάω μπαίνοντας στην θέση του συνοδηγού, κάνει τον κύκλο και βάζει μπροστά με την μηχανή να μουγκρίζει. <<Φαντάζομαι με πόσες θα έχεις κάνει σεξ εδώ μέσα για να δώσεις αυτό το όνομα στο αυτοκίνητο>>, ο Μάικλ μου ρίχνει ένα βλέμμα και κόβει ταχύτητα για να σταματήσει στο κόκκινο φανάρι μπροστά μας. <<Ένα ακόμα λάθος μωρό μου. Με καμία δεν έχω κάνει σεξ εδώ μέσα, ειδικά όταν καμία γυναίκα δεν έχει μπει σε αυτό το αμάξι. Καμία εκτός από εσένα>>. 

Αυτός ο άνδρας προσπαθεί να με τρελάνει δεν εξηγείτε διαφορετικά, όλα αυτά που λέει και όσα κάνει το τελευταίο διάστημα. Χριστέ μου. Η καρδιά μου χτυπάει ξανά σαν τρελή για αυτόν, ανυπομονώ να έρθει το βράδυ για να τον δω, για να με αγγίξει, να μου μιλήσει...

 Γουέντι είσαι ηλίθια γλυκιά μου. Σχολιάζει το υποσυνείδητο μου και έχει δίκιο, είχα πει πως δεν θα τον ερωτευτώ ξανά και για ακόμη μια φορά έπεσα ξανά στην παγίδα του. 

Μισή ώρα αργότερα σταματάει έξω από το διαμέρισμα μου και βλέπω ένα φορτηγό να περιμένει απ' έξω, <<Θέλεις να μετακομίσω όλο τα σπίτι;>> ρωτάω κοροϊδευτικά και μου ρίχνει ένα λοξό βλέμμα αγνοώντας με και ανοίγει την πόρτα του για να κατέβει. <<Δεσποινίς Σάτον>> λέει ο Μπράντ, καθώς μπαίνω μέσα στο κτήριο και τον χαιρετάω ευγενικά, καλώ το ασανσέρ και ανεβαίνουμε προς τα πάνω. 

<<Οι υπάλληλοι θα σε βοηθήσουν να μαζέψεις τα πράγματα σου>>, λέει ο Μάικλ την στιγμή που ξεκλειδώνω την πόρτα, αφήνω την τσάντα μου στο πάσο της κουζίνας και βλέπω τους άνδρες να μπαίνουν μέσα κουβαλώντας τεράστιες κούτες, στις οποίες θα τοποθετήσω τα πράγματα μου. Προχωράω μέχρι την ντουλάπα μου και κοιτάζω τα ρούχα μου, θα μου πάρει τουλάχιστον τρεις ώρες μέχρι να τα μαζέψω, αλλά ίσως είναι καλύτερα να αφήσω μερικά εδώ... 

<<Από που θέλετε να ξεκινήσουμε δεσποινίς;>> ρωτάει ο υπάλληλος πίσω μου και τον κοιτάζω, <<Από τα ρούχα και έπειτα συνεχίζουμε με τα υπόλοιπα πράγματα>>. Κουνάει καταφατικά το κεφάλι του και ξεκρεμώ τα ρούχα για να τα διπλώσω ώστε να μπουν στις κούτες. 

<<Ξέρεις δεν γίνετε να μαζέψω τόσα πράγματα μέσα σε ένα απόγευμα>> παραπονιέμαι και στέκομαι μπροστά στον Μάικλ, ο οποίος κοιτάζει το χάος που επικρατεί σε ολόκληρο το υπνοδωμάτιο. <<Μην ανησυχείς θα μείνουμε όλο το βράδυ εάν χρειαστεί sweetheart, απόψε θα μετακομίσεις σπίτι μου και δεν δέχομαι αντιρρήσεις>>. Ξεφυσάω αγανακτισμένη και συνεχίζω με τα παπούτσια μου, ήδη ήμαστε τέσσερις ώρες εδώ και έχουμε μαζέψει μόνο τα μισά. 

<<Νομίζω αυτή είναι η τελευταία κούτα>> λέω στον υπάλληλο και την πιάνει ώστε να την κατεβάσει στο φορτηγό. Κοντεύει σχεδόν μεσάνυχτα και νοιώθω εξαντλημένη κοιτάζω τον χώρο γύρω μου, αν και όλα τα έπιπλα είναι στην θέση τους το σπίτι μου, μοιάζει τόσο άδειο. Κλείνω τα παράθυρα του σαλονιού και βηματίζω προς το υπνοδωμάτιο, ρίχνω μια ματιά και βλέπω την μπαλκονόπορτα ανοιχτή και τις κουρτίνες να κυματίζουν ελάχιστα στο αεράκι που μπαίνει μέσα στον χώρο. Ο λαιμός μου ξεραίνεται, καθώς μνήμες ξυπνάνε που είχα χώσει εδώ και καιρό στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Φτάνω στην άκρη και διακρίνω καπνό να έρχεται μέσα, ο Μάικλ είναι ακουμπισμένος πάνω στα κάγκελα και με κοιτάζει, ενώ τραβάει μια τζούρα από το τσιγάρο του. Γαμώτο. Ανατριχιάζω και καταπίνω, τα μάτια του με κοιτάζουν σκοτεινά, σαν το ουρανό πίσω του και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. 

Γαμώτο. 

<<Τι είναι sweetheart;>> ρωτάει με βραχνή φωνή. 

<<Τι... τίποτα κάτι θυμήθηκα>> λέω σιγανά και έρχεται προς το μέρος μου. 

<<Τι;>> παραμερίζει μια τούφα από τα μαλλιά μου και τα δάχτυλα του αγγίζουν το γυμνό λαιμό μου.

<<Πριν... Πριν κάποιους μήνες, κάποιος είχε διαρρήξει το σπίτι μου>>, με κοιτάζει στα μάτια και παίρνω μια ανάσα. 

<<Και τι πήρε;>> ρωτάει. 

<<Τίποτα... Το μόνο που έκανε ήταν να με φοβίζει, αλλά κανένα δεν με πίστευε μιας και το διαμέρισμα μου είναι ψιλά, οπότε αναγκάστηκα να βάλω σύστημα ασφαλείας, με συναγερμό και κάμερες, μάλιστα....>>. Σταματάω την πρόταση μου και τον κοιτάζω. <<Η δική σου εταιρία τα τοποθέτησε>>. 

Το χέρι του κυλάει στα ντεκολτέ μου και το σώμα μου φλέγετε. 

<<Αλήθεια, δεν είχα ενημερωθεί>> απαντάει σκεφτικός, <<Μην ανησυχείς μωρό μου, στο σπίτι μου, υπάρχει τεράστια ασφάλεια, δεν πρόκειται να σε πλησιάσει κανένας>>, συμπληρώνει, αλλά το μυαλό μου είναι κολλημένο πλέον στην θέρμη που νοιώθω από το χέρι του και μεταφέρετε σε ολόκληρο το κορμί μου.

 <<Δεν θα τον σκοτώσεις;>> το βλέμμα του ενώνεται με το δικό μου και συνοφρυώνετε, <<Αυτόν που τόλμησε να με πλησιάσει>> εξηγώ και χαμογελάει αμυδρά. <<Μην μου βάζετε ιδέες δεσποινίς Σάτον, γιατί μπορεί όντως να το κάνω. Θέλεις;>> ρωτάει και τον κοιτάζω περίεργα. 

Το χέρι του κατεβαίνει χαμηλά ανασηκώνοντας το μίνι φόρεμα μου, και αγγίζει τον μηρό μου, <<Θέλεις να τον σκοτώσω μωρό μου;>> ρωτάει και κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου. Αισθάνομαι τα δάχτυλα του να πιέζονται στο δέρμα μου και το στήθος μου ανεβοκατεβαίνει ρηχά. <<Να σου πω ένα μυστικό sweetheart>> καταπίνω και δαγκώνω το χείλος μου, καθώς το χέρι του ανεβαίνει προς τα πάνω και ανακαλύπτει πως ήδη είμαι υγρή για αυτόν. 

<<Μου αρέσει να τιμωρώ τους ανθρώπους που δεν φέρονται σωστά, τους ανθρώπους που αγγίζουν ότι είναι δικό μου, και μου αρέσει να τους βλέπω να παρακαλούν για έλεος...>>, το στόμα του βρίσκετε μερικά εκατοστά από το δικό μου και μυρίζω το γαρύφαλλο. 

<<Μου αρέσει να βλέπω...>> λέει αφήνοντας την πρόταση μισοτελειωμένη.

<<Τι πράγμα;>> ρωτάω και αισθάνομαι το χέρι του να χώνετε κάτω από την λεπτή δαντέλα του εσωρούχου μου. 

<<Νομίζω πως ξέρεις, μεγάλο κορίτσι είσαι...>>. 

<<Ίσως μου αρέσει και εμένα να βλέπω...>> λέω σιγανά για να τον πειράξω, μόνο μια φορά το είχα κάνει μαζί του... 

<<Τι σου αρέσει να βλέπεις;>> επιμένω με το σημείο ανάμεσα στα πόδια μου να πάλετε. 

Αναστενάζει και τον βλέπω να κλείνει τα μάτια του. 

<<Μ' αρέσει...>> λέει και σταματάει. Ίσως δεν θέλει να μιλήσει.. 

<<Όταν ήμασταν στον πανεπιστήμιο ένας φίλος μου έκανε ένα πάρτι στο σπίτι του>> λέει σιγανά με το δάχτυλο του να κάνει κύκλους γύρω από την κλειτορίδα μου. <<Είχε πάει αργά και ήμασταν όλοι πιωμένοι με την διασκέδαση να χτυπάει κόκκινο. Ξαφνικά άρχισε να φιλάει μια γκόμενα χουφτώνοντας την παντού. Φυσικά αυτό ήταν συνηθισμένο στα πάρτι των φοιτητών, όμως εκείνη γύρισε και με κοίταξε σαν να ήθελε να πάω και εγώ... όμως...>> τον αισθάνομαι να παίρνει μια ρηχή ανάσα και τα βλέφαρα μου κλείνουν καθώς τα δάχτυλα του χώνονται μέσα μου. <<Όμως εγώ δεν κουνήθηκα από την θέση μου κάθισα εκεί την κοίταζα...>>. 

<<Ούτε αυτή κουνήθηκε και τα μάτια της έμειναν καρφωμένα πάνω μου και το μόνο που έκανε ήταν να γυρίσει και να τον καβάλησε ώστε να τον γαμήσει>>. 

Προσπαθώ με δυσκολία να συγκεντρωθώ σε όσα λέει την  στιγμή που το σώμα μου φλέγετε. 

<<Αισθανόμουν την γρήγορη ανάσα της, το ιδρωμένο κορμί της, τα μάτια της που με κοίταζαν αμήχανα και ήξερα ότι το έκανε για εμένα. Δεν ήξερε αν μου άρεσε αυτό που έβλεπα ή όχι, εάν θα σηκωνόμουν να φύγω από στιγμή σε στιγμή. Όμως ένοιωθε φόβο και ερεθισμό ταυτόχρονα και αυτός είναι ο πιο δυνατός συνδυασμός>> συνεχίζει να λέει και το σώμα μου βαραίνει, καθώς τα δάχτυλα του με πηδάνε βασανιστικά αργά. 

<<Εκείνος την γαμούσε. Εγώ όμως την έκανα να χύσει>>.  Αισθάνομαι το πέος του να πιέζεται μέσα στο παντελόνι του. 

<<Πρόστυχο ε;>> λέει σιγανά και με κοιτάζει ώστε να δει την αντίδραση μου.  

<<Λίγο... Και τι έκανες;>> ρωτάω όχι τόσο για να μάθω την συνέχεια, όσο για τον οργασμό μου που πλησιάζει. 

<<Δεν... έκανα τίποτα, sweetheart>> λέει και τον κοιτάζω ερωτηματικά, ξέρω πως λέει ψέματα. 

Χαμηλώνει το στόμα του δίπλα από το αυτί μου, στέλνοντας υπέροχα ρίγη στο κορμί μου. 

<<Δεν έφυγα από το σπίτι χωρίς να περιμένω τους φίλους μου, ούτε την ακολούθησα μέσα στο σκοτεινό μπάνιο, ούτε ήξερα πως κατά βάθος είχε αφήσει την πόρτα του σπιτιού της ανοιχτή για εμένα...>>, λέει με την φωνή του χαμηλή σαν ψίθυρο. 

<<Συνέχισε>> τον προτρέπω, ακόμα και με αυτόν τον τρόπο μαθαίνω για αυτόν, για το παρελθόν του.

<<Δεν την φόβισα, ούτε την έσπρωξα μέσα στην ντουζιέρα και δεν την αισθάνθηκα να λιώνει πάνω στα χέρια μου...>>. 

Οι κινήσεις του αυξάνονται και πιέζει στο κατάλληλο σημείο κάνοντας με να τελειώσω, και να λιώσω στα χέρια του....

Με κοιτάζει και ένα ελαφρύ χαμόγελο χαράσσετε στο πρόσωπο του. <<Δεν φοβάσαι;>> ρωτάει και βγάζει τα δάχτυλα του από μέσα μου, τα ακουμπάει στο στόμα του και κλείνει τα χείλη του γύρω τους. <<Όχι... Έχω ακούσει και χειρότερα>>.  Σηκώνει το φρύδι του και με κοιτάζει <<Ψεύτρα>> μονολογεί. 

<<Ναι>> λέω τελικά <<Με φοβίζεις, αλλά μου αρέσει...>> τα στόμα του μισανοίγει και παίρνει μια ανάσα, ενώ εγώ δαγκώνω το χείλος μου. <<Αισθάνομαι ζήλια...>>, συνοφρυώνεται καθώς δεν καταλαβαίνει τι εννοώ. <<Εκείνη την κυνήγησες... σε εμένα το έβαλες στα πόδια...>>. 

Το χέρια του τυλίγετε γύρω από την μέση μου και με τραβάει πάνω του, <<Μωρό μου εάν σε είχα κυνηγήσει τότε τώρα θα είχαμε πρόβλημα>> λέει και τον κοιτάζω ερωτηματικά.<<Θα είχες δει πόσο τρομακτικός μπορώ να γίνω και θα το είχες βάλει στα πόδια>>, κουνάω αρνητικά το κεφάλι μου. <<Όχι, δεν πρόκειται να φύγω, τουλάχιστον όχι εγώ...>> απαντάω και τα βλέμματα μας ενώνονται. 

<<Πάμε, η μεταφορική πρέπει να έχει φτάσει ήδη σπίτι μου>> πιάνει το χέρι μου και με οδηγεί προς το σαλόνι και το ασανσέρ. Πατάει το κουμπί και κατεβαίνουμε προς τα κάτω. Ξεροκαταπίνω και τον κοιτάζω με τα μάγουλα μου να κοκκινίζουν <<Δηλαδή σε όλους σας, σας αρέσει να βλέπετε;>> σηκώνει το φρύδι του και τα μάτια του σκοτεινιάζουν. <<Γιατί;>> ρωτάει και ο λαιμός μου έχει στεγνώσει. <<Τίποτα έτσι από περιέργεια ρωτάω>>, κάνει δυο βήματα κλείνοντας την απόσταση μεταξύ μας, <<Πρόσεχε μωρό μου, γιατί η περιέργεια μπορεί να αποβεί μοιραία...>> λέει σιγανά και ανατριχιάζω. Οι πόρτες ανοίγουν και τον ακολουθώ προς τα έξω, ενώ στο μυαλό μου τριγυρνάνε δεκάδες σκέψεις. Κρατάει την πόρτα του συνοδηγού και παραμερίζει για να μπω μέσα, κάνει το κύκλο και βάζει μπροστά το αυτοκίνητο. 

Ξαφνικά όμως η πραγματικότητα που είχα διώξει τόση ώρα από το μυαλό μου με χτυπάει κατακούτελα, από σήμερα θα μένω στο σπίτι του. 

Γαμώτο

Όλο μου το σώμα σφίγγετε καθώς σκέφτομαι πως θα ξυπνάω και θα κοιμάμαι δίπλα του. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top