Κεφάλαιο 37
Κοιτάζω την στοίβα με τα χαρτιά που υπάρχουν πάνω στο γραφείο μου και αναστενάζω, οι διακοπές μας τελείωσαν και πλέον έχουμε γυρίσει στην πραγματικότητα, με τον Μάικλ να δουλεύει υπερορίες στην λέσχη και ίσα που προλαβαίνουμε να ανταλλάξουμε μερικές κουβέντες. Πιάνω τα πρώτα έγγραφα και τα κοιτάζω, όμως το μυαλό μου τρέχει σε αυτόν. Μετά το ταξίδι μας, πίστευα ότι είχαμε έρθει πιο κοντά, αλλά μάλλον έκανα λάθος. Μόλις επιστρέψαμε στην Νέα Υόρκη αντίκρισα μπροστά μου τον παλιό καλό Μάικλ που με τα βίας σου εκφράζει τα αισθήματα του.
<<Γουέντι;>> σηκώνω το κεφάλι μου και κοιτάζω την Στέλλα να έρχεται προς το μέρος μου κρατώντας τον καφέ μου στα χέρια της. Ρίχνει μια ματιά στο γραφείο μου και χαμογελάει στραβά, <<Μην ανησυχείς θα τα τελειώσουμε>> λέει προσπαθώντας να με εμψυχώσει. <<Α τηλεφώνησε ο Έντι είπε ότι οι φωτογραφίες είναι έτοιμες για να βγουν, το ίδιο και η πριβε συλλογή της Σάρα>>.
<<Τέλεια πες του να τα βγάλει και ειδοποίησε τον πως θα περάσω από το ατελιέ να δω τα καινούργια σχέδια για την επίδειξη. Θέλω όλα να είναι έτοιμα το αργότερο μέχρι τέλος της εβδομάδες. Επίσης θέλω να κοιτάξεις μερικές κατοικίες ή ξενοδοχεία στο Μαϊάμι να δω τι επιλογές έχω, απλώς φρόντισε να είναι κοντά στην αίθουσα της εκδήλωσης>>. Η Στέλλα κρατάει σημειώσεις και βγαίνει κλείνοντας την πόρτα πίσω της. Κοιτάζω τον υπολογιστή μου και ξεκινάω να δουλεύω με γοργό ρυθμό.
<<Τζος όλα είναι υπέροχα, έκανες πολύ καλή δουλειά>> κοιτάζω τον βοηθό μου, με τον οποίο σχεδιάζουμε μαζί και χαίρομαι για όσα έχουμε δημιουργήσει. <<Και αυτό είναι το δικό σου>> ξεκρεμάει μια διάφανη θήκη και την φέρνει μπροστά μου. Ανοίγω το φερμουάρ και πιάνω στα χέρια μου το υπέροχο μωβ φόρεμα που έχει σχεδιάσει μόνο γι' και το οποίο θα φορέσω την βραδιά της επίδειξης. <<Όλα θα πάνε καλά. Δούλεψες πολύ σκληρά για να πετύχεις και θα τα καταφέρεις. Σου αξίζει>>, χαμογελάω και τον αγκαλιάζω απαλά, <<Σε όλους, μας αξίζει>>.
Το κινητό μου δονείτε στα χέρια μου και το κοιτάζω, το όνομα του Μάικλ αναβοσβήνει και απομακρύνομαι ελάχιστα για να μιλήσω μαζί του. <<Μάικλ>>, απαντάω στο δεύτερο χτύπημα.
<<Καλημέρα μωρό μου>> η φωνή του γεμίζει το ακουστικό και χαμογελάω ελάχιστα, <<Στον οίκο είσαι;>>.
<<Ναι όσο πλησιάζει η επίδειξη προσπαθώ να σιγουρευτώ πως όλα είναι στην θέση τους>>.
<<Μην ανησυχείς είμαι σίγουρος πως θα τα καταφέρεις>>.
Το ελπίζω.
<<Θέλω να φάμε μαζί του βράδυ>> λέει και το χαμόγελο μου γίνετε πιο πλατύ.
<<Έχω λίγη δουλειά ακόμα, αλλά δεν θα αργήσω>> αν και έχω να τον δω μόλις μια μέρα μου έλειψε.
<<Ωραία, αλλά δεν θα ήμαστε μόνοι μας>>.
Συνοφρυώνομαι καθώς δεν θυμάμαι να είχαμε κανονίσει κάτι.
<<Θα έρθουν οι γονείς σου>>.
Ορίστε. Κόντεψε να μου πέσει το κινητό μου.
<<Τι;>> ρωτάω με κομμένη ανάσα.
<<Τους είχαμε υποσχεθεί ένα τραπέζι και μιας και αυτή την στιγμή που μιλάμε προσγειώνονται και οι γονείς μου είναι ευκαιρία να βρεθούμε όλοι μαζί>>.
Όλοι μαζί.
Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά και ξαφνικά οι παλάμες μου ιδρώνουν.
<<Μάικλ... εγώ..>>
<<Μην ανησυχείς μωρό μου. Όλα θα πάνε καλά, άλλωστε εσύ ήθελες να με παντρευτείς ή μήπως το ξέχασες;>> λέει και τον ακούω να γελάει σιγανά.
<<Δεν ξέρω...>> πως μπορώ να συναντήσω τους γονείς του, εδώ καλά - καλά δεν θέλω να δω τους δικούς μου.
<<Θα στείλω τον Άνταμ να σε πάρει>>
<<Μπορώ να έρθω με το αμάξι μου>> αντιλέγω και ξεφυσάει.
<<Καλά. Στις εννέα να είσαι σπίτι>> η χροιά της φωνής του μετατρέπετε σε πιο ψυχρή και κλείνει το τηλέφωνο. Δαγκώνω το χείλος μου και προσπαθώ να πάρω ανάσα. Θα γνωρίσω τους γονείς του, θα δειπνίσουμε όλοι παρέα σαν μια μεγάλη οικογένεια...
Χριστέ μου, όλα αυτά είναι τόσο τραγελαφικά.
Βάζω το κινητό μου στην τσέπη μου και επιστρέφω στην δουλειά, πρέπει να τελειώσω νωρίς ώστε να προλάβω να ετοιμαστώ. <<Τζος μπορώ να σου πω μερικές λεπτομέρειες για την επίδειξη>> ο άνδρας έρχεται χαμογελαστός προς το μέρος μου και ακούει με προσοχή όσα λέω. Θέλω τα πάντα να είναι υπό έλεγχο - τουλάχιστον στον επαγγελματικό τομέα της ζωής μου.
Στις εννέα παρά δέκα σταματάω έξω από το αρχοντικό του Μάικλ με την καρδιά μου να σφυροκοπά. Ισιώνω την μαύρη φούστα μου και το ασορτί μπουστάκι μου και προχωράω προς της είσοδο, την ώρα που φτάνω στο πλατύσκαλο η πόρτα ανοίγει <<Δεσποινίς>>.
<<Άνταμ>> λέω στον άνδρα που στέκετε απέναντι μου.
<<Καλώς ήρθατε>>.
Μπαίνω στο εσωτερικό και κοιτάζω γύρω μου, <<Σας περιμένουν στο μεγάλο σαλόνι>> χαμογελάω και ξεκινάω να ανεβαίνω τις σκάλες. Καθώς πλησιάζω μπορώ να ακούσω ομιλίες και ξεχωρίζω την φωνή του Μάικλ. Έχει την πλάτη του γυρισμένη προς το μέρος μου και το μαύρο πουκάμισο του αναδεικνύει τους ώμους και την φαριά, μυώδη πλάτη του. Οι ομιλίες σταματάνε, καθώς τα γαλανά μάτια της ξανθιάς γυναίκας που στέκετε απέναντι μου, πέφτουν πάνω μου και ο Μάικλ γυρίζει προς το μέρος μου.
<<Γουέντι>> αναφωνεί και έρχεται κοντά μου, το βλέμμα του περιπλανιέται στο κορμί μου και καταπίνω καθώς κοκκινίζω. <<Από εδώ οι γονείς μου, Ελίζαμπεθ και Φίλιπ Κινγκ>> δίνω το χέρι μου στην μητέρα του Μάικλ, η οποία είναι πραγματικά μια κούκλα, με ξανθιά μακριά μαλλιά και μάτια ίδια με του γιού της.
Σηκώνω το βλέμμα μου και κοιτάζω τον άνδρα που στέκετε δίπλα της. Γκρίζα μαλλιά και πράσινα μάτια. Κάλλιστα θα μπορούσε να διακοσμεί κάποιο εξώφυλλο περιοδικού. Πιάνει απαλά το χέρι μου και το φιλάει <<Χαιρόμαστε πολύ για την γνωριμία Γουέντι. Ανυπομονούσα πολύ να γνωρίσω την γυναίκα που κατάφερε επιτέλους να προσγειώσει τον γιό μου>>. Χαμογελάω αχνά και κοιτάζω τον Μάικλ που απλώς σηκώνει το ποτήρι του και πίνει μερικές γουλιές ουίσκι.
<<Δική μου χαρά>> λέω ευγενικά στον πατέρα του. <<Για πες μας πως γνωριστήκατε;>> κοιτάζω την Ελίζαμπεθ και καθαρίζω τον λαιμό μου, δεν έχω προετοιμαστεί κατάλληλα για τέτοιες ερωτήσεις. <<Γνωριζόμαστε χρόνια>> λέω βιαστικά και με κοιτάζει έκπληκτη, μάλλον δεν γνωρίζει για τις συμφωνίες που έχει κάνει ο γιός της με τον πατέρα μου. <<Απλώς τώρα βγήκαν στην επιφάνια τα συναισθήματα μας>>. Κουνάει το κεφάλι της, σαν να καταλαβαίνει για τι ακριβώς μιλάω. <<Αν και τόσα χρόνια συναντώμασταν σε αρκετές κοινωνικές εκδηλώσεις, όπως του φιλανθρωπικού ιδρύματος>>.
<<Αλήθεια είσαι μέλος του ιδρύματος;>> ρωτάει η Ελίζαμπεθ και χαμογελάω, <<Δεν θα το έλεγα ακριβώς>> ο Φίλιπ συνοφρυώνεται και στρέφει την προσοχή του πάνω μου. <<Η Γουέντι είναι η κόρη της Κριστίν και του Έντουαρντ Σάτον>> λέει ο Μάικλ και οι γονείς του με κοιτάζουν σαστισμένοι. <<Της Κριστίν>> λέει ο πατέρας του και χαμογελάω, <<Ναι και του Έντουαρντ, είσαστε συνειδήτες με τον πατέρα μου, δηλαδή οι οικογένειες μας είναι>>.
<<Κύριε>> η φωνή του Άνταμ ακούγετε πίσω μας και γυρίζουμε προς το μέρος του, για να αντικρίσουμε τους γονείς μου. Ο Μάικλ με προσπερνάει και πηγαίνει να τους καλωσορίσει, το ίδιο και εγώ. <<Γουέντι>> η μητέρα μου με κοιτάζει και διακρίνω το βλέμμα της να σταματάει πάνω στην μίνι φούστα μου, αλλά δεν μιλάει, αν και μου ρίχνει ένα αποδοκιμαστικό βλέμμα, <<Έντουαρντ>> ο πατέρας του Μάικλ απλώνει το χέρι του για να χαιρετήσει τον πατέρα μου και στην συνέχεια, ο μπαμπάς μου γυρίζει προς την Ελίζαμπεθ, κάνοντας της ένα απαλό χειροφίλημα, όπως και ο Φίλιπ στην μητέρα μου.
<<Ουίσκι;>> προτείνει ο Μάικλ και ο πατέρας μου γνέφει καταφατικά. Του δίνει ένα ποτήρι, όπως και στον Φίλιπ και τσουγκρίζουν απαλά. Κοιτάζω γύρω μου και χαμογελάω ελάχιστα, καθώς η ατμόσφαιρα είναι κάπως περίεργη.
<<Μωρό μου>> αισθάνομαι το χέρι του Μάικλ στην πλάτη μου και αναριγώ, <<Τι λες δεν πάμε προς την τραπεζαρία;>> γνέφω καταφατικά και προχωρώ προς το μεγάλο τραπέζι που ήδη είναι έτοιμο να μας υποδεχτεί. Ο Μάικλ τραβάει την καρέκλα μου για να καθίσω και το ίδιο κάνουν και ο πατέρας μου με τον Φίλιπ. Βλέπω την Νίκη να εμφανίζετε μέσα στον χώρο κουβαλώντας διάφορες πιατέλες με κρέατα, ορεκτικά και σαλάτες, ενώ ο Μάικλ γεμίζει τα ποτήρια μας με κρασί. Την στιγμή που πάω να πιώ λίγο από το κρασί μου ακούω τον πατέρα του να ξεροκαταπίνει και γυρίζω προς το μέρος του, σηκώνετε όρθιος και κοιτάζει προς το μέρος μας, <<Στην υγεία σας>> λέει και ανασηκώνει το ποτήρι του. <<Αν και πραγματικά ήταν μια έκπληξη αυτή η σχέση μιας και δεν γνωρίζαμε κάτι, σας εύχομαι να ζήσετε...>> πλησιάζει το ποτήρι του και πίνει το κρασί.
Κοιτάζω τον Μάικλ που κάθετε δίπλα μου και χαμογελάω αμήχανα, <<Σε ευχαριστούμε μπαμπά>, η φωνή του είναι σταθερή χωρίς να μαρτυράει κανένα απολύτως συναίσθημα και ακουμπάει το χέρι του πάνω στον γυμνό μηρό μου κάνοντας με να ανατριχιάσω. Σηκώνω το ποτήρι μου και κοιτάζω προς τον Φίλιπ <<Σας ευχαριστούμε>>, το βλέμμα του πηγαίνει μια στο γιο του και μια σε εμένα, για να καταλήξει στην μητέρα μου και τέλος στον μπαμπά μου. Γαμώτο δεν ξέρω τι σκατά συμβαίνει, αλλά αυτό είναι το πιο περίεργο δείπνο της ζωής μου. Πλησιάζω το ποτήρι στο στόμα μου και πίνω το κρασί μου προσπαθώντας να πάρω δυνάμεις για την υπόλοιπη βραδιά.
<<Πότε με το καλό ο γάμος;>> η Ελίζαμπεθ διακόπτει την σιωπή και κοιτάζει τον γιο της για μια απάντηση, <<Στις 15 Σεπτέμβριου>> γυρίζω απότομα το κεφάλι μου και ανοίγω τα μάτια μου. Ορίστε. Πιέζει το χέρι του περισσότερο πάνω στο μηρό μου και η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. <<Τόσο σύντομα;>> τον ρωτάει η μητέρα του και αυτός απλώς της χαμογελάει, <<Γιατί να περιμένουμε; Εάν είσαι ερωτευμένος με κάποια δεν περιμένεις, κάνεις τα πάντα για να την αποκτήσεις>>. Χριστέ μου. Είπε μόλις τώρα μπροστά σε όλους ότι είναι ερωτευμένος μαζί μου. Αυτός ο άνθρωπος μπορεί να με τρελάνει, δεν εκφράζει τα συναισθήματα του όταν ήμαστε οι δυο μας, αλλά δεν έχει κανένα πρόβλημα να το κάνει μπροστά στις οικογένειες μας. Πόσο τρελό μπορεί να είναι κάτι τέτοιο. Το χέρι του καίει το δέρμα μου, και το στομάχι μου κάνει μια κωλοτούμπα, σιωπή επικρατεί ξανά μέσα στο δωμάτιο και το μόνο που ακούγετε είναι ο ήχος από το μεγάλο ρολόι που βρίσκετε στην άκρη.
<<Μετά την επίδειξη η Γουέντι θα ξεκινήσει τις ετοιμασίες>> συνεχίζει να λέει ο Μάικλ και είμαι τόσο σαστισμένη που δεν μπορώ να μιλήσω. <<Θα χαρώ πολύ να σε βοηθήσω με τις ετοιμασίες εάν το θες και εσύ φυσικά;>> κοιτάζω την Ελίζαμπεθ που μιλάει και έπειτα τον Μάικλ, ο οποίος δείχνει απολύτως σοβαρός. <<Ν.. Ναι.. Φυσικά δεν έχω κανένα πρόβλημα...>> λέω εντέλει προσπαθώντας να μην φαίνομαι εντελώς χαμένη.<<Με συγχωρείται ένα λεπτό, επιστρέφω αμέσως>> συμπληρώνω και σηκώνομαι από την θέση μου, χρειάζομαι αέρα και κάτι κρύο, κάτι πολύ κρύο.
ΦΙΛΙΠ ΚΙΝΓΚ
ΕΛΙΖΑΜΠΕΘ ΚΙΝΓΚ
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top