Κεφάλαιο 13

Λατρεύω την Νέα Υόρκη, αλλά η κίνηση της μπορεί να με εξοντώσει. Ακουμπάω την τσάντα μου πάνω στην νησίδα, προχωράω προς το υπνοδωμάτιο μου και βγάζω το ρούχα μου. Χρειάζομαι επείγοντος ένα ζεστό ντουζ. Αφήνω το νερό να πέσει πάνω στο ταλαιπωρημένο κορμί μου και προσπαθώ να διώξω κάθε σκέψη που αφορά τον Μάικλ. Τον ευχαριστώ που φώναξε γιατρό για να με εξετάσει και ενδιαφέρθηκε για εμένα, αλλά δεν θέλω τίποτα περισσότερο από αυτόν. Πιάνω το μπουρνούζι μου και τυλίγομαι, πρέπει να τηλεφωνήσω στην Αλεξάνδρα και την Στέλλα, οι οποίες με είχες πάρει όση ώρα βρισκόμουν σπίτι του και στην συνέχεια θα πέσω για ύπνο. Είμαι εξαντλημένη. Μπορεί να έφτασα έως εδώ σώα και αβλαβή, αλλά ακόμα νοιώθω το πόδι μου να πονάει. 

Μπαίνω στην ντουλάπα πιάνω ένα σετ σατέν πιτζάμες και προχωράω στο υπνοδωμάτιο μου, νοιώθω μια ψύχρα και κοιτάζω γύρω μου. Τα μάτια μου πέφτουν πάνω στην μπαλκονόπορτα που είναι λίγο ανοιχτή και βλέπω την κουρτίνα μου να ανεμίζει. Δεν θυμάμαι να την άνοιξα όταν μπήκα μέσα, αισθάνομαι το κορμί μου να ανατριχιάζει, την κλείνω με δύναμη και τραβάω τις κουρτίνες, τι σκατά συμβαίνει τις τελευταίες μέρες. Μια σκέψη περνάει από το μυαλό μου - αποκλείεται. Βρίσκομαι στον τριακοστό πέμπτο όροφο είναι αδύνατον να φτάσει κάποιος μέχρι εδώ πάνω ή μήπως μπορεί.

Η καρδιά μου χτυπάει γοργά και με λούζει κρύος ιδρώτας, ποτέ μέχρι τώρα δεν είχα δει κάτι περίεργο, όμως θυμάμαι πολύ καλά, πως δεν άνοιξα την μπαλκονόπορτα πριν, ούτε τις υπόλοιπες φορές που την βρήκα ορθάνοιχτη. Εάν κάποιος το έκανε για να διαρρήξει το σπίτι, θα είχε κλέψει πράγματα, όλα όμως βρίσκονται στην θέση τους. Το μπαλκόνι μου είναι στο τελευταίο όροφο, άρα είναι αδύνατον να μπει κάποιος από άλλο διαμέρισμα. Σίγουρα όμως όλο αυτό αρχίζει να με εκνευρίζει και κάπως να με φοβίζει... ίσως πρέπει να σκεφτώ την πιθανότηρα να αυξήσω την ασφάλεια του σπιτιού. 

Ξεφυσάω και πιάνω το κινητό μου, τηλεφωνώ πρώτα στην Στέλλα, η οποία απλώς με ενημερώνει για το αυριανό μου πρόγραμμα, μέσα στο οποίο για κακή μου τύχη είχα βάλει και μια συνάντηση με την μητέρα μου. Πληκτρολογώ τον αριθμό της Αλεξάνδρας και απαντάει στο δεύτερο χτύπημα. <<Γουέντι>> λέει με την γλυκιά φωνή της να γεμίζει το κινητό μου, <<Πως είσαι; πρέπει να σου πω ότι όλοι περάσαμε τέλεια στο πάρτι>> χαμογελάω και χαίρομαι που τουλάχιστον ο κόσμος πέρασε καλά. <<Χαίρομαι που που σας άρεσε, όσο για εμένα ξέρεις, τρέχω με την επίδειξη και τα σχετικά>>. 

<<Δηλαδή δεν έχεις ούτε μια ώρα ελεύθερη;>> ρωτάει και προσπαθώ να δω που το πάει <<Τι εννοείς; για την ακρίβεια τι έχεις στο μυαλό σου;>> γελάει σιγανά και με κάνει να χαμογελάσω. <<Μιας και πλέον ξέρεις μπαίνω στον έκτο μήνα της εγκυμοσίνης μου, σε λίγο καιρό δεν θα μπορώ να κουνιέμαι, άσε που ο Αντρέι έχει γίνει ανυπόφορος. Δεν με αφήνει να πάω πουθενά, χωρίς τουλάχιστον δυο άτομα να με ακολουθούν>> γελάω και την φαντάζομαι να είναι νευριασμένη καθώς μου μιλάει <<Είναι υπερβολικός>> συμπληρώνει. 

<<Ναι είναι, αλλά σε αγαπάει>> απαντάω βιαστικά, με τον Αντρέι είναι ένα πολύ ταιριαστό ζευγάρι και φαίνεται πως την αγαπάει αληθινά, αναστενάζω σιγανά, καθώς ελπίζω κάποια μέρα να βρω και εγώ τον άνδρα που θα κάνει το στομάχι μου να φτερουγίζει. <<Έτσι λοιπόν, όπως σου είπα δεν έχω και πολλές ευκαιρίες για διασκέδαση. Κατάφερα όμως να τον πείσω να με αφήσει ώστε να βγούμε το Σάββατο το βράδυ, επίσης απ' ότι μου είπε, ο Αντρέι θα είναι απασχολημένος, καθώς πρόκειται να έρθει ο Σεμπάστιαν με τον Άλεξ. Μη τολμήσεις και πεις πως έχεις κανονίσει τίποτα. Θα έρθεις, θα περάσουμε τέλεια>>. 

Η αλήθεια είναι πως το τελευταίο διάστημα έχω πέσει με τα μούτρα στην δουλειά και αν εξαιρέσεις το δικό μου πάρτι πριν δυο μέρες είχα να βγω έξω σχεδόν τρεις μήνες. <<Καλά, θα προσπαθήσω να έρθω>>

<<Γουέντι...  είναι ευκαιρία να βγούμε κοριτσοπαρέα, μιας και τα αγόρια μας θα έχουν δουλειές>> λέει  και αναστενάζω, <<Εντάξει, εντάξει θα έρθω>> δεν μπορώ να της χαλάσω χατίρι. <<Χαίρομαι θα περάσουμε υπέροχα>> το ελπίζω...

<<Και θα ήμαστε μόνο κορίτσια;>> ρωτάω, καθώς δεν θέλω δυσάρεστες εκπλήξεις και <<Ναι. Δεν ξέρω γιατί γύρισε... δεν είχα ιδέα... ούτε και οι άλλοι γνώριζαν κάτι, εμφανίστηκε τόσο ξαφνικά στο πάρτι...>> απαντάει και ξαπλώνω πάνω στο κρεβάτι μου. <<Το ξέρω απλώς...>> δεν ξέρω τι να πω, έπειτα από την σημερινή μας συνάντηση - την οποία δεν πρόκειται να της αναφέρω, ειδικά το γεγονός ότι εγώ πήγα σπίτι  του. <<Μην ανησυχείς δεν πρόκειται να σε πλησιάσει, θα του μιλήσει ο Αντρέι. Απ' ότι μου είπε πάντως, το μόνο που τον νοιάζει είναι οι επιχειρήσεις του και τίποτα περισσότερο. Ίσως ήρθε για να δει πως πάνε οι δουλειές και να εξαφανιστεί ξανά>> το ελπίζω. Τόσο καρό που δεν τον έβλεπα μια χαρά ήμουν, το μυαλό και το σώμα μου δούλευαν σαν καλοκουρδισμένο ρολόι και τώρα είναι λες και δεν μπορώ να τα ελέγξω. 

<<Θα τα πούμε το Σάββατο, προς το παρόν θέλω να πέσω για ύπνο, η μέρα μου ήταν κάπως δύσκολη>> πολύ δύσκολη. <<Καληνύχτα φιλενάδα και μην τυχόν και δεν έρθεις αλίμονο σου>> λέει και κλείνει το κινητό. Αφήνω το τηλέφωνο μου στο κομοδίνο μου και κοιτάζω προς την μπαλκονόπορτα. Είναι κλειστή. Μπαίνω μέσα από τα σκεπάσματα του κρεβατιού μου και ξαπλώνω προσπαθώντας να χαλαρώσω το σώμα μου. Κλείνω τα μάτια μου και αδειάζω το μυαλό μου από οποιαδήποτε σκέψη. 

Στριφογυρίζω και μουρμουρίζω κάτι μέσα στον ύπνο μου, ενώ σφίγγω τα σκεπάσματα πάνω μου και για κάποιο λόγο κρυώνω. Ανοιγοκλείνω τα μάτια μου, το δωμάτιο είναι σκοτεινό και ανασηκώνομαι λίγο, το βλέμμα μου πέφτει στην ανοιχτή μπαλκονόπορτα και κοκαλώνω. 

Η καδιά μου χτυπάει δυνατά και σταματάω να αναπνέω. Η κουρτίνα ανεμίζει, καθώς παγωμένος αέρας μπαίνει μέσα και ανατριχιάζω. Ξαφνικά τα μάτια μου εντοπίζουν μια σκιά έξω. Κάποιος είναι έξω. 

Τραβάω τα σκεπάσματα προς το μέρος και φέρνω τα γόνατα μου κοντά μου. Θεέ μου. Κάποιος είναι έξω από το δωμάτιο μου. Αυτός ξεκλειδώνει την μπαλκονόπορτα. Οι παλμοί μου φτάνουν στον Θεό και αρπάζω το κινητό μου, πληκτρολογώ  βιαστικά τον αριθμό της ασφάλειας του κτηρίου <<ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΜΟΥ>> φωνάζω με το που απαντούν. <<Κάποιος είναι έξω στο μπαλκόνι μου>> συμπληρώνω. <<Στέλνουμε αμέσως την ασφάλεια δεσποινίς Σάτον>> λέει ο άνδρας και το κλείνει. 

Σηκώνω το βλέμμα μου, αλλά δεν υπάρχει κανείς εκεί. Η κουρτίνα συνεχίζει να ανεμίζει και πετάγομαι, καθώς χτυπάει το κουδούνι του διαμερίσματος μου, κατεβαίνω από το κρεβάτι μου και τρέχω προς την κουζίνα και την είσοδο του ασανσέρ. Δυο άνδρες εμφανίζονται και τα μάτια τους πέφτουν πάνω μου.

Γαμώτο, πάνω στην ταραχή μου ξέχασα να φορέσω την ρόμπα μου. <<Κάποιος ήταν στο μπαλκόνι μου>> λέω κοφτά, οι άνδρες κοιτάζονται μεταξύ τους και έπειτα τους οδηγώ προς το υπνοδωμάτιο μου, <<Δεν ξέρω τι συμβαίνει τις τελευταίες μέρες, κλειδώνω την μπαλκονόπορτα και κάποιος την ανοίγει και τώρα ήταν εδώ, στεκόταν απ' έξω>> η φωνή μου τρέμει και οι άνδρες ελέγχουν την τζαμαρία και τον εξωτερικό χώρο. 

Τους αφήνω να κάνουν την δουλειά τους και πηγαίνω στην κουζίνα για να πιώ λίγο νερό, ακόμα μπορώ να ακούσω τους χτύπους της καρδιά μου να σφυροκοπάνε στο κεφάλι μου. Επιστρέφω ξανά στο δωμάτιο και τους βλέπω να μπαίνουν μέσα. <<Ελέγξαμε όλο το μπαλκόνι, δεν υπάρχει τίποτα που να δείχνει ότι κάποιος ήταν εδώ>>

 <<ΜΑ ΗΤΑΝ>> λέω έντονα. 

<<Και η μπαλκονόπορτα δεν φαίνεται να έχει παραβιαστεί>> λέει ο ένας άνδρας, πως γίνεται αυτό. <<Μήπως την ξεχάσατε ανοιχτή και δεν θυμάστε;>> συμπληρώνει και νοιώθω να εκνευρίζομαι. 

<<Την κλείδωσα. Είμαι απολύτως βέβαιη για αυτό. Την έλεγξα και δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει>> επιμένω και τους κοιτάζω άγρια, δεν θα με βγάλουν τρελή. <<Κάποιος ήταν εδώ>>. 

Οι άνδρες κοιτάζονται μεταξύ τους και έπειτα μιλάει ο άλλος, <<Είναι πρακτικά αδύνατον να σκαρφαλώσει κάποιος στο διαμέρισμα σας, εκτός κι αν είναι ο Σπάιντερμαν>> απαντάει ο άνδρας και διακρίνω ένα μικρό γελάκι. Με κοροϊδεύουν. 

<<Δεν είμαι τρελή>>. 

 <<Δεν είπαμε κάτι τέτοιο, αλλά ούτε από την είσοδο του λόμπι μπήκε κάποιος άγνωστος, θα τον είχαν δει. Αλλά και να μην τον έβλεπε ο φύλακας, θα τον εντοπίζαμε στις κάμερες εισόδου. Ίσως την αφήσατε ανοιχτή και όταν ξυπνήσατε να ήσασταν ζαλισμένη από τον ύπνο και να νομίζατε ότι κάποιος ήταν έξω.>>. 

Ξεφυσάω και κουνάω το κεφάλι μου αγανακτισμένη,  δεν υπάρχει περίπτωση να βγάλω άκρη, δεν θα με πιστέψουν ότι κι αν πω. <<Εγώ λέω αυτό που είδα. Δεν το φαντάστηκα, όντως κάποιος στεκόταν έξω από το υπνοδωμάτιο μου. Θα μπορούσε να είναι κλέφτης, ακόμα και δολοφόνος, τι σκατά ασφάλεια έχει ολόκληρο το κτήριο, για πιο λόγο πληρώνουμε κάθε μήνα τόσα χρήματα για φύλαξη;>> φωνάζω έξαλλη. 

<<Λυπάμαι αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, είναι παράνομο να έχουμε κάμερες στα διαμερίσματα, εάν θέλετε όμως μπορείτε να τοποθετήσετε εσείς, με δική σας ευθύνη. Εάν νοιώθετε ότι δεν είστε ασφαλής>> απαντάει ο ένας άνδρας και τον κοιτάζω άγρια. Ανίκανοι. <<Εμείς δεν εντοπίσαμε καμία διάρρηξη και δεν φαίνεται να λείπει κάτι από την θέση του>>, κοιτάζω γύρω μου, έχουν δίκιο. Όλα είναι στην θέση τους, τι σκατά όμως θέλει από εμένα, εάν δεν είναι κλέφτης τότε τι είναι; 

<<Εάν σας είχαν πάρει πράγματα θα μπορούσατε να κάνετε κάποια καταγγελία και να έρθει η αστυνομία, αλλά τώρα δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει κάτι>>. Ξεφυσάω καθώς γνωρίζω πως δεν έχω πολλές επιλογές αφού δεν υπάρχουν κάμερες για να καταγράψουν το περιστατικό και δεν έχω αποδείξεις για το συμβάν κανένας δεν μπορεί να με πιστέψει. Όμως εγώ νοιώθω ανασφαλής, πως σκατά θα καταφέρω να ξανά κοιμηθώ, γνωρίζοντας ότι κάποιος μπορεί να έρχεται στο μπαλκόνι μου χωρίς να γίνεται αντιληπτός από κανέναν. 

<<Εντάξει>> λέω εν τέλη και οδηγώ τους άνδρες προς την έξοδο, <<Εάν θέλω να βάλω κάμερες;>> ρωτάω και γυρίζουν προς το μέρος μου. <<Φυσικά, μπορείτε να το κάνετε, υπάρχουν πολύ καλές εταιρίες, που κάνουν άριστη δουλειά και θα τις έχετε διαθέσιμες και στο κινητό σας. Θα ελέγχετε ανά πάσα ώρα και στιγμή κάθε εκατοστό του σπιτιού σας, μέσα - έξω>> λέει ο άνδρας. 

<<Σας ευχαριστώ πολύ>>, η φωνή μου έχει επανέλθει στην κανονική της χροιά και νοιώθω λίγο καλύτερα, <<Καληνύχτα δεσποινίς>> μπαίνουν στο ασανσέρ και εξαφανίζονται. Κοιτάζω την ώρα που δείχνει λίγο μετά τις τέσσερις τα ξημερώματα, δεν υπάρχει περίπτωση να καταφέρω να κοιμηθώ - τουλάχιστον όχι στο δωμάτιο μου. Προχωράω μέχρι τον καναπέ του σαλονιού μου και ξαπλώνω πάνω του, εδώ είμαι πιο κοντά στην έξοδο σε περίπτωση που συμβεί κάτι και πιο κοντά στην κουζίνα, μπορώ να αρπάξω κάτι, ένα μαχαίρι για παράδειγμα σε περίπτωση που χρειαστεί, ώστε να προστατευτώ. 

Κλείνω τα μάτια μου και παίρνω βαθιές ανάσες, ενώ αφουγκράζομαι, ησυχία επικρατεί, τίποτα δεν ακούγετε, αλλά η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Χαλάρωσε Γουέντι, λίγες ώρες έμεινα, μόλις ξημερώσει θα ψάξω για κάποια εταιρία ώστε να τοποθετήσω κάμερες και συναγερμό σε ολόκληρο του σπίτι. 


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top