[26.]

Το μέτρο του χαρακτήρα ενός ανθρώπου είναι τι θα 'κανε αν ήξερε ότι κανένας ποτέ δεν θα το μάθαινε.

Thomas B. Macaulay


~~~


«ΤΖΕΙΣΟΝ, ΕΜ ΚΑΛΗΜΕΡΑ» ΑΝΟΊΓΕΙ ΔΙΆΠΛΑΤΑ την πόρτα ο Ντέιβιντ και σχεδόν αμέσως μαζεύομαι στη θέση μου.

Φέρσου φυσιολογικά. Φέρσου σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.

«Καλημέρα παιδάκια» λέει χαρωπά και μπαίνει μέσα στο σπίτι. Στο ένα του χέρι κρατάει το κινητό του και στο άλλο τρεις καφέδες και μια σακούλα με κάτι ντόνατς. «Τι κάνετε;» περνάει και έρχεται προς το μέρος του.

Κοιτάζω διστακτικά τον Ντέιβιντ, ο οποίος μου ρίχνει ένα προειδοποιητικό βλέμμα. «Ε και εγώ τώρα ήρθα» δικαιολογούμαι και έρχεται να μου φιλήσει το μάγουλο.

«Πιτσουνάκια, δεν χάνετε ευκαιρία» λέει και αφήνει τα ντόνατς στο τραπέζι. «Ελάτε φάτε, τώρα που είναι ζεστά ζεστά»

Διστάζω να πάρω κάτι από αυτά που έφερε. Πως στο καλό ήξερε ότι θα είμαι εδώ; Μας παρακολουθεί;

Χριστέ μου, τι λέω;

Επίσης γιατί μας είπε πιτσουνάκια; Αγκχ, δεν είμαστε ούτε πιτσουνάκια, ούτε τίποτα. Αποφεύγω να τον αγριοκοιτάξω αν και είμαι σίγουρη ότι περιμένει κάποια ανταπόκριση.

«Είχαμε κανονίσει τίποτα για σήμερα;» ρωτάει ο Ντέιβιντ τέρμα φυσιολογικά και αρπάζει τον καφέ του.

Ο Τζέισον στρώνεται στον καναπέ ξεφυσώντας και ανοίγει το κινητό του. «Μπα, απλά βαριόμουν σπίτι» ανασηκώνει τους ώμους του. Γυρίζει με κοιτάει χαμογελαστός και προσπαθώ να κάνω ακριβώς το ίδιο. «Πέρασα από το σπίτι σου Φραν αλλά η μαμά σου μου είπε ότι ήρθες εδώ, οπότε πετάχτηκα πήρα καφέδες και ήρθα» μας ξανακοιτάει σοβαρά. «Ελπίζω να μην διέκοψα τίποτα»

Κοιταζόμαστε και άλλη μια φορά με τον Ντέιβιντ.

Προφανώς και μας διέκοψε. Για άλλη μια φορά δεν μπορέσαμε να... Τέλος πάντων, μάλλον όντως δεν πρέπει να γίνει τίποτα μεταξύ μας.

Μας βλέπει που κανείς από τους δύο δεν απαντάει και συνεχίζει να μιλάει μόνος του. «Λοιπόν, τι κάνατε εχθές;» λέει μπουκωμένος με ένα ντόνατ. Γυρνάει ξανά προς το μέρος μου. «Σε έπαιρνα τηλέφωνο αλλά με ψιλοέγραφες»

Γελάω. Ψεύτικα. «Χθες...» δεν υπάρχει περίπτωση να του πω τι έγινε. Είμαι επίσης σχεδόν σίγουρη ότι ούτε η μαμά δεν του είπε κάτι. Προς το παρόν τουλάχιστον, θα κάνω σαν να μην συνέβη τίποτα. «Χθες βοηθούσα την μητέρα μου. Την έπιασε η τρέλα της και ήθελε να κάνουμε δουλειές στο σπίτι» δαγκώνω ένα ντόνατ με επικάλυψη σοκολάτας και σκουπίζω το στόμα μου.

«Κι εγώ» πετάγεται ο Ντέιβ και τον κοιτάζουμε και οι δύο απορημένοι.

«Έκανες και εσύ δουλειές στο σπίτι;» ρωτάω καχύποπτα. Ο Ντέιβιντ είναι εντελώς τεμπέλης. Και ούτε βοηθάει την μητέρα του. Κλασικό αγόρι.

Γελάει. «Όχι, παρακολουθούσα την μητέρα μου όσο έκανε δουλειές στο σπίτι» λέει και γελάμε. «Όντως, αυτό έκανα»

«Εσύ;» κοιτάζω τον Τζέις. «Τι έκανες εχθές;» η φωνή μου ακούγεται φουλ περίεργα. Νιώθω λες και τον περνάω από Ιερά Εξέταση. Μόνο η λάμπα μου λείπει. Και τα βραστά αυγά.

Ανακάθεται. «Τίποτα. Πέρασε το μεσημέρι ο Χάρρυ από το σπίτι και μου έφερε φαγητό γιατί προφανώς και δεν ήμουν σε θέση να μαγειρέψω κάτι μόνος μου» λέει γελώντας και σκουπίζει την άχνη ζάχαρη από το στόμα του. «Παίζει να ήπια κυριολεκτικά ό,τι βρήκα μπροστά μου προχθές. Ακόμη ζαλίζομαι λιγάκι»

«Όταν φύγαμε εσείς τι κάνατε;» ρωτάει τέρμα άνετος ο Ντέιβ. Ξέρω τι θέλει να πετύχει. Πρέπει να αποσπάσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες.

«Ήπιαμε. Πολύ» ρίχνει ένα γελάκι. «Παίζει να ήρθε και ο Καρλ κάποια στιγμή, ούτε καν θυμάμαι» ανοίγει ξανά το κινητό του. «Τρομερό αυτό που του συνέβη» λέει χαμηλόφωνα και τον κοιτάζω μπερδεμένη.

«Που το έμαθες;»

Με κοιτάζει. «Τι εννοείς; Παντού μαθεύτηκε. Για μια τόσο μικρή πόλη σαν την δικιά μας, δεν είναι καθόλου δύσκολο να μαθευτούν τα πάντα. Πρέπει πάντα να προσέχεις τι κάνεις»

Σηκώνομαι απότομα όρθια και τρέχω στο μπάνιο. Κλειδώνω την πόρτα πίσω μου αγνοώντας τις φωνές τους και στηρίζομαι στον νεροχύτη

Θέλω να κλάψω, να ουρλιάξω, να βρίσω. Δεν μπορώ να κάνω όμως τίποτα. Πλένω το πρόσωπό μου σκορπώντας νερά παντού στα πατώματα και κοιτάζομαι στον καθρέφτη.

Δεν είναι δυνατόν να τον σκότωσε ο Τζέισον, σωστά;

Δεν... δεν...

Λέω ανοησίες, σωστά; Είμαστε... Ήμασταν μια παρέα. Κανείς δεν ήθελε ούτε το κακό του Καρλ ούτε της Ράιλι. Έτσι;

Κάθομαι στην άκρη της μεγάλης γωνιακής μπανιέρας και κρύβω το πρόσωπό μου στα χέρια μου.

Παίρνω βαθιές ανάσες.

«Φραν, είσαι εντάξει;» η φωνή του Ντέιβιντ ανήσυχη πίσω από την κλειδωμένη πόρτα.

«Ναι, άσε με λίγο μ-μόνη» καταφέρνω να πω με σταθερή φωνή.

«Άνοιξε λίγο την πόρτα. Να σε δω»

«Σου είπα να με αφήσεις...»

«Αν δεν ανοίξεις την γαμημένη πόρτα, θα την σπάσω» απειλεί και αμέσως σηκώνομαι και ξεκλειδώνω. Ξανακάθομαι αυτή τη φορά πάνω στο καπάκι της τουαλέτες και στηρίζω το κεφάλι μου στα χέρια μου.

Ο Ντέιβ μπαίνει μέσα και αφού ψιθυρίσει κάτι στον Τζέισον, εκείνος πάει ξανά στο σαλόνι. Έρχεται μπροστά μου και γονατίζει ακριβώς δίπλα στα πόδια μου.

«Τι συμβαίνει;» ψιθυρίζει απαλά. «Μπορείς να μου πεις τα πάντα»

«Δεν μπορώ να το κάνω αυτό» λέω ανάμεσα στους λυγμούς μου. «Δεν μπορώ να το κάνω»

«Τι πράγμα δεν μπορείς να κάνεις;» επιμένει. «Εξήγησέ μου, σε παρακαλώ» τα χέρια του κατεβάζουν απαλά τα δικά μου κάτω ώστε να μπορεί να δει το πρόσωπό μου. «Πες μου»

Κουνάω το κεφάλι μου. Μου έρχεται για άλλη μια φορά τάση για εμετό. «Και τους δύο...» λέω πνιχτά και σουφρώνει τα φρύδια του.

«Ορίστε;» μαζεύει τα μαλλιά από το πρόσωπό μου.

«Τους... τους...» τα δάκρυά μου κυλάνε σαν ποτάμι. «Τους σκότωσε;»

«Φραντσέσκα, τι λες;» η φωνή του σταθερή και το ύφος του τέρμα σοβαρό σε αντίθεση με το μουσκεμένο δικό μου.

Οι αναπνοές μου γρήγορες και το τρέμουλο στα χέρια μου δεν λέει να καταλαγιάσει.

Τα μάτια του κοιτούν σταθερά τα δικά μου.

«Αυτός τους... τους σκότωσε Ντέιβιντ» φωνάζω και σηκώνομαι όρθια. Κάνω να φύγω από την πόρτα αλλά μένω ακίνητη. «Δεν... δεν υπάρχει άλλη εξήγηση» σκουπίζω άτσαλα το πρόσωπό μου.

«Τι λες;» επαναλαμβάνει χωρίς να σηκωθεί όρθιος.

«Ο Τζέισον» αγκαλιάζω τον εαυτό μου. «Αυτός το έκανε»

«Τι έκανα εγώ;» η φωνή του Τζέισον από πίσω μου με τρομάζει και γλιστράω στα λίγα νερά που είχαν πεταχτεί πριν στο πάτωμα. Κρατιέμαι από την άκρη της βρύσης και ευτυχώς δεν σωριάζομαι κάτω.

Μας κοιτάζει και τους δύο τρομοκρατημένος. Στο ένα του χέρι κρατάει ένα ντόνατ μισοφαγωμένο και στο άλλο το κινητό... κάτσε. Το δικό μου κινητό κρατάει;

«Γιατί κρατάς το κινητό μου;» λέω χαμηλόφωνα και προσπαθώ να κρύψω το πόσο φοβισμένη νιώθω όντας στο ίδιο δωμάτιο με αυτόν που...

«Σε έπαιρνε η μαμά σου» απλώνει το χέρι του και το αφήνει πάνω στο πλυντήριο. «Μπορείτε να μου εξηγήσετε τι έχετε πάθει; Από τη στιγμή που ήρθα συμπεριφέρεστε περίεργα» κάνει ένα βήμα προς το μέρος μου και κολλάω ακόμη περισσότερο στον νιπτήρα.

Ο Ντέιβ σηκώνεται όρθιος και μπαίνει ανάμεσά μας. «Όλα καλά αδερφέ. Όλα είναι κομπλέ» τον πιάνει από το μπράτσο αλλά εκείνος πετάγεται.

«Μιλήστε γαμώ!» φωνάζει. «Τι στο διάολο συμβαίνει;» κρύβομαι πίσω από το γεροδεμένο σώμα του Ντέιβιντ και προσπαθώ να αποφύγω την οπτική επαφή μαζί του. «Φραντσέσκα...»

«Εσύ την σκότωσες» φωνάζω ξαφνικά και βλέπω το ντόνατ να πέφτει στο πάτωμα δίπλα στο πόδι μου. «ΕΣΥ ΤΑ ΕΚΑΝΕΣ ΟΛΑ. ΕΣΥ ΣΚΟΤΩΣΕΣ ΤΗΝ ΡΑΙΛΙ. ΕΣΥ ΣΚΟΤΩΣΕΣ ΤΟΝ ΚΑΡΛ» έχω βγει εκτός εαυτού κάνω στην άκρη τον Ντέιβιντ και στέκομαι ακριβώς μπροστά του. «Εσύ τους σκότωσες...»

Στην αρχή νομίζει ότι του κάνω πλάκα και του ξεφεύγει ένα γελάκι. Όταν καταλαβαίνει ότι μιλάω εντελώς σοβαρά, γυρνάει να κοιτάξει τον Ντέιβιντ. «Δ-δεν καταλαβαίνω» καταφέρνει να πει και βγαίνει σχεδόν τρέχοντας από το μπάνιο.

«ΠΑΡΑΔΈΞΟΥ ΤΟ» φωνάζω και διώχνω τα χέρια του Ντέιβιντ, που προσπαθούν να με κρατήσουν πίσω, από την μέση μου. Βγαίνω από το μπάνιο ακολουθώντας τον.

«ΤΙ ΝΑ ΠΑΡΑΔΕΧΤΩ ΓΑΜΩΤΟ;» δεν φωνάζει, ουρλιάζει. Είναι η πρώτη φορά που τον ακούω να μιλάει τόσο δυνατά.

«Φραντσέσκα σταμάτα» η φωνή του Ντέιβιντ ακούγεται από πίσω μου αλλά δεν πρόκειται να τον ακούσω.

«Απλά πες το!» φωνάζω. «Πες την αλήθεια. Πες ότι το έκανες εσύ!» ακόμη περισσότερα δάκρυα ξεχύνονται από τα μάτια μου χωρίς να το καταλάβω.

Με πλησιάζει. «Με κατηγορείς ότι σκότωσα την Ράιλι και τον Καρλ;» ψιθυρίζει και με κοιτάει βαθιά στα μάτια. «Κατηγορείς εμένα για κάτι τέτοιο;»

«Όχι, Τζέις, άκουσέ με, σε παρακαλώ...»

«Ναι. Ναι, σε κατηγορώ» απαντάω σε μια έκρηξη αυτοπεποίθησης.

Περνάει το χέρι του μέσα από τις μπούκλες του. «Δεν γίνεται να εννοείς κάτι τέτοιο»

«Προφανώς και το εννοώ, Τζέισον. Δεν ξέρω τον λόγο, αλλά είμαι εκατό τοις εκατό σίγουρη...»

«Μαλακίες, Φραντσέσκα» φωνάζει εξαγριωμένος. «Λες μαλακίες. Γιατί να σκοτώσω εγώ την Ράιλι. Είσαι σοβαρή;»

«Δεν... δεν ξέρω» κοιτάζω τριγύρω μου. Τα λόγια του Καρλ μου έρχονται στο νου. Με το σωστό κίνητρο, ο καθένας θα μπορούσε να θεωρηθεί ύποπτος. «Ήσουν ερωτευμένος μαζί της» ξεφουρνίζω και ταυτόχρονα και οι δύο σηκώνουν το κεφάλι τους και με κοιτάνε.

«Και; Τι με αυτό; Ναι, ήμουν ερωτευμένος μαζί της» παραδέχεται και με κοιτάζει έτοιμος να κλάψει. «Αυτό με κάνει ύποπτο; Αυτό θες να μου πεις;»

Προσπαθώ να συνδέσω τα κομμάτια στο μυαλό μου. «Την ήθελες. Εκείνη όμως... εκείνη είχε σχέση με τον Καρλ» προσπαθώ να θυμηθώ ό,τι διάβασα στο ημερολόγιό της. Πουθενά όμως δεν υπήρχε το όνομα του Τζέισον, πέρα από εκείνο το κομμάτι που έλεγε ότι έβγαινε μαζί του επειδή εγώ υποτίθεται ότι την έγραφα.

Κάθεται στον καναπέ και αναστενάζει. Η φάση είναι τόσο παράξενη και για χιλιοστή φορά την τελευταία βδομάδα νιώθω ότι πνίγομαι. Ο Ντέιβιντ πίσω μου στηρίζεται στον πάγκο της κουζίνας, εγώ στέκομαι όρθια στη μέση του σαλονιού με τα πόδια μου να τρέμουν ανεξέλεγκτα και το στόμα μου να ξερνάει αλήθειες και ο Τζέισον καθισμένος στον μεγάλο καναπέ, σκυμμένος στα γόνατά του χωρίς να λέει τίποτα.

Πως φτάσαμε εδώ;

«Πάντα ήμουν ερωτευμένος μαζί της» λέει χαμηλόφωνα. «Από τότε που την γνώρισα. Από εκείνο το γαμημένο πάρτι που προσπάθησα να την φιλήσω και εκείνη μεθυσμένη με έδιωξε» με κοιτάζει και παρατηρώ τα κατακόκκινα μάτια του. «Ήμουν υπερβολικά ερωτευμένος μαζί της» επαναλαμβάνει. «Ποτέ δεν ήθελα να την πληγώσω, να την στεναχωρήσω, να...» σταματάει και πηγαίνω ελάχιστα πιο κοντά του, ίσα που να ακουμπώ στον απέναντι καναπέ.

«Τι έχει συμβεί Τζέισον;» ρωτάω και σταυρώνω τα χέρια μου. «Τι συνέβη μεταξύ σας;»

Αποφεύγει να με κοιτάξει στα μάτια και νιώθω ένα ρίγος να διαπερνά την σπονδυλική μου στήλη.

Αυτό τι μπορεί να σημαίνει;




~~~

Τζέισον μπι λάικ: ρε μλκ εγώ έφερα τζαμπέ ντόντας και καφέδες και εσείς με βγάζετε δολοφόνο;

Επίσης έχω μπει σε κρίστμας μουντ. Και έχω μια πολύ ωραία ιδέα για μια χριστουγεννιάτικη ιστορία μικρού μήκους. Τι θα λέγατε;

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top