47-True blue (II)
Και στοπ.
Κάπου ενδιάμεσα στο τέλος και στην αρχή της ιστορία είχε υποσχεθεί πως θα την προστατέψει. Είχε δώσει υπόσχεση πως όλα θα γίνουν καλά. Είχε πει True blue; Δεν ήταν σίγουρη.
Αυτές ήταν οι δύο λέξεις που έψαχνε στο νοσοκομείο. Δεν τις θυμήθηκε όταν άκουσε το τραγούδι, τις θυμήθηκε όμως τώρα.
Μπορούσε να κάνει συνειρμούς με το τι μπορεί να σημαίνει το αληθινό μπλε και γιατί να μην το λένε στα ελληνικά. Ένωνε καταλήξεις και έβλεπε το βαθύτερο νόημα. Είχε όλο τον χρόνο του κόσμου να το κάνει αυτό.
Αυτό το ενδιάμεσο μπορεί να ήταν όλος ο χρόνος του κόσμου.
Η Ίρις έκανε ένα βήμα πίσω κοιτάζοντας χωρίς να βγάλει αχνά τα ρούχα να μουλιάζουν. Το χρώμα μέσα στα επόμενα λεπτά θα ζωγράφιζε το νερό και δεν έκανε καμία κίνηση για να το προλάβει. Απλά το κοιτούσε.
Μπορούσε να την πείσει να μην αγωνιστούν, αλλά δεν το έκανε. Αποφάσισε να κόψει την πρωτιά κάτι λεπτά πριν πάρουν θέση στο ταπί. Ήθελε να το χαρακτηρίσει απάνθρωπο. Δεν το έκανε. Έμεινε σιωπηλή.
Γιατί αυτό το έκανε ο Άλεξ και κανείς άλλος κι ο Άλεξ δεν έκανε απάνθρωπα πράγματα.
Αυτός ήξερε όμως τα πάντα και αυτός το έκανε.
Δεν μιλούσε κανείς από τους δύο για πάρα πολύ ωρα. Ο Άλεξ περίμενε εκείνη να πει κάτι και η Ίρις δεν ήξερε τι να πει. Ένιωθε οργή; Απάθεια; Ευχαρίστηση; Νευρικότητα; Αδιέξοδο; Ναι. Το τρίτο ωστόσο ήταν αμφιλεγόμενο.
«Γιατί τώρα;» εν τέλει μίλησε πρώτη. Το βλέμμα της ήταν χαμένο. Κοίταξε παντού, σκάναρε όλο το καμαρίνι μέχρι να φτάσει σε εκείνον. «Μπορούσες χθες, πριν έναν μήνα, να μην συμφωνούσες ποτέ για τον δεύτερο Παγκόσμιο, ή μπορούσες να μην το έκανες ποτέ!» ο τόνος της φωνής της ανέβαινε σταδιακά.
Την κατέλαβε πανικός όσο σκεφτόταν πως θα έβγαιναν τώρα έξω. Τι θα έκαναν. Τι θα έλεγε ο κόσμος, η Νατάσα, οι γονείς τους, όλοι; Όλοι είχαν δουλέψει τόσο σκληρά για να όλα τέλεια και τώρα... τώρα;
Τώρα τίποτα.
«Ίρις, το ξέρω πως τώρα φαίνομαι ο χειρότερος άνθρωπος-»
«Δώσε μου μια καλή εξήγηση» σε παρακαλώ, ήθελε να πει αλλά δεν το έκανε, το απαίτησε. Το χρειαζόταν.
Ο Αλέξανδρος έκανε ένα βήμα κοντά της. Δεν κουνήθηκε, συνέχιζε να τον κοιτάζει με ένα περίεργο βλέμμα, το οποίος έμοιαζε κάπως πληγωμένο. Περίμενε μια εξήγηση, για να μην σηκωθεί και φύγει. Θα τρελαινόταν αν άκουγε για πολύ ακόμα τα νερά να στάζουν στο πλακάκι.
«Είχα βγάλει ένα συμπέρασμα πριν λίγο καιρό»
«Τι συμπέρασμα;» ακούστηκε ήρεμη, ωστόσο δεν θα άντεχε να παίξουν την κολοκυθιά. Τον είδε να παίρνει μια ανάσα και περίμενε να βάλει σε μια τάξη τις σκέψεις του. Ένιωθε το πόδι της να τρέμει κόντρα στο πάτωμα.
Παράξενο αν συλλογιστείς πως εάν αυτό συνέβαινε κάποιους μήνες πριν το καμαρίνι θα γινόταν κόλαση.
«Έχεις -είχες- συγκεκριμένα κολλήματα με συγκεκριμένους αριθμούς. Δεν ξέρω ακριβώς ποιους γιατί ποτέ δεν άνοιξα εκείνο το σημειωματάριο και ούτε ήθελα. Όμως το κόλλημα σου με την πρώτη θέση το ήξερα και το είχα καταλάβει από τις πρώτες μέρες που σε γνώρισα εδώ. Ξέρω πόσο θες αυτή την θέση, αλλά πρέπει να καταλάβεις πως πρέπει να το ζήσεις. Δεν πρέπει να χορέψεις απλά για να το κάνεις. Μια φορά μου είχες πει πως δεν νιώθεις τον χορό, το θυμάσαι;»
Πλέον είχαν έρθει πολύ κοντά, τόσο που η μία κοιτούσε ψηλά και ο άλλος κάτω. «Ναι» είχε όλη της την προσοχή στραμμένη σε αυτόν, έτσι ώστε να ρουφήξει σαν σφουγγάρι ο,τι έχει να πει. Το θέμα είναι πως δυσκολεύετε να τα επεξεργαστεί, διότι νιώθει πως τα πάντα κατέρρευσαν.
«Ο χορός δεν είναι κινήσεις. Είναι κάτι που το νιώθεις και το ζεις στην σκηνή. Όποιος βλέπει απλά κινήσεις, δεν συμπαθεί μάλλον καθόλου την τέχνη»
«Δεν καταλαβαίνω που κολλάει αυτό» είπε αυτή την φράση και πριν που δεν της είχε βγει σε καλό. Ήλπιζε τώρα όμως να το κάνει, γιατί είχε φρικάρει και φρακάρει το μυαλό της.
«Εσύ ποτέ δεν το έκανες γιατί πάντα είχες στον νου σου να κερδίσεις και να είσαι αυτή η τέλεια. Δεν υπάρχει τελειότητα Ίρις. Αν αυτός είναι ο τελευταίος χορός που θα κάνουμε μαζί τότε θέλω να το ζήσεις. Γιατί σου αξίζει έστω μια φορά να νιώσεις αυτό που νιώθουν όλοι που χορεύουν και αγαπούν τον χορό» ο Άλεξ ολοκλήρωσε την σκέψη του και ευχόταν από μέσα του να καταλαβαίνει. Να μην τον μισήσει μετά από αυτό και να βγουν εκεί έξω για αυτούς. Για κανέναν άλλον, για καμιά θέση.
Τώρα αν ρωτάς γιατί το έκανε με αυτόν τον τρόπο, θα σου πω πως καμία φορά στη βράση κολλάει το σίδερο και πως τώρα ήταν η κατάλληλη στιγμή. Δεν υπήρχε άλλη. Ούτε πιο πριν, ούτε πιο μετά. Τώρα έπρεπε, αλλιώς η στιγμή δεν θα ήταν αληθινή.
«Θέλω να φύγω» απάντησε η Ίριδα και χωρίς να δει το χαμόγελο του να πέφτει και να γίνεται τρομοκρατημένο, γύρισε το κεφάλι της.
«Ίρις-»
«Δώσε μου λίγο χρόνο γιατί αυτή την στιγμή δεν καταλαβαίνω τίποτα» μπορεί να ήταν ήρεμη αλλά σίγουρα και απόλυτη. Δεν ήταν ακριβώς μπερδεμένη, διότι πήρε τις εξηγήσεις που ζήτησε, ωστόσο έπρεπε να χωνέψει κάποια πράγματα. Δεν γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη να αλλάξεις μυαλά. Κι εσύ με αυτό το βιβλίο ελπίζω να το έχεις καταλάβει στο έπακρο.
Βγήκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε από το καμαρίνι, σπρώχνοντας την πόρτα και με τα δυο της χέρια. Ο καθαρός αέρας την χτύπησε και ένιωσε ανακούφιση. Έκλεισε για δύο δευτερόλεπτα τα μάτια της, όσο κράτησε η ησυχία δηλαδή γιατί άκουσε τον Άλεξ από πίσω της, και μπροστά της αντίκρισε την μαμά της.
«Εσύ μου έλειπες τώρα» δυσανασχέτησε εκνευρισμένα αρκετά δυνατά ώστε να την ακούσει. Δεν είχε ιδέα τι έκανε εδώ, δεν την ενδιέφερε επίσης καθόλου. Περίμενε αρκετό καιρό αυτή την στιγμή της συνάντησης τους και δεν την έπιασε καθόλου απροετοίμαστη. Ωστόσο τώρα δεν είχε καθόλου υπομονή για δαύτη.
Η Κιάρα δεν είναι Άλεξ. Αυτοί οι δύο έχουν εκατό τεράστιες διάφορες και άλλες τόσες που δεν πρόκειται τώρα να αναλύσει. Στον έναν αξίζει η υπομονή, στην άλλη όχι.
«Επιτέλους. Σε έψαχνα πολύ ώρα» κατευθύνθηκε προς το μέρος της. Η Ίρις την σταμάτησε επιτόπου πηγαίνοντας η ίδια σε εκείνη. Ρόλαρε τα μάτια της κάνοντας φανερή την δυσαρέσκεια της.
«Δεν έχω χρόνο, βγαίνω σε λίγο, και η αλήθεια είναι πως για εσένα δεν πρόκειται να έχω χρόνο γενικότερα. Άλλαξα τον αριθμό μου για σένα, τι άλλο θες; Μην με ξαναενοχλήσεις. Δεν πρόκειται ούτε να επιστρέψω Ελλάδα μαζί σου, ούτε τίποτα. Κι μην τολμήσεις να πεις κάτι για το σώμα μου τώρα γιατί δεν θα σε σώσουν ούτε οι σεκιουριτάδες» σχεδόν έφτυσε τα λόγια της με μια σχεδόν εκτελεστική προειδοποίηση στο τέλος. Την προσπέρασε σαν να ήταν κάποια άγνωστη και δεν το μετάνιωσε καθόλου.
Η Κιάρα φάνηκε προσβεβλημένη και έκπληκτη. Μα δεν μπορούσε να κρύψει το μικρό χαμόγελο της. Αυτές οι δύο είναι τόσο ίδιες που αν το μάθει η Ίριδα, θα εκπλαγεί περισσότερο.
Η μητέρας της εννοείται πως δεν θα το άφηνε έτσι. Γύρισε αμέσως το σώμα της και την είδε να περπατά με γοργό και τρανταχτό βήμα προς την πρώτη έξοδο. «Δεν θα μιλάς έτσι σε εμένα-» έκανε και εκείνη ένα βήμα αλλά ένα σώμα την απέκρουσε. «Κάνε στην άκρη να μιλήσω με την κόρη μου» είπε με έναν άκρως νευριασμένο τόνο στον Αλέξανδρο που της έκλεισε τον δρόμο.
Έγειρε στο πλάι το κεφάλι της για να δει από που έστριψε η Ίριδα, δεν υπολόγισε πως θα στρίψει επίσης το σώμα του ο Αλέξανδρος από την ίδια πλευρά, έτσι ώστε να κρύψει τον δρόμο. Δεν πρόλαβε να δει από που πήγε.
Παρατήρησε να ρολάρει ενοχλημένη τα μάτια της και υποσχέθηκε στον εαυτό του να μην πει ποτέ στην Ίριδα πόσο όντως μοιάζουν ακόμα και σε μικρές κινήσεις.
«Από ό,τι είδα η κόρη σας δεν ήθελε και πολύ να σας μιλήσει. Δεν νομίζω πως πρέπει να την ενοχλήσετε» απέκρουσε και το δεύτερο βήμα που πήγε να κάνει.
Όταν τον κοίταξε με αυτό το ξινο βλέμμα της, εκείνος της το ανταπέδωσε ένα συμπαθητικό -καταβάθος άκρως ειρωνικό- χαμόγελο. Τοποθέτησε τα χέρια του κάτω από το στέρνο του και πήρε δύο δευτερόλεπτα παρατηρώντας της. Είχε αυτά τα καστανόξανθα μαλλιά, όχι χρυσά σαν της Ίριδας, τα δικά της έτειναν λίγο περισσότερο στο ξανθό. Τα μάτια της ήταν επίσης μαύρα, αλλά και πάλι, όχι σαν της Ίριδας. Εκείνης δεν ήταν άδεια, δύο μαύρες τρομακτικές τρύπες μέσα σε έναν γαλαξία, εκείνης ήταν ένας απέραντος μεταμεσονύχτιος ουρανός γεμάτος αστέρια.
Τα άγρια χαρακτηριστικά της δεν ταίριαζαν με γλυκά δικά της. Γιατί της Ίρις, όσο κι αν προσπαθεί να δείξει το αντίθετο, δεν είναι καθόλου άγρια. Δεν ήταν μάνα και κόρη ούτε στην ψυχή, ούτε στο πρόσωπο.
«Κάνεις χειρότερα τα πράγματα με το να στέκεσαι έτσι. Δεν την προστατεύεις και για την ακρίβεια, δεν χρειάζεται προστασία» δεν έκανε κίνηση, περίμενε να κουνηθεί ο Άλεξ. Κάτι που φυσικά δεν έγινε
«Όντως, δεν χρειάζεται προστασία, αλλά χαρά μου να της την δίνω, έτσι, προληπτικά» είχε αυτόν τον παιχνιδιάρικο τόνο που την εκνεύριζε ακόμη πιο πολύ.
«Κάνε στην άκρη»
«Όχι»
Σήκωσε τα φρύδια της. Αντέγραψε την κίνηση τον χεριών του. «Αν δεν κάνεις άκρη θα αρχίσω να ουρλιάζω μέχρι να με ακούσει κάποιος φύλακας και να του πω πως με χτύπησες» πιο πολύ ακούστηκε σαν ανακοίνωση, διότι δεν φοβόταν καθόλου να το κάνει, παρά σαν απειλή.
Δεν μπόρεσε να κρατήσει το μικρό του γέλιο. «Και δεν πρόκειται να σε πιστέψει καν. Με ξέρουν και γνωρίζουν πως δεν θα έκανα κάτι τέτοιο στην μητέρα της κοπέλας μου»
«Είσαι σίγουρος; Μπορώ να γίνω πολύ πειστική άμα το θέλω. Όπως έγινα τότε στην δική, σε εκείνη που δεν κατάφερε να νικήσει ο πατέρας σου» είπε με θράσος χαμογελώντας ειρωνικά και ο Αλέξανδρος απλά κούνησε το κεφάλι του. Αναρωτήθηκε στιγμιαία πως συγκρατούσε η Ίριδα με αυτόν τον άνθρωπο τόσα χρόνια. Πρέπει να ήταν φριχτό.
Εφόσον δεν μασούσε η Κιάρα τα λόγια της, δεν θα το έκανε ούτε εκείνος. «Ξέρετε όμως πως και εγώ είμαι πολύ ευγενικός. Τότε που σας πήρα τηλέφωνο, τότε που πήγε η Ίρις στο νοσοκομείο εξαιτίας σας, μπορούσα να πω πολλά περισσότερα» είπε συνεχίζοντας να χαμόγελα. Την είδε να σουφρώνει ελάχιστα την μύτη της στο υποκοριστικό της κόρης της.
Ποτέ δεν της άρεσαν τα κομμένα ονόματα. Πάντα το έβρισκε αντί επαγγελματικό, για αυτό έλεγε στην Ίριδα να μην αφήνει να την φωνάζει κανένας έτσι. Προσδίδει οικειότητα, αίσθημα που είναι άχρηστο στον χώρο τους. Μάλλον δεν την άκουσε ούτε σε αυτό.
Η υπεροψία της δεν έπεσε ούτε λίγο. «Είμαι απολύτως σίγουρη πως δεν της το είπες ποτέ πως με πήρες, να φανταστώ διέγραψες και την κλήση από το κινητό της;» έμεινε να την κοιτά για λίγα δευτερόλεπτα και η σκέψη της επιβεβαιώθηκε. «Εντάξει, πήρα την απάντηση που ήθελα».
«Αν δεν είναι καλά θα τρελαθώ»
«Θα μας ειδοποιήσουν σε ένα λεπτό»
«Δώσε μου το κινητό»
«Ήταν κάτι που δεν χρειαζόταν να κάνω, αλλά νομίζω έπρεπε να πούμε μερικά πράγματα. Δεν νομίζω να σας φόβισε η ενημέρωση μου. Έπρεπε να ξέρετε τι κάνετε στο παιδί σας και το συνεχίζετε με τόση χαρά» η αηδία στην φωνή του ήταν φανερή.
«Χα! Γλυκό το ότι θα μου διδάξει ένα παιδί πως θα έχω το παιδί μου»
«Δεν το βλέπετε; Εδώ κάνετε το λάθος. Δεν είναι πως θα έχετε το παιδί σας. Είναι πως θα το μεγαλώσετε. Και μεγάλωσε ήδη. Το θέμα τώρα να μεγαλώσετε και εσείς ώστε να καταλάβετε πόσο λάθος κάνατε και τι λάθος πρόταση συντάξατε με το έχω. Κι ναι, θα σας διδάξω εγώ, γιατί εμένα τουλάχιστον με μεγάλωσαν με αγάπη. Εσείς, κυρία Κιάρα, αγαπάτε την κόρη σας;»
Αποφάσισε να αγνοήσει τα παραπάνω λόγια του, δεν πρόκειται να του παρεδεχόταν πως αποτυπώθηκαν στο μυαλό της. «Εννοείται» η αλαζονεία στην φωνή της ήταν μόνιμη, πράγμα που τσιγκλούσε τον Άλεξ στα νεύρα. Δεν το έδειξε όμως.
«Μακριά από την φήμη. Αν η Ίρις δεν μπορούσε να χορέψει ή αν εν τέλει δεν ήταν καλή, θα την αγαπούσατε;» ήταν σίγουρος πως θα κολλούσε και δεν ξέρει αν θα άντεχε να δει μια μάνα να κολλάει στην πιο απλή και συνάμα πιο σημαντική ερώτηση. «Όχι, δεν θα το κάνατε, γιατί ποτέ δεν σκεφτήκατε έτσι. Λυπάμαι για αυτό, όμως δεν πρόκειται να σας αφήσω να το μεταφέρεται και αυτό στην Ίρις».
«Είναι συγκινητικό το ότι νοιάζεσαι πράγματι για αυτή. Νόμιζα πως σου άρεσε και σένα η φήμη»
Το χαμόγελο του έλαμψε. «Εγώ, σε αντίθεση με εσάς, αγαπώ την κόρη σας και δεν κολλάω στην πιο απλή ερώτηση,» σοβάρεψε, «Σας ζήτησε μια χάρη, αν δεν την σεβαστείτε, κάποιος από τους δύο μας θα φύγει με χειροπέδες, είτε -όπως είπατε εσείς- για βία, είτε για ψευδής μαρτυρία και κακοποίηση ανηλίκου. Διαλέξτε και πάρτε».
Δεν έπεσε το χαμόγελο της. Το διασκέδαζε στο έπακρο, αλλά δεν είχε σκοπό να χαλάσει την δική της φήμη για τα καπρίτσια της κόρης της. Οπότε έκανε πίσω, απρόθυμα μεν, αλλά έκανε.
«Α και περιμέντε!»
«Τι τώρα;» ξαναγύρισε το σώμα της σε αυτόν. Ο Άλεξ άπλωσε το χέρι του μπροστά της.
«Χρωστάτε κάτι σκουλαρίκια» έμειναν για μερικά δευτερόλεπτα να κοιτάζονται με τρομερή απάθεια. Η Κιάρα ζύγισε τις επιλογές της. Θα ήθελε να τα έχει πίσω η κόρη της; Η ίδια θα ήθελε να έχει κάτι από εκείνη;
Ξεκούμπωσε το κουμπί της τσάντας που κρεμόταν από τον ώμο της και έβγαλε ένα ροζ πουγκί από μέσα. Του το έδωσε. «Ορίστε» ήταν η τελευταία της κουβέντα πριν γυρίσει ξανά την πλάτη της.
Αν εσύ έμεινες με το στόμα ανοιχτό μετά από αυτή την συζήτηση, φαντάσου η Ίριδα, που τους κρυφάκουγε από την γωνία, γιατί τελευταία στιγμή, αποφάσισε να μην φύγει από τον διάδρομο.
Περίμενε να φύγει η Κιάρα. Για να μην την δει κρύφτηκε πίσω από μια πόρτα. Μόλις άκουσε τα βήματα της να απομακρύνονται, βγήκε έξω και κατευθύνθηκε προς τον Άλεξ, που για καλή της τύχη δεν είχε κουνηθεί ακόμα.
Μόλις την είδε τα μάτια του έβγαλαν μια σπιθαμή και ο,τι εκνευρισμό κι αν τον έπιασε με την Κιάρα ήταν παρελθόν. «Ίρις μου-»
Δεν τον άφησε μιλήσει. Πήγε αποφασισμένη μπροστά του και τον φίλησε. Ήταν όση ώρα κι ό,τι χρειάζονταν εκείνη την στιγμή.
«Άκουσες» συμπέρανε ο Άλεξ μέσα από το φιλί τους.
Η Ίρις απομακρύνθηκε. Έβαλε τα χέρια της στα μάγουλα του απαλά και τον κοίταξε με ένα γλυκό χαμόγελο για λίγο και μετά σοβάρεψε. «Έχουμε να πούμε πολλά, όχι τώρα όμως. Τώρα έχουμε έναν Παγκόσμιο να ζήσουμε»
♤♤♤
«Δεν ξέρω αν θα δουλέψει αυτό»
«Θα το κάνουμε να δουλέψει, δεν έχουμε άλλον χρόνο»
«Ίρις, θα σκάσουμε»
«Κατά πάσα πιθανότητα, ναι, αλλά δεν έχω άλλη λύση»
Η Νατάσα άκουγε κάτι μουρμουρητά από το καμαρίνι τους. Δεν έδωσε καμία σημασία και τους χτύπησε την πόρτα. Δεν προλάβαινε να την ανοίξει, έπρεπε να πάει γρήγορα στην θέση της. «Παιδιά, βγαίνετε σε κυριολεκτικά ένα λεπτό. Τρέξτε!» ήλπιζε να την άκουσαν.
Μόλις έφυγε και κατευθυνόταν προς τις κερκίδες άκουσε μια αντρική φωνή στα μεγάφωνα να τους καλωσορίζει. Ξεκίνησε να κάνει έναν πρόλογο για τους σημερινούς αγώνες στα ρωσικά και η Νατάσα ξεκίνησε να τρέχει με τα τακουνάκια της. Έφτασε στην θέση της εγκαίρως δίπλα από τους υπόλοιπους προπονητές.
«Οι πρώτοι διαγωνιζόμενοι δεν θα μπορούσαν να είναι άλλοι από την Ίριδα Ρωμανού και τον Αλέξανδρο Μωραΐτη, οι οποίοι εκπροσωπούν την Ελλάδα με το τραγούδι True blue» ο παρουσιαστής ήταν ίδιος με την προηγούμενη φορά, επομένως είχε δει όσα έγιναν από κοντά.
Θα λίγη ώρα δεν ήταν κανένας στο ταπί. Διαγωνιζόμενοι, προπονητές και θεατές κοιτούσαν τον χώρο για να τους εντοπίσουν. Η Νατάσα τους περίμενε με μια περίεργη ηρεμία. Φαντάστηκε πως ήθελαν να κάνουν κάποια θεαματική είσοδο.
Στο μεταξύ, το ζευγάρι μόλις βγήκε από το καμαρίνι.
«Άλεξ, τρέχουμε» δεν τον ρώτησε, το ανακοίνωσε, καθώς αγχώθηκε πως θα χάσουν την σειρά τους και εκείνος έπιασε από το χέρι την Ίρις. Ξεκίνησαν να τρέχουν μαζί προς την πρώτη έξοδο μπροστά τους που έβγαζε κατευθείαν στον κεντρικό χώρο.
Και έφτασαν. Ο χαρακτηριστικός ήχος που ακούστηκε σήμανε την έναρξη του χορευτικού έως ότου να μπει το τραγούδι. Περπατούσαν αργά χέρι χέρι στο κέντρο του πατώματος. Ούτως ή άλλως θα τους κοιτούσαν όλοι, το γνώριζαν αυτό, μόνο που τώρα τα βλέμματα τους ήταν διαφορετικά, αλλόκοτα και, όπως τις προπονήτριας και των συγγενών τους, σοκαρισμένα.
Επειδή η Ίριδα και ο Αλέξανδρος δεν φορούσαν τις στολές τους. Η πρώτη δεν είχε βαφτεί και τα μαλλιά της είχαν ανακατευτεί. Φορούσε μια μαύρη κολλητή ζακέτα με ένα απλό κολάν ίδιου χρώματος. Ο δεύτερος κοιτούσε τους πάντες με ένα ένα χαλαρό βλέμμα, σαν να ήταν η κατάσταση εκατό τοις εκατό υπό έλεγχο, σαν να ήταν ενήμερος για το τι κάνει, σε αντίθεση με την χαμένη έκφραση της διπλανής του, η οποία προσπαθούσε να την κρύψει. Φορούσε μια άσπρη ζακέτα και μια μαύρη φόρμα.
Μπορούσαν να ακούσουν ανάσες να κόβονται και μερικά απογοητευμένα ξεφυσήματα, ωστόσο δεν τους σταμάτησε κανείς γιατί δεν μίλησε επίσης κανείς, ούτε διαμαρτυρίες ούτε ο παρουσιαστής. Δεν έχει υπάρξει ποτέ ξανά τόσο παγωμένη σιγή σε στάδιο με τριάντα-χιλιάδες άτομα.
Αφού έφτασαν επιτέλους στο κέντρο του πατώματος, στάθηκαν απέναντι ο ένας από τον άλλον και κούνησαν το κεφάλι. Μιλούσαν στην κυριολεξία με τα μάτια.
Η Ίρις έκλεισε σφιχτά τα μάτια της για ένα λεπτό, σπάζοντας την απάθεια που προσπαθούσε να προβάλλει τόση ώρα. Επαναλάμβανε στον εαυτό της πως όλα θα πάνε καλά και πως επιτέλους, για πρώτη φορά μπροστά σε κόσμο, θα ζήσει έναν χορό. Θα είναι δικός τους. Κι ας μην πάρει καμία θέση.
Πήραν ένα κομμάτι τούλι που είχε τοποθετηθεί εσπευσμένα μπροστά τους. Ο Άλεξ έδεσε την μία άκρη στον αριστερό καρπό της Ίρις και η Ίρις έδεσε την άλλη άκρη στον δεξί καρπό του Άλεξ.
Ξαπλώσαν στο ταπί δίπλα δίπλα και η μελωδία άρχισε να ηχεί από τα μεγάφωνα και από την ένταση τρυπούσε στα αφτιά όλων. Μην ξεχνάς πως το χορευτικό, η ιστορία, ξεκινά από εκεί που τελείωσε, όλα ξεκινούν από εκεί που όλα τελειώνουν και το αντίστροφο. Στο I miss you, I'm sorry ήταν ξαπλωμένοι. Επομένως αυτό επιβάλλεται να ξεκινήσει με αυτόν τον τρόπο.
Θυμάσαι τι γινόταν στο προηγούμενο χορευτικό; Κράτα πως γυρνούσαν πάντα ο ένας πίσω στον άλλον, ό,τι κι αν συνέβη ανάμεσα τους πάντα, μα πάντα έβρισκαν τρόπο να μπουν ξανά ο ένας στην ζωή του άλλου. Αυτή ήταν η αλληλένδετη σχέση τους.
Οπότε τώρα αυτό θα πιάνανε και θα το έκαναν κάτι τελείως διαφορετικό, γιατί αυτή την φορά όντως θα τους έδεναν ορατά δεσμά. Αυτό το μπλε τούλι στα χέρια τους δεν μπορούν να το λύσουν. Είναι αναγκασμένοι να αντέχουν ο ένας στον άλλον στα χειρότερο και στα καλύτερα, στον πόνο και στην χαρά, μόνο έτσι θα μάθουν να αγαπούν σωστά. Αν αγαπάς σωστά δεν φεύγεις και ξαναέρχεσαι, αντιθέτως βρίσκεις τρόπο να μείνεις.
Ή να φύγεις παντοτινά.
Lights out
You're not here holding me
Η Ίρις ξύπνησε πρώτη από την συνειδητοποίηση. Κοίταξε πέρα δώθε, πάντα στον ρυθμό της μουσικής και του μπάσου, και έπειτα τον Άλεξ. Έγειρε το κεφάλι της στο πλάι και πολλαπλές ερωτήσεις γέμιζαν το μυαλό της.
Μπήκε στο πετσί του ρόλου γιατί έπρεπε να το ζήσει, και η αλήθεια είναι πως το κατάφερνε χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.
Πήγε πάνω από το κεφάλι του Άλεξ και μετά στο στέρνο του. Ακούμπησε το κεφάλι της ελέγχοντας αν αναπνέει. Μόλις σιγουρεύτηκε πως το έκανε ξάπλωσε ξανά πίσω.
Όμως δεν μπορούσε να κοιμηθεί.
I count
Every tear down my cheek
Έκανε τις ίδιες κινήσεις πιο γρήγορα αυτή την φορά και κοίταξε τριγύρω τον κόσμο σαν να ήταν φώτα, με μισόκλειστα μάτια. Πήγε να σηκώσει το χέρι της όμως δεν μπορούσε χωρίς να σηκώσει και το δικό του. Εκεί συνειδητοποίησε και τα ορατά δεσμά του.
Παρατήρησε δίπλα της τα διάφορα μικρά πανιά από τούλι. Ένιωσε λες και ήταν κλειδωμένη μέσα σε έναν μπλε κύκλο. Έπρεπε να ξυπνήσει τον Άλεξ επειγόντως. Εκείνος ήξερε τι συμβαίνει; Ήταν τρελή ή όλοι μπορούσαν να δουν τα δεσμά τους;
Μην ξεχνάμε όμως πως αυτό είναι χορευτικό. Έπιασε τα χέρια του δεξιά και αριστερά αντίστοιχα και τύλιξε τα δάχτυλα τους μεταξύ τους.
Instead of sheep
Έδωσε ώθηση στα πόδια της έτσι ώστε να σηκωθεί με ρόδα και να τον τραβήξει. Ήταν τρομαχτικό να στηρίζεται πάνω του ολοκληρωτικά, αλλά αυτός δεν είναι ο απώτερος σκοπός μιας σχέσης; Να εμπιστεύεσαι τόσο πολύ που θα τον αφήνεις ακόμα και να σε κρατά καθώς πέφτεις, ή στην προκειμένη περίπτωση, σηκώνεσαι. Τον τράβηξε μαζί της έτσι ώστε να σταθούν ξανά στα πόδια τους.
Για λίγη ώρα ακουγόταν μόνο μελωδία. Το ντουέτο προσπαθούσε να προσαρμοστεί, να σταθεί στα πόδια του και να πάνε από μια κατεύθυνση. Πόσο δύσκολο είναι τελικά να συμφωνήσεις με έναν άλλον άνθρωπο, ακόμα κι για το πιο απλό πράγμα, όπως ποιον από τους δύο θα ακολουθήσετε.
Νίκησε η Ίρις για τώρα.
Sleep walk
Find myself on your street
Τον οδηγούσε με κλειστά τα μάτια κάπου στο άπειρο. Το άπειρο ήταν το ταπί που εξαιτίας του φωτισμού είχε μετατραπεί σε μπλε. Φαινόταν λες και ήτανε κάτω από το νερό. Το τούλι στο πάτωμα ήταν τα κύματα ή τα εμπόδια. Η κοπέλα τα κλωτσούσε στα τυφλά.
Κράτησε σφιχτά το μπλε τούλι στα χέρια τους. Του Άλεξ δεν του άρεσε αυτή η διαδρομή, δεν συμφωνούσε με το που πάνε. Επομένως με λίγη δύναμη έτσι ώστε να γυρίσει ολοκληρωτικά το ζευγάρι του την τράβηξε από την άλλη.
Τώρα εκείνος οδηγούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Three knocks
Ring the bell then I leave
Πίστευε πως η δική του διαδρομή είναι η πιο σωστή, γιατί αυτός από εκεί έμαθε. Η Ίρις όμως όχι. Έπρεπε να τον σταματήσει. Δεν μπορούσαν να πάνε πίσω!
Ανέβηκε στην πλάτη του και τύλιξε σφιχτά τα πόδια της γύρω από το στομάχι του μπροστά. Έπρεπε να κρατιέται έτσι, γιατί μετά θα έπεφτε και η πτώση έπρεπε να είναι ομαλή. Έπρεπε; Όχι δεν θα έπρεπε. Αλλά ποιος θα αφήσει τον εαυτό του, όσο είναι πάντα στο χέρι του, να πονέσει. Η αγάπη δεν πονάει.
Η αγάπη είναι εγωιστική όμως;
Έκλεισε τα μάτια του με τα χέρια της ως αποτέλεσμα ο Άλεξ να παραπατάει πάνω στα εμπόδια.
Δεν μπορέσετε να την κρατήσει ασφαλής στην πλάτη του. Δεν τα κατάφερε γιατί ανέβηκε χωρίς να το καταλάβει και χωρίς να είναι έτοιμος. Κανείς δεν ήταν έτοιμος για την πτώση αλλά ούτε και το βάρος της ψυχής.
Η Ίρις κύλισε χωρίς να το ελέγχει και έπεσε μπροστά. Ο Άλεξ την έπιασε τελευταία στιγμή από τα χέρια και από την πλάτη έτσι ώστε να μην χτυπήσει το κεφάλι της.
Αυτό ήταν ένα από τα τρομαχτικά μέρη του χορευτικού. Ωστόσο η κοπέλα ούτε που το θυμόταν πως ήταν επιφυλακτική για αυτό το κομμάτι. Δεν ήταν πλέον ηθοποιός.
I tried to live in black and white, but I'm so blue
I'd like to mean it when I say I'm over you
But that's still not true
Βλέπεις τους στίχους. Το παρελθόν τους χτυπά βίαια την πόρτα, τώρα βέβαια δεν μπορούν να φύγουν. Είναι παγιδευμένοι στα δεσμά τους. Αναγκαστικά θα έβρισκαν λύση αφού ήταν κολλημένοι ο ένας με τον άλλον.
Το χορευτικό εκεί έλεγε πως οι κινήσεις πρόδιδαν πάθος. Ένας στιγμιαίος τσακωμός μεταξύ του ντουέτου. Την σήκωσε ο Άλεξ και μόλις η Ίρις στάθηκε στα πόδια της υπήρξαν πολλές μεταστροφές, απότομες κινήσεις ποδιών και χεριών έως ότου να βρούνε τον δρόμο.
Στο κάτω κάτω, πως θα μάθαιναν ποιος ήταν αυτός ο καταραμένος δρόμος; Υπήρχε κάποια μέση λύση; Κι αν ναι γιατί ήταν τόσο δύσκολο να την βρούνε; Η αγάπη έχει εμπόδια και είναι δύσκολη.
Από την στιγμή που δεν μπορούσαν να συνεννοηθούνε η λύση είναι μία και μοναδική: θα σπάσουν τα δεσμά.
Αυτό που δεν γνωρίζουν είναι ότι αν τα σπάσουν, δεν θα μπορούν ποτέ ξανά μετά μα επιστρέψουν ο ένας πίσω στον άλλον. Αυτό το παιχνίδι θα τελείωνε οριστικά.
Cold days
Frozen lake in the park
Old ways
Make mistakes, made our marks
Πάλευαν με ένα χέρι να λύσουν, ο καθένας στο μόνος του, τον σφιχτό κόμπο, αλλά ήταν πολύ δύσκολο. Δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τίποτα άλλο πέρα το χέρι τους. Το ζευγάρι κοιτάχτηκε μεταξύ τους.
Εφόσον δεν μπορούσαν μόνοι τους θα το έκαναν μαζί. Μαζί θα έσπαγαν τα δεσμά. Έτσι και βοηθούσαν ο ένας τον άλλον και επιτέλους θα μπορούσαν να ελευθερωθούν.
Εσένα σου ακούγεται καλή ιδέα;
Όσο προσπαθούσαν αυτό τους έφερνε πιο κοντά. Χρησιμοποίησαν μερικές κινήσεις που έκαναν και στο πρώτο τους χορευτικό επίτηδες. Επειδή σκοπός ήταν να δείξουν τις όμορφες αναμνήσεις. Τις μικρές, λίγο αστείες και τσαπατσούλικες, χορευτικές κινήσεις που μπορείς να κάνεις και εσύ με το ταίρι σου μπροστά από το φως στου ψυγείου στις δύο το βράδυ. Ή με μουσική υπόκρουση του πικάπ στο σαλόνι, με την μουσική που ακούγεται κάπου στο δρόμο. Παντού μπορείς να χορέψεις. Είναι μέσα στην καθημερινότητα σου, ακόμη κι αν δεν το επιδιώξεις.
Ψεύτικο ταγκό και στροφές με αγκαλιά στυλ νύφης γέμιζαν τους στίχους. Ήταν το λιγότερο ονειρικό.
Now we've gone dark
Πάλι μελωδία και πάλι δεν είχαν σπάσει τα δεσμά. Ένα κομμάτι τούλι έπεσε στα κεφάλια τους. Κοίταξαν ψηλά. Ένα εμπόδιο στάθηκε ανάμεσα τους. Επρόκειτο να βρέξει. Σε λίγο πολλά εμπόδια θα στέκονταν ανάμεσα τους. Τι θα έκαναν τότε αν τώρα δεν έτρεχαν μακριά; Πως θα κατάφερναν να μην τους χτυπήσουν τα εμπόδια;
Μα πλέον ήταν τόσο δύσκολο να φύγουν μακριά ο ένας από τον άλλον. Αφού τα βρήκανε! Δεν μπορούν να μαλώσουν ξανά! Έπρεπε να βρούνε τι τους έλκει μεταξύ τους. Η χημεία τους δεν ήταν μόνο οι χορευτικές κινήσεις που έκαναν τελικά καθ' όλη την διάρκεια. Έπιαναν χέρια και συγχρονίζονταν με το μπάσο χωρίς σταματημό.
Bad dreams
Might not mean anything
But you seem
Not to need anything
Τελικά ήταν εύκολο να ξεπεράσουν τις δυσκολίες μαζί. Προσπάθησαν να φύγουν με την βοήθεια ο ένας του άλλου, μα αυτό τους έφερε πιο κοντά. Όμως τα δεσμά πονάνε. Είναι ορατά και κοφτερά. Και μπλε.
Μπλε μπλε μπλε.
Γιατί μπλε; Μήπως κάτι κρύβεται μέσα από αυτό; Η Ίρις και ο Άλεξ στέκονταν απέναντι ο ένας από τον άλλον και στο πλάι υπήρχαν χιλιάδες θεατές. Ήταν όμως σαν να μην υπήρχαν. Ήταν σαν όντως αυτό το τούλι να ήταν χειροπέδες και να ήταν πράγματι κολλημένοι με μια πανίσχυρη κόλλα που αν την βγάλεις, θα μείνει για πάντα σημάδι.
Στο μυαλό της Ίρις τρύπωσε μια ιδέα. Φάνηκε έντονα μιας και τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα. Το δυνατό σημείο το χορού είναι και θα είναι πάντα οι εκφράσεις, το δυνατό συναίσθημα που καταβάλει όσους το δημιουργούν και όσους το παρακολουθούν.
Αλλά χάνω το νόημα.
Ποια ήταν η ιδέα;
Να βρουν το μπλε.
Το το ψιθύρισε ένοχα σαν μυστικό στο αφτί. Συμφώνησε και ο ίδιος, κρατώντας το κρυφό από τους θεατές. Αυτοί ας το μάθουν μετά.
Το τραγούδι σε αυτό το σημείο κόπηκε έτσι ώστε να είναι μέσα στον χρόνο. Ωστόσο, κατά την γνώμη της Νατάσας, εδώ κρύβεται η μαγεία.
I tried to live in black and white, but I'm so blue
I'd like to mean it when I say I'm over you
I tried to live in black and white, but I'm so blue
I'd like to mean it when I say I'm over you
But that's still not true
Ξέρεις γιατί; Επειδή τελικά,
τι και αν η ελπίδα, η ομορφιά, ο πόθος και η οργή έχουν μπλε χρώμα; Αν όλα συμβολικά γυρνάνε και επιστρέφουν από το σημείο το οποίο άρχισαν;
Άσε με όμως εμένα να προσθέσω άλλο ένα στην λίστα. Δεν θα σου πω αν το αληθινό έχει μπλε χρώμα, γιατί θα ήταν πολύ κλισέ, αν όμως σε ρωτήσω για την γαλήνη; Για το τέλος, για τον σκοπό; Ναι, αυτός έχει χρώμα μπλε.
Γιατί αν η αρχή είναι η αλήθεια, τότε και το τέλος είναι ο σκοπός.
Κι όλα αρχίζουν εκεί που όλα τελειώνουν.
Σε έπρηξα με αυτή τη φράση έτσι;
Σε αφήνω να απολαύσεις το χορευτικό αφήνοντας τους αγαπημένους μου συνειρμούς. Θύμισε μου να σου πω έναν τελευταίο όμως στο τέλος!
Το ζευγάρι κοίταξε ψηλά. Σε λίγο θα άρχιζε να βρέχει και έπρεπε να πάνε από την ίδια διαδρομή, δεν είχαν καιρό για τσακωμούς. Ήταν καιρός, ήταν η ώρα να βρουν τον σκοπό τους. Το μπλε τους. Αυτό δεν κρύβεται σε προτιμήσεις και χρώμα ματιών, αλλά στους ίδιους.
Πιάστηκαν απότομα. Τράβηξαν ταυτόχρονα με την μουσική τα φερμουάρ από τις ζακέτες ο ένας του αλλουνού. Κανονικά θα το έκανα αυτό με το πουκάμισο και το φόρεμα, όμως τώρα δεν τα είχαν. Έπρεπε όμως να αλλάξουν. Να δείξουν πως ο έρωτας, η αγάπη, η ζωή, η ψυχή δεν είναι απλώς μαύρο και άσπρο,
αλλά μπλε.
Από μέσα από τις ζακέτες βγήκε μια μπλε, ευτυχώς κοντομάνικη διότι θα έσκαγαν Ιούλιο μήνα, μπλούζα. Παρατήρησαν ο ένας τον άλλον καθώς ξαφνικά τα χρώματα της σκηνής άνοιξαν. Η βροχή από τούλι άρχισε να πέφτει σιγά σιγά.
Κάθε χορευτικό έχει φινάλε, γιατί να μην είχε και αυτό; Η Ίρις σήκωσε τα χέρια της ψηλά και ο Άλεξ την σήκωσε. Την έβαλε να καθίσει τον ώμο του. Έπιανε την όξινη, θα έλεγα, βροχή και την πετούσε μακριά τους.
Κανονικά δεν πρέπει να μιλάνε ή να ψιθυρίσουν στίχους, απαγορεύεται στον χορό, αλλά αυτό το σημείο τους είχε δυσκολέψει πιο πολύ από όλα.
«Μπορείς Ίρις» μίλησε ο Άλεξ, δεν ακούστηκε σίγουρα σε κανέναν λόγω της δυνατής μουσικής. Η κοπέλα όμως το έκανε. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα τον είχε βρίσει που μίλησε, ωστόσο τώρα δεν το έκανε. Επειδή δεν ήταν μπροστά σε τόσο κόσμο, ήταν οι δύο τους, δεν πείραζε στο κεφάλι της πλέον.
Του χαμογέλασε λαμπρά και έγειρε όλο της το σώμα πίσω, ακουμπώντας την πλάτη του καθώς αυτός γυρνούσε. Μικρό φινάλε; Μπορεί. Αλλά συγκριτικά με όλα τα άλλα που έκαναν μέσα στο χορευτικό, ήταν το πιο σωστό. Έδειχνε και τις δυνατότητες τους και την εμπιστοσύνη που είχαν μεταξύ τους.
And I'm still so blue
True blue, true blue, hey
True blue
Μέσα στις στροφές την βοήθησε να κατέβει και μόλις το έκανε ξάφνου η βροχή δυνάμωσε πολύ. Αναγκάστηκαν να απομακρυνθούν. Τραβούσαν ο ένας στην στην μια άκρη και η άλλη από την άλλη ο καθένας τα δεσμά του στον ρυθμό.
Δεν νίκησε κάνεις. Οι χειροπέδες έσπασαν. Έπεσε στο πάτωμα σαν την βροχή. Όμως τώρα, όπως ξέρεις, δεν ήθελαν να φύγουν. Ήθελαν να είναι μαζί, κόντρα σε ο,τι δυσκολία συναντήσουν, γιατί αυτό στο κάτω κάτω είναι η αγάπη.
Ή θα φύγεις παντοτινά ή θα μείνεις παντοτινά.
Το συνειδητοποίησαν αργά, αλλά όχι τόσο αργά ώστε να μην τα φτιάξουν όλα από την αρχή. Έδιωξαν την βροχή όσο έπεφτε πάνω τους. Όσο κι αν πονούσε την έσπρωχναν μακριά.
Κ
αι η βροχή σταμάτησε. Όλα σταμάτησαν, ακόμα και οι στίχοι. Πλέον ηχούσε μονάχα η τελική μελωδία. Κοιταζόντουσαν λες και ήταν οι μοναδικοί άνθρωποι πάνω στον κόσμο ολάκερο. Το στέρνο τους ανεβοκατέβαινε γρήγορα και απλώς κοιτούσαν ο ένας τον άλλον στα μάτια.
Μπλε και μαύρο.
Μα τι ωραίος συνδυασμός.
Μια πεταλούδα άνοιξε τα πανέμορφα φτερά της.
Στο τελευταίο οχτάρι η Ίρις έπρεπε να τρέξει προς αυτόν και να αγκαλιάσουν. Αντί αυτού περπάτησε χαμογελώντας όσο εκείνος την κοιτούσε με απορία πλέον. Μόλις έφτασε πήρα τα μάγουλα του στα χέρια της και τον έφερε κοντά.
Φιλήθηκαν.
Και η μουσική σταμάτησε.
Τραβήχτηκαν και αυτοί. Το ντουέτο ξεκλείδωσε τα βλέμματα τους έπειτα από λίγο και αντίκρισαν επιτέλους τον κόσμο. Όλοι τους κοιτούσαν χωρίς να κάνουν τίποτα. Απλά είχαν καρφωθεί άπειρα ζευγάρια μάτια πάνω τους, η αίσθηση έμοιαζε με βελόνα.
Πρώτη σηκώθηκε η Νατάσα και ξεκίνησε να χειροκροτεί. Κάτι δευτερόλεπτα μετά ακολούθησε και το υπόλοιπο πλήθος. Σφυρίγματα και φωνές γέμισαν το στάδιο. Το ντουέτο χαμογέλασε και υποκλίθηκε στο κοινό.
Μετά η Ίρις γύρισε και αγκάλιασε τον Άλεξ. Εκείνος τύλιξε τα χέρια του γύρω από την μέση της και την σήκωσε ελάχιστα ψηλά.
«Άλεξ, τα καταφέραμε» φώναξε δυνατά για να ακουστεί. Τον άκουσε να γελά.
«Ήμουν σίγουρος για αυτό Ίρις μου» την κατέβασε και κλείδωσαν για άλλη μια φορά τα βλέμματα τους. Τα είχαν πράγματι καταφέρει. Έκανε την υπόσχεση του πραγματικότητα. Την έκανε να ζήσει τον χορό τους. Αυτός ήταν ο σκοπός.
Η Νατάσα έτρεξε προς αυτούς και μόλις έφτασε στην μέση του πατώματος τους πήρε μια μεγάλη αγκαλιά. Εκείνοι της την ανταπέδωσαν αμέσως. Χωρίς αυτή τίποτα δεν θα γινόταν. Χωρίς το μωβ.
«Αχ, είμαι τόσο περήφανη για εσάς. Συγχαρητήρια! Νομίζω ήταν ο καλύτερος χορός που έχω δει όλα τα χρόνια που βρίσκομαι σε αυτόν τον χώρο,» απομακρύνθηκε συγκινημένα. «Και πιστέψτε με, είμαι πολλά».
«Οπότε δεν είσαι νευριασμένη;» ρώτησε επιφυλακτικά η Ίριδα καθώς προχωρούσαν προς τις προηγούμενες θέσεις τους έτσι ώστε να ανέβουν οι επόμενοι διαγωνιζόμενοι. Ο παρουσιαστής είχε τρελαθεί όπως και το κοινό. Ο Αλέξανδρος παρατήρησε με την άκρη του ματιού του τους συγγενείς τους να έχουν ξεσηκωθεί.
Είναι σίγουρος πως η μητέρα του θα ήταν περήφανη για αυτό.
«Έχετε να δώσετε εξηγήσεις αλλά όχι» απάντησε γελώντας. Εκείνη την στιγμή αλήθεια δεν την ένοιαζε καθόλου. Ήταν σίγουρη βέβαια πως δεν θα έβγαιναν τίποτα γιατί σίγουρα πήραν μηδέν λόγω εμφάνισης από τους κριτές.
Δεν έχει σημασία. Έγραψαν στην κυριολεξία ιστορία μέσα σε αυτό το στάδιο.
Παρακολούθησαν τους υπόλοιπους διαγωνιζόμενους περιμένοντας να φύγουν. Όλοι τους ήταν πολύ καλοί. Το είχαν πάρει πιο σοβαρά από την προηγούμενη φορά.
Η Ίρις και ο Άλεξ έβαζαν στοιχήματα μεταξύ τους για το ποιος θα κερδίσει. Τρελό αν το σκεφτείς, διότι η Ίρις δεν τους έβαζε καν μέσα στην τριάδα. Ήταν σίγουρη πως θα βγουν τελευταίοι, μα δεν την ένοιαζε καθόλου. Ο Άλεξ χαιρόταν πολύ για αυτό.
Μόλις τελείωσαν όλα τα χορευτικά είπαν όλα τα νούμερα εκτός από τα τελευταία δύο. Εκεί επιβεβαίωσαν πως όντως δεν πήραν καμία θέση.
«Βλέπω τον μπαμπά σου. Πάμε προς τα εκεί γιατί δεν μπορούν να έρθουν από εδώ» είπε η Ίριδα πιάνοντας τα μαλλιά της μια κοτσίδα. Έκανε τραγική ζέστη εκεί μέσα.
«Πάμε. Νατάσα έλα και εσύ» της έκανε νόημα και εκείνη έγνεψε. Ήταν έτοιμη να τους ακολουθήσει αλλά τους σταμάτησε όταν άκουσε τον παρουσιαστή να λέει την χώρα που κατέκτησε το βραβείο.
«Μετά από δύο αγώνες, η νίκη αξίζει στην χώρα που δεν τα παράτησε, που έκανε όλο το στάδιο να μείνει άφωνο με την χορογραφία αλλά και την χημεία του ζευγαριού. Δεν είναι άλλη πάρα η Ελλάδα!»
Και μιας που φτάσαμε στο τέλος, νομίζω ήρθε η ώρα να σου πω πως όλο το βιβλίο έχει να κάνει με το αν όπως βλέπεις. Πως ο καθένας αν έκανε διαφορετικές επιλογές θα ήταν αλλού. Αν η Ίριδα γυρνούσε πίσω; Αν δεν τα κατάφερνε; Αν νικούσαν τότε; Αν τώρα τα παρατούσε όλα; Αν η Σοφία δεν είχε πεθάνει ποτέ; Αν οι γονείς του Άλεξ δεν χώριζαν ποτέ; Αν τώρα η Ιρις δεν το ζούσε και ο Άλεξ δεν κατέστρεφε τα ρούχα;
Καλώς ήρθες στο αγαπημένο μου Φαινόμενο της πεταλούδας.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΓΕΙΑ ΣΟΥ!
Τι κάνεις, πως είσαι; Πως νιώθεις μετά από αυτό;
Ήθελα να μιλήσω εξ' ολοκλήρου στον επίλογο, ωστόσο θέλω να σου πω κάποια πράγματα και εδώ.
Αυτό ήταν το τελευταίο κεφάλαιο. Πολλοί μπορεί να το περιμένατε, άλλοι όχι, σημασία έχει πως αυτό το βιβλίο έφτασε μια ανάσα πριν το ολοκληρωτικό τέλος.
Έχω να πω πως αυτός ήταν ο σκοπός ολόκληρος του βιβλίου. Να σου δείξω την βαρύτητα των επιλογών και τον καταστάσεων. Θα στα πω αυτά αναλυτικά και στον επίλογο που -εύχομαι- να ανέβει την επόμενη βδομάδα.
Δεν με ρώτησε και κανείς, αλλά ο Άλεξ έκανε την πιο σωστή επιλογή. Δεν υπήρχε διαφορετικό τέλος για αυτούς τους δύο. Περίμενα πως θα σε διχάσω και η αλήθεια είναι πως περίμενα πολλά περισσότερα σχόλια με το να βρίζουν τον Άλεξ. Ωστόσο, κατά την γνώμη μου, χειρίστηκε την κατάσταση τέλεια.
Δεν έγινε ούτε κακός, ούτε τίποτα. Έκανε το σωστό, άνοιξε τα μάτια στην Ίρις και έσωσε τον άνθρωπο που αγαπά πιο πολύ από όλα. Καμία φορά ο απότομος και ανεπιθύμητος τρόπος, όποιος είναι και ο πιο επώδυνος, είναι ο σωστός.
Κράτα το εαυτό σε παρακαλώ!
Αυτά για σήμερα, εμείς θα τα πούμε στον επίλογο για μια τελευταία φορά σε αυτό το βιβλίο!
Μην ξεχνάς να κάνεις το σκιν κέαρ σου και να σε αγαπάς.
Φιλάκια πολλά,
Στέλλα🦋
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top