41-Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας
«Εγώ πιστεύω ότι κάτι μου κρύβουν»
«Αυτό κάνουν όλοι οι γονείς»
«Όχι, Μαρκ, μιλάω σοβαρά. Κάτι πάει πολύ λάθος» του πήρε το κινητό από μπροστά του και το έκλεισε χωρίς καν να δει την συνομιλία. Η συζήτηση τους ήταν πιο σημαντική από αυτό. Ο Μαρκ τώρα έστρεψε όλη του την προσοχή στον Αλέξανδρο.
«Γιατί; Τώρα δεν είναι οι μέρες του μήνα που έρχεστε Ρωσία;»
«Ναι αλλά δεν είχαμε κανονίσει κάτι. Απλά ήρθε ο πατέρας μου και μου λέει φεύγουμε. Χωρίς καμία προειδοποίηση. Άσε που φαινόταν αγχωμένος» εξιστόρησε τα γεγονότα που έγιναν μερικές ώρες πριν.
«Δεν είχε μια δίκη πριν; Μπορεί για αυτό να ήταν αγχωμένος» ανασήκωσε τους ώμους. Ο Αλέξανδρος εννοείται και θυμόταν αυτή την δίκη. Την άκουγε νυχθημερόν, όλη μέρα μιλούσε στο τηλέφωνο με τον πελάτη του, αλλά δεν έμαθε πως πήγε. Δεν του είπε. Ήρθε από το δικαστήριο και έφυγαν μέσα σε είκοσι λεπτά για το αεροδρόμιο.
«Δεν ξέρω. Δεν έχω καλό προαίσθημα» ανακάθισε στην θέση του. Ποτέ δεν ήξερε πως να εξηγήσει όταν ένιωθε να έρχεται κάτι κακό. Απλά το καταλάβαινε. Θα ένιωθε περίεργα όλη μέρα και τα πάντα θα του φαινόντουσαν καχύποπτα. Όπως και σήμερα.
Από το πρωί δεν μπορούσε να ηρεμήσει. Κάτι τον ενοχλούσε και κόντευε να τρελαθεί από αυτό το συναίσθημα. Πες το προαίσθημα, ένστικτο, οτιδήποτε, ωστόσο δεν θα ησύχαζε αν δεν μάθαινε. Δεν ήταν πλέον παιδί, ούτε μεγάλος, αλλά μπορούσε να καταλάβει μερικά πράγματα καλύτερα από όταν οκτώ και εννιά.
Του έκρυβαν πως η μητέρα του ήταν άρρωστη και το δέχθηκε. Δεν θα το παραδεχόντουσαν ποτέ όμως εκείνος έψαξε τα χαρτιά της. Μπορεί να ήταν λάθος η κίνηση του, αλλά δεν του είχανε αφήσει άλλη επιλογή. Δεν ήξερε πως να εξηγήσει στους γονείς του πως με αυτόν τον τρόπο δεν τον προστάτευαν, αντιθέτως, τον απομάκρυναν.
Όταν ο Αλέξανδρος γύρισε σπίτι, ο πατέρας του ήταν ήδη εκεί. Τον περίμενε κοιτάζοντας τις σκάλες από το σαλόνι αδιάφορα. Αυτό το σπίτι πάντα του άρεσε, ήταν τεράστιο και άνετα θύμιζε παλιό αρχοντικό σπίτι. Γι' αυτό κιόλας συνήθιζε να το λέει πατρικό.
Η Σοφία ακόμα δεν είχε γυρίσει. Αυτό έντεινε όλα τα συναισθήματα του που πρόδιδαν καχυποψία και δυσπιστία.
«Που ήσουν;» τον ρώτησε απαλά ο Βίκτωρας, προσπαθώντας να επανέλθει στην πραγματικότητα.
«Στον Μαρκ, στο είπα και όταν έφυγα,» είπε και κάθισε στον καναπέ απέναντι του. Ο Αλέξανδρος ξεφύσησε καθώς έβλεπε τον πατέρα του ακόμα χαμένο. «Έχει πάθει κάτι η μαμά;» τότε μόνο ο Βίκτωρας έστρεψε όλη του την προσοχή στο παιδί του με γουρλωμένα τα μάτια. Δεν μπορούσε ούτε να πει ψέματα, η αντίδραση του τα μαρτυρούσε όλα.
Αυτό έκανε τον Αλέξανδρο να ξεροκαταπιεί.
«Που το ξέρεις;»
«Λείπει το αμάξι της από την ώρα που ήρθαμε ενώ αποφεύγει να οδηγά τόσες ώρες» είπε την πρώτη δικαιολογία που του ήρθε. Δεν ήθελε να πει και σε εκείνον για το ένστικτο. Μπορεί να του ακουγόταν παλαβό.
Ο Βίκτωρας σήκωσε το σώμα του από την πλάτη του καναπέ και πήρε μια βαθιά ανάσα. Κοίταξε τον γιο του αδυνατώντας να πει δυνατά τι συμβαίνει. Δεν ήξερε πως να αρχίσει, τι να κρύψει, πως να μην τον αγχώσει και κυριότερα, πως να ανοίξει το στόμα του. Τα χείλη του ήταν σφραγισμένα και ο λαιμός του ξερός.
Δεν είχε κλείσει ούτε βλέφαρο. Η αγωνία του όλη μέρα δεν τον άφηνε να ησυχάσει. Μέχρι να του πούνε οι γιατροί πως η κατάσταση της είναι σταθερή δεν μπορούσε να επιστρέψει σπίτι. Είχε σκοπό να κοιμηθεί στο νοσοκομείο και έπειτα να την μεταφέρει σε μια καλή κλινική που έχει βρει.
«Έχεις δίκιο, αποφεύγει να οδηγά τόσες ώρες,» μουρμούρισε και συγκρότησε τον εαυτό του. Κοίταξε τον γιο του κουρασμένα. «Η μαμά είναι στο νοσοκομείο».
Ξέσπασε πανικός μέσα στο κεφάλι του Αλέξανδρου. Έμεινε ακίνητος δίχως να ξέρει πως θα έπρεπε να αντιδράσει. Άγχος κατέβαλλε όλο του το σώμα. «Τι;»
«Είχε ένα ατύχημα με το αμάξι-»
«Τι; Πότε; Γιατί δεν μου το είπες; Είναι καλά;» η φωνή του φανέρωνε το στρες που τον γέμιζε. Σηκώθηκε όρθιος. Ο Βίκτωρας έριξε το πρόσωπο του στα χέρια του.
«Σήμερα. Είναι σταθερή η κατάσταση της» επέλεξε προσεκτικά τα λόγια του, αποφεύγοντας να απαντήσει στο "γιατί δεν μου το είπες". Οι λεπτομέρειες θα του έκαναν κακό και για τα μάτια του Βίκτωρα, ο Αλέξανδρος ήταν ακόμα πολύ μικρός για να μάθει όλη την αλήθεια.
«Χτύπησε πολύ;» ξεκίνησε να κάνει κύκλους στο δωμάτιο. Περίμενε κάτι σημαντικό, περίμενε να έχει γίνει όντως κάτι, αλλά όχι αυτό. Όταν αντίκρισε το βλέμμα του πατέρα του κατάλαβε πως η κατάσταση αν και σταθερή, δεν ήταν καλή. Είναι περίεργο και αποκαρδιωτικό να λες σε ένα παιδί πως η μαμά του πριν λίγες ώρες ήταν στα όρια του θανάτου.
Πόσο μάλλον αν του πεις πως το έκανε εσκεμμένα. Όχι γιατί δεν τον αγαπάει, μα γιατί η ίδια δεν ξέρει τι κάνει.
«Μπαμπά;»
«Λογικά δεν θα ξαναπερπατήσει»
Στο παρόν.
Ήταν όλα έτοιμα. Όλοι ήταν στις θέσεις τους: τα παιδιά στα παρασκήνια, μερικές δασκάλες μαζί τους και οι υπόλοιπες στην πρώτη σειρά των θέσεων. Η Ίριδα καθόταν στην άκρη, αφήνοντας μια θέση για τον Άλεξ.
Το κρυφτό συνεχιζόταν δυναμικά. Η Νατάσα της αποσπούσε την προσοχή λέγοντας συνέχεια πόσo ωραία θέα έχει ένα συγκεκριμένο μπαλκόνι στον τελευταίο όροφο και έκανε τα πάντα για να μην πάει πίσω στα παρασκήνια μαζί με τον Άλεξ. Της φαινόταν λίγο ύποπτο αλλά δεν είπε κάτι, απλά συνέχιζε να την ακούει.
Κοιτούσε αδιάφορα το πρόγραμμα και χώθηκε στην άνετη κόκκινη, βελούδινη καρέκλα της -για την ακρίβεια έμοιαζε περισσότερο με πολυθρόνα. Η σκηνή θα άνοιγε από στιγμή σε στιγμή, μόλις έκλειναν οι πόρτες του θεάτρου.
Όλες οι θέσεις είχαν γεμίσει και ακουγόντουσαν δεκάδες διαφορετικές ομιλίες. Οι δασκάλες που έτρεχαν στα πλαϊνά και μέσα από τις κουρτίνες έντειναν σίγουρα την αναστάτωση. Είναι πάρα πολύ παράξενο το ότι κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά τι γίνεται πίσω από την σκηνή. Τι άγχος υπάρχει και τι δουλειά έχουν ρίξει όλοι.
Μα μόλις κλείνουν τα φώτα του κοινού και ανοίγουν οι προβολείς της σκηνής μαζί με την αυλαία, όλοι ησυχάζουν. Μπορεί να μην ξέρουν τι γίνεται, αλλά όλοι σέβονται και ενώνονται, παρακολουθώντας την σκληρή δουλειά των δασκάλων και κυρίως των παιδιών τους. Είναι μαγικό το πως η μουσική σε συνδυασμό με τις ρυθμικές κινήσεις ενώνουν και ηρεμούν.
Για αυτό της άρεσε ο χορός.
«Σίγουρα να μην πάω να ελέγξω; Μπορεί να θέλουν βοήθεια...» είπε η Ίριδα μόλις έκλεισαν οι πόρτες και η Νατάσα την κάθισε πάλι κάτω με ύφος.
«Θα 'ναι μια χαρά. Κάτσε εδώ. Πρέπει να βγάλω ομιλία για τους γονείς και χρειάζομαι να σε κοιτάω για να μην γελάσω,» ήταν η σειρά της να σηκωθεί όρθια. Η Ίρις δεν ήξερε αν έπρεπε να νιώθει προσβολή με αυτό που είπε ή όχι. Τόσο σοβαρή ήταν πια; «Ευχήσου μου καλή τύχη». Μίλησε ψιθυριστά αν και χωρίς αμφιβολία κανείς δεν ήξερε ελληνικά σε αυτό το θέατρο.
Κατσούφιασε ελάχιστα αλλά επέστρεψε στην κανονική της έκφραση. Σίγουρα κάτι της έκρυβαν. «Καλή τύχη»
Άκουσε τον λόγο της Νατάσας και έπειτα τα χειροκροτήματα των γονιών. Σήκωσε ευχαριστημένη το φρύδι της. Είχε ξεχάσει πόσο ικανοποιητικός ήταν αυτός ο ήχος. Δεν ήταν θόρυβος. Μετά φώλιασαν κάτι αμφιβολίες μέσα της. Της άρεσε όντως αυτός ο ήχος ή όχι;
Δεν ήταν ωστόσο η ώρα για αυτά.
«Πως ήμουν;»
«Υπέροχη» απάντησε με σαρκαστικό τόνο και η Νατάσα της έριξε ένα απαξιωτικό βλέμμα γελώντας. Κάθισαν στις θέσεις τους για να ξεκινήσουν επιτέλους. Ο Άλεξ ακόμα δεν είχε έρθει.
Το έκαναν σε πολλές σχολές χορού αυτό. Η παράσταση δεν ήταν απλώς μια παράσταση αλλά ολόκληρο σόου. Οι μεγαλύτερες μαθήτριες συνήθως ήταν παρουσιάστριες ή αφηγούνταν μια ιστορία. Στην προκειμένη περίπτωση ήταν δύο μαθήτριες οι οποίες ήταν αφηγήτριες. Φορούσαν πουέντ και ροζ-πράσινα με τούλι κουστούμια. Αυτές πρέπει να ήταν οι νεράιδες της Τιτάνιας.
Και συ θα ρωτήσεις με απορία ποια είναι η Τιτάνια. Δεν σου είπα την ιστορία που επέλεξαν: το όνειρο καλοκαιρινής νύχτας.
Στην πρώτο χορευτικό γίνεται αναπαράσταση των πρώτων σκηνών. Ο Λύσανδρος και ο Δημητράκης τσακώνονται για την Ερμία. Ο πρώτος και η κοπέλα αποφασίζουν να κλεφτούν στο δάσος την ίδια νύχτα για να παντρευτούν, μιας και ο πατέρας της θέλει να παντρευτεί τον Δημητράκη.
Έπειτα η Ερμία εκμυστηρεύεται στην κολλητή της, την Ελένη, πως θα κλεφτούν σήμερα στο δάσος. Η δεύτερη όμως το μαρτυρά στον Δημητράκη και θα πάει το βράδυ να τους βρει ο ίδιος στο δάσος.
Και κάπου εκεί βγαίνει και το τμήμα του Άλεξ και της Ίρις. Εφόσον πέσει η νύχτα η Τιτάνια και ο Όμπερον τσακώνονται για την επιμέλεια του νεραϊδοπαιδιού που έχει η γυναίκα. Τότε ο Όμπερον στέλνει τον Πουκ, τον βοηθό του, να βρει ένα μαγικό λουλούδι, που ο χυμός του κάνει όποιον τον πιει να ερωτευθεί παράφορα το πρώτο άτομο που θα δει μπροστά του.
Το τμήμα τους είναι το λουλούδι.
Η Ίριδα σήμερα έμαθε το θέμα της παράστασης. Δεν είχε ιδέα. Ήξερε τα πολύ βασικά, μόνο και μόνο για να φτιάξει τα σκηνικά. Της άρεσε πάντως. Σπάνια της άρεσαν αυτού του είδους οι παραστάσεις.
«Άργησα; Δεν άργησα» η φωνή του πάνω από την δυνατή μουσική διέκοψε την μικρή εξιστόρηση που έκανε στο μυαλό της και γύρισε αστραπιαία να τον κοιτάξει. Τον είχε αναγκάσει να φορέσει και εκείνος πράσινο ώστε να φαίνεται πως είναι ομάδα και να κάνει ωραία αντίθεση με το λιλά των παιδιών.
Τα χείλη της ανασηκώθηκαν ελάχιστα όταν τον είδε να στέκεται χαμογελαστός και καθόλου αναμαλλιασμένος, ακόμα και αν έτρεχε όλη μέρα. Ένιωσε μια ανακούφιση που σταμάτησε επιτέλους το κρυφτό τους.
«Άργησες,» είπε και καλά ενοχλημένη, «αλλά θα το δεχτώ, για τώρα. Κάθισε, βγαίνουμε σε λίγο».
Παρατήρησε τον Άλεξ να της ρίχνει ένα βιαστικό βλέμμα και ύστερα κάθισε στην θέση δίπλα της. Τα μανίκια του σκούρου πράσινου πουκαμίσου του ήταν μαζεμένα μέχρι τους ώμους του και είχε αφήσει το τελευταίο κουμπί ανοιχτό. Από κάτω φορούσε ένα απλό μαύρο παντελόνι. Τα μαλλιά του μπορεί να μην είχαν τζελ ή οτιδήποτε, αλλά δεν είχαν κουνηθεί από την κλασική τους θέση.
Η Ίρις αφού ικανοποιήθηκε από το αποτέλεσμα των ρούχων του, έστρεψε το κεφάλι της χωρίς να τον κοιτάξει παραπάνω. Τα πεντάχρονα πάνω στην σκηνή ωστόσο δεν είχαν το ίδιο ενδιαφέρον.
Ένιωθε τα μάτια του να την καίνε. Μήπως να κοιτάξει άλλη μια φορά το μπλε τους; Ίσα ίσα, για να σιγουρευτεί αν τελικά της αρέσει ή όχι. «Κοίτα την σκηνή, Άλεξ»
«Πως ξέρεις ότι δεν κοιτάω την σκηνή;»
«Μπορώ να καταλάβω πότε με κοιτάς» αντιγύρισε.
«Μπορείς να καταλάβεις και γιατί;» έτσι όπως του είχε προφίλ μπορούσε να παρατηρήσει πως κάτι λείπει. Θα ορκιζόταν πως η Ίρις φορούσε πάντα κάτι σκουλαρίκια με μπλε πεταλούδες. Τώρα που το σκέφτεται, είχε καιρό να την δει με αυτά.
Δεν ήξερε πως η πεταλούδα συμβόλιζε την αναγέννηση; Θα ήταν η κατάλληλη περίοδος να τα φορά, εφόσον δημιουργεί ξανά τον κόσμο της.
«Δεν έχω μαγικές ικανότητες»
«Γιατί λάμπεις σήμερα, Ίρις μου,» γύρισε απότομα το πρόσωπο της για να τον κοιτάξει. Οι προβολείς της σκηνής τους φώτιζαν με χρώματα, διαφορετικά το δευτερόλεπτο. Το χαμόγελο του Άλεξ ωστόσο ήταν πιο φωτεινό. «Είσαι πανέμορφη».
Σε κάθε άλλη περίπτωση θα του έλεγε κάτι του στυλ «Αν είχες έρθει πιο νωρίς θα μπορούσες να με είχες θαυμάσει περισσότερο» ή κάτι παρόμοιο. Όμως τώρα, που όλα τις φαίνονται παράξενα πάνω της και κάνει τα πάντα για να νιώσει άνετα με όλους και όλα, λέει αυτό. Κι ξάφνου σαν να πήρε στα χέρια του μερικό βάρος της ψυχής της.
Βλεφάρισε και χαμογέλασε. Δεν το έκανε συχνά τόσο φανερά και αυτό ο Άλεξ το κρατούσε. Όπως κάθε της χαμόγελο. Δεν έβγαζε συχνά τις ανασφάλειες της προς τα έξω, μα ακόμα και να την έκρυβε σε κείνον, στο τέλος θα το καταλάβαινε. Πάντα την καταλάβαινε. «Ευχαριστώ, Άλεξ» δεν θα τον ρώταγε αν το εννοεί, ήξερε πως το κάνει.
Πήγε να τις χαϊδέψει το μάγουλο αλλά το μετάνιωσε. Η Ίριδα προσπάθησε να μην δείξει την απογοήτευση της. Η ίδια του είχε πει τον πόνο και το βάρος που νιώθει όταν κάποιος την ακουμπάει, μα τώρα το μετάνιωσε.
Χαίρεται που την σέβεται, για την ακρίβεια χαίρεται πολύ, όμως δεν θα την πείραζε να την ακουμπήσει. Δεν έχει περάσει πολύ καιρός από τότε που του το είπε, ούτε από τότε που άρχισε να το δουλεύει. Με εκείνον καμιά φορά ξεχνούσε την ενόχληση της, ακόμη κι όταν ήταν στα χειρότερα της.
Πως να του το πει, χωρίς να του το πει ακριβώς; Θέλει να φαίνεται πως το εννοεί.
«Α! Νομίζω βρήκα το λουλούδι...» κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, κοίταξαν την σκηνή και μετά πάλι πίσω. Έβγαιναν! Ήρθε η σειρά τους! Μα καλά, πότε πέρασε η ώρα; Πόση ώρα έλειπε; Πόση κοιτάζονταν και πόση μιλούσαν;
Τώρα δεν είχε πολύ σημασία, γιατί έβγαιναν στην σκηνή. «Άλεξ είναι η σειρά μας» είπε ανυπόμονα, ήταν τόσο ενθουσιασμένη που πήγε να τον ταρακουνήσει. Γιατί εκείνος δεν συμμεριζόταν στον ίδιο βαθμό τον ενθουσιασμό της και απλά την κοιτούσε χαρούμενα; Δεν ήθελε να δουν επιτέλους το αποτέλεσμα τους;
Μετά θυμήθηκε πως εκείνος είχε δει και την πρόβα τζενεράλε τους. Άρα είχε δει κάπως το αποτέλεσμα. Για την Ίρις θα είναι πρώτη φορά. «Το ξέρω. Πιστεύω θα το λατρέψεις» απάντησε σίγουρα, σαν να άκουσε τις σκέψεις της.
Η Ίριδα ξάφνου τον κοίταξε καχύποπτα σμίγοντας ελάχιστα τα φρύδια της. «Δεν νομίζω να άλλαξες το χορευτικό τελευταία στιγμή... σωστά;»
Τα παιδιά έβγαιναν λίγα λίγα στην σκηνή και πολλά λιλά κουστούμια και φορεματάκια ξεπρόβαλαν χαμένα. Ήταν σίγουρη πως οι δασκάλες από μέσα με το ζόρι τα κατεύθυναν για να πάνε στις σωστές θέσεις. Χειροκροτήματα ακούστηκαν από τους γονείς και μερικές κάμερες κινητού που άνοιγαν.
Έπρεπε να γυρίσει το κεφάλι της να βοηθήσει το τμήμα της αλλά είχε κολλήσει να παρατηρεί το ένοχο χαμόγελο του Άλεξ. Τι είχε κάνει και δεν μιλούσε;
«Άλεξ τι...» πήγε να πει, ωστόσο σταμάτησε διότι η μουσική άρχισε να ηχεί στα αφτιά τους και σε όλο το θέατρο. Εστίασε στην μελωδία. Δεν της θύμιζε τίποτα. Πανικοβλήθηκε. «Άλεξ;» την κοιτούσε ήδη. «Άλεξ, έχουν βάλει λάθος τραγούδι,» πήγε να σηκωθεί όρθια γυρνώντας το κεφάλι της πέρα δώθε να δει γιατί κανείς δεν αντιδρά. «Τι κάθεσαι;! Έχουν κάνει λάθος-»
«Ίρις, μου είπες να μην αλλάξω το χορευτικό,» την τράβηξε πίσω στην θέση της γελώντας. Είχε εγκλωβίσει με την παλάμη του το χέρι της. Άγγιγμα δεν ήταν αυτό; Τι συνέβαινε; Έσμιξε και άλλο τα φρύδια της στην πρόταση του. Περίμενε την συνέχεια. «αλλά δεν μου είπες να μην αλλάξω το τραγούδι».
Δεν πρόλαβε να τον ρωτήσει τι εννοεί και ο πρώτος στίχος ακούστηκε.
And I'd give up forever to touch you
Μπλε στο μαύρο. Ήταν άφωνη. Τα μάτια της γυάλιζαν κόντρα στο φως της σκηνής. Έπρεπε να νευριάσει; Να το βρει γλυκό; Να γράψει τα πάντα και να τον φιλήσει μπροστά σε όλους; Τι έπρεπε να κάνει από την στιγμή που άλλαξε το τραγούδι της παράστασης σε ένα τραγούδι που έχει για τίτλο το όνομα της;
'Cause I know that you feel me somehow
Αυτό ετοίμαζε. Για αυτό δεν την ήθελε εκεί στην τζενεράλε.
Ήθελε πολύ να μάθεις πως συνεννοήθηκε με τα παιδιά και την Νατάσα. Ο Άλεξ πρόσεχε και απορροφούσε την κάθε της αντίδραση, το κάθε συναίσθημα που έβγαινε στην επιφάνεια αυτή την ώρα.
You're the closest to heaven that I'll ever be
And I don't wanna go home right now
Μόλις γύρισε το βουρκωμένο της βλέμμα προς τα παιδιά, έκανε και εκείνος το ίδιο, δίνοντας της κλεφτές ματιές. Αυτή η στιγμή ήταν ολοκληρωτικά δική τους, αλλά ο κόσμος δεν εξαφανιζόταν δια μαγείας. Μπορεί να εξαφανιζόντουσαν αυτοί μετά.
Ήταν από τις λίγες φορές που δεν ήξερε τι να κάνει, επομένως απλά καμάρωνε. Ποιος άνθρωπος θα άλλαζε τραγούδι σε χορευτικό τελευταία στιγμή; Ήθελε τόσα να του πει, μα αν μιλούσε θα έπεφταν δάκρυα.
Από πότε έγινα τόσο συναισθηματική;
And all I can taste is this moment
And all I can breathe is your life
Το τραγούδι των The Goo Goo Dolls ήταν αργό, σε αντίθεση με το προηγούμενο τους τραγούδι που πήγαινε σχετικά γρήγορα. Μερικά παιδιά που έκαναν και σύγχρονο -τα οποία σε κάποια φάση είχαν και δικό τους σημείο στο χορευτικό- κατείχαν την τεχνική. Μπορούσαν να κόψουν την ταχύτητα των κινήσεων, ωστόσο τα υπόλοιπα κάπου το έχαναν.
Είχε υποσχεθεί στον εαυτό της να μην το κάνει ποτέ αυτό. Η μαμά της ποτέ δεν το έκανε και της είχε μάθει πως είναι λάθος και χαλάει όλη την παράσταση. Μπροστά της όμως είχε κάτι παιδιά, το τμήμα της, δεν άντεχε να τα βλέπει να ξέρουν το χορευτικό και να μην μπορούν να μπουν στον ρυθμό.
And sooner or later, it's over
I just don't wanna miss you tonight
Η Ίρις έπιασε το φόρεμα της στρώνοντας το καλύτερα καθώς έπεφτε στην κόκκινη μοκέτα, για να μην κρύβει την θέα από τους πίσω. Έκανε νόημα στα παιδιά να την κοιτάξουν όσο ο Άλεξ την κοιτούσε με πραγματική απορία.
Φαινόταν λίγο τρελή κουνώντας τα χέρια της και τον κορμό της πέρα δώθε; Κατά πάσα πιθανότητα. Αλλά έπρεπε κάπως να βοηθήσει το τμήμα της. Πόσες φορές έχεις δει δασκάλες να κάνουν νοήματα την ώρα μιας επίδειξης; Αν ποτέ, ήρθε η ώρα να μάθεις πως στον χορό αυτό γίνεται συνέχεια. Τις περισσότερες φορές φανερά, αλλά γίνεται και κρυμμένα, κάπου στην άκρη της σκηνής συνήθως.
When everything's made to be broken
I just want you to know who I am
Ο Άλεξ έπεσε δίπλα της ύστερα από λίγο. Οι ματιές τους ενώθηκαν ξανά. «Πως το έκανες αυτό;» ρώτησε η Ίρις την ερώτηση που την έτρωγε, προσπαθώντας να ακουστεί πάνω από την μουσική. Ήλπιζε να μην ακουγόταν μετέπειτα σε κάποιο βίντεο γονιών που τραβούσαν το παιδί τους.
Εκείνος της χαμογέλασε λαμπρά. «Έχω τους τρόπους μου. Να φανταστώ ξέρεις το τραγούδι», η αλήθεια ήταν πως δεν είχε ιδέα ποια τραγούδια ήξερε. Ποτέ δεν είχε δηλώσει κάποια αγάπη για κανένα είδος μουσικής. Δεν την είχε ρωτήσει κιόλας, διότι ποτέ δεν άκουγε μουσική. Το πρόσθεσε στην λίστα του με τις ερωτήσεις που ήθελε να της κάνει.
«Αν δεν το ήξερα, λογικά θα σου την έλεγα που άλλαξες τραγούδι τελευταία στιγμή» γέλασε γλυκά και ένιωσε τα μάγουλα της να καίνε. Σταμάτησε για λίγο να κάνει τις κινήσεις.
And you can't fight the tears that ain't coming
Or the moment of truth in your lies
«Δεν θα μου την έλεγες. Γιατί το τραγούδι είναι το δώρο σου»
«Δώρο μου;»
«Ναι,» ο Άλεξ πήγε λίγο πιο κοντά της για να πάει τα χείλη του κοντά στο αφτί της. «Όταν τα παιδιά έμαθαν πως δεν μπορείς να έρθεις στις πρόβες γιατί είσαι στο νοσοκομείο, στεναχωρήθηκαν. Ανησύχησαν για σένα. Οπότε αποφάσισαν να σου κάνουν ένα δώρο για την επιστροφή τους. Αυτά τα έκαναν όλα. Εγώ απλά τους πρότεινα το τραγούδι,» γύρισαν πρόσωπο με πρόσωπο ξανά. «Όχι, για να μην λες πως δεν σε συμπαθούν».
When everything feels like the movies
Yeah, you bleed just to know, you're alive
«Λες αλήθεια;» δεν έχει υπάρξει περισσότερες φορές στην ζωή της άφωνη όσο σήμερα. Έχασε τα λόγια της.
«Φυσικά και λέω αλήθεια Ίρις μου. Μπορεί να γκρίνιαζαν όταν τους έκανες είκοσι φορές το χορευτικό σε μια μέρα, αλλά αν δεν το μάθαιναν τόσο καλά, δεν θα είχαν το αποτέλεσμα που βλέπεις» συνέχιζε να της χαμογελά λες και το δώρο το έκαναν σε κείνον. Είχε χαρεί και μπορεί καταβάθος να ήταν πιο συγκινημένος από κείνη.
And I don't want the world to see me
'Cause I don't think that they'd understand
Πόσες λέξεις υπήρχαν για να περιγράψουν την άφωνη κατάσταση της; Υποθέτει πολλές. Δεν μπορούσε ωστόσο να σκεφτεί ούτε μία. Το μόνο που ήξερε είναι εκείνο το ζεστό συναίσθημα που φώλιαζε στο στήθος της και έκαιγε τον λαιμό της.
Δεν είχε ξανανιώσει τόσο έντονα και αλλοπρόσαλλα συναισθήματα με κάποιον. Δεν είχε πάρει τόση φροντίδα από κάποιον που μέχρι και πριν οχτώ μήνες ήταν ξένος. Χάιδεψε το πρόσωπο του. Το σκέφτηκε μια, δύο τρεις...
When everything's made to be broken
Το τραγούδι είχε κοπεί και ραφτεί για να κρατήσει λιγότερα λεπτά. Ερχόταν ο τελευταίος στίχος και η Ίρις έπρεπε να μιλήσει πριν είναι πολύ αργά. Πριν χαθεί η μαγεία των στίχων.
«Άλεξ,» εκείνος έγειρε το κεφάλι του προς το άγγιγμα της. «Σε αγαπώ».
I just want you to know who I am
Δεν βλεφάρισε, δεν σφίχτηκε, δεν είχε τέλος πάντων καμία αντίδραση που νόμιζε πως θα μπορούσε να έχει.
Ήταν πάλι η στιγμή τους, μα ο κόσμος δεν σταμάτησε. Σηκώθηκαν όλοι να χειροκροτήσουν το χορευτικό. Η Ίρις και ο Άλεξ έκαναν το ίδιο. Τα χέρια της κοπέλας μπορεί να έτρεμαν λίγο αλλά χειροκρότησε με όλη της την καρδιά.
Προσπαθούσε να μην σκέφτεται τόσο.
Έκανε νόημα στο τμήμα της που καμάρωνε τους γονείς τους να τους χειροκροτούν. Δεν ήθελε να χαλάσει αυτή την στιγμή γιατί μπορούσε να φανταστεί πόσο σημαντικό είναι για κείνα. Ωστόσο δεν μπορούν να μην συντονιστούν πάλι για να κάνουν μια υπόκλιση!
Πήρε το χέρι του Άλεξ και έκανε ψεύτικη υπόκλιση ώστε να τους το θυμίσει. Μόλις την κοίταξαν ξανά πιάστηκαν χέρι χέρι και έκαναν μερικά βήματα μπροστά στην σκηνή και υποκλίθηκαν ασυγχρόνιστα. Η Ίρις γέλασε. Πάντα τους έλεγε να μετράνε από μέσα τους αλλά μάλλον δεν το θυμόταν κανείς.
Όταν το δεύτερο εκκωφαντικό χειροκρότημα ήχησε στο θέατρο ο Άλεξ της έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο και της ψιθύρισε κόντρα στην φασαρία, «Και εγώ σε αγαπάω Ίρις μου»
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
ΓΕΙΑ ΣΟΥ!!!
Τι κάνεις, πως είσαι; Ελπίζω να κάνεις υπέροχες διακοπές και να πηγαίνεις συχνά θάλασσα!
Ελπίζω να σου άρεσε το κεφάλαιο. Πιστεύω λύνονται σιγά σιγά κάποιες απορίες που είχαν δημιουργηθεί με την πάροδο των κεφαλαίων.
Ήθελα να μην έχει και τρίτο κεφάλαιο στο θέατρο αλλά δεν έβγαινε όλο μέσα σε ένα! Οπότε να περιμένεις το επόμενο, που ξες τι άλλο θα έχει...
Αυτά από μένα για σένα! Μην ξεχνάς να κάνεις το σκιν κέαρ σου και να ενυδατώνεσαι. Εμείς θα τα πούμε την επόμενη Κυριακή!
Απεριόριστα φιλιά,
Στέλλα🦋
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top