4-Δεν φαίνεται αν

Το σπίτι του Αλέξανδρου ήταν πιο κοντά από το δικό της και της Στεφανίας στην σχολή. Ένιωσε λίγο ένοχη που έρχεται να την παίρνει και κάνει κύκλους.

Το σπίτι ήταν αρκετά μεγάλο. Ήταν μονοκατοικία-από τις λίγες που έχει δει στην Ρωσία-με δύο πατώματα. Εκείνοι έμειναν κάτω μιας και εκει ήταν η κουζίνα.

Μόλις έκλεισε την πόρτα πίσω τους γύρισε να την κοιτάξει και μίλησε ψιθυριστά. "Είναι η μάνα μου πάνω και κοιμάται, οπότε κάνουμε ησυχία" η Ίριδα ένευσε θετικά σαν να καταλαβαίνει.

Η κουζίνα ήταν ευρύχωρη με μοντέρνα χρώματα και έπιπλα να την στολίζουν. Ο Άλεξ την έβαλε να κάτσει στην καρέκλα και πήγε στο ντουλάπι για να βρει τι τσάγια είχαν.

"Σου αρέσει το απλό;" ρώτησε βγάζοντας ένα φακελάκι λίπτον. Το μόνο που βρήκε μέσα στο κουτάκι. Πρέπει να πάω σούπερ μάρκετ.

"Ναι, δεν έχω θέμα" ένευσε χωρίς να την κοιτάει και έβαλε νερό στον βραστήρα. Πήρε μια μπλε κούπα από το ντουλάπι και το μέλι.

Η Ίριδα δαγκώθηκε μόλις το είδε αλλά δεν είπε κάτι. Πήρε κατευθείαν το κινητό της για να ψάξει πόσες θερμίδες έχει το τσάι με μέλι. Έπρεπε να τα υπολογίσει για την υπόλοιπη μέρα.

Εξήντα-τέσσερις.

Γιατί είναι τόσο πολύ;

Μαζί με το τσάι που είναι μια βγαίνει εξήντα-πέντε.

Μου χαλάει όλο το πρόγραμμα. Αλλά δεν μπορώ να μην πιω. Με πεθαίνει πολύ ο λαιμός μου για να μην.

Από τις σκέψεις της την έβγαλε ο Αλέξανδρος. "Πίνεις κάποιο χάπι για αυτή την βροκάτι;" ρώτησε και άρχισε να ανακατεύει το τσάι με το μέλι.

"Έπαιρνα μικρή αλλά όχι πλέον, δεν χρειάζεται. Παθαίνω πολύ σπάνια κρίσεις βρογχίτιδας, μόνο αν είμαι άρρωστη ή σε τέτοιες περιπτώσεις" απάντησε σιγά για να μην ενοχλήσει την μαμά του που κοιμάται πάνω.

Της έδωσε το τσάι και εκείνη τον ευχαρίστησε. Έριξε μια διακριτική μάτια στο κινητό της για να ελέγξει την ώρα, κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Άλεξ.

Δώδεκα και δέκα.
Είναι η επόμενη μέρα, οπότε μπορώ να πιω.

Μόλις την είδε να πίνει την πρώτη γουλιά, τότε είναι που ηρέμησε. Έκατσε στην καρέκλα δίπλα της και άφησε μια ανάσα ανακούφισης.

"Τι είναι η βρογχίτιδα;" την ρώτησε μετά από λίγο.

"Αυτός ο υγρός βήχας που άκουγες πριν. Καμία φορά, ανάλογα στον άνθρωπο, είναι χρόνια ή οξεία. Είναι αναπνευστική φλεγμονή. Εγώ το έχω από μικρή και είχα ξεκινήσει αγωγή. Με τον καιρό πέρασε σε μεγάλο βαθμό" εξήγησε και ήπιε άλλη μια γουλιά από το τσάι της.

Έσμιξε τα φρύδια του. "Αφού είναι στο αναπνευστικό, πως κάνεις χορό; Και μάλιστα πρωταθλητισμό;" η ερώτηση του ήταν όντως πολλή λογική. Κόλλησε όμως για λίγο.

Γιατί ήθελε η μάνα μου.

"Από την στιγμή που είναι ελεγχόμενο, όλα καλά. Όταν μικρή δεν μπορούσα απλά έκανα διαλείμματα"

"Ακύρωσε το!" Της φώναξε ο πατέρας μου που έτρεμε από τα νεύρα του. Η μάνα μου τον αγνόησε και συνέχισε να με βάφει.

"Κιάρα" ήρθε μπροστά μας και της άρπαξε το πινέλο από τα χέρια.

Δεν ήθελα να τσακωθούν πάλι. Τσακώνονται κάθε μέρα.

Πιστεύουν πως δεν ξέρω ότι έχουν χωρίσει. Δεν ξέρω γιατί δεν μου το λένε, αλλά κάποιο λόγο θα έχουν.

Ο μπαμπάς μου πάντως, όταν νόμιζαν πως δεν τους ακούω, έλεγε 'δεν φεύγω από το σπίτι χωρίς την Ίριδα'. Και η μητέρα μου πάντα του έλεγε πως εκείνη έχει το δικαίωμα να με κράτηση γιατί είναι μάνα μου.

Πότε δεν την ένιωσα έτσι είναι η αλήθεια.

Ξέρω πως δεν θα με ρωτήσουν, αλλά αν μπορούσα να διαλέξω θα πήγαινα με τον μπαμπά.

"Τάσο τελείωνε. Πρέπει να είμαστε στο γήπεδο σε μια ώρα. Αντε να ετοιμαστούμε να φύγουμε" του πήρε το πινέλο μέσα από τα χέρια και εκείνος είχε μείνει άφωνος με την συμπεριφορά της.

Μου χαμογέλασε καθησυχαστικά μέσα από τον καθρέφτη.

"Μπορείς να έρθεις λίγο μέσα;" την ρώτησε και εκείνη ρόλαρε τα μάτια της.

"Ίριδα, μην κάνεις τίποτα, θα έρθω σε ένα λεπτό" μου είπε και σηκώθηκε. Πήγαν μέσα στο σαλόνι και μου έκλεισαν την πόρτα για να μην ακούω.

"Είσαι σοβαρή; Δεν βλέπεις που το παιδί είναι έτοιμο να ανεβάσει πυρετό; Βήχει, δεν μπορεί να χορεύει τόσες ώρες. Ακύρωσε το! Πες τους πως δεν μπορείτε τελευταία στιγμή δεν ξέρω. Από αυτό το σπίτι με την Ίριδα δεν θα βγεις"

Φυσικά και θα ακουγόντουσαν. Δεν χρειάστηκε καν να σηκωθώ για να ακούσω, από την καρέκλα μου ήδη άκουγα αρκετά.

"Έχει αγώνα σήμερα. Δεν γίνεται να μην πάμε" αρκέστηκε να απαντήσει.

"Αυτή είναι η μόνη σου δικαιολογία; Είναι δέκα Κιάρα! Δε-κα! Εξαιτίας σου δεν έχει φίλες, δεν τα πάει καλά στο σχολείο. Την έχεις μάθει να μετράει θερμίδες! Με όλα αυτά μπορώ να την πάρω εγώ στο δικαστήριο"

Είμαι σίγουρη πως η μάνα μου πήρε μια βαθιά ανάσα και πήγε ένα βήμα κοντά του.

"Ξέρεις, στο δικαστήριο, νικάει αυτός με την φήμη. Και εσύ τι έχεις; Α, τίποτα. Εγώ έκανα γνωστή την Ίριδα. Δεν πρόκειται να στην δώσουν. Μπορώ να πω ο,τι θέλω" το τελευταίο ακούστηκε σαν απειλή.

"Τολμά" Νομίζω δεν ήξερε τι να πει.

"Υπογράφεις τα χαρτιά διαζυγίου και τα λέμε στο δικαστήριο. Μέχρι να έρθουμε από τον αγώνα να έχεις φύγει" Δεν μιλούσαν για λίγο. "Τι; Θα με διώξεις από το σπίτι;" συνέχησε ειρωνικά ξέροντας πως εχει το πάνω χέρι.

Δεν είπε τίποτα.
Μόνο άνοιξε την πόρτα του δωματίου μου.

Ήρθε μέσα και μου έδωσε ένα φιλί στο μέτωπο.

"Τα χάπια και το σιρόπι είναι πάνω στο ράφι της κουζίνας. Μόλις γυρίσεις πάρε ένα σε παρακαλώ. Κρυφά από την μαμά" μου ψιθύρισε και τον κοίταξα δύσπιστα.

"Θα το καταλάβει..."

"Αγάπη μου, δεν φαίνεται αν φας μία θερμίδα παραπάνω. Θυμήσου το αυτό"

[...]

"Σίγουρα είσαι καλά;" την ρώτησε ο Άλεξ μόλις ήπιε όλο το τσάι που της έφτιαξε. Εκείνη ένευσε θετικά.

Η Στεφανία την είχε πάρει τηλέφωνο για να έρθει να την πάρει. Βασικά, όχι ακριβώς η Στεφανία αλλά το αγόρι της. Μάλλον εκείνη είχε πιει παραπάνω από όσο αντέχει και είχε έρθει να την πάρει μαζί με την συγκάτοικο της για να την πάνε σπίτι.

"Μην ανησυχείς. Θα πάρω κάνα χάπι για τον λαιμό και όλα καλά" του είπε στεκόμενη στην πόρτα. Έσφιξε το παλτό της και έστρωσε όπως όπως τα μαλλιά της που πετούσαν από την υγρασία.

Εκείνος είχε μπλέξει τα χέρια του μεταξύ τους και στεκόταν πίσω της σίγουρος πως δεν θα πέσει ή κάτι τέτοιο.

Η Ίριδα τον κοίταξε στα μάτια και για πρώτη φορά του χαμογέλασε-προς έκπληξή του-καθόλου ειρωνικά. Αντίθετα με ευγνωμοσύνη.

"Σε ευχαριστώ πολύ. Και συγγνώμη για ο,τι έγινε. Θα τα πούμε αύριο" προσπάθησε να μην μορφάσει στα μπλε του μάτια να την κοιτάνε έτσι. Τον χαιρέτησε με το χέρι της, άνοιξε την πόρτα και έφυγε.

Ο κρότος τον έκανε κάπως να ξυπνήσει.
Λες να πέσει στις σκάλες;

Ελπίζω όχι.

Αν και δεν είναι πολλές;

Ναι αλλά αν;

Πήγε στο παράθυρο κοιτώντας προσεκτικά για να σιγουρευτεί. Τελικά, μπήκε με ασφάλεια μέσα στο αμάξι του Λέβι.

"Αλέξανδρε τι κάνεις στο παράθυρο;" άκουσε την αγουροξυπνημένη φωνή της Σοφίας, της μητέρας του. Εκείνος γύρισε έντρομος να την κοιτάξει.

"Ρε μαμά με τρόμαξες" είπε αφήνοντας μια ανάσα. Κοίταξε τριγύρω και μετά συνειδητοποίησε. "Γιατί σηκώθηκες; Και που είναι οι πατερίτσες σου;" πήγε αμέσως κοντά της για να την κρατήσει.

Ρόλαρε τα μάτια της. "Καλά είμαι, απλώς, άκουσα φωνές και ήθελα να δω τι συμβαίνει"

"Σε ξυπνήσαμε;"

"Όχι καλέ, διάβαζα ένα βιβλίο" του είπε και την πήρε αγκαζέ για να ανέβουν μαζί πάνω στο δωμάτιο της.

"Ποια ήταν;" συνέχισε πονηρά σηκώνοντας τα φρύδια της συνωμοτικά. Ήταν σειρά του Άλεξ να ρολάρει τα μάτια του.

"Η κοπέλα που θα χορέψουμε μαζί στο εθνικό. Δεν ήταν πολύ καλά και της έφτιαξα ένα τσάι" εξήγησε χωρίς να πει πολλές λεπτομέρειες.

"Καλά έκανες του κοριτσιού. Η κόρη της Κιάρα;" ρώτησε για να σιγουρευτεί και ξίνισε το πρόσωπό της.

"Ναι, πως και θυμάσαι την μάνα της;"

"Ξεχνιέται τέτοια μούρη; Αντιπαθητικότατη" του είπε και ανέβηκαν και το τελευταίο σκαλί. Καθώς μπήκαν στο δωμάτιο και την βοήθησε να ξαπλώσει πίσω έσμιξε τα φρύδια του.

"Γιατί τι έχει; Εγώ μια χαρά γυναίκα την θυμάμαι"

"Και δύο τρομάρες! Έχει κάνει την κόρη της ανασφαλή όσο δεν πάει"

"Την Ίριδα; Σίγουρα μιλάμε για την ίδια;" ρώτησε γελώντας. Εκατό τοις εκατό δεν έλεγαν για την ίδια. Αυτή που βγαίνει παντού πρώτη και πιστεύει πως της ανήκει ο χορός; Μόνο ανασφαλείς δεν είναι.

"Ναι;" έβαλε μια καστανή, αδύναμη τούφα πίσω από το αφτί της. "Δεν θυμάσαι; Πως συμπεριφερόταν πίσω από τις κάμερες;"

"Όχι" απάντησε ειλικρινά και πλέον του είχαν δημιουργηθεί πολλές απορίες. Κοίταξε την Σοφία περιμένοντας απαντήσεις.

"Το κοριτσάκι ήταν οχτώ χρονών και δεν του έδινε να πιει νερό. Για να μην φουσκώσει και φαίνεται άσχημο το φόρεμα λέει. Πολλά κόμπλεξ με τα κιλά της και την εμφάνισή της" είπε και ξαναπήρε το βιβλίο στα χέρια της με νεύρα.

Του έκανε εντύπωση πως συγκεκριμένα η μάνα του μίλαγε για αυτό το θέμα. Μετά σκέφτηκε πως ξέρει ότι έχει κάνει λάθη και δεν της αρέσει να βλέπει να κάνουν τα ίδια και οι άλλοι.

"Δεν το θυμάμαι..." μουρμούρισε αλλά ξαφνικά άρχισε κάπως να βγάζει νόημα.

"Τέλος πάντων, πως πέρασες;"

Η Σοφία δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με τον χορό. Δεν είχε ιδέα από αθλήματα γενικώς. Οπότε όταν πήγε τον γιο της πρώτη φορά, τότε άρχισε να μαθαίνει την αλήθεια πίσω σε αυτό το άθλημα.

Πόσο σκληρά τα πράγματα μπορούν να γίνουν και, εν τέλει, πόσα κοινά μπορούν να έχουν.

Πήγαινε τον Αλέξανδρο πάντα στις παραστάσεις ή στους διαγωνισμούς που ήθελε χωρίς να την νοιάζει αν θα βγει πρώτος ή τελευταίος. Αν αυτός περνούσε καλά, της έφτανε και της περίσσευε.

Έμαθε όμως πως δεν ήταν όλοι έτσι.

Πάντα θα θυμάται εκείνη την μέρα που γνώρισε την Ίριδα. Επειδή το σύμπαν παίζει παιχνίδια, είχαν το ίδιο πρόβλημα.

Ή τουλάχιστον παρόμοιο.

Με την διαφορά πως η μία το πληρώνει και η άλλη δεν έχει ιδέα.

[...]

"Γιατί ήπια γαμώτο" μουρμούρισε μόλις βγήκε για τρίτη φορά από την τουαλέτα και κάθισε στην κουζίνα απέναντι από την Ίριδα, τρίβοντας το πρόσωπό της.

Η κοπέλα της χαμογέλασε συμπονετικά. Έσυρε προς το μέρος της ένα ποτήρι με νερό και μέσα χιλιάρι ντεπόν. "Πιες αυτό και θα σου περάσει κάπως, ελπίζω" Δεν είχε προσωπική εμπειρία αλλά έτσι έβλεπε να κάνουν.

"Έχω και μάθημα σήμερα με τα μωρά και" την κοίταξε έντονα στα μάτια "δεν έχεις ιδέα για τι τσιρίδα μιλάμε" την λυπόταν και ας μην είχε ιδέα.

Έβλεπε και την μάνα της όταν έκανε μάθημα στα μικρά και δεν έκαναν ησυχία μέχρι να τους τάξεις γλυκό στο τέλος.

"Στεφανία;"

"Πες μου" ήπιε μια γουλιά από το νερό της περιμένοντας να πει.

"Τι έχει γίνει με τον Μαρκ; Ελπίζω να μην γίνομαι αδιάκριτη" πρόσθεσε γρήγορα την τελευταία πρόταση για να μην την φέρει σε άβολη θέση.

"Όχι καλέ σιγά. Απλώς ένα φεγγάρι κάναμε κάτι" της είπε αδιάφορα και μια έκφραση αηδίας εμφανίστηκε στο πρόσωπο της καθώς ήπιε και άλλη γουλιά.

"Πάντως αυτόν δεν τον είδα τόσο αδιάφορο" απάντησε η Ίριδα με λίγο υπονοούμενο στην φωνή της.

"Μάλλον δεν ξεπερνιέμαι εύκολα" ήταν σίγουρη πως κάτι της έκρυβε αλλά δεν το σχολίασε. Τώρα γνωρίζονται, μπορεί να θέλει πρώτα να την εμπιστευτεί.

Ένευσε απλώς θετικά γελώντας.

Η Στεφ ήπιε και την τελευταία γουλιά και προσπάθησε να κρύψει την πικρίλα στο πρόσωπο της. Σηκώθηκε όρθια και τραβήξε και την φίλη της.

"Σήκω, πάμε σχολή πριν το μετανιώσω και ακυρώσω όλα τα μαθήματα"

[...]

"Πάμε πάμε πάμε!" Χτύπησε παλαμάκια ρυθμικά με την φωνή της η Νατάσα και πήγε να βαλει μουσική.

Δεν είχε ιδέα τι συνέβη χθες, αλλά από την στιγμή που τα βρήκανε τα άλλα της περισσεύουν.

Σήμερα ήταν συγχρονισμένοι και πιο ανοιχτοί, κάτι που έκανε την δουλειά της ακόμη πιο εύκολη.

"Ακούτε αυτά τα σκαμπανεβάσματα στην μουσική; Εκει θέλω να πάτε πιο γρήγορα και μετά αργά. Μέχρι να έρθει το ρεφρέν και μετά το φινάλε" εξήγησε την βλέψη της και το ντουέτο της ένευσε θετικά.

Το τραγούδι ξεκίνησε και έκαναν το πρώτο σκέλος της χορογραφίας που είχαν έτοιμο.

Η Ίρις πήγε να φύγει μακρυά του αλλά ο Αλέξανδρος της έπιασε γρήγορα το χέρι και την έφερε κοντά του.

Μετά απο αυτό, η Ίριδα πήγε μπροστά του. Τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του όσο εκείνος γύρω από την μέση της για να την κρατάει σταθερή.

Κοιτούσαν ο ένας τον άλλον για δύο δευτερόλεπτα μέχρι να έρθει το σημείο του τραγουδιού που έριχνε πίσω το κεφάλι της και όλον τον κορμό της.

Κάπου στο βάθος ακουγόταν και η Νατάσα λέγοντας συνέχεια την λέξη "αργά!".

Μόλις η Gracie είπε το πρώτο you said forever απομακρύνθηκε από τον Άλεξ μια και καλή αυτή την φορά, μπαίνοντας ακριβώς στο πετσί το ρόλου.

Η Ίριδα όταν χόρευε έπαιρνε πάντα ρόλους. Δεν ήταν ποτέ αυτή. Ο χορός, αν δεν το μαθαίνεις από εμένα, είναι και ηθοποιία. Εκείνη την ώρα ήταν η Gracie, ή οποιαδήποτε πληγωμένη κοπέλα που προσπαθεί-ή και όχι-για αυτή την δεύτερη ευκαιρία. Για αυτές τις αναμνήσεις που κυνηγάνε το ζευγάρι.

Εκείνος την κυνηγούσε από πίσω της όσο κοιτούσε χαμένα το χώρο. Μέχρι να μπει ο επόμενος στίχος άνοιξε τα χέρια της δεξιά και αριστερά και επεσε πίσω.

Την έπιασε.

"Με αυτόν τον τρόπο δείχνετε πως όσο και αν προσπαθεί να φύγει, πάντα θα γυρνάει πίσω"

Την σήκωσε σε στυλ νύφης κρατώντας την γερά μην πέσει. Ο μεγαλύτερος του φόβος ήταν αυτός. Δεν ήταν ανάγκη να βγούνε πρώτοι, απλά ας έχουν σώα κόκαλα μέχρι το τέλος.

"Θέλω να κάνετε δύο στροφές. Όχι πολύ γρήγορα για να μην στραβοπατήσει ο Αλέξανδρος. Ωστόσο, θέλω να δείχνετε ευτυχισμένοι, λες και μόλις παντρευτήκατε. Ίριδα, έχε ψηλά τα χέρια και χαμόγελα. Κούνα πόδια, δείξε το ποσό ωραία περνούσατε πριν τα προβλήματα στην σχέση σας"

Οπότε αυτό έκαναν. Ήταν σαν σκηνή από ταινία. Η πραγματικότητα είναι το να τσακώνονται αλλά κάπου κάπου υπάρχουν και αυτές οι ευτυχισμένες σκηνές.

Μια από τις συναδέλφους της Νατάσας χτύπησε την πόρτα. Σταμάτησε την μουσική καθώς την κατέβαζε. "Διάλειμμα για νερό" είπε και πήγε γρήγορα να μιλήσουν.

Ο Άλεξ πήγε προς την τσάντα του και έβγαλε το μπουκάλι με το νερό. Το ήπιε όλο με την μια μιας και είχε σκάσει. Είχαν ανοιχτό ακόμα και το ερκοντίσιον λόγο κρύου.

Αντίθετα, η Ίρις δεν σηκώθηκε. Ξάπλωσε στο πάτωμα κοιτώντας το ενδιαφέρον ταβάνι. Έσφιξε την ήδη σφιχτή κοτσίδα της και άπλωσε τα χέρια της δεξιά και αριστερά.

"Δεν θα πιεις νερό;" ρώτησε με απορία μιας και είχε κοκκινήσει ολόκληρη. Η προπόνηση σήμερα ήταν κάπως βασανιστική αλλά με την Νατάσα είχε πλάκα.

"Δεν κάνει να πίνεις νερό ενδιάμεσα στην προπόνηση" απάντησε και έκανε λίγο αέρα στο πρόσωπο της.

Ο Άλεξ έσμιξε τα φρύδια του. "Ποιος το λέει αυτό; Αν δεν πιεις θα πέσεις κάτω"

"Θα φουσκώσεις και δεν θα είσαι το ίδιο λειτουργικός" γύρισε να τον κοιτάξει.

"Αν πιεις όλο τον Βόσπορο μπορεί. Με μια γουλιά δεν νομίζω" ξαφνικά του ήρθε η συζήτηση που είχε με την μάνα του το βράδυ.

Ρόλαρε τα μάτια της. "Ήπιες όλο το μπουκάλι"

"Έχω και άλλο" απάντησε αλαζονικά ανασηκώνοντας τους ώμους. Δεν το σχολίασε.

Ξαφνικά, άκουσε κάτι να δονείται.

"Ίρις νομίζω σε παίρνουν τηλέφωνο" της είπε μιας και δεν ήταν το δικό του. Ένιωθε να γυρίζουν όλα οπότε αρκέστηκε να απαντήσει με ένα:

"Δες ποιος είναι"

"Εγώ;"

"Υπάρχει κάποιος άλλος εδώ μέσα;" ειρωνεύτηκε αλλά έκανε αυτό που της είπε. Ήταν πάνω πάνω στην τσάντα της οπότε δεν χρειάστηκε να ψάξει.

"Είναι η μαμά σου" είπε μολις είδε το όνομα στην οθόνη αλλά το έκλεισε. Ένα δευτερόλεπτο μετά πείρε ξανά. Σηκώθηκε για να της το δώσει αλλά αυτή τον σταμάτησε.

"Κλειστό και βάλτο στο αθόρυβο"

"Μπορεί να ανησυχεί-"

"Αν ανησυχεί θα με πάρει και πιο μετά" ήταν απόλυτη. Μαύρο στο μπλε για κάποια δευτερόλεπτα. Έσπασε την επαφή και έκανε αυτό που του είπε.

Το έβαλε πίσω στην τσάντα της χωρίς να πει κάτι άλλο. Τελικά αυτά που μου είπε η μάνα μου βγάζουν πολύ νόημα. Παραπάνω από όσο πίστευα.

Και σκέφτηκε πόσο τραγικό είναι για κάποιον να μην μπορεί να έχει την μητέρα σου ως σπίτι. Πως ποτέ δεν έζησε όπως τα άλλα παιδιά και δεν πήρε αυτό το μαμαδίστικο χάδι.

Αλλά ας μην βγάζω βιαστικά συμπεράσματα. Δεν μπορώ να κρίνω τον άλλον από μια κίνηση.

"Ζαλίζεσαι;" την ρώτησε ο Αλέξανδρος μετά από λίγο μιας και δεν σηκωνόταν. Είχε εστιάσει σε ένα σημείο του ταβανιού και-τελείως ασυναίσθητα-έριξε και αυτός μια ματιά. Δεν είχε τίποτα το σπουδαίο.

Δεν γύρισε να τον κοιτάξει.

Ναι.
"Όχι"

"Μάλιστα" είπε μόνο και έβγαλε το δεύτερο μπουκάλι νερό που είχε στην τσάντα του. Χωρίς προειδοποίηση, της το πέταξε.

Η Ίριδα γούρλωσε τα μάτια της και αντανακλαστικά, το έπιασε. Γύρισε να τον κοιτάξει με το ίδιο ύφος.

"Αγόρι μου, είσαι ηλίθιος;"

"Πιες έστω δύο γουλιές και, στο υπόσχομαι, δεν θα φουσκώσεις. Το πιο πιθανό είναι να ανακουφιστείς" έμεινε να τον κοιτάει για κάποια δευτερόλεπτα με τα χέρια της να αιωρούνται πάνω από το καπάκι.

Εκείνη την ώρα η Νατάσα μπήκε μέσα με σκουφάκι Αγίου Βασίλη στο κεφάλι και μια τεράστια κούτα στα χέρια της. Την σήκωσε ψηλά και την κούνησε χαρούμενα.

"Αύριο θα στολίσουμε την σχολή. Θέλετε να έρθετε για βοήθεια;" ρώτησε αν και δεν θα λάμβανε το όχι σαν απάντηση. Καλό θα ήταν να έρθουν και λίγο πιο κοντά.

Τώρα πόσο πιο κοντά, δεν έχω ιδέα.

Η Ίριδα ως όχι και τόσο λάτρεις των Χριστουγέννων πήγε να αρνηθεί ευγενικά αλλά την διέκοψε ο παρτενέρ της.

"Φυσικά!" Απάντησε πρώτος και η Νατάσα κούνησε και άλλο ενθουσιασμένα την κούτα.

Δεν συμμεριζόταν τον ενθουσιασμό τους οπότε, κάπως ασυναίσθητα, άνοιξε το μπουκάλι με το νερό που της έδωσε ο Άλεξ και ήπιε ακριβώς δύο γουλιές.

Τους κοίταζε να συζητούν τις βλέψεις τους για το πως να στολίζουν τον όροφο.

Εκείνος όμως, της έριξε μια πλάγια μάτια και χαμογέλασε. Γιατί όντως ήπιε τις δύο γουλιές.



































~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ΕΠΠ

Γιορτινό το κλίμα σήμερα!

Για να σε βάλω και λίγο στις ημερομηνίες: το βιβλίο διαδραματίζεται τέλει Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου. Και όσο πάει.

Ήταν λίγο βαρετό κεφαλαιάκι αλλά είχε κάποιες έξτρα πληροφορίες. Όπως για την Σοφία!

Θέλω πολύ πολύ να ακούσω εντυπώσεις!

(Το κεφάλαιο ανέβηκε υπό τις απειλές της κολλητής μου οπότε Αννούλα ορίστε)

Σε άλλα νέα εγώ πάω διακοπές επομένως δεν γνωρίζω πότε θα ανέβει το επόμενο.

Βέβαια κάτι έχω πάθει και ανεβάζω κάθε Κυριακή άρα μπορεί και το επομενο να ανέβει τότε.

Αυτά από μένα για σήμερα!

Να κάνεις το σκιν κέαρ σου και να χαμογελάς!!

Φιλούμπες,
Στέλλα🦋

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top