14-Ο καμβάς του μπλε

Οι μέρες περνούσαν ήρεμα, τόσο ήρεμα που η Ίριδα σε κάθε άλλη περίπτωση θα αγχωνόταν. Τώρα όχι.

Δεν είχε συμβεί τίποτα που θα μπορούσε να της ταράξει την ηρεμία, πέρα από τις αρκετές εργασίες και διάβασμα που είχε για τα ρωσικά, δεν την απασχολούσε κάτι αρκετά. 

Όταν ανακοίνωσε στον πατέρα της και στην Ελευθερία πως ο αγώνας συνεχίζεται και θα παραμείνει στην Ρωσία για άλλους εφτά μήνες, αντέδρασαν πολύ θετικά. Της έδωσαν από ένα φιλί στο μάγουλο ο καθένας και μια αγκαλιά καλής επιτυχίας.

Ο Γεράσιμος το έμαθε τελευταίος από την οικογένεια. Η Ίριδα περίμενε να νευριάσει λίγο μαζί της, μιας και υποτίθεται θα επέστρεφαν όλοι μαζί Ελλάδα. Παρόλα αυτά, απλώς της χαμογέλασε πονηρά λέγοντας της να τον πληροφορεί σε καθημερινή βάση για τον λεγάμενο. Η κοπέλα τον κοπάνησε στην πλάτη λέγοντας του να μην τον ξαναπει έτσι νευριασμένα.

Αφού έμαθε πόσο την ενοχλεί, της υποσχέθηκε να το λέει όλη την ώρα.

Όσο και να της την έδινε, τον αγαπούσε όσο δεν πάει. Ήταν και θα είναι ο αγαπημένος της και μοναδικός αδελφός που απέκτησε τυχαία. 

Τώρα βρίσκονταν στο αεροδρόμιο με την μαυρομάτα να τους δίνει μια τελευταία οικογενειακή αγκαλιά. Πριν φύγουν για να πάνε στην πύλη τους, ο Τάσος έλεγε κάποια τελευταία λόγια στην κόρη του.

"Πρόσεχε εδώ, σε παρακαλώ. Ο,τι και αν γίνει πάρε με τηλέφωνο και έφτασα, όχι που θα μουρλάνουν το κοριτσάκι μου" την πήρε άλλη μια αγκαλιά με εκείνη να γελάει. Που να 'ξερε πως στην Αθήνα θα τρελενόταν.

Ή έτσι νόμιζε.

"Ναι μπαμπά, μην αγχώνεσαι, ενήλικη είμαι"

"Δεν έχει σημασία! Σε μια ξένη χώρα είσαι"

"Καλά καλά, άντε να πηγαίν-"

"Α και να ξέρεις, δεν έχω πει τίποτα ακόμα στην μάνα σου. Τώρα που θα γυρίσει και αυτή θα την ενημερώσω, να μην μπορεί να έρθει πίσω" της είπε για να την καθησυχάσει σε αυτό το θέμα. Η Ίριδα έγνεψε θετικά για εικοστή φορά σήμερα, μετά από τόσες συμβουλές.

"Ναι μπαμπά, μου το έχεις πει ίσα με δέκα φορές σήμερα" την άφησε από την αγκαλιά του και έκανε την καρδιά του πέτρα έτοιμος να φύγει.

"Πριν φύγεις, θέλεις να σου δώσω τα σκουλαρίκια πίσω;" έβγαλε το ίδιο κουτάκι από την τσέπη της όπως και ο Τάσος τότε, λίγο πριν το ταξίδι στην Ρωσία.

Της το έσπρωξε πίσω. "Ίριδα είναι δικά σου" 

"Μα δεν δούλεψαν..." ο  άντρας την κοίταξε επιβλητικά λες και είπε κάτι εξωπραγματικό που τον πλήγωσε. Όταν έπαιρνε αυτό το ύφος ένιωθε άσχημα, ήταν ο μόνος στην οικογένεια που μπορούσε να τον κάνει.

"Η καλή τύχη πηγάζει από μέσα μας, όπως κάθε ενέργεια. Για κάποιο λόγο έγινε όλο αυτό, επίσης μπορεί αυτή την στιγμή να δουλεύει η τύχη σου για κάτι άλλο και εσύ να κοιμάσαι. Δεν είναι όλα ο χορός αγάπη μου" της χάιδεψε απαλά τα χρυσά μαλλιά της και εκείνη δεν απάντησε τίποτα. "Δεν πήρες τυχαία το όνομα σου, αξιοποίησε το όπως πρέπει. Άντε, ψηλά το κεφάλι και πήγαινε να δείξεις ποια είσαι, ναι;" μπορεί να μην έλεγε συχνά την τελευταία συμβουλή, ωστόσο ακουγόταν πολύ διαφορετικά με την δική του την φωνή πάρα με της Κιάρα.

Του χαμογέλασε εγκάρδια. "Ναι μπαμπά μου, καλό ταξίδι" τους χαιρετούσε όλους από μακριά μέχρι να χαθούν από τον ορίζοντα.

Άνοιξε το κουτί και έτρεξε στο μπάνιο του αεροδρομίου να τα βάλει. Ένιωθε πως έκανε μεγάλο λάθος που τα έβγαλε. Για κάποιο λόγο είναι δικά μου, για κάποιο λόγο μου τα έδωσε η γιαγιά -που μπορεί να μην γνώρισα ποτέ- μαζί με το όνομα της.

Κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη κοιτάζοντας τα σκουλαρίκια έντονα. Ποια λες να είναι αυτή η πεταλούδα πάνω τους;

Μόλις πήγαινε σπίτι θα το έψαχνε. Είχε μια ανάγκη να μάθει ποια ήταν αυτή μπλε πεταλούδα πάνω στο κόσμημα που κληρωνόμησε. Και πάνω από όλα γιατί μπλε.

Άρχισε να πιστεύει πως το σύμπαν της έκανε πλάκα με το συγκεκριμένο χρώμα.

[...]

Σήμερα ήταν το τελευταίο τους μάθημα. Δεν είχε ιδέα πως πέρασε τόσο γρήγορα ο καιρός και άρχισε να αγχώνεται σε υπερβολικό βαθμό. 

Η ρουτίνα τους αυτές τις εφτά μέρες φάνταζε αρκετά σπιτική, αρκετά βολική και χουχουλιάρικη, σαν το αγαπημένο σου άρωμα σεντονιού ένα πράγμα. Έτσι το είχε σχεδιάσει στο κεφάλι της.

Πήγαινε σε καθημερινή βάση σπίτι του και την διάβαζε με τα αγαπημένα της ασημένια γυαλιά. Μετά από κάθε μάθημα η Ίριδα απέφευγε το φιλί σαν ο διάολος το λιβάνι. Όχι γιατί δεν ήθελε, αλλά γιατί πλέον θα ήταν ξανά συνεργάτες, δεν μπορούσαν να μπλέξουν επαγγελματική και προσωπική ζωή.

Ή τουλάχιστον σύμφωνα με τους κανόνες της Ίριδας. Ο Άλεξ από την αλλή δεν έδειχνε ιδιαίτερη συμπάθεια και κατανόηση σε αυτόν τον νοητό κανόνα. 

Και θα της το έκανε σαφή σήμερα κι όλας.

Η κοπέλα ετοίμασε την τσάντα της βάζοντας διάφορα χαρτιά μέσα και πήγε στο σαλόνι για μια επανάληψη με την Στεφανία. 

Τελευταίο μάθημα ισοδυναμεί με διαγώνισμα. Διάβαζε όλη μέρα και πιστεύει πως είναι πανέτοιμη. Στο μόνο που είχε αδυναμία ήταν η προφορά.

Οπότε την βοήθησε και η Στεφανία. 

"Ακόμα να καταλάβω γιατί η μάνα μου δεν ήθελε εγώ να σε διδάξω" είπε παραπονιάρικα καθώς ετοίμαζε κάποιες ερωτήσεις στην Ίριδα. Οριακά είχε θιχτεί ο εγωισμός της.

Η κοπέλα γέλασε.

Τις τελευταίες μέρες έχουν κάνει αρκετή πρόοδο στην μεταξύ τους φιλική σχέση. Και η δύο κοπέλες είχαν χαρεί αρκετά για την τροπή των πραγμάτων.

Η τύχη δουλεύει.

"Να σου πω την αλήθεια ούτε εγώ ξέρω"

"Νομίζω πως η κυρά Νατάσα έχει καταλάβει πως παίζει κάτι μεταξύ σας, με τον Αλέξανδρο, και θέλει να σας βοηθήσει. Το κάνει και σε διάφορους μαθητές" 

"Τι γλυκό" έκανε η Ίριδα, η μητέρα της δεν θα το έκανε ποτέ αυτό στην δική της σχολή. Χαιρόταν που θα δουλέψει στην Νατάσα, ένιωθε την θετικότητα.

Και άλλη ενέργεια.

"Αλλά με τον Άλεξ δεν συμβαίνει τίποτα, είναι όλα καθαρά επαγγελματικά, πιστεύω" ακούστηκε η ασιγουριά της στο τέλος.

"Όταν καταλάβεις και εσύ πείτε στην Νατάσα να χαρεί" αστειεύτηκε η Στεφανία για να αλλάξει θέμα, μιας και φαινόταν πως η Ίριδα δεν ήταν σίγουρη πως ήθελε να το συζητήσει.

Και είναι αλήθεια. Νιώθει περίεργα να λέει τέτοια πράγματα στους γύρω της, την κάνει να αισθάνετε σαν βάρος στην σχέση. Ο μόνος άνθρωπος που την έπεισε για το αντίθετο ήταν ο Γεράσιμος και σιγά σιγά και άλλοι δύο ξεκινούν να κερδίζουν την εμπιστοσύνη της.

"Λοιπόν ξεκινάμε! Και αν ο Αλέξανδρος δεν σου βάλει εκατό, δεν με λένε Στεφανία" είπε μεταξύ αστείου και σοβαρού η κοπέλα με τα πράσινα μάτια. Αν και το είχε πάρει πατριωτικά. Θα την έκανε να μην κάνει ούτε μισή λέξη λάθος.

Μόλις η Ίριδα ξεκίνησε να μιλάει, στο κινητό της Στεφανίας ήρθε ένα μήνυμα. Το κοίταξε διακριτικά για να μην χάσει τα λόγια της. Προσπάθησε να μην γουρλώσει τα μάτια της διαβαζοντάς το.

Έπρεπε να φύγει σε λίγο επειγόντος. Οπότε είπε στην Ίρις να την πετάξει με το αμάξι μέχρι το σπίτι του Αλέξανδρου.

"Ναι, φυσικά, δεν έχω πρόβλημα. Όλα καλά;" ρώτησε με καθαρό ενδιαφέρον.

"Ναι απλώς θέλω να λύσω ένα προβληματάκι. Θα στα πω μετά, αν θες φυσικά. Έλα τώρα να συνεχίσουμε" την παρότρυνε με το χέρι της χαμογελώντας. Δεν θα χαλούσε την διάθεση της! Δεν το δεχόταν!

Μόλις γυρνούσε η Στεφ είχε πολλά να της πει, αν έγινε αυτό που πιστεύει.

Μετά από την σημερινή νύχτα, στο μικρό αυτο διαμέρισμα, οι δυο ξανθομαλλούσες έγιναν αχώριστες.

[...]

Η Ίριδα έσκισε και την τρίτη κόλλα χαρτί που της είχε δώσει ο  Άλεξ σχεδόν έξαλλη. Δεν ήθελε να έχει πάνω ούτε μισό λάθος και όταν δεν μπορούσε να το σβήσει, το έσκιζε. Σκέψου πως ήταν μόνο στην αρχή.

"Το υπόσχομαι τώρα, θα είναι το τελευταίο χαρτί που θέλω" γύρισε το κεφάλι της στον Αλέξανδρο που περίμενε να τον βρει εκνευρισμένο με την παιδιάστικη αυτή συμπεριφορά της. Όμως όχι.

Ήταν ήρεμος, δεν τον ενδιέφερε, μπορούσε να της δώσει και άλλη κόλλα, δε χάθηκε κι ο κόσμος. Πρόσεξε, δεν το έπαιζε ήρεμος, ίσα ίσα, έδειχνε περισσότερη κατανόηση και από καθηγητές δημοτικού.

"Πάρε τον χρόνο σου Ίρις. Δεν σε αγχώνει η ώρα, ούτε εγώ. Όλο αυτό γίνεται για να μάθεις, ναι;" αναρωτιόταν πως αυτός ο άνθρωπος είναι αληθινός, ποτέ της δεν είχε τέτοια περίσσεια χαλαρώτητα. Το ζήλευε κάπως αυτό.

"Ωραία, ναι" πήρε τα λόγια του και τα έκανε δικά της. Μπορεί να έκανε και περισσότερη ώρα από όσο έπρεπε. Ωστόσο, όλη την ώρα βρισκόταν δίπλα της και της έλυνε την όποια απορία του έλεγε.

"Με αγχώνει όταν μου κοιτάς επίμονα το γραπτό. Νιώθω λες και τα έχω όλα λάθος" του είπε έτοιμη να το ξανασκίσει, ο Άλεξ έσπευσε κατευθείαν να την καθησυχάσει.

"Δεν ήταν αυτός ο σκοπός μου, απλώς παρατηρώ την τελειομάνια σου να τα γράφεις όλα, χωρίς μισή γραμμή λάθος"

"Αυτό είναι καλό;"

"Για μένα που δεν θα μου βγουν τα μάτια για να τα διορθώσω, ναι, είναι τέλειο. Για σένα ελπίζω το ίδιο" ήξερε πως δεν ήταν καλό για την Ίρις πάντα, η τελειομάνια είναι ψυχαναγκασμός. Ξέρει πως πιέζεται και πως, κατά πάσα πιθανότητα, έτσι της έχουν διδάξει, όμως δεν παύει να είναι κουραστικό.

 "Δεν νομίζω πως χρειάζεται διόρθωση" απάντησε αλαζονικά βάζοντας και την τελευταία τελεία της τελευταίας πρότασης. Ψευτό-έλεγξε το γραπτό της, όπως κάνουμε όλοι, και έγραψε το όνομα της ψηλά με καλλιγραφικά γράμματα.

Του το έδωσε με το χέρι της να τρέμει ελάχιστα από το πολύ γράψιμο. Ήξερε πως τα είχε πάει τέλεια. Αυτό που ίσως δεν ήξερε όμως ήταν... "'Ιρις," πήρε το χαρτί στα χέρια του και του έριξε άλλη μια ματιά. "Δεν ξέρω αν το γνωρίζεις αλλά είσαι πανέξυπνη"

Η κοπέλα σούφρωσε τα φρύδια της. "Τι;" πίστεψε πως το λέει με ειρωνία.

"Τι τι; Δεν ξέρω ποιος σου έδωσε την πεποίθηση ότι δεν είσαι έξυπνη" -ή μάλλον ξέρω- "και μου έλεγες πως δεν τα πήγαινες καλά στο σχολείο. Εγώ μέσα σε αυτές τις εφτά μέρες είδα μια κοπέλα η οποία έχει πολλές δεξιότητες και πιάνει πανεύκολα τα γράμματα. Μόνο και μόνο από την προσπάθεια θα σου έβαζα εκατό, ωστόσο το γραπτό είναι για τόσο. Μπράβο ρε Ίρις, ούτε ένα λάθος" έγραψε πάνω στη κόλλα τον πολυπόθητο αριθμό με τα δύο μηδενικά και το έβαλε μέσα σε κύκλο.

"Ευχαριστώ" χαμογέλασε εγκάρδια. Της ήταν πολύ δύσκολο να λέει τα αισθήματά της. 

Μπορούσε να μην πει χίλια ευχαριστώ συγκινημένη από τα λόγια του ή να αρχίσει να κάνει σαν μικρό παιδί που του έδωσαν γλυκό, αλλά μπορούσε να τον πάρει μια τεράστια αγκαλιά εκφράζοντας έτσι την εκτιμησή της.

Οπότε και αυτό έκανε.

Του ήρθε κάπως απότομο, αφού τις τελευταίες μέρες ήταν σε μια απόσταση ασφαλείας. Παρόλα αυτά, τύλιξε τα χέρια του γύρω της καθώς του είπε άλλο ένα ευχαριστώ. 

Όταν απομακρύνθηκαν και κοιτάχτηκαν από κοντινή απόσταση λίγο πιο έντονα από ότι συνήθως, η Ίριδα μίλησε πρώτη για να το κόψει.

"Πάμε και στο προφορικό;" ρώτησε και εκείνος της έγνεψε θετικά. Πήγαν πάλι στην απόσταση ασφαλείας και ο Άλεξ άρχισε να ψάχνει το χαρτί με τις ερωτήσεις που της είχε ετοιμάσει. Ήταν διάφορες ερωτήσεις από συχνά πράγματα που ρωτάνε τα παιδιά αλλά και άλλους πιο γενικότερους καθημερινούς διαλόγους.

Η κοπέλα αφουγκράστηκε την ησυχία προσπαθώντας να βάλει τις υπόλοιπες σκέψεις της σε τάξη. 

"Ξεκινάμε;"

"Ξεκινάμε" είπε με τον ίδιο αλαζονικό αέρα με πριν, να είναι καλά η Στεφανία για αυτό.

□□□

"Πως τα πήγα;" ρώτησε η κοπέλα, εμφανώς λιγότερο αγχωμένη από την αρχή. Ο Άλεξ είχε πάρει το -και καλά- σοβαρό του ύφος για να την πειράξει. Έκανε τικ στις ερωτήσεις που είχε γράψει στο χαρτί, χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του να την κοιτάξει.

Μόλις έβαλε τικ και στην τελευταία της το έδωσε. Η Ίρις, μόλις το πήρε στα χέρια της,  το περιεργάστηκε. Όλο ήταν πράσινο.

"Δηλαδή τώρα είμαι έτοιμη να διδάξω χορό στα ρωσικά;" ακούστηκε ανυπόμονη, όχι ενθουσιασμένη. Του έκανε μια μικρή εντύπωση, μα δεν το σκέφτηκε παραπάνω.

"Παίρνεις και το Γ2 στη γλώσσα άμα θες" τα είχε-τα είχαν καταφέρει. Χρειάστηκε αρκετή πίεση αλλά πλέον ήταν έτοιμοι.

Η Ίριδα ακούμπησε στην πλάτη του καναπέ που καθόντουσαν. Γύρισε να τον κοιτάξει αγνοώντας το ντεζαβού που έπαθε. "Πρέπει να ήταν δύσκολο και για σένα"

"Ποιο;"

"Το να διδάξεις κάποιον από την αρχή και να βγάλεις την ύλη μέσα σε εφτά μέρες" εξήγησε.

"Το θέμα ήταν να μάθεις εσύ" ξάπλωσε στην ίδια στάση δίπλα της, δίχως να φεύγει το ντεζαβού της Ίρις από το μυαλό.

"Αν δεν είχα καλό δάσκαλο, δεν θα μάθαινα" τα βλέμματα τους ενώθηκαν ακόμη πιο έντονα από πριν.

"Με κολακεύεις" γέλασε ο Αλέξανδρος φτιάχνοντας με το ένα του χέρι τα καστανά μαλλιά του. 

Απ' έξω είχε ήδη αρχίσει να σκοτεινιάζει, επομένως ο ουρανός είχε χρωματιστεί σε ένα λιλά με χρυσές ηλιαχτίδες και λίγο γκρι χρώμα, εξαιτίας των σύννεφων. Το λιλά έμπαινε από το παράθυρο πέφτοντας πάνω στα μάτια τους.

Της Ίριδας επειδή είναι μαύρα δεν άλλαξε τίποτα, ωστόσο του Άλεξ πήραν το χρώμα του ουρανού. Ποτέ της δεν είχε δει μωβ μάτια. Τον παρατηρούσε για αρκετή ώρα μαγεμένη από το χρώμα που άλλαζε ανά λεπτό λόγω του πολύχρωμου ουρανού. 

Της πήρε πολλή ώρα για να καταλάβει πως έπεσε στην παγίδα που τόσο απεχθανόταν. Στον καμβά του μπλε. Στον καμβά που δημιουργεί τα περισσότερα χρώματα. Αυτός που βρισκόταν στην ίριδα του ματιού του.

Ο Άλεξ πήγε να κουνηθεί για να βολευτεί καλύτερα, μα η κοπέλα τον σταμάτησε. "Μην κουνιέσαι, θα χαθεί το χρώμα" είπε σχεδόν ψιθυριστά.

"Ποιο χρώμα;" ρώτησε στον ίδιο τόνο με εκείνη.

"Των ματιών σου, φαίνονται μωβ, δεν το έχω ξαναδεί" ντράπηκε κατευθείαν που το είπε δυνατά και δεν το κράτησε για τον εαυτό της.

Ο Άλεξ της χαμογέλασε, ωστόσο εκείνος δεν το είχε παρατηρήσει διότι η προσοχή του είχε στραφεί αλλού. "Το ξέρεις πως τα μαλλιά σου φαίνονται χρυσά από τις ηλιαχτίδες;"

Εκείνη τα έπιασε δίχως να σπάει η οπτική τους επαφή. Χαμογέλασε πίσω. Ήρθαν ακόμη πιο κοντά με το τρίτο τους φιλί να κάνει την εμφανισή του. Καθώς τα χείλη τους πήγαν να ακουμπήσουν με αρμονία το ένα με το άλλο η Ίρις απομακρύνθηκε σα να την χτύπησε στατικός ηλεκτρισμός.

"Δεν μπορείς να με φιλήσεις, Άλεξ. Πλέον δουλεύουμε μαζί, όχι μόνο ως ντουέτο, αλλά και ως δασκάλοι"

Την κοίταξε με σμιγμένα φρύδια προσπαθώντας να καταλάβει που κολλάει η δουλειά τους. "Και; Που ακριβώς απασχολεί την δουλειά μας η προσωπική μας ζωή;" ρώτησε με πραγματική απορία.

"Σοβαρά ρωτάς;"

"Ναι"

"Νούμερο ένα κανόνας, που λένε όλοι, δεν είναι να μην μπλέκονται τα προσωπικά με τα επαγγελματικά;"

"Ίρις, δεν σου έκανε μάθημα η μητέρα σου μέχρι και πριν δυο μήνες;" ρόλαρε τα μάτια της πιστεύοντας πως το παίζει χαζός.

"Άλλο το ένα και άλλο το άλλο ρε Άλεξ" σηκώσε το σώμα της και στηρίχθηκε στην πλάτη της. "Πες γίνεται μια στραβή και τσακωνόμαστε, πως θα λειτουργούμε μετά σαν ομάδα;"

"Μα, αν το πάμε έτσι, δεν μπορούμε να είμαστε ούτε φίλοι" αντίγραψε την κίνηση της.

"Δεν λέω αυτό! Είναι διαφορετικές οι φιλίες" είπε δίχως να το πιστεύει καν η ίδια. Έβαζε στην ίδια κατηγορία όλων των ειδών σχέσεων, απλώς δεν ήθελε να τον χάσει από τα πάντα.

Βασικά, σχεδόν από τα πάντα.

"Νομίζω είσαι κάπως μπερδεμένη" της είπε απόλυτα ήρεμος. Τώρα ήρθε η σειρά του να της εξηγήσει τον τρόπο σκέψης του. Μπας και ξεμπερδέψει τον δικό της.

"Δεν είμαι μπερδεμένη Άλεξ-"

"Ναι είσαι. Αν το σκεφτείς δεν βγάζει νόημα, διότι το ένα αναιρεί το άλλο. Επίσης δεν νομίζω να γίνεται να παραμείνουμε φίλοι. Και να γίνεται, δεν θέλω εγώ"

Η Ίριδα τον κοίταζε επεξεργάζοντας τα λόγια του. Η τελευταία πρόταση έκανε την κοιλιά της άνω κάτω.

"Γιατί δεν γίνεται; Αφού σου εξηγώ ρε Άλεξ-" η φωνή της άρχισε να ανεβαίνει μερικές οκτάβες, πιστεύοντας πως δεν την ακούει, πως δεν την καταλαβαίνει, αλλά την διέκοψε ξανά.

"Κατανόησε αυτό που σου λέω, μην βιάζεσαι να απαντήσεις" πάντα το έκανε αυτό, πάντα ήθελε να κάνει τον άλλον να καταλάβει τον τρόπο σκέψης της χωρίς να ενδιαφέρεται για του απέναντι.

Της το έλεγε συχνά και ο Γεράσιμος, οπότε προσπαθούσε να το κόψει. Ωστόσο καμιά φορά ξενιόταν, όπως τώρα.

Της το είχε κολλήσει η Κιάρα αυτό, όποια νικούσε στις φωνές, νικούσε και στην διαφωνία. Κάτι που είναι λάθος για όλο τον φυσικό κόσμο.

Για την Ίριδα όχι και τόσο.

"Όχι εσύ κατανόησε αυτό που σου λέω!" Σηκώθηκε όρθια κουνώντας τα χέρια της πέρα δώθε φωνάζοντας. Μαζί της σηκώθηκε και ο Αλέξανδρος με την προοπτική να την ηρεμήσει. Έκανε ένα βήμα πίσω."Δεν είμαι μπερδεμένη, μην προσπαθείς να μου αλλάξεις τη σκέψη!" συνέχισε.

"Ίρις δεν προσπαθώ να σου αλλάξω τη σκέψη. Εσύ έχεις την άποψη σου και εγώ την δική μου. Απλώς, σου ανακοινώνω πως δεν πρόκειται να μείνουμε φίλοι" έδωσε έμφαση στην τελευταία λέξη.

Η κοπέλα τον κοιτούσε εκνευρισμένα. Δεν μίλησε. Της την έδινε στα νεύρα τραγικά το γεγονός πως δεν φωνάζει, πως είναι τόσο ήρεμος. Δεν είχε μάθει έτσι. Νιώθει ότι φαίνεται τρελή.

"Ναι αλλά εγώ θέλω" πήγε κόντρα μόνο και μόνο για να δει τι θα κάνει.

Ένα πονηρό και ταυτόχρονα παιχνιδιάρικο χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. Της έγνεψε συγκαταβατικά πριν μιλήσει.

"Μπορώ να σε πείσω να μην θες" τον κοίταξε με ερωτηματικά, χωρίς να φωνάζει, σαν να της μεταδίδει την ηρεμία του.

Δεν θα της το έλεγε αυτό ποτέ αν ήξερε πως όντως δεν ήθελε. Ωστόσο, έβλεπε ότι η χρυσομαλλούσα απέναντι του είχε βάλει ασφυκτικά όρια, τόσο ασφυκτικά που δεν την άφηναν να νιώσει.

Αυτά δεν είναι όρια, κόλαση είναι.

Οπότε αποφάσισε να τις τα χαλαρώσει πριν πάθει ασφυξία. Πως θα το έκανε όμως αυτό; Με ένα παιχνίδι. Το δικό τους χορευτικό παιχνίδι.

"Δεν μπορείς" απάντησε η Ίρις απόλυτη δίχως να πιστεύει ούτε η ίδια τον εαυτό της.

"Θα το δούμε αυτό. Δώσε μου λίγο καιρό και θα σου αποδείξω το αντίθετο"

"Αυτό είναι κάποιου είδος στοιχήματος ή υπόσχεσης" αποφάσισε εν τέλει να παίξει, δεν είχε κάτι να χάσει.

"Θέλεις true blue, Ίρις;"

"True blue, Άλεξ"

Και χάθηκαν στον καμβά του μπλε.




































~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ελπίζω αυτό το κεφάλαιο να σε βρίσκει κάπου ζεστά με την αγαπημένη σου κουβέρτα.

Αν όχι, τρέχα να την βάλεις γιατί η θερμοκρασία πέφτει στους δέκα!

Φτιάξε και μια ζεστή σοκολάτα ή ένα τσάι, μόνο καλό κάνει!

Μην ξεχνάς να κάνεις το σκιν κέαρ σου και εμείς θα τα πούμε στις επόμενες Κυριακές.

Φιλάκια πολλά,
Στέλλα🦋

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top