κεφάλαιο 41
Ένα απαλό χτύπημα στην πόρτα με κάνει να ανοίξω τα μάτια μου <<Καλημέρα Κέιτ>> λέει η Ολίβια και μπαίνει μέσα στο δωμάτιό μου κρατώντας στα χέρια της ένα δίσκο με πρωινό. Πηγαίνει και ανοίγει τις κουρτίνες για να μπει ο ήλιος μέσα στο δωμάτιο . Είναι μερικές μέρες που έχω γυρίσει από το νοσοκομείο και όλοι μου φέρονται λες και είμαι μικρό παιδί. Η Ολίβια αφήνει το δίσκο δίπλα μου <<Φάε όλο το πρωινό σου και πιες και τον χυμό>> μου λέει και κατσουφιάζω. <<Κέιτ μη κάνεις σαν μικρό παιδί>> με μαλώνει <<Εσείς μου φέρεστε έτσι>> της λέω <<Ναι γιατί δεν μας ακούς>> μου λέει και φεύγει από το δωμάτιο μου. Βλέπω το πρωινό και μου έρχεται ναυτία. Η γιατρός που με ανέλαβε μου είπε ότι είναι φυσιολογικές όλες οι ναυτίες και οι ζαλάδες και ότι μετά τον τέταρτο μήνα συνήθως ελαττώνονται. Πίνω λίγο από τον χυμό και ξεκινάω να τρώω την ομελέτα μου.
Μετά από μια ώρα αποφασίζω να κατέβω κάτω δεν αντέχω να την βγάζω όλη μέρα στο κρεβάτι. Πηγαίνω στην κουζίνα και βλέπω την μητέρα μου να κάθετε μαζί με τον πατέρα μου και να πίνουν τον πρωινό τους καφέ. <<Κέιτ γιατί σηκώθηκες δεν άκουσες τι σου είπε ο γιατρός>> μου λέει η μητέρα μου και αυστηρό ύφος <<Μα δεν μπορώ να είμαι όλη μέρα στο κρεβάτι δεν είμαι άρρωστη έγκυος είμαι>> λέω και βλέπω τον πατέρα μου να νευριάζει. Κανένας δεν μου έχει πει τι ακριβώς είχε συμβεί μεταξύ τους στο νοσοκομείο και με την Έμμα δεν έχουμε βρεθεί από κοντά. Εκτός αυτό σε τρις μέρες αρχίζουν τα μαθήματα και δεν έχω ιδέα τι θα κάνω αλλά, δεν μπορώ να χάσω τα μαθήματα. Νιώθω φυλακισμένη εδώ μέσα κάθομαι στην καρέκλα απέναντί τους <<Έφαγες το πρωινό σου;>> με ρωτάει η μητέρα μου <<Ναι μαμά δεν είμαι μωρό ξέρω να φροντίζω τον εαυτό μου>> λέω και ανασηκώνει το φρύδι της <<Ναι είδαμε πως ακριβώς το φρόντισες>> λέει και τα νεύρα μου χτυπάνε κόκκινο.
Δεν υπάρχει μέρα που να μην μαλώνουμε μεταξύ μας <<Είμαι ενήλικη και μπορώ να κάνω ότι θέλω>> της λέω <<Και αποφάσισες να κάνεις σχέση με τον Έρικ ο οποίος είναι θείος σου>> λέει άγρια η μαμά μου <<Δε θέλω να ξανά ακούσω αυτό το όνομα εδώ μέσα>> λέει άγρια ο πατέρας μου και στις δύο μας <<Αρκετά ανέχτηκα αυτή την κατάσταση τον Έρικ τον αγαπώ και είναι ο πατέρας του παιδιού μου είτε σας αρέσει είτε όχι>> λέω και χτυπάω το χέρι μου στο τραπέζι και σηκώνομαι όρθια. <<Κέιτ μίλα καλύτερα>> φωνάζει ο πατέρας μου <<Εξαιτίας σας δεν ήμαστε μαζί>> τους λέω <<Αλήθεια βλέπεις εσύ κανένας Έρικ εδώ γιατί εγώ όχι μόλις έμαθε για την εγκυμοσύνη την κοπάνησε>> λέει άγρια ο πατέρας μου και σηκώνετε από την καρέκλα του <<Δεν πρόκειται να τον ξανά δεις αυτόν τον άντρα Κέιτ για εμένα πέθανε δεν έχω αδελφό>> μου λέει κοφτά.
Προσπαθώ να πάρω ανάσα και να ηρεμίσω <<Πες μου που είναι;>> τον ρωτάω άγρια <<ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ>> λέει και χτυπάει το χέρι του στο τραπέζι και φεύγει από το δωμάτιο. <<Κέιτ αρκετά μας έχεις κάνει άνω κάτω με την συμπεριφορά σου διαλύσατε την οικογένεια μας με τα καμώματα σας λυπάμαι αλλά, με τον άντρα που διάλεξες δεν θα καταφέρετε να είσαστε ποτέ μαζί. Που είναι δεν έπρεπε να είναι εδώ να παλέψει για εσένα αλλά, αντί για αυτό σε παράτησε και σηκώθηκε και έφυγε μακριά>> λέει η μητέρα μου και δάκρυα πλημυρίζουν τα μάτια μου. Βγαίνω από την κουζίνα και τρέχω στο δωμάτιό μου πέφτω στο κρεβάτι και κλαίω με λυγμούς. ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ ΕΡΙΚ. Φωνάζω μέσα μου γιατί με άφησες δε σήμαινα τίποτα για εσένα.
Μετά από αρκετές ώρες και αφού έχω ηρεμίσει βγαίνω από το ντουζ το ζεστό νερό με βοηθάει να χαλαρώσω. Κοιτάζω στο καθρέφτη την κοιλία μου η οποία αρχίζει σιγά - σιγά να φαίνεται. Έχω πάρει την απόφαση μου και θα δεν πρόκειται να κάνω πίσω τώρα όσο και αν με τρομάζει. Σκέφτομαι το παιδί μου και ξέρω πως ότι κάνω από εδώ και πέρα το κάνω μόνο για αυτό πρέπει να το προστατεύσω και να παραμείνω ήρεμη καθώς η γιατρός μου είπες πως το πολύ άγχος και το στρες μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε αποβολή και μόνο η ιδέα με κάνει να τρέμω. Αυτό το παιδί θα έρθει στο κόσμο είναι ο καρπός του έρωτας μας και κανένας και τίποτα δεν θα μπει εμπόδιο ούτε καν ο ίδιος ο πατέρας του.
Παίρνω το κινητό στα χέρια μου και στέλνω μήνυμα στο μόνο άτομο που ξέρω πως μπορεί να με βοηθήσει με το σχέδιο μου και ελπίζω να απαντήσει θετικά είναι η τελευταία μου ελπίδα. Γράφω αναλυτικά τι έχω στο μυαλό μου και το στέλνω περιμένοντας την απάντηση. Στεγνώνω γρήγορα τα μαλλιά μου και φοράω ένα σετ βελούδινες πιζάμες. Ξαπλώνω στο κρεβάτι μου την ώρα που ανοίγει την πόρτα και μπαίνει η μητέρα μου μέσα <<Κέιτ>> λέει με πιο γλυκό ύφος απ' ότι στην κουζίνα το πρωί <<Δεν θέλω να μαλώνουμε σε παρακαλώ κάνε μια προσπάθεια και εσύ να μην πας κόντρα στον πατέρα σου φοβάμαι μην πάθει τίποτα από την στεναχώρια>> μου λέει και κάθετε δίπλα μου.
<<Και αυτά που νοιώθω εγώ δεν μετράνε>> της λέω και την κοιτάζω στα μάτια <<Δεν ξέρω τι να σου πω αγάπη μου δώσ' του λίγο χρόνο ίσως με το καιρό να το πάρει πιο ήρεμα>> μου λέει αλλά, εγώ ήδη έχω πάρει την απόφασή μου. Αναστενάζω και την αγκαλιάζω σφιχτά <<Είμαι σίγουρη πως στο τέλος όλα θα πάνε καλά>> μου λέει και με χαϊδεύει στην πλάτη. <<Κοιμήσου τώρα αύριο ξημερώνει μια νέα μέρα και ίσως καλύτερη>> συμπληρώνει και σηκώνεται βγαίνει από το δωμάτιο και κλείνει την πόρτα πίσω της ακριβώς την ώρα του χτυπάει το κινητό μου. Ελέγχω τα μηνύματα μου και βλέπω ότι είναι από το άτομο στο οποίο ζήτησα να με βοηθήσει. Λέει πως δέχεται να ξεφυσάω από ανακούφιση.
Περιμένω να κοιμηθούν όλοι και παίρνω την βαλίτσα μου βάζω γρήγορα μέσα κάποια ρούχα μου αν και σε λίγο καιρό θα χρειαστώ καινούργια κάποια παπούτσια και μετρητά καθώς δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τις πιστωτικές κάρτες μου γιατί θα με εντοπίσουν αμέσως. Φοράω ένα τζιν παντελόνι και ένα μακρυμάνικο φούτερ καθώς έξω κάνει παγωνιά. Ένα ακόμα μήνυμα έρχεται το οποίο μου λέει σε πέντε λεπτά να κατέβω και να βγω λίγο πιο πέρα από το σπίτι μου. Βάζω το κινητό στην τσάντα μου και ρίχνω μια τελευταία ματιά στο δωμάτιό μου και αναστενάζω. Δυστυχώς δεν μου άφησαν άλλη επιλογή ακόμα και χθες όταν πήρα τηλέφωνο τον παππού μου να μάθω εάν ήξερε τίποτα για τον Έρικ μου είπε πως δεν τον έχει μετά το νοσοκομείο και ούτε του έχει τηλεφωνήσει. Δεν μπορούσα να κάτσω με σταυρωμένα χέρια και να περιμένω το πότε και αν κάποια μέρα γυρίσει ο Έρικ κοντά μου και η κατάσταση στο σπίτι πήγαινε ήδη από το κακό στο χειρότερο.
Άσε που δεν άντεχα άλλο να ακούω από τους γονείς μου το πόσο κακή επιλογή έκανα που ερωτεύτηκα αυτόν τον άντρα και ότι έμεινα και έγκυος. Ανοίγω την πόρτα και ελέγχω τον διάδρομο δεν υπάρχει κανείς βγαίνω με προσοχή και κλείνω την πόρτα του δωματίου μου. Κατεβαίνω προσεκτικά με την βαλίτσα μου προς τα κάνω και προσπαθώ να μην κάνω θόρυβο και ξυπνήσω κανέναν. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και ανοίγω την πόρτα ο παγωμένος χειμωνιάτικος αέρας του Σιάτλ με χτυπάει και αναριγώ. Προχωράω προς τον δρόμο και βλέπω ένα μαύρο BMW να μου αναβοσβήνει τα φωτά και πλησιάζω προς το μέρος του. Το άτομο με το οποίο μίλησα βγαίνει από την θέση του οδηγού <<Είσαι σίγουρη;>> με ρωτάει <<Απολύτως>> λέω και παίρνει την βαλίτσα μου και την βάζει στο πορτ μπαγκαζ <<Μπες μέσα να φύγουμε γρήγορα πριν μας δει κανείς>> μου λέει και ανοίγω την πόρτα του συνοδηγού. Βάζει μπροστά και βγαίνει στους σκοτεινούς δρόμους του Σιάτλ με προορισμό το μέρος που διάλεξα να περάσω τους υπόλοιπους μήνες της εγκυμοσύνης μου μακριά απ' όλους και όλα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top