Κεφάλαιο Τέσσερα - Υπόσχεση
Αφιερωμένο με αγάπη στις αγαπημένες μου DianaRay1 user38316600 elenizapra1 Millany_Kelly_Green 🌹🌌❤️
Οι ζοφερές ενθυμήσεις από εκείνο το μοιραίο βράδυ των Χριστουγέννων όπου γέννησε την μονάκριβη της είχαν κατακλύσει το θολωμενο μυαλό της ανήσυχης Σάρον βασανιστικά.
Απανωτά γιατί κι ενοχές την μαστίγωναν αλύπητα από κάθε γωνιά της ψυχής κι της διάνοιας της ενώ το μεγαλύτερο ερώτημα που για χρόνια την βασάνιζε όμοιο με ηφαίστειο είχε ξυπνήσει κι την κατέτρωγε εσωτερικά.
Με τι ψυχή μπόρεσε μια μητέρα να χαρίσει το παιδί της στον κάτω κόσμο αναίμακτα ; Πως κατόρθωσε να κουβαλά για χρόνια αυτή την αμαρτία στην ψυχή της ; Κι το κυριότερο εξ όλων πως άντεχε να την κοιτάζει στα μάτια λέγοντας της τόσα ασυγχώρητα ψέματα τα κρύα βράδια που αισθανόταν ολόγυρα της απειλή ;
Πετάγοταν λίγο μετά τα μεσάνυχτα συνήθως ιδρωμενη έως το κόκκαλο κοιτώντας ολόγυρα το σκοτάδι που την αγκαλιαζε τρομαγμένη αναζητώντας στις σκιές να διακρίνει την δική του .
Στεκόταν εκεί στην γωνία του πάντοτε αγέρωχος κι συνάμα απειλητικός απέναντι της να την παρατηρεί σιωπηλός σαν να εποπτεύει κάθε κίνηση της ώστε να μην του την πάρουμε μακριά.
"Μαμά τι συμβαίνει κάποιος βρίσκεται γύρω μας τον αισθάνομαι στην ατμόσφαιρα.." ψέλλιζε φοβισμένη στο αυτί μου όση ώρα την κρατούσα σφικτά ανάμεσα στα χέρια μου φοβισμένη μήπως μου την κλέψει εκείνη την στιγμή κι ας ήταν μόλις δέκα χρονών κοριτσάκι.
"Η ιδέα σου είναι καρδούλα μου .. ξάπλωσε πάλι κι κοιμήσου αφεσου στα όνειρα να σε παρασύρουν ..κι εγώ θα είμαι εδώ δίπλα σου. Κανείς δεν θα σε κλέψει από εμένα να το βάλεις καλά στο μυαλό σου.." ύψωνε επίτηδες την φωνή της επιδεικτικά θέλοντας να τονίσει στο τέρας που την είχε εγκλωβίσει σε έναν φαύλο κύκλο πως δεν θα τον άφηνε να την πάρει.
Όμως η υπόσχεση η αναθεματισμενη είχε βγεί πριν χρόνια από τα χείλη της κι δεν υπήρχε περίπτωση να την αναιρέσει πια .
Η Βιρτζίνια ανήκε πλέον ψυχή κι σώμα σε μια αδίστακτη σκιά που δεν θα άφηνε περιθώρια να του την κλέψουν.
Το μοιραίο εκείνο βράδυ αμέσως μόλις άκουσε αυτό που επιθυμούσε η επιβλητική φιγούρα του κατέβηκε με δυο δρασκελιές απο το άλογο πλησιάζοντας ξανά απειλητικά προς το μέρος της δίχως να παίρνει τα μάτια του απο το πρόσωπο του βρέφους.
Κοντοσταθηκε ενώπιον της παρατηρώντας και την παραμικρή κίνηση που έκανε με τα χεράκια της προτού την παραδώσει σιωπηρά πίσω στην ανακουφιστική αγκαλιά της.
"Μην ξεχάσεις ποτέ την υπόσχεση που έδωσες ενώπιον του φεγγαριού των χριστουγέννων οτι κι αν πράξεις .
Ακόμη και στην άκρη της γης να την κρύψεις εγώ θα την βρώ και θα εκπληρώσω τούτο τον ορκο σε ανύποπτο χρόνο..κι έπειτα δεν θα την ξαναδείς ποτέ.." την προειδοποίησε γελώντας χαιρέκακα καθώς αποχωρούσε σε κλάσματα του δευτερολέπτου αφήνοντας ξοπισω μονάχα την αόρατη άυρα του που έκτοτε δεν έφυγε ποτέ απο κοντά τους.
Ακολουθούσε την οικογένεια σε κάθε τους στιγμή τα βράδια που προσπαθούσε μάταια να χαλαρώσει διαβάζοντας ενα βιβλίο στο καθιστικό ακουγε την μικρή να κουβεντιάζει με εναν φανταστικό φίλο που την αγαπούσε οπως πιστευε.
Έπαιζε μαζί του τις στιγμές που την αφηνε μονάχη ώστε να εργαστεί για να της προσφέρει οτι καλύτερο που ο πλούσιος πατέρας της αρνουνταν πεισματικά να χαρίσει.
Βρισκόταν πάντοτε ολόγυρα στα κλεφτά τρυπωνε στο δωμάτιο της τα βράδια και πολλές φορές αφουγκραζόταν στο μισοσκόταδο την φωνή του και έντρομη ετρεχε προς το παιδικό δωμάτιο της ανοίγοντας τα φώτα με σκοπό να τον απομακρύνει έστω πρόσκαιρα.
"Μανούλα γιατί τρομάζεις είναι καλος μαζί μου είμαστε φίλοι.." την διαβεβαίωνε με την βρεφική της αθωότητα η μικρή Βιρτζίνια που έγινε ολόκληρος ο κόσμος της σαν την κράτησε για πρώτη φορά.
Με μάτια δακρυσμένα παντοτε την εκλεινε φοβισμένη ανάμεσα στα λεπτά τρεμάμενα χέρια της σφικτά διώχνοντας για άλλο ενα βράδυ μακριά την απειλή του εως ότου ξημερώσει εκείνη η καταραμένη ημέρα που ο ήλιος θα επαυε να ανατείλει για εκείνη.
Έτρεμε αυτο το πρωινό οπου θα αντίκριζε το κρεββάτι της στρωμένο και το δωμάτιο τρομακτικά άδειο μα να που σήμερα ερχόταν αντιμέτωπη με τον χειρότερο εφιάλτη της.
Σηκώθηκε μηχανικά για ακόμη μια φορά απο τον φθαρμένο καναπέ πλησιάζοντας απογοητευμένη το παράθυρο για πολλοστή φορά ελπίζοντας παρά το βαρύ πένθος που της πλάκωνε το στήθος όμοιο με βράχο πως εκείνη θα φανεί.
"Εγώ φταίω για όλα...στάθηκα ανίκανη να σε προστατεύσω απο τα κοφτερά νύχια του που παραμονεύαν στο παρασκήνιο να ξεσκίσουν την σάρκα σου ψυχή μου..! Πως θα ζησω χωρίς εσένα πως..;" ψιθύριζε κλαίγοντας σιγανά ώστε κανείς να μην ακούσει τον γοερό θρήνο της καρδιάς της που μονομιάς έμοιαζε να εχει μαραθεί σαν ανθος εκτεθειμένος στο χιονιά.
Είχε προσπαθήσει να την απομακρύνει ακόμη κι απ την χώρα δίχως αποτέλεσμα μέχρι σαν αγόρι την είχε μεταμφιέσει παραδίδοντας μάλιστα την κηδεμονία προσωρινά στην καλύτερη της φίλη με σκοπό να την γλιτώσει απο τα νύχια του.
Ομως δεν υπολόγισε τα βαριά λόγια που της είχε ξεστομίσει αθέτησε με τον χειρότερο τρόπο την συμφωνία τους με αποτέλεσμα το ίδιο ακριβώς βράδυ που έλαβε χώρα η άτυπη αυτή μετακίνηση της μικρής σε αλλη πολιτεία να βαφτεί με αίμα.
Ξημερώματα η αστυνομία επέστρεψε την τρομαγμένη Βιρτζίνια πίσω στην αναθεματισμένη πόλη οπου εμελε να μετατραπεί σε ενα χρυσό αόρατο κλουβί που θα την εγκλωβιζε για πάντα στο εσωτερικό του.
"Μαμά η θεία Μάργκαρετ ειναι νεκρή...δεν φαντάζεσαι τι συνέβει.." ειχε κραυγάσει φοβισμένη η μικρούλα καθώς αναζητούσε άσυλο για να ξεφύγει απο τον εφιάλτη στην αγκαλιά της.
"Ησύχασε καρδιά μου είσαι ασφαλής τωρα..ολα θα πάνε καλά.." ψελλιζε καθησυχαστικά στα αυτιά της συνειδητοποιώντας ισως για πρώτη φορά πόσο κακο αθελα της ειχε κάνει στην μονάκριβη της και δυστυχώς δεν επιδέχονταν επιδιόρθωση.
"Βιρτζίνια τι κρατάς ανάμεσα στα χέρια σου δώσε μου αυτό το ματωμένο χαρτάκι γιατί το πήρες..;" αναρωτιόταν πανικόβλητη αρπάζοντας απο τις ιδρωμένες παλάμες της ενα λευκό ραβασάκι με διάσπαρτες κηλίδες αίματος να το κοσμούν.
"Είναι ενα μήνυμα μαμά απο εκείνον τον κακούργο.." μουρμουρισε δειλά τρέχοντας σιωπηλή προς το δωμάτιο της φροντίζοντας να κλειδώσει ξοπίσω την πόρτα η οποία παρέμενε εως και σημερα αμπαρωμενη κάθε φορά που βρισκόταν στο σπίτι.
Σαν άνοιξε το ραβασακι πάγωσε συγκορμη καθώς η απειλή ηταν ξεκάθαρη πλέον και δυστυχώς είχε γίνει διαβαστεί και απο την δεκάχρονη κόρη της.
{ Δοκίμασε αλλη μια φορά να μου την κρύψεις και θα βρεθείς κι εσύ νεκρή..!} Το χαρτάκι βρέθηκε να κοσμεί το δάπεδο παρομοίως με το σώμα της που γονάτισε πλάι στην πόρτα κλαίγοντας αδιάκοπα εως αργά τα μεσάνυχτα οπου τελικά αποκαμωμενη κοιμήθηκε πλάι της αναζητώντας ένα θαύμα να λυτρώσει την κορούλα της απο την συμφορά.
Πλέον η εκπλήρωση της σκοτεινής συμφωνιάς φαίνεται πως είχε λάβει χώρα το χθεσινό μυστηριακό βράδυ του Halloween επειτα απο είκοσι εννέα ολόκληρα χρόνια .
Μια βραδιά παρόμοια με εκείνη που είχε γεννηθεί οπου το ολογιωμο φεγγάρι ανέτειλε ξανά στον ουρανό επισφραγίζοντας σιωπηρά την μοίρα της σαν σημάδι από το υπερπέραν πως είχε φθάσει η ώρα.
Εκείνη η σελήνη μονάχα γνώριζε είχε αντικρίσει με τα φωτεινά λαμπερά μάτια που κατείχε πως κατέληξε η Βιρτζίνια στα χέρια του δυνάστη της επί χρόνια κι ποτέ δεν θα μου ομολογούσε τι είδους μεταχείριση έλαβε.
Η εξαφάνιση της θα στοίχειωνε για πάντα την ζωή της Σάρον έως ότου θα σφαλιζαν τα μάτια της αιώνια με την ελπίδα να την αντικρίσει στην αντίπερα όχθη του πνευματικού κόσμου.
Εως τότε θα περιπλανιέται άσκοπα αναζητώντας ένα της σημάδι κάπου στο δάσος όπου ήταν βέβαιη πως συνεβει η αρπαγή της.
"Εύχομαι μονον να εισαι καλά σπλάχνο μου..οπου κι αν σε πάει.." ψέλλισε απογοητευμένη κουρνιάζοντας στον καναπέ μελαγχολική αγκαλιάζοντας τα γόνατα της αφού δεν εμεινε τίποτα απο την Βιρτζίνια να αγκαλιάζει.
***
"Ιδού η εκπλήρωση της υπόσχεσης του χριστουγεννιάτικου φεγγαριού ξαπλώνει ενώπιον σου ! Η γυναίκα που θα με λυτρώσει γεννήθηκε και βρίσκεται πλέον στα χέρια μου..ετοιμη να θυσιαστεί εσύ που είσαι ;" ακουγε απο κάπου μακριά μέσα στην παραζάλη της μια άγνωστη στιβαρή φωνή να αντηχεί σε ενα δωμάτιο με εντονή ηχό σχεδόν οχλαγωγία.
Ενα σατανικό μοχθηρό γυναικείο γέλιο διατάραξε τον βαθύ ύπνο μου μονομιάς αναγκάζοντας το σώμα να τιναχτεί λες και το είχε χτυπήσει κεραυνός.
"Τι συμβαίνει που στο καλό βρίσκομαι...και γιατί φοράω αυτό το αλλόκοτο φόρεμα τι στο καλό γινεται..;" αναρωτιόμουν τρομαγμένη ακουμπώντας το φίνο βελούδινο κατακκοκινο ύφασμα που είχε αντικαταστήσει το λευκό απλό γυαλιστερό φόρεμα που φορούσα .
Κοιταξα ολόγυρα πανικόβλητη αντικρίζοντας μονάχα πέτρινους τοίχους και πυκνο σκοτάδι οπου μονάχα μερικά διάσπαρτα λιωμένα κεριά στο δάπεδο κατόρθωναν να φωτίσουν.
Η μυρωδιά της υγρασίας έφτανε έντονη και ενοχλητική στα ρουθούνια μου οσο τα μάτια λαιμαργα και ταυτόχρονα απελπισμένα χτενιζαν τον χώρο αναζητώντας μια και μοναδική διέξοδο.
Το δωμάτιο δεν διέθετε παράθυρα μονάχα εναν και μοναδικό στρογγυλό φεγγίτη απ οπου εισχωρούσε το ελάχιστο φώς του φεγγαριού που παραδόξως κοσμούσε για ώρες τον ουράνιο θόλο .
"Αποκλείεται αυτή η νύχτα να φαντάζει αξημερωτη κάτι δεν πάει καθόλου καλά..μα πρέπει να διατηρήσω την ψυχραιμία μου.." μουρμουρισα μονολογώντας σαν τρελή αφουγκράζομενη παράλληλα εκείνο το μοχθηρό ειρωνικό γελιο να ηχεί ακατάπαυστα εκνευριστικά πλέον στα αυτιά μου.
Σηκώθηκα με δυσκολία όρθια καθώς δεν ημουν συνηθισμένη στο βάρος που προσέθετε στο σώμα μου αυτο το φόρεμα μητε τον σφικτό κορσέ του που μου έκοβε την ανάσα.
"Αναθεματισμένο φόρεμα ποιος ανόητος με έντυσε έτσι μοιάζω με..." κάπου εκεί τα οργισμενα λόγια που ετοιμαζόμουν να ξεστομίσω πάγωσαν σαν μαγικοί σταλακτίτες στα χείλη σαν ατένισα την εικόνα που παρουσιάζα ενώπιον του μοναδικού ξύλινου ραγισμένου καθρέπτη που έτυχε να προσπεράσω στην σιωπηρή μου αναζήτηση.
Ημουν τόσο διαφορετική δεν αναγνώριζα το είδωλο της κοπελας που με παρατηρούσε μέσα απο το σπασμένο γυαλί κι όμως έκανε οτι κίνηση εκανα χαμογελούσε οταν χαμογελούσα μα δεν αισθανόμουν η παλιά ανέμελη Βιρτζινια.
Τα μαλλιά μου ηταν πιασμένα σε εναν σφικτό αριστοκρατικό κότσο με διάφορες μικρές πλεξουδες να τον πλαισιώνουν στις άκρες το δέρμα μου εμοιαζε τόσο λαμπερό και ενυδατωμένο και παράλληλα μύριζε υπέροχα λες και για ωρες μουλιαζα μέσα σε καυτή μπανιέρα με γιασεμιά.
Τα χείλη μου ηταν βαμμένα πορφυρά και τόσο προσεγμένα το ίδιο και τα μάτια μου κοσμούσε ηταν τόσο λαμπερά παρά το ελαφρύ μακιγιάζ που έμοιαζε βγαλμένο απο άλλον αιώνα.
"Μοιάζω με ολοζώντανη πριγκίπισσα της Ντίσνευ ..κι αυτο το μέρος σαν το μαγικό παλάτι που με κρατά φυλακισμένη ο κακος πρίγκηπας..άραγε ποιος θα έρθει να με γλιτώσει απο τα χέρια του αφού στην ιστορία μας δεν υπάρχει αγάπη ;" αναλογιζόμουν έχοντας ξεχάσει για λίγο το ζοφερό άγχος της επιβίωσης που μάστιζε την καρδιά μου αντλώντας έμπνευση απο την ονειρική εμφάνιση την οποία ατένιζα.
Αντι να παλεύω να αφαιρέσω το στενό φόρεμα που τοσο εκνεύριζε πριν απο μερικά λεπτά τωρα αφηνα τα ακροδάχτυλα μου να γλιστρήσουν στο φίνο ακριβό βελούδο που φάνταζε τόσο απαλό όπως ακριβώς το βαμβάκι οσο για τον κορσέ ηταν κεντημένος με μάυρη δαντέλα και αυθεντικό μετάξι.
Στροβιλίστηκα σαν παιδι ασυναίσθητα στο δωμάτιο αφήνοντας το μακρύ φουρό του να ξεδιπλώθει ενώπιον μου απολαμβάνοντας την αίσθηση .
Απο μικρή ήμουν εθισμένη στο να αναζητώ το παρελθόν χανόμουν με τις ωρες σε κάποια βιβλιοθήκη διαβάζοντας πληροφορίες για αλλους αιώνες .
Άπειρες ιστορίες με ιππότες και βασιλιάδες μάγισσες και αυστηρούς ιερείς που τις καταδιώκουν και παντοτε ευχομουν ενδόμυχα να ζήσω σε εκείνα τα χρόνια και να που ξαφνικά είχα μεταμφιεστεί σε μια απο τις γυναίκες της εποχής εκείνης .
Το βασανιστικο ερώτημα που σφηνώθηκε στο μυαλό παγώνοντας αυτομάτως το χαμόγελο στα χείλη μου.
Πως θα κατόρθωνα να ξεφύγω απο αυτον τον παράξενο ανδρα που πραγματι ηταν βγαλμένος απο αλλη εποχή και τελικά με είχε μεταφέρει μαζί του σε κάποια άλλη διάσταση ίσως ;
Η σκέψη με τρομοκράτησε ξανά σβήνοντας την αίσθηση της μαγειας που με είχε τυλίξει σαν στοργική μητέρα στην αγκαλιά διώχνοντας μακριά τον τρόμο.
Τουλάχιστον για λιγο με είχε ταξιδέψει σε μια όμορφη παραμυθένια διάσταση ομως τι γεγονός πως ήμουν φυλακισμένη σε ενα προσεγμένο κελί δίχως να γνωρίζω την τύχη που με περίμενε δεν άλλαζε προκαλώντας αντάρα αυτομάτως στην καρδιά.
Ξάφνου ακουσα εξωθεν της ξυλινης σφραγισμένης πόρτας ολοκάθαρα τα ρυθμικά γοργά βήματα και πνικτούς ηχους απο σιδερένιες πανοπλίες να αντηχούν στον διάδρομο θεωρώντας πως εχω αρχίσει να χάνω τα λογικά μου σταδιακά.
"Ιππότες..; είναι δυνατόν να βρίσκομαι σε άλλη διάσταση..; όχι αποκλειεται μάλλον τα χάνω σταδιακά.."μονολογούσα ανήσυχη πλησιάζοντας πιο κοντά στην πόρτα διστακτικά.
Κόλλησα το αυτί μου εκ νέου στην λεία επιφάνεια της πασχίζοντας εναγωνίως να βεβαιωθώ πως βίωνα πραγματικά αυτο το αλλόκοτο μεταφυσικό ταξίδι στον χρόνο που ολα ηχουσαν τόσο αληθινά.
Κι όμως ήταν αλήθεια κάποιοι άνδρες τραγουδούσαν εναν πολεμικό παιάνα σε απταιστα βαριά αγγλικά .
Εμοιαζαν να ετοιμάζονται για κάποια μάχη και προσπαθούσαν να εμψυχώσουν με αυτο τον τρόπο ο ενας το ηθικό του άλλου μα σαν έφθασαν σε ενα σημείο κι έπειτα οι φωνές τους σιγησαν το ίδιο και τα ποδοβολητά .
"Τι στο καλό συμβαίνει εδω μέσα.." αναρωτιόμουν προσπαθώντας ματαια να συλλάβω ακόμη και τον παραμικρό ψίθυρο πίσω απο την πνιγηρή απόκοσμη σιωπή που επιβλήθηκε απροσμενα.
"Αφέντη καλωσορίσατε ! Η άφιξη σας γέμισε με χαρά και αγαλλίαση ολόκληρο το τάγμα όσο και την πόλη μας που σας χρειάζεται για να επιβιώσει.." μπορεσα επιτέλους να ξεχωρίσω μια ανδρική φωνή στο βάθος προβληματισμένη επιβεβαιώνοντας δυστυχώς την απίστευτη θεωρία μου πως ειχα μεταφερθεί σε κάποιο αλλο αιώνα.
"Κι εμένα ειναι χαρά μου γενναίοι μου που σας συναντώ έπειτα απο τοσους αιματηρούς αιώνες περιπλάνησης και μοναξιάς..ομως βρήκα αυτό που αναζητούσα κι γύρισα θριαμβευτής για για να το θυσιάσω στην Ραντμίρια..!" Αναγνώρισα ευκολα την χροιά αυτού του κτηνους που με ειχε αιχμαλωτίσει στο δάσος σβήνοντας τις οθόνες των ματιών μου με κάποιο είδος μαγεία.
" Ραντμίρια ; Μα τι ονομα είναι αυτό σε ποιά ανήκει ; Θυσιάσω είπε το άκουσα ..πράγματι..; Ω θεε μου σε εμένα αναφέρεται σχεδιάζει να με προσφέρει θυσία σε κάποια μοχθηρή θεά..η ισως μάγισσα η ..θα τρελαθώ..!" Αναφώνησα μες το μισοσκόταδο διακρίνοντας μονάχα την λεπτή φιγούρα μου να τρεμοπαίζει στον πέτρινο τοίχο ενώπιον μου πλάι απο το επιβλητικό ξύλινο κρεββάτι στο οποίο κοιμόμουν για ώρες η και μέρες.
Πανικος με κυρίευσε ανεξέλεγκτος ορμητικός σαν λάβα που εκαιγε τις φλέβες και ενστικτωδώς μάζεψα πρόχειρα την φούστα του φορέματος και βάλθηκα να ψάχνω μια πιθανή έξοδο στον στενό φεγγίτη .
Η θέα μου έκοψε την ανάσα ταυτόχρονα και οι ενθουσιώδεις πανηγυρισμοί που ηχουσαν απο το βάθος καθώς ετοιμαζόνταν όλοι τους για την αιματοχυσία μου.
"Μα τι είδους ανθρωποι ειναι αυτοί ; Πως χαίρονται με τον θάνατο ενος αλλου ;" μουρμουριζα αηδιασμένη σκαλιζοντας με τα νύχια μου βιαστικά το σφαλισμένο απο χρόνια παράθυρο.
"Άχ ..τι απροσεκτη που είμαι αυτό το αναθεματισμένο σίδερο χώθηκε στο δάκτυλο μου.." αναφωνησα πονεμένα σταματώντας για λιγο την προσπάθεια αφού απο το σημείο αρχισε να αναβλύζει αρκετό αίμα.
Απελπισία με κυρίευσε και τα πρώτα δάκρυα ανέβηκαν στα μάτια με δική τους βούληση νιώθοντας την έλλειψη της ασφάλειας οσο και της στοργής της υπερπροστατευτικής Σάρον σαν αγκάθι να ματώνουν την καρδιά .
"Που είσαι μητέρα..; Σε ποιο παράλληλο συμπαν διαβαίνεις ; εχουν σκοπό να με σκοτώσουν χωρίς καν να γνωρίζω την αιτία.." ψελλιζα κλαίγοντας γονατισμενη στο σκονισμένο κρύο δάπεδο με διάσπαρτα φθαρμένα παλιά αντικείμενα να πλαισιώνουν το σώμα μου .
Τα ποδοβολητά επέστρεψαν στα αυτιά μου κι αυτη την φορά μπορούσα να υπολογίσω την ακριβή απόσταση και τον προορισμό φυσικά καθώς κάποιος πλησίαζε σαν σίφουνας το δωμάτιο που βρισκόμουν πεταμένη.
Η ανάσα έγινε ακανόνιστη τα άκρα μου άρχισαν να μουδιάζουν και τα χείλη να τρέμουν γευόμενα παράλληλα τα αλμυρά δάκρυα που κυλούσαν απ τις κογχες τους ποταμός .
Προτού ακούσω τον ανατριχιαστικό ήχο του σιδερενιου λουκέτου που έσπαγε βίαια και κολλήσω τρομαγμένη στον τοίχο.
Η πόρτα άνοιξε ορμητικά εκτοξεύοντας ενα πυκνο συννεφο σκόνης κατευθείαν στο πρόσωπο μου μα ακόμη κι μέσα απο εκείνο μπορούσα να διακρίνω την επιβλητική τρομακτική φιγούρα να πλησιάζει αργά προς το μέρος μου.
"Πως χτύπησες ; " ρώτησε βαριά σκύβοντας απο πάνω μου ομοιος με γεράκι που ορμάει για να περικυκλώσει το θύμα του.
" Πως το είδες ; Δεν εχεις πρόσωπο..κι αν ναι γιατι το κρύβεις σαν δειλος !" Του επιτεθηκα απρόσμενα δυσχεραίνοντας την θέση μου αντι να τον ικετέυω να μου χαρίσει την ζωή οπως μια άλλη συνετή κοπελα θα έπραττε.
" Βουλωσε το ! Κι ξεκινά να παρακαλάς για την ζωή σου.." προφερε αινιγματικά σαν να διάβαζε τις σκέψεις μου πράγμα διόλου απίθανο στο σημείο που είχαμε φθάσει.
"Ποτέ..! Δεν θα υποταχθώ στο θέλημα ενος...ουτε καν ξέρω πως να σε αποκαλέσω ! Που βρισκόμαστε ; Τι μέρος ειναι τούτο και σε ποια αναθεματισμένη εποχή με έχεις μεταφέρει..;" ξεσπασα αγχωμένη αρχίζοντας να συνηθίζω την τρομακτική του εμφάνιση σταδιακά δίχως να μου προκαλεί τον ίδιο τρόμο.
Το αισθάνθηκε και έσπευσε αμέσως να με τρομοκρατήσει ακουμπώντας βιαια το ματωμένο χέρι μου ώστε να εξετάσει το τράυμα.
"Είναι αρκετά...βαθύ..και η πληγή χρειάζεται ..." μουρμουριζε σαν να παραμιλούσε χαμηλωνοντας απότομα τον ήχο της φωνής του που πλέον φάνταζε παντελώς ανθρώπινη στα αυτιά μου.
"Ανησυχείς μηπως η θεά σου δεν δεχθεί την θυσία της αν υπάρχει έστω κι ένα ψεγάδι..;" ρώτησα ειρωνικά κάλυπτε πίσω απο το πυκνό σκοτάδι που καλυπτε το μυστηριωδες πρόσωπο του για πρώτη φορά τα σφιγμένα λεπτά του χείλη τα οποία δάγκωνε ξανά και ξανά.
Ένιωσα να χάνω εναν χτυπο απο την καρδιά θέλοντας απεγνωσμένα να ακουμπήσω την υφή τους για να βεβαιωθώ πως ηταν αληθινά και οχι ενα αποκυημα της φαντασίας οπως ολα τα υπόλοιπα λογο του σκότους που επικρατούσε ολόγυρα.
" Πως ξέρεις για την θυσία..;" γρυλισε επιθετικά τινάζοντας το σώμα του μακριά εως οτου κολλήσει στον απέναντι τοίχο σαν να φοβόταν την επίδραση που είχα επάνω του ξαφνικά.
Τι χρώμα να είχαν αραγε τα μάτια του ; Σκοτεινά σαν τον νυχτερινό ουρανό γαλανά σαν την αφρισμένη θάλασσα η μήπως γκρίζα οπως τα σύννεφα..;" αναρωτιόμουν εχοντας χαθεί για λίγο στην παραξενη σαγήνη μυστηρίου που σκορπουσε ολόγυρα μου σαν χρυσόσκονη.
Σηκώθηκα αργά απο την θέση που ειχα κυριολεκτικά κουλουριαστεί αναμένοντας την βάναυση εκτέλεση μου και δοκιμασα για πρώτη φορά τα θέλγητρα μου απέναντι του.
Χαμήλωσα το βλέμμα μου ώστε να μοιάζει ενοχο και τρομαγμένο επέτρεψα στην αγωνιά που με κατέτρωγε να ζωγραφιστεί στο πρόσωπο μου και τον πλησίαζα αργά κουνώντας τους γοφούς μου θηλυκά αφήνοντας το υφασμα να χορέυει σε κάθε κίνηση μου.
"Σε άκουσα να το ανακοινώνεις ενθουσιασμένος στους άνδρες σου..μα γιατί επέλεξες εμένα ; Τι κακό μπορεί να σου έκανα ;" ψιθύρισα τόσο αχνά που με τα βίας ακουγα την φωνή μου απλώνοντας δειλά το ματωμένο χέρι μου να ακουμπήσω το αόρατο πρόσωπο του προτού η σφικτή λαβη του με εμποδίσει .
" Μην τολμήσεις.."
"Γιατί ; Τι έχει ενας γενναίος ανδρας σαν εσένα να φοβηθεί απο το ανήμπορο θύμα που ετοιμάζεται να θυσιάσει..;" πλησίασα ρισκάροντας πολύ κοντά του αφήνοντας τα μάτια να αναζητήσουν ελέυθερα την μυστηριώδη μορφή του πίσω απο την τρομακτική κουκούλα.
"Μείνε μακριά...να πάρει.." μούγκρισε οργισμένος πίσω απο τα σφιγμένα δόντια του ομως ποτέ δεν υπάκουα σε εντολές ηταν στην φύση μου ειδάλλως δεν θα βρισκόμουν τουτη την στιγμή σε κίνδυνο.
"Αν έρθω πιο κοντά ...αν σε ακουμπήσω μήπως θα εξαυλωθείς και θα γινεις καπνός η μήπως απλά σε σαγηνέυει η εμφανίση μου ..;"
"Πολλές οι ερωτήσεις κοριτσάκι αλλα μονάχα μια η απάντηση θα σε σκοτώσω οπως επραξα με ολες τις άλλες ! Δεν αποτελείς τίποτα το ιδιαίτερο..! Είσαι απλά η γυναίκα που θα με ελευθερώσει απο τα δεσμά τόσων αιώνων..!" Φώναξε εξοργισμενος αινιγματικά και απρόσμενα σπρώχνοντας παράλληλα το σώμα μου βίαια μακριά με αποτέλεσμα να βρώ την πολυπόθητη ευκαιρία να το σκάσω απο την μισάνοιχτη πόρτα που ειχε ξεχάσει να κλειδώσει.
Άρχισα να τρέχω γλιστρώντας την τελευταία στιγμή απο τα δυνατά χέρια του προτού με σπρώξουν ξανά προς το σκοτεινό κελί μου κι αφέθηκα να ακολουθήσω την διαδρομή του μυστηριώδους δαιδαλώδη διαδρόμου.
"Οσο κι αν τρέξεις οπου κι αν κρυφτείς ποτέ δεν θα ξεφύγεις η μοίρα σου ειναι προδιαγεγραμμένη και δεν αλλάζει.." μου επεσήμαινε ειρωνικά τρέχοντας μερικά μέτρα ξοπίσω μου χαρίζοντας αμέτρητα δευτερόλεπτα διαφυγής άθελα του .
"Χα.. σε γελάσανε δεν εχεις ιδέα με ποιά εχεις να κάνεις.." μουρμουρισα χαμηλόφωνα χαμογελώντας παρά τον πανικο οπου κυλούσε αντι για αιμα στις φλέβες τροφοδοτώντας την καρδιά με πλήθος απο φόβους και αθέατα συναισθήματα.
Στο τέλος του αχανή διαδρόμου ενώπιον μου εμφανίστηκε ως απο μηχανής θεός μια πέτρινη σκάλα που οδηγούσε απ οτι μπορούσα να αντιληφθώ σε καποιο μικρό πυργισκο μα ισως να αποτελούσε και την μοναδική μου διέξοδο γι αυτό δίχως δεύτερη σκέψη βάλθηκα να ανεβαίνω.
Τα σκαλοπάτια φάνταζαν αμέτρητα και σε κάθε στροφή ενιωθα πως σταδιακά αποδυναμωνόμουν ομως έπρεπε να συνεχίσω ειδάλλως θα κατέληγα θυσία σε αυτη την παραξενη οντότητα αναλογιζόμουν παγιδευμένη ανάμεσα στον άγνωστο και στον θάνατο.
Κοντοστάθηκα λαχανιασμένη πλάι σε ενα μικρό παράθυρο το οποίο μου χάρισε μια μαγευτική θέα προς έναν πανέμορφο στρογγυλό κολπίσκο στο βάθος ενος καταπρασινου λοφου που κοσμούσαν κατακόκκινες παπαρούνες και ανθισμένες αμυγδαλιές.
"Είναι πολύ όμορφα εκει έξω αξίζει τον κόπο να αντικρίσω απο κοντά αυτο το παραδεισένιο τοπίο ελευθερη ομως.." ψιθύρισα αποφασισμένη συνεχίζοντας με περισσότερη ζέση την ανάβαση εως οτου τελικά φθάσω στην κορυφή του μικρού πυργισκου .
Οπως το περίμενα η σιδερένια πόρτα που έφραζε την έξοδο ηταν κλειδωμένη και ολόγυρα μου δεν υπήρχε ίχνος απο κάποιο αιχμηρό αντικείμενο που θα με βοηθούσε να το παραβιάσω μονάχα σκόνη και κάποια πεταμένα ξύλα διασκορπισμενα ανάμεσα στα πόδια μου.
Ξεφυσιξα απογοητευμένη ακουμπώντας βαριά στην παγωμένη επιφάνεια της αναμένοντας στοικά πλέον απο λεπτό σε λεπτό να πέσω ξανά στα χέρια του μετρώντας αντίστροφα δευτερόλεπτα ζωής και ανάσες.
"Να πάρει πιάστηκα σαν το ποντίκι στην φάκα..πλησιάζει ο καταραμένος ακούω τα σταθερά βήματα του.. αισθάνομαι την σκοτεινή βαριά άυρα του να με τυλίγει συγκορμη δεν υπάρχει διέξοδος απο αυτόν τον εφιάλτη .."διαπίστωσα πικραμένη αναζητώντας παρολα αυτά έως και την ύστατη στιγμή τρόπο να σπάσω το βαρύ σκουριασμένο λουκέτο και να βγω ξανά στο φώς .
" Μάταια παλέυεις ! Αυτή η πόρτα δεν οδηγεί πουθενά κάποτε υπήρχε μια μικρή αποθήκη εκει πάνω και τίποτα παραπάνω..αποδέξου το μοιραίο αρκετά επαιξες !" Σχολίασε ειρωνικά ανεβαίνοντας αργά και το τελευταίο σκαλί που μας χώριζε ερχομενος σε απόσταση αναπνοής απο το σώμα μου.
"Μη...πλησιάζεις αλλο ! Αν θεωρείς πως έχω σκοπό να αφήσω τους ηλίθιους στρατιώτες σου η και εσένα τον ιδιο να με θυσιάσετε καλύτερα να βαλω το τέλος μονάχη μου τώρα !" Απείλησα παγερά τοποθετώντας το πρώτο σπασμένο γυαλί που εντόπισα πλάι στο λουκέτο στην βάση του λαιμού μου.
"Άστο κάτω ! Σε χρειάζομαι ζωντανή..!" Κραυγασε εντρομος χάνοντας τα λόγια του για πρώτη φορά αφού με την απρόβλεπτη κίνηση μου τον εθεσα σε θέση ηττημένου και οχι νικητή οπως θεωρούσε τον εαυτο του.
" Τι με πέρασες ρε άκαρδε για κανένα πειραματώζωο που προθυμα θα πράξει αυτό που του ζητάς..; Άσε με να φύγω σου το ζητάω για ύστατη φορά ειδάλλως προτιμώ να πεθάνω ελευθερη..!" Πρόφερα αποφασιστικά φλερτάροντας με την απόλυτη παράνοια ομως δεν υπήρχε αλλη λύση απο το να παίξω κι τον μοναδικό άσσο που έκρυβα στα μανίκι μου παρα να του παραδοθώ αμαχητί.
" Δεν γίνεται ! Αυτο ορίζει η μοίρα οποία κοπέλα βρεθεί στο δρόμο μου και με αντικρίσει δεν μπορεί πια να ξεφύγει οι δρόμοι εχουν κλείσει..μονάχα αν .." γρυλισε εφιαλτικά βηματίζοντας αργά και ύπουλα προς το μέρος μου με σκοπο να με αφοπλίσει.
"Αν πεθάνει ετσι ; Μην μιλάς δεν χρειάζεται να ακούσω τίποτα παραπάνω . Είχα ονειρα να πραγματοποιήσω και οικογένεια εκει πίσω στην πόλη απο την οποία με απήγαγες με το έτσι θέλω ! Δεν ξέρω ποιά σκοτεινή κατάρα σε έριξε στο δρόμο μου μα μισώ τον ίδιο τον εαυτό μου που σε αντικρίζω!" Κλαψούρισα σιωπηρά αποφασισμένη πλέον να πράξω ακομη κι αυτη την τρέλα αρκεί να αισθανθώ ξανά το μαγικο αγέρα της ελευθερίας στο πρόσωπο μου .
"Μην το κάνεις θα μας παγιδέυσεις και τους δύο σε αυτη την διάσταση κατάλαβε το !"
"Δεν μου αφήνεις άλλη επιλογή..." αποκριθηκα πιέζοντας το γυαλί στην λεπτεπίλεπτη επιδερμίδα μου αργά εως οτου μερικές κηλίδες αίμα εσταξαν στα τρεμάμενα δάκτυλα μου.
"Δεν το επιτρέπω να πεθάνεις έτσι όχι !"κραυγασε ορμώντας καταπάνω μου σε μια παλη σώμα με σώμα σε δύο μέτωπα καθώς πάσχιζε απο την μια να σταματήσει το αίμα κι απο την άλλη να αρπάξει το γυαλί απο τα χέρια μου.
"Σταμάτα με πονάς.."
"Δεν έχεις ιδέα τι σημαίνει πόνος ..γι αυτό πάψε..κι υπάκουσε !"προσταξε εξοργισμένος πλησιάζοντας τόσο κοντά μου που πλέον διέκρινα για πρώτη φορά το χρώμα των ματιών του και πάγωσα.
Ηταν τόσο φωτεινά σχεδόν φωσφόριζαν στο απέραντο σκοτάδι που περικυκλωνε την αύρα και το υπολοιπο σώμα του και δυστυχως κατόρθωσαν σαν να ασκούσαν μαγεία να με αποδυναμώσουν με αποτέλεσμα το κοφτερό γυαλί να καταλήξει στο έδαφος .
"Ετσι μπράβο ανόητο κοριτσι θα μπορούσες να καταστρέψεις και τους δύο μας με αυτη σου την απερισκεψία.." μουρμουρισε χαμηλόφωνα τυλίγοντας τα χέρια του γύρω απο την μέση μου .
"Μην με ακουμπάς ακαρδο κτηνος ! Γιατι ειναι τόσο σημαντική η παρουσία μου τι είδους δυνάμεις αποκτάς απο αυτη την θυσία που ετοιμάζεσαι να πράξεις..;" ρωτησα ξανά αν και η απάντηση ηταν προφανής ενώπιον μου αντλούσε δύναμη απο κάθε κοπέλα που σκοτωνε ωστε να μπορεί να επιστρέφει στο παρελθόν και να αλλάζει τα γεγονότα .
Τα χέρια του εσπρωξάν το σώμα μου απαλά προς την πέτρινη σκάλα προτου δοκιμάσω ξανά να ξεφύγω.
Μα δεν με ήξερε καλά ποτέ του δεν θα με μάθαινε αναλογιστηκα σπρώχνοντας τον αιφνιδιαστικά με δύναμη προς την ξύλινη φθαρμένη πόρτα η οποία οπως ακριβώς ειχα υπολογίσει έσπασε κι ενας παγωμένος ορμητικός αγέρας μας παρέσυρε.
"Θα το πληρώσεις αυτό !" Γρυλισε πασχίζοντας να αντισταθεί στην δυναμη του αερα οπου μαστιγωνε τα κορμιά μας κυριολεκτικά καθώς πίσω απο την σφραγισμένη πύλη κρύβονταν ένα μικρο μπαλκόνι.
"Τι έγινε εξυπνάκια σου αντιστέκεται μια γυναίκα..;" σχολιασα ειρωνικά τρέχοντας δίχως δισταγμό προς την εξωτερική πλευρά του πύργου οπου κυριολεκτικά έκοβε την ανάσα.
Ρίχνοντας μια πρόχειρη ματιά στο σκοτεινό δάσος που τον πλαισιωνε ολόγυρα αναγνώρισα τον λόφο οπου βρισκόμουν καθισμένη λίγες ωρες νωρίτερα αναζητώντας πληροφορίες για τον μυστηριώδη ιππότη που ηταν κάποτε ο αφέντης του τόπου.
"Ω θεε μου δεν το πιστευω..κάποιος μου κάνει πλάκα δεν ειναι δυνατόν να βρίσκομαι πραγματι μέσα σε αυτό το μεγαθήριο..αν δεν ονειρεύομαι εκείνο το κτήνος..είναι ο ...ιππότης.."
Ήμουν χαμένη τυλιγμένη σε ενα κουβάρι απο υποθέσεις κι φόβο απο το οποίο δεν αισθανόμουν ικανή να ξεφύγω ενιωθα κυριολεκτικά αφημενη στα γρανάζια της μοίρας οπου εκείνος πολλάκις ανέφερε .
Παρατηρούσα σαστισμένη το πανέμορφο τοπίο ολόγυρα που αν και γνωριμο φάνταζε τελειως διαφορετικό λες και είχα γυρισει πίσω στο χρόνο αρκετούς αιώνες αφού ενώπιον μου διέκρινα κι αλλους παρόμοιους πύργους και μικρότερα σπιτάκια φτωχικά διάσπαρτα μέσα στο αχανές πυκνό δάσος.
"Τι συμβαίνει εδω περα επιτέλους τι είδους μέρος ειναι αυτό ..; Που βρίσκομαι..;" αναρωτιόμουν παγωμενη τόσο απο τον κρύο ανεμο που δεν επαψε να με σφυροκοπά οσο και στην διάνοια.
"Τέρμα τα παιχνιδάκια κοριτσάκι αρκετά..! Ήρθε η ωρα να με ελευθερώσεις .." Μουρμούρισε η γνώριμη φωνή του στα αυτιά μου καθώς με τύλιγε συγκορμη ξανά με την βελούδινη κάπα του τραβώντας βιαια το σώμα μου προς το εσωτερικό.
Αντιστεκομουν σθεναρά στηλώνοντας τα πόδια μου με δύναμη στο ολισθηρό έδαφος που για κακή μου τύχη υποχωρούσε σε κάποια σημεία χαρίζοντας του πολύτιμα δευτερόλεπτα.
"Απο ποιον να σε ελευθερωσω..; Δεν είμαι καμια μάγισσα μητε ζω στον δικό σου κοσμο των ιπποτών ! Μια απλή κοπέλα ειμαι..!" Κραυγασα απελπισμένη οσο πλησιάζαμε προς εκείνη την πύλη απ οπου το εσκασα μερικά δευτερόλεπτα πριν με την ελπίδα να σωθώ.
"Ιπποτών είπες ; " μουρμουρισε αχνά μπερδεμένος στρέφοντας ασυναίσθητα για ακομη μια φορά τα καταπράσινα σκοτεινά κρυμμένα του μάτια προς το μέρος μου.
Προκαλώντας εσωτερικά μια πρωτόγνωρη αδημονία να διακρίνω ολόκληρο το παράξενο μυστηρίωδες πρόσωπο που έτυχε να βρω σε μια απο τις παράλογες αναζητήσεις μου.
Τιναξα τα μαλλιά μου επιδεικτικά λες και ετοιμαζόμουν να κάνω κάποια σημαντική ανακοίνωση παρατηρώντας πως η κίνηση μου κέντρισε ακόμη περισσότερο το αιμοβόρο ενδιαφέρον του .
" Ναί σωστά ακουσες ! Δεν είμαι καμία καθηγήτρια η κάτι αλλα λατρέυω να μελετώ ιστορικά πρόσωπα και αιώνες..οπότε νομίζω πως σε έχω ξαναδεί..κάπου ..κάποτε .." αστειέυτηκα σε μια προσπάθεια να σπασω τον ολισθηρό παγο ανάμεσα μας που ισως αποτελούσε κι την οριστική λύση στο πρόβλημα μου.
Το βλέμμα του παρεμενε παγερά στηλωμένο στο χλωμό πρόσωπο που κάθε τόσο ο ορμητικός αγέρας μαστιγώνε αλύπητα .
"Δεν ξέρεις τίποτα για εμένα ! Καμία γυναίκα δεν μπορεί να είναι σοφή μόνον ένας άνδρας ! Δεν με ενδιαφέρει ποιά είσαι μητε ποιά πράγματα λατρέυεις.. είσαι αιχμάλωτη μου κι σύντομα ολα θα τελειώσουν γι αυτό υπάκουσε !" Επανέλαβε κοφτά σαν να μην έδινε πραγματι δεκάρα για τον αληθινό εαυτό που ξεδίπλωσα ενώπιον του κι ας κινδύνευε η ζωή μου ηταν ενας άξεστος .
"Υπακοή ..μισώ αυτη την λέξη απο τα βάθη της ύπαρξης μου και ποτέ δεν θα εκτελέσω τις εντολές ενος άψυχου κτήνους σαν εσένα !" Κράυγασα φέρνωντας στο νου βιαστικά την αγριωπή φωνή του πατέρα μου να επαναλάμβανει απο μικρή ηλικία αυτη την τόσο μισητή λέξη ξανά και ξανά πασχίζοντας να με αναγκάσει να την αφομοιώσω.
Άρχισα να τρέχω ξανά έχοντας μερικά ακόμη μέτρα ελευθερίας να διανύσω σε εκείνο το ολισθηρό μπαλκόνι με την ελπίδα να βρώ ενα περασμα που θα μου χάριζε ξανά την πολύτιμη ελευθερία που ποτέ δεν είχα αντιληφθεί πόσο αναγκαία είναι .
Το φόρεμα εμπόδιζε τις κινήσεις μου το ιδιο και τα αλλόκοτα δερμάτινα παπούτσια που γλιστρούσαν καθε τόσο στους βράχους χαρίζοντας του πολύτιμα δευτερόλεπτα να με εντοπίσει ξανά.
" Οσο τρέχεις να γλιτώσεις τόσο περισσότερο εξωθείς την οργή μου στα άκρα ! Δεν εχεις ιδέα τι θα σου κάνω σαν θα πέσεις στα χέρια μου.." κράυγαζε θυμωμένος ακολουθώντας με κατα πόδας με απίστευτη ταχύτητα κσι ευλυγισία οπου φάνταζε παντελώς εξωπραγματική.
Καλύπτοντας και τα τελευταία μέτρα της τεράστιας πετρινης βεράντας εφτασα δυστυχώς οπως το περίμενα σε ενα μυστικό πέρασμα που χρησιμοποιούσαν οι ιππότες για να ξεφύγουν απο τους πολιορκητές οταν μια μάχη είχε χαθεί ολοσχερώς.
Λαχανιασμένη έχοντας ξεχάσει και να αναπνέω ακόμη έσπευσα να κατέβω οσο πιο γρήγορα μπορούσα εκείνα τα ολισθηρά σκαλοπάτια με την ελπίδα να με οδηγούσαν έξω απο τα τείχη αυτού του παλιού φρουρίου που σίγουρα διέθετε στοές και περάσματα.
"Τρελάθηκες ! Γύρνα πίσω αμέσως αυτή η στοά δεν οδηγεί πουθενά θα τραυματιστείς άσχημα..!" Τον ακουγα να ουρλιάζει τρομαγμένος μα ηδη ηταν πολύ αργά για να γυρίσω πίσω ήδη θέσει τον εαυτό μου για ακόμη μια φορά στα κοφτερά δόντια του θανάτου.
Για κακή μου τύχη τα σκαλοπάτια ήταν περασμένα με πίσσα και σε κάθε μου βήμα τα πόδια εγκλωβίζονταν ακόμη περισσότερο στην κολλώδη ουσία με αποτέλεσμα να σπρώχνω ολοένα το σώμα μου να προχωρήσει μα δυστυχώς κατόρθωνα μονάχα να πέφτω ξανά και ξανά στο έδαφος απανωτά.
"Όχι δεν θα σου παραδοθώ ποτέ ! Όχι τώρα όχι !" Μουρμουριζα αγχωμένη ορθώνοντας ξανά το ανάστημα μου απο ενα ακόμη πέσιμο που μου προκάλεσε αφόρητο πόνο στα πλευρά που δεν είχα χρόνο να διαχειριστώ.
Δίχως να μπορώ πλέον να αναπνεύσω καλά παραπατούσα ακουμπώντας δεξιά κι αριστερά στους πέτρινους παλιούς τοίχους εως οτου διέκρινα με την άκρη του ματιού ένα ξέφωτο στο βάθος κρυμμένο πίσω απο κάποιους πυκνούς θάμνους .
Ένιωσα σιγουρη πια πως θα κέρδιζα την ελευθερία που κυριολεκτικά ματωσα για να αποκτήσω και δίχως δεύτερη σκέψη μάζεψα ψηλά την λερωμένη φούστα του φορέματος και ορμησα οσο πιο γρήγορα μπορούσα προς τα εκεί σχεδόν στα τυφλά δίχως να βλέπω προς τα που βαδίζω.
"Θα σκοτωθείς μην προχωρήσεις θα πέσεις στο κενό..!" Ακουγα αχνά απο κάπου στο βάθος τις απανωτές εκκλήσεις του προτού τα πόδια μου γλιστρήσουν για ύστατη φορά στην έξοδο που οδηγούσε σε ενα γκρεμό περικυκλωμένο απο κοφτερά αγκάθια.
Μονάχα μια κραυγή αγωνίας πρόλαβε να ξεφύγει απο τα χείλη μου καθώς επεφτα στο κενό οπως πολύ σωστά με είχε προειδοποίησει ομως δεν τολμούσα να τον πιστέψω παρά την αλήθεια που μου φώναξε αλλα πολύ άργά.
Η πτώση ηταν ορμητική και πολύ οδυνηρή καθώς το σώμα μου προσγειώθηκε κυριολεκτικα επάνω σε πυκνούς θάμνους απο αγκάθια που μπηγονταν στο δέρμα μου με κάθε κίνηση...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top