Κεφάλαιο Τρία - Αιχμαλωσία
Αφιερωμένο στις αγαπημένες μου DianaRay1 user38316600 Millany_Kelly_Green elenizapra1 κι σε όλες εσάς που είστε εδώ κι ζωή σε κάθε κεφάλαιο..🌹🌌
Η εμφάνιση αυτής της τρομακτικής φιγούρας ενώπιον της μια τόσο τρομακτική κι αλλόκοσμη νύχτα σαν αυτή πλημμύρισε τρόμο και συνάμα πανικό την καρδιά το μυαλό κι το κορμί της που δεν είχε ιδέα πως να ορθώσει άμυνες.
Ποτέ στο παρελθόν δεν είχε χρειαστεί να έρθει αντιμέτωπη με κάτι μεταφυσικό είτε κάποια παγιδευμένη ψυχή στον δικό μας κόσμο μα πόσο μάλλον κάποια τόσο μοχθηρή όσο η αυρα που εξέπεμπε η συγκεκριμένη.
Φάνταζε αμείλικτος από μίλια μακριά καθώς παρατηρούσε σοκαρισμένη να σφίγγει τα δερμάτινα γάντια του σε δύο μεγάλες γροθιές που θα την συνεθλιβαν εύκολα εάν έπεφτε στα χέρια του.
Τι ζητούσε από εκείνη παρέμενε ένα από τα φλέγοντα ερωτήματα που είχαν ξετρυπωσει στο μυαλό επίμονα ζητώντας επιτακτικά απαντήση που ήταν βέβαιο πως από εκείνον δεν θα τολμούσε να ξεκλεψει.
Ο εσωτερικός συναγερμός του ανθρώπινου σώματος της τέθηκε σε πλήρη εγρήγορση φερνωντας στην θύμηση της την πολύτιμη προειδοποίηση της μητέρας της όπου επέλεξε να αψηφήσει με εφιαλτικές συνέπειες.
"Απόψε το βράδυ το προαισθανομαι θα έρθει να σε βρει εκείνος.. ο άνδρας δίχως πρόσωπο ζητώντας εξιλέωση για τις δικές μου αμαρτίες κορίτσι μου από εσένα. Σε ικετεύω μην βγεις έξω ειδικά αυτή την βραδιά.."
Ηταν τα προφητικά λόγια της Σάρον τα οποία επαληθεύονταν ενώπιον της με μαθηματική ακρίβεια λες και μπορούσε να διαβάσει το μυαλό εκείνης της σκοτεινής οντότητας που στεκόταν απέναντι της παρατηρώντας κάθε κίνηση της.
Το έβαλε βιαστικά στα πόδια αιφνιδιάζοντας τον άνδρα όπου θεωρούσε πως θα μπορούσε να την υποτάξει στο δικό του θέλημα κι τελικά να την σκοτώσει.
"Πόσο δίκιο είχες μαμά μου...γιατί δεν σε άκουσα η τρελή..και τώρα τρέχω για την ζωή μου.." μονολογούσε τρομαγμένη γλιστρωντας σε μια λεπτή στιβάδα πάγου με αποτέλεσμα να χάσει την ισορροπία της και να πέσει στο έδαφος χτυπώντας ελαφρά το κεφάλι κι την μέση της σε εναν φαρδύ κορμό .
"Γαμώτο.." μουρμούρισε θυμωμένη με τον αδέξιο εαυτό της που μονομιάς έπεσε καταχαμα προσφέροντας ευχαρίστως το κορμί τής ως λεία στις αιμοσταγείς ορέξεις του .
Σκούπισε πρόχειρα το μέτωπο της αντικρίζοντας αίμα ανάμεσα στα δάκτυλα της το οποίο παραδόξως παρατηρούσε εξίσου επίμονα κι εκείνος έχοντας πλησιάσει σε απόσταση αναπνοής.
"Ανόητο κορίτσι δεν ξεφέυγεις απο εμένα οσο κι αν τρέξεις και ειδικά τώρα που χτύπησες.." μπόρεσε να αφουγκραστεί μές την παραζάλη ξανά εκεινη την άγρια τρομακτική φώνη δίχως να βρίσκει την δύναμη να σταθεί ξανά στα πόδια της και να συνεχίσει.
Το γαλάζιο φόρεμα της άρχισε να βρέχεται ολόγυρα σταδιακά καθώς το χιόνι έλιωνε κάτω από το καυτό κορμί της.
Το ίδιο και τα πανεμορφα απαλά μαλλιά της ενώ μερικές διάσπαρτες κηλίδες αίματος εσταζαν στο παγωμένο χιόνι απο το διαμπερές τράυμα στο μέτωπο της .
Μπρός στα θολωμένα μάτια της εμφανίστηκε η γνώριμη φιγούρα που την είχε τρομοκρατήσει λίγο πριν καθώς βάδιζε ανάμεσα απο τα δέντρα παρακολουθώντας την .
Έσκυψε απο πάνω της φορώντας μια ολόμαυρη βελούδινη μακριά κουκούλα και με τα δερμάτινα γάντια του σήκωσε αργά το κεφάλι της εξετάζοντας το ματωμένο τράυμα.
"Αυτή η μυρωδιά να πάρει...είναι γνώριμη.."μουρμουρισε πλησιάζοντας το σκοτεινό πρόσωπο του προς το μέρος τής αργά ..τόσο κοντά ώστε να διαπιστώσει έντρομη πως δεν μπορούσε να διακρίνει κανένα χαρακτηριστικό του και αυτομάτως ανατριχιασε συγκορμη.
"Δεν..έχεις πρόσωπο ... Ω θεέ μου εσύ είσαι..άφησε με ..μην με ακουμπάς.."ψελλιζα ζαλισμένη κουνώντας αδέξια τα χέρια μου με σκοπό να τον απομάκρυνω ματαια βέβαια καθώς εκείνος δεν έλεγε να ξεκολλήσει απο πάνω μου.
Η μυρωδιά του φάνταζε ερεθιστική σαν εισήλθε στα ρουθούνια της έφερε στο νού καλοκαίρια που περνούσε ξέγνοιαστη τρέχοντας ανάμεσα στα ανθισμένα γιασεμιά και τα νυχτολούλουδα .
Εκείνα τα καλοκαίρια στα πρόαστια της πόλης ήταν τα καλύτερα της . Αδημονουσε να τελειώσει το σχολείο για να μαζέψουν τα πράγματα κι να αναχωρήσουν μαζί με την Σάρον για εκεί.
Της έλειπε η αίσθηση της ελευθερίας που της έδινε εκείνο το πανέμορφο παλαιό σπίτι όπου έμοιαζε με αρχαίο πύργο.
Ακριβώς σαν αυτόν που ατενίζε προ ολίγου κι λεγόταν πως ανήκε σε κάποια μακρινή γιαγιά της που τύχαινε να ανήκει στην βασιλική οικογένεια της Αγγλίας κι μετέπειτα τον κληρονόμησε ο πατέρας της από τους δικούς του γονείς.
Δυστυχώς εκείνο τον πανέμορφο μυστηριώδη μικρό πύργο αναγκάστηκε να τον αποχωριστεί βίαια στα δεκαπέντε της χρόνια αφού ο πατέρας της τον είχε ξεπουλήσει τόσο φθηνά στο καζίνο για να πάρει δάνειο.
Έκτοτε τα καλοκαίρια της έχασαν το χρώμα την υφή και τις μυρωδιές εκείνων των αξέχαστων χρόνων. Οι φίλοι που είχε αποκτήσει μεγάλωσαν με την σειρά τους κι έφυγαν για μέρη άγνωστα.
Μονάχα εκείνη παρέμενε ακόμη αγκιστρωμενη σε τούτη την μονοχνωτη πόλη να αναζητά εναγωνίως να ξεφύγει από τις δαγκάνες της.
Καπως έτσι μονομιάς η μεθυστική μυρωδιά του σώματος του πλημμύρισε το μυαλό της με χιλιάδες αναμνήσεις ξεχασμένες με τον καιρο δρώντας ανακουφιστικά σαν αόρατο παυσίπονο στον τρόμο που φώλιασε βαθειά μές την ψυχή .
Έως ότου επανέλθει δριμύτερος ο γνώριμος τρόμος κι υπερκαλύψει όλες τις άλλες αισθήσεις της .
Ένιωσε ενα μαντήλι να καλύπτει τα θολά μάτια της και εκ νέου η αίσθηση κινδύνου πυροδοτήθηκε εσωτερικά σαν σιωπηρό ένστικτο επιβίωσης.
"Αφησε με ήσυχη επιτέλους..!" Κραυγασε αποφασισμένη τραβώντας απο τα μάτια της βιαια το μεταξένιο μαντήλι δοκιμάζοντας αποτυχημένα να σταθεί στα παγωμένα πόδια της που είχαν μουδιάσει από το κρύο με αποτέλεσμα να καταλήξει αιχμάλωτη ξανά .
"Μου ανήκεις πια δεν μπορεις να ξεφύγεις καμία δεν γλιτώνει σαν την στοχέυσω.." μουρμουρισε ο απόκοσμος ψίθυρος του επιβεβαιώνοντας εφιαλτικά τους χειρότερους φόβους και προλήψεις της περιοχής που η ιδια παρέβλεψε ως κατι ψέυτικο.
" Ώστε εισαι αληθινός..εσύ ο περιπλανώμενος κολασμένος που δεν σταματάς αν δεν παρασύρεις περισσότερες ψυχές στο διάβα σου.."διαπίστωσα σαστισμένη οση ωρα εκείνος τύλιγε γυρω απο τις παλάμες μου μια χοντρή αλυσίδα τόσο σφικτά που προκαλούσε σημάδια στην επιδερμίδα της και απίστευτο πόνο.
"Έκανες λάθος που αψηφησες τους κανόνες της σάπιας κοινωνιας σας ! Καταδίκασες τον εαυτο σου.."
"Ακουσε με καλά ! Όποιος κι αν είσαι είτε φάντασμα ειτε απλώς ένας τρελός φονιάς που ερεθιζεται απο τον ανθρώπινο πόνο εγώ δεν σε φοβάμαι ! Δεν υποτάχθηκα ποτέ στο θέλημα κανενός κι απόψε θα γίνω η εξαίρεση στον φρικτό σου κανόνα !" Ουρλιαξα κατάμουτρα θυμωμένη στρέφοντας απότομα τα χέρια μου γύρω απο τον λαιμό του τυλίγοντας έξυπνα την αλυσίδα με αποτέλεσμα να τον αποσυντονισω.
Αρχισε να παλεύει μαζι μου πιέζοντας τα χέρια του στην πονεμένη σάρκα μου σε μια προσπάθεια να ελευθερωθεί για να με σκοτώσει οπως λογικά σχεδίαζε ομως εγω δεν ειχα πει την τελευταία μου κουβέντα.
Τον έριξα στο έδαφος παρά την δυνατή σωματική του διάπλαση και το ύψος κι έπειτα απεκτησα τοσο απλά το πανω χέρι στην σκοτεινη αναμέτρηση μας.
Σηκώθηκα άτσαλα στα πόδια μου πατώντας με το τακούνι μου το πεσμένο κατάχαμα σώμα του νιώθοντας μια αίσθηση θριάμβου να με τυλίγει λες και έπαιρνα εκδίκηση για ολες εκεινες τις αθωες κοπέλες που έβλαψε αυτο το κτήνος ολα αυτα τα χρόνια προτού η ψευδάισθηση τελειώσει .
" Κοριτσάκι δεν εχεις ιδέα πόσες σαν εσένα προσπάθησαν ματαια να με υποτάξουν για να γλιτώσουν την φρικτή τιμωρία που τις περίμενε σαν έπεφταν στα χέρια μου ! Ετσι κι εσύ κατόρθωσες μονάχα να με εξοργίσεις !" Κράυγασε κόβοντας με μια απλη κίνηση τις βαριές αλυσίδες λες και ηταν απο χαρτί φτιαγμένες τρεποντας με σε άτακτη φυγή προς πάσα κατεύθυνση.
Έτρεχα τρομαγμένη σέρνοντας ξοπίσω τις σπασμένες αλυσίδες που μπλέκονταν στα πόδια μου φραζοντας μου το δρόμο προς την λύτρωση με την ελπίδα να σώσω την ζωή μου .
Ένιωθα σαν θηραμα ετοιμο προς βρωση και κατανάλωση την δεδομένη στιγμή μεμφομενη παράλληλα τον εαυτό μου για την ανυπακοή οπου υπέδειξα στην μητρική συμβουλή της θέτοντας τον εαυτο μου σε τουτη την θανάσιμη παγίδα.
Ο δρόμος φάνταζε ατελείωτος δεν εβλεπα μεσα στο πυκνό σκοτάδι σε ποιο δρόμο βάδιζα μητε που πατουσα απο το χιόνι που άρχισε να πέφτει ξανά αδιάκοπα οσο η ωρα περνούσε.
Παγωμένος αέρας αιχμαλώτιζε τις λευκές νιφάδες αναμεσα στα μαλλιά και τις στιβάδες του πρόσωπου μου δυσχεραίνοντας δραματικά την κατάσταση.
Αισθανόμουν την καρδιά να απειλει να πεταχτεί έξωθεν του στήθους μου και την ανάσα μου βαριά απο την υπερπροσπάθεια αλλα δεν θα το εβαζα κατω αφήνοντας το σώμα μου ευκολη λεία στα χέρια ενος θηρίου.
Έχοντας διανύσει μια απόσταση τεσσάρων περίπου μέτρων ακούμπησα για μια στιγμή το ιδρωμένο μέτωπο μου παρά το ψυχος που μαινονταν ολόγυρα και εριξα ενα φευγαλέο βλέμμα προς τα πίσω νιώθοντας για μερικά δευτερόλεπτα ασφαλής σαν αντικρισα το μονοπάτι αδειανο.
"Ίσως βαρέθηκε να με καταδιώκει και γύρισε στην κόλαση απο την οποια προήλθε .."αναλογίστικα φοβισμένη επιβραδύνοντας για λιγο ωστε να ξεκουράσω λίγο το καταπονημένο σώμα μου.
Πασχιζα να αφαιρέσω τις αλυσίδες απο τα χέρια μου μα φάνταζε αδύνατο αφου φροντισε να τις ασφαλίσει με μικρά λουκέτα που ο ίδιος γνώριζε που κρύβεται το κλειδί.
Αντικρίζοντας απο μακριά τα φώτα της πόλης πίστεψα με όλη την ψυχή μου πως επιτέλους του ειχα ξεφύγει και πως σύντομα θα βρισκόμουν στο ζεστό σπίτι μου ζωντανη και σώα .
Ενα χαμόγελο αισιοδοξίας φώτισε το ματωμένο πρόσωπο μου δίνοντας πνοή στα πνευμόνια και ωθηση στα πόδια μου ως δια μαγείας να καλύψουν την μικρη απόσταση που με χώριζε την ζωή με τον θάνατο κυριολεκτικά.
Ημουν βεβαιη πως εαν με έβρισκε ξανά εμπρος του θα με σκότωνε ακαριαία δίχως καν να μπει στην διαδικασία να με αιχμαλωτίσει αφου αυτος ηταν ο στόχος του η μήπως οχι ;
Αναρωτιόμουν μπερδεμένη φέρνωντας την μυστηριώδη μορφή του στο μυαλό μου εκ νέου.
Εμοιαζε βγαλμένος απο παλιά ταινια τρόμου αφού η βελούδινη μαύρη κάπα και τα γάντια παρέπεμπαν σε καποια σκοτεινή σέκτα του μεσαίωνα.
Παρομοίως κι εκείνο το μεταφυσικό ερρεβος που κάλυπτε ολοσχερώς τα χαρακτηριστικά του προσώπου έμοιαζε στα μάτια μου με κάποιο έιδος διαφανης μάσκας .
Σπουδάζοντας εδώ και δυο ολόκληρα χρόνια ψυχολογία θεωρουσα πως μπορούσα να προβλέψω με την απλή ανθρώπινη λογική τις επόμενες κινήσεις αυτου του τρελού ομως εκανα λάθος δυστυχώς.
Ενα δυνατο χαιρέκακο γέλιο αντήχησε ολόγυρα μου δημιουργώντας αντιλαλο αναμεσα στα δέντρα μα οσο κι αν αναζητούσα ανάμεσα στις φυλλωσιές απεγνωσμένα την αυλη φιγούρα του εκείνος έμοιαζε κυριολεκτικά αορατος.
Το απίστευτο σατανικό του γέλιο δεν επαυε να μου προκαλεί ανατριχίλα και τρόμο καθώς δημιουργούσε την ψευδαίσθηση πως πλησιάζει κοντά μου όσο κι αν έτρεχα εκείνο με ακολουθούσε.
"Εμφανίσου δειλέ μην παίζεις μαζί μου ! Ελα να αναμετρηθούμε πρόσωπο με πρόσωπο..!" Τον προσκάλεσα τρέμοντας σύγκορμη επιθυμώντας τουλάχιστον να έχω εναν ορατό αντίπαλο απέναντι μου κι οχι μια μεταφυσική σκιά που μπορούσε ανα πάσα στιγμή να με εξουδετερώσει.
Ακολούθησε σιωπή ξανά ο απόηχος της φωνής του σβήστηκε μονομιάς σαν να μην ήχησε ποτέ κι η γνώριμη γαλήνη της φύσης επέστρεψε στα αυτιά μα οχι όμως και στις υπόλοιπες αισθήσεις μου.
Πλησίαζε ..βρισκόταν μερικά μέτρα μακριά μπορούσα να μυρίσω το παραξενο αρωμα του απο χιλιόμετρα .
Σύντομα θα μου επιτίθονταν απο πίσω για να με αιφνιδιασει ήμουν σιγουρη λες και μπορούσα να διαβάσω τις σκέψεις του σιωπηρά με έναν αδιόρατο τρόπο σύνδεσης.
Δεν εκανε τον παραμικρό ηχο μα εγώ μπορούσα να αφουγκραστώ την βαριά θυμωμένη πνοή του να τυλίγει το σώμα μου σαν λεπτό δίχτυ οπου αργά η γρήγορα θα με κρατούσε δέσμια.
Τα χέρια του σύρθηκαν αχνά κατα μήκος της ραχοκοκκαλιάς μου και πραγματι αισθάνθηκα ενα πρωτόγνωρο μούδιασμα χαμηλά όμοιο με ηλεκτρισμό που διαπερνούσε το σώμα.
"Θα έλεγα πως με φλερτάρεις αν δεν ήσουν τόσο αγροικος.." σχολίασα αυθόρμητα δίχως να παίρνει ανάσα καθώς και η δική του ηχούσε κάπως αλλόκοτη στα αυτιά της άρυθμη και ακανόνιστη και ρηχή.
"Να φλερτάρω το αποψινό μου θήραμα ; Μάλλον σε γελάσανε.." πρόφερε αγριωπά σηκώνοντας το σώμα μου με απίστευτη ευχέρεια ανάμεσα στα μπράτσα του στρέφοντας το αθέατο προσωπο του προς την αντίθετη μεριά απαξιωτικά .
"Δεν θα σε παρακαλέσω γιατί δεν έχει νόημα ! Θα με σκοτώσεις άμεσα έτσι δεν ειναι ; Θα είμαι εγώ το επόμενο θυμα στην λίστα σου ;" κλαψούρισα αγχωμένη δίχως να κρύβω το παράπονο που μάστιζε την νεανική ψυχή μου.
"Πολλά ρωτάς σωπασε τωρα !"
" Θέλω να ξέρω ειναι ανάγκη τι θα μου συμβεί ..ξέρεις απόψε ειναι μια νύχτα που βγήκα απλά για να γιορτάσω δεν φανταζόμουν πως θα πέθαινα έτσι ξαφνικά χωρίς λόγο τόσο νέα..ειναι κάπως άδικο.." συνέχισα να εκφράζω την πικρία μου λες και ηταν κάποιος πολύ δικος μου ανθρωπος οσο παράλογο κι αν ακουγόταν.
Δεν έλαβα απόκριση μονάχα μερικά αναθρα γρυλίσματα που εξεπεμπάν την οργή του ομοια με κραυγές ζώου σε κίνδυνο.
Εδεσε εκ νέου τα μάτια μου με εκείνο το μαυρο μαντήλι αργά με απαλές κινήσεις που ξυπνούσαν ενα ειδος ερωτισμού αναμεσά μας ακόμη κι αν δεν ηταν επιτηδευμένο .
Δεν ειχα ιδέα τι είδους μαγείας άσκησε επάνω μου ωστε να με υποταξει τελικά στο θελημα του μα τα είχε καταφέρει άρτια και σαν υπνωτισμένη αφέθηκα στα χέρια του κλείνοντας τα μάτια αποκαμωμενη απο την κούραση κι το τσουχτερό κρύο.
"Που ...με πάς ;" τραυλισα φοβισμένη μερικά απροσδιόριστα λεπτά αργότερα καθως οι αισθήσεις μου επανέρχονταν παρομοίως με τον τρόμο που επανέρχονταν δριμύτερος εσωτερικά να με κυριεύσει.
"Σωπασε τωρα πια μου ανήκεις η υπόσχεση εκπληρώθηκε εσύ θα με απελευθερώσεις.." μουγκρισε εφιαλτικά βαδίζοντας προς τον απόκρημνο λόφο που ατενιζα ρεμβάζοντας προ ολίγου οδηγώντας με στα τυφλά σαν λάφυρο απο μάχη που δεν δόθηκε ποτέ.
***
Κ
ι έπειτα από την μοιραία εκπλήρωση της υπόσχεσης οπου δόθηκε μια γιορτινή βραδιά πριν απο είκοσι ολόκληρα χρόνια κάτι αλλαξε στον χωροχρόνο.
Οι δείκτες στο ξυλινο ρολοι της κουζίνας πάγωσαν αξαφνα ο ουρανός σκοτείνιασε προτού κάν ξημερώσει και τα σύννεφα βύθισαν στο εσωτερικό τους ολοσχερώς το ολογιωμο λαμπερό χριστουγεννιάτικο φεγγάρι.
Με την πρώτη ανατολή οι καμπάνες της πόλης χτυπούσαν ευθυμα και χαρωπά αναγγέλλοντας μελωδικά στην πλάση πως ο σωτήρας των ανθρώπων τους καλούσε να μετέχουν κι στο σημερινό μυστήριο
Στο έρημο σπίτι της Σαρον και του Τζόναθαν ομως επικρατούσε μια απόκοσμη αγωνιώδης σιωπή που έμοιαζε να έχει πέσει επάνω τους σαν κατάρα αφότου η μικρη τους Βιρτζίνια δεν επέστρεψε ποτέ απο την νυχτερινή της έξοδο.
Ολομόναχη βαδιζε πανω κάτω στο αδειανό καθιστικό κοιτάζοντας καθε τόσο έξω απο το ανατολικό παράθυρο με προσδοκια και απεραντη μητρική ελπίδα να διακρίνει την μικρή της νεράιδα να διασχίζει τον χιονισμένο κήπο τους χαμογελαστή και ευδιάθετη έτοιμη να διηγηθεί τις νεες της περιπέτειες.
"Που είσαι αγαπη μου ; Γύρνα κοντά μας σε παρακαλώ να σβήσεις την ανησυχία απο την καρδιά μου μια για πάντα..και μονο στην σκέψη πως βρέθηκε ..εκείνος στο δρόμο σου .." προσευχόταν χαμηλόφωνα με την καρδιά της χιλια κομμάτια καθώς εκείνο το φρικτό προαίσθημα οπου σαν ερρυνια της πλακωνε εδω και ωρες τα στήθια δεν ελεγε να σβήσει απο μέσα της.
"Κάτι συμβαίνει..το διαισθάνομαι να πάρει εκείνος μου την εκλεψε οπως ακριβώς είχε υποσχεθεί πριν απο χρόνια εκείνη την μοιραία βραδιά.." ψελλισε αγχωμένη φέρνωντας στην μνήμη εκείνη την παγερή ημέρα οπου εφερε στον κοσμο ολομόναχη την μονάκριβη της.
Εκεινο το άκαρδο κτήνος της ειχε κλέψει το νεογέννητο πλασματάκι της δίχως να επιδείξει ίχνος ελέους και καλοσύνης παρά τις ατελείωτες παρακλήσεις της .
Κατέληξε να σιωριαστεί στο χιονισμένο έδαφος ζαλισμένη τόσο απο την ακατάσχετη αιμορραγία που μαστιζε το κορμί της πριν τον τοκετό οσο και απο την ολη διαδικασία του που την είχε εξασθενήσει εμφανώς .
Ούτε που θυμόταν πόσες ώρες κείτονταν κατάχαμα στο χιόνι λιποθυμη μήτε μπορούσε να προσδιορίσει καθώς το πρωτο άκουσμα που την επανέφερε πίσω ήταν το επιμονο κλάμα της.
Και ναι ξαφνικά απο το πουθενά η μικρή της βρισκόταν πλάι της σαν να μην ελειψε ποτέ απο εκεί και μάλιστα κουνούσε τα μικροσκοπικά χεράκια της πανω κάτω ανησυχη αναζητώντας την μητρική μυρωδιά της να την καθησυχάσει.
"Μικρό μου θαύμα πως βρέθηκες εδώ ; Αφού εκείνος σε είχε κλέψει απο τα χέρια μου ..πως ..," αναρωτήθηκα σαστισμένη χαμογελώντας με αισιοδοξία έπειτα απο τοσες ωρες ταλαιπωρίας και οδυνης.
Δεν ειχε παρατηρήσει ομως για κακη της τύχη την σκιά που στεκόταν αγέρωχα επάνω απο το κορμάκι της ο οποιος ειχε γίνει ενα με το πυκνό σκοτάδι που ακόμη κυριαρχούσε στην πλάση.
Ευθύς τινάχτηκε προς τα πίσω φοβισμένη αρπάζοντας το μωρό ανάμεσα στα παγωμένα τρεμάμενα χέρια της πασχίζοντας να το καθησυχάσει και να το ζεστάνει παράλληλα στην αγκαλιά της.
"Είναι δικο μου πια δεν θα την ακουμπήσεις ποτέ ξανά !" Αναφώνησε θυμωμένη γλιτρώντας στο παγωμένο χιόνι κάθε τόσο που προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της και να αντικρούσει μια ακόμη επίθεση που θα γίνονταν εις βάρος της .
Η μορφή του ως δια μαγείας απο σκοτεινη και άυλη απέκτησε ξανά σάρκα και οστά πατώντας γερά τα δύο του πόδια στην γη με τις δερμάτινες μποτες του να αντηχούν εφιαλτικά μέσα στην σιωπή που την πλαισίωνε.
Για ακόμη μια φορά στην θέση του προσώπου πίσω απο την κουκούλα του αντικρισε το απόλυτο κενο ενα πυκνο ατερμονο σκοτάδι δίχως αρχή μητε τέλος που συνόδευε την δολοφονική του άυρα παντού ολόγυρα.
Αηδιασμένη συρθηκε αργά προς το πρωτο ξέφωτο που εντόπισε μερικά μέτρα πιο πέρα αποφεύγοντας να στρέψει ξανά το βλέμμα της σε εκείνο το πάραξενο πλάσμα είχε ξεπηδήσει απο κάποια γωνιά της κολάσεως .
Η μικρή σπάραζε στην αγκαλιά της πεινασμένη παρά τις επιμονες προσπάθειες της να την καθησυχάσει ώστε να μπορέσει να χαθεί κάπου στην γαλήνη του δάσους χωρίς να τις εντοπίσει ξανά εκείνη η ενοχλητική σκιά.
Μα να που σαν λάμψη απο το πουθενά η μορφή του εμφανίστηκε ενώπιον της πιο επιβλητική απο ποτέ με τα καλυμμένα χέρια του σταυρωμένα στο στήθος του φράζοντας καθε σταυροδρόμι που οδηγούσε στην ελευθερία για ακόμη μια φορά.
"Τι θέλεις απο εμένα..; Εφερες πισω το παιδί για κάποιο λόγο ; Πες μου τι ζητάς για να με αφήσεις να ζήσω..!" Του φώναξε τελικά απελπισμένη αναζητώντας μια λύση επιβίωσης στην ολη τεταμένη κατάσταση.
" Την έφερα μονάχα για να την ταίσεις ηλίθια ώστε να πάψει να κλαίει..! Αυτό το μωρό μου ανήκει..! Δεν υπάρχει τρόπος να σου την αφήσω.." Γρύλισε τρομακτικά στο μισοσκόταδο απλώνοντας τα χέρια του προς την μεριά του βρέφους αρπάζοντας το απο τα χέρια της με ευκολία .
" Σε ικετεύω θα σου προσφέρω τα πάντα αρκεί να με αφήσεις να την κρατήσω και να την μεγαλώσω οπως εγώ επιθυμώ.." πρόφερε την λάθος έκφραση κυριευμενη απο την απόλυτη μητρική απόγνωση προκαλώντας την επίπονη διαπραγμάτευση που θα ακολουθούσε μερικά δευτερόλεπτα αργότερα και θα επισφράγιζε την μοίρα της μια πάντα.
Πλησίασε επικίνδυνα κοντά της σε σημείο που μπορούσε να διακρίνει μια υποψία σάρκας πίσω απο την μισάνοιχτη βελούδινη κουκούλα του μα φάνταζε αποκυημα της φαντασίας της και τίποτα περαιτέρω την δεδομένη στιγμή που η αγωνία της ειχε χτυπήσει κόκκινο.
"Πολύ καλά αφού προσφέρεις τα πάντα για να την κρατήσεις ..θα σου επιτρέψω να την μεγαλώσεις μονάχα εάν μου παραχωρήσεις αιώνια την ψυχή της .." μουρμουρισε μοχθηρά με μια φωνή χαμηλή και ταυτόχρονα τόσο σκοτεινή που την ανάγκασε να ουρλιάξει σαν ακουσε την προσφορά που τόλμησε να ξεστομίσει.
"Πως...δεν γίνεται ..άκουσα καλά ;. Αποκλείεται να.."
" Ελα ασε τα περιττά λόγια δέχεσαι η όχι ! Αν αρνηθείς η κόρη σου θα υποφέρει πολύ στα χέρια μου και δεν θα ατενίσει ποτε ξανά το φως του ηλίου..! "
"Κι ...αν ..λεω αν τελικά δεχθώ ; Ποιός όρος θα αλλάξει απο την άδικη καταδίκη της..;" ψέλλισε δειλά δίχως και η ιδια να πιστεύει στα λόγια που τολμούσε να προφερει επιδικάζοντας την μοίρα του νεογέννητου βρέφους που βαστούσε προστατευτικά τούτη την ώρα.
Βηματισε αργά προς το μάυρο άλογο του μερικά μέτρα μακριά της σαν να επεξεργαζοταν τους ορους της αλλόκοτης συμφωνίας που είχε προτείνει σε μια μητέρα μόλις μερικών ωρών.
" Δεν θα υποφέρει..θα μεγαλώσει ευτυχισμένη εως την στιγμή που θα επιλέξω να την κάνω δική μου ! Έπειτα δεν θα την ξαναδείς ποτέ θα χαθεί απο προσώπου γής και θα..."
"Θα την πάρεις στην κόλαση μαζί σου έτσι ; Αυτη θα είναι η φρικτή μοίρα αυτού εδώ του βρέφους μερικών μονάχα ωρών ; Μα πως μου ζητάς τετοιο πράγμα..; Κοίταξε την ειναι ενας άγγελος πως να την καταδικάσω σε μια τέτοια μοιρα.." μονολογούσε πικραμένη χαϊδεύοντας το στρουμπουλό παγωμένο προσωπάκι της μικρής της οπου είχε σωπάσει ξανά ως δια μαγείας λες και προσπαθούσε να αντιληφθεί το περιεχόμενο της συμφωνίας που λάμβανε χώρα και θα καθόριζε την ζωή της.
"Αρκετά ! Επαιξες με την υπομονή μου και έχασες ! Το μωρό είναι δικο μου και δεν θα σε αφήσω να την ξαναδείς !" Κραυγασε θυμωμένος τρομοκρατώντας τοσο την ταλαιπωρημένη Σάρον οσο και το βρέφος.
Τράπηκε σε φυγή βαστώντας ανα χείρας το μικροσκοπικό θάυμα της ραγίζοντας ολοσχερώς οτι είχε απομείνει απο την μητρική καρδιά που ακόμη παλλονταν στα στήθια της αρνούμενη να καταδικάσει το σπλάχνο της σε αυτο το φρικτό μέλλον ομως απο την άλλη η σκέψη πως δεν θα έβλεπε ξανά .
Το κλάμα της αρχισε να ηχεί ξανά αυτη την φορά πιο δυνατά απο πριν σαν να προσπαθούσε με το δικό της τρόπο να διαμαρτυρηθεί για την εξέλιξη της ζωής που η ίδια δεν όριζε μα ηδη είχε αποφασιστεί.
"Τι να κάνω θέε μου...η απόφαση ειναι επίπονη και δυσκολη δεν τολμώ να την αποχωριστώ ακόμη δεν την χόρτασα μα και να παραδώσω ολοσχερώς την ύπαρξη της σε αυτό το θηρίο δεν βαστάει η καρδιά εξίσου.." μουρμούριζε σαν σε προσευχή υψώνοντας το βλέμμα προς τον θολό συννεφιασμένο ουρανό που σταδιακά βάφονταν με τα γιορτινά χρώματα της αυγής.
"Οχι θεε μου την παίρνει μακριά και εκείνη σπαράζει χωρίς εκείνη δεν υπάρχει νόημα .." κραύγασε εκ νέου απελπισμένη καθώς τον παρακολουθούσε να ανεβαίνει στο αλογο του σπρώχνοντας τα χαλινάρια του με βία οσο το βρέφος κυριολεκτικά κράυγαζε για βοήθεια.
" Περίμενε..σε εκλιπαρώ μην την πάρεις απο εμένα..αν θέλεις μια ψυχή ευχαρίστως να σου προσφέρω εμένα όμως αφησε εκείνη να ζήσει.."κλαψούρισε παραπονεμένα απλώνοντας το τρεμάμενο χέρι της προς το μέρος του σαν σιωπηρή έκκληση για έλεος έστω και την ύστατη στιγμή αρκεί να επιβίωνε η μικρη της.
Στράφηκε απότομα προς το μέρος της οργισμένος χτυπώντας απαλά τα πόδια του στα πλευρά του αλόγου δίνοντας εντολή να ξεκινήσει για την μοιραία διαδρομή που εμελε να ξεριζώσει την ψυχή μιας μάνας απο τα θεμέλια της.
" Σου είπα πως εκείνη θέλω οχι εσένα..!" γρυλισε ξεκινώντας παρά τις απανωτές εκκλήσεις και τα παρακάλια της διαπίστωνε μετα λύπης πως δεν διέθετε ίχνος καρδιάς στο περίβλημα που έμοιαζε με ανθρώπινο σώμα.
"Μη ! Εντάξει..θα την έχεις σε μερικά χρόνια ..! Αφησε την να μεγαλώσει να γίνει μια σωστή γυναίκα να μορφωθεί κι έπειτα.."
"Πες το επιτέλους..αρνήσε κάθε επαφή μαζί της και μου παραδίδεται ψυχή και σώματι !"
"Ναι..κάπως έτσι..ομως τι έχεις σκοπό να της κάνεις ; Τι είδους πλάσμα εισαι που συλλέγεις ψυχές κανένας δαίμονας μήπως ;" ρωτούσε εναγωνίως κερδίζοντας χρόνο ωστε να αναλογιστεί για ακόμη μια φορά την παράνοια της απόφασης που θα καταδίκαζε το νεογέννητο σε μια αιώνια κόλαση .
" Ίσως να είμαι δική μου υπόθεση..! Παρε μια αναθεματισμένη απόφαση ..!" Γρυλισε για πολλοστή φορά κραδαίνοντας στα χέρια του το σωματάκι της απαλά πασχίζοντας να την καθησυχάσει μια κίνηση που δεν πέρασε απαρατήτητη απο την απεγνωσμένη Σάρον.
"Είναι δική σου..ξέρω πως δεν θα την βλάψεις ..!" Αποκριθηκε ξεψυχισμένα υπογράφοντας μονομιάς την σκοτεινή συμφωνία που θα καθόριζε το μέλλον της μια για πάντα..
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top