Κεφάλαιο 16

Μιχάλης

Το Μαράκι είναι ερωτευμένο μαζί μου.

Το Μαράκι με κοιτάει και λιώνει.

Το Μαράκι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς εμένα.

Το Μαράκι τρέμει κάθε φορά που κάνουμε έρωτα.

Το Μαράκι με φιλάει και κοντεύει να λιποθυμήσει. 

Το Μαράκι είναι δικό μου.

Και μόνο δικό μου. 

Κανενός άλλου.

"Ρε μαλάκα άσε κάτω την βότκα" ο ξανθούλης μου σπάει τα νεύρα. "Τι πίνεις ρε παπάρα από τις 5 το απόγευμα? Αλκοολικός είσαι?" 

Στρέφω το κουρασμένο βλέμμα μου πάνω του. 

"Νικολάκη βούλωστο, σκέφτομαι" του απαντώ ήρεμα, μέσα μου όμως βράζω.

"Τι σκέφτεσαι ρε Μίκυ? Πες και σε εμάς!"

Χαμογελάω λοξά.

Σκέφτομαι εκείνη.

Την σκέφτομαι.

Την σκέφτομαι μαζί του.. να είναι αγκαλιά.. να την φιλάει με πάθος στα ροζ χειλάκια της.. εκείνη να του το ανταποδίδει.. να βάζει το μικρό χεράκι της στο στήθος του.. να κλείνει τα ματάκια της καθώς έρχεται σε οργασμό.. να αναστενάζει το όνομα του τόσο μα τόσο γλυκά..

"ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΡΕ ΠΑΠΑΡΑ?" 

Αχ γιατί διακόπτει τις πανέμορφες σκέψεις μου?

"ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕ ΤΑ ΚΑΛΑ ΣΟΥ? ΓΙΑΤΙ ΠΕΤΑΞΕΣ ΤΟ ΜΠΟΥΚΑΛΙ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ? ΠΩΣ ΘΑ ΤΟΝ ΚΑΘΑΡΙΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΓΑΜΗΜΕΝΟ?"

Κοιτάω τον μεγάλο τοίχο πάνω από τον καναπέ. 

Κοιτάω και τα γυαλιά στο πάτωμα.

Ούτε που το κατάλαβα πότε το μπουκάλι έφυγε από τα χέρια μου.

"Λες να το κάνουν?" ρωτάω τον Νίκο και συγκρατώ τα δάκρυα μου. Ε όχι να κλάψω και για το Μαράκι, πάει πολύ.

"ΚΑΙ ΕΣΈΝΑ ΤΙ ΣΕ ΝΟΙΑΖΕΙ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ? ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΕΊΣΑΙ ΚΑΙ ΖΗΛΈΥΕΙΣ?"

Πετάγομαι αμέσως όρθιος από τον καναπέ. 

"ΠΟΙΟΣ ΖΗΛΕΥΕΙ Ε? ΠΟΙΟΣ ΖΗΛΕΥΕΙ ΡΕ ΑΡΧΙΔΙ? ΕΓΩ? ΕΓΩ ΠΟΥ ΕΧΩ ΟΠΟΙΑ ΠΟΥΤΆΝΑ ΘΈΛΩ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΠΟΥΤΣΟ ΜΟΥ? ΝΙΚΟΛΑΚΗ ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΙΟΝ ΈΧΕΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΟΥ Η ΘΕΣ ΝΑ ΣΕ ΓΑΜΗΣΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΘΥΜΗΘΕΙΣ?"

Ο ξανθός κολλητός μου στέκεται ακίνητος μπροστά μου με μια σκούπα και με μια σακούλα στο χέρι και με κοιτάει με ένα δύσπιστο βλέμμα.

"Σε πιστεύω, δεν ζηλεύεις καθόλου" σπάει την σιωπή λίγα λεπτά μετά και ξεκινάει να μαζεύει τα γυαλιά από το πάτωμα

Έτσι μπράβο.

Όχι που θα μου πει εμένα ο Νικολάκης ότι την ερωτεύτηκα. 

Ποια? Την Μαρία! 

Ποιος? Εγώ!

Ολόκληρος ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥ

ΔΕΝ ΕΡΩΤΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΓΥΠΕΣ ΡΕ

ΠΟΤΕ ΤΩΝ ΠΟΤΩΝ

Κάθομαι και πάλι στον καναπέ ικανοποιημένος που τον έπεισα. 

"Απλά με εκνευρίζει που ενώ μου το έπαιζε ερωτευμένη, τώρα, δυο μέρες μετά, φιλιέται με έναν άλλον μπροστά σε όλους στην σχολή"

"Ναι, ναι" μου απαντάει αδιάφορα ο Νίκος.

"Αλλά έτσι είναι όλες τους σωστά?"

"Ναι, ναι"

"Την μια μέρα σε κοιτάνε και λιώνουν σαν τα κεράκια και μια εβδομάδα μετά γλείφουν τον πούτσο του επόμενου"

"Ναι, ναι"

"Που πήγαν οι γυναίκες που ήξεραν να αγαπούν ρε Νικολάκη? Που στον πούτσο εξαφανίστηκαν?"

"Ναι, ναι"

"Και να φανταστείς για μια στιγμή νόμισα ότι το Μαράκι είναι διαφορετικό, ξέρεις, ότι όντως αισθάνεται πράγματα για εμένα και της αφοσιώθηκα κιόλας! Αλλά μετά είδα κάτι μηνύματα που έστελνε με άλλους και συνήλθα"

"Ναι, ναι"

"Την είδες πως τον φιλούσε τον μαλάκα σήμερα?"

"Ναι, ναι"

"Εμένα με φιλούσε με περισσότερο πάθος, σωστά?"

"Ναι, ναι"

"Και στο φιλί τους δεν αναστέναζε το όνομά του Μήτσου σωστά?"

"Ναι, ναι"

"Πάντως το δικό μου το αναστέναζε κάθε φορά που την φιλούσα, να το ξέρεις!"

"Ναι, ναι"

"Λες να το κάνουν όση ώρα εμείς μιλάμε?"

"Ναι, ναι"

Παγώνω

"ΤΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ?" ωρύομαι και σηκώνομαι και πάλι όρθιος. "ΤΟ ΜΑΡΑΚΙ ΕΙΝΑΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟ ΜΑΖΙ ΜΟΥ! ΣΙΓΑ ΜΗΝ ΤΟΥ ΑΝΟΙΞΕΙ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΗΣ"

Ο Νίκος ξεροβήχει ελαφρά και ανακάθεται στον απέναντι καναπέ. "Να σου πω ρε Μιχάλη, οι δυο μας είμαστε, άνδρας προς άνδρα, δεν είναι κανένας άλλος στο σπίτι" ο πρόλογος που κάνει δεν μου αρέσει, όπως και το βλέμμα του. Με κοιτάει με έναν καχύποπτο τρόπο, ο οποίος με εκνευρίζει, απίστευτα πολύ. "Μήπως.. λέω εγώ τώρα.. μήπως ένιωσες κάτι για την Μαρία?"

Τον κοιτάω με ένα δολοφονικό βλέμμα. 

"Σαν τι να νιώσω δηλαδή?"

"Όχι έρωτα! Προς Θεού!" σπεύδει να το σώσει ο κολλητός μου. "Αλλά να.. με καμία άλλη γκόμενα σου στο παρελθόν δεν έκανες έτσι όταν την έπαιρνε κάποιος από εμάς. Απλά γελούσες και όταν μάθαινες ότι τελικά τους τον χώναμε πήγαινες αμέσως στην επόμενη"

Χαμογελάω λοξά.

Αυτό θέλει?

Να γυρίσει ο Μήτσος, να μας πει ότι τελικά την πήδηξε, να γελάσω και να πάω στην επόμενη?

Αυτό θα είχε!

Αν το Μαράκι δεν ήταν ερωτευμένο μαζί μου, με εμένα, ολόκληρο Μιχάλη Στεργίου, και την κατάφερνε ο παπάρας, εγώ θα γελούσα και θα πήγαινα να πηδήξω την Κάτια. Που είναι και κολλητή της. Ήταν βασικά. 

Αλλά επειδή αυτό το ενδεχόμενο δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί, απλά θα κάτσω εδώ και θα τον ακούω να μας λέει για το πόσο δύσκολη ήταν, το πόσο δεν τον άφησε να της βάλει ούτε το μικρό του δάχτυλο, το πόσο πολύ ξενέρωσε με την σεμνοτυφία της.

Χαμογελάω λοξά.

Το μυαλό της, το σώμα της και η καρδιά της μου ανήκουν.

Χαμογελάω αλαζονικά.

Μικρό μου Μαράκι.

Δικό μου Μαράκι.

"Θα μου πεις τελικά τι νιώθεις για εκείνη?" ο Νίκος επιμένει.

"Λύπηση" του απαντώ αμέσως, ναι αυτό νιώθω. Απλά την λυπάμαι.

"Ήρθα και εγώ!" ξαφνικά ακούγεται η φωνή του μαλάκα. 

Στρέφω το πρόσωπο μου προς την πόρτα και τον κοιτάω που μπαίνει στο σπίτι με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.

Ύποπτο.

"Τι έγινε ρε?" τον ρωτάει ο Νίκος. "Την πήδηξες?" 

"Εσύ τι λες?" του απαντάει με ερώτηση ο Μήτσος και κάθεται φαρδύς πλατύς δίπλα του στον καναπέ. "Εννοείται πως την κατάφερα!" μας ενημερώνει και ταυτόχρονα τεντώνεται. "Με ξεζούμισε το Μαράκι, τρεις φορές το κάναμε! Α και Μίκυ.. να ξέρεις.. περιμένω να μου τον παίξεις μωρό μου, μπορεί να μην την έπεισα για κώλο αλλά την πήρα στα τέσσερα, δυο φορές κιόλας" προσθέτει ο παπάρας και μου κλείνει το μάτι.

Παγώνω

Χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου.

Δεν νιώθω τα άκρα μου.

Δεν νιώθω την καρδιά μου. 

Δεν νιώθω την ανάσα μου.

"Σου έκατσε?" τον ρωτάω δύσπιστος. 

Το Μαράκι είναι ερωτευμένο μαζί μου.

"Ναι και ήταν τέλεια"

Το Μαράκι με κοιτάει και λιώνει.

"Τι μουνί άφησες να σου φύγει ρε μαλάκα?"

Το Μαράκι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς εμένα.

"Η τύπισσα είναι τόσο στενή που δεν το φανταζόμουν ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα"

Το Μαράκι τρέμει κάθε φορά που κάνουμε έρωτα.

"Και να φανταστείς όταν της είπα ότι δεν γουστάρω δεσμεύσεις ξέρεις τι μου απάντησε?"

Το Μαράκι με φιλάει και κοντεύει να λιποθυμήσει.

"Ότι εξαιτίας σου δεν θέλει να ακούσει ξανά για σχέση"

Το Μαράκι είναι δικό μου.

"Μαλάκα κουτί μου ήρθε!"

Και μόνο δικό μου.

"Και απίστευτο πήδημα και δεν το μπερδεύουμε και όλα κομπλέ!"

Κανενός άλλου.

Ο Μητσάρας με κοιτάει λίγο πιο έντονα αυτήν την φορά. "Εμείς όλα εντάξει μεταξύ μας?" 

Χαμηλώνω το βλέμμα μου, χαμογελάω λοξά. 

"Καλύτερα δεν θα μπορούσαμε να είμαστε" Σηκώνομαι απότομα από τον καναπέ και παίρνω τα τσιγάρα μου και το τζάκετ μου. "Πάω να πηδήξω, μην με περιμένετε, δεν θα επιστρέψω το βράδυ, κάντε ότι γουστάρετε" τους ενημερώνω και βγαίνω όπως όπως έξω από το κωλόσπιτο. 

Κοιτάω την φωτογραφία της στο κινητό μου, αυτήν που έβγαλα χωρίς να με καταλάβει μια μέρα που μου μαγείρευε γυμνή στην κουζίνα της. 

Πουτάνα

Αυτό είναι

Και αυτή και όλες τους.

Κοιτάζω το όνομα της Κάτιας στις επαφές μου.

Τι να μου κάνει εμένα ένα μουνί τώρα?

Εγώ θέλω τουλάχιστον δύο για να ξεχαστώ.. 

Για να την βγάλω από το μυαλό μου..

Για να την βγάλω από μέσα μου..

Ηλίθιες γυναίκες.

Πολυγαμημένα μουνιά.

Αυτό είναι.

Όλες τους.

.

.

.

τρεις εβδομάδες μετά

"Έλα γαμώτο σου!" Κλείνω τα μάτια μου και την πηδάω πιο γρήγορα. "Σφίξε με και άλλο, μπορείς" 

"Αχ Μιχάλη μου είσαι τέλειος!" η κοπέλα που έχω από κάτω μου αναστενάζει βαριά.

"Ναι κορίτσι μου, το ξέρω είμαι θεός, ναι" θα την έλεγα με το όνομα της αλλά πραγματικά δεν το θυμάμαι. Ούτε αυτό ούτε το πως ξύπνησα στο κρεβάτι της με αυτήν δίπλα μου. Δεν ξέρω καν σε ποια περιοχή της Αθήνας είμαι. 

"Αχ θα τελειώσω, είσαι απίστευτος Μιχάλη! Σε λατρεύω!" 

"Ναι είμαι, αλλά δεν με σφίγγεις ρε καρδιά μου και εσύ!" Πώς θα τελειώσω την γαμημένη την τύχη μου γαμώ? Και είναι και κακάσχημη! 

Ειλικρινά τώρα, πόσο ήπια χτες και δεν καταλάβαινα σε ποια την έπεφτα? Γιατί σίγουρα μπορούσα και καλύτερα.

"Ααααχχχχ Μιχάλη" 

Νιώθω την ευχαρίστηση να χτίζεται χαμηλά στην πλάτη μου. "Θα.. θα.. τελειώσω" της λέω και αφήνω ένα βογκητό να βγει από μέσα μου. "Σφίξε με λίγο ακόμη μωρό μου.. λίγο ακόμη.. σε παρακαλώ"

Πού πήγαν τα ένδοξα γαμήσια με το Μαράκι μου γαμώ?

Που με έσφιγγε και οι αναστεναγμοί μου ακουγόντουσαν σε όλη την πολυκατοικία?

"Αχ ρε Μαρία" 

Βογκάω ξανά και νιώθω την πούτσα μου να συσπάται μέσα της. 

Γαμώ το φελέκι μου γαμώ. 

Ήταν τόσο στενή, τόσο γαμημένα τέλεια.

"Αχ Μιχάλη!"

"Αχ Μαρία!" 

Ήσουν τόσο αθώα.. και τόσο.. αχ Θεέ μου.. και τόσο ερωτική ταυτόχρονα.. την πουτάνα μου μέσα. 

"Αχ Μιχάλη!"

Είμαι.. είμαι.. είμαι τόσο κοντά..

"Αχ ΜαρίαΑΑΑΑΑΑΑΑ" 

Τελείωσα. 

Με τρεις ωθήσεις τελείωσα για ακόμη μια φορά με εκείνη στο μυαλό μου.

Ανοίγω τα μάτια μου και βγαίνω με μια απαλή κίνηση μέσα από τον κόλπο της άγνωστης μελαχρινής.

Είμαι αξιολύπητος.

"Ήσουν τέλειος" μου λέει το μωρό καθώς αφαιρώ το χρησιμοποιημένο προφυλακτικό από πάνω μου. 

Την κοιτάω φευγαλέα. 

"Μου το λένε συχνά" της απαντώ και ξεκινάω να ντύνομαι. Εντάξει την γάμησα χτες -μάλλον δηλαδή- την γάμησα και σήμερα το πρωί, ε φτάνει τόσο! Μην μας γίνει και συνήθεια.

"Να σου δώσω τον αριθμό μου να με πάρεις να βρεθούμε ξανά?" 

Όχι

"Ναι μωρό μου" της απαντώ με γλυκιά φωνή και της δίνω το κινητό μου. "Πέρασε το και περίμενε τηλέφωνο μου, θα σε πάρω σίγουρα" 

Σιγά μην την πάρω.

"Ορίστε" μου δίνει την συσκευή μου λίγο πριν βγω από την πόρτα του σπιτιού της. "Μαρία Παναγιωτίδη με αποθήκευσα να ξέρεις"

Την κοιτάω σαστισμένος. 

Να γιατί της την έπεσα χτες.

Το όνομα αυτό.. το γαμημένο αυτό το όνομα..

Γρυλίζω ελαφρά και κατεβαίνω με νεύρο τις σκάλες της πολυκατοικίας της. 

Τρεις εβδομάδες έχουν περάσει από τότε που ο Μήτσος μου έτριψε στην μούρη για πρώτη φορά το γεγονός ότι την πήδηξε. Και έκτοτε έχω χάσει την ηρεμία μου, έχω χάσει τον ύπνο μου. 

Ο Δημήτρης κάθε βράδυ κοιμάται στο σπίτι της, στο κρεβάτι που κάποτε κοιμόμουν εγώ. Κάθε βράδυ την πηδάει και την επόμενη μέρα που επιστρέφει στο δικό μας, μας λέει πόσο ωραία ήταν. Και εγώ προσπαθώ με νύχια και δόντια να συγκρατηθώ και να μην του ορμίσω.

Ευτυχώς στο διαμέρισμα μας την έφερε μόνο μια φορά και εννοείται ότι μας προειδοποίησε πιο πριν για να μην κυκλοφορήσουμε γυμνοί στο σαλόνι και μας δει η παρθενοπιπίτσα του και τρομάξει. 

Με το που μας το έγραψε στην ομαδική ότι το ίδιο βράδυ θα το περνούσαν στο διπλανό δωμάτιο από το δικό μου, έγινα καπνός. Πήγα και κοιμήθηκα στους γονείς μου. Βέβαια στα παιδιά είπα ότι έμεινα σε γκόμενα. Άλλο αυτό.

Δεν μπορώ να καταλάβω την φύση της σχέσης τους. Αν μπορώ να το αποκαλέσω έτσι αυτό που έχουν. Ο Μήτσος βασικά ισχυρίζεται το αντίθετο, ότι δεν είναι μαζί, ότι το Μαράκι ακούει δέσμευση και τρομάζει, αλλά τόσες μέρες δεν έχω δει τον κολλητό μου να πηδάει καμία άλλη. 

Σε αντίθεση με εμένα βασικά.

Χαμογελάω λοξά.

Μουνί για μουνί δεν έχω αφήσει αγάμητο. Κάθε βράδυ πάω και με άλλη. Έστειλα και την Έρση από εκεί που ήρθε και ησύχασε και το κεφάλι μου. Μόνο αρπαχτές από εδώ και πέρα. Σχέση δεν έχω σκοπό να κάνω στο άμεσο μέλλον, δεν χρειάζεται να παραμυθιάσω και καμία άλλη στην τελική. 

Η ζωή μου έχει μπει σε μια τάξη.

Έδωσα αρκετά χρωστούμενα και τα πέρασα κιόλας. Ειδικά για την Κυτταρική Βιολογία είμαι σίγουρος. Χτες γράψαμε και έσκισα. Καλά εντάξει, δεν έγραψα και δέκα, αλλά ένα 7-8 το έχω πιστεύω. Τώρα το μόνο που μένει είναι να μάθω ποιος στον πούτσο θα διορθώσει τις γαμημένες τις εργασίες αντί του Χαραλαμπόπουλου. 

Χαμογελάω ύπουλα.

Και ξέρω ακριβώς τι θα κάνω μετά.

Βέβαια αν έγραφα δέκα δεν θα χρειαζόταν να κάνω τίποτα. 

Το βλέμμα μου σκοτεινιάζει αμέσως στην σκέψη της.

Δεν την είδα χτες που δίναμε το μάθημα, την έψαξα με τα μάτια μου αλλά δεν μπόρεσα να την εντοπίσω. Λογικό το βρίσκω, 1350 άτομα το χρωστούσαμε το πούστικο. 

Πάντως.. γενικά.. έχω να την δω από τότε που φίλησε τον Μήτσο στο κυλικείο. Βέβαια ανεβάζει κανένα story που και που αλλά δεν μπορώ να διακρίνω καλά το προσωπάκι της. Μόνο μια φωτογραφία ανέβασε μόνιμα και αυτήν την χρησιμοποιώ κάθε φορά που θέλω να τραβήξω μαλακία για να μπορέσω να τελειώσω.

"Ένα εικοσάρι δώσε μου φίλε και είμαστε εντάξει" μου λέει ο ταξιτζής με το που φτάσουμε έξω από την πολυκατοικία μου. 

Κοιτάζω το σχεδόν άδειο πορτοφόλι μου. 

Να θυμηθώ να ζητήσω και άλλα χρήματα από την Αναστασία αργότερα. 

Βάζω το κλειδί στην πόρτα και μπαίνω μέσα στο σπίτι μου.

Επιτέλους! 

Να μπω να κάνω και ένα μπάνιο να ξεβρομίσω από χτες. Χάλια είμαι.. μυρίζω ιδρώτα.. τσιγάρο.. αλκοόλ.. πίτσες.. ρούχα..  παπούτσια.. ένα κόκκινο σουτιέν.. ένα κόκκινο στρινγκάκι..

Χαμογελάω λοξά και κοιτάζω καλύτερα το χάος που επικρατεί γύρω μου.

Πάλι εδώ την έφερε ο Νικολάκης την Λία? 

Θα την σπιτώσει σε λίγο. 

Από την γιορτή μου μέχρι και δυο εβδομάδες πριν πηδιόντουσαν περιστασιακά. Πλέον όμως το έχουν πάρει λίγο πιο θερμά το θέμα οι δυο τους και βγαίνουν και για ραντεβού. Και την φέρνει και στο σπίτι και βλέπουν και ταινίες μέχρι το πρωί. Και πήγαν και Αράχωβα το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε στο σπίτι του Μήτσου. Σε λίγο θα μου έρθει το προσκλητήριο και θα κάθομαι να το κοιτάω σαν μαλάκας, είμαι σίγουρος.

Βγάζω το τζάκετ μου και το πετάω στην τραπεζαρία. 

Ωραία κολόνια φορούσε η κοκκινομάλλα χτες. 

Πετάω το πουκάμισο μου στο πάτωμα.

Όλο το σπίτι μυρίζει το άρωμα της.

Εκσφενδονίζω τα παπούτσια μου στον μεγάλο καναπέ και πάω να πιω νερό. 

Κάνω ένα βήμα μέσα στην κουζίνα και-

Παγώνω

Παγώνω

Παγώνω

Τα πόδια αυτά.. τα γυμνά αυτά πόδια τα ξέρω πολύ καλά. Πάρα πολύ καλά για την ακρίβεια. Δεν ήταν λίγες οι φορές που τυλίγονταν γύρω από την μέση μου καθώς εγώ χανόμουν μέσα της ξανά και ξανά και ξανά..

Το μάτι μου πέφτει λίγο πιο πάνω στο σώμα της. Το θεσπέσιο κορμάκι της καλύπτεται από ένα τεράστιο μαύρο φούτερ, το οποίο αποκλείεται να της ανήκει. 

Πνίγω αμέσως έναν αναστεναγμό.

Φοράει και τα ρούχα του μαλάκα τώρα?

"Καλημέρα" της λέω κοφτά μόνο και μόνο για να την αναγκάσω να γυρίσει και να με κοιτάξει. 

Πεθαίνω να την δω ξανά.

Πεθαίνω να την ακουμπήσω και πάλι.

Την παρατηρώ που για μια στιγμή παγώνει. 

Μένει ακίνητη στην θέση της και σταματάει να ανακατεύει το συρτάρι που είχε ανοιχτό τόση ώρα μπροστά της. 

Έπειτα γυρνάει σιγά σιγά το σώμα της προς το δικό μου..

Λίγο ακόμη και..

Ξεροκαταπίνω

"Από πότε καπνίζεις?" την ρωτάω και κοιτάω σαστισμένος το λεπτό τσιγάρο που ξεκουράζεται ανάμεσα στα ροζ χειλάκια της. 

Η Μαρία καρφώνει τα καφέ μάτια της στα πράσινα δικά μου. Έκπληξη, αυτό διακρίνω μέσα τους. Μόνο για μια στιγμή, μόνο για ένα δευτερόλεπτο, γιατί αμέσως μετά ένα σύννεφο απάθειας καλύπτει το αγγελικό της πρόσωπο.

"Κάτι σε ρώτησα" επιμένω. Επιμένω γιατί η Μαρία απεχθάνεται το κάπνισμα, γιατί είμαι σίγουρος ότι ο μαλάκας που την πηδάει τελευταία την πίεσε να το βάλει στο στόμα της. Και ελπίζω αυτό να είναι το μοναδικό, να μην της έβαλε και τίποτα άλλο ανάμεσα στα χείλη της.

"Καλημέρα και εσένα Μίκυ" μου απαντάει ψύχραιμα και με μια απαλή κίνηση κάθεται πάνω στον πάγκο της κουζίνας. "Μου πετάς τον αναπτήρα σου?" με ρωτάει και σταυρώνει τα πόδια της.

Αυτοπεποίθηση

Αυτό εκπέμπει, αυτό λαμβάνω.

Πώς στον πούτσο την απέκτησε?

"Πότε το ξεκίνησες?" την ρωτάω και πάλι και της πετάω τον αγαπημένο μου αναπτήρα. "Σε ενοχλούσε θυμάμαι" προσθέτω και καρφώνω το καχύποπτο βλέμμα μου στο απαθές δικό της. 

"Αδιαφορούσες θυμάμαι" μου απαντάει και αμέσως μετά ένα σύννεφο καπνού εγκαταλείπει το στόμα της. "Ή κάνω λάθος?"

Με κοιτάει στα μάτια, έντονα.

Δεν είμαι σίγουρος ότι μιλάει για το κάπνισμα.

"Όπως και να έχει.." το Μαράκι σπάει την σιωπή που έχει απλωθεί στον χώρο. "Ένα τσιγάρο μετά το σεξ επιβάλλεται, δεν βρίσκεις?"

Χαμογελάω λοξά. 

"Το ξέρω ότι κάνεις σεξ, δεν χρειάζεται να μου το τρίβεις στην μάπα" πόσο ανώριμη πια. 

"Το ξέρω ότι σε ενοχλεί, δεν χρειάζεται να το δείχνεις τόσο με αυτήν την.. μάπα" μου απαντάει και με το χέρι της μου δείχνει το πρόσωπο μου.

"Αν πηδιέσαι για να με κάνεις να ζηλέψω, μάθε ότι καρφί δεν μου καίγεται" της το ξεκαθαρίζω. Ούτε ένα μικρό, μικρούλι, τόσο δα καρφάκι δεν μου καίγεται. 

Αλλά και να μου καιγόταν σιγά μην της το έλεγα.

Η Μαρία χαμογελά αλαζονικά. 

"Νομίζεις ότι το κάνω για τραβήξω την προσοχή σου?" με ρωτάει ψύχραιμα.

Την παρατηρώ καλύτερα. 

Δεν θα έπρεπε να τα χάσει με αυτό που της είπα? 

Να ξεκινήσει να τραυλίζει? 

Να κοιτάξει χαμηλά?

Γιατί εκείνη με κοιτάει αδιάφορα μες στα μάτια?

"Δεν είσαι το κέντρο του κόσμου μου Μιχαλάκη" προσθέτει λίγα λεπτά μετά. "Όχι πια"

Νομίζω ότι κάτι έσπασε μέσα μου.

Ένας πόνος στην περιοχή του στήθους μου ήταν, κάτι ράγισε.

"Μπορώ να γίνω και πάλι όμως" της λέω αφού ανακτήσω ξανά την δυναμικότητα μου. Ε δεν θα με κάνει το Μαράκι να τα χάσω, όχι δεν το δέχομαι. 

Η μελαχρινή κοπέλα κατεβαίνει με μια απαλή κίνηση από τον πάγκο.

Μένει για μερικά δευτερόλεπτα να με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω, ενώ ταυτόχρονα συνεχίζει να καπνίζει την μια τζούρα μετά την άλλη. 

"Θα δεχόμουν την πρόταση σου, αλλά δεν μου κάνεις πια. Μου πέφτεις λίγος" 

Καρφώνω τα μάτια μου στα δικά της. 

Το ίδιο κάνει και εκείνη. 

"Λίγος?" ζητάω διευκρινίσεις. Αυτό δεν το ακούω συχνά άλλωστε.

"Λίγος στην ψυχή, λίγος στην καρδιά, λίγος στο συναίσθημα" μου εξηγεί με την ίδια απάθεια στην φωνή της. Ίδια με αυτή που έχει και στο βλέμμα της. 

Γελάω

"Δεν σου έπεφτα λίγος κάποτε" της απαντώ με αλαζονεία και κλείνω την πόρτα πίσω μου. 

Μόνο να μην μας διακόψουν τώρα, τώρα που θα την πηδήξω τόσο άγρια, που θα της θυμίσω πόσο λίγος της ήμουνα.

"Αντιθέτως, σε θυμάμαι ευτυχισμένη δίπλα μου, να μου λες συνέχεια πόσο πολύ με λάτρευες, πόσο πολύ με είχες ερωτευτεί"

Η Μαρία παρατηρεί μια την κλειστή πόρτα και μια εμένα εναλλάξ. 

Έλα μωρό μου, αγχώσου λίγο, δείξε μου λίγο συναίσθημα, μου έλειψε πολύ.

"Εγώ πάλι σε θυμάμαι ευτυχισμένο μόνο ανάμεσα στα πόδια μου να αναστενάζεις βαριά το όνομα μου" μου απαντά και κάθεται και πάλι στον πάγκο της κουζίνας. 

Την κοιτάω περίεργα. 

Γιατί εξακολουθεί να είναι απαθής?

Γιατί δεν τα χάνει?

Γιατί δεν αγχώνεται?

"Έλα" μου λέει και με μια απαλή κίνηση-

Τα χάνω

Αγχώνομαι

Λιώνω

"Μπορείς για ακόμη μια φορά να νιώσεις την ευτυχία, σε βλέπω είσαι χάλια" 

Με το χέρι της μου κάνει νόημα να την πλησιάσω και να μπω ανάμεσα στα πόδια της. 

Ανάμεσα στα ανοιχτά πόδια της. 

Και δεν φοράει καν εσώρουχο. 

"Μια απόφαση είναι Μιχάλη, έλα να θυμηθούμε τι κάναμε πριν λίγο καιρό, δεν θα είναι δύσκολο, δεν πέρασε δα και ένας αιώνας"

Η φωνή της είναι δελεαστική, το γυμνό της σώμα επίσης.

Πλησιάζω σαν υπνωτισμένος προς το μέρος της.

Τοποθετώ το σώμα μου ανάμεσα στα γυμνά της πόδια και-

Την αγγίζω. 

Τα χέρια μου χαϊδεύουν το λεπτό δέρμα των γοφών της και νιώθω σαν να με έχουν σκοτώσει, σαν να έχω πεθάνει και να έχω πάει στον παράδεισο.

Η καρδιά μου χτυπάει τόσο μα τόσο δυνατά. 

Το σώμα μου τρέμει.

Και δεν έχω μπει καν μέσα της.

"Μου έλειψες" παραδέχομαι και κλείνω για μια στιγμή τα μάτια μου. Μόνο τόσο χρειάζομαι άλλωστε για να μας μεταφέρω στο τότε, στο τότε που με κοιτούσε και έλιωνε από έρωτα.

"Και εμένα μου έλειψες" μου αποκαλύπτει και περνάει τα χέρια της μέσα από τα μαλλιά μου.

Βογκάω δυνατά.

Θα της κάνω τρομερό έρωτα, τέτοιον που ποτέ άλλοτε δεν έχουμε ξανακάνει. 

Και δεν μπορεί, θα βγει στην επιφάνεια η παλιά Μαρία, εκείνο το αθώο κοριτσάκι που έχω ερωτευτεί.

"Πάντως να ξέρεις" το Μαράκι μου ψιθυρίζει με απαλή φωνή, ενώ εγώ φιλάω τρυφερά το υπέροχο δέρμα του λαιμού της. "Ο Δημήτρης με πηδάει καλύτερα"

Παγώνω

Παγώνω

Παγώνω

Δεν μπορεί.

Δεν μπορεί να είπε κάτι τέτοιο.

"Δεν το εννοείς αυτό" της λέω και απομακρύνομαι απότομα από πάνω της. "Το λες απλά για να με πικάρεις, είμαι σίγουρος" 

Δεν την είχα για τόσο εκδικητική πάντως.

Η Μαρία μου χαμογελά λοξά και κατεβαίνει από τον πάγκο με μια επιδέξια κίνηση. 

"Στο είπα και πριν Μίκυ.." μου λέει και με προσπερνάει για να βγει από την κουζίνα. "Δεν είσαι το κέντρο του κόσμου μου πια" 

Γυρνάω αμέσως το κεφάλι μου και την παρατηρώ να χάνεται από το οπτικό μου πεδίο.

Δυστυχία

Αυτό νιώθω μακριά της δυστυχία.

Και το συνειδητοποιώ τώρα, τώρα που παραδέχομαι αυτό που τόσο καιρό απέφευγα.

Την ερωτεύτηκα.

Δεν ξέρω πότε, δεν ξέρω πώς.

Αλλά γαμώ την πουτάνα μου γαμώ, με έκανε να νιώσω.

Έρωτα, πόθο, έλξη.

Όλα αυτά, τα νιώθω εγώ για εκείνη.

Και είναι τόσο γαμημένα έντονα αυτά τα συναισθήματα.

Τόσο που δεν υποφέρονται.

Γαμώ την πουτάνα μου γαμώ.

Απλά δεν υποφέρεται.











Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top