Κεφάλαιο 45

Άρης

"Μα πού είναι?" με ρωτάει η Άννα καθώς κατεβαίνει τις σκάλες. "Χτες το βράδυ εδώ τα πετάξαμε"

Αφήνω το ποτήρι με το χυμό πάνω στο τραπέζι της κουζίνας και γυρνάω να την κοιτάξω. Τα καλλίγραμμα πόδια της είναι κόλαση. Όσο σκέφτομαι ότι χτες ήταν τυλιγμένα γύρω από τον λαιμό μου και σήμερα το πρωί.. βασικά μεσημέρι.. γύρω από την μέση μου.. δεν ξέρω γιατί.. αλλά φουντώνω. Πίνω ακόμη λίγο από τον χυμό μου. Ευτυχώς είναι κρύος.

"Γίνεται να σταματήσεις να με κοιτάς και να έρθεις να με βοηθήσεις να βρούμε τα ρούχα μια ώρα αρχύτερα?" παραπονιέται το κορίτσι μου. Μα γιατί κάνει έτσι? Αφού φοράει το μακό μου.. το οποίο τελειώνει στα μπούτια της και έτσι όπως σκύβει φαίνεται η απίστευτη κωλάρα της.. 

Ω Θεέ μου, μόλις μου σηκώθηκε.

"Λογικά θα τα μάζεψε η κυρία Ελένη" Της κάνω νόημα να έρθει προς την κουζίνα. 

"Ποια είναι η κυρία Ελένη?" με ρωτάει και αρπάζει το ποτήρι από τα χέρια μου. Πίνει μονορούφι όλον τον χυμό και αρπάζει και μια φέτα κέικ από το πιάτο μπροστά μας. 

"Σου είχα βάλει ήδη άλλο χυμό μωράκι μου.. και η κυρία Ελένη είναι η γυναίκα που συμμαζεύει το σπίτι κάθε Τετάρτη και Σάββατο" Της δείχνω το ποτήρι μπροστά της. Η Άννα με το που το βλέπει ενθουσιάζεται και το πίνει μονορούφι και αυτό. Πολύ την ένοιαξε για την κυρία Ελένη.

Κουνάω αποδοκιμαστικά το κεφάλι μου και ανοίγω την πόρτα του ψυγείου. "Λαίμαργη γυναίκα" Παίρνω τον χυμό από μέσα και γεμίζω τα ποτήρια μας. "Πάχυνες, να ξέρεις.. από σήμερα έχει δίαιτα" της λέω την αλήθεια. Τρία κιλά τα πήρε σίγουρα το καλοκαίρι.

Η Άννα για μια στιγμή παγώνει. Το επόμενο δευτερόλεπτο συνέρχεται και με μια κίνηση κάθεται πάνω στο πάσο της κουζίνας. "Αρούλη.. κοίτα με μωρό μου" η φωνή της ακούγεται τόσο ναζιάρικη. Την αγαπάω. Στρέφω το βλέμμα μου πάνω της. Μου κάνει κωλοδάχτυλο. 

Πώς τολμάει?

Πλησιάζω προς το μέρος της με αργό βήμα.. ανοίγω τα πόδια της και τοποθετώ τον εαυτό μου ανάμεσα τους. Η Άννα αμέσως τα κλειδώνει γύρω από την μέση μου και με αναγκάζει να κολλήσω πάνω της. Η στύση μου που καλύπτεται από το εσώρουχο μου ακουμπάει την γυμνή περιοχή της. Με τα χέρια μου αγγίζω τα γυμνά μπούτια της. Πλησιάζω το πρόσωπο μου στο δικό της και της δαγκώνω το κάτω χείλος. Έχει πρηστεί αρκετά σήμερα.. να της βάλω λίγο πάγο μετά.

Κουνάω το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά. Άρη αλλού είναι το θέμα μας τώρα. 

Τα μάτια μου βρίσκουν τα δικά της. "Κόψε τις χειρονομίες σε εμένα Αννούλα, μην στο βάλω το δαχτυλάκι σου εκεί που ξέρεις" την απειλώ. Αφού τις έχω πει.. με ενοχλούν οι χειρονομίες και οι βρισιές. Τι συνεχίζει και τις κάνει?

"Μπορώ να το βάλω και μόνη μου.. μην ανησυχείς.. τον ξέρω τον δρόμο" λέει η Άννα με ένα πρόστυχο βλέμμα. 

Με καυλώνει.

Στενεύω τα μάτια μου και χωρίς να σπάσω την οπτική μας επαφή κατευθύνω το χέρι της στην περιοχή της. "Μπορείς να το κάνεις τώρα? Θέλω να σε δω" η φωνή μου ακούγεται βαριά. Η Άννα χαμογελάει λοξά. Νιώθω το χέρι της κάτω από το δικό μου να κάνει αυτό που της είπα. Βάζει δυο δάχτυλα στην σχισμή της. 

Ξεροκαταπίνω

Ποτέ δεν μου άρεσαν οι δυναμικές γυναίκες. Ήταν πάντα πιο δύσκολο να τις ρίξω στο κρεβάτι και τις απέφευγα. Θέλω η άλλη να μου υποτάσσεται.. να με ντρέπεται.. να με σέβεται.. Η Άννα δεν κάνει τίποτα από όλα αυτά. Πώς στο πούτσο κατάφερε να με κάνει να την ερωτευτώ?

"Γαμώτο σου για γυναίκα" λέω με νεύρο και κλείνω το στόμα της με το δικό μου. Απομακρύνω το χέρι της από την σχισμή της και τη θέση του παίρνουν τα δάχτυλά μου. Είναι υγρή. Μετά το χτεσινό σεξ και τον σημερινό έρωτα είναι υγρή σε κλάσματα δευτερολέπτου.

Βάζω και βγάζω τα δάχτυλά μου μέσα στον κόλπο της και ωω Θεέ μου.. το μουνάκι της είναι τόσο.. υγρό.. ζεστό.. στενό.. Κόλαση είναι το άτιμο.. κόλαση..

"ΓΚΟΥΧΟΥ ΓΚΟΥΧΟΥ"

Αμέσως παγώνουμε και οι δύο.

"ΓΚΟΥΧΟΥ ΚΑΙ ΠΆΛΙ ΓΚΟΥΧΟΥ"

Νιώθω την Άννα να ξεροκαταπίνει. Αμέσως απομακρύνω το πρόσωπο μου από το δικό της και τα δάχτυλά μου από μέσα της και κοιτάω πίσω από το κεφαλάκι της. Για να δω τι? Την ηλίθια γνωστή φυσιογνωμία να μας παίρνει μάτι.

Νιώθω την πίεση μου να ανεβαίνει στα ύψη. "ΓΑΜΏΤΟ ΕΣΎ ΔΕΝ ΕΊΧΕΣ ΜΑΘΗΜΑ SQUASH?" Κάθε Σάββατο πρωί έχει.. αυτό βρήκε να μην πάει?

Η Άννα ξεκινάει να τρέμει. Το κεφαλάκι της μικρής μου χώνεται στο βαθούλωμα του λαιμού μου. Τυλίγει τα χέρια της γύρω από τον κορμό μου και με τραβάει με δύναμη να κολλήσω πάνω της. Τι σκατά έπαθε τώρα? Και ρε γαμώτο δεν με βοηθάει καθόλου η συγκεκριμένη θέση μας. Πώς θα μου πέσει αν η στύση μου ακουμπάει την υγρή περιοχή της? 

"Squash έχω κάθε Σάββατο πρωί 10-12" λέει ο μαλάκας. Σηκώνει το χέρι του επιδεικτικά και κοιτάζει το ρολόι του. "Και τώρα η ώρα είναι 4 και 27" στρέφει το βλέμμα του και πάλι πάνω μας. "Έχω επιστρέψει από τις 12 και 48. Σας άκουσα το μεσημέρι"

Παγώνω

Τι έκανε? Και τολμάει να το λέει κιόλας? Μπροστά στην Άννα?

Νιώθω το κορίτσι μου να τρέμει σαν το ψάρι έξω από το νερό.

Αναστενάζω βαριά.

"Γίνεται να φύγεις?" προσπαθώ να τον δολοφονήσω με το βλέμμα μου. 

Ο Κομνηνός χαμογελάει λοξά. "Και πού να πάω? Εδώ μένω" Και δυστυχώς και εγώ μένω μαζί του. "Άννα κοπέλα μου καλησπέρα" 

Αισθάνομαι την μικρή μου να παγώνει στην αγκαλιά μου. "Άρη φοράω μόνο το μακό σου" μου ψιθυρίζει. Σφίγγω την καρδούλα μου ακόμη περισσότερο πάνω μου. 

"Βυρωνάκο φύγε" ο τόνος μου είναι κοφτός. Θέλω να του δώσω να καταλάβει ότι δεν έχει τα περιθώρια να με παρακούσει.

Και ευτυχώς το κάνει. Με υπακούει αμέσως.. πρώτη φορά! Γυρνάει την πλάτη του και φεύγει από την κουζίνα. Κάνω νόημα στην Άννα να κατέβει από το πάσο. 

"Άρη είσαι με τα καλά σου?" με ρωτάει το μωρό μου και ξεκινάει να βηματίζει προς τις σκάλες. "Με αφήνεις να κυκλοφορώ έτσι μες στο σπίτι ενώ είναι ο πατέρας σου εδώ μέσα?"

Αμέσως βλέπω μπροστά μου κόκκινο πανί.

Δεν περιμένω δευτερόλεπτο παραπάνω. Την πιάνω από το μπράτσο και την αναγκάζω να σταματήσει λίγο πριν ανέβει το πρώτο σκαλοπάτι. "Αυτό δεν θα το ξαναπείς. Δεν είναι πατέρας μου αυτός ο μπάσταρδος"

"Εγώ σε έκανα" παρεμβαίνει ο μπάσταρδος. Γυρνάω και τον κοιτάω να στέκεται στην είσοδο του σαλονιού. "Η κυρία Ελένη θα έρθει αύριο τελικά. Το πρωί που μπήκα στο σπίτι είδα τον κακό χαμό στον διάδρομο και τις σκάλες" μου κάνει νόημα να πάρω τα ρούχα που κρατάει. "Μην ξαναγίνει αγόρι μου"

Με μια απότομη κίνηση αφήνω την Άννα από το κράτημα μου και παίρνω τα υφάσματα από το χέρι του. Κοιτάζω φευγαλέα το κορίτσι μου. Έχει μείνει κάγκελο να κοιτάει τον Κομνηνό μες στα μάτια. Εντάξει δεν είναι και η πιο άνετη κατάσταση αλλά γιατί το δραματοποιεί τόσο πολύ?

"Είναι όλα τα ρούχα σας εδώ, εκτός από ένα μαύρο κορδόνι που λογικά ήτανε εσώρουχο και ένα μαύρο δίχτυ που λογικά ήταν καλσόν" λέει ο Κομνηνός και κοιτάει έντονα την Άννα στα μάτια. "Αυτά ήταν σκισμένα και τα πέταξα.. Α και Άρη.. το μπλουζάκι σου το έβαλα για πλύσιμο.. ήταν λερωμένο.. μόνο το μπλουζάκι της Άννας δεν βρήκα.. είσαι σίγουρη ότι το φορούσες?" 

Αυτό ήταν.

Στρέφω το βλέμμα μου στο μωράκι μου. "Άννα πήγαινε πάνω και έρχομαι σε πέντε λεπτά. Θέλω να πω κάτι με τον Βύρωνα" Αμέσως υπακούει, ευτυχώς. Η Άννα παίρνει τα ρούχα από τα χέρια μου και ανεβαίνει γρήγορα τις σκάλες προς τα υπνοδωμάτια. Κοιτάω τον Κομνηνό. Έχει καρφώσει τα μάτια του στα πόδια της Άννας. 

Νιώθω το αίμα μου να βράζει. ΤΙ ΚΆΝΕΙ ΓΑΜΏ? ΈΧΕΙ ΙΔΈΑ ΤΙ ΚΆΝΕΙ? 

"Γίνεται να σταματήσεις να την κοιτάς με αυτόν τον τρόπο?" του ψιθυρίζω με νεύρο. Κανονικά θα έπρεπε να βάλω τις φωνές αλλά θα με ακούσει η Άννα και θα καταλάβει ότι την λιγουρεύεται ο πορνόγερος. "Είναι η κοπέλα μου, γαμώ. Η κοπέλα μου!" γρυλίζω.

Αμέσως ο Βύρωνας γυρνάει να με κοιτάξει. "Χαλάρωσε γιε μου. Δεν στην πειράξαμε. Όλη δική σου είναι" μου κάνει νόημα να τον ακολουθήσω.

"ΣΟΥ ΕΧΩ ΠΕΙ ΧΙΛΙΕΣ ΦΟΡΕΣ ΝΑ ΜΗΝ ΜΕ ΛΕΣ ΈΤΣΙ" του φωνάζω και τον ακολουθώ.

"Τόσο πολύ γκρινιάζεις πάντα? Πώς σε αντέχει?" Περνάει πίσω από τον καναπέ στο σαλόνι, παίρνει ένα μαύρο ύφασμα από το τραπέζι και μου το πετάει. "Φόρα αυτό και ακολούθησε με στο γραφείο μου"

Γιατί να πάω στο γραφείο του?

Κοιτάζω το ύφασμα στα χέρια μου. Μια μαύρη φόρμα είναι. Δύο εβδομάδες την έψαχνα.. πού την βρήκε? Την φοράω με συνοπτικές διαδικασίες.

 Μπαίνω μέσα στο γραφείο του και μου κάνει νόημα να κάτσω. "Χτυπούσε όλο το βράδυ και όλο το πρωί" μου λέει και κάθεται στην πολυθρόνα του. Βγάζει από το συρτάρι το κινητό μου και μου το δίνει. "Το έβαλα στο αθόρυβο, με ενοχλούσε"

"Και εμένα με ενοχλεί η παρουσία σου, αλλά δεν μπορώ να σε βάλω στο αθόρυβο, δυστυχώς" Παίρνω το κινητό από τα χέρια του και κοιτάω την οθόνη. Κλήσεις και μηνύματα από τον Πάνο, τον ψηλό, την Σούλα και....... τα νεύρα μου. ΤΙ ΜΕ ΠΑΙΡΝΕΙ ΓΑΜΩ ΑΥΤΟΣ Ο ΠΟΥΣΤΗΣ ΤΗΛΕΦΩΝΟ?

Ξεφυσάω βαριά και αφήνω το κινητό μου πάνω στο τραπέζι. "Δώσε μου τα τσιγάρα από το συρτάρι σου" Εκεί τα κρύβει. Όταν πέσει το μάτι του σε πακέτο με τσιγάρα στο σπίτι, τα παίρνει και τα βάζει στο συρτάρι του. Νομίζει ότι έτσι θα σταματήσω να καπνίζω? Εδώ αυτό δεν το κατάφερε η Στέλλα στα 16 μου, θα το καταφέρει αυτός στα 23 μου?

Ο Κομνηνός με κοιτάει με σηκωμένο το φρύδι. "Πού ξέρεις τι έχω στο συρτάρι μου?" 

"Όταν λείπεις και είμαι μόνος στο σπίτι ψάχνω τα πράγματα σου"

"Γιατί?" με ρωτάει και πνίγει ένα γελάκι.

"Ευελπιστώ να βρω καμία παρανομία σου για να σε κλείσω πίσω από τα κάγκελα" ο τόνος μου είναι κοφτός. Κάθομαι φαρδύς πλατύς στην καρέκλα μπροστά από το γραφείο του.

Ο Βύρωνας ξεκινάει να γελάει δυνατά. "Ε είσαι γιος μου" Δυστυχώς "Αλλά να ξέρεις, δεν είμαι πουθενά μπλεγμένος" μου λέει και μου δίνει ένα πακέτο. 

Αμέσως ανάβω τσιγάρο. "Και τόσα λεφτά πώς έβγαλες? Αποκλείεται να παίζεις τίμια. Ειδικά εσύ" Φυσάω τον καπνό προς το μέρος του.

Ο Βύρωνας κλείνει στιγμιαία τα μάτια του και τα ανοίγει ξανά. "Ξέρεις ότι με ενοχλεί"

Ρουφάω και φυσάω ξανά τον καπνό πάνω του. "Και εσύ ενοχλείς εμένα" σηκώνω τα φρύδια μου ψηλά.

Ο Κομνηνός ξεφυσάει. "Άρη.. μαζί θα είμαστε μέχρι να πάρεις πτυχίο.. χώνεψε το.. και μιας και το έφερε η κουβέντα.. θέλω να κάτσουμε να συζητήσουμε για την διπλωματική σου και την πρακτική άσκηση που θα-"

"Βυρωνάκο σταμάτα να το παίζεις μπαμπάς μαζί μου.. έχεις και άλλο μπάσταρδο.. ασχολήσου με την ζωή του άλλου σου γιου. Εγώ τόσα χρόνια μια χαρά τα κατάφερνα και μόνος μου. Δεν θα αλλάξει κάτι τώρα.. που θυμήθηκες ότι υπάρχω"

Βλέπω τον Κομνηνό να ξεφυσάει βαριά. Τοποθετεί το χέρι του στο μέτωπο του και το τρίβει. "Θέλω να σε βοηθήσω. Έχω έναν γνωστό στο Eindhoven στην Ολλανδία που μπορείς να-"

"Δεν φεύγω από Αθήνα" Ε όχι τώρα που τα βρήκαμε ξανά με την μικρή μου να ξενιτευτώ εγώ έξι μήνες. Πώς θα κοιμάμαι μακριά της?

Ο Κομνηνός στενεύει τα μάτια του. "Πρόκειται για-"

"Ενοχλώ?" ακούω την φωνή που λατρεύω και αμέσως γυρνάω το κεφάλι μου και την κοιτάω. Το μωράκι μου στέκεται όρθιο στην πόρτα του γραφείου του Κομνηνού και μας κοιτάζει με αυτές τις πράσινες ματάρες που αγαπώ. 

Ω Θεέ μου, την λατρεύω αυτήν την γυναίκα.

"Έλα μέσα" της κάνω νόημα να κάτσει στα πόδια μου. Η Άννα σμίγει τα φρύδια της και ξεκινάει με αργό βήμα να περπατάει. "Όχι εκεί.. όχι στην καρέκλα.. στην αγκαλιά μου σε θέλω καρδούλα  μου" Την πιάνω από το μπράτσο της και την αναγκάζω να κάτσει πάνω μου. "Έτσι μπράβο μωρό μου" της ψιθυρίζω και προσπαθώ να την φιλήσω αλλά τραβιέται.

Τι στον πούτσο έπαθε τώρα?

"Άρη, η Άννα δεν νιώθει άνετα με εμένα μπροστά, άσε την κοπέλα να κάτσει εκεί που θέλει" παρεμβαίνει ο Βύρωνας.

"Ποιος στον πούτσο ζήτησε την γνώμη σου?" τον ρωτάω και τοποθετώ το χέρι μου στο μπουτάκι της.. για μισό.. γιατί φοράει μια φαρδιά φόρμα μου? Πού πήγε εκείνο το καυτό σορτσάκι? "Μωρό μου τι φοράς?" την ρωτάω και δίνω ένα πεταχτό φιλί στο αντίστροφο της παλάμης της.

Η Άννα κοιτάει φευγαλέα τον Κομνηνό και στρέφει το βλέμμα της και πάλι πάνω μου. "Άρη.. η ώρα έχει πάει 6.. θέλω αν μπορείς να μου δώσεις το κινητό σου να πάρω τον Γιώργο να του πω να έρθει να με πάρει.. δεν έχω ούτε πορτοφόλι, ούτε κινητό πάνω μου, ούτε τίποτα" ψιθυρίζει το μωρό μου. 

Ρολλάρω τα μάτια μου και την φιλάω πεταχτά στα ροζ χειλάκια της. "Αν στείλουμε ένα μήνυμα στον ψηλό να μην ανησυχεί και περάσουμε όλο το σαββατοκύριακο εδώ? Τι λες μωρό μου?" η φωνή μου ακούγεται γλυκιά.

Αμέσως το πρόσωπο της Άννας μου σκοτεινιάζει. "Πρέπει να πάω στην Γλυφάδα σε μια ώρα" Οι λέξεις βγαίνουν με μεγάλη δυσκολία από το στοματάκι της.

Τι να κάνει στην Γλυφάδα σε μια ώρα?

"Ποιος μένει στην Γλυφάδα μωρό μου και πρέπει να πας να τον δεις?" Ρίχνω άδεια για να πιάσω γεμάτη. Για κανέναν καφέ θα είχε κανονίσει, αλλά θα την βάλω να το ακυρώσει. Τέσσερις μήνες είχα να γευτώ το κορμάκι της.. δεν το χόρτασα χτες. Θέλω και άλλο.

"Ο Αναγνώστου" λέει ο Βύρωνας. Παγώνω. Τι ο Αναγνώστου?

Γυρνάω και τον κοιτάω με απορία. "Τι στον πούτσο?" ακούγομαι θυμωμένος. Σίγουρα.

"Πρώτον μένει στην Γλυφάδα και δεύτερον σε καλεί" μου κάνει νόημα να δω τον κινητό μου που είναι πάνω στο γραφείο. Η οθόνη αναβοσβήνει <<Πούστης Μάνος σας καλεί>>

Γυρνάω και κοιτάω την Άννα. "Για αυτό θες να πας στην Γλυφάδα? Για να τον δεις?" ο τόνος μου είναι ήρεμος.. μέσα μου όμως βράζω.

ΈΧΕΙ ΤΟ ΘΡΑΣΟΣ, ΝΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΤΗΝ ΝΥΧΤΑ ΜΑΖΙ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΝΑ ΓΥΡΝΑΕΙ ΠΙΣΩ ΣΤΟΝ ΓΚΟΜΕΝΑΚΟ ΤΗΣ?

"Άρη εμένα ψάχνει" η φωνή της ίσα που ακούγεται. "Μπορώ να το σηκώσω?" 

Είναι πολύ μεγάλη πουτάνα τελικά. 

Εγώ σήμερα της είπα ότι την αγαπάω και αυτήν θα με αφήσει για να πάει να δει τον Μάνο?

Με τα χέρια μου την αναγκάζω να σηκωθεί από πάνω μου και της δίνω το κινητό μου. "Πήγαινε τουλάχιστον μέσα.. δεν θα το αντέξω να σε ακούσω να του μιλάς μπροστά μου" της λέω και αμέσως παίρνω το βλέμμα μου από πάνω της.

Με το που φύγει η Άννα από το γραφείο ανάβω αμέσως τσιγάρο. Κλείνω τα μάτια μου και ρίχνω πίσω στην καρέκλα το σώμα μου. Πουτάνα.. αυτό είναι..

"Είσαι καλά?" ακούω την σπαστική φωνή του.

Αμέσως ανοίγω τα μάτια μου και τον κοιτάω. "Πώς σου φαίνομαι?"

"Ερωτευμένος και ζηλιάρης"

"Αρχίδια" δεν τον ζηλεύω τον Μάνο.. απλά με εκνευρίζει. Και αυτός και η αγάπη του. 

Εξάλλου η δική μου είναι μεγαλύτερη.

Σιωπή

Ο Κομνηνός ανοίγει και πάλι το συρτάρι του και από μέσα βγάζει ένα ζευγάρι κλειδιά. Μου τα πετάει και τα πιάνω στον αέρα. 

"Τι είναι αυτά?" απορώ.

"Τα κλειδιά από το εξοχικό στον Άγιο Αιμιλιανό"

Τον κοιτάω περίεργα. Και άλλο σπίτι? Σίγουρα είναι μπλεγμένος. 

"Την Δευτέρα δεν έχει υποχρεωτικά μαθήματα.. πήγαινε την για διήμερο. Το μέρος είναι πανέμορφο και απομονωμένο... ειδικά αρχές Οκτώβρη" τι μου λέει? "Πήγαινε αγόρι μου και δείξ'της τι έχανε τέσσερις μήνες τώρα.."

Άννα

"Μάνο με έκαψες" Από όλους τους άλλους αυτός βρήκε να με ψάξει?

"Και εσύ με έγραψες" τι λέει? "Άννα έφυγες χτες με τον Άρη από το μπαρ, δεν πήρες ούτε το πουκάμισο σου ούτε την τσάντα σου και όλη μέρα σήμερα αντί να φτιάχνω βαλίτσες, ανησυχώ μήπως σε σκότωσε.. είσαι με τα καλά σου? Γιατί δεν με πήρες ένα τηλέφωνο να μου πεις ότι είσαι καλά?"

Κοιτάω την κλειστή πόρτα του γραφείου του Κομνηνού και αναστενάζω. "Δεν πρόλαβα.. άργησα να ξυπνήσω κιόλας.."

"Τα βρήκατε?" έλα μου ντε.

"Μάλλον... δεν ξέρω.. μέχρι να πάρεις τηλέφωνο ήμασταν μια χαρά.. μετά στράβωσε λίγο" 

Ακούω τον φίλο μου να ξεφυσάει βαριά. "Του είπες ότι είμαστε μόνο φίλοι?

"Δεν προλάβαμε ακόμη να μιλήσουμε.. λογικά θα γίνει σήμερα.. αύριο.. τι να σου πω" Στρέφω το βλέμμα μου σε δυο κορνίζες που υπάρχουν πάνω από το τζάκι στο σαλόνι. Στην μία είναι ο Άρης και στην άλλη ένας τύπος που του μοιάζει.. είναι πιο μεγάλος.. σίγουρα.. και με εντονότερες τις γωνίες στο πρόσωπο του. Είναι όμορφος.. ο Άρης μου όμως είναι καλύτερος.. Μάλλον πρόκειται για τον μεγάλο γιο του Κομνηνού. Ναι.. τώρα που το σκέφτομαι αυτός είναι. Μου τον είχε δείξει και σε φωτογραφία στο παρελθόν.

"Να μιλήσετε Άννα, να μιλήσετε.. και να τα βρείτε"

"Δεν εξαρτάται μόνο από εμένα ξέρεις" του απαντάω ενοχλημένη. Πρέπει να γίνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις. 

"Ηλίθια Βολιώτισσα.. θα έρθεις να με χαιρετήσεις? Τα παιδιά είναι στον δρόμο. Πετάω σε τρεις ώρες. Πάρε τον κώλο σου και έλα.." Αυτό σημαίνει ότι ο Γιώργος είναι ήδη στον δρόμο. Λεφτά πάνω μου δεν έχω.. κινητό δεν έχω.. Μάλιστα.

Ξεφυσάω βαριά και κλείνω τα μάτια μου. "Μάνο δεν.. δεν μπορώ να έρθω.. θα πρέπει να με φέρει ο Άρης και.. φαντάσου πως θα αντιδράσει αν του πω να με φέρει σπίτι σου για να σε χαιρετήσω.. εκεί που πάμε να τα βρούμε θα-"

"Θα τα βρούμε" με διακόπτει η φωνή του άνδρα που αγαπάω. Ανοίγω τα μάτια μου και τον κοιτάω. Στέκεται όρθιος με ένα τσιγάρο στο χέρι και με καρφώνει με το βλέμμα του.. τα μαύρα μάτια του είναι δυο σχισμές. "Βάλε το γαμημένο το σορτσάκι και ένα καθαρό μακό μου και έλα να σε πάω"

Μου κάνει πλάκα?

"Άρη δεν είναι ώρα για αστεία" η φωνή μου ίσα που ακούγεται.

"Τι λες?" ακούγεται ο Μάνος μέσα από το ακουστικό.

"Άννα σήκω και ντύσου πριν το μετανιώσω" Ο Άρης σβήνει το τσιγάρο σε ένα τασάκι που κρατάει στο χέρι του και μου κάνει νόημα να τον ακολουθήσω πάνω στα δωμάτια. 

"Άντε μην αργείς.. δεν θα περιμένει εμένα το αεροπλάνο" λέει ο Μάνος και αμέσως μετά μου το κλείνει. Κάπως απότομο δεν ήταν αυτό?

Ξεκινάω να ανεβαίνω ένα ένα τα σκαλιά. Απομακρύνω το κινητό του Άρη από το αυτί μου και πάω να το κλείσω όταν... <<Σούλα σας καλεί>>

Παγώνω

Στρέφω το βλέμμα μου προς την γυμνή πλάτη του Άρη. Ανεβαίνει τα σκαλιά δυο-δυο.

Ώστε της έχει δώσει και τον αριθμό του? Τα λένε και στο τηλέφωνο εκτός από το messenger και το instagram? Αλλά τι λέω.. χτες ήταν στις τουαλέτες του Λύκου μαζί! Και έχει το θράσος να μου την λέει ακόμη για τον Μάνο!

Θα τον σκοτώσω.

Τον ακολουθώ μέσα στο δωμάτιό του και κλείνω την πόρτα πίσω μου. "Σε καλούν οι θαυμάστριες" του λέω και του δίνω με μια απότομη κίνηση το κινητό του.

Αμέσως ο Άρης σμίγει τα φρύδια του. Παίρνει το βλέμμα του από πάνω μου και κοιτάει την οθόνη του κινητού του. Χαμογελάει λοξά και μου κάνει νόημα να κάνω ησυχία.

ΤΙ ΚΆΝΕΙ ΓΑΜΩΤΟ? ΘΑ ΤΗΣ ΜΙΛΉΣΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΟΥ?

Κλείνω τα μάτια μου και του γυρνάω την πλάτη. 

Νιώθω το αίμα μου να βράζει. 

Άννα πρέπει να ηρεμήσεις. 

Εισπνοή. Εκπνοή.

"Ναι.. έλα μωρό μου" ΜΩΡΌ ΜΟΥ? "Ναι ναι... έφυγα βιαστικά χτες" Ε ΚΑΙ? "ναι ναι.. όχι όχι μην ανησυχείς" ΑΝΗΣΥΧΕΊ ΚΙΌΛΑΣ.. ΤΟ ΤΣΟΥΛΊ "ναι και εμένα μου άρεσε" ΠΟΙΟ? "είχα και τόσους μήνες να το κάνω" Γουρλώνω τα μάτια μου. ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ? ΤΟ ΈΚΑΝΑΝ ΌΝΤΩΣ ΧΤΕΣ? "δίκιο έχεις .. την επόμενη φορά θα-"

ΩΣ ΕΔΏ

Αμέσως γυρνάω και τον κοιτάω.

"ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΆΡΞΕΙ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ ΜΩΡΌ ΜΟΥ ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΩΣΩ" του φωνάζω και τρέχω πάνω του. Πάω να σηκώσω το χέρι μου για να τον χαστουκίσω αλλά είναι πιο γρήγορος από εμένα. Σηκώνει το δικό του και με σταματάει πριν η παλάμη μου αγγίξει το μάγουλό του. 

"Τι έγινε μωρό μου? Ζηλέψαμε?" ο τόνος του ξεχειλίζει ειρωνεία. Πιάνει και τα δυο μου χέρια με το ένα δικό του και με κολλάει πάνω στο σώμα του. Τα μαύρα μάτια του είναι δυο σχισμές. Ο τύπος έχει θράσος.. μεγάλο θράσος.

"Την Σούλα? Ας γελάσω! Απλά δεν είναι ωραίο την μια στιγμή να την πηδάς στον Λύκο και την άλλη να φέρνεις εμένα σπίτι σου και να μου λες ότι με αγαπάς κιόλας!" Προσπαθώ να απελευθερωθώ από το κράτημα του αλλά δεν με αφήνει. 

Κάνει μια απότομη κίνηση και με κολλάει πάνω στην ντουλάπα. "Ζηλέψαμε?" με ρωτάει και πάλι.

"Είμαι καλύτερη της" ο τόνος μου είναι κοφτός. 

Ο Άρης χαμογελάει λοξά και πλησιάζει τα χείλη του στα δικά μου. "Ζηλέψαμε" μου δηλώνει. Δεν με ρωτάει αυτή την φορά.. απλά μου το ανακοινώνει. "Με καυλώνει όταν ζηλεύεις" ψιθυρίζει πάνω στα χείλη μου.

Ξεροκαταπίνω και κλείνω τα πόδια μου όσο περισσότερο μπορώ. "Έχεις πολύ μεγάλη ιδέα για-"

"Εσύ δεν έχεις καν ιδέα για το πως νιώθω όταν σε περιτριγυρίζει ο Μάνος μωρό μου" με διακόπτει και απομακρύνει το πρόσωπο του από το δικό μου. Σηκώνει το κινητό του και ξεκλειδώνει την οθόνη. "Της το έκλεισα" μου δείχνει τις τελευταίες κλήσεις του. 

Κλείνω τα μάτια μου και αναστενάζω βαριά. Η ανακούφιση διατρέχει όλο μου το σώμα. Ευτυχώς που δεν της το σήκωσε. Ευτυχώς που όλο αυτό ήτανε ένα κακόγουστο αστείο. Ευτυχώς που- ανοίγω τα μάτια μου και πάλι. 

"Τόση ώρα με κορόιδευες?" τον ρωτάω και ξεκινάω τα φορτώνω. 

"Εντελώς" μου απαντάει και απομακρύνεται τελείως από πάνω μου. "Πρέπει να μου έχεις παραπάνω εμπιστοσύνη" 

Χαμογελάω λοξά και κατεβάζω την φόρμα που φοράω. "Και εσύ σε εμένα" Το επόμενο λεπτό βγάζω και το μακό. Πλέον είμαι με ένα σουτιέν μπροστά του.

Ο Άρης με κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω και γλείφει τα χείλη του. "Πρέπει οπωσδήποτε να-"

"Ναι πρέπει" του λέω και φοράω το σορτσάκι μου. Δεν θα του κάτσω άλλη φορά σήμερα. Με εκνεύρισε με το δήθεν τηλεφώνημα. 

Τον βλέπω να κουνάει το κεφάλι του δεξιά και αριστερά. "Καλά.. θα έχουμε άπλετο χρόνο το βράδυ, αύριο και μεθαύριο στον Άγιο Αιμιλιανό" 

Στον ποιο?

"Τι είναι αυτό? Εκκλησία?"

"Έχει και εκκλησία το μέρος.. αλλά εμείς θα πάμε στο εξοχικό του Βύρωνα" Τον κοιτάω με απορία. "Τι? Σε πάω στον πούστη.. κάνεις ότι κάνεις υπό την επίβλεψη μου.. πάμε σπίτι σου.. παίρνεις μαγιό και δυο φορέματα.. μην κάνεις τον κόπο να πάρεις εσώρουχα.. θα στα σκίσω έτσι και αλλιώς.. και φεύγουμε καπάκι για Αργολίδα.. επιστρέφουμε Δευτέρα βράδυ"

Ε?

Με το που τελειώνει το παραλήρημα του, ο Άρης κατεβάζει έναν σάκο και βάζει κάποια ρούχα μέσα.

"Τι λες? Την Δευτέρα έχω-"

"Δεν έχεις σχολή.. έχεις Άρη όλη μέρα" με διακόπτει.

"Άρη δεν νομίζω-"

"Εγώ πάλι νομίζω ότι πρέπει να μιλήσουμε χωρίς περισπασμούς.. μακριά από όλους και από όλα" Κλείνει τον σάκο και έρχεται προς το μέρος μου. Τοποθετεί τα χέρια του στην μέση μου και με κολλάει πάνω του. "Τι λες μωρό μου? Δεν έχουμε πάει ποτέ μια εκδρομή οι δυο μας. Πάντα την βγάζαμε σπίτι μου ή στο δικό σου. Πάμε κάπου να ηρεμήσουμε και να τα βρούμε?" Κοιτάζω τα μάτια του. Με παρακαλάνε να πω ναι. Αναστενάζω βαριά και του γνέφω θετικά. 

Αμέσως ο Άρης με κλείνει στην αγκαλιά του και με κρατάει σφιχτά. Τοποθετώ το κεφάλι μου στο στήθος του και του δίνω ένα πεταχτό φιλί. "Θα αγαπηθούμε κιόλας?" του ψιθυρίζω. 

"Το έχουμε ήδη κάνει αυτό.. αλλά.. θα το επαναλάβουμε ψυχή μου" Νιώθω το χέρι του να χαϊδεύει την γυμνή πλάτη μου. 

Χαμογελάω από ευτυχία.

Τον αγαπάω

Και με αγαπάει.

Σιωπή

"Άννα.. ο Μάνος που πάει?" 

"Στο Αμβούργο"

Σιωπή

"Άννα, θα γυρίσει?" 

"Ναι, σε δυο μήνες"

"Γαμώ την μαύρη την τύχη μου γαμώ"

Σιωπή

"Άννα μου.. θα μου πάρεις πίπα ενώ ταυτόχρονα οδηγάω?"

ΈΛΕΟΣ

"Ξεχειλίζεις ρομαντισμό"

"Το ξέρω.. πες τώρα.. θα μου πάρεις?" το επόμενο δευτερόλεπτο νιώθω ένα χαστούκι στα οπίσθια μου. 

"ΟΧΙ" ακούγομαι απόλυτη.

Ο Άρης γελάει.. "Θα μου πάρεις μωρό μου.. θα μου πάρεις.."



Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top