Κεφάλαιο 89
Στέλιος
"Δώσε μου το μπλε τι σερτ" προστάζω την Έλλη και εκείνη γνέφει θετικά. Κατόπιν περνάω το λευκό μακό πάνω από το κεφάλι μου και-
Αέρα. Θέλω αέρα.
Χριστέ μου... θα.. θα την δω. Μετά από μια εβδομάδα θα την δω ξανά.
Όχι ότι δεν το προσπάθησα και τις προηγούμενες εφτά μέρες που μας πέρασαν. Αλλά η ξανθούλα μου, η αγάπη μου το μωρό μου, δεν δέχτηκε καμία από τις 77 φορές που της το ζήτησα να με συναντήσει. Τι τηλέφωνα έπαιρνα στο σπίτι της, τι τον Ορέστη παρακαλούσα να μου την δώσει να μιλήσουμε, τι την θεία Δώρα έβαζα στην μέση, και πάλι τίποτα. Τζίφος. Η ξανθιά γυναίκα με την οποία είμαι ερωτευμένος αρνήθηκε όλες τις φορές πεισματικά να έρθει σε επαφή μαζί μου.
Βέβαια εγώ δεν το έβαλα κάτω. Πήγα και από το σπίτι της μόνο και μόνο για να μου ανοίξει ο θείος Γιώργος με ένα κουζινομάχαιρο στο χέρι. Έκοβε λέει βόδι εκείνη την ώρα. Βέβαια κάτι στο βλέμμα του μαρτυρούσε ότι εμένα περνούσε για βόδι. Και ήθελε να με τεμαχίσει κιόλας.
"Θέλεις λίγο να πας στο μπάνιο να αλλάξεις?" το κωλόφυτο της οικογένειας κάθεται στην καρέκλα του γραφείου μου με το ένα πόδι πάνω στο άλλο. Το αριστερό χέρι του παίζει με ένα στυλό πάνω στο γραφείο. Έτσι μου έρχεται να το πάρω, να το χώσω στον κώλο του και να- "Είμαστε και εμείς εδώ" προσθέτει και αδιαφορώ.
"Εσύ μπορείς να ξεκουμπιστείς" του απαντώ και σε δευτερόλεπτα ξεφορτώνομαι και την μαύρη μου φόρμα. "Έλλη πιάσε και το σκούρο το τζιν και τι προτείνεις? Γκρι ή μαύρο μποξεράκι κάλβιν κλάην?" ρωτάω την κολλητή μου και σβήνω το τσιγάρο μες στο τασάκι πάνω στην βιβλιοθήκη μου.
Χριστέ μου.. Δεν.. δεν μπορώ τρέμω.
Δέχτηκε να βγούμε όλοι μαζί.
Είναι καλό σημάδι αυτό σωστά?
"Τι ρόλο παίζει το εσώρουχο?" απορεί η νύφη και μου δίνει το γκρι μποξεράκι τελικά.
"Του διαλέγεις και τα βρακιά τώρα?" πετάγεται η πορδή που έχω για αδερφό.
"Μπορεί η ξανθούλα μου να θέλει να δει τον πούτσο μου" μιλάω ειλικρινά. Αφού δέχτηκε να έρθω και εγώ στην παρέα σήμερα, μπορεί να δεχτεί να τον φάει ξανά. Γιατί στο Λονδίνο αποκλείεται να χόρταινε. Ενώ εδώ... γκρι χοτ σοβλάκι. Όλο στο στόμα!
"Νομίζω πρέπει να αρχίσεις να της μιλάς λίγο πιο γλυκά" η νύφη πλέον έχει γυρίσει την πλάτη της όσο εγώ αλλάζω βρακιά, τζιν, μπλουζάκια και μυαλά. Γιατί θέλω να με πιστέψετε. Θα αλλάξω. Για την ξανθούλα μου θα γίνω ο πιο γλυκός και τρυφερός σεξουλιάρης γκόμενος που υπάρχει. Και αυτό γιατί?
Γιατί θέλω να την κερδίσω. Ξανά.
Και να μην την χάσω. Ποτέ ξανά.
"Αυτό γίνεται κάθε Πέμπτη απόγευμα που συναντιέστε όταν εγώ πάω και διδάσκω στο ΙΕΚ?" ο Βύρωνας έχει στενέψει υπερβολικά πολύ τα μαύρα του μάτια. "Εσύ γδύνεσαι και η Ελισάβετ είναι στο ίδιο δωμάτιο?"
Ρολλάρω τα δικά μου μαύρα μάτια και υπενθυμίζω στον εαυτό μου ότι από σήμερα και μέχρι η ξανθούλα μου να μου πει το ναι όταν θα την ζητήσω να με παντρευτεί, δεν θα ασχοληθώ με τίποτα άλλο παρά μόνο με το να με συγχωρήσει. Ούτε με τον Βύρωνα και τις ζήλειες του, ούτε με την Ζωή και τον φλώρο της, ούτε με τα ρεμάλια από την σχολή, ούτε με την ίδια την σχολή ούτε με τίποτα άλλο. Ίσα που σκέφτομαι να τους παρατήσω όλους και όλα και να πάω να κατασκηνώσω σπίτι της. Πόσο θα μου πάρει άλλωστε..? Μία? Δυο εβδομάδες? Ένα μήνα? Ε μέχρι τον Οκτώβριο θα την έχω παντρευτεί. Είμαι σίγουρος.
"Λοιπόν" κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέπτη.
"Λοιπόν.." η νύφη στέκεται πίσω μου και με τα χέρια της τρίβει ενθαρρυντικά τους ώμους μου.
"Θα την παρακαλέσουμε" της λέω και την κοιτάω μέσα από την αντανάκλαση.
"Θα την παρακαλέσουμε" η Έλλη συμφωνεί.
"Μαζί θα την παρακαλέσετε?"
"Θα την κυνηγήσουμε" αδιαφορώ για τον μαλάκα και ανάβω τσιγάρο.
"Θα την κυνηγήσουμε" η νύφη με υποστηρίζει.
"Μαζί θα την κυνηγήσετε?"
"Και θα την διεκδικήσουμε" κάνω την μια τζούρα μετά την άλλη και προσπαθώ να συγκεντρωθώ.
"Θα την διεκδηκήσουμε" η νύφη συνεχίζει να με ενθαρύννει και σκέφτομαι ότι ευτυχώς ο Βύρωνας έβαλε μυαλό και πήγε και βρήκε αυτόν τον άγγελο. Που όχι μόνο ανέχεται τον ίδιο, αλλά μου κάνει και παρέα. Γιατί σας το λέω, αν δεν είχα την Έλλη, θα ήμουν χαμένος. Από χέρι.
"Μαζί θα την διεκδικήσετε?"
Ο Βύρωνας μας κοιτάει και νομίζω ότι προσπαθεί να μας δολοφονήσει με το βλέμμα του. Αν είχα την όρεξη του και δεν είχα να σαγηνεύσω την ξανθούλα μου, θα τον έπαιζα μέχρι να ανεβάσει πίεση. Όπως την τελευταία φορά, που είχα ελεύθερο χρόνο για να σπάσω πλάκα μαζί του, άρπαξα την Έλλη μπροστά του, ξεκίνησα να την αγκαλιάζω να την γαργαλάω και να την φιλάω στο κεφάλι, μέχρι που ο γαμπρός της συμφοράς κοκκίνησε ολόκληρος, ήρθε πάνω μας, άρπαξε την Έλλη από την αγκαλιά μου και την πήγε σπίτι τους. Και κάναμε να τους δούμε δύο εβδομάδες. Ολόκληρες!
"Δώσε μου τα τσιγάρα μου" ζητάω από την Έλλη και ξεκινάω να τρέμω. Από την αγωνία μου.. που.. που...
"Και τρίτο θα ανάψεις? Δεν φτάνει που τα καπνίζεις δυο δυο?" με ρωτάει η νύφη και -
Ναι σωστά, έχω ένα τσιγάρο στο τασάκι και ένα στο στόμα.
.. που θα την έχω κοντά μου.. πολύ κοντά μου.. ξανά.
Και μακάρι να μην την χάσω.. ποτέ.. ποτέ ξανα.
"Ελισάβετ έρχεσαι να σου πω λίγο?" ο Βύρωνας με το που η νύφη ανακατέψει παιχνιδιάρικα τα μαλλιά μου σηκώνεται αμέσως όρθιος. Δεν μπορώ άλλο μαζί του αλήθεια. Άντε να παντρευτούν να ηρεμήσει, γιατί αυτό τον νοιάζει μόνο, που η Έλλη αρνείται να ανέβει τα σκαλιά της εκκλησίας. Άντε να αποκατασταθούν αυτοί να παίρνουμε και εμείς σειρά.
"Ζουζουνάκι μου εμείς θα τα πούμε μετά στο σπίτι" η νύφη τον κοιτάζει τρυφερά και του χαμογελάει πολύ πολύ πολύ γλυκά.
"'Οχι να τα πούμε τώρα" ο Βύρωνας επιμένει. "Και μην με αποκαλείς ζουζουνάκι"
"Εντάξει.." η νύφη του στέλνει ένα φιλί στον αέρα. ".. ζουζουνάκι μου"
Ο μαλάκας που έχω για αδερφό και που τον τελευταίο ενάμισι χρόνο έχει χωθεί στο βρακί της Έλλης, κάνει ένα μεγάλο βήμα αρπάζει την αρραβωνιαστικά του και κολλητή μου από το μπράτσο της, εκείνη ξαφνιάζεται, ωστόσο αμέσως ανασυγκροτείται, του σκάει ένα φιλί στο μάγουλο, ο Βύρωνας την κοιτάει με μισό μάτι, εκείνη τον κοιτάει με δυο ερωτευμένα μάτια, ο αδερφός μου αμέσως χαλαρώνει, η Έλλη του σκάει ένα φιλί στα χείλη, ο Βύρωνας κοιτάζει φευγαλέα το κρεβάτι, η Έλλη τυλίγει τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του, ο Βύρωνας την σηκώνει αμέσως στην αγκαλιά του και οι δυο τους προσγειώνονται στο ημίδιπλο κρεβάτι μου.
Σκυθρωπιάζω στο δευτερόλεπτο.
Κάποτε πάνω σε αυτό το κρεβάτι είχα κάνει στην ξανθούλα μου γλυκό και τρυφερό έρωτα για πρώτη φορά. Και να.. όχι επειδή βλέπω τον μαλάκα τον τυχερό τον αδερφό μου και την νύφη μου να αγκαλιάζονται να γελούν και να χουφτώνονται πάνω στο στρωματάκι μου- η μάλλον η νύφη τον χουφτώνει και ο Βύρωνας της ψιθυρίζει ότι είμαι και εγώ μπροστά και πως καλά θα κάνει να κόψει γιατί όταν πάνε σπίτι τους θα-
"Λέτε να με αφήσει να της κάνω έρωτα ξανά?" τους ρωτάω και βάζω μισό λίτρο άρωμα. Τουλάχιστον να μοσχομυρίζω, γιατί με τόσο άγχος έχω ιδρώσει για τα καλά.
"Λέμε ότι αν η Όλγα έβαλε λίγο μυαλό στο Λονδίνο, δεν έχεις καμία ελπίδα μελλοντικά, όχι μόνο να συνουσιαστείς μαζί της, αλλά έστω να σε αφήσει να κρατήσεις και το χέρι της"
Κοιτάζω δολοφονικά τον μαλάκα που μόλις μίλησε.
Με κοιτάζει ειρωνικά και αυτός.
Τώρα φταίω εγώ να ανοίξω το παράθυρο και να τον πετάξω από κάτω?
"Μην του δίνεις σημασία" η νύφη πάει να σώσει την κατάσταση. "Εντάξει δεν θα είναι εύκολο αλλά-"
"Εσείς πότε θα παντρευτείτε?" πετάω την βόμβα που ξέρω ότι κάνει έξαλλο τον αδερφό μου και-
"ΈΛΕΟΣ ΡΕ ΣΤΕΛΙΟ" η νύφη ξεφυσάει. "Τι το πιάνεις γαμώτο αυτό το θέμα?" ρωτάει και πέφτει με δύναμη στο κρεβάτι. Διότι αυτό είναι το μοναδικό μελανό σημείο της σχέσης τους. Ο γάμος τους. Που ο Βύρωνας επιδιώκει και που η νύφη σθεναρά αρνείται.
Στην αρχή όταν ξεκίνησαν να είναι μαζί, ήταν η συγκατοίκηση το μεγάλο πρόβλημα ωστόσο ο αδερφός μου το έλυσε με συνοπτικές διαδικασίες. Το καλοκαίρι και μετά την εξεταστική ξύπνησε ένα ωραίο πρωί, μάζεψε τα ρούχα του σε μια βαλίτσα, έβαλε τα βιβλία του σε τρεις κούτες και πήγε με το έτσι θέλω στο σπίτι της νύφης στο Κολωνάκι. Κανονικός σώγαμπρος ο μαλάκας. Θυμάμαι που εκείνη την μέρα τρέχαμε την Έλλη ξανά στα επείγοντα. Από τον τρόμο και το σοκ. Όμως εντάξει. Η νύφη συνήλθε, η νύφη υποχώρησε και το βασιλικό ζεύγος έκτοτε μένουν μαζί. Αλλά για πόσο ακόμη δεν ξέρω.
Άκου εκεί..
Δεν θα με αφήσει να κρατήσω ούτε το χέρι της..
"Είπαμε θα παντρευτούμε στις 10 Οκτωβρίου, μην επαναλαμβανόμαστε" ο αδερφός μου ανακοινώνει τα νέα με εμφανή την χαρά στα λόγια του.
"Α βρήκες νύφη?" η Έλλη τον κοιτάει και νομίζω πως-
Ω ναι, δεν νομίζω, είμαι σίγουρος.
Ο Βύρωνας μόλις πέθανε, η Έλλη τον σκότωσε. Με το βλέμα της.
"Ναι, εσένα" ο μαλάκας πλέον της μιλάει αυστηρά. "Και δεν δέχομαι τα όχι.. Βύρωνα είμαστε μικροί.. Βύρωνα δεν θέλω.. Βύρωνα να βγάλουμε πρώτα την σχολή.. γιατί στο λέω. Ελισάβετ. Εγώ στις κλινικές ανύπαντρος δεν μπαίνω"
Τους αφήνω να λύσουν τα γαμπριάτικα και τα γαμησιάτικα τους, και αδιαφορώ για τα ηλίθια προβλήματα στην σχέση τους. Γιατί ηλίθια είναι. Ειλικρινά, εμένα η Όλγα δεν με έχει ξεμπλοκάρει ακόμη από βάημπερ, ινστα, μεσσεντζερ, φεισμπουκ, σκαηπ, γουατς απ για να μπορέσω επιτέλους να της πω αυτά που νιώθω και αυτά που θέλω να κάνω μαζί της, και εγώ κάθομαι και ασχολούμαι με το αρχίδι τον αδερφό μου και το γεγονός ότι η νύφη μας δεν θέλει ακόμη να γίνει νύφη μας. Ε δεν μας χέζουν και αυτοί?
Εδώ η ξανθούλα μου όταν της έστειλα 100 ευρώ στην Πειραιώς και ως αιτιολογία της έγραψα << Σε παρακαλώ, δώσε μου μια μόνο ευκαιρία, και θα δεις που θα τα φτιάξω όλα. Σε αγαπάω>> μου έστειλε πίσω τα λεφτά και μου έγραψε πως αν τολμήσω να την ενοχλήσω ακόμη μια φορά θα μεταναστεύσει ξανά, αλλά αυτήν την φορά θα πάει στην Αυστραλία.
Και τέτοιος πανικός δεν με έχει πιάσει ποτέ ξανά.
Όχι.. όχι.. όχι μαλάκα μου.. αυτό δεν γίνεται.
ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΧΑΣΩ ΞΑΝΑ
ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΗΝ ΧΑΣΩ ΞΑΝΑ
(τριτοπρόσωπη αφήγηση)
Εκείνο το βράδυ η καρδιά του Στέλιου έχασε ένα χτύπο όταν η Όλγα μπήκε στο μαγαζί. Ήταν μόλις 22 χρονών, είχε συνερευθεί με πολλές αιθέρεες υπάρξεις στην ζωή του, όμως όσες γυναίκες είχε ρίξει, αθροιστικά, δεν έφταναν την ξανθούλα του σε τίποτα. Ούτε σε ομορφιά ούτε σε χαρακτήρα ούτε σε απολύτως τίποτα. Φορούσε ένα απλό τζιν παντελόνι, ένα απλό λευκό μπλουζάκι, απλα λευκά αθλητικά παπούτσια και τότε συνειδητοποίησε πως έχουν δίκιο όσοι λένε ότι η ομορφιά κρύβεται στην απλότητα. Διότι η γυναίκα αυτήν ήταν για τον ίδιο η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο.
Η Όλγα πριν μπει στο μικρό μαγαζί στην γειτονιά των παιδιών, έμεινε για λίγο να κοιτάει την ανακοίνωση ότι ζητείται σερβιτόρα για μερική απασχόληση. Αμέσως το μάτι της έτρεξε στα τραπέζια, τα μέτρησε και καπακι τσέκαρε τον χώρο για την διαρύθμιση, τα περάσματα και μόλις το μέρος πέρασε το πρώτο τσεκ κατευθύνθηκε απευθείας στο μπαρ.
"Ένα ποτήρι λευκό ξηρό κρασί θα ήθελα σας παρακαλώ" έκανε νόημα στον ψηλό με τα τατουάζ και μόλις αυτός γύρισε να της το βάλει, η Όλγα περιεργάστηκε και τον χώρο του μπαρ. Όλα, λεμόνια, πορτοκάλια, λουλουδάκια, κουτάλια, αναδευτήρια, όλα ήταν καθαρά και σε σειρά. Οπότε το μέρος πέρασε και το δεύτερο τσεκ. Σκέφτηκε πως αν είναι να ξεκινήσει την ζωή της και πάλι Αθήνα, θα πρέπει να το κάνει αργά, μεθοδικά και συνετά. Και μια τέτοια δουλειά θα μπορούσε να την βοηθήσει σε αυτό. Και οικονομικά και ψυχολογικά. Μέχρι να δει πως μπορεί να αξιοποιήσει το πτυχίο της. Άλλωστε το σερβιτοριλίκι είναι κάτι που έμαθε να κάνει καλά στο Λονδίνο. Τρία χρόνια εκεί άλλωστε δήλωνε σερβιτόρα.
"Ηρεμήσε" η Έλλη έκανε νόημα στον Στέλιο να αναπνέει αργά και βαθιά. "Μπορεί να είναι γνωστός της και να πήγε να τον χαιρετήσει"
Έλα μου όμως που το τερατάκι της ζήλειας είχε κάνει τον Στέλιο πράσινο. Και για μια στιγμή στο τραπέζι ζήλευαν και τα δυο αδέρφια Ιωάννου. Ο ένας περισσότερο από τον άλλον.
"Δεν νομίζω να γνωρίζονται" η Ζωή έχει τεντώσει κεφάλι και κεραίες και προσπαθεί να κόψει κίνηση. Κάποια πράγματα άλλωστε δεν χάνονται με τον χρόνο. Και κυρίως οι συνήθειες.
"Μπορούμε να μην κοιτάμε όλοι λες και την βλέπουμε να τον φασώνει?" ο Στέφανος μιλάει σε όλους στο τραπέζι, όμως αναφέρεται περισσότερο στην κοπέλα του. Που τόσο πολύ λατρεύει και δεν έπαψε ποτέ να αγαπάει.
Τι και αν πέρυσι πέρασαν μια τεράστια κρίση στην σχέση τους? Η Ζωή είχε κουραστεί, είχε ρουτινιάσει, ο Στέφανος αδυνατούσε να την ακολουθήσει στις εξόδους της με τους συμφοιτητές της από την δραματική σχολή "Κωνσταντίνος Μαρκοράς" και κάπως έτσι απομακρύνθηκαν. Και μετά χώρισαν. Και μετά ο Αντώνης, φίλος του Στέλιου την στρίμωξε σε ένα πάρτυ στο σπίτι των παιδιών. Και ο Στέφανος το είδε. Και θύμωσε. Και πήγε και φίλησε την Ισμήνη. Και η εικόνα αυτή δεν ξέφυγε από τον Βύρωνα. Και ενώ η πρώτη σκέψη ήταν να πάρει τον παππού του, η Έλλη τον σταμάτησε και του είπε να μιλήσει πρώτα στην Ζωή.
<<ΕΙΧΑΜΕ ΧΩΡΙΣΕΙ>> φώναζε ο Στέφανος και ξανά.. και ξανά.. και ξανά.. γύρω στους έξι μήνες συνολικά. Τόσο του πήρε για να τα βρουν ξανά με την αγάπη του.. τον έρωτα του.
Ο ξανθός φίλος της μονάκριβης κόρης του Άρη κοιτάζει το σημάδι από τα ράμματα στο δεξί του χέρι. Ευτυχώς που τα αντανακλαστικά του ήταν καλά εκείνο το απόγευμα που ο εν δυνάμει πεθερός του θόλωσε τόσο που η Ζωή του αποφάσισε να είναι ξανά με τον γιο του πούστη του Μάνου, που όποιο βάζο έπιασε πρώτο στα χέρια του του το έφερε πάνω του. Αλλά είπαμε, ευτυχώς που τα αντανακλαστικά του εν δυνάμει γυναικολόγου είναι καλά.
"Και πίσω στο θέμα μας" ο Στέλιος με το που δει πως η Όλγα του ξεκινάει να έρχεται προς το τραπέζι τους, τρίβει νευρικά τις παλάμες του πάνω στο τζιν του. "Με το που κάτσει και χαλαρώσει λίγο, εξαφανίζεστε" ανακοινώνει στα δυο ζευγαράκια δίπλα του. Που αν η ξανθούλα δεν του το κάνει υπερβολικά πολύ δύσκολο, την επόμενη φορά που θα βγουν όλοι μαζί, θα είναι τρία τα ζευγαράκια.
"Γεια σας" η Όλγα χαμογελάει γλυκά στα παιδιά, αφήνει το κρασί στο τραπέζι και κοιτάει να δει που μπορεί να κάτσει. Η μόνη ελεύθερη καρέκλα είναι αυτή δίπλα στον Στέλιο. Σφίγγει δόντια, αδιαφορεί για το ξελιγωμένο βλέμμα του πρώην της και αποφασίζει να δείξει ανωτερότητα. Εντάξει θα κάτσει δίπλα του, αλλά όλο το βράδυ θα αδιαφορεί για αυτόν. Το είχε αποφασίσει πριν καν βγει από το σπίτι της για να έρθει εδώ, στο μικρό μπαρ.
"Είσαι πανέμορφη" ο Στέλιος σηκώνεται, της τραβάει την καρέκλα για να κάτσει, μόνο που η Όλγα-
"Μπορώ και μόνη μου" τον ενημερώνει με σκληρό τόνο.
"Δικές σου συμβουλές είναι αυτές?" ψιθυρίζει ο λόρδος Βύρωνας στην μνηστή του και ταυτόχρονα σκέφτεται χίλιους δυο τρόπους για να απομακρύνει την Ελισάβετ από τον αδερφό του. Όχι δεν ζηλέυει. Ναι την θέλει μόνο για την πάρτη του.
"Καλώς ήρθες και πάλι λοιπόν" η Έλλη χαμογελάει διάπλατα και υπερβολικά πολύ φιλικά στην Όλγα. Έχει συνεννοηθεί με τον Στέλιο να την ρωτήσει μέχρι πότε θα κάτσει και αν το ψήνει να πάνε όλοι μαζί τριήμερο στο εξοχικό των γονιών της νύφης στον Μαραθώνα. Και αν πει ναι, από εκεί και μετά θα αναλάβει ο Στέλιος. Και θα της μείνει το τριήμερο αξέχαστο.
"Αυτήν την φορά μόνιμα" τους αποκαλύπτει η Όλγα από μόνη της.
"ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ" η Ζωή σηκώνεται απότομα όρθια από την χαρά της και κλεινει την κολλητή της στην αγκαλια της. "ΠΩΣ ΠΟΥ ΠΟΤΕ" την ρωτάει και η Όλγα χαμογελάει στην αυθόρμητη κίνηση της φίλης της.
<<Έλα δικε μου το χουμε παμε>> η Έλλη ζητωκραυγάζει στα μουγκά και κάνει νόημα στον Στέλιο να μιλήσει. Γιατί πάει, ο Παστελάκης στο άκουσμα των νέων την Όλγας τα παιξε και ξέχασε να μιλάει.
"Πότε το αποφάσισες?" την ρωτάει και σιχτιρίζει από μέσα του που αντί να της πει ότι τον έχει πιάσει ταχυκαρδία από την χαρά του, ακούγεται σαν να μην την θέλει και πάλι κοντά του.
Πούστη Δία γαμώ
Θέλω τσιγάρο για να μπορέσω να συγκεντρωθώ
"Οπότε να ξέρεις" η Όλγα αδιαφορεί για την ερώτηση του Στέλιου και στρέφει ξανά την προσοχή της στην Ζωή. "Να κρατήσεις και για εμένα ένα εισιτήριο για την παράσταση σου τον Νοέμβριο" αποκρίνεται στην μικρή και πολύ νέα ηθοποιό της παρέας.
Όλοι στο τραπέζει παγώνουν στην αδιαφορία της Όλγας για τον Στέλιο. Η Ζωή της χαμογελάει αμήχανα, κοιτάζει όμως τον αδερφό της. Και το ίδιο κάνει και η Έλλη, έχει στρέψει τρομοκρατημένη το κεφάλι της στον κολλητό της. Ο Στέφανος συμμερίζεται την απορία των κοριτσιών, ενώ ο μόνος που δεν εκπλήσσεται είναι ο Βύρωνας. Αναμενόμενο, σκέφτεται και πίνει μια γουλιά από την σόδα του με το στυμένο λεμόνι. Ήθελε λίγο παραπάνω
Και ο Στέλιος συνωφρυώνεται. Κατεβάζει πληγωμένος το βλέμμα του στα πόδια του και κουνάει το κεφάλι του σε ένδειξη αποδοχής της κρυάδας της ξανθούλας του. Εντάξει, μπορεί να μην δεχτεί να τον παντρευτεί σε δυο μήνες. Μέχρι τα Χριστούγεννα όμως θα τα έχει καταφέρει. Ειδικά τώρα που θα μένει και δέκα λεπτά από το σπίτι του? Σίγουρα θα τα καταφέρει.
"Θέλεις να χορέψουμε?" διακόπτει την συζήτηση που έχει η ξανθούλα του με την αδερφή του. Κάποτε τον παρακαλούσε να χορέψουν. Στα πάρτυ, στο σπίτι, γενικά η Όλγα του έπρηζε τα αρχίδια με τον χορό. Οπότε να, τώρα της το προτείνει ο ίδιος.
Η Όλγα τον κοιτάει με την άκρη του ματιού της. Τι σκατά, σκέφεται και κοιτάζει που ο υπέυθυνος του καφέ μπαρ έχει ανεβάσει την μουσική, έχει διώξει δυο τρία τραπέζια και έχει κάνει χώρο για να χορέψουν ένας 70 χρονος με την συνομίληκη γυναίκα του. Και τι χωρό! Τουίστ
Εντάξει, μόλις επιβεβαιώθηκα. Αύριο θα περάσω να αφήσω βιογραφικό για την θέση. Φαίνεται πολύ καθαρό μαγαζί, σκέφτεται και δεν αναφέρεται μόνο στην βρωμιά από τις κατσαρίδες και τα ποντίκια. Αποκλείεται εδώ μέσα να παίζει κόκα. Διότι στο Λονδίνο έπαιζε, και δεν τολμούσε να πει και τίποτα. Αντιθέτως πήγαινε στην δουλειά της, σέρβιρε, έπαιρνε το μεροκάματο της και καπάκι πήγαινε στο κοινόβιο να κάνει μπάνιο και να κοιμηθεί. Με τους Κονγκολέζους στα διπλα δωμάτια.
"Αν δεν θέλει η Όλγα πάμε εμείς?" η Έλλη προσπαθεί να φτιάξει την φανερά πεσμένη διάθεση του κολλητού της. Δεν περίμενε με τίποτα να είναι τόσο ψυχρή μαζί του. Εντάξει, πίστευε ότι θα ήταν κάπως.. απόμακρη... να το πει? Αλλά η ξανθιά γυναίκα μπροστά της είναι δέκα παλιοί Βύρωνες μαζί. Τέρμα απαθής, αποστασιοποιημένη και άκρως αδιάφορη. Όχι για όλους. Μόνο για τον Στέλιο.
"Εμ ναι πάμε" ο Στέλιος το τελευταίο πράγμα που θέλει είναι να χορέψει τουιστ με την νύφη. Αλλά θέλει πέντε λεπτά να ανασυγκροτηθεί. Τα έχει ανάγκη.
"Πάμε και εμείς μωρό μου?" η Ζωή αρπάζει από το χέρι το αγόρι της -εκείνο με τα ράμματα από το βάζο που του είχε πετάξει ο Άρης- και τον αναγκάζει να σηκωθεί. Σκέφτεται πως αποκλείεται να μείνει η Όλγα με τον Βύρωνα στο ίδιο τραπέζι μόνη της. Δεν τον συμπαθεί, ποτέ της δεν τον συμπάθησε. Οπότε ελπίζει στο να σηκωθεί από μόνη της και λίγο από εδώ.. λίγο απο εκει.. λίγο έτσι λίγο γιουβέτσι.. να καταλήξει να χορεύει με τον μεγάλο αδερφό της. Μπας και μπει η καρδιά του στην θέση της επιτέλους, γιατί τρία χρόνια τώρα πονάει. Και πονάει και αυτήν να βλέπει τον ηλίθιο που έχει για αδερφό να σπαράζει το μέσα του.
"Δεν σε ενοχλεί που η κοπέλα σου χορεύει με τον αδερφό σου?" ρωτάει τον Βύρωνα με το που μείνουν μόνη της και αμέσως αναρωτιέται το γιατί. Κανονικά θα έπρεπε να της είναι αδιάφορο.
"Είναι μνηστή μου και ναι, με ενοχλεί πάρα πολύ" της απαντάει στα ίσια ο Βύρωνας. Πάντα στα ίσια τα λέει άλλωστε. Από πάντα.
"Μπορεί και να πηδιούνται" σκέφτεται φωναχτά και κοιτάζει την κοντούλα καστανή κοπέλα που στριφογυρίζει στην αγκαλιά του Στέλιου. Εκείνος της χαμογελάει πικραμένος, η Έλλη του χώνει μπουνιά στην κοιλιά, κάτι του λέει και ο Στέλιος ξεροκαταπίνει. Κοιτάει το πάτωμα και δείχνει να συμφωνεί.
"Αποκλείεται" της απαντάει μετά από ώρα ο Βύρωνας. Η Όλγα γυρνάει απότομα το κεφάλι της και τον πιάνει να την κοιτάζει. Εξεταστικά, σαν να προσπαθεί να την αποκωδικοποιήσει.
"Και πως το αποκλείεις?" τον ρωτάει και του σηκώνει το καλοσχηματισμένο φρύδι της, σαν να τον προκαλεί.
"Προαίσθημα" της απαντάει μμε απάθεια και ανασηκώνει τους ώμους του σε ένδειξη αδιαφορίας. "Άσε που την έχω προειδοποιήσει πως αν ποτέ της με απατήσει θα την διαλύσω" προσθέτει και-
Η Όλγα παγώνει. Γιατί το βλέπει. Ο Βύρωνας είναι το ίδιο αν όχι ακόμη πιο επικίνδυνος από όταν τον άφησε στο Λύκειο. Όντως το πιστεύει αυτό που λέει ότι θα την διαλύσει. Το εννοεί.
"Ναι αλλά την ζηλεύεις" του λέει και σπάει αμέσως την έντονη οπτική επαφή. "Αν δεν πιστεύεις ότι μπορεί να στην κάνει την στραβή..?" Γυρνάει το βλέμμα της πάλι πάνω στον Στέλιο και όταν τα θαλασσί της μάτια διασταυρωθούν με τα μαύρα δικά του - "Τότε γιατί την ζηλεύεις?" η Όλγα σιχτιρίζει για την έντονη στιγμή που στιγμιαία είχαν και σφίγγει τα χείλη της θυμωμένη. Θυμωμένη με τον εαυτό της.
"Δεν ζηλεύω την Ελισάβετ" της απαντάει ο Βύρωνας με ειλικρίνεια. Δεν την ζηλέυει, αυτό που νιώθει είναι κάτι άλλο. Σαν ενόχληση, και το νιώθει κάθε φορά που η μνηστή του και μέλλουσα σύζυγος του αποφασίζει να δώσει την προσοχή της κάπου αλλού και όχι στον ίδιο. Αυτός δεν μπορεί πέντε λεπτά να μην ασχολείται μαζί της, πως μπορεί η Έλλη να είναι στο ίδιο δωμάτιο με αυτόν και να αδιαφορεί? "Μήπως εσύ ζηλεύεις τον Στέλιο?" την ρωτάει στα ίσια και κουνάει το κεφάλι του για να διώξει τις σκέψεις που τον ταλαιπωρούν εδώ και ενάμισι χρόνο από το κεφάλι του.
Και η Όλγα το κάνει. Για μια στιγμή παγώνει. Αν μπορεί να παγώσει και άλλο γιατί το Λονδίνο την έχει μετατρέψει σε παγόβουνο. Κρύο, πάγος, κανένα συναίσθημα, μέσα της κενό. Ναι η Όλγα νιώθει ένα τεράστιο κενό. Και δεν ξέρει αν ποτέ μπορέσει να το γεμίσει.
"Ο Στέλιος και εγώ τελειώσαμε" του λέει αυτό που πιστεύει. Και ταυτόχρονα γυρνάει να τον κοιτάξει ξανά. Τον Στέλιο, όχι τον Βύρωνα. "Πριν από τρία χρόνια τελειώσαμε και δεν πρόκειται να είμαστε μαζί ποτέ ξανά" προσθέτει και με το που τελειώσει την φράση της, ο Στέλιος αφήνει την κοντή καστανή από την αγκαλιά του, κάνει μια υπόκλιση μπροστά της και σηκώνει αμέσως το βλέμμα του στην Όλγα.
Άντε πάλι
Πάλι την έπιασε να τον κοιτάει.
Πάλι γαμώτο πάλι
Και ενώ η Όλγα βρίζει από μέσα της, ο Στέλιος της χαμογελάει.
<<Σε αγαπάω>> της λέει άηχα από μακρυά και την κοιτάει πολύ πολύ γλυκά.
<<Σε μισώ>> του απαντάει η Όλγα και αμέσως γυρνάει το κεφάλι της μόνο και μόνο για να συνειδητοποιήσει ότι ο Βύρωνας την παρατηρεί. Και πάλι άκρως εξεταστικά.
"Αυτό θα έχει ενδιαφέρον" ψιθυρίζει ο Βύρωνας περισσότερο στον εαυτό του. Και οντως το πιστεύει.
Αυτό θα έχει πολύ πολύ ενδιαφέρον.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top