Κεφάλαιο 80

Μιχάλης

"Δεν ξηγιέσαι όμορφα όμως" επιπλήττω τον μικρότερο από τους τρεις γιους μου με σιγανή φωνή για να μην με ακούσουν οι γυναίκες στην κουζίνα. Και κινδυνεύω διότι το μεγάλο σαλόνι του νέου μου σπιτιού στον Μαραθώνα δεν διαχωρίζεται από την κουζίνα και την τραπεζαρία, είναι όλα ένας ενιαίος χώρος, στην μια άκρη του οποίου υπάρχει η πόρτα που αποκαλύπτει τον διάδρομο, ο οποίος με την σειρά του καταλήγει σε τέσσερα μεγάλα δωμάτια. Ένα των αγοριών, ένα των κοριτσιών, ένα της υπηρεσίας με μια κούνια για την Αλίκη και ένα το δικό μου. Κανένας ξενώνας, γεγονός που σημαίνει ότι-

Κοιτάζω φευγαλέα την πρώην γυναίκα μου.

Είναι εδώ, είναι πραγματικά εδώ, μαζί μας. 

Και θα μείνει, και σήμερα το βράδυ, και αύριο το βράδυ. 

Ξεροκαταπίνω

"Τι έκανα μπαμπά?" ο Χάρης με κοιτάει με τρόμο. Ναι, με φοβάται. Γενικά όλα μου τα παιδιά όταν τα κοιτάξω λίγο πιο αυστηρά παίρνουν ένα τρομοκρατημένο βλέμμα. Όλα εκτός από την Αναστασία. 

Την κοιτάζω και εκείνη φευγαλέα. 

Είναι δίπλα στην μαμά της, απέναντι από την Έλλη και δεν βοηθάει με το μαγείρεμα, αντιθέτως κάτι πληκτρολογεί στο κινητό της. Άραγε να έχει πει στην Μαρία για το νέο της αγόρι? Το νούμερο τρία σε αριθμό, οι άλλοι δύο είναι μπούφοι, δεν υπάρχει άλλη λογική εξήγηση. Μα να τους έχει και τους τρεις ταυτόχρονα και να μην παίρνουν πρέφα οι άλλοι δύο? 

Αν και τώρα που είπα για νέο αγόρι.. 

Κοιτάζω την Έλλη. 

Γιατί ο Λεωνίδας δεν μου είπε τίποτα για το κουράδι του Άρη?

Γαμώ την τύχη μου, γαμώ. 

Πως θα σταματήσω την σχέση τους αν δεν γνωρίζω για αυτήν? 

Τζάμπα το χιλιάρικο που του σκάω κάθε γαμημένο μήνα. Αλήθεια! Τζάμπα!

"Γιατί είπες στην μαμά σου ότι την αγαπάω?" τον ρωτάω και εξακολουθώ να τον κοιτάω αυστηρά. Ήταν εκείνο το βράδυ που έκλαιγε γιατί δεν ζω πια στο σπίτι -όταν του είπα ότι με την μαμά του πήραμε διαζύγιο και πως δεν θα επιστρέψω ξανά- αυτό που με έκανε να λυγίσω και να τον διαβεβαιώσω ότι μόνο την μαμά μας αγαπάω, καμία άλλη υποψήφια μαμά. Και του είπα ότι είναι το κοινό μας μυστικό. Πως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να της το πει, ούτε σε εκείνη ούτε σε κανέναν άλλον. 

Και αυτός τι έκανε? 

Πήγε και το είπε μπροστά σε όλους μας. 

Και όχι ότι είχα κανένα πρόβλημα να το μάθουν τα υπόλοιπα παιδιά μου αλλά- 

Κοιτάζω ξανά την Μαρία. 

Την πιάνω να με παρατηρεί. 

Δεν μπορώ να είμαι στον ίδιο χώρο μαζί της, να την βλέπω, να την μυρίζω, να την αισθάνομαι γύρω μου και να μην την αγκαλιάζω. Να μην μου επιτρέπεται να την φιλάω, έστω να την αποκαλώ Μαράκι μου, μωρό μου, αγάπη μου. Δεν γίνεται, απλά δεν το νιώθω σωστό. Τόσο καιρό που δεν την κοιτούσα καν, που δεν της απηύθυνα τον λόγο, σε καμία περίπτωση δεν μου ήταν εύκολο, ούτε σωστό, όμως ήταν αναγκαίο. Αναγκαίο για να προστατέψω ότι απέμεινε από την ραγισμένη μου καρδιά. 

Σηκώνω το χέρι μου και το τοποθετώ στο στήθος μου. 

Γαμώτο, χτυπάει σαν τρελή από την στιγμή που μπήκε στο αυτοκίνητο δίπλα μου. 

Χριστέ μου

"Γιατί μπορεί να νόμιζε ότι δεν την θες μαζί μας, στο νέο σου σπίτι" μου απαντάει με φυσικότητα ο Χάρης και χώνει το μικροσκοπικό του χεράκι μέσα σε μια τεράστια σακούλα με ποπ κορν. Λούκι Λουκ χωρίς ποπ κορν γίνεται? Δεν γίνεται. 

Παίρνω για μια ακόμη φορά το βλέμμα μου από την τεράστια τηλεόραση και κοιτάζω ξανά προς την μεριά της κουζίνας. Γαμώ το φελέκι μου γαμώ. Ξανά. Δυο υπέροχα καφέ μάτια ήταν ξανά καρφωμένα πάνω μου. Δεν νομίζω να μαγειρεύει. Δεν την απασχολεί, όλες τις φορές που γύρισα να την κοιτάξω, με κοιτούσε ήδη. Και με σκοτώνει, αλήθεια σας λέω, η παρουσία της στην νέα μου κουζίνα με σκοτώνει. 

Και μετά από αυτό το σαββατοκύριακο που θα επιστρέψει ο καθένας μας πίσω στην μίζερη καθημερινότητα του, η πρώην γυναίκα μου θα συνεχίσει την ζωή της χωρίς την ενοχλητική μου παρουσία, ελεύθερη και ωραία, την στιγμή που εγώ θα- 

Παγώνω

Παγώνω στην συνειδητοποίηση. 

Η παρουσία της θα στιγματίσει κάθε γωνιά αυτού του σπιτιού.

Το άρωμα της θα ποτίσει σεντόνια, παπλώματα. 

Θα κοιμάμαι και θα την μυρίζω. 

Θα κοιμάμαι και θα την ονειρεύομαι. 

Θα ξυπνάω και θα την βλέπω. 

Να φτιάχνει πρωινό.

Να πίνει καφέ στο σαλόνι. 

Να περπατάει στον κήπο. 

Όπως άλλωστε και κάθε γωνία του παλιού μου σπιτιού την θυμίζει. Ακόμη και στο φροντιστήριο, ηρεμία δεν βρίσκω. Όπου και αν γυρίσω, βλέπω το πρόσωπο της. Και ξέρετε τι? Ο πόνος στο στήθος δεν υποφέρεται. 

"Όντως δεν την ήθελα" ψιθυρίζω στον εαυτό μου. Όχι, δεν ήθελα να μου υπενθυμίσει πόσο γαμημένα πολύ μου λείπει. Πόσο γαμημένα πολύ μου λείπουν τα χαμόγελα της, τα μάτια της, τα φιλιά της, τα χάδια της, τα όλα της. Αλλά δεν μπορούσα να κάνω και αλλιώς, τι να έλεγα στα παιδιά μου? Ότι δεν θέλω την μαμά τους στο νέο μου σπίτι? 

Αποφασίζω για το υπόλοιπο της βραδιάς να μην την κοιτάξω ξανά. 

Πρέπει με κάποιον τρόπο να προστατέψω και εγώ την καρδιά μου. 

Δίνω όλη μου την προσοχή στον Άβελερ την ώρα που-


Σκατά


Την κοιτάζω φευγαλέα. 

Μια τελευταία φορά.

Σκατά


Έλλη

<<Δεν είναι και πολύ ώριμο εκ μέρους σου να κλείνεις το κινητό σου, να μην με αφήνεις να επικοινωνήσω μαζί σου και στο καπάκι να μου στέλνει η αδερφή σου ότι ο μπαμπάς σου δεν δέχεται επισκέψεις για το σαββατοκύριακο>> 

Διαβάζω το τελευταίο μήνυμα του μπουκλάκια μου και ταυτόχρονα μπουκώνομαι με μια τεράστια πιρουνιά μακαρονιών με μπόλικη κρέμα γάλακτος, μανιτάρια και παρμεζάνα. Χριστέ μου! Ευτυχώς δεν είναι εδώ μαζί μου, θα πετούσε τα μακαρόνια έξω από το παράθυρο. 

<<Σε αγαπάω πολύ ζουζουνάκι μου, συγχώρεσε με>> του γράφω και πατάω αποστολή. Πάντως δεν μπορούμε να επικοινωνούμε μόνο μέσω των i messages, το μωρό μου πρέπει να κάνει φου μπου. Αλλά μόνος του αποκλείεται, θα του ανοίξω εγώ λογαριασμό στον ύπνο του. Πρέπει να εκσυγχρονιστεί στην τελική, μόνο αυτός και ο παππούς του δεν έχουν λογιαριασμό στα σόσιαλ μίντια.

"Γιατί δεν αφήνετε τα κινητά σας και οι δύο στην άκρη?" η μαμά με μια πρωτοφανή ηρεμία διατάζει με όμορφο τρόπο να κλείσουμε εγώ και η Αναστασία τα κινητά μας την ώρα του φαγητού. Ήταν πάντα κανόνας, από τότε όμως που έφυγε ο μπαμπάς από το σπίτι τον παραβαίνουμε συχνά. Βέβαια τώρα που καθόμαστε και πάλι όλοι μαζί στο ίδιο τραπέζι.. 

Αφήνω κάτω το κινητό μου και μας παρατηρώ. Η μαμά χαμογελάει συνέχεια, ο μπαμπάς τρώει χωρίς σταματημό. Δεν έχει αρθρώσει λέξη από την στιγμή που κάτσαμε στο τραπέζι. Τι και αν η μαμά που κάθεται δίπλα του τον κοιτάει κάθε μισό δευτερόλεπτο? Εκείνος έχει μάτια μόνο για την καρμπονάρα του. 

"Σου αρέσει? Να σου βάλω τρίτο πιάτο?" τον ρωτάει και ταυτόχρονα του χαμογελάει μέχρι τα αυτιά. Δεν ξέρω, νομίζω ότι είναι υπερβολικά πολύ χαρούμενη που τρώμε όλοι μαζί, πολύ περισσότερο από ότι το κανονικό. Και φοβάμαι, διότι αν κρίνω από την αντίδραση του μπαμπά στο όλο σκηνικό..

"Σε ευχαριστώ αλλά θα βάλω μόνος μου" της απαντάει κοφτά ο μπαμπάς και δεν μπαίνει καν στον κόπο να την κοιτάξει. Ανασηκώνεται ελαφρά από την καρέκλα, παίρνει την τεράστια κατσαρόλα και βάζει μια μερίδα μακαρόνια ακόμη στο πιάτο του. Πάντα τόσο πολύ έτρωγε? Το στο καλό?

Η μαμά αμέσως κατσουφιάζει. Εγώ της χαμογελάω σε μια ύστατη προσπάθεια να της συμπαρασταθώ στην κρυάδα του μπαμπά, αλλά δεν με κοιτάζει, όλη της η προσοχή είναι τώρα στο δικό της πιάτο. 

"Α και.. είναι νόστιμο.. πολύ" προσθέτει ο μπαμπάς και αμέσως μετά μπουκώνεται με ένα ψωμάκι. Πάντως πάλι δεν την κοιτάζει, την στιγμή που η μαμά του σκάει ξανά ένα τεράστιο χαμόγελο. Εκείνος βέβαια δεν πτοείται, έχει μάτια καρφωμένα στην καρμπονάρα. Μάλιστα

<<Όχι Ελισάβετ, δεν σε συγχωρώ. Και σε παρακαλώ πολύ, γιατί μου το κάνεις αυτό? Στείλε μου απλά μια διεύθυνση. Θέλω αύριο το πρωί να έρθω να σε δω. Και όχι ότι σε απειλώ, αλλά να ξέρεις, θα έρθω έτσι και αλλιώς στον Μαραθώνα, και θα ψάξω για το κτήμα του μπαμπά σου. Είναι στο χέρι σου να μου το κάνεις πιο εύκολο>> 

Α μπα μπα! Αυτός 50 κεφάλαια τώρα μου το έκανε καθόλου εύκολο? 

Αλλά τι να πεις! Ένα αλαζονικό γουρούνι είναι. 

Αλαζονικό γουρουνάκι βασικά. 

Λιώνω στην σκέψη του. 

"Δώσε τα χαιρετίσματα μου στον Βύρωνα, πες του ότι τον περιμένουμε από Δευτέρα να μας επισκεφτεί ξανά, θα του φτιάξω και κοτόπουλο με μανιτάρια, το αγαπημένο του δεν μας είπε ότι είναι? Και εννοείται ζελέ ακτινίδιο για επιδόρπιο" μου λέει χαρούμενη η μαμά και μου κλείνει συνομωτικά το μάτι της. Μα πως κατάλαβε ότι στέλνω μαζί του?

"ΤΙ ΕΙΠΕΣ?" ο μπαμπάς σηκώνεται αμέσως από την καρέκλα του και -

ΣΟΚ

Χτυπάει το χέρι στο τραπέζι και αρπάζει το κινητό μου από τα χέρια μου. 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

"Τι κάνεις?" τον ρωτάει έντρομη η μαμά. 

"ΤΙ ΚΑΝΩ? ΤΙ ΚΑΝΩ?" την ρωτάει και διαβάζει τα τελευταία μου μηνύματα. "ΤΟ ΚΩΛΟΖΟΥΖΟΥΝΟ ΜΟΥ ΜΕΣΑ" συνεχίζει να ωρύεται και μου δίνει πίσω το κινητό μου. Πρώτη φορά το κάνει αυτό, πρώτη φορά διαβάζει μηνύματα στο κινητό μου και ένα έχω να σας πω, είμαι πολύ απογητευμένη από την αντίδραση του. Εντάξει δεν τον συμπαθεί, αλλά δεν έχει κανένα δικαίωμα να επεμβαίνει με αυτόν τον τρόπο στην προσωπική μου ζωή. 

"ΠΟΤΕ ΤΟΝ ΤΡΑΠΕΖΩΣΑΤΕ ΤΟΝ ΜΠΑΓΛΑΜΑ?" φωνάζει στην μαμά και κάνει νόημα στην Αναστασία να πάρει τα αγόρια πάνω στα δωμάτια. Πάντως αν δεν σταματήσει να φωνάζει θα ξυπνήσει την Αλίκη, και μου πήρε πάνω από μια ώρα να την κοιμήσω πριν. 

"Αρχικά μην φωνάζεις" η Μαρία προσπαθεί να τον ηρεμήσει. 

"ΑΡΧΙΚΑ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΌΤΙ ΜΟΥ ΚΑΥΛΩΣΕΙ ΘΑ ΚΑΝΩ" ο μπαμπάς βγάζει τα τσιγάρα του μέσα από την τσέπη του τζιν του και τοποθετεί έναν λευκό κύλινδρο στο στόμα. 

"Μάλιστα" η μαμά κατεβάζει το κεφάλι της απογοητευμένη. "Αν αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα σου και από την στιγμή που φτάσαμε δεν μου δίνεις καθόλου σημασία.." 

Την κοιτάζω εξεταστικά. 

Τόσο πολύ την έχει πειράξει η αδιαφορία του μπαμπά?

Στην τελική εκείνη τον άφησε. 

"ΤΟ ΓΑΜΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΕΝΑ ΛΑΜΟΓΙΟ ΕΙΝΑΙ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΜΟΥ, ΔΕΝ ΜΕ ΕΝΗΜΕΡΩΝΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΚΑΠΑΚΙ ΜΑΘΑΙΝΩ ΟΤΙ Η ΜΑΝΑ ΤΗΣ ΤΟΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝΕΙ ΚΙΟΛΑΣ" ο μπαμπάς φυσάει αγριεμένα τον καπνό πάνω στην μαμά και εκείνη κλείνει αντανακλαστικά τα μάτια της. "ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΑΠΑΡΙΑ ΜΟΥ ΤΟ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΣΑΙ ΤΟ ΙΔΙΟ ΜΟΥ ΚΑΝΕΙ ΕΙΤΕ ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ, ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ, ΣΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΟΥ, ΣΤΙΣ ΦΙΛΕΣ ΣΟΥ. ΕΓΩ ΑΔΙΑΦΟΡΩ" 

Ξεροκαταπίνω

Το ίδιο κάνει και η μαμά. 

Χαμηλώνω το βλέμμα μου στο φαγητό μου και πλέον δεν έχω καμία όρεξη να συνεχίσω να τρώω, μου έχει κοπεί. Δεν είναι μόνο η άσχημη αντίδραση του μπαμπά σχετικά με τον Βύρωνα, είναι κυρίως το ξέσπασμα του στην μαμά, η οποία αν μη τι άλλο έχει σημειώσει τρομερή εξέλιξη. Και στο γεγονός ότι δέχεται το αγόρι μου σπίτι μας, όπως επίσης ότι επιδιώκει να ενωθεί ξανά η οικογένεια μας. Με τον οποιονδήποτε τρόπο. Δεν μπορεί να μην το κατάλαβε ο μπαμπάς! Απλά δεν μπορεί. 

"Δεν είναι λαμόγιο" επιλέγω να αναφερθώ αποκλειστικά στον Βύρωνα, τα άλλα ας τα βρούνε μεταξύ τους. 

"ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΕΣΕΝΑ" ο μπαμπάς φωνάζει ξανά. "ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΑΚΡΙΒΩΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕΣ ΝΑ ΜΟΥ ΤΟ ΠΕΙΣ ΟΤΙ ΕΙΣΤΕ ΜΑΖΙ? ΓΙΑΤΙ ΓΙΑ ΝΑ ΦΤΑΣΑΤΕ ΣΕ ΣΗΜΕΙΟ ΝΑ ΕΡΘΕΙ ΣΠΙΤΙ ΝΑ ΜΑΣΑΜΠΟΥΚΩΣΕΙ-" 

"Από το προηγούμενο Σάββατο" τον διακόπτει η μαμά σχεδόν ψιθυρίζοντας. "Και εγώ επέμενα να έρθει να τον γνωρίσω καλύτερα διότι.." Περιμένουμε με αγωνία και εγώ και ο μπαμπάς να ολοκληρώσει την πρόταση της όμως εκείνη δεν το κάνει, απλά κοιτάει το τραπεζομάντιλο και σκουπίζει με το χέρι της το μέτωπο της. 

"ΔΙΟΤΙ..?" ο μπαμπάς την πιέζει. 

"Ήθελα απλά να δω τον τρόπο με τον οποίο την κοιτάει" παραδέχεται η μαμά και αμέσως κοκκινίζει. Από ντροπή? Από αμηχανία? Όποιος και αν ήταν ο απώτερος σκοπός της εγώ χαίρομαι που του άνοιξε το σπίτι της. "Και πίστεψε με Μιχάλη, δεν είναι λαμόγιο όπως τον αποκαλείς, την προσέχει σαν τα μάτια του την κόρη μας, έπρεπε να δεις πως την κοιτούσε" 

Εμ.. 

Δηλαδή.. 

Εγώ γιατί το μαθαίνω τώρα αυτό?

Και τι εννοεί η μαμά όταν λέει ότι ο Βύρωνας με κοιτούσε κάπως? 

Σαν ερωτευμένος πιγκουίνος ας πούμε? 

Χριστέ μου

Του γράφω αμέσως την διεύθυνση του σπιτιού και πατάω αποστολή. 

Θέλω να το δω αύριο αυτό το βλέμμα και θέλω να το δει και ο μπαμπάς. 

Είμαι σίγουρη ότι μετά θα αλλάξει γνώμη, θα τον εκτιμήσει τον μπουκλάκια μου. 

Όπως τον εκτίμησα και εγώ άλλωστε. 

Και τον αγάπησα, επίσης, ακόμη περισσότερο. 

"Το γεγονός ότι την κοιτάει όπως κοιτάω εγώ εσένα, δεν αναιρεί το ότι είναι λαμόγιο, εξάλλου αυτό δεν πιστεύεις και εσύ για εμένα? Ότι ναι σε αγαπάω πολύ, και ότι ναι, είμαι επικίνδυνος, ακόμη περισσότερο.. σωστά?" η φωνή του μπαμπά τώρα ίσα που ακούγεται. Και αυτή η ένταση είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς πόνο πονεμένος και πληγωμένος είναι ο Μιχάλης. 

"Εγώ καλύτερα να σας αφήσω" τους ανακοινώνω και σηκώνομαι όρθια. Αν κάτι έχω μάθει καλά μετά τα γεγονότα των τελευταίων μηνών είναι τα όρια μου. Μέχρι που αυτά φτάνουν. Και δεν μπορώ να προσπεράσω την νοητή γραμμή και να επέμβω στον γάμο τους. Αλλά τι λέω! Έχουν χωρίσει! Στο διαζύγιο τους.. έστω. 

"Μην κάνεις τον κόπο Έλλη, φεύγω εγώ" ο μπαμπάς μαζεύει τα τσιγάρα του πάνω από το τραπέζι. "Δεν χρειάζεται να μαζέψετε τίποτα, θα καθαρίσω εγώ το τραπέζι πριν κοιμηθώ. Πηγαίνετε να ξεκουραστείτε, Μαρία έχεις το δωμάτιο μου στην διάθεση σου" προσθέτει και επιστρέφει στην προηγούμενη τακτική του, εκείνη που τον θέλει να μιλάει κοφτά στην μαμά και να μην την κοιτάει καν. "Εγώ θα την βγάλω στον καναπέ, τα λέμε το πρωί" Και με αυτό απομακρύνεται από κοντά μας και βγαίνει έξω από το σπίτι. 

Είναι από τις λίγες φορές που δεν με φιλάει για καληνύχτα γεγονός που με κάνει να αναρωτιέμαι. Τόσο πολύ τον πείραξε η σχέση μου με τον Βύρωνα? Ή το γεγονός ότι δεν το έμαθε από εμένα? Αλλά θα του το έλεγα, δεν θα το κρατούσα μυστικό, αν είναι δυνατόν! Πάντως ελπίζω αύριο που θα έρθει εδώ να ηρεμήσουν κάπως τα πνεύματα, του μπαμπά βασικά. Ίσως τον γνωρίσει καλύτερα, και με την ιδιότητα του αγοριού μου πλέον, τον συμπαθήσει τελικά. 

Ελπίζω σε ένα θαύμα, ειλικρινά. 

"Θα έρθεις?" ρωτάω την μαμά αφού σηκωθώ από την καρέκλα μου. Την παρατηρώ να κοιτάζει έντονα την πόρτα, ακριβώς το σημείο από το οποίο πέρασε ο μπαμπάς πριν λίγα λεπτά. 

"Πήγαινε εσύ, εγώ θα αργήσω" μου απαντάει και σηκώνεται και εκείνη αλλά κατευθύνεται προς άλλη κατεύθυνση. 

Προς εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. 

Χμ..









Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top