Kεφάλαιο 84

18 μήνες αργότερα

Έλλη

Κρύος ιδρώτας λούζει το ηλιοκαμμένο μου πρόσωπο. Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή, το χέρι μου γλιστράει μέσα από το δικό του. Με μάτια στραμμένα προς τα κάτω, προσπαθώ να υπολογίσω την απόσταση που πρόκειται να διανύσουμε. Δεν σας το κρύβω .. μπορεί γενικά στην ζωή να μην φοβάμαι -θυμηθείτε με ποιον έχω σχέση άλλωστε- αλλά αυτήν την πολύ συγκεκριμένη χρονική στιγμή τρέμω σαν το ψάρι έξω από το νερό. 

Χριστέ μου.. 

Πώς θα τα καταφέρω?

"Το σκέφτεσαι πολύ ρε μωρό" 

Κοιτάζω φευγαλέα το αγόρι δίπλα μου και κάνω απευθείας τον σταυρό μου. Όχι ότι έχω κάποια ιδιαίτερη σχέση με την εκκλησία, αλλά κάθε άνθρωπος όταν έρχεται αντιμέτωπος με τον φόβο τότε χάνει την λογική, και την θέση του παίρνει η προσευχή. Όλοι όταν είμαστε συναισθηματικά ευάλωτοι επικαλούμαστε κάποια ανώτερη δύναμη, ανεξάρτητα σε ποια έχουμε επιλέξει να πιστεύουμε. 

"Δεν μπορώ να το κάνω.. δεν.. δεν.. απλά δεν" Τελεία. Τελεία και παύλα. Θέλω να γυρίσω πίσω, να πάω μέσα στο δωμάτιο μου, να κουκουλωθώ κάτω από τα σεντόνια και να τον περιμένω να επιστρέψει. Τι στο καλό σκεφτόμουν όταν είπα το ηλίθιο, το καταραμένο αυτό το αναθεματισμένο το ναι? Τι? Τι? ΤΙ?

"Πιες λίγο από αυτό να πάρεις θάρρος" 

Ένα μεγάλο, μυώδες γυμνό χέρι μου δίνει το γνωστό πράσινο μπουκάλι με την χρυσή ετικέτα και εγώ το αρπάζω απευθείας. Το αλκοόλ -και ειδικά το ακριβό, ποιοτικό αλκοόλ- χαλαρώνει, ενθαρρύνει και δίνει δύναμη, κακά τα ψέματα. Άλλωστε ξέρουν στην βόρειο Ευρώπη τι κάνουν! Κάθε που σου κου μεθυσμένοι είναι, και έχουν λόγο. 

"Ναι, άσε όμως και λίγο θάρρος και για εμάς" μου λέει ο διάβολος ο ίδιος και μου αρπάζει το μπουκάλι από το στόμα. 

"Μα μου είπες ότι εσύ το έχεις κάνει ξανά και πως είναι τελείως ακίνδυνο" γουρλώνω αμέσως τα μάτια μου στην συνειδητοποίηση ότι αυτή είναι η πρώτη φορά και για αυτόν και οι σφυγμοί μου φτάνουν τους 160 το λεπτό μες στο νερό. 

ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΘΑ ΠΕΘΆΝΟΥΜΕ

"Ρε Ελλάκι μου.." δυο μεγάλα σαρκώδη χείλη φιλούν το μέτωπο μου. "Χαλάρωσε λίγο ρε μωρό μου και έλα να το χαρούμε όσο προλαβαίνουμε.. λοιπόν θα σου πω ακριβώς τι θα κάνεις.. κλείσε τα μάτια σου.." Κλείνω τα μάτια μου "Πάρε μια βαθιά ανάσα " Παίρνω μια βαθιά ανάσα " Και βάλε το χέρι στην μύτη" Βάζω το χέρι στην μύτη "Και με το που ακούσεις το τρία σφίγγεις με το άλλο το χέρι μου και τα υπόλοιπα τα αφήνεις πάνω μου.. αρκεί να με εμπιστεύεσαι.. ναι?" 

Με ρώτησε όντως αν τον εμπιστεύομαι? Αλήθεια? 

"..1"

Εγώ μόνο το ζουζούνι μου εμπιστεύομαι. 

"..2"

Αλλά τι να κάνω που έτσι όπως τα έφερε η ζωή..

"..2μισι"

Ή μάλλον έτσι όπως τα έφερε αυτό το καλοκαίρι..

"..2και τρία τέταρτα" 

Ή μάλλον έτσι όπως τα έκανε ο Βύρωνας να έρθουν.. 

"..3!!!!!!!!!!!" 

Νιώθω τα πόδια μου να γλιστρούν πάνω στο έδαφος. 


ΑΥΤΟ ΗΤΑΝ 


ΠΕΘΑΙΝΩΩΩΩΩΩΩΩ


Βύρωνας

Γενικά, όλα τα πράγματα στην ζωή είναι απλά. Άσχετα με το αν το ανθρώπινο είδος έχει την τάση να περιπλέκει καταστάσεις και γεγονότα. Σε συναισθήματα δεν αναφέρομαι καν, δεν τα υπολογίζω. Έτσι λοιπόν, όπως και όλα τα υπόλοιπα, έτσι, και η ζωή ενός φοιτητή Ιατρικής είναι απλή. 

Με το που ξεκινήσει το χειμερινό ή το εαερινό εξάμηνο, ο σωστός, ο επιμελής, ο άριστος φοιτητής, αυτός που θα κοιτάει στην μετέπειτα ζωή τον ασθενή στα μάτια και όχι στην τσέπη οφείλει να πειθαρχήσει σε ένα πολύ απλό αλλά απαιτητικό πρόγραμμα. Το οποίο φυσικά και περιλαμβάνει μια και μοναδική κύρια ασχολία. 

Λέγεται διάβασμα. 

Διαβάζεις όλη μέρα, κάθε μέρα. Πηγαίνεις ταυτόχρονα και στα αμφιθεατρικά μαθήματα, ή βάζεις κάποιον να σου ηχογραφεί τις διαλέξεις και τις ακούς όσο κάνεις μπάνιο. Ή τρως. Ή μαγειρεύεις. Κυρίως βραστά λαχανικά και άπαχο κρέας. Θυμάμαι μια φορά που δεν προλάβαινα να μείνω πιστός στο πρόγραμμα μου, αλλά έπρεπε ωστόσο να μην παρεκλίνω καθόλου από αυτό, ήμουνα στίβο και όσο έφτιαχνα φυσική κατάσταση, άκουγα και την διάλεξη για τα καρδιαγγειακά φάρμακα. 

Όχι ότι δεν τα γνώριζα ήδη. 

Απλά κάθε φορά που διαβάζω το ίδιο κεφάλαιο, μαθαίνω και κάτι καινούριο. 

Εκτός από το διάβασμα, τα αμφιθεατρικά μαθήματα και την υποχρεωτική παρούσια του φοιτητή στα εργαστήρια και τις κλινικές όταν οι τελευταίες ξεκινήσουν, ο σωστός, ο επιμελής, ο άριστος φοιτητής οφείλει να διαβάζει επιστημονικά περιοδικά, να συμμετέχει σε δημοσιεύσεις, να παρουσιάζει εργασίες και να παρακολουθεί συνέδρια. Τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό. Άσχετα με το αν είναι Χριστούγεννα, Πάσχα, καλοκαίρι, έχεις γενέθλια ή δεν ξέρω και εγώ τι άλλη δικαιολογία μπορεί να σκαρφιστεί κανείς. 

Σε έναν γιατρό επιτρέπονται συνολικά δέκα μέρες ξεκούρασης τον χρόνο. 

Στις Μπαχάμες, ή το Μπαλί, ή το πολύ πολύ στην Σαντορίνη. 

Όλα αυτά όμως που σας λέω δεν τα κάνουν όλοι. Και μέχρι πριν 18 μήνες δεν με ένοιαζε για κανέναν άλλον φοιτητή ιατρικής, με απασχολούσε μόνο ο εαυτός μου. Μερικές φορές όμως όταν κάνεις σχέδια ο Θεός γελάει. Και σε εμένα παίζει να έριξε τρομερό γέλιο. Και μην σας πω ότι ρίχνει ακόμη. Ειδικά τώρα που με βλέπει με μια βαλίτσα στο χέρι να προσπαθώ να ανοίξω την πόρτα της μεγάλης, πολυτελούς βίλας, έχει ξεκαρδιστεί. 

Και όλα αυτά γιατί? 

Γιατί ερωτεύτηκα. 

Που ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που παράτησα όλη μου την ζωή, την τέλεια προγραμματισμένη μου καθημερινότητα για να είμαι μαζί της. Που νόμιζα ο κουτός, ο φαντασιόπληκτος ότι η Ελισάβετ θα με ακολουθεί σε όλες μου τις δραστηριότητες. 

Που νόμιζα ότι θα διαβάζαμε μαζί. 

Που νόμιζα ότι θα καθόμασταν δίπλα δίπλα στο αμφιθέατρο. 

Που νόμιζα ότι θα πηδούσαμε μαζί τα εμπόδια στον στίβο. 

Που νόμιζα ότι θα τρώγαμε μαζί βρώμη και αβοκάντο για πρωινό. 

Που νόμιζα ότι θα πηγαίναμε μαζί στο συνέδριο στην Θεσσαλονίκη. 

ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΑ ΟΤΙ ΘΑ ΚΑΝΑΜΕ ΜΑΖΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΟΔΙ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ. 

Αλλά όχι. Όχι, όχι, όχι! Ήταν κατηγορηματική. Η αγαπημένη μου σύντροφος δεν ήθελε καν να ακούσει για το ετήσιο συνέδριο της ελληνικής καρδιολογικής εταιρείας βορείου Ελλάδος. Πιστεύει ότι ο μόνος λόγος για να πάει κανείς Θεσσαλονίκη αρχές Σεπτεμβρίου είναι για να φάει τσουρέκι από τον Τερκενλή. Και ναι καλά, ακούσατε. Τσουρέκι. 

ΤΣΟΥΡΕΚΙ

Που τα 100 γραμμάρια έχουν 386 θερμίδες. 

386 ΟΛΟΚΛΗΡΕΣ θερμίδες.

Απέρριψε λοιπόν την Θεσσαλονίκη, απέρριψε λοιπόν και το ετήσιο συνέδριο της ελληνικής καρδιολογικής εταιρείας Βορείου Ελλάδος για να έρθει που..?

"Πολύ ντυμένος δεν είσαι εσύ για το πάρτυ?"  

Αφήνω την μικρή, μαύρη μου samsonite στην άκρη του καθιστικού της υποδοχής, πατάω κατά λάθος πάνω σε κάτι μπλε, ροζ, ασημί και κίτρινα μαγιό και στρέφω τελικά το συγκλονισμένο μου βλέμμα πάνω σε μια γυμνή -εντελώς γυμνή για την ακρίβεια- νεαρή κοπέλα με μακριά μαύρα μαλλιά. 

Παίρνω μια βαθιά εισπνοή. 

Αφήνω μια βαθιά εκπνοή. 

Μάλιστα

"Ξέρεις που είναι το παιδί που διοργανώνει το πάρτυ?" ρωτάω την άγνωστη μισομεθυσμένη -το πολύ- εικοσιπεντάχρονη και σκανάρω με τα μάτια μου στα γρήγορα τον εσωτερικό χώρο του σπιτιού μόνο και μόνο για να μην δω κανένα γνωστό πρόσωπο. Αλλά θα την βρω, ή μάλλον θα τους βρω, που θα πάει, κάπου εδώ θα είναι. Και όταν τους εντοπίσω.. 

"Μπορούμε να την βρούμε και μεταξύ μας, ή το πολύ πολύ να πω και σε μια φίλη μου" μου προτείνει ξεδιάντρομπα η γυμνή κοπέλα και κάνει το τεράστιο, ανεπίτρεπτο λάθος να απλώσει το σιχαμερό κουλό της μέσα στις μπούκλες μου. 

"Με αυτές παίζει μόνο η κοπέλα μου" της το ξεκαθαρίζω και πετάω το χέρι της πάνω από το κεφάλι μου. Που δεν θα συνεχίσει να είναι κοπέλα μου σε περίπτωση που αυτήν την στιγμή δεν φοράει ολόσωμο μαγιό, παρεό, καπέλο και μεγάλα μαύρα γυαλιά ηλίου. Θα μας δει και κανένας γνωστός, θα βγάλει φωτόγραφία, θα κάνει στόρυ σε αυτό το αναθεματισμένο το ίνσταγκραμ και θα τρέχω εγώ μετά μήνες ολόκληρους για να αποκαταστήσω το όνομα μας. 

"Με τις πάνω ναι, με τις κάτω όμως?" η γυμνή κοπέλα επιμένει και λίγο πριν το άλλο της χέρι πιάσει ένα πολύ συγκεκριμένο σημείο του σώματος μου, αρπάζω το αντιβράχιο της, το φέρνω πίσω από την πλάτη της και την κοιτάζω βαθιά μες στα μάτια. 

"Είμαι σε σχέση, όχι ότι αυτό έχει καμία σημασία για εσένα, διότι και ελεύθερος να ήμουν, είσαι πολύ γυμνή, απελπισμένη και δεύτερη για τα γούστα μου" της απαντώ και δεν σχολιάζω καν το γεγονός ότι οι κόρες των ματιών της είναι δίκην κεφαλής καρφίτσας. Ένας Θεός ξέρει τι υπάρχει από ναρκωτική ουσία εδώ μέσα. 

Αφήνω την γυμνή κοπέλα ελεύθερη από το κράτημα μου, ισιώνω το λευκό πουκάμισο μου, στρώνω καλύτερα το μπλε κοστούμι πάνω μου και ξεκινάω να περπατάω προς τον εξωτερικό χώρο του σπιτιού. Στον δρόμο μου προς τον κήπο προσπερνάω μια γυμνή παρέα Ιταλών, μια μεθυσμένη παρέα ρωσίδων τουριστριών, δυο τύπους που είναι έτοιμοι να το κάνουν στα όρθια μπροστά στην τζαμαρία, και μερικούς διάσπαρτους με τα κινητά στα χέρια να βιντεσκοπούν. Ευτυχώς δεν είναι κανένας γνωστός, όλοι τους όμως έχουν στραμένες τις κάμερες προς ένα συγκεκριμένο σημείο. 

Και ενώ προσπερνάω έναν ημίγυμνο κύριο, ένα άγνωστο χέρι με θωπεύει στον αριστερό μου γλουτό, γυρνάω εκνευρισμένος με σκοπό να του πάρω τα στοιχεία για να του κάνω μήνυση για σεξουαλική παρενόχληση, αλλά τελευταία στιγμή μια φωνή, μια ανδρική φωνή, μια γνωστή ανδρική φωνή σταματάει κάθε μου κίνηση. Γυρνάω απότομα το κεφάλι μου από την αντίθετη πλευρά, σηκώνω το απορημένο βλέμμα μου ψηλά προς το μεγάλο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου και η καρδιά μου γίνεται χίλια δυο κομμάτια. 

"ΜΥΚΟΝΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΣ" φωνάζει ξέφρενα ο Στέλιος και ενώ κρατάει στο ένα του χέρι ένα μπουκάλι μοέ, έχει το άλλο του μπλεγμένο με αυτό της Ελισάβετ -της δικής μου Ελισάβετ, της κοπέλας μου- και μαζί, ηλίθιοι, επιπόλαιοι και ανώριμοι όπως είναι.. παίρνουν φόρα και πέφτουν στην πισίνα. 


Από το μπαλκόνι του πρώτου ορόφου. 


Πέφτουν στην πισίνα που υπάρχει στο ισόγειο.


Αν ζήσουν μετά από αυτό θα αλλάξω αδερφό και σύντροφο. 

Σας το υπόσχομαι. 


Έλλη

"ΜΥΚΟΝΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΣ" φωνάζει ο Στέλιος και ενώ κανονικά είχαμε πει να το λέγαμε ταυτόχρονα μαζί εμένα μου έχει κοπεί η φωνή. Η καρδιά μου εξακολουθεί να χτυπάει σαν την τρελή, η αδρεναλίνη έχει ανέβει στα ύψη, δεν έχω ανάσα και ενώ νιώθω το σώμα μου να βουλιάζει μες στο κρύο νερό της πισίνας, συνειδητοποιώ πως εκτός από ανάσα δεν έχω ούτε και το πάνω μέρος του μαγιό μου. Από την δύναμη με την οποία βούτηξα αυτό έχει φύγει. 

ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΘΑ ΓΙΝΩ ΡΕΖΙΛΙ

ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΒΓΑΙΝΩ ΣΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΜΕ ΤΟ ΣΤΗΘΟΣ ΜΟΥ ΣΕ ΚΟΙΝΗ ΘΕΑ

ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ Ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΕ ΠΙΕΖΕΙ ΝΑ ΒΟΥΤΗΞΩ ΞΑΝΑ ΜΕΣ ΣΤΟ ΝΕΡΟ ΕΝΩ ΔΕΝ ΕΧΩ ΠΑΡΕΙ ΚΑΝ ΑΝΑΣΑ

ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΜΕ ΠΝΙΞΕΙ

Πάντως τον τελευταίο ενάμησι χρόνο που κάνουμε κολλητή παρέα δεν είχε δείξει τις δολοφονικές τάσεις που δείχνει τώρα για το άτομο μου. Εντάξει έχει πει επανειλλημένα πως ώρες ώρες σκέφτεται να σκοτώσει τον Βύρωνα αλλά αυτό επειδή το αγόρι μου τον πειράζει και του σπάει τα νεύρα. Συνέχεια. Αλλά εμείς μεταξύ μας τα έχουμε βρει. Τώρα αυτό γιατί?

"Θέλω να αναπνεύσω" του ζητάω και ενώ βγαίνω για μια στιγμή στην επιφάνεια, ο Στέλιος αγκαλιάζει την μέση μου και με βουλιάζει ξανά κάτω από το νερό. Εντάξει, ήξερα από την αρχή ότι είναι τεράστιο πειραχτήρι, το κατάλαβα όταν στα γενέθλια μου που πήρε δώρο τούρτα σε σχήμα δονητή, αλλά εδώ πρόκειται για την ζωή μου. 

"Μα δεν έχω ανάσα" επιμένω και βουτάω ξανά κάτω από το νερό όμως αυτήν τη φορά αποφασίζω να βρω το πάνω μέρος του μαγιό μου. Κοιτάζω δεξιά, κοιτάζω αριστερά, κοιτάζω κάτω, κοιτάζω παντού αλλά λαχανί μπουστάκι δεν υπάρχει πουθενά. "Και δεν έχω ούτε μαγιό, Στέλιο το βλέπεις πουθενά?" ρωτάω τον μεγάλο αδερφό του αγοριού μου και πλέον κολλητό μου μόνο και μόνο για να εκλάβω ένα απολογητικό βλέμμα από εκείνον. 

"Συγγνώμη, είχε πει ότι θα έπαιρνε την βραδινή πτήση" μου λέει ο Στέλιος και προσπαθώ με τα χίλια ζόρια να καταλάβω τι σχέση έχει η πτήση του Βύρωνα με το λαχανί μαγιουδάκι μου. Και όσο δεν καταλαβαίνω, ειλικρινά τίποτα, το αγόρι μπροστά μου μου κάνει νόημα να κοιτάξω πίσω μου ενώ ταυτόχρονα πίνει λίγο σαμπάνια ανεμειγμένη με νερό πισίνας. Ίου

Και ενώ ανακατεύομαι από το θέαμα, και ενώ παραμένω ημίγυμνη μες στο νερό, και ενώ νιώθω ότι εκτίθεμαι στους αμέτρητους αγνώστους που υπάρχουν στο σπίτι, γυρνάω αργά αργά μόνο και μόνο για να μου κοπεί το αίμα. Σηκώνω ελάχιστα το βλέμμα μου, με γκαβώνει ο ήλιος, κάνω λίγο πιο δεξιά, αυτός κρύβεται πίσω από ένα μελαχρινό κεφάλι με ατίθασες μπουκλίτσες, και έρχομαι αντιμέτωπη με το πιο εξαγριωμένο πρόσωπο που μπορεί να υιοθετήσει το αγόρι μου, το οποίο κρατάει στο χέρι του μάλιστα και το λαχανί μαγιό μου. 

Χαμογελάω σαν ηλίθια μη έχοντας τι να του πρωτοεξηγήσω.

Αυτό ήταν, θα με δέσει στο κρεβάτι και θα με λύσει μετά από ένα μήνα. 

"Καλώς ήρθες?" του αποκρίνομαι ρωτώντας τον. Όμως ο Βύρωνας δεν απαντάει, συνεχίζει απλά να με κοιτάει άκρως θυμωμένος δίχως να πει λέξη, ούτε καν ένα επιφώνημα. Έστω ένα νεύμα, τίποτα. 

"Μου το δίνεις σε παρακαλώ πολύ αυτό?" τον ρωτάω και του δείχνω το λαχανί ύφασμα στο χέρι του. Το αγόρι μου παίρνει το δολοφονικό του βλέμμα από πάνω μου, κοιτάζει με αηδία το μαγιό μου στο χέρι του και επιστρέφει ξανά τα σκοτεινά μαύρα μάτια του στα δικά μου. 

"Εντάξει μην μου το δώσεις.." υποχωρώ από την στιγμή που δεν κάνει καμία κίνηση. "Αλλά να ξέρεις πως θέλω να βγω από την πισίνα και αναγκαστικά θα το κάνω ημίγυμνη" τον προετοιμάζω για αυτό που θα ακολουθήσει διότι τόσο καιρό που είμαι σε σχέση με τον Βύρωνα έχω παρατηρήσει ότι όταν τον προιδεάζεις για αυτό που θα έρθει, η έκρηξη δεν είναι και τόσο εκκωφαντική. 

"Πάντως όταν σου έστειλα για καλημέρα πριν τρεις ώρες έπρεπε να μου πεις ότι ήσουν στο αεροδρόμιο" του μιλάω και ταυτόχρονα ανεβαίνω τα μικρά σκαλοπατάκια της πισίνας. Χωρίς σουτιέν. Που εντάξει, εμένα δεν με ενοχλεί και τόοοοοοοσο πολύ, ξέρω ότι εκτός από τον Στέλιο που έτσι και αλλιώς είμαστε κολλητοί δεν με ξέρει κανείς άλλος εδώ πέρα, αλλά και να με ήξερε, είναι όλοι τους μεθυσμένοι και ζαλισμένοι από τον ήλιο, δεν τους προκαλεί καμία εντύπωση μια επιπλέον τοπλες παρουσία στον χώρο. Άλλωστε υπάρχουν πολλές.

"Και δεν εννοώ ότι θα είχα τον νου μου να μην δεις αυτό που είδες, γιατί ξέρω τι σκέφτεσαι αυτήν την στιγμή, απλά θα ερχόμουν να σε πάρω εγώ από το αεροδρόμιο" προσθέτω και τον πλησιάζω αλλά όταν πάω να τον αγκαλιάσω, ο Βύρωνας κάνει ένα μικρό βήμα πιο πίσω για να με αποφύγει. Μμμμμμ ξύδι! 

"Τουλάχιστον δώσε μου το μαγιό μου" του παραπονιέμαι γιατί οκ, αν διασκεδάζαμε και οι δυο δεν θα το έβαζα αλλά τώρα διασκεδάζω μόνη μου, ο Βυρωνάκος μου έχει κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα. Σηκώνω το χέρι μου να πάρω το λαχανί ύφασμα από το δικό του, αλλά το ζουζουνάκι μου κάνει μια στροφή 180 μοιρών και ξεκινάει να περπατάει προς το εσωτερικό του σπιτιού.

Θέλει να τρέξω από πίσω του?

Έτσι τόπλες που είμαι?

"Έχει κόσμο που αυτήν την στιγμή κάνει λάηβ βίντεο στο ίνσταγκραμ" τον ενημερώνω σε περίπτωση που του διαφεύγει, και με αυτόν τον τρόπο χτυπάω το πιο ευαίσθητο σημείο του, την φήμη του, το κύρος του. Αυτά που νομίζει ο Βυρωνάκος μου ότι διαθέτει δηλαδή. 

Ωστόσο το αγόρι μου δεν πτοείται καθόλου, πιάνει το χερούλι της μικρής μαύρης βαλίτσας του με το ελέυθερο χέρι του και ξεκινάει να ανεβαίνει τα σκαλιά φαινομενικά ατάραχος. Και τονίζω το φαινομενικά, διότι μετά από 2 χρόνια τον έχω μάθει πολύ - πολύ καλά. Μέσα του είναι ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. 

"Πώς ήταν το συνέδριο?" προσπαθώ να αλλάξω θέμα μήπως και τον αποσυντονίσω και τον κάνω να μου μιλήσει αλλά μάταια. Και αυτή η ερώτηση μου δεν παίρνει καμία απάντηση, μόνο μια παρατεταμένη σιωπή ακολουθεί. "Είχε ενδιαφέρουσες διαλέξεις?" τον ρωτάω όχι όμως ότι με ενδιαφέρει να μάθω. 

Θεωρώ όλα αυτά τα συνέδρια χρήσιμα να τα παρακολουθήσει ένας ειδικός, ένας ειδικευόμενος, ένας αγροτικός, έστω ένας εκτοετής φοιτητής της Ιατρικής. Εμείς δεν έχουμε κάνει ακόμη Καρδιολογία και θα πάω Θεσσαλονίκη να ακούσω για τις νεότερες εξελίξεις στην θεραπεία της καρδιακής ανεπάρκειας? Μα δεν ξέρω καν ποιες είναι οι παλαιότερες! 

"Μου έφερες τουλάχιστον το τσουρέκι που σου ζήτησα?" επιμένω να τον ρωτάω μπας και καταφέρω και του βγάλω καμία λέξη. Διότι όταν του έκανα την ίδια ερώτηση πριν πάει Θεσσαλονίκη, δεν είπε απλά ένα όχι, αλλά ξεκίνησε να μιλάει επί δύο ώρες -επί δύο ολόκληρες ώρες- για τους λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να καταναλώνουμε τσουρέκια. 

Αλλά πάλι κουβά.. τζίφος. Ο Βύρωνας δεν μιλάει, απλά κρατάει ανοιχτή την μεγάλη λευκή πόρτα και περιμένει άηχα να μπω πρώτη μέσα στο δωμάτιο. Ώστε εδώ θα γίνουν τα βασανιστήρια μου, στην μεγάλη κρεβατοκάμαρα της βίλας. Ελπίζω ο Στέλιος να καταλάβει ότι λείπω για πολλή ώρα από κάτω και να έρθει να με σώσει. 

Ακούω το κλειδί να γυρνάει στην πόρτα και αμέσως ξεροκαταπίνω. Ίσως τελικά να μην υπάρξει σωτηρία. Γυρνάω να δω το πρόσωπο του Βύρωνα, αλλά πριν προλάβω το σώμα μου εκσφενδονίζεται πάνω στο υπέρδιπλο κρεβάτι, η πλάτη μου συγκρούεται με το στρώμα και τα μάτια μου κοιτάζουν τον Βύρωνα να βγαίνει εκτός εαυτού. 

"ΓΟΥΣΤΑΡΕΙΣ ΤΟΝ ΑΔΕΡΦΟ ΜΟΥ?" φωνάζει σαν υστερικός και πετάει το λαχανί μαγιό μου στον τοίχο πάνω από το κεφάλι μου με απίστευτα πολλή δύναμη. "ΕΛΑ ΠΕΣ ΤΟ, ΠΗΔΙΕΣΤΕ, ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕΣ ΝΑ ΕΡΘΕΙΣ ΜΑΖΙ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΣ ΤΗΝ ΜΥΚΟΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΑΖΙ ΤΟΥ. ΑΠΟ ΠΟΤΕ ΕΙΣΑΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ ΜΑΖΙ ΤΟΥ?"

Ε όχι πάλι. 

Όχι, όχι, όχι. 

Πάλι ξεκίνησε τις ζήλιες του. Πάλι. 

Που κάποτε παρακαλούσα να δείξει ότι τον ενοχλεί το φλερτ κάποιου προς το άτομο μου, που προσπαθούσα με νύχια και με δόντια να τον κάνω να ζηλέψει και δεν τα κατάφερνα και τώρα που δεν υπάρχει κανένας λόγος, ο Βύρωνας τώρα μου κάνει σκηνές. Για τον αδερφό του. Για το ίδιο του το αίμα. Αν είναι ποτέ δυνατόν!

"Έλα εδώ μωρό μου.." ανασηκώνω την πλάτη μου από το στρώμα, ανακάθομαι κάπως πιο σέξυ στο κρεβάτι και καρφώνω το πιο ναζιάρικο βλέμμα μου στο πιο θυμωμένο του αγοριού μου. Μα τι θα κάνω με την πάρτη του? Αυτός ο άνδρας είναι πονοκέφαλος και έρωτας μαζί.

"ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΟΨΕ ΤΑ ΜΩΡΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΝΙΑΟΥΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΜΟΥ" το αγόρι μου έρχεται με άκρως απειλητικό ύφος προς το μέρος μου, πιάνει με δύναμη το μπράτσο μου και κολλάει το κατακόκκινο από θυμό πρόσωπο του πάνω στο χλωμό δικό μου. Τουλάχιστον τις προηγούμενες φορές απλά ήταν παράλογος, τώρα όμως γκαρίζει, κάτι που δεν συνηθίζει να κάνει. 

"ΕΓΙΝΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΦΟΡΑ? ΤΟ ΚΑΝΑΤΕ? ΜΕ ΑΠΑΤΗΣΕΣ? ΌΣΟ ΗΣΟΥΝ ΜΕΘΥΣΜΕΝΗ ΚΑΙ ΓΥΜΝΟΣΤΗΘΗ? Ε? ΠΕΣ ΜΟΥ!" ο Βύρωνας με τραντάζει ολόκληρη. Και τι σας έλεγα πριν? Ότι ήθελα να τον κάνω να ζηλέψει. Ε τώρα δεν τον αντέχω, έτσι υστερικά όπως φέρεται. 

"Πρώτη φορά έβγαλα το μαγιό μου και αυτό επειδή το έχασα στην βουτιά" του μιλάω ήρεμα και με λογική μπας και καταλάβει. "Και σταμάτα επιτέλους να ζηλεύεις τον Στέλιο, εγώ μόνο εσένα αγαπάω" του το υπενθυμίζω όσο πιο συχνά μπορώ γιατί έχει την τάση να το ξεχνάει και τυλίγω τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του για να κολλήσω και το σώμα του πάνω μου. Λίγο οι φωνές, λίγο το μπλε κοστούμι, λίγο οι μπούκλες, λίγο που έχω να τον δω τέσσερις μέρες, έχω ανάψει! Και δεν φταίει ο καύσωνας. 

"Για ποια αγάπη μου μιλάς?" ο Βύρωνας προσπαθεί να διώξει τα χέρια μου από το σώμα του. "Αν με αγαπούσες θα ήσουν στην Θεσσαλονίκη μαζί μου, όχι στην Μύκονο με τον αδερφό μου" προσθέτει και παρατηρώ εκτός από θυμό και μια λύπηση στο υπέροχο προσωπάκι του. 

"Αυτό λέγεται συναισθηματικός εκβιασμός και δεν πιάνει, όχι μαζί μου ζουζούνι μου" εξακολουθώ να του μιλάω γλυκά και να τον τραβάω στο κρεβάτι μαζί μου. "Και εκτός από αδερφός σου, είναι και κολλητός μου, και είμαστε φίλοι, πολύ καλοί φίλοι, πρέπει κάποια στιγμή να το αποδεχτείς" του ζητάω και ξεκινάω να του δίνω μικρά, τρυφερά φιλιά στο λαιμό του. Σε πέντε λεπτά το πολύ θα τον έχω ρίξει, σε δέκα θα είναι μέσα μου. Ότι στοίχημα. 

"Δεν υπάρχει φιλία ανάμεσα σε άνδρα και γυναίκα, καθένας που σε πετριγυρίζει θέλει να σε πάρει από κοντά μου" συνεχίζει ακλόνητος ο Βυρωνάκος μου στην αρχική του πεποίθηση, όμως το τείχος ξεκίνησε να πέφτει. Πλέον δεν προσπαθεί να φύγει από πάνω μου, αλλά αντιθέτως, το ένα του χέρι πιέζει χαμηλά την μέση μου, το άλλο το μπούτι μου. 

"Κανένας δεν θα με πάρει από κοντά σου" του υπόσχομαι αυτό που πραγματικά πιστεύω. Ποτέ, κανείς και τίποτα. Μια ζωή θα είμαι πλάι στον Βύρωνα. 

"Το υπόσχεσαι?" με ρωτάει το μωρό μου και πλέον έχει χαμηλώσει το πρόσωπο του στο γυμνό μου στήθος. Χριστέ μου, μου έλειψε πολύ!

"Στο δαχτυλίδι που φοράω και που δεν έβγαλα στιγμή από πάνω μου όλες αυτές τις μέρες" του παραδέχομαι πως έκανα ότι ακριβώς μου ζήτησε, δεν έβγαλα καθόλου την κοτρώνα ούτε καν στο ντουζ. 

"Καλό κορίτσι" μου απαντάει ο Βύρωνας και δεν καταλαβαίνω το πότε, το αγόρι μου με γυρνάει ανάποδα με το σώμα μου να πιέζεται πάνω στο στρώμα. "Την επόμενη φορά που θα σε πιάσω να πηδάς σε πισίνες από τα μπαλκόνια και να βγαίνεις χωρίς μαγιό από το νερό δεν θα μπορείς να κάτσεις για μέρες" συμπληρώνει και η ερωτική του φωνή με κάνει να υγραίνομαι. Πολύ. Αδημονώντας για αυτό που θα ακολουθήσει. 

"Δηλαδή για τώρα την έχω γλιτώσει?" τον ρωτάει και τουρλώνω τον πωπό μου έτσι ακριβώς όπως μου έχει πει ότι του αρέσει και θέλει να κάνω. 

"Όχι ακριβώς" μου λέει και το πρώτο χαστούκι χαρίζει έναν μικρό απολαυστικό πόνο στον δεξί γλουτό μου. "Αλλά δεν θα σε ταλαιπωρήσω πολύ" Νιώθω αμέσως ένα χέρι να πιέζει το κεφάλι μου στο μαξιλάρι και δυο χείλη να ρουφούν και να δαγκώνουν τον ένα μου ώμο. 

"Και αυτό γιατί?" ρωτάω γιατί πραγματικά θέλω να μάθω τι τον έκανε στο να είναι πιο επιεικής μαζί μου έπειτα από ότι είδε στην πισίνα. 

"Γιατί μου έλειψες μωρό μου..και μάλιστα πολύ" μου ψιθυρίζει ο Βύρωνας στο αυτί μου και νιώθω αμέσως όλο μου το σώμα να ανατριχιάζει από τον πόθο. Κλείνω τα μάτια μου και αφήνομαι στα δυνατά και έμπειρα χέρια του, που τόσο μα τόσο τυφλά εμπιστεύομαι. 

Αν με ρωτήσει κανείς ποιον θεωρώ τον πιο σημαντικό άνθρωπο αυτήν την στιγμή στην ζωή μου, τον Βύρωνα θα του πω. Όχι γιατί είναι η σχέση μου, όχι γιατί είναι το αγόρι μου, ο σύντροφος μου. Αλλά γιατί είναι ο άνθρωπος μου. Το άλλο μου μισό, χωρίς το οποίο δεν υπάρχω. 

Δεν υφίσταται Έλλη δίχως Βύρωνα και Βύρωνας δίχως Έλλη. 

Το γνωρίζουμε και οι δύο, και το έχουμε αποδεχτεί. 

Άσχετα με τους καυγάδες, τους τσακωμούς και τις προστριβές, το ξέρουμε.. 

Θα είμαστε για πάντα μαζί. 


Στέλιος

Πετάω ένα στραγάλι στον αέρα, ανοίγω το στόμα μου, το καταπίνω. 

Πετάω δεύτερο στραγάλι στον αέρα, ανοίγω ξανά το στόμα μου, το καταπίνω. 

Πετάω τρίτο στραγάλι στον αέρα, ανοίγω και πάλι το στόμα μου και - 

"Μήπως θέλετε να σας φέρω και άλλους ξηρούς καρπούς?" με ρωτάει η ψηλή μελαχρινή, μέλος του πληρώματος του δελφινιού που ναύλωσε ο αδερφός μου για να μας πάει εσπευσμένα από την Μύκονο στον Πειραιά. Καλά όχι και τόσο εσπευσμένα να σας πω την αλήθεια, διότι πρώτα κλείστηκαν με την Έλλη για πέντε ώρες μες στο μεγάλο δωμάτιο του σπιτιού και μετά αποφάσισε πως δεν μπορεί να μείνει παραπάνω στο νησί. 

"Ναι αν μπορείς.." της λέω και της κλείνω πονηρά το μάτι μου. Όχι ότι την φλερτάρω απλά χαίρομαι. Με τα επόμενα στραγάλια αποφάσισα να σπάσω τα νεύρα του Βύρωνα. Έσκασε μύτη ο μαλάκας μισή μέρα νωρίτερα και μου χάλασε τις διακοπές. Άσε που από την ώρα που ήρθε βαριέμαι τόσο μα τόσο γαμημένα πολύ. 

Και του το έχω πει πολλές φορές. Τώρα που δεν πηδάω, κάθε φορά που πάω Μύκονο δεν έχω τι να κάνω. Ευτυχώς που τις περισσότερες φορές με ακολουθεί η Έλλη και περνάει γαμάτα η ώρα μου. Παίζουμε ηλεκτρονικά, βλέπουμε ταινίες, της λέω ξεκαρδιστικές ιστορίες από όταν ο Βύρωνας ήταν μικρός και εκείνη γελάει. Και γελάω και εγώ μαζί της. Και οι μέρες μου περνούν ευχάριστα. Σχετικά

Κοιτάζω την Έλλη. Φοράει ένα κόκκινο φόρεμα κολλητό μέχρι το γόνατο της, λευκά αθλητικά παπούτσια, τζιν τζάκετ, και έχει χωθεί στην αγκαλιά του αδερφού μου. Κάθονται απέναντι μου με το μακ του Βύρωνα μπροστά τους και σχεδιάζουν που θα πάνε διακοπές τα Χριστούγεννα. Η νύφη δεν ήθελε αλλά με ένα βλέμμα του την έπεισε ο αδερφός μου και τώρα κοιτάνε για σαλέ στο Vermiglio της Ιταλίας. 

Και τι δεν θα έδινα να έκανα και εγώ τέτοια σχέδια για τα συγκεκριμένα Χριστούγεννα. 

Με μια πολύ συγκεκριμένη παρουσία. Με μια πολύ συγκεκριμένη όμορφη, ξανθιά παρουσία. 

Η οποία βέβαια μένει εδώ και τρία χρόνια στο Λονδίνο. Και δεν έρχεται Ελλάδα ούτε καν για διακοπές το καλοκαίρι. Και καλά εμένα, τους γονείς της, την παρέα της, δεν θέλει να τους δει? Δεν της έχουν λείψει? Διότι εμένα μου λείπει φρικτά. 

Υπάρχουν βράδια που δεν κοιμάμαι, κάθομαι και την σκέφτομαι. Την ονειρεύομαι με μάτια ανοιχτά. Κάνω διάφορα σενάρια στο μυαλό μου για το πως πρέπει να φερθώ, τι πρέπει να κάνω όταν επιτέλους την δω. Γιατί δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα την δω. Το αποκλείω να μείνει για πάντα στην ξενιτιά, παρέα με τον καθηγητή της. Που είμαι σίγουρος ότι την έχει τρία εκατοστά. Το πολύ. Σαν την δική μου πούτσα δεν είναι, αποκλείεται να την ικανοποιεί. 

"Σταμάτησε το" μου ζητάει ο Βύρωνας και διώχνει τα στραγάλια από πάνω του. Η νύφη από δίπλα προσπαθεί να μην γελάσει. 

Χαμογελάω λοξά. 

Και συνεχίζω να του πετάω στραγάλια. 

"Στέλιο κάτι σου είπα" επιμένει ο αδερφός μου και τώρα με κοιτάει ενοχλημένος. Και εγώ ενοχλήθηκα μου ήρθε με το έτσι θέλω και μου πήρε την κολλητή από κοντά μου. Όλες τις επόμενες φορές έπεσα μόνος μου από το μπαλκόνι στην πισίνα, παρέα με δυο μεθυσμένες τουρίστριες, που μου την έπεφταν κιόλας. Τι αμαρτίες πληρώνω ο θεογκόμενος πια!

"ΡΕ ΣΤΕΛΙΟ" ο Βύρωνας τώρα βγαίνει εκτός εαυτού, αφήνει το λάπτοπ πάνω στο τραπεζάκι και τινάζει τα στραγάλια πάνω από το μπλε κοστούμι του. Ποιος μαλάκας φοράει μπλε κοστούμι στην Μύκονο..? Α ναι! Ο αδερφός μου. 

"Ε καλά σου λέει ρε Στέλιο, έλεος και εσύ το έχεις παρακάνει" η Έλλη κάνει συμπαράσταση στο αγόρι της και την στιγμή που δεν την κοιτάει ο Βύρωνας εκείνη γυρνάει και μου κάνει νόημα να συνεχίσω. Ε για αυτό είναι κολλητή. Και για αυτό την θέλουμε για νύφη, οικογενειακώς, ακόμη και ο πατέρας μου. Που δεν συμπαθούσε ποτέ τις σνομπ σχέσεις του αδερφού μου. Αλλά η Έλλη μας έχει κερδίσει, όλους μας. 

"Σ Τ Ε Λ Ι Ο" ο Βύρωνας δεν αντέχει άλλο, γίνεται έξαλλος, κοκκινίζει ολόκληρος, έρχεται προς το μέρος μου, αρπάζει τα στραγάλια από τα χέρια μου, για μια στιγμή τα κοιτάει και ξέρω τι σκέφτεται, μήπως μου τα φέρει στο κεφάλι. Αλλά τελευταία στιγμή συγκρατείται, κάνει στροφή και πάει να τα δώσει πίσω στην ψηλή μελαχρινή που μας τα έφερε εξ αρχής. 

"Αν καταφέρεις να τον βγάλεις και εσύ εκτός εαυτού μέχρι να φτάσουμε Πειραιά, θα σου πω την ιστορία που ήμασταν μικρά και του έκλεψα το τετράδιο της έκθεσης το ίδιο πρωί που θα πήγαινε σε διαγωνισμό" της υπόσχομαι όλο νόημα. Εκείνη την μέρα ο Βύρωνας έβαλε για πρώτη φορά τα κλάματα στο σπίτι, η μαμά τον παρηγορούσε, ο μπαμπάς έψαχνε για το τετράδιο το οποίο εγώ και κατά λάθος είχα κατουρήσει και πετάξει από το μπαλκόνι! 

Μα τι όμορφα παιδικά χρόνια έχουμε ζήσει! 

"Είσαι αδίστακτος" μου λέει η νύφη και με το που γυρίσει πίσω ο Βύρωνας παίρνει αμέσως τα μάτια της από πάνω μου. Ο Βύρωνας κοιτάζει μια την Έλλη που κοιτάζει τα νύχια της και μια εμένα που κοιτάζω μια τον αδερφό μου και μια την κολλητή μου. Έχω την εντύπωση ότι ζηλεύει την σχέση μας ο μαλάκας. Τι παπάρας!

"Όλα εντάξει εδώ?" ρωτάει αόριστα το φυτό της οικογένειας. Ύστερα κάθεται ξανά δίπλα στην κοπέλα του, την αγκαλιάζει λίγο παραπάνω κτητικά από όσο συνηθίζει και της δίνει και ένα γλωσσόφιλο. Λες και θέλω να του φάω την γκόμενα κάνει. Αν είναι δυνατόν! Εγώ μόνο την ξανθούλα μου θέλω, η Έλλη είναι φίλη μου, κολλητή μου, τι δεν καταλαβαίνει?

"Ελλάκι μόλις τον βάλεις για ύπνο μωρό μου, στείλε μου μήνυμα να έρθω να ρίξουμε ένα στα γρήγορα" της λέω και ταυχρόνα της κλείνω πρόστυχα το μάτι μου. Λατρεύω να ενοχλώ τον Βύρωνα, σας το έχει πει? 

"Γιατί δεν πας με τη μελαχρινή που σε κοιτάει από την ώρα που μπήκαμε εδώ μέσα? Ίσως τότε σου φύγουν οι καύλες και αφήσεις την κοπέλα μου ήσυχη επιτέλους" 

Γουρλώνω τα μάτια μου στην λέξη καύλες που ξεστόμισε μόλις ο αδερφός μου. 

Εδώ μιλάμε την ζηλεύει πολύ την δικιά του, όχι αστεία. 

"Μα εγώ την 'Ελλη θέλω, τι να μου κάνει μια τυχαία?" στέλνω φιλί στην Έλλη στον αέρα. "Μωρό μου εσύ" 

"Δεν πήδηξες αρκετά στην Μύκονο αυτό το τριήμερο?" με ρωτάει και καλά ατάραχος ο αδερφός μου. 

"Την Έλλη? Μα φυσικά" τον πειράζω και στέλνω ακόμη ένα φιλί στην νύφη. Πάντως της το δίνω που τον αντέχει με όλες του τις μαλακίες και τις ιδιοτροπίες. Ηρωίδα είναι. 

"Στέλιο μα το Θεό θα σε πιάσω στα χέρια μου και θα-"

"Πλάκα σου κάνει" τον διακόπτει η Έλλη και ενώ ο Βύρωνας έκανε κίνηση να σηκωθεί, εκείνη γαντζώθηκε από πάνω του και τον κράτησε δίπλα της. Κρίμα πάντως, θα μαλώναμε λίγο, θα ανάβανε λίγο τα αίματα, θα περνούσε και σήμερα η μέρα. Μια ακόμη, δίχως ιδιαίτερο νόημα. 

"Αφού κατά βάθος το ξέρεις και εσύ, είναι πολύ ερωτευμένος, μην τον τσιγκλάς και μην του υπενθυμίζεις το γεγονός ότι δεν κάνει σεξ, αρκετά πονάει αυτό από μόνο του" η Έλλη υποτίθεται ψιθυρίζει στο αυτί του Βύρωνα αλλά την ακούω καμπάνα. Την κλωτσάω με δυσκολία και εκείνη παραπονιέται. 

"Μην του λες τι νιώθω και τι δεν κάνω" αυτά μεταξύ μας τα λέμε και το ξέρει. Τώρα τι θέλει και του δίνει αναφορά?

"Ο Στέλιος?" ο Βύρωνας με κοιτάει υποτιμητικά. "Δεν συνουσιάζεται ο Στέλιος όσο περιμένει την Όλγα να γυρίσει? Σε λίγο Ελισάβετ θα μου πεις ότι και η γη είναι επίπεδη" αποκρίνεται στην κοπέλα του και την σφίγγει ακόμη περισσότερο στην αγκαλιά του. "Πρώτα θα σβήσει ο ήλιος και μετά θα περάσει εβδομάδα χωρίς να κάνει σεξ ο αδερφός μου"

Σηκώνω το μεσαίο μου δάχτυλο στον Βύρωνα και με το άλλο μου χέρι πιάνω τα αρχίδια μου. Εκεί τον γράφω και αυτόν και τις ηλίθιες πεποιθήσεις του, ας νομίζει ότι του καυλώνει, μόνο εγώ ξέρω πόσο πολύ πονάει η αγαμία ειδικά όταν ξέρεις ότι το άλλο σου μισό όλο αυτό το διάστημα πηδιέται με κάποιον που την έχει τρία εκατοστά. 

Αλλά που θα πάει, θα γυρίσει. 

Και θα γίνει ξανά δικιά μου. 

Με κάθε τρόπο



"Θα έρθεις να κοιμηθούμε μαζί στο σπίτι μου?" ρωτάει η Ελισάβετ τον αδερφό μου με το που βάλουμε τις βαλίτσες στο πορτ μπαγκαζ. 

Εγώ απλώνομαι στην θέση του συνοδηγού και ξεκινάω να στρίβω τσιγάρο. "Θανασάκη θέλεις ένα?" ρωτάω τον οδηγό του παππού που ήρθε να μας πάρει. Αλίμονο βέβαια, εγώ κάθε φορά που φτάνω Πειραιά παίρνω ταξί, ο παππούς μόνο για τον δεύτερο εγγονό νοιάζεται. 

Μα να μπει ο αριστοκρατικός του κώλος σε ταξί?

Ολόκληρος φοιτητής Ιατρικής?

"Θέλω να πάω να διαβάσω τις σημειώσεις που κράτησα από το συνέδριο" απαντάει ο Βύρωνας στην Έλλη και μένω μαλάκας να τον κοιτάω μέσα από τον καθρέπτη. Στις 11 το βράδυ και μετά από τέτοιο ταξίδι?

"Έλα να τις διαβάσουμε μαζί.." του λέει η νύφη νιαουρίζοντας. 

"Αν έρθω σπίτι σου δεν θα διαβάσουμε και το ξέρεις" 

Μα τι ξενέρωτο γκόμενο πήγε και ερωτεύτηκε. 

Εγώ αν ήμουν γκόμενα δεν θα τον ήθελα ούτε για ξεπέτα. 

"Στο υπόσχομαι" του λέει η Έλλη και είμαι σίγουρος ότι έχει μπλέξει τα δάχτυλα της μεταξύ τους. Ενάμησι χρόνο τα έχουν και ακόμη κάνουν σεξ με την συχνότητα που έκαναν τους πρωτούς δυο τρεις μήνες. Την βάζω και μου τα λέει όλα και ύστερα φέρνω τον Βύρωνα σε δύσκολη θέση κυρίως μπροστά στον παππού. Είναι η μόνη ευχαρίστηση που μου απέμεινε από τότε που αποφάσισα να μείνω πιστός στο Ολγάκι. 

Άσχετα με το γεγονός ότι δεν τα έχουμε. 

Εγώ της δείχνω την αφοσίωση μου ακόμη και έτσι. 

"Αύριο το μεσημέρι όμως πρέπει να είμαστε σπίτι μου, θα φάμε όλες οι οικογένειες μαζί, του Μάνου, του Γιώργου και θα είναι και ο παππούς μου και η γιαγια Ζωή, θα έρθεις σωστά?" 

Κοιτάζω την Ελισάβετ μέσα από τον καθρέπτη. Έχει πανιάσει ολόκληρη και με δυσκολία ανασαίνει. Δεν της αρέσει κάθε φορά που την πιέζει ο Βύρωνας να τον συνοδεύει στα οικογενειακά μας τραπέζια. Άλλες φορές το αποφεύγει, άλλες τον ακολουθεί. 

"Αν έρθεις σήμερα στο σπίτι μου και δεν διαβάσουμε τότε θα έρθω αύριο το μεσημέρι στο δικό σου" Άλλες πάλι το διαπραγματεύεται. Σκληρά. 

Κοιτάζω τον αδερφό μου να συμφωνεί με ένα νεύμα μέσα από τον καθρέπτη του αυτοκινήτου. Είναι η μοναδική κοπέλα που δεν την κάνει ότι θέλει, χωρίς να τον κάνει ούτε εκείνη ότι θέλει. Η σχέση τους είναι ισορροπημένη. Με έναν δικό τους γαμημένα ιδιαίτερο τρόπο, ισορροπεί. 

Και αν κάτι ζηλεύω στον Βύρωνα είναι αυτό. 

Η σχέση του


"Καληνύχτα" τους λέω και παίρνω την βαλίτσα μου από πίσω. 

Η Έλλη έχει κατεβάσει το παράθυρο και έχει βγει η μισή έξω από αυτό. 

"Θα τα πούμε αύριο! Να προσέχεις" μου λέει και με αγκαλιάζει απαλά. 

Ο Βύρωνας την τραβάει ξανά μέσα. 

Είπαμε, είναι μαλάκας.

"Και μιας και δεν θα διαβάσετε σήμερα, και θα πηδηχτείτε, μήπως να μην βάλετε προφυλακτικό? Νιώθω επιτέλους έτοιμος να γίνω θείος" τους λέω με άκρως παιχνιδιάρικη διάθεση.

Ο Βύρωνας γουρλώνει έντρομος τα μάτια του, η Έλλη ξεκινάει να γελάει. 

"Καληνύχτα Στέλιο, πες στην μαμά ότι θα είμαστε αύριο στις 12 το αργότερο στο σπίτι" με διατάζει ο αδερφός μου και ανεβάζει όπως όπως το παράθυρο της Έλλης.

Του χαρίζω το πιο γλυκό μου κωλοδάχτυλο για καληνύχτα. 

Διότι όσο και αν τον πειράζω, τον αγαπώ τον παπάρα. 

Είμαστε αδέλφια στην τελική. 

Να και τώρα στο όνομα της αδελφικής μας αγάπης, τώρα με το που ανέβω στο σπίτι θα πάω στο δωμάτιο του και θα του σκίσω κανένα βιβλίο. Από αυτά τα ξενέρωτα τα ιατρικά που διαβάζει. Έτσι γιατί τον αγαπώ πολύ τον αδερφούλη μου. 

Στρέφω το κλειδί στην πόρτα, εκείνη ανοίγει, βγάζω όσο πιο ήσυχα μπορώ τα παπούτσια μου γιατί είναι και περασμένες δύο στην τελική, οι δικοί μου κοιμούνται, τα τοποθετώ στην παπουτσοθήκη, σηκώνω την βαλίτσα και πάω καρφί στην κουζίνα να πάρω καμιά μπύρα. 

"Δεν κοιμάσαι?" ρωτάω την Ζωή η οποία στέκεται πάνω από τον νεροχύτη με την πλάτη της προς τα εμένα και πίνει νερό. Αφήνω την βαλίτσα στο πάτωμα, ανοίγω το ψυγείο, παίρνω μια ξανθιά, πάντα τις ξανθιές προτιμούσα και-

Για μισό. 

Παγώνω στην θέση μου. 

Κρύος ιδρώτας με λούζει στην υποψία και μόνο. 

Η μπορεί και να μην είδα καλά. 

Διότι η Ζωή σίγουρα δεν είναι ξανθιά. 

Κλείνω σιγά σιγά το ψυγείο με μάτια καρφωμένα στο πάτωμα. 

Θα κοιτάξω ακόμα μια φορά, μια φευγαλέα. 

Μπα, αποκλείεται να είδα καλά.

Σηκώνω ωστόσο τα μάτια μου από το πάτωμα και τα καρφώνω στην ψηλή, καλλίγραμμη παρουσία μπροστά μου. 

Και τότε μου πέφτει το μπουκάλι από τα χέρια. 

Και τότε η καρδιά μου ξεκινάει να χτυπάει όλο και πιο δυνατά. 

Και τότε συνειδητοποιώ πως μου έχει κοπεί η ανάσα ξανά.

Είναι εδώ, μπροστά μου. 

Είναι η Όλγα και είναι εδώ μαζί μου, στο σπίτι μου. 

Αποκλείεται να ονειρεύομαι πάλι με τα μάτια ανοιχτά. 

Αυτήν την φορά συμβαίνει αληθινά. 


Γύρισε

Η Όλγα γύρισε











Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top