Kεφάλαιο 83

(δεύτερο για σήμερα)

Έλλη

"Πιο σιγά" ο Βύρωνας χτυπάει με νεύρο το χέρι του στο μπούτι μου. 

"Αν πάω πιο σιγά θα μας πάρει η κατηφόρα πίσω" τον ενημερώνω και γκαζώνω μόνο και μόνο για να ακούσω το αυτοκινητάκι μου να παραπονιέται. Αχ καημένε Ανεστάκο τι τραβάς και εσύ. 

"Αυτό το κάνει γιατί ζορίζεται" το ζουζουνάκι δεν λέει να βάλει γλώσσα μέσα. "Ελισάβετ κατέβασε ταχύτητα και πάρ'το με την πρώτη, και αν δεν μπορείς κατέβα να αλλάξουμε θέσεις, είσαι άθλια οδηγός" 

Με το που τον ακούω να με προσβάλλει για ακόμη μια φορά, σφίγγω δόντια, κατεβάζω σε πρώτη και πατάω τέρμα το γκάζι. Στρίβω το τιμόνι με μανία, αποφεύγω μια κοτρώνα που για κάποιον ανεξήγητο λόγο βρίσκεται μέσα στην μέση του επαρχιακού δρόμου με μια παρακινδυνευμένη παρατιμονιά και τελικά πέφτω μέσα σε μια τεράστια λακούβα. 

Ακούω τον Βύρωνα από την θέση του συνοδηγού να παίρνει μια βαθιά ανάσα και να μην την αφήνει να βγει. "Πας καλά κοπέλα μου?" με ρωτάει και κάτι στον τόνο της φωνής του μου λέει ότι έχει αρχίσει να τρέφει δολοφονικά αισθήματα για το άτομο μου. "Θέλεις να πεθάνουμε? Θέλεις να πέσουμε στον γκρεμό? Θέλεις να πάθω έμφραγμα? Τι στο καλό σε έχει πιάσει σήμερα και οδηγείς τόσο απρόσεκτα? Και τώρα είναι η στιγμή που ανεβάζεις ταχύτητα, τώρα που η κλίση του δρόμου πλέον το επιτρέπει" 

Μένω σιωπηλή όσο μου κάνει παρατηρήσεις και δεν βγάζω άχνα. Αλλά και να βγάλω.. τι να πω? Τι λέει κανείς σε έναν ηλίθιο εικοσάχρονο που πρώτα κάνει κόλαση την ζωή μιας κοπέλας, ύστερα διαλύει την τέλεια ζωή του για να είναι μαζί και με το που γίνει η στραβή και τους πιάσουν οι γονείς του στο σαλόνι του πατρικού του, αυτός της ανακοινώνει ότι θέλει να παντρευτούν μπροστά σε όλη του την οικογένεια? 

Και προσέξτε καλά τι σας είπα μόλις.

Ανακοινώνει! 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΕΙ

Διότι ο Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός δεν ρωτάει, απλά ανακοινώνει.

"Θα πατήσεις την κατσίκα" με ενημερώνει το έτερον μου ήμισυ που μάλλον δεν με έχει καθόλου σε εκτίμηση διότι δεν μπορεί, δεν μπορεί να προγραμματίζει την ζωή μου χωρίς να λογαριάζει τις δικές μου, προσωπικές επιθυμίες. 

"Τράγος είναι" τον διορθώνω δίχως δεύτερη σκέψη. 

Και ξέρετε τι? 

Λάθος μου κιόλας που πριν μια εβδομάδα που έγινε εκείνο το φρικτό σκηνικό στο διαμέρισμα των γονιών του δεν μίλησα. Με το που συνήλθα από την λιποθυμία μου και εμπέδωσα αυτό που ο Βύρωνας είχε πει και με έστειλε αδιάβαστη, εγώ αντί να τον βάλω στην θέση του, το βούλωσα. Είπα να μην κάναμε αυτήν την συζήτηση μπροστά στους γονείς του και μπροστά στα αδέρφια του. Είπα να το συζητούσαμε μόλις μέναμε οι δυο μας. Βέβαια μετά άλλαξα γνώμη. 

Τι να συζητήσω δηλαδή?

Για γάμο?

Στα είκοσι μου?

Και ενώ είμαστε μαζί δυο εβδομάδες όλες κι όλες?

"Με την καμία Παναγία" μιλάω μόνη μου και νιώθω τον ηλίθιο μπουκλάκια να με τρώει με τα μάτια δίπλα μου. 

"Τι σου συμβαίνει?" με ρωτάει την ώρα που στρίβω για το χωριό της μαμάς μου, το περίφημο και ξακουστό Περτούλι Τρικάλων. Εδώ ήθελαν να παντρευτούν και την δεύτερη φορά οι δικοί μου, ο μπαμπάς δεν το διαπραγματεύονταν. 

"Τίποτα" απαντώ μονολεκτικά στον πιο δύσκολο χαρακτήρα που υπάρχει σε ανθρώπινη εκδοχή πάνω στην γη. Τον οποίο φυσικά και πήγα και ερωτεύτηκα. Με μουντζώνω νοητά. 

"Μια εβδομάδα τώρα με αποφεύγεις, νομίζεις ότι θα το αφήσω να συνεχιστεί?" ο μπουκλάκιας επιμένει να με στριμώχνει. 

"Σου είπα είχα περίοδο" του απαντώ γιατί δεν σας κρύβω ότι το φοβήθηκα και αυτό. Μήπως και ο Βύρωνας αποφάσιζε εκτός από το να με παντρευτεί να με γκαστρώσει κιόλας. Από τα είκοσι! Και ενώ είμαι στο δεύτερο έτος. Και ενώ δεν κλείσαμε μαζί ούτε μήνα. Και ενώ δεν έχω μπει καν στα είκοσι ένα! Χριστέ μου.. που έχω μπλέξει?

"Και πόσες μέρες σου κρατάει συνήθως?" 

Κοιτάζω οπουδήποτε αλλού εκτός από το εκνευριστικό πρόσωπο του μπουκλάκια. 

"3.. 4... 5.. 6.. μπορεί και 7" του μιλάω γενικά και αόριστα. Αν κάτσει και σημειώσει τον κύκλο μου, θα έχω τεράστια προβλήματα. Επίσης να θυμηθώ να κρύψω και τα αντισυλληπτικά μου σε ένα ασφαλές σημείο. Να μην μπορεί να τα βρει ούτε σκύλος της αστυνομίας. 

"Και αυτές τις 3.. 4.. 5.. 6.. μπορεί και 7 μέρες.. έχεις ροή ή είναι σαν την εβδομάδα που μας πέρασε, έμμηνος ρύση δίχως σταγόνα αίματος?" με ρωτάει ο μπουκλάκιας με άπειρη δόση ειρωνίας στην φωνή του και εγώ απλά-

Πατάω απότομα φρένο. 

Σβήνω την μηχανή. 

Τραβάω χειρόφρενο. 

"Ψάχνεις τα σκουπίδια στο μπάνιο μου?" τον ρωτάω θυμωμένη και γυρνάω να τον κοιτάξω άκρως ενοχλημένη. Είναι τόσο προχωρημένη η κατάσταση του?

"Νομίζεις ότι δεν μπορώ να καταλάβω πότε η γυναίκα που έχω δίπλα μου διανύει τις δύσκολες μέρες του μήνα της? Τι σόι παθολόγος θα γίνω αν δεν είμαι τέρμα παρατηρητικός? Και γιατί δεν μου λες επιτέλους ότι έχεις θέμα με το να με παντρευτείς? Θα σε γλίτωνε από δεκάδες ψέματα αυτήν την εβδομάδα" μου απαντάει ο Βύρωνας και κάτι στο μαύρο των ματιών του μου δίνει να καταλάβω ότι είναι.. πληγωμένος? Αλήθεια τώρα? Τον ενόχλησε το γεγονός ότι δεν θέλω να τον παντρευτώ στα 20? ΣΤΑ ΓΑΜΗΜΕΝΑ 20 ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΖΩ?

"Δεν θα μπω καν στην διαδικασία να ανοίξω τέτοια συζήτηση μαζί σου, ειδικά μια ώρα πριν παντρευτούν για δεύτερη φορά οι γονείς μου, και ακριβώς έξω από την εκκλησία του χωριού της μάνας μου" του απαντώ με ύφος και δεν περιμένω άλλο, βγάζω το κλειδί από την μίζα και βγαίνω έξω από το αυτοκινητάκι μου. 

Χριστέ μου επιτέλους! 

Αναπνέω καθαρό, βουνίσιο αέρα!

"Και ποια νομίζεις ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να ανοίξεις την συγκεκριμένη συζήτηση Ελισάβετ?" ο Βύρωνας βγαίνει και αυτός έξω από το αμάξι, κλείνει με δύναμη την πόρτα πίσω του, κάνει τον γύρο και έρχεται να σταθεί ακριβώς μπροστά μου. "Μια εβδομάδα σου έδωσα και εσύ τι έκανες? Με απέφευγες με μαεστρία κάθε ώρα και κάθε λεπτό. Δεν σου έχουν μάθει ότι όταν κάτι σε απασχολεί πρέπει να μιλάς για αυτό? Πώς αλλιώς θα το ξεπεράσεις?" 

Μένω μαλάκας με το στόμα ανοιχτό να κοιτάζω άφωνη το κοστουμαρισμένο αγόρι μπροστά μου. Και δεν σχολιάζω καν το γεγονός ότι ήρθε ντυμένος στον γάμο των γονιών μου λες και είναι αυτός ο γαμπρός. Παίζει ολόκληρο το μυστήριο και το τραπέζι μετά να κοστίσει συνολικά όσο κόστισε το κοστούμι που πήγε και πήρε. Αλλά τι λέω! Το αγόρι μου κάνει πρόβα! Για τον δικό του γάμο! Που όπως λέει δεν θέλει να αργήσει κιόλας να γίνει!

"Δεν υπάρχει κάτι να ξεπεράσω Βύρωνα, διότι δεν θα μπω καν στην διαδικασία να μαλώσω μαζί σου για το γεγονός ότι δεν πρόκειται να σε παντρευτώ" του μιλάω ξεκάθαρα, απόλυτα και δεν υψώνω καν τον τόνο της φωνής μου. Είναι απλά τα πράγματα, δεν παντρεύομαι από τα είκοσι μου. Αλλά τι χαζομάρες κάθομαι και σκέφτομαι?

Εδώ μέχρι πριν λίγους μήνες δεν ήθελα καν να παντρευτώ. 

Ποτέ μου

"Δεν θα έκανα ποτέ μια σχέση που δεν θα είχε την προοπτική να καταλήξει σε γάμο" μου απαντάει ο Βύρωνας και ενώ στην αρχή έκανα μερικά βήματα να τον προσπεράσω, τα συγκεκριμένα λόγια του με παγώνουν στην θέση μου. 

"Όλοι οι εικοσάχρονοι με το που δουν μια άλλη εικοσάχρονη σκέφτονται αν μπορούν να την πηδήξουν, και εσύ μου λες ότι σκέφτεσαι αν μπορείς να την παντρευτείς?" τον ρωτάω γιατί ειλικρινά απορώ. Είναι δυνατόν ένας νέος ενήλικος να σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο?

"Εγώ σου μιλάω για κάτι τελείως διαφορετικό Ελισάβετ" ο Βύρωνας βάζει τα χέρια στις τσέπες του μαύρου υφασμάτινου παντελονιού του και με κοιτάζει με το πιο αυστηρό βλέμμα που διαθέτει. Να δεις που τον ενόχλησε η λέξη πηδήξουν, αλλά ξέρετε τι? Τον γράφω σε αυτά που δεν διαθέτω! 

"Η πρώτη μου σχέση ήταν με την Έλενα, της έκανα πρόταση γάμου μετά από έξι μήνες σχέσης και δέχτηκε. Και δεν σου κρύβω πως αν δεν επέμενε ο πατέρας μου να το καθυστερήσουμε θα ήμουν ήδη παντρεμένος μαζί της" 

Στην αναφορά της πρώην του, ξεκινούν να αναβοσβήνουν κόκκινα μπλε πορτοκαλί και λαχανί φωτάκια στο οπτικό μου πεδίο. Δηλαδή τι μου λέει? Ότι θέλει απλά να βρει μια γκόμενα να την παντρευτεί και να τελειώσει εκεί το θέμα? Α δεν μας τα λέει καλά.. δεν μας τα λέει καθόλου καλά!

"Και λίγο καιρό μετά θα έπαιρνες διαζύγιο και ξέρεις γιατί? Γιατί θα γνώριζες εμένα! Ή ακόμη και να μην με γνώριζες το γεγονός ότι θα παντρευόσουν σε τόσο μικρή ηλικία θα γεννούσε προβλήματα μελλοντικά στην ζωή σου. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα στο έλεγα αυτό, αλλά Βύρωνα είσαι τουλάχιστον επιπόλαιος" του λέω και ταυτόχρονα σταυρώνω τα χέρια μου κάτω από το στήθος μου. Νομίζω πήρα μια μικρή νίκη σήμερα. Ίσως τελικά να έπρεπε να γίνει αυτή η συζήτηση. Αλλά κάλλιο αργά.. 

"Μπορείς τουλάχιστον να σκέφτεσαι πριν ανοίξεις το στόμα σου και πετάξεις μαλακίες?" με ρωτάει ο πολύ εκνευριστικός και πολύ εκνευρισμένος μπουκλάκιας που στέκεται σφιγμένος μπροστά μου. Όλο του το σώμα είναι σε ένταση, μπορώ να το διακρίνω ακόμη και κάτω από το κοστούμι του. 

"Και δεν θα κάτσω να συζητήσω για το ΑΝ έπαιρνα διαζύγιο ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ παντρευόμουν τελικά την Έλενα γιατί μου προέκυψες εσύ και συγγνώμη που στο ανακοινώνω με αυτόν τον τρόπο αλλά με εσένα θα καταλήξω. Προτιμάς να παντρευτούμε φέτος, το επόμενο, ή το καλοκαίρι μετά το πτυχίο?" με ρωτάει με απόλυτη ψυχραιμία και απόλυτη σοβαρότητα σε σημείο που με κάνει να.. τρομοκρατούμαι

Ναι, είμαι σε σχέση με έναν λόρδο του κώλου και ενώ δεν έχουμε κλείσει καν δυο εβδομάδες σχέσης κάθομαι και συζητάω μαζί του έξω από μια εκκλησία για το πότε πρόκειται να τον παντρευτώ. Μα εγώ δεν θέλω να τον παντρευτώ.. δεν θέλω γενικά να παντρευτώ. 

"Βύρωνα.." κουνάω το κεφάλι μου πέρα δώθε, παίρνω μια βαθιά ανάσα και τον πλησιάζω. "Γιατί απλά δεν μπορούμε να αφήσουμε τον χρόνο να κυλήσει ομαλά? Ότι είναι να γίνει θα γίνει, και μπορεί ναι να καταλήξουμε μαζί, μπορεί όμως και όχι. Είναι πολύ νωρίς να κάνουμε αυτήν την συζήτηση. Τι λες μωρό μου?" τον ρωτάω με άπειρο νάζι και ταυτόχρονα παίζω με το πέτο του μαύρου του σακακιού. 

Τώρα που το παρατηρώ αυτό το κοστούμι είναι πολύ περισσότερο σέξυ από ότι φανταζόμουν. Και του πάει τρελά. Μήπως τελικά να πάρουμε το αμάξι, να πάμε για μισή ωρίτσα εδώ δίπλα σε ένα δασάκι και να επιστρέψουμε μετά? Εξάλλου η εκκλησία εδώ θα μείνει, δεν πάει πουθενά. 

"Και εγώ αυτό τι θα το κάνω?" με ρωτάει και απορώ.

"Ποιο?" κοιτάζω απευθείας βαθιά μες στα πανέμορφα μαύρα μάτια του. 

"Αυτό.." μου λέει και βγάζει το ένα του χέρι μέσα από την τσέπη του παντελονιού του. Και μακάρι να έβγαζε μόνο αυτό, αλλά όχι.. όχι όχι όχι. Ένας Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός πρέπει πάντα να σε εκπλήσσει. Δυσάρεστα? Ευχάριστα? Όπως το πάρει κανείς.. 

"Τι είναι αυτό?" τον ρωτάω και ταυτόχρονα ξεκινάω να τρέμω. Αποφεύγω να τον κοιτάξω ξανά μες στα μάτια του, και απλά μένω να κοιτάω σαν χάνος το δαχτυλίδι στα χέρια του. Αν με ρωτήσει αν θέλω να τον παντρευτώ θα τον βάλω στο μίνι κούπερ μου και θα τον στείλω πίσω στον πατέρα του μπας και συνέλθει και σταματήσει επιτέλους να λέει μαλακίες.

"Αν το θεωρείς πολύ βιαστικό όλο αυτό-"

"Δεν το θεωρώ πολύ βιαστικό, είναι πολύ βιαστικό" τον διακόπτω και.. 

Ξεκινάω να ανασαίνω όλο και πιο γρήγορα, όλο και πιο ρηχά. 

Νιώθω ότι πνίγομαι. 

"Εντάξει λοιπόν αφήνουμε τον γάμο στην άκρη" ο Βύρωνας υποχωρεί και-

Σηκώνω απότομα το κεφάλι μου να τον κοιτάξω. 

Αλήθεια υποχώρησε? Τόσο εύκολα?

"Για τώρα" επισημαίνει και τυλίγει τα χέρια του γύρω από την μέση μου. "Μου υπόσχεσαι όμως ότι κάποια στιγμή στο μέλλον θα το σκεφτείς σοβαρά?" με ρωτάει και για κάποιον λόγο που δεν μπορώ να προσδιορίσω σπάω την έντονη οπτική μας επαφή. Δεν μπορώ να τον κοιτάξω άλλο και απλά κρύβω το πρόσωπο μου στο στήθος του. 

"Το υπόσχομαι" του λέω χωρίς να το σκεφτώ. 


Και κακώς που δεν το σκέφτηκα. 

Και κακώς που εκείνο το απόγευμα δεν το απέφυγα. 

Και κακώς που στην συνέχεια υποχώρησα σε πολλά πράγματα. 

Και κακώς που δεν κατάλαβα από την αρχή ότι όταν δεν θέλεις κάτι πρέπει να το ξεκόβεις, όχι να το αποφεύγεις. 

Και κακώς που δεν συζήτησα και για τις δικές μου ανάγκες. 

Και κακώς που δεν έβαλα τα όρια μου από την αρχή. 


Αλλά συγχωρέστε με.. 


Ήμουν είκοσι χρονών και δεν σκεφτόμουν τόσο μακρυά. 

Ήμουν είκοσι χρονών και απλά ζούσα τον έρωτα μου. 

Και ακόμη και τώρα στα 33 μου παραμένω ερωτευμένη μαζί του. 

Άλλωστε πως να σταματήσεις να είσαι ερωτευμένη με έναν τέτοιον άνδρα?


Ο Βύρωνας Ιωάννου Κομηνός ήταν, είναι και θα είναι ο μοναδικός για εμένα. 

Ο μοναδικός, ο απόλυτος, ο ανυπέρβλητος. 


Τίποτα δεν τον ξεπερνάει. 

Τίποτα και κανείς. 


Υπάρχει όμως μια συγκεκριμένη στιγμή στην ζωή μιας γυναίκας που-

Ξεροκαταπίνω και σκουπίζω τα μάγουλα μου. 


Μερικές φορές κουράζεσαι να αντιμετωπίζεις έναν τόσο δύσκολο χαρακτήρα. 

Τελειώνουν τα ψυχικά και σωματικά σου αποθέματα. 

Δεν έχεις άλλη ενέργεια. 


Και όσο και αν αγαπάς κάποιον.. 

Πρέπει απλά να τον αφήσεις.


Και ας σε πονάει. 

Και ας σε διαλύει. 


Ίσως απλά να πρόκειται για μια μπόρα. 

Ίσως όμως να είναι και το οριστικό τέλος. 


Κοιτάζω την μαμά μου να χαμογελάει από ευτυχία μες στο μπεζ στενό φόρεμα της. Είναι απλή, λιτή, και χαρούμενη. Στέκεται δίπλα στον μπαμπά και τον κοιτάει συνέχεια φευγαλέα, πάντα με λατρεία. Και ο Μιχάλης της της το ανταποδίδει. Ξέρετε.. της δίνει εκείνο το βλέμμα που αν μιλούσε θα έλεγε 'είσαι τα πάντα μου, για πάντα μου'. 

Στην δική τους περίπτωση ήταν μια μπόρα. 

Η οποία ξέσπασε, αλλά τελικά ξεπεράστηκε. 

Και να 'μαστε τώρα όλη η οικογένεια μαζί να σφραγίζουμε ξανά μια συμφωνία που για τους σωστούς ή λάθος λόγους κάποτε έσπασε. Τότε χωριστήκαμε, σήμερα ενωνόμαστε ξανά. 

"Φέρε το δαχτυλίδι" ψιθυρίζω πολύ σιγά στο ζουζουνάκι έτσι ώστε να μην μας ακούσει κανείς άλλος. Αν τα κατάφεραν οι γονείς μου, θα τα καταφέρουμε και εμείς σωστά?

"Ποιο δαχτυλίδι?" απορεί ο Βύρωνας και τον κατακεραυνώνω με το βλέμμα μου. Αλήθεια τώρα?

"Δεν σου κάνω πρόταση γάμου ούτε αποδέχομαι την δική σου απλά με αυτόν τον τρόπο σου υπόσχομαι ότι θα είμαστε μαζί" 

Ο Βύρωνας με κοιτάει με μισόκλειστα μάτια για αρκετή ώρα, κάτι δείχνει να σκέφτεται, πολύ σοβαρά βέβαια. "Δεν σου ζήτησα ποτέ να με παντρευτείς" μου λέει και βγάζει το μονόπετρο μέσα από την τσέπη του. 

"Αλλά τι έκανες?" τον ρωτάω όσο το βάζω στον παράμεσο μου. "Και να σημειωθεί ότι θα το φοράω αραιά και που, σε καμία περίπτωση δεν θα πάω στην σχολή με την κοτρώνα" 

"Απλά σε προετοίμασα, να μην μου πάθεις τίποτα όταν σου ανακοινώσω εκκλησία, μέρα και ώρα.. και πολύ κακώς που δεν θα το φοράς Ελισάβετ.. ξέρεις πόσο το πλήρωσα? Είναι κρίμα να παραμείνει μέσα σε ένα χρηματοκιβώτιο" 

Καρφώνω αμέσως το τρομοκρατημένο μου βλέμμα πάνω στο νέο μου κόσμημα. Εγώ απλά θα το αποθήκευα στην τσέπη από κανένα παλιό τζιν μου. Ποιο χρηματοκιβώτιο? Δεν έχω καν χρηματοκιβώτιο. Δεν μου χρειάστηκε! Ποτέ! Άλλωστε τι να έβαζα μέσα? Τις κιλότες με την hello kitty? 

"Πάντως όταν μια γυναίκα δέχεται να παντρευτεί έναν άνδρα εκείνος της λέει στο καπάκι ότι την αγαπάει πολύ" του πετάω την μπηχτή και στρέφω ξανά το βλέμμα μου πάνω στους γονείς μου. "Εγώ δεν άκουσα κάτι τέτοιο" προσθέτω και αποφασίζω να τον στριμώξω. Εδώ και τώρα. 

"Α τελικά δέχεσαι να με παντρευτείς?" με ρωτάει ο Βύρωνας από πίσω μου. "Γιατί μωρό μου δεν σου κρύβω ότι κάπως με μπέρδεψες" 

Ε έλεος

ΕΛΕΟΣ

"Βύρωνα με αγαπάς?" τον ρωτάω κάπως πιο φωναχτά σε σχέση με πριν και γυρνάω ολόκληρο το σώμα μου έτσι ώστε να τον κοιτάξω. Με απαιτητικό και κάπως ανήσυχο βλέμμα. Διότι ναι ανησυχώ. Γιατί στο διάολο δεν μου το λέει επιτέλους? Να με σκάσει θέλει?

"Παρακαλώ ησυχία εσείς οι δύο" μας επιπλήττει ο παπάς. 

"Ναι Ελισάβετ κάτσε επιτέλους ήσυχη!" προσθέτει ο μπουκλάκιας μου και με πιέζει να γυρίσω ξανά μπροστά. Ε θα τον σκοτώσω, αυτό ήταν. Εδώ εγώ ολόκληρο δαχτυλίδι έβαλα στον παράμεσο μου και αυτός ο ηλίθιος ούτε ένα σ'αγαπώ δεν ξεστομίζει. 

"Αν βρεις ποτέ το δαχτυλίδι στο κομοδίνο σου όταν ξυπνήσεις κάποιο πρωί, μην ξαφνιαστείς απλά θα σε έχω εγκαταλείψει" του μιλάω σκληρά μπας και τον ταρακουνήσω και μου το πει επιτέλους το σ'αγαπώ του.

"Νομίζεις θα σε αφήσω ποτέ να μου φύγεις?" με ρωτάει με υπέρμετρο ερωτισμό στην φωνή του. Έχω ήδη γίνει μούσκεμα. 

"Και πως θα με κρατήσεις ακριβώς?" 

"Θα σε δέσω!" μου απαντάει ο Βύρωνας και αυτή η παιχνιδιάρικη φωνή του με εκνευρίζει απίστευτα πολύ. 

"Θα βρω τρόπο να λυθώ" 

"Θα βρω άλλον τρόπο να σε κρατήσω" 

Στιγμιαία παγώνω. 

Νομίζω ότι το εννοεί. 

Πραγματικά το εννοεί. 

Και το γεγονός αυτό είναι κάπως.. ανατριχιαστικό

"Πες μου απλά ένα σ'αγαπώ και θα ξεμπερδέψεις με την γκρίνια μου" του δίνω ένα υπέροχο τέλος στον μικρό καυγά μας.

"Με καυλώνεις όταν γίνεσαι απαιτητική" μου ψιθυρίζει ο Βύρωνας και- "Εδώ κοντά έχει ένα υπέροχο απομονωμένο μέρος, τι λες? Πάμε μωρό μου να σου υπενθυμίσω ποιος διατάζει και ποιος υπακούει σε αυτήν την σχέση?" 

Γουρλώνω αμέσως τα μάτια μου. 

Γίνομαι κατακόκκινη από την ντροπή. 

Χριστέ μου... τι.. τι λέει? 

Είναι ο σωστός Βύρωνας πίσω μου?

"Κάθε πράγμα στην σωστή στιγμή" του απαντώ με όση ψυχραιμία μου έχει απομείνει. Αυτός ο άνδρας θα με τρελάνει, δεν θα του ξεφύγω, το νιώθω. 

Νιώθω δυο χείλη να ακουμπούν γλυκά και τρυφερά το πίσω μέρος του κεφαλιού μου. "Έχεις δίκιο μωρό μου.. ας περιμένουμε.. διότι κάθε πράξη και κάθε λέξη έχει μια συγκεκριμένη σωστή χρονική στιγμή.. την πιο κατάλληλη ας πούμε" μου λέει ο ηλίθιος αλαζονικός μπουκλάκιας μου και με φιλάει ξανά. 



Μέχρι εκείνη την μέρα πίστευα απλά ότι ο Βύρωνας είναι ένας πολύ δύσκολος χαρακτήρας. Όμως κάθε άνθρωπος βρίσκει τον δάσκαλο του. Και από τότε ήμουν σίγουρη ότι αυτός ο άνθρωπος για τον Βύρωνα είμαι εγώ. 

Ακολούθησε μια ζωή καθόλου ήρεμη. Είχε δύσκολες στιγμές, γεμάτες ένταση. Είχε καυγάδες και αμέτρητους τσακωμούς. Είχε όμως και πολύ έρωτα. Βαθιά αγάπη. Βαθιά αμοιβαία αγάπη.

Και ας μην μου το έλεγε. Ποτέ

Και ας του παραπονιόμουν για αυτό. Πάντα


Το ένιωθα.

Την ένιωθα. 

Την ένιωθα την αγάπη του. 


Κάποια στιγμή όμως του ζήτησα να μου την αποδείξει.

Και ήμουν σίγουρη για τα αισθήματα του, ήμουν σίγουρη για την απάντηση του. 


Έλα μου όμως που η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις. 


Και εκείνη την μέρα ένιωσα την μεγαλύτερη στην ζωή μου. 





Τέλος δεύτερου μέρους!










Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top