Kεφάλαιο 77

Άρης

"Πες θα πάμε?" την ρωτάω και ταυτόχρονα της δίνω την πράσινη πιπεριά για να την κόψει.

Η Άννα μου την κοιτάει αηδιασμένη, ωστόσο την παίρνει και ξεκινάει να κάνει αυτό που της ζήτησα. Και ναι.. δεν με υπακούει μόνο στο σεξ. Σε όλα τα υπόλοιπα, σε ΟΛΑ όμως πλέον κάνουμε ότι γουστάρω εγώ. Είναι ευρέως γνωστό ποιος έχει το πάνω χέρι σε αυτόν τον γάμο.

Δεν πιστεύω να διαφωνεί κανείς..

"Δεν ξέρω.. είναι και περίοδος εξεταστικής και θέλω να-"

"Έχεις πάρει το πτυχίο σου εδώ και.. 23 χρόνια.. δεν δέχομαι ξανά αυτού του είδους την δικαιολογία" της το κόβω γιατί κάπου έλεος. Έκανα υπομονή στα φοιτητικά μας χρόνια και κάθε φορά που έδινε μάθημα δεν τολμούσα να την ενοχλήσω. Επίσης έκανα υπομονή όταν τα τρία μας αγγελούδια.. αν μπορώ να τα αποκαλέσω έτσι.. έτρεχαν όλη μέρα από πίσω της και φώναζαν..

'Μάνα θέλω να φάω'

'Μαμά θέλω να μου σιδερώσεις το γκρι παντελόνι μου'

'Μαμά θέλω να πάμε για ψώνια'

'Μαμά θα με πετάξεις μέχρι το κέντρο?'

'Μαμά θα μου κρατήσεις την βιολογία να στην πω?'

'ΜΑΝΑ ΦΕΡΕ ΚΑΙ ΤΣΙΓΑΡΑ ΚΑΘΩΣ ΕΡΧΕΣΑΙ'

Αλλά ως εδώ, από τότε που ενηλικιώθηκε και το τελευταίο, κομμένα τα μαμά και τα μάνα. Και θα παραμείνουν έτσι μέχρι να έρθει το τέταρτο.. διότι δεν μπορεί.. στην Μαδαγασκάρη θα το πιάσουμε και θα είναι το καλύτερο από όλα. Γιατί με τα τρία προηγούμενα..

"Δεν μπορώ να τον αφήσω μόνο του" μου λέει και μου δείχνει με τα μάτια της το γιαούρτι.

"Μα θα τον πάρουμε μαζί μας βρε κουτό" της λέω γιατί.. αλήθεια τώρα? Πιστεύει ότι θα τον αποχωριζόμουν? Μα τον παίρνω μαζί μου πάντα και παντού.

"Αφού έχει εξετάσεις" μου ψιθυρίζει έντονα η Άννα για να μην μας ακούσει κανείς από τους τρεις.

"Και τις πέρασε όλες" της υπενθυμίζω. "Με άριστα κιόλας. Αφού σηκώνεται σαν αστραπή, με το που τον τρίψεις λιγάκι, τσουπ, να τος, και ειδικά αν τον βάλεις και ανάμεσα σε αυτές τις ατελείωτες χειλάρες.."

Α ΡΕ ΜΑΝΑ

Θα τελειώσω.. εδώ.. μες στην κουζίνα.

"Άρη εγώ λέω για τον Βύρωνα.. εσύ για ποιον λες?" με ρωτάει και με κοιτάει βλοσυρά.

"Εγώ για την πούτσα μου λέω.. ποιος τον χέζει τον Βύρωνα?" οι λέξεις φεύγουν χωρίς να τις ελέγξω από το στόμα μου και-

ΑΟΥΤΣ

Μόλις έφαγα μια γονατιά.

Στα αρχίδια μου.

"Δεν είναι καλά Άρη και μην μου πεις ότι δεν το έχεις καταλάβει.. ειδικά από τα Χριστούγεννα και μετά έχει πέσει.. και άλλο.. δεν.. δεν μπορώ να τον αφήσω μόνο του και να πάω διακοπές στην Μαδαγασκάρη"

Γιατί τι έχει το μέρος?

Θα τραγουδήσουμε και το γουστάρω να χορεύω του βασιλιά Τζούλιαν!

ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΕΙ ΟΧΙ ΣΕ ΑΥΤΟ

"Δες τα μάτια του.. και πες μου τι βλέπεις" η Άννα μου κάνει νόημα να κοιτάξω στο σαλόνι.

Ο Βύρωνας, το δεύτερο παιδί μου, ο δεύτερος γιος μου, κάθεται στην μια άκρη του καναπέ, μόνος του, μακριά από τα αδέρφια του και διαβάζει.. βιοχημεία νομίζω.. αλίμονο. Τόσα τσοντοπεριοδικά του είχα χαρίσει όταν ήταν μικρός αλλά αυτός εκεί, κολλημένος με τα επιστημονικά βιβλία. Αλλά δεν εκτιμούν όλοι την ποιότητα.. δυστυχώς.

"Είναι στεναχωρημένος" της λέω αυτό που βλέπω. Δυο μαύρα, γνώριμα, πονεμένα κουμπιά. "Αλλά έτσι ήταν πάντα.."

"Όχι Άρη, όχι" το μωρό μου μου δίνει να δοκιμάσω λίγο τζατζίκι.

"Θέλει λίγο σκόρδο ακόμη" της λέω και καταπίνω.

"Άρη το παιδί δεν είναι καλά" η Άννα μου τον κοιτάει προβληματισμένη.

"Μα φυσικά, τώρα το κατάλαβες?" Εγώ προσωπικά το εμπέδωσα όταν γύρισε να μου πει ότι θέλει να περάσει ιατρική. Να, αυτές τις ανωμαλίες δεν μπορώ!

"Δεν με καταλαβαίνεις όμως!" μου λέει και πετάει με μανία το σκόρδο μέσα στο τζατζίκι. "Άρη ο Βύρωνας έχει ότι είχα εγώ στα φοιτητικά μου χρόνια" προσθέτει και..

Το σκέφτομαι.

Αυτή είχε εμένα.

Που είναι το πρόβλημα?

"Βιώνει μια μεγάλη περίοδο δυσθυμίας.. παρατεταμένη" μου εξηγεί και με ταΐζει και άλλο τζατζίκι. "Θα έλεγα ότι έχει κατάθλιψη αλλά δεν πληροί τα διαγνωστικά κριτήρια"

Κουνάω αποδοκιμαστικά το κεφάλι μου.

Και δεν αναφέρομαι στο τζατζίκι.

"Όσο ακούει τον παππού του και όχι εμάς.." της υπενθυμίζω ότι δεν φταίμε εμείς, αλλά το ξερό του το κεφάλι και τα λανθασμένα του πρότυπα.

Μα να έχει ολόκληρο είδωλο να το μεγαλώνει και αυτός να απαξιεί?

'Δεν είσαι του χώρου'  λέει και - ΝΑ

Τον μουντζώνω από την κουζίνα.

"Κάτσε κατούρα την Βουκαμβίλια σου εσύ και άσε την ζωή να σε ζει" του λέω αλλά δεν με ακούει. Ποτέ του δεν με άκουσε. Ποτέ. Όσες φορές και αν του μίλησα. Αλλά έτσι είναι..

Μερικές φορές κοιτάζεις, αλλά δεν βλέπεις.

Άλλες πάλι ακούς, αλλά δεν ακούς.

"Έχει καιρό να βγει με την Έλενα" μου λέει η Άννα. "Και τις προάλλες που ήρθε εδώ η κοπέλα μας να τον επισκεφτεί δεν κατάφερε να τον πείσει να βγει λίγο από το δωμάτιο. Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνουμε.. περνάει τα διαλείμματα του από το διάβασμα παρακολουθώντας διαδικτυακά συνέδρια. Ούτε στον μπαμπά σου δεν πάει! Έχει να τον δει πόσο καιρό. Για αυτό σου λέω Άρη, το παιδί δεν είναι καλά. Πάω να πάρω την Έλενα τηλέφωνο να της πω να έρθει ξανά. Μπορεί σήμερα να τον καταφέρει"  η Άννα μου αφήνει με δύναμη το μεγάλο μπολ στον παγκο της κουζίνας, πετάει την ποδιά από πάνω της και κάνει μια απότομη κίνηση να με προσπεράσει, αλλά τελευταία στιγμή την πιάνω και την κλείνω στην αγκαλιά μου. 

Αναστενάζω απογοητευμένος. 

Τι να την κάνει μωρέ την Βουκαμβίλια?

Αυτός την σουσουράδα θέλει αλλά που μυαλό?

Είναι και έξυπνος υποτίθεται.. τρομάρα του!

"Δεν την θέλει την Έλενα" της υπενθυμίζω για χιλιοστή φορά από τότε που μας την έφερε για πρώτη φορά στο σπίτι για να μας την γνωρίσει. Εκείνη την μέρα την κοίταξα από πάνω μέχρι κάτω, πολλές φορές, αλλά δυστυχώς δεν είχε πουθενά κάρτα αλλαγής. Γαμώτο.

"Τότε γιατί είναι μαζί της?"

Χαϊδεύω απαλά την πλατούλα της Άννας μου και ταυτόχρονα κοιτάω το μαλακομπουκωμένο μου. Άντε ντε?

"Δεν ξέρω βρε κορίτσι μου.. και να πεις ότι δεν ξέρει τι πάει να πει ευτυχία..? Αφού είκοσι χρόνια μεγαλώνει μες στο σπίτι μας" της απαντώ και είμαι πραγματικά στεναχωρημένος.

Άραγε τι θέλει ένας γονιός από το παιδί του?

Θα σας πω εγώ.. ούτε ιατρικές, ούτε νομικές, ούτε τίποτα.

Ευτυχισμένο θέλει να είναι.

"Άρη.." η Άννα μου γουργουρίζει στην αγκαλιά μου. "Ο Βύρωνας δεν ξέρει τι πάει να πει ευτυχία.. είναι βαθιά δυστυχισμένος.. και δεν.. δεν ξέρω αν εμείς μπορούμε να τον βοηθήσουμε άλλο.. μήπως να του προτείναμε να επισκεφτεί κάποιον ειδικό? Τον Φαίδωνα ας πούμε, με εμένα έκανε θαύματα!"

Κλείνω τα μάτια μου από τον πόνο.

Γιατί ναι, πονάει να ακούς την αλήθεια.

Πονάει πολύ

"Δεν θα το δεχτεί μωρό μου.. δεν θα το δεχτεί.. διότι δεν θέλει να το αποδεχτεί"

Μια μεγάλη στιγμή σιωπής ακολουθεί, με εμένα να σκέφτομαι τι σκατά έκανα λάθος τόσα χρόνια και την Άννα μου να κλαίει στο στήθος μου. Διότι το νιώθω, το μακό μου γίνεται όλο και πιο μούσκεμα. Και τώρα έχω δυο λόγους να πονάω. Και για την γυναικάρα μου την όμορφη και για το μαλακομπουκωμένο μου το φυτό.

"Και άρα τι κάνουμε?" η φωνή της Άννας μου ίσα που ακούγεται.

Ανοίγω τα μάτια μου, τα καρφώνω πάνω στον γιο μου. Εκείνος συνεχίζει να κάθεται στην ίδια θέση με πριν, δεν άλλαξε καθόλου. Τα αδέρφια του δίπλα είναι πάνω από ένα κινητό και γελούν, πειράζονται, χτυπιούνται. Διότι ναι, έτσι κάνει η Ζωή, μοιράζει αγκωνιές και ο Στέλιος κεφαλοκλειδώματα.

Πάντως φαίνονται χαρούμενοι.

Και η αντίθεση είναι κραυγαλέα.

"Θα κάνω ακόμη μια προσπάθεια να του μιλήσω"

Και ελπίζω αυτήν την φορά να με ακούσει. 


Βύρωνας

"Και για πες.." ο μπαμπάς πετάει ένα φυστίκι στον αέρα, μετακινεί το πρόσωπο του ελάχιστα, ανοίγει το στόμα του και το καταπίνει. Αμάσητο λογικά. 

Δεν απαντώ.

"Τι θα κάνεις σήμερα?" 

Ακόμη ένα φυστίκι πετάγεται στον αέρα. 

Αν μου βρωμίσει το δωμάτιο με ξηρούς καρπούς.. 

"Σκέφτεσαι να βγεις καμία βόλτα?" ο Άρης επιμένει και εγώ απορώ. 

Ποιος βγαίνει βόλτες όταν σε τρεις μέρες δίνει βιοχημεία? 

Γυρνάω επιδεικτικά την σελίδα στο βιβλίο μου και ανοίγω το επόμενο αρχείο στο power point. Βλέπω τα λιπίδια και χαμογελάω σαν τον βλάκα. Θυμάμαι που ήμασταν Αράχωβα και η Ελισάβετ μου πρότεινε να με βοηθήσει στο διάβασμα. Και όσο αστείο και αν είναι το γεγονός, δεν γελάω σαν τον χαζό για αυτό, αλλά επειδή να.. θα ήταν ωραίο να διαβάζαμε μαζί. Πολύ πολύ ωραίο βασικά. 

"Δεν βαρέθηκες?" με ρωτάει ο μπαμπάς μου και τον κοιτάω φευγαλέα. 

Το διάβασμα? 

Είναι δυνατόν να το βαρεθεί ποτέ κανείς?

"Αυτή είναι η δουλειά μου" του μιλάω κοφτά για να καταλάβει ότι δεν έχω χρόνο για συζήτηση και κους κους. Εδώ παίζονται βαθμοί, υποτροφίες, δημοσιεύσεις και θέσεις εργασίας. Θέλω να φύγει από το δωμάτιο να με αφήσει στην ησυχία μου να τελειώσω την επανάληψη μου.. μόνος μου

"Δεν εννοώ την βιοχημεία.. αλλά την τελειομανία.. δεν βαρέθηκες να είσαι πάντα τέλειος?" 

Σταματάω για μια στιγμή να υπογραμμίζω τις αντιδράσεις στο βιβλίο. 

Από πότε η τελειομανία θεωρείται πρόβλημα?

"Θέλεις κάτι άλλο? Γιατί έχω και διάβασμα" του επισημαίνω το προφανές. 

Να δω μόνο πότε θα το εμπεδώσει. 

"Ξέρω και εγώ τι πάει να πει διάβασμα, το Μετσόβιο τελείωσα" μου υπενθυμίζει τις σπουδές του αλλά χωρίς νόημα για εμένα. Δεν τον υποτιμώ, αλίμονο, ούτε αυτόν ούτε την δουλειά του, εξάλλου από αυτήν ζούμε, αλλά διαφορετικό διάβασμα το ένα, διαφορετικό το άλλο. 

"Συγχαρητήρια, μπορείς να φύγεις τώρα? Θέλω να συγκεντρωθώ" του απαντώ πάλι κοφτά και παρατηρώ με την άκρη του ματιού μου τον μπαμπά να εκνευρίζεται. Το πρόσωπο του κοκκινίζει, τα χέρια του σφίγγουν με δύναμη το μπολ με τα φυστίκια και αυτά βρίσκουν διαφυγή πάνω στο γκρι πουπουλένιο μου πάπλωμα. 

Να για αυτό βάζω σημείωμα έξω από την πόρτα και την κλειδώνω ενίοτε. 

Να θες να διαβάσεις και να μην σε αφήνουν σε αυτό το σπίτι. 

Ζω ένα δράμα!

"Πάρε τηλέφωνο την Βουκαμβίλια σου να βγείτε, να φάτε, να γαμηθείτε, να κάνετε ότι σας καυλώσει, αλλά σε παρακαλώ σταμάτα να διαβάζεις και βγες έξω. Είσαι τόσο καιρό κλεισμένος μέσα στο σπίτι. Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση.. τα φυτά θέλουν και ηλιακό φως για να φωτοσυνθέσουν. Τι σκατά? Εσύ από που το παίρνεις?" 

Παίρνω μια βαθιά ανάσα, την αφήνω ήρεμα να βγει. Έχω επισημάνει άπειρες φορές στον Άρη ότι δεν μου αρέσει να βωμολοχεί. Αν δεν μπορεί να κόψει τελείως αυτήν την κακιά συνήθεια, τουλάχιστον ας μην το κάνει μπροστά μου. Με εκνευρίζει, απίστευτα πολύ. 

"Μπορείς να φύγεις σε παρακαλώ? Έχω ακόμη πέντε ώρες διάβασμα για σήμερα" επιστρέφω το πρόσωπο μου στον Stryer και του δείχνω στα τυφλά την έξοδο του δωματίου μου. Και όσο με καθυστερεί ο μπαμπάς, τόσο πάει πίσω το διάβασμα μου και χάνω πολύτιμες ώρες ύπνου. Και η μελατονίνη εκκρίνεται συγκεκριμένες ώρες. Η κορτιζόλη επίσης. 

"Που να στο βουλώσουν οι φαντάροι!" γουρλώνω τα μάτια μου στο άκουσμα της φωνής του Άρη και γυρνάω απότομα να τον κοιτάξω. Ο μπαμπάς πλέον κάθεται στην άκρη του κρεβατιού με αγκώνες στα γόνατα, χέρια σε γροθιές και βλέμμα που πετάει φωτιές. Και συγκεκριμένα σε εμένα.

Μα τι το κακό έχω κάνει?

Απλά να διαβάσω θέλω ο άνθρωπος!

"Ποιος είναι ο στόχος σου?" με ρωτάει και με κοιτάει έντονα και βαθιά μες στα δυο μου μάτια. 

"Να γράψω τουλάχιστον 9 στην βιοχημεία" 

"Και 5 να γράψεις εγώ θα είμαι ευχαριστημένος" 

Τον κοιτάω σαν να είναι εξωγήινος. 

Τι είναι το 5?

"Ναι αλλά δεν θα είμαι εγώ" του απαντώ γιατί οι βαθμοί είναι δικοί μου, όχι δικοί του. 

Καιρός να το εμπεδώσει. 

"Ο μακροπρόθεσμος στόχος σου ποιος είναι?" ο μπαμπάς επιμένει. Και με κουράζει. 

Όλη αυτή η συζήτηση είναι πολύ φιλοσοφική για τα δικά μου γούστα. 

"Μπαμπά, τι θες?" τον ρωτάω και αφήνω την πλάτη μου να ακουμπήσει πίσω στην δερμάτινη καρέκλα του γραφείου μου. 

Θέλει να το κουβεντιάσουμε?

Ας το κουβεντιάσουμε. 

"Θέλω να -" ο Άρης σταματάει απότομα να μιλάει. Και ύστερα με κοιτάζει. Περίεργα. Και μετά χαμογελάει. Πικραμένα. Και ύστερα χαμηλώνει το κεφάλι. Και συνεχίζει να χαμογελάει. "Το θέμα δεν είναι τι θέλω εγώ, αλλά τι θέλεις εσύ. Από την ζωή, από την σχέση σου, από την δουλειά σου, από την οικογένεια σου. Τι θέλεις αγόρι μου?" 

Κοιτάζω τον μπαμπά με μισόκλειστα μάτια. 

Από πότε ο Άρης κάνει τέτοιου είδους ερωτήσεις?

"Και να σου πω δεν θα καταλάβεις" του απαντώ με κάθε ειλικρίνεια. Δεν μπορούν να καταλάβουν πολλοί αυτό που επιθυμώ, αυτό που επιδιώκω. Δεν υποτιμώ ούτε τον μπαμπά ούτε κανέναν, αλλά αν δεν το νιώσεις, δεν το αντιλαμβάνεσαι. Και αν το ακούσεις το θεωρείς παράλογο, σκέτη ουτοπία. 

Αλλά ξέρεις τι?

Δεν είναι. 

"Ωραία.. έστω ότι δεν καταλαβαίνω" ο μπαμπάς υποχωρεί? Ύποπτο αυτό. "Αυτό που θέλεις τελικά.. αυτό για το οποίο διαβάζεις, προσπαθείς και μοχθείς, αυτό για το οποίο θυσιάζεις όλη σου την ζωή, τις διαπροσωπικές σου σχέσεις, την καθημερινότητα σου, την ίδια σου την ζωή, -" 

"Ναι αξίζει" τον διακόπτω και του απαντώ πριν καν με ρωτήσει. Διότι αυτό αναρωτιούνται όλοι, αυτό αναρωτιέται και ο μπαμπάς μου. Και η απάντηση είναι πως.. ναι.. αξίζει. 

"Είμαι σίγουρος ότι αξίζει" ο μπαμπάς συνεχίζει να με κοιτάει βαθιά και έντονα μες στα μάτια. "Αλλά εγώ άλλο θέλω να σε ρωτήσω. Δεν υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος να το καταφέρεις? Είναι μονόδρομος? Και μην μου πεις ναι αγόρι μου, διότι τίποτα στην ζωή δεν γίνεται με έναν τρόπο. Υπάρχουν πάντα και εναλλακτικές, και αυτό που θέλω να σου πω είναι να τις δεις. Ίσως εκείνες σε κάνουν ευτυχισμένο.. γιατί οποιοσδήποτε και αν είναι ο στόχος σου δεν θα σε κάνει χαρούμενο όταν τον πετύχεις αν εσύ δεν είσαι σε θέση να αφεθείς και να τον απολαύσεις" 





Όταν έχεις φτάσει σε ένα σημείο ιδανικό για εσένα, είναι δύσκολο να αποχωριστείς εκείνα τα στοιχεία του χαρακτήρα σου που σε οδήγησαν στο να το καταφέρεις. Ακόμη και αν σου μιλάνε οι άλλοι, δεν τους ακούς. Ακόμη και αν σου δείχνουν το φυσιολογικό (για αυτούς), εσύ το θεωρείς ανεπίτρεπτο. Και δεν είναι θέμα ισχυρογνωμοσύνης. Είναι απλά ένας δρόμος. Τον οποίο εσύ ακολούθησες. Και έφτασες εκεί που τελικά ήθελες. Αλλά ξέχασες κάτι. Πάντα υπάρχουν και άλλοι δρόμοι.



"Δώστο μου" η Ζωή κοιτάζει τον Στέλιο με το πιο δολοφονικό βλέμμα που διαθέτει. 

"Θέλω απλά να δω πως είναι" ο αδερφός μου αλλάζει θέση στο τραπέζι και παίρνει μαζί του και το κινητό της αδερφής μας. 

"ΜΠΑΜΠΑ ΠΕΣ ΤΟΥ ΚΑΤΙ" η Ζωή τώρα αυξάνει την φωνή της επικίνδυνα πολύ. 

"Δεν ανακατεύομαι εγώ, μεγάλα παιδιά είστε, να τα βρείτε μόνοι σας" ο μπαμπάς αρπάζει ένα κριτσίνι από το καλάθι με τα ψωμιά και το φέρνει κοντά στο πρόσωπο της μαμάς. Εκείνη του χαμογελάει γλυκά, ανοίγει τα χείλη της και το δαγκώνει. Ύστερα ο μπαμπάς την φιλάει πεταχτά. 

Έτσι είναι η ευτυχία?

"ΜΠΑΜΠΑ Ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΙΝΣΤΑ ΚΑΙ ΣΤΕΛΝΕΙ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΟΛΓΑ.. ΠΕΣ ΤΟΥ ΚΑΤΙ ΑΛΛΙΩΣ ΘΑ ΤΟΥ ΑΝΟΙΞΩ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ" η αδερφή μου πιο έξαλλη από ποτέ έχει ανέβει πάνω στο τραπέζι, τώρα πηδάει πάνω στον αδερφό μου και προσπαθεί να του αποσπάσει το κινητό της από τα χέρια του. 

"Ζωή σε παρακαλώ πολύ παιδί μου.. τι κάνεις εκεί?" η μαμά είναι απογοητευμένη. "Κατέβα κάτω από τον αδερφό σου τώρα!" προσθέτει και σηκώνεται όρθια από την καρέκλα της με σκοπό να βάλει τέλος στο άγριο σκηνικό που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας. 

"Αν με άκουγε τότε, τίποτα από όλα αυτά δεν θα συνέβαινε τώρα" ο μπαμπάς μιλάει σιγά. 

Τον κοιτάω προσεκτικά. 

Τον ακούω ακόμη πιο προσεκτικά. 

"Του είχα μιλήσει, του είχα πει να μην την αφήσει και αυτός τι έκανε?" 

Στρέφω το βλέμμα μου στο πρόσωπο του αδερφού μου. 

Στο στεναχωρημένο πρόσωπο του αδερφού μου. 

"Εγώ χόρτασα" ο Στέλιος πετάει το κινητό της Ζωής πάνω στο τραπέζι, πετάει την ίδια την Ζωή κάτω από το τραπέζι, σηκώνεται όρθιος, σπρώχνει την μαμά που προσπαθεί να τον παρηγορήσει και απομακρύνεται με γοργό βήμα από την κουζίνα. 

"Τι έγινε?" ρωτάει ο μπαμπάς.

Η μαμά και η Ζωή κοιτούν την οθόνη του κινητού της αδερφής μου. 

"Απλά η Όλγα μόλις έστειλε ότι θα συγκατοικήσει με τον Αλέξανδρο" 

Αμέσως το βλέμμα μου διασταυρώνεται με αυτό του μπαμπά. 

Άραγε έτσι είναι η δυστυχία?

"Πάω να του μιλήσω" ο Άρης σηκώνεται από την καρέκλα του και λίγο πριν φύγει από το τραπέζι, σκύβει και μου ψιθυρίζει: "Υποφέρει ο ένας μου γιος και θα υποφέρει για λίγο καιρό ακόμη. Απλά ας βάλει τέλος στο μαρτύριο του ο άλλος" Αμέσως μετά δυο χείλη αγγίζουν το μέτωπο μου. 


Κοιτάζω το γεμάτο πιάτο μπροστά μου. 

Και αναλογίζομαι..

Ποτέ δεν ήμουν άνθρωπος που έπαιρνε βιαστικές αποφάσεις. 

Πάντα σκεφτόμουν το επόμενο μου βήμα αρκετό καιρό. 

Έτσι μεγάλωσα, έτσι έμαθα. 

Αλλά αυτήν η απόφαση μου με απασχολεί καιρό. 

Και με βασανίζει επίσης ακόμη περισσότερο.

Πρέπει να μπει ένα τέλος. 

"Που πας?" με ρωτάει η μαμά με το που σηκωθώ όρθιος από την καρέκλα μου. 

Την κοιτάζω φευγαλέα. 

Ύστερα βγαίνω από την κουζίνα. 


Βάζω τα παπούτσια μου. 

Παίρνω το παλτό μου και τα κλειδιά στο χέρι μου. 


Πάντως δεν πάω για διάβασμα. 



Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top