Kεφάλαιο 39
Έλλη
Είμαι ευτυχισμένη.
Είμαι πραγματικά πολύ πολύ πολύ ευτυχισμένη.
Χωρίς να υπάρχει λόγος. Είναι από εκείνες τις όμορφες Παρασκευές, που ξυπνάς στο κρεβάτι σου, κάτω από τα πουπουλένια σου σκεπάσματα, τεντώνεσαι, χασμουριέσαι και απλά χαμογελάς. Και στην τελική τι είναι η ευτυχία?
Ρώτησα την μαμά, είπε ότι η ευτυχίας της είμαστε εμείς, η οικογένειας της. Τα καστανά μάτια της βούρκωσαν, τα μικρά ροζ χείλη της χαμογέλασαν. Ρώτησα και τον μπαμπά, σκυθρώπιασε, μου ζήτησε συγγνώμη -χωρίς να ξέρω το γιατί- και ύστερα μου είπε ότι η ευτυχία του είναι το Μαράκι του. Δεν του κρατάω κακία, άλλωστε και η δική μου ευτυχία είναι ο Αιμίλιος μου, ο αρκουδίνος μου.
Κοιτάζω το κινητό μου και τα γουτσουνίστικα μηνύματα που στέλνουμε όλο το βράδυ στο μέσεντζερ και απλά δεν μπορώ να σταματήσω να είμαι ευτυχισμένη και ίσως λιγάκι..
Πίνω ακόμη μια βότκα.
Ναι ίσως είμαι και λίγο μεθυσμένη.
"Σε ευχαριστώ σε ευχαριστώ σε ευχαριστώ" η Νεφέλη με φιλάει στο μάγουλο. Το φιλί της είναι ρουφηχτό και η φωνή της ακούγεται υπερβολικά πολύ χαρούμενη. Ίσως τελικά η ευτυχία να είναι μεταδοτική. Στο τραπέζι απέναντι μου ο Λιάκος πίνει και χαμογελάει, η Ισμήνη τον φιλάει, και όλοι μαζί γελάμε. Μέχρι και η παγοκολώνα έλιωσε. Παιδιά γελάει ο Βύρωνας. Σημειώστε την μέρα.
"Γιατί σε ευχαριστεί το νέφος?" ο Λιάκος πιάνει την Ισμήνη από την μέση και την κολλάει πάνω του. Πριν κόλλησε σε εμένα αλλά για μια στιγμή ονειρεύτηκα τον αρκουδίνο μου με μάτια ανοιχτά να μου κάνει σκηνή και γλίστρησα με τρόπο από την αγκαλιά του φίλου μου.
"Της γνώρισα κάποιον" του απαντώ και του κλείνω παιχνιδιάρικα το μάτι.
"Μην μου πεις.." ο Βύρωνας πίνει λίγο από το ποτό του και κοιτάζει την καινούρια μου κολλητή όλο νόημα. Φαίνεται νέος, ωραίος, και ανέμελος. Είναι η πρώτη φορά που βλέπω τα μαύρα μάτια του να αστράφτουν από χαρά. Ή κάτι έχει συμβεί, ή τον έχουν απαγάγει εξωγήινοι και στην θέση του βάλαν έναν άλλον. Εσείς που ποντάρετε?
"Τον λένε Λεωνίδα, είναι δευτεροετής στην Φαρμακευτική και είναι το άλλο μου μισό" η Νεφέλη με φιλάει ακόμη μια φορά.
Χαμογελάω
Χαμογελάω και πίνω
Ήταν πότε? Πριν μια εβδομάδα που κατέβηκε το μωρό μου με την μαμά του να κάνουν κάτι εξετάσεις. Και βγήκαμε όλοι μαζί. Η κυρία Νίκη, ο αρκουδίνος μου, ο ξάδερφος του ο Λεωνίδας, η Νεφέλη και εγώ.
Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά.
Και ο δικός μου με τον Αιμίλιο πριν ένα χρόνο και κάτι.
Και ο έρωτας της Νεφέλης και του Λεωνίδα πριν μια εβδομάδα.
"Ευκατάστατος?" ρωτάει η Ισμήνη και κλείνει παιχνιδιάρικα το μάτι της στην Νεφέλη.
"Δεν με νοιάζει" της απαντάει η κολλητή μου και της βγάζει την γλώσσα έξω.
Ο Λιάκος ρολλάρει τα μάτια του, η Ισμήνη στραβομουτσουνιάζει και εγώ.. εγώ κοιτάω τον Βύρωνα που γελάει λοξά, κοιτάει την ξανθιά μας φίλη πονηρά και αποτελειώνει το ποτό του με μια γουλιά. Θεέ μου.. αυτός σήμερα θα μεθύσει να μου το θυμηθείτε.
"Κατάλαβα θα μετράει τα κόκκινα κέρματα στο πορτοφόλι για να την βγάζει στο τέλος του μήνα, θα τρώει φαγητό της λέσχης -όχι της Κηφισιάς- και θα μετακινείται με τα πόδια για να μην πληρώνει ταξί"
Χμμ.. ίσως τελικά να υπάρχουν και μερικές κακές στιγμές σε μια ατελείωτη περίοδο ευτυχίας.
Δεν πειράζει όμως, θα βρεθεί κάποιος να την στρώσει.
Λογικά
"Σου έχω πει πόσο πολύ σε γουστάρω?" ο Βύρωνας κοιτάζει την Ισμήνη μες στα μάτια. Εκείνη βγαίνει από την αγκαλιά του Λιάκου, μένει για μια στιγμή να κοιτάζει το μεθυσμένο σκουλήκι εξεταστικά, ύστερα τυλίγει τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του και-
Η κοιλιά μου
Με πονάει η κοιλιά μου
"Να δεις που του την πέφτει" ψιθυρίζει το νέφος στο αυτί μου και μιμείται την ξανθιά μας φίλη που έχει κολλήσει το στόμα της στο αυτί του λόρδου.
Τώρα εμένα αυτή η εικόνα γιατί με ενοχλεί?
Την αρραβωνιάρα δεν την ξέρω καν.
"Κρίμα για την Έλενα" παίρνω τα μάτια μου από πάνω τους και γυρνάω στην κολλητή μου. Είμαι πολύ ευτυχισμένη στην τελική για να ασχοληθώ με κουτσομπολιά. Αυτά σε κάνουν δυστυχισμένη, τα λόγια τρίτων και η ενασχόληση με τα σόσιαλ, έτσι λέει η μαμά.
"Αποκλείεται να την κερατώσει, την κοιτάει και λιώνει, απλά η Ισμήνη δεν μπορεί να το δεχτεί, το ξέρεις ότι τον κυνηγούσε από το σχολείο? Σου λέω κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια"
Ε όχι, ειλικρινά, δεν μπορώ να κρατηθώ.
Τι έχει το μαλακιστήρι για να σε κάνει να κολλήσεις?
Εντάξει είναι όμορφος, και γοητευτικός, και ψηλός, και γυμνασμένος, και είναι και άριστος φοιτητής, τόσο καιρό όμως που κάνουμε μαζί την εργασία της Μακρυδήμα το παιδί δεν.. δεν έχει τρόπους. Είναι αγενής, προσβλητικός και ειρωνικός. Άσε που δεν γελάει ποτέ του, μόνο μειδιάζει. Εκτός βέβαια..
Τους κοιτάζω που απομακρύνονται με τρόπο από κοντά μας.
Εκτός βέβαια από σήμερα.
"Άσε τώρα τον λόρδο και πες μου για τον Λεωνίδα, πώς πήγε το πρώτο ραντεβού?" αλλάζω γρήγορα θέμα. Άλλωστε το σόου τελείωσε, ο Βύρωνας και η Ισμήνη έφυγαν από το τραπέζι.
Και ο προορισμός τους?
Κοιτάζω την Ισμήνη που κάθεται απέναντι μου στον μεγάλο πράσινο καναπέ.
Και η κοιλιά μου πονάει
Ακόμη
Η ψηλή ξανθιά όμορφη της παρέας ήρθε τελευταία στο σπίτι μου. Δεν μου ευχήθηκε καν για το καινούριο μου διαμέρισμα, με το που μπήκε μέσα, εντόπισε τον λόρδο, μου πέταξε ένα κουτί με γλυκά και πήγε άρον άρον να κάτσει δίπλα στον μπουκλάκια. Ο μαλάκ- εε ο Βύρωνας ήθελα να πω- με το που έκατσε δίπλα του η Ισμήνη της χαμογέλασε συνεσταλμένα και σηκώθηκε σαν ελατήριο με την αισχρή δικαιολογία να πάει να βάλει νερό.
Και γιατί ισχυρίζομαι ότι ήταν δικαιολογία και ότι ήταν και αισχρή? Μα είχε μπροστά του δύο λίτρα νερό, έξι μπύρες, ένα μπουκάλι ροζέ κρασί και ένα λευκό ημιαφρώδες. Άσχετα που όταν επέστρεψε..
Έκατσε δίπλα μου, στο μεγάλο ροζ πουφ.
Δίπλα στην κοντή, μικρή, λεπτή, αγύμναστη, πλαδαρή κοπέλα, όπως συνήθως με αποκαλεί.
Τα νεύρα μου
"Να σου βάλω λίγο ακόμη νερό?" τον ρωτάω όλο νόημα, έξυπνος είναι άλλωστε, ελπίζω να το πιάσει.
Ο μπουκλάκιας με κοιτάζει υποτιμητικά.
Μου γνέφει αρνητικά.
"Μήπως λίγο κρασί? Λίγη σαμπάνια? Μια μπύρα έστω" που σιγά μην καταδεχθεί ο εκλεπτυσμένος του λάρυγγας να πιει μπύρα, αυτός καταδέχεται μόνο μοέ και στο τσακίρ κέφι jameson.
"Όσο κολακευτική και αν είσαι ως σερβιτόρα, είμαι στην δυσάρεστη θέση να αρνηθώ την πρόταση σου, είμαι μια χαρά με την περιέρ μου"
Εκπνέω κοφτά
Πώς με είπε?
"Φαντάζομαι δεν ξέρεις τι πάει να πει καλή φιλοξενία" του απαντώ με υφάκι. "Και δεν είμαι σερβιτόρα αλλά οικοδέσποινα" όχι ότι έχω θέμα με τις σερβιτόρες, ο Βύρωνας όμως το κάνει να ακούγεται τόσο υποδεέστερο επάγγελμα, ή μάλλον λάθος, δεν το θεωρεί καν επάγγελμα.
"Γιατί δεν το δοκιμάζεις Ελισάβετ?"
Τον κοιτάω σαν να είναι εξωγήινος.
"Ποιο?"
"Το να δουλέψεις ως σερβιτόρα, ειδικά αν γυμναστείς κιόλας μπορείς να φτάσεις ψηλά, ξέρεις να χτίσεις μια καριέρα"
"Μα έχω ήδη καριέρα"
Δηλαδή τώρα την χτίζω.
"Δεν έχεις καν μια δημοσίευση στην PubMed"
Ο μπουκλάκιας με κοιτάζει λες και είμαι αποτυχημένη.
Άμα ανοίξω το στόμα μου..
"Θα αποκτήσω" του απαντώ με σιγουριά. Δεν θα αναφερθώ στο γεγονός ότι αυτός αν δεν είχε παππού καθηγητή και μητέρα με μετοχές σε ιδιωτική κλινική δεν θα υπήρχε καν σαν ιδέα, είναι πολύ κατώτερο του επιπέδου μου, βαθιά μέσα του όμως το γνωρίζει, πρέπει να το γνωρίζει, ότι δεν θα είχε την θέση που έχει τώρα, σωστά?
"Είσαι τόσο σίγουρη?" ο Βύρωνας μειδιάζει. Κάτι τέτοιες στιγμές που κοιτάζω το σνομπ ύφος του αναπολώ εκείνο το βράδυ, στο circus, που μέθυσε, και που χαμογελούσε, και που-
Τώρα φταίω εγώ να τον κάνω ρόμπα?
Και δεν εννοώ την ιατρική.
"Μαζί δεν κάνουμε την εργασία της Μακρυδήμα?" δεν μπορεί να το ξέχασε, εξάλλου πάει μόνο μια εβδομάδα που έχουμε να βρεθούμε, περιμένουμε σχόλια της καθηγήτριας για να διορθώσουμε το πρώτο μέρος της εργασίας -την βιβλιογραφική ανασκόπηση- δεν μπορεί να ξέχασε την δημοσίευση μας, αυτή που κάνουμε μαζί, το τονίζω το μαζί.
Ο μπουκλάκιας δεν απαντάει, βέβαια ούτε με κοιτάει. Με μάτια καρφωμένα στο ποτήρι του, και χείλη που ανασηκώνονται σε ένα απαλό μειδίαμα, ο Βύρωνας μένει όχι μόνο σιωπηλός, αλλά κυρίως σκεφτικός. Καλό θα του κάνει λίγη σκέψη, ίσως μαζέψει τα αριστοκρατικά σκατά του και συνέλθει. Ίσως πάντα
"Ξέρεις Ελισάβετ.." ο Βύρωνας σπάει επιτέλους την σιωπή και ακουμπάει το χέρι του πίσω από το σώμα μου, το πουφ βουλιάζει, και εγώ επίσης.. μέσα.. μέσα στα μάτια του.. που δηλαδή.. είναι τόσο.. μα τόσο.. και ίσως λίγο.. ή μάλλον πολύ.. ναι είναι πο-πολύ.. το βλέμμα του δηλαδή..
Το βλέμμα του είναι καθηλωτικό, χάνομαι μέσα του.
Τα χείλη του είναι μισάνοιχτα, εύχομαι να τα γευόμουν.
"Δεν ξέρω από που ήρθες, ποια είναι η οικογένεια σου, ποια η περιουσία σου, ποια η κληρονομιά σου, μπορείς να πάρεις όσα αυτοκίνητα θέλεις, όσα διαμερίσματα αγαπάς, μπορείς να κάνεις παρέα με άτομα του κύκλου μου, μου είναι εντελώς αδιάφορο, για την ακρίβεια εσύ μου είσαι εντελώς αδιάφορη"
Μαύρο στο καφέ
Αλαζονεία στον εκνευρισμό
Εκνευρισμός γιατί?
"Όμως βάλε καλά στον νου σου το εξής.. η σχολή μικρή και ανόητη Ελισάβετ είναι δική μου" η φωνή του ψίθυρος, ματώνει το μέσα μου, το χάδι του λεπίδα, σχίζει το δέρμα μου. "Δεν μου ανήκει στα χαρτιά, μου ανήκει ονοματικά, μην ξεχνάς το ποιος είμαι, ποιο είναι το επίθετο μου, ποια η οικογένεια μου, κατάλαβες καλή μου?"
Κάνω τεράστια προσπάθεια να μην βάλω τα κλάματα μπροστά του, επιστρατεύω όση δύναμη έχω και αυτήν που δεν γνώριζα ότι διέθετα για να του χαμογελάσω ψεύτικα. Ο τύπος δεν υπάρχει, αλήθεια σας λέω, δεν μπορεί να πιστεύει όσα λέει, δεν μπορεί να υπάρχει συμφοιτητής μου που να εννοεί αυτές τις μαλακίες που ακούω από τον ηλίθιο μπουκλάκια.
Και ο λόγος που βουρκώνω?
"Τι λέτε εσείς οι δύο?" η φωνή της Ισμήνης με βγάζει από τις σκέψεις μου. Δεν το σκέφτομαι δεύτερη φορά, απομακρύνομαι απευθείας από τον Βύρωνα, σπάω την έντονη οπτική και απτική μας επαφή και -επιτέλους- ανασαίνω ελευθέρα.
Ο μαλάκας παίζει με την ψυχολογία μου.
Ο μπουκλάκιας με διαβάζει και με πιέζει.
Έχει βρει τα αδύναμα σημεία μου και πατάει πάνω τους.
Όλο αυτό γιατί το κάνει όμως?
Και εγώ γιατί στο διάολο του το επιτρέπω?
Στρέφω το πρόσωπο μου αργά αργά προς το μέρος της Ισμήνης και με το που τα καφέ, βουρκωμένα μάτια μου συναντήσουν τα γαλάζια ανήσυχα δικά της..
Δεν θα πιω ποτέ μα ποτέ ξανά.
Όχι αλήθεια, αυτήν την φορά το εννοώ.
Θα μου δίνουν βότκα και θα τους λέω ότι παίρνω αντιβίωση.
"Έλλη αγάπη μου είσαι καλά?" ο Αιμίλιος από την άλλη μεριά του τηλεφώνου ακούγεται πραγματικά ανήσυχος. Την προηγούμενη φορά με είχε αφήσει μόνη, μεθυσμένη και καυλωμ- εε ναι.. αυτό.. στο κλαμπ. Το είχε μετανιώσει. Και εγώ επίσης, του είχα υποσχεθεί ότι δεν θα πιω ποτέ μα ποτέ ξανά. Μα γιατί δεν κράτησα την υπόσχεση μου?
"Συγγνώμη" του ζητάω ειλικρινά συγγνώμη.
Είμαι Αθήνα, είναι Γιάννενα.
Γιατί κάνω μαλακίες?
"Σε παρακαλώ, πήγαινε στο μπάνιο και κάνε εμετό, η αιθυλική αλκοόλη ακολουθεί μηδενική καμπύλη απομάκρυνσης, είναι ο πιο γρήγορος τρόπος να βγει από τον οργανισμό σου"
Θα πάω. Αφού μου το λέει ο αρκουδίνος μου, θα πάω. Αν και.. είμαστε σίγουροι ότι δεν ήπιαμε μπόμπες? Γιατί σε αυτήν την περίπτωση ο πιο γρήγορος τρόπος για να φύγει η μεθυλική αλκοόλη από μέσα μου είναι να πιω αιθυλική.
Απίστευτο?
Και όμως αληθινό.
"Θα σε πάρω μετά τηλέφωνο ναι?"
Περπατάω, πέφτω πάνω σε έναν τύπο, τον διώχνω από μπροστά μου, εκείνος βρίζει, συνεχίζω να περπατάω. Βέβαια τώρα που το σκέφτομαι..
Που είπαμε ότι πάω?
"Θα το θυμηθείς?"
"Ποιο?"
"Αχ Έλλη μου ανησυχώ, που είναι η Νεφέλη?"
Με τον Λεωνίδα.
Ήρθε ο γλυκός μου μες στο άγριο σκοτάδι να την δει.
Ή μπορεί και να ξημέρωσε.
Δεν είμαι σίγουρη.
"Πηδιέται" τον ενημερώνω και παγώνω.
"ΑΠΑΤΑΕΙ ΤΟΝ ΞΑΔΕΡΦΟ ΜΟΥ?"
Τι είπε πριν ο αρκουδίνος μου?
Ποιος είναι ο γρηγορότερος τρόπος να ξεμεθύσει κανείς?
"Έλλη αγάπη μου αν πέφτει κέρατο.."
Απομακρύνω το κινητό από το αυτί μου.
Ακουμπάω το χέρι μου στην ξύλινη πόρτα.
Ο Βύρωνας και η Ισμήνη.
Η Ισμήνη και ο Βύρωνας.
Φιλιούνται
Χουφτώνονται
Μπαλαμουτιάζονται
Η κοιλιά μου
Ο μπουκλάκιας έχει κολλήσει την ξανθούλα πάνω στον μεγάλο καθρέπτη, εκείνη είναι στον αέρα, έχει τα πόδια της τυλιγμένα γύρω από την μέση του, και εκείνος έχει τα χέρια του περασμένα κάτω από την κοντή στενή φούστα της.
Αν πέφτει κέρατο?
Κοιτάζω εναλλάξ μια τον Βύρωνα δίπλα μου, μια την Ισμήνη απέναντι μου.
Εκείνος με κοιτάει απαξιωτικά.
Εκείνη με κοιτάει καχύποπτα.
Σίγουρα πέφτει κέρατο.
Πιο σίγουρα πεθαίνεις.
"Λοιπόν θα πείτε και σε εμάς τι λέτε και γελάτε?" η Ισμήνη επιμένει.
Και η κοιλιά μου συνεχίζει να πονάει.
Πολύ
"Η Ελισάβετ μου έλεγε ότι χτίζει καριέρα γεγονός άκρως ξεκαρδιστικό για αυτό και το γέλιο" ο Βύρωνας στάζει χολή.
Ε άντε μου στο διάολο
Λόρδε του κώλου
"Ξέρετε τι?" κατεβάζω μονορούφι το κρασί μου. "Σαν να βαρέθηκα την ταινία" προσθέτω και πίνω την επόμενη γουλιά απευθείας από το μπουκάλι. "Γιατί δεν παίζουμε τίποτα?" ρωτάω ανοιχτά την παρέα, ωστόσο κοιτάω αποκλειστικά τον μπουκλάκια.
Τώρα να δεις πόσο πολύ θα γελάσεις.
Ελεεινό σκουλήκι της λάσπης.
"Τι παχνίδι?" ρωτάει ο Λιάκος.
"Να παίξουμε αναπτήρα" προτείνει η Νεφέλη.
Λυπάμαι μπι εφ εφ αλλά το σχέδιο είναι άλλο.
"Είχα στο μυαλό μου θάρρος ή αλήθεια"
Ο Βύρωνας με κοιτάζει περίεργα.
"Πόσο είμαστε πέντε?" ρωτάει η Ισμήνη.
"Δεν ξέρω κάνουν σεξ τα πεντάχρονα στις τουαλέτες των κλαμπ?" ψιθυρίζω για να με ακούσει μόνο ο λόρδος.
"Τι είπες?"
Χαμογελάω ύπουλα.
Ο Βύρωνας όντως δεν άκουσε ή κάνει πως δεν άκουσε?
"Εγώ πάντως φιλιά δεν δίνω, το μωρό μου δεν το απατάω" ο Στέφανος είναι απόλυτος. Μιας και μιλάμε για κέρατο..
Πίνω μια γενναιόδωρη γουλιά κρασιού.
Αυτό ήταν, σήμερα θα καταπιεί την γλώσσα του.
Να δούμε μετά πως θα με προσβάλλει.
"Ξεκινάω" τους ανακοινώνω. "Βύρωνα θάρρος ή αλήθεια?"
Γυρνάω απότομα το κεφάλι μου και τον κοιτάω βαθιά μες στα κατασκότεινα μαύρα μάτια του.
Ώρες ώρες αναρωτιέμαι τι ακριβώς γουστάρω μέσα τους.
"Δεν παίζω, δεν είναι του επιπέδου μου" απαντάει η αυτού υψηλότης.
Ναι αλλά το να κερατώνεις την αρραβωνιαστικιά σου με την φίλη σου είναι?
"Τι έτσι ξεκινήσαμε?" ο Λιάκος ανακάθεται ξενερωμένος.
"Γιατί να μην παίξουμε το εγώ ποτέ δεν..?" ο Στέφανος ρίχνει μια ιδέα που με βολεύει εξίσου. "Λογικά θα αρέσει και στον Βύρωνα από την στιγμή που ποτέ του δεν έκανε τίποτα άλλο στην ζωή του πέρα από το να διαβάζει"
Καλά μην παίρνεις και όρκο.
"Πώς παίζεται αυτό?" η Νεφέλη απορεί.
"Λέει κάποιος κάτι που δεν έχει κάνει ποτέ του και αν κάποιος από τους υπόλοιπους το έχει κάνει πίνει ένα σφηνάκι" μας ενημερώνει ο Λιάκος.
"Είναι της τάξης μας αυτό το παιχνίδι?" η Ισμήνη είναι ο ορισμός της σνομπ γκόμενας. "Αν ναι εγώ είμαι μέσα"
"Φέρνω την βότκα και γεμίζω σφηνάκια" τους ανακοινώνω και τρέχω στην κουζίνα για ανεφοδιασμό.
Σήμερα θα του δείξω τα δόντια μου. Τόσο καιρό που με προσβάλλει και δεν του απαντάω θα με έχει περάσει για μαλάκα σίγουρα, αλλά όχι, όχι Βυρωνάκο μου, όχι επειδή είσαι όμορφος, γοητευτικός και σέξυ, όχι να σε αφήσουμε να μας διαλύεις κάθε φορά. Αυτό θα λάβει τέλος. Σήμερα
"Εγώ είπαμε δεν φιλάω καμία ναι?" ο Στέφανος επιμένει. Και καλά κάνει, και άλλοι βέβαια θα έπρεπε να μην κερατώνουν σε αυτήν την παρέα, αλλά έχε χάρη.
"Το καλό που σου θέλω" ο Βύρωνας τον κοιτάζει απειλητικά.
Πόσο υποκριτής Θεέ μου..
"Ξεκινάω" τους ανακοινώνω και κάθομαι ξανά στο ροζ πουφ. "Εγώ ποτέ δεν έχω κάνει κοπάνα από το σχολείο" τους το λέω με περηφάνεια. Όχι βέβαια ότι δεν ήθελα, αλλά η μαμά θα μου έβγαζε το μαλλί τρίχα τρίχα. Η Μαρία είναι πολύ αυστηρή με τους κανόνες της.
Ο Λιάκος πίνει.
Ο Στέφανος επίσης.
"Με την αδερφή μου?" τον ρωτάει ο Βύρωνας με μισόκλειστα μάτια.
Μπα μπα.. μας αρέσει αυτό το παιχνίδι?
Ο Στέφανος χαμογελάει πονηρά.
Ο Βύρωνας αναστενάζει βαριά.
"Εγώ ποτέ δεν έχω κλάσει ποτέ μπροστά σε κάπ-"
"Έλεος" η Ισμήνη διακόπτει τον Λιάκο και παίρνει μια έκφραση αηδίας. "Ας κρατήσουμε ένα επίπεδο τουλάχιστον.. να για παράδειγμα.. εγώ ποτέ δεν έχω στείλει γυμνή φωτογραφία σε κάποιον"
Κοιτάζω το κινητό στο χέρι μου.. θυμάμαι εκείνη την μια φορά που κάναμε σεξτινγκ με τον αρκουδίνο μου.. ή μάλλον.. που προσπαθήσαμε έστω.. διότι γύρισε νωρίτερα η μαμά του από το εργοστάσιο και μας διέκοψε.. του είχα στείλει βέβαια.. μια μικρή και αθώα φωτογραφία που-
Πίνω εγώ.
Πίνει ο Λιάκος.
Πίνει ο Στέφανος.
"Αλήθεια τώρα?" ο Βύρωνας κοιτάζει αηδιασμένος τον ξανθούλη της παρέας.
"Ρε μαλάκα ξεκόλλα" ο Λιάκος την λέει στον μπουκλάκια. "Καμιά ντικ πικ θα ήταν, λες και η Ζωή δεν έχει δει την πούτσα του από κοντά"
Ο Βύρωνας σφίγγει την περιέρ του στο χέρι του σε σημείο που να ασπρίζουν τα δάχτυλα του.
Τώρα αυτή είναι εκδήλωση συναισθήματος?
Αν ναι να σημειώσω την ημερομηνία.
"Λοιπόν σειρά μου.." το νέφος κλείνει το μάτι στον ξανθούλη της παρέας. "Έλα θα σε σώσω.. εγώ ποτέ δεν έχω πάει με κάποιον δέκα χρόνια μεγαλύτερο μου"
Έχω κάνει έρωτα μόνο με τον Αιμίλιο άρα..
Μένω να κοιτάω το σφηνάκι στο χέρι μου.
Μόνο ο Λιάκος πίνει.
Μόνο που δεν είναι αυτό το ζητούμενο του παιχνιδιού.
"Έλα Βυρωνάκο σειρά σου" η Ισμήνη του χαμογελάει τσαχπίνικα.
Βυρωνάκο τον είπε?
Χαμογελάω ύπουλα.
"Πρόσεχε τις προσφωνήσεις σου Ισμήνη" ο τόνος του μπουκλάκια είναι αυστηρός.
Έλα τώρα..
Μεταξύ σας..
"Εγώ ποτέ δεν έχω αντιγράψει σε διαγώνισμα"
Γυρνάω απότομα το κεφάλι μου προς το μέρος του.
Γιατί έφυγε από το θέμα του σεξ?
"Κωλόφυτο" ο Λιάκος πίνει.
Η Νεφέλη, ο Στέφανος, η Ισμήνη τον ακολουθούν.
Δηλαδή μόνο εγώ με το μαλακιστήρι δεν αντιγράψαμε ποτέ?
"Και πάλι σε ευχαριστώ" ο Στέφανος μιλάει στον Βύρωνα συγκεκριμένα.
"Δεν το έκανα για εσένα" ο μπουκλάκιας σκυθρωπιάζει.
Εμ..
Τι έχει παιχτεί εδώ?
"Σειρά μου.." πίνω ξανά κρασί, από το μπουκάλι. Ώρα να μπουν τα πράγματα στην θέση τους και ώρα να πάρει το σκουλήκι την θέση που του αξίζει. Στο χώμα δηλαδή. "Δεν έχω φιλήσει ποτέ την Ισμήνη στο στόμα"
Η ξανθούλα γουρλώνει τα μάτια της.
Ο Στέφανος σκάει στα γέλια.
Η Νεφέλη με κοιτάζει περίεργα.
Ο Λιάκος πίνει ξανά.
Έλεος
Και ο Βύρωνας..
Κοιτάζω έντονα τον μπουκλάκια στα μάτια. Του λέω με το βλέμμα μου αυτό που δεν μπορώ να του πω με το στόμα μου. Το ξέρω ότι την φίλησες, το ξέρω ότι την πήδηξες, το ξέρω ότι την απάτησες. Γιατί δεν πίνεις?
Ο λόρδος κοιτάζει φευγαλέα την Ισμήνη, εκείνη περιμένει, περιμένει μια κίνηση του? Περιμένει μια λέξη του? Σίγουρα περιμένει μια αντίδραση του, μια αντίδραση που δεν έρχεται ποτέ, διότι ο περίφημος, ο ξακουστός, ο μεγάλος Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός, πέρα από ένα φευγαλέο βλέμμα στην Ισμήνη δεν κάνει τίποτα άλλο, δεν πίνει, απλά κάθεται και με κοιτάει.
Με κοιτάει έντονα, με μίσος.
Με κοιτάει έντονα, βαθιά μες στα μάτια.
"Ξέρεις το παιχνίδι αυτό έχει πλάκα όταν όλοι οι παίκτες λένε την αλήθεια"
Δεν είναι ότι υπονοώ κάτι.. του το λέω στα ίσια..
Σχεδόν
"Σου φαίνομαι για άνθρωπος που ψεύδεται?" ο τόνος του κοφτός, το βλέμμα του απαθές.
Με ρωτάει?
Αλήθεια τώρα?
"Ναι πάμε στην επόμενη ερώτηση?" ο Στέφανος στέλνει μηνύματα στο κινητό του. "Σε λίγο θα το διαλύσουμε και έχουμε πει μόνο 5 ερωτήσεις"
"Ναι επόμενη ερώτηση" ο Λιάκος μιλάει, λέει τι δεν έχει κάνει ποτέ στην ζωή του, αλλά δεν τον ακούω. Ούτε εγώ ούτε ο Βύρωνας. Τόση ώρα καθόμαστε κολλητά, κοιτιόμαστε αντικριστά.
Ο άνθρωπος που με έχει προσβάλλει άπειρες φορές, ο άνθρωπος που με έχει κάνει να βουρκώσω τις διπλάσιες, ο άνθρωπος που την βρίσκει με το να με μειώνει, με το να με υποτιμάει, με το να με υποβαθμίζει, κάθεται ακίνητος, αμίλητος και -τι πρωτότυπο- αγέλαστος, να με καρφώνει έντονα, βαθιά μες στα καφέ εκδικητικά μου μάτια.
Δεν είμαι κακός άνθρωπος, δεν μου αρέσει να απειλώ, ούτε να προειδοποιώ, ούτε να αποκαλύπτω μυστικά. Το τι κάνει ο Βύρωνας στην Έλενα με την κάθε Ισμήνη είναι δικό του θέμα, με αυτήν μου την κίνηση όμως υψώνω ανάστημα. Έπρεπε να γίνει αυτό, έπρεπε να του δείξω ότι δεν τον φοβάμαι. Αλλά ούτε αυτός χρειάζεται να φοβάται εμένα, διότι δεν θα το πω πουθενά. Αρκεί να με αφήσει στην ησυχία μου.
"Συνεννοηθήκαμε?" του ψιθυρίζω πάνω στα δυο σαρκώδη του χείλη.
Τα κοιτάζω φευγαλέα, τα κοιτάζω πεινασμένα. Αν δεν ήταν τόσο μαλάκας, θα τον έβαζα σίγουρα στο νούμερο δύο των πιο σέξυ ανδρών. Γιατί την πρώτη θέση την έχει κατακτήσει ο αρκουδίνος μου.
"Δεν σε καταλαβαίνω" ο Βύρωνας πίνει ελάχιστα από την περιέρ του χωρίς να σπάσει την έντονη οπτική μας επαφή. Και όμως.. η σφαγίτιδα που πάλλεται στον λαιμό του μου δίνει να καταλάβω ότι μια χαρά κατανοητή έγινα.
"Φτάνει που ξέρεις ότι ξέρω" του χαμογελάω λοξά.
Έχω το πάνω χέρι.
Και νιώθω υπέροχα.
"Αχ Ελισάβετ.."
Ο Βύρωνας μειδιάζει.
Πίνει και άλλη περιέρ.
"Είσαι μικρή ακόμη.." προσθέτει και μετά από πολλή ώρα κοιτάζει κάπου αλλού εκτός από τα μάτια μου. "Αλλά που θα πάει θα μεγαλώσεις" Τώρα τι μαλακίες λέει? "Και θα δεις.. θα με δεις στην κορυφή.. και δεν θα αναρωτηθείς το πως την κατέκτησα.." η φωνή του είναι απαλή και εξίσου αινιγματική. "Και ξέρεις το γιατί?"
Τον κοιτάω με δυο σχιστά καφέ μάτια.
Που πετούν φωτιές, πύρινες φωτιές.
"Γιατί θα σε πατήσω κάτω, γιατί θα σε διαλύσω, γιατί θα σε αφανίσω, και εσένα και όλους τους υπόλοιπους που θα σταθούν εμπόδιο, μόνο που μαζί σου θα βάλω όλη μου την τέχνη, και μην ανησυχείς, δεν αργεί η στιγμή που θα γίνει αυτό, σύντομα θα με δεις να σε αφήνω πίσω και να προχωράω μπροστά, συνεννοηθήκαμε?"
Δυο μαύρα, απειλητικά κουμπιά στέλνουν ένα ρίγος στο κορμί μου.
Μια φωνή απαλή, αλλά αλαζονική, σιγανή αλλά υποτιμητική, με προειδοποιεί.
Και παρόλο που με κοιτάει με αυτόν τον εξευτελιστικό τρόπο, με τόσο χλευασμό, με τόση έπαρση, και όμως..
Κάτι..
Κάτι μέσα μου..
Στην κοιλιά μου δηλαδή..
Καρφώνω αμέσως το βλέμμα μου στα πόδια μου.
Τι σκατά χτυπάει η καρδιά μου σαν τρελή?
Και γιατί στο διάολο ίδρωσαν τα χέρια μου?
"Έτσι μπράβο" η μισητή φωνή ηχεί σαν καμπανάκι κινδύνου. "Με εμένα δίπλα σου θα σκύβεις το κεφάλι, με εμένα δίπλα σου θα θυμάσαι την θέση σου, και μην ξεχάσεις ποτέ ποια είναι αυτή"
Ο ηλίθιος, ο μαλάκας, ο ελεεινός, ο πιο βλαμμένος άνθρωπος όλου του κόσμου σηκώνεται όρθιος, και αφού χαιρετήσει τους υπόλοιπους μας ανακοινώνει ότι έχει ραντεβού με την αρραβωνιαστικιάτου και πως πρέπει να φύγει.
Δεν τον κοιτάω. Όσο απομακρύνεται από κοντά μου δεν του ρίχνω ούτε μια φευγαλέα ματιά. Δεν είναι ότι τον φοβάμαι, είναι ότι δεν μπορώ να τον ψυχολογήσω. Και αυτό του δίνει ένα μεγάλο προβάδισμα στην μεταξύ μας κόντρα.
Γιατί κόντρα έχουμε.
Κόντρα, μάχη, πόλεμο.
Και ποιος θα βγει νικητής?
Ιδού η απορία
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top