Kεφάλαιο 38
Μιχάλης
Αφήνω το βιβλίο πάνω στο γραφείο, τους μαρκαδόρους πιο δίπλα και κάθομαι αναπαυτικά στην μαύρη δερμάτινη πολυθρόνα μου. Αυτό είναι, αυτό ακριβώς χρειάζομαι μετά από ένα τρίωρο συνεχόμενο μάθημα.. ένα τσιγάρο, ένα ουίσκι και την φωτογραφία της οικογένειας μου ακριβώς μπροστά μου. Και τι δεν θα έδινα να ήταν και το Μαράκι μου εδώ, μαζί μου, ίσως κάτω από το γραφείο γονατιστή να κάνει αυτό που κάνει τέλεια..
Αναστενάζω βαθιά.
Τέτοια ώρα το μωρό μου βασανίζει φοιτητές.
Πίπα μου παίρνει το βράδυ πριν κοιμηθούμε.
Κάθε βράδυ, να σημειωθεί.
Το απαιτώ, και αυτό να σημειωθεί.
"Ήσουν για ακόμη μια φορά απολαυστικότατος" η πόρτα ανοίγει, η Τίνα μπαίνει στο γραφείο μου και η πόρτα κλείνει ξανά. "Δεν χορταίνω να σε ακούω να μιλάς στους τελειόφοιτους για την ζωή μετά τις Πανελλήνιες, δεν τους μαθαίνεις μόνο Βιολογία αλλά και τους κανόνες της ζωής. Δεν είναι τυχαίο που έχουμε τόσους μαθητές κάθε χρόνο, είσαι Θεός!"
Η ψηλή μελαχρινή μεσήλικη πλέον χυμώδης γυναίκα κάνει τον γύρο του γραφείου μου, παραμερίζει την φωτογραφία της Μαρίας μου και κάθεται πάνω στο μαύρο ξύλο. Μάλιστα
Πριν χρόνια μου την έπεσε χοντρά. Της είπα ότι δεν με νοιάζει, θα την απολύσω, τα συμβόλαια είναι για να σπάνε στην τελική. Αλλά ανάθεμα τις γνώσεις της! Τον έχει τον τρόπο της με τα παιδιά, δεν είναι μόνο οι γνωριμίες της που βοήθησαν το φροντιστήριο να κάνει όνομα, είναι και οι τρομερές ικανότητες της. Είναι παιδαγωγός εκτός από προκλητική. Αυτό της το αναγνωρίζω.
"Σου έχω επισημάνει άπειρες φορές ότι εδώ μέσα ντυνόμαστε σεμνά" της το υπενθυμίζω συχνά πυκνά γιατί μέρα παρά μέρα μου σκάει μύτη με κολλητά φορέματα και τακούνια.
"Τι δεν είμαι καλή? Τζιν και ζιβάγκο φοράω" μου απαντάει η μελαχρινή γυναίκα και μου χαμογελάει πονηρά. Κοιτάζω φευγαλέα τις ορθωμένες ρώγες της που διαγράφονται κάτω από το λευκό, λεπτό ύφασμα.
"Όχι όμως σουτιέν, αν έχεις οικονομικό θέμα να μου πεις να σου δώσω αύξηση" ο λόγος μου ειρωνικός, το ύφος μου σκληρό. Δεν της κάθομαι, τι στον πούτσο προσπαθεί τόσα χρόνια? Τόσοι ελεύθεροι καθηγητές πέρασαν από εδώ μέσα, τόσοι της την πέφτουν καθημερινά, ας πάει να γαμηθεί με κάποιον από τους άλλους, εγώ το κάνω μόνο με το κορίτσι μου.
"Δεν θέλω αύξηση.." η Τίνα απομακρύνει με έναν επιδέξιο τρόπο το τσιγάρο από το στόμα μου και το τοποθετεί ανάμεσα στα δυο κατακόκκινα σαρκώδη χείλη της. "Εσένα θέλω και το ξέρεις" μου μιλάει απόλυτα, με κοιτάει προκλητικά.
Χαμογελάω λοξά.
Ειλικρινά τώρα?
"Έχω έξι παιδιά"
Και αν πιάσει το κόλπο θα γίνουν εφτά.
"Δεν με πειράζει, θα μένουν σε εμάς τα σαββατοκύριακα"
Η γυναίκα δεν υπάρχει.
Με γοητεύει η επιμονή της, δεν λέω, αλλά..
"Και το Μαράκι μου?"
Η Τίνα γελάει.
Έχει ρίξει το κεφάλι της πίσω και γελάει.
Ηλίθια
"Θα της δώσουμε διατροφή και το πολύ πολύ να έρθει και στον γάμο μας, αλλά μέχρι εκεί"
Σειρά μου να γελάσω.
Εντάξει, είναι πολύ διασκεδαστική.
"Ωραία η κουβεντούλα μας δεν λέω.." της παίρνω το τσιγάρο πίσω και το αποτελειώνω. "Αλλά με περιμένει το μωρό μου να κάνουμε και άλλο μωρό, Τίνα ώρα να την κάνεις" της κάνω νόημα να φύγει και σηκώνομαι και εγώ να μαζέψω τα πράγματα μου.
Τετάρτη σήμερα, ώρα οχτώ και στο σπίτι έχω μια υπέροχη οικογένεια να με περιμένει. Δεν θα κάτσω να σπαταλήσω τον ελεύθερο χρόνο μου με την φιλόλογο του φροντιστηρίου μου.
"Σε καυλώνει τόσο πολύ?"
Δεν φαντάζεσαι Τινάκι..
Φοράει και αυτά τα ροζ μπουστάκια..
Φοράει και αυτά τα ροζ βρακάκια..
Γαμώ την τύχη μου.
Μου σηκώθηκε
"Δεν φαίνεται πόσο?" της δείχνω την φωτογραφία της οικογένειας μου που διακοσμεί το γραφείο μου. Είμαστε το Μαράκι μου, εγώ και τα έξι μας αγγελούδια την ημέρα που γεννήθηκε η μπέμπα. Η πρώτη μας φωτογραφία όλοι μαζί, και οι οχτώ. Και πόσο γουστάρω να γίνουμε εννιά δεν λέγεται.
"Μπορεί τα προφυλακτικά να ήταν ελαττωματικά ή-"
"Μπαμπά ενοχλώ?"
Η πόρτα ανοίγει, η Έλλη μπαίνει μέσα.
Παγώνω στιγμιαία.
"Τι κάνεις εσύ εδώ?" απορώ έντρομος και κοιτάω το ρολόι μου. Κάτι δεν πάει καλά, τέτοια ώρα θα έπρεπε ή να είναι στην σχολή ή έξω με την παρέα της ή μπροστά στο λαπτοπ να μιλάει με το σαμιαμίδι που πήγε και βρήκε για γκόμενο.
Στην σκέψη του και μόνο ανακατεύομαι.. ακούς εκεί.. Αιμίλιος.. 1,65 με τα χέρια στην ανάταση.. οδοντογλυφίδα με γυαλιά και σπυριά.. κάθε δεύτερη λέξη που λέει είναι μαμά και κάθε τρίτη διάβασμα.. και εντάξει.. οι περισσότεροι της ιατρικής έτσι είναι.. άβγαλτοι με ένα βιβλίο στο χέρι.. αλλά εμείς πήγαμε και βρήκαμε τον χειρότερο από όλους..
Θέλει λέει να την πάρει να πάνε Ελβετία για ειδικότητα.
Αυτός, η Έλλη και η μάνα του από κοντά.
Γελάω
Δεν μεγάλωσα εγώ την πριγκίπισσα μου για να μου την πάρει το σαμιαμίδι! Ένα χρόνο την άφησα να κάνει το καπρίτσιο της στα Γιάννενα, μετά την έφερα Αθήνα. Εδώ, στο λεκανοπέδιο, μες στο σπίτι να βλέπω με ποιους συναναστρέφεται.
Δεν ήρθε ακόμη η μέρα που θα χάσω τον έλεγχο της οικογένειας μου, και ούτε πρόκειται να έρθει και ποτέ. Τα πράγματα τα κατευθύνω εγώ, τα γεγονότα επίσης. Χρόνια τώρα.
"Τελείωσα το μάθημα και ήρθα να σε πάρω να πάμε μια βόλτα" η μεγάλη μου κόρη με κοιτάει όλο νάζι. Ύποπτο "Δεσποινίς Τίνα πως είστε? Όλα καλά?" η Έλλη μου στρέφει την προσοχή της στην συνάδελφο μου και την χαιρετάει όλο γλύκα.
Όλα τα καλά έχει αυτή η κοπέλα, κόρη μου άλλωστε, το τονίζω το μου, ένα μόνο δεν υποφέρεται. Η αφέλεια της. Είναι καρμπόν η μαμά της, μικρόσωμη, γλυκιά, διαβαστερή και ευκολόπιστη. Τι και αν προσπάθησα άπειρες φορές να της εξηγήσω ότι οι άνθρωποι δεν είναι αυτό που δείχνουν ? Τίποτα εκείνη, όλο ναι λέει, και όλο τέρας ειλικρίνειας είναι.
"Κοριτσάκι μου γλυκό, δεν σου είπα να μου μιλάς στον ενικό?" η Τίνα την αγκαλιάζει σφιχτά και η κοράκλα μου ανταποδίδει. "Εξάλλου εμείς είπαμε είμαστε φίλες ναι γλυκιά μου?"
Να την χέσω την γαμημένη την φιλία τους. Η Τίνα την πλησιάζει με σκοπό να την υιοθετήσει κάποια στιγμή, και η Έλλη πιστεύει ότι είναι πολύ τυχερή που έχει μια πραγματική φίλη να της λέει τα γκομενικά. Και έχω πει άπειρες φορές στην Μαρία να κάθεται να τα συζητάει εκείνη μαζί της, αλλά τι λέω ο καψερός? Το κορίτσι μου δεν θέλει να ακούει για έρωτες πριν το πτυχίο.
Τα νεύρα μου
Και που να της πω ότι η Αναστασία τα έχει με δυο τύπους ταυτόχρονα, με έναν συμμαθητή της και έναν φοιτητή του Μαθηματικού. Και προς Θεού, μην φανταστείτε ούτε λεπτό ότι η μικρή μου τα ξέρασε αυτά, απλά ο ντέντεκτιβ που την παρακολουθεί ενίοτε είναι πολύ καλός στην δουλειά του, πάνω από όλα διακριτικός, τέρμα επαγγελματίας. Χαλάλι τα χιλιάρικα που του δίνω, χαλάλι.
"Τινάκι θα μου επιτρέψεις να σου κλέψω τον μπαμπά" η Έλλη απομακρύνεται από την αγκαλιά της μελαχρινής γυναίκας. "Ήρθα να τον πάρω να πάμε μια βόλτα στο Κολωνάκι"
Βόλτα.
Στο Κολωνάκι.
Τετάρτη στις 8 το βράδυ.
Με όλους τους υπόλοιπους να μας περιμένουν σπίτι για φαγητό.
Θέλει να φύγει από το σπίτι.
Τον Σπύρο μου μέσα γαμώ.
"Τι και εγώ να μην έρθω μαζί σας?" η Τίνα γυρνάει και με κοιτάει όλο νόημα. "Ξέρεις μωρό μου με τον μπαμπά είμαστε πολύ καλοί φίλοι, τι θα έλεγες να-"
"Τίνα έξω" της το ξεκόβω και ξεκινάω να μαζεύω τα πράγματα μου. Όχι όχι, δεν θα δεχτώ η κόρη μου να πάει να μείνει σε άλλο σπίτι στο κέντρο. Τόσο χώρο έχουμε στο δικό μας, αυτές είναι περιττές πολυτέλειες και υπέρμετρη δυσκολία στο να την ελέγχω.
Και αν την πλησιάσει ξανά αυτό το παμπόνηρο κουράδι, ο δεύτερος γιος του Άρη? Η δικιά μου τα βλέπει όλα ροζ, θα της έρθει από εκεί που δεν το περιμένει με τον Βυρωνάκο. Πρέπει να την προστατεύσω.
"Μα γιατί να μην έρθω και εγώ μαζί σας?" η φιλόλογος μου είναι σαν να μου ζητάει απόλυση. "Θυμάστε που βγήκαμε τις προάλλες για ποτό οι τρεις μας?" φυσικά και θυμάμαι, η Έλλη επέμενε.
Τι σας είπα?
Αφελής
"Και θυμάστε τι ωραία που είχαμε περάσει?"
Αυτό ειδικά θα μου μείνει αξέχαστο.
Τρία βράδια μετά κοιμόμουν στο πάτωμα.
Το Μαράκι μου όταν θυμώνει γίνεται πυρ και μανία.
Να θυμηθώ να μην την εκνευρίσω ποτέ ξανά στο μέλλον.
"Τινάκι μου σήμερα α ήθελα να έχω τον μπαμπάκα κατά αποκλειστικότητα" η Έλλη χαμογελάει όλο νάζι. "Έχουμε καιρό να βγουμε οι δυο μας, και είναι και κάτι που θέλω να του δείξω, οπότε καταλαβαίνεις.."
Ναι μωρό μου, αυτή καταλαβαίνει, εσύ όμως?
Η Τίνα δεν συμπαθεί εσένα, αλλά εμένα.
Πόσο πιο ξεκάθαρο να στο κάνει πια?
Την κοιτάω με την άκρη του ματιού μου που φιλάει την Τίνα σταυρωτά, της χαμογελάει αληθινά και της δείχνει και το βραχιόλι που της έκανε δώρο το σαμιαμίδι για τον ένα χρόνο που κλείσανε. Πέντε ευρώ από τα πανηγύρια την στιγμή που εγώ μια ζωή την είχα με διαμάντια.
Αλλά δεν θα χωρίσουν?
Με τόση απόσταση μεταξύ τους?
Τους δίνω δύο μήνες.
Το πολύ
Το πάρα-πάρα πολύ
"Και τώρα στρίψε δεξιά"
Η Έλλη μου έχει μισή ώρα που μου δίνει οδηγίες.
"Και τώρα αριστερά.."
"Και τώρα ευθεία.."
"Και τώρα όπου βρίσκεις παρκάρεις"
Κόβω ταχύτητα και κοιτάω δεξιά και αριστερά για πάρκινγκ. Αλλά πού να το βρω? Τετάρτη βράδυ καράκεντρο, που χώρος να παρκάρω τo audi? Θα σας πω εγώ.. ΠΟΥΘΕΝΑ
"Τι κάνουμε εδώ?" την ρωτάω αν και ήδη γνωρίζω την απάντηση. Είδα και το αυτοκίνητο του πατέρα μου παρκαρισμένο μπροστά από μια πολυκατοικία, δεν θέλει και πολύ να καταλάβεις τι παίζει. Αδυναμία της έχει άλλωστε. Η Έλλη μου είναι το πρώτο εγγόνι που έκανε το όνειρο του πραγματικότητα, πέρασε Ιατρική. Και αν κρίνω από τα επόμενα, λογικά θα είναι και το μοναδικό.
"Θέλω να σου δείξω κάτι.." η κοράκλα μου δεν με κοιτάει, αντιθέτως έχει στρίψει το βλέμμα της από την άλλη και χαμογελάει πονηρά.
Ναι μωρό μου, εγώ σε γέννησα.
Δεν μπορείς να κρυφτείς από τον μπαμπά.
"Εδώ μόνο σπίτια έχει" της απαντώ και τραβάω χειρόφρενο. Το άφησα μπροστά από μια πολυκατοικία με αλαρμ. Δεν θα αργήσουμε πολύ, θα ανέβουμε πάνω, θα δούμε το διαμέρισμα που της νοίκιασε ο παππούς της, θα της πω ότι θα το συζητήσουμε όλοι μαζί στο σπίτι, θα φύγουμε και στην επιστροφή θα μου πει ότι δεν πρόκειται να φύγει από το σπίτι μας. Θα την αναγκάσω εγώ, τον έχω τον τρόπο μου άλλωστε.
"Τι λες καλέ μπαμπά? Έχει και ιατρεία!" μου αποκρίνεται η Έλλη μου μες στην τρελή χαρά και βγαίνει γρήγορα από το αυτοκίνητο.
Μάλιστα, της έταξε και ιατρείο ο μαλάκας.
Τώρα αυτό πως το αντιμετωπίζουμε?
"Τι να το κάνεις εσύ μωρό μου το ιατρείο?" την ρωτάω και περνάω το χέρι μου πίσω από τους ώμους της. "Έχεις άλλα πέντε χρόνια μέχρι να τελειώσεις την σχολή και μετά θα πάτε με τον Αιμίλιο μας στο εξωτερικό για ειδικότητα" της ρίχνω την μπηχτή για να κόψω αντίδραση.
"Ε... ναι.. ο αρκουδίνος μου το θέλει πολύ.. αλλά άμα δει το σπίτι και το ιατρείο.." η Έλλη μου έχει μια ελπίδα βαθιά μες στα καστανά ματάκια της. "Μπορεί και να αλλάξει γνώμη και να μείνουμε Αθήνα μαζί!" Α θα το σπιτώσουμε κιόλας το σαμιαμίδι.
Τουλάχιστον η μικρή έχει δεύτερες σκέψεις για το εξωτερικό.
Καλό αυτό
"Ωραίο ασανσέρ ε μπαμπά?" η Έλλη με το που μπούμε μέσα στο διάφανο ορθογώνιο κουτί με κοιτάει όλο νάζι. Με τόση γλύκα δεν με έχει κοιτάξει συνολικά 19 χρόνια τώρα. Αν συνεχίσει έτσι θα μου είναι πολύ δύσκολο να την μεταπείσω, πατέρας της είμαι άλλωστε και της έχω και αδυναμία.
"Ναι μωρό μου είναι τέλειο και παίζει και μουσική" της απαντώ και σκέφτομαι χίλιους δυο τρόπους να την αποθαρρύνω από το να έρθει να μείνει εδώ. Θα ξεκινήσω με το θέμα της υγείας της, το αποφάσισα.
Ήταν δεκαέξι χρονών όταν την πόνεσε για πρώτη φορά τόσο πολύ η κοιλίτσα της. Και δεν είχε καν περίοδο. Την πήγαμε αμέσως στο νοσοκομείο, σκωληκοειδίτιδα σκεφτήκαμε, και εμείς και οι γιατροί, αλλά όχι, οργανικά ήταν καλά. Ψυχικά όμως?
Οι πόνοι στην κοιλιά της συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Τα ψάξαμε όλα, κάναμε στο σύνολο εφτά χειρουργεία και αμέτρητες εξετάσεις. Οι γιατροί είπαν ότι δεν έχει τίποτα. Ή μάλλον όχι, άγχος είπαν. Το μωρό μου αγχώνεται και το πονάει η κοιλίτσα του σε σημείο να μην μπορεί να αναπνεύσει. Ενίοτε κόβονται και τα γονατάκια της.
Κάποια στιγμή αλλάξαμε ειδικότητα, από τους χειρουργούς πήγαμε στους ψυχιάτρους και τους ψυχολόγους για να αντιμετωπίσει η μικρή μου πριγκίπισσα το θέμα της. Ούτε τα αγχολυτικά βοήθησαν, ούτε οι συνεδρίες. Οι κρίσεις άγχους συνεχίζονται, η κοιλίτσα της την πιάνει αραιά και που, και πεθαίνω στην ιδέα η κόρη μου να πονάει και να μην είμαι δίπλα της.
Να πονάει το παιδί και να μην είναι ο πατέρας του εκεί?
Είμαστε σοβαροί?
"Εδώ είμαστε" η Έλλη μου τοποθετεί το κλειδί στην κλειδαριά, το γυρνάει και η πόρτα ανοίγει.
"Επιτέλους φτάσατε" στο οπτικό μου πεδίο εμφανίζεται ο μαλάκας, στην τελική για όλα αυτός φταίει, αν δεν είχε τον φίλο του να νοικιάζει αυτό το στούντιο..
"Παππού στον έφερα" η κόρη μου τρέχει χαρούμενη στην αγκαλιά του Σπύρου και εκείνος την φιλάει γλυκά στο κεφαλάκι της.
Κοιτάζω προσεκτικά γύρω μου. Ο χώρος είναι τεράστιος και ενιαίος. Το κρεβάτι είναι απλά ένα στρώμα πάνω σε ένα υπερυψωμένο ξύλο, το καθιστικό αποτελείται από δύο καναπέδες πράσινου χρώματος με ένα γυάλινο τραπεζάκι στο κέντρο. Λίγο πιο πέρα υπάρχει ένα καφέ ανοιχτό κομμάτι ξύλου, που χρησιμεύει για γραφείο λογικά με μερικά ράφια στον τοίχο να δίνουν στυλ και άποψη στον χώρο.
Η κουζίνα είναι μεγάλη, ο μαρμάρινος πάγκος στο κέντρο της πιάνει πολύ χώρο, και τα σκαμπό γύρω του φαίνονται σαν μυρμηγκάκια. Και τέλος, το τεράστιο παράθυρο, είναι ουσιαστικά ο ένας τοίχος του σπιτιού, και αν παρατηρώ καλά..
Έχει και θέα.
Μάλιστα
"Λοιπόν πως σου φαίνεται?" ο πατέρας μου μου δίνει ένα ποτήρι σαμπάνιας και μου κλείνει συνωμοτικά το μάτι του.
"Ακριβό" του απαντώ και πίνω λίγο από το ροζ υγρό.
Θα παίξω και το χαρτί της οικονομικής δυσπραγίας.
"Μην σε νοιάζουν τα έξοδα μπαμπά, ο παππούς είπε θα τα αναλάβει όλα εκείνος" η μικρή μου δίνει ένα φιλί στο μάγουλο του Σπύρου και εκείνος ανταποδίδει. Τώρα φταίω εγώ να της πω ότι όταν είπα στον μαλάκα ότι θα ερχόταν το αστέρι μου στην ζωή μου, είπε να το ρίξουμε?
"Και αν πρόσεξες η πολυκατοικία αυτή επικοινωνεί άμεσα με την δίπλα, η οποία έχει μόνο δικηγορικά γραφεία και ιατρεία, το διαμέρισμα πάει πακέτο με έναν υπέροχο χώρο που μπορεί να γίνει το μελλοντικό ιατρείο της Έλλης μας. Μιχάλη τι λες? Θα είναι το δώρο μου για τις Πανελλήνιες"
Σφίγγω δόντια και αναρωτιέμαι για πόσο καιρό ακόμη θα την ακούμε αυτήν την μαλακία. Στην αρχή οι κούκλες της μπάρμπι ήταν δώρο για τα γενέθλια της. Μετά τα ρούχα, τα παπούτσια και τα καλλυντικά ήταν δώρο για τους βαθμούς της. Τα κινητά που της χάριζε κάθε χρόνο ήταν δώρα για την γιορτή της. Από τότε που έγραψε καλά στις Πανελλήνιες η μικρή μου, έχουμε αυτοκίνητο, ρούχα, παπούτσια, όλα δώρα για τα 19 χιλιάδες μόρια.
Και τώρα αυτό.
Ολόκληρο διαμέρισμα.
"Και τι ενοίκιο θα δίνεις?" τον ρωτάω και πίνω και άλλη σαμπάνια. Που τα βρίσκει στην τελική τόσα λεφτά? Από τότε που μου μεταβίβασε τα φροντιστήρια και αποσύρθηκε από την εκπαίδευση δεν κάνει τίποτα όλη μέρα, που και που παίζει στο χρηματιστήριο. Όλοι χάνουν από αυτό, μόνο ο μαλάκας κερδίζει?
"Ενοίκιο?" ο Σπύρος γελάει.
"Καλέ μπαμπά το αγοράσαμε!" η Έλλη είναι τρισευτυχισμένη.
Πνίγομαι με την σαμπάνια στο στόμα.
Τι το αγοράσαμε?
Ποιος το αγόρασε το κέρατο μου μέσα?
"Στο όνομα της πρώτης μου εγγονής" ο Σπύρος φιλάει ξανά το κεφαλάκι της πριγκίπισσας μου. "Με πολλή, πολλή, πολλή αγάπη από τον πιο περήφανο παππού σε όλη την Ελλάδα"
Θα τρελαθώ.
Θα πάρω φόρα και θα πέσω από τον δέκατο.
"Επιστροφές δέχονται?" η ερώτηση βγαίνει χωρίς να το ελέγξω από μέσα μου.
"Τι λες καλέ μπαμπά!" η Έλλη μου γελάει με την ψυχή της.
Τουλάχιστον είναι χαρούμενη η μικρή μου.
"Μόνο μην μου πεις ότι δεν σου αρέσει, ο ιδιοκτήτης είχε δώσει τα χέρια με άλλον, τον γιο από έναν βουλευτή και δεν ξέρεις τι μέσα έβαλα για να το δώσει σε εμάς.." ο πατέρας μου δείχνει πραγματικά σαν να γύρισε μόλις από τις πιο σκληρές διαπραγματεύσεις.
Κατάλαβα.
Δεν την γλιτώνουμε την μετακόμιση δηλαδή.
"Και θα μπορείς να ζεις μακριά από τον μπαμπάκα?" ρωτάω την Έλλη μου και την κοιτάω με το πιο πληγωμένο βλέμμα που διαθέτω.
Δεν είναι μόνο αυτό βέβαια, η μικρή θα φέρνει το σαμιαμίδι εδώ μέσα και δεν θα μπορώ να τους ελέγχω. Για να μην μιλήσω για το άλλο το κουράδι που ένα μήνα τώρα ταλαιπωρεί το κοριτσάκι μου με αυτήν την κωλοεργασία. Και όσο έρχονταν στο σπίτι μου, τον απειλούσα με τον τρόπο μου και όλα μέλι γάλα.
Μετά όμως απαίτησε το μαλακισμένο να πάνε στο δικό του σπίτι, και οκ, πήγαινα και εγώ με το πρόσχημα ότι θα πίναμε καμιά μπύρα με τον Άρη. Που μόνο μπύρα δεν πίναμε, εγώ είχα τον νου μου να μην πάθει τίποτα η πριγκίπισσα μου, διότι τα βλέπω τα ματάκια της μετά από κάθε συνάντηση με τον μαλάκα, είναι βουρκωμένα.
Και όποιος πληγώνει την δική μου την κόρη..
Όμως από τότε που γύρισε η μικρή μου από τα Γιάννενα που είχε πάει το τριήμερο της 28ης για να δει το σαμιαμίδι, ο Βύρωνας με την Έλλη συναντιούνται έξω σε μια καφετέρια στην Κηφισιά. Τι σόι εργασία κάνουν μες στην βαβούρα ένας Θεός ξέρει. Πάντως ο Λάμπρος, που τους παρακολούθησε κανά δυο φορές είπε ότι πάλι η μικρή βούρκωσε. Το μαλακιστήρι
Κάτσε να τελειώσει αυτή η εργασία και δεν θα ξέρει από που θα του έρθει..
Διότι ένα είναι σίγουρο..
Δεν τα βάζει κανείς με την κόρη του Μιχάλη.
"Θα μας πας εσύ αύριο στο σχολείο μπαμπά?" με ρωτάει ο Χάρης, ο μικρός μου γιος.
Κοιτάζω τα καταπράσινα μάτια του και λιώνω μέσα τους.
Πώς μπορεί να τους πει κανείς όχι?
"Αφού εγώ δεν σας πάω κάθε πρωί?" τον ρωτάω και τον σκεπάζω με την κουβέρτα του μπομπ σφουγγαράκη.
"Ναι αλλά σήμερα μας πήγε η Κωνσταντίνα" η φωνή του μικρού βγαίνει όλο παράπονο από μέσα του.
"Και εγώ που νόμιζα ότι την αγαπάς την νταντά σου" του λέω την αλήθεια, η Κωνσταντίνα, φοιτήτρια στο πολυτεχνείο, είναι το πιο αξιαγάπητο πλάσμα που πέρασε ποτέ από εδώ μέσα. Έχει τον τρόπο της με τα παιδιά, ειδικά με την Αλίκη που θα την βαφτίσει κιόλας.
"Ναι αλλά αγαπάω και εσένα και δεν σε βλέπω συχνά" ψυχή μου όμορφη..
"Είχα λίγες δουλειές τελευταία αγόρι μου" όπως το να βάλω σε τάξη τα άτομα που περιτριγυρίζουν τις αδερφές σου.
"Και τις τελείωσες?" ο μικρός με κοιτάει με δυο γουρλωμένα καταπράσινα ματάκια. Όχι ακριβώς.. ο Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός -μη χέσω- και η τούρμπο S του είναι πιο δυνατοί αντίπαλοι από ότι υπολόγιζα.
"Ξέρεις τι?" κάθομαι στην άκρη από το μικρό κρεβατάκι και παίρνω τον μπομπ στα χέρια μου. "Το σαββατοκύριακο έλεγα να πάμε μαζί στο εξοχικό, εσύ, ο Σπύρος, ο Πέτρος και εγώ, να παίξουμε μπάλα, να φάμε παγωτό και να πάμε στα άλογα, θέλεις?"
Ο Χάρης αμέσως ενθουσιάζεται.
"Στο εξοχικό?"
Του γνέφω θετικά.
"Να δούμε τα άλογα?"
Του γνέφω ξανά θετικά.
"Θα με αφήσεις να ανέβω κιόλας?"
"Ναι αλλά δεν θα το πούμε στην μαμά ναι αγόρι μου?" διότι η Μαρία μου την θεωρεί πολύ επικίνδυνη την ιππασία, από τότε που η Αναστασία έπεσε από τον Κεραυνό και έσπασε το πόδι της όλο μη και μη είναι.
"Σύμφωνοι" ο Χάρης μου δίνει το μικρό χεράκι του.
Το κλείνω στο τεράστιο δικό μου και του κλείνω συνωμοτικά και το μάτι.
Αυτό το σαββατοκύριακο θα είναι ανδρική υπόθεση.
"Νομίζω είχαμε πει ότι δεν φέρνουμε την δουλειά στην κρεβατοκάμαρα" υπενθυμίζω στο μωρό μου και γλιστράω το χέρι μου κάτω από την ροζ σατέν ρόμπα της.
"Βρε αγάπη μου πρέπει να βγάλω τους βαθμούς για τους επί πτυχίω" το Μαράκι μου διώχνει το χέρι μου από πάνω της και επιστρέφει στην χαρτούρα που έχει απλώσει μπροστά της πάνω στο υπέρδιπλο κρεβάτι μας.
"Και πόσοι είναι? Δύο τρεις? Πόσο θα σου πάρει ακόμη?" της γκρινιάζω και την χουφτώνω ξανά γιατί στην τελική αυτή η ώρα είναι για εμάς, όχι για τους φοιτητές της.
"Τι λες? Πενήντα άτομα χρωστάνε Βιολογία και είναι στο πτυχίο, και η γραμματεία θέλει μέχρι αύριο τους βαθμούς, Μιχάλη μου πρέπει να δείξεις κατανόηση"
ΠΕΝΗΝΤΑ?
Ο Χριστός
"Εγώ λέω να τους περάσεις όλους" να δούνε και αυτοί οι καημένοι το πτυχίο κάποια στιγμή. Διότι κάθε φορά που πάω από το εργαστήριο της, τα μικρά με κοιτάνε και πονάνε. Ένας μάλιστα, γύρω στα 25, έχει τρία χρόνια που δίνει το μάθημα της Μαρίας και δεν μπορεί να το περάσει, μου είπε να κάνουμε περισσότερο σεξ μήπως και γλυκάνει.
Γέλασα
Και που να του λεγα ότι το κάνουμε σε καθημερινή βάση.
"Ποιον να περάσω ρε Μιχάλη ποιον?" το κορίτσι μου έχει πιάσει μια κόλλα στα χέρια της και μου την δείχνει. "Αυτόν που στην ερώτηση για το οπερόνιο της λακτόζης μου απάντησε ότι έχει δυσανεξία στην λακτόζη και δεν δέχεται να αναλύσει το θέμα? Αμ ο άλλος? Που στην ερώτηση για την αντιγραφή έγραψε ότι είναι η μόνη λύση για να περάσει κανείς το μάθημα μου? Για να μην σου πω και το κορυφαίο.. ξέρεις τι βρήκα στο γραπτό του 15766?" η Μαρία με κοιτάει με ψηλά τα φρύδια της. Προφυλακτικό?
"Δέκα πενηντάρικα, κατάλαβες? Ήθελε να με χρηματίσει το ζώον! Αλλά φυσικά! Έτσι έχουν μάθει να δουλεύουν μερικοί. Αλλά αν δει αυτός πτυχίο τα επόμενα δύο χρόνια εμένα να μην με λένε Μαρία" η αγάπη μου έχει κοκκινίσει από τα νεύρα της, σαν ντοματούλα έχει γίνει.
"Καλά κόψε τους αλλά κάντο αύριο το πρωί" της λέω και σημειώνω στην άκρη του μυαλού μου να μετατρέψω όλα τα τριάρια και τα τεσσάρια σε πεντάρια πριν στείλει το μωρό μου το email με τις βαθμολογίες των γραπτών στην γραμματεία.
"Ναι καλά" η Μαρία μου με διώχνει από πάνω της, μετακινεί το μικροσκοπικό σωματάκι της στην άκρη του κρεβατιού και συνεχίζει να διορθώνει τα γραπτά, να τα κοκκινίζει δηλαδή. "Η γραμματεία με πιέζει, αγάπη μου δεν.. δεν έχει σήμερα.. ξέρεις.."
Την κοιτάω με μάτια μισόκλειστα.
Όχι, όχι δεν ξέρω τίποτα.
"Τι δεν έχει?" την ρωτάω με αισθησιακή φωνή και σηκώνω την ρόμπα της ψηλά στην μέση της έτσι ώστε να φανεί το πεταχτό κωλαράκι της. Και φοράει και το αγαπημένο μου εσώρουχο. Ροζ με την hello kitty από πίσω.
Το αγαπώ
Την αγαπώ
"Ρε Μιχάλη!" το μωρό μου κουνάει το κωλαράκι της για να σταματήσω να το δαγκώνω. "Έχω δουλειά σου λέω!"
ΤΗΝ ΓΑΜΗΜΈΝΗ ΜΟΥ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ
ΤΟΥΣ ΕΠΙ ΠΤΥΧΙΩ ΤΟ ΚΕΡΑΤΟ ΜΟΥ ΓΑΜΩ
Κάνω μια απότομη κίνηση και πετάω όλα τα γραπτά στο πάτωμα.
"Τώρα όμως δεν έχεις δουλειά" της λέω και την γυρνάω από την άλλη έτσι ώστε το μωρό μου να είναι πλέον από κάτω μου.
Η Μαρία μου με κοιτάει με δυο γουρλωμένα ματάκια.
"Τι έκανες? Μιχάλη! Θεέ μου! Αν έχουν μπερδευτεί τα γραπτά των παιδιών..?"
"Ναι τι?" την ρωτάω και χώνω το πρόσωπο μου στο στήθος της.
Τι και αν είναι μικρό?
Είναι τέλειο.
"Πώς θα τα διορθώσω? Πώς θα ξέρω ποιο ανήκει σε ποιον? Μιχάλη άσε με! Θα σε σκοτώσω!"
Παίρνω την ρώγα της στο στόμα μου και ξεκινάω να την πιπιλάω με δύναμη.
"Βάλε σε όλους πέντε να τελειώνουμε, τώρα είναι η ώρα για γαμήσι"
Νιώθω το σωματάκι του μωρού μου να παγώνει από κάτω μου.
"Θα φέρω το πιπέρι από την κουζίνα.." με απειλεί?
"Θα σε πηδήξω τόσο άγρια που δεν θα μπορείς να πάρεις τα πόδια σου" της υπόσχομαι και κατεβάζω την φόρμα μου για να απελευθερώσω την στύση μου.
"Τόσα χρόνια πέρασαν και δεν με βαρέθηκες ακόμη?" με ρωτάει το μωρό μου και τυλίγει τα χεράκια της γύρω από την πλάτη μου.
Καρφώνω έντονα το βλέμμα μου πάνω στο δικό της.
Πράσινο στο καφέ.
Εμμονή στην αγάπη.
"Να σε βαρεθώ?" την ρωτάω και κολλάω τα χείλη μου στα δικά της.
Γελάω
Γελάω αληθινά
Αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ.
Ποτέ των ποτών.
Ποτέ μα ποτέ.
Εγώ και η Μαρία μου θα είμαστε ένα.
Για πάντα.
Για πάντα μαζί.
Πάντα και παντού μαζί.
Εξάλλου δεν μπορεί να γίνει τίποτα που να μας χωρίσει.
Σωστά?
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top