Kεφάλαιο 33

Βύρωνας

"Λοιπόν μαμά.." στέκομαι μπροστά από την μητέρα μου και φτιάχνω το διαμαντένιο κολιέ που κάποτε της έκαναν δώρο τα πεθερικά της έτσι ώστε αυτό να είναι σε απόλυτη συμμετρία στον μακρύ, γυμνό λαιμό της. "Θέλω να είσαι γλυκιά και επικοινωνιακή, θέλω να συστηθείς σε όποιον έρθει να σε χαιρετήσει ως μητέρα του αρραβωνιαστικού της κόρης του Θεόφιλου, κατά προτίμηση μην δώσεις πολλές λεπτομέρειες, να αφήνεις πάντα ένα μυστήριο να πλανάται στην ατμόσφαιρα" 

Η μαμά νεύει θετικά. 

Ο μπαμπάς γρυλίζει.

Ο Στέλιος ρεύεται. 

Ήμαρτον

"Να ξέρεις ο Θεόφιλος σε συμπαθεί πολύ" της υπενθυμίζω ότι είναι κάτι παραπάνω από συνεργάτες μήπως και γλυκάνει κάπως απέναντι του, διότι τόσο καιρό την επηρεάζει ο Άρης και είναι άκρως σφιγμένη με τον μέλλοντα πεθερό μου. "Να έχεις τον μπαμπά συνέχεια αγκαζέ και να τον σταματάς κάθε φορά που πάει να βρίσει ή πάει να κάνει κάτι απρεπές, ναι?" 

"Ναι μωρό μου" η μαμά μου ευτυχώς για το δικό μου καλό συμφωνεί και στρώνει καλύτερα το σμαραγδί μεταξένιο φόρεμα πάνω της. 

"Ναι μωρό μου" ο μπαμπάς μιμείται την φωνή της κοροϊδευτικά. "Αν μου έρθει να κατουρήσωμπορώ να πάω τουαλέτα ή θα χρειαστεί να ξαλαφρώσω μέσα σε καμία γλάστρα?" προσθέτει μες στην ειρωνείακαι προσπαθεί να φτιάξει το παπιγιόν που του αγόρασα ειδικά για την σημερινή περίσταση. 

Μάλιστα

Δεν αρχίζει καλά το βράδυ μας

"Δεν θα ήθελα να δώσω συνέχεια στην εριστική σου διάθεση μπαμπά, ωστόσο πρέπει να προσέχεις" κάνω δύο βήματα στο πλάι και πλέον στέκομαι απέναντι από τον άνδρα που με γέννησε. Μαύρο στο μαύρο, θυμός στον θυμό. "Σήμερα απαιτώ να λάβει τέλος η φήμη που σε θέλει να είσαι αντίθετος με τον γάμο μου, η φήμη που σε θέλει να μην συμπαθείς την Έλενα και την οικογένεια της και -αλίμονο- η φήμη που σε θέλει να είσαι ανώριμος, χυδαίος και διεκδικητικός με την μαμά στον κάθε ένα που έρχεται να σας χαιρετήσει, συνεννοηθήκαμε?" 

Κοιτάω τον μπαμπά βαθιά και έντονα μες στα μάτια και του δίνω να καταλάβει ότι δεν έχει τα περιθώρια για οποιαδήποτε λανθασμένη κίνηση, όχι σήμερα, όχι στην δεξίωση που παραθέτουν οι γονείς της μνηστής μου για την χρυσή τους επέτειο. 

"Άρα να φανταστώ δεν μπορώ να κατουρήσω στις γλάστρες δηλαδή?" ο μπαμπάς μιλάει με το τσιγάρο σφηνωμένο ανάμεσα στα χείλη του, τα χέρια του ακόμη παλεύουν με τον μαύρο φιόγκο. 

"ΜΑΜΑ" υψώνω ελάχιστα στον τόνο της φωνής μου, κάτι που δεν συνηθίζω να κάνω, αλλά η συγκεκριμένη οικογένεια είναι ικανή να σε φέρει στα όρια σου σε απειροελάχιστο χρόνο. "Πες του κάτι, θα παρεκτραπώ και θα κάνω κάτι το οποίο δεν θέλω" 

Εννοώ να κάνω τα χαρτιά μου για να πάρει την κηδεμονία ο παππούς, βέβαια μετά θα έχω να αντιμετωπίσω την κοινωνική κριτική του κύκλου μου, αλλά μακροπρόθεσμα το όλο εγχείρημα είμαι σίγουρος ότι θα λειτουργήσει υπέρ μου. 

"Ναι θα μου κλάσεις τα αρχίδια" ο μπαμπάς βωμολοχεί, για ακόμη μια φορά. 

Γυρνάω απότομα το κεφάλι μου προς την Άννα και με το που το μαύρο των ματιών μου συναντήσει το πράσινο των δικών της, εκείνη αντιλαμβάνεται την οργή μου, μου νεύει θετικά, πιάνει αγκαζέ τον μπαμπά, και τον τραβάει να σταθούν λίγο πιο δίπλα μες στο σαλόνι. 

Ευτυχώς Θεέ μου..

Υπάρχει ακόμη ελπίδα για αυτήν την οικογένεια..

Σηκώνω το βλέμμα μου πάνω στο πρόσωπο του Στέλιου.

Ή μπορεί και όχι..

Ο μεγάλος μου αδερφός, μια φτηνή απομίμηση του Άρη, στέκεται δίπλα στην μπεζ δερμάτινη πολυθρόνα με ένα στριφτό τσιγάρο στο στόμα. Τα τρεμάμενα χέρια του πασχίζουν εδώ και ώρα να κουμπώσουν τα μικρά, λευκά κουμπιά του πουκαμίσου του. Έλεος, πάλι μεθυσμένος είναι?

"Πόσο ήπιες?" τον ρωτάω αυστηρά και κάνω κίνηση να δω την ώρα στον αριστερό καρπό μου. Είναι μόλις 8 παρά είκοσι, θα πάθω εγκεφαλικό. "Δεν σου είπα ότι σήμερα θέλω να προσπαθήσεις να φερθείς σαν άνθρωπος? Το ξέρω σου είναι εξαιρετικά δύσκολο αν σκεφτείς ότι απουσιάζουν παντελώς οι νευρικές συνάψεις από τον συρρικνωμένο λόγω αλκοόλ εγκέφαλο σου αλλά-"

"Πόσο καιρό έχεις να τραβήξεις μαλακία?" ο Στέλιος με διακόπτει και φυσάει τον καπνό πάνω στο πρόσωπο μου. Έλεος

Κλείνω αυτόματα τα μάτια μου και ξεκινάω να βήχω. Δεν συμπαθώ το κάπνισμα, ούτε και τους καπνιστές. Από μικρός δήλωνα συμμετοχή σε όλες τις αντικαπνιστικές εκστρατείες στις οποίες λάμβανε μέρος το σχολείο μου. Επίσης, έψαχνα και έβρισκα τα τσιγάρα του Άρη και τα έκοβα με το ψαλίδι σε μικρά μικρά κομματάκια για να μην μπορεί να καπνίσει. 

Ένα πακέτο ισοδυναμεί με μια μετάλλαξηστο DNA. 

Δύο πακέτα την ημέρα, δύο μεταλλάξεις. 

Και αν το ανάγουμε στο έτος?

Καλή διαμονή στην ογκολογική κλινική. 

"Εσύ πόσο καιρό έχεις να υπάρξεις νηφάλιος μου λες?" τον ρωτάω και ακουμπάω το ένα μου χέρι στο μέτωπο του για να υπολογίσω την θερμοκρασία του σώματος του, ενώ με το άλλο ψηλαφώ τον σφυγμό την αριστερή κερκιδική του. Εντάξει σήμερα είμαστε σε καλά επίπεδατουλάχιστον, καμία σχέση με τις προάλλες που ήρθε ξημερώματα στο σπίτι με υποθερμία και εντελώς αδύναμο σφυγμό, ακόμη και στην καρωτίδα. 

"Δεν με παρατάς ρε μαλακισμένο?" ο Στέλιος φανερά εκνευρισμένος, κάνει μια απότομη κίνηση και διώχνει τα χέρια μου από πάνω του.

"Σε παράτησε η Όλγα, αν σε παρατήσω και εγώ μετά ποιον θα έχεις?" τον χτυπάω στο σημείο που πονάει, αλλά ο συγκεκριμένος δεν καταλαβαίνει αλλιώς. Το να του υπενθυμίζω αραιά και που ότι όταν πήγε Λονδίνο πέρυσι τον Σεπτέμβριο η ξανθούλα τον άδειασε εντελώς, τον φέρνει στην θέση του.. έστω αυτήν που έχει

Ο Στέλιος στο άκουσμα του ονόματος της μοναδικής κοπέλας για την οποία κάποτε ένιωσε κάτι, παγώνει. Μόνο για στιγμή, γιατί το αμέσως επόμενο λεπτό μισοκλείνει τα βλέφαρα του, κλείνει το στόμα του, βγάζει έναν περίεργο ήχο, το ανοίγει ξανά και-

"Εύχομαι να παντρευτείς να σηκωθείς να φύγεις από εδώ μέσα να σταματήσεις να μου σπας τα αρχίδια" μου λέει με φανερή την αηδία στην χροιά της φωνής του. Σηκώνω το δεξί μου χέρι και σκουπίζω το σάλιο του από το πρόσωπο μου. 

Με έφτυσε στα μούτρα! 

Το κάθαρμα!

"Για να το κάνω αυτό πρέπει να είσαι τύπος και υπογραμμόςέστω για μια ώρα σήμερα" του απαντώ και σημειώνω στην άκρη του μυαλού μου να πάω να κάνω εξετάσεις για σου μου νου. Το σάλιο του Στέλιου ήρθε σε επαφή με τον επιπεφυκότα του αριστερού μου ματιού. Κινδυνεύω.

"Και μετά θα με αφήσεις στην ησυχία μου?" με ρωτάει ο μεγάλος μου αδερφός. Ποια ησυχία αγόρι μου, που από τότε που γύρισες από Λονδίνο μια μέρα καλά δεν έχεις υπάρξει!

"Αν δεν θέλεις δεν θα σου λέω ούτε καλημέρα" που εντάξει, μεσημέρι ξυπνάει, δεν πιάνεται η υπόσχεση αυτή. 

"Ωωω μαλάκα μου δεν μπορώ να πω όχι σε αυτό" 

Τον κοιτάω σαν να είναι εξωγήινος. 


Εμένα είπε μαλάκα?


"Ο Στέφανος μόλις μου έστειλε μήνυμα ότι ξεκίνησαν" η Ζωή μπαίνει τρέχοντας στο σαλόνι πάνω σε κάτι δωδεκάποντα. "Πώς θα πάμε? Με ένα αυτοκίνητο? Ή με δύο?" 

Καρφώνω τα μάτια μου πάνω στην αδερφή μου. Εντάξει, είναι πανέμορφη. Μοιάζει με την θεά Αφροδίτη μες στο σκούρο μπλε εφαρμοστό φόρεμα που της αγόρασα ειδικά για σήμερα. Με το που το είδε το πρωί ρίχτηκε στην αγκαλιά μου. Εννοείται την απομάκρυνα αμέσως, δεν αγαπώ αυτού του είδους τις εκδηλώσεις τρυφερότητας. Βασικά, δεν πιστεύω στην τρυφερότητα.

Με την Ζωή είμαστε αρκετά δεμένοι. Μπορεί να μιλάει πολύ, και μερικές φορές να λέει χαζομάρες, αλλά τουλάχιστον είναι υπάκουη. Μεγάλο προσόν αυτό για μια γυναίκα. Δεν είναι ότι δεν μαλώνουμε ποτέ, αλλά μετά από κάθε διαφωνία μας, της εξηγώ που έκανε λάθος και το θέμα λύνεται. Απλά, λιτά και όμορφα. 

"Εγώ θα πάω με το δικό μου" ο Στέλιος σβήνει το αποτσίγαρο στο τασάκι που είναι πάνω στο τραπέζι και ψάχνει με το βλέμμα του τα κλειδιά του αμαξιού του. 

Τοποθετώ το χέρι μου βαθιά στην τσέπη μου έως ότου αυτό έρθει σε επαφή με το κρύο μέταλλο και χαμογελάω στραβά. Δεν θα είσαι με τα καλά σου που θα σε αφήσω να οδηγήσεις μεθυσμένος, δεν τρελάθηκα ακόμη.

"Μπαμπά, μαμά, εγώ με την Ζωή θα πάμε με τον Στέλιο, εσείς ελάτε με το δικό σας και γυρνάμε όλοι μαζί" τους ανακοινώνω τον τρόπο με τον οποίο θα κατανεμηθούμε στα δύο αυτοκίνητα. Εξάλλου ο αδερφός μου μια ώρα θα κάτσει, μετά θα πάει να βρει την παρέα του, την αφρόκρεμα του Μαθηματικού και θα πάνε να πιουν όλο τον Βόσπορο μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. 

"Ναι πάμε όμως γιατί ο Στεφανούκος μου περιμένει" η Ζωή μου κάνει νόημα να βιαστώ. 

"Ο Στεφανούκος σου ένα βράδυ δεν μπορεί να μείνει μακριά σου?" την ρωτάει ενοχλημένος ο Άρης. "Τι στον πούτσο.. αυτός έναν χρόνο στην σχολή δεν βρήκε καμιά γκόμενα να μας αφήσει και εμάς στην ησυχία μας?" 

Να βρει γκόμενα από την σχολή ε?

Μειδιάζω

Εντάξει, το παραδέχομαι, δεν ήταν και η καλύτερη μέρα της ζωής μου όταν με πήρε ο παππούς τηλέφωνο να μου πει ότι η γιαγιά Στέλλα πέτυχε την Ζωή και τον Στέφανο να φιλιούνται με πάθος στην μέση του εμπορικού. Και ήταν πόσο η αδερφή μου? Ούτε τα δεκαέξι δεν είχε κλείσει. Το ίδιο βράδυ το συζήτησα με την Ζωή, της είπα ότι δεν αρμόζουν στην τάξη μας τέτοιου είδους  εκδηλώσεις, αλλά η μικρή είχε από πάντα το μυαλό της πάνω από το κεφάλι της. 

Για να μην τα πολυλογώ αναγκάστηκα να αποδεχτώ το γεγονός ότι η μικρή μου αδερφή έχει συνάψει ερωτική σχέση με τον Στέφανο. Και από την στιγμή που δεν μπόρεσε να τους χωρίσει ούτε ο Άρης, ούτε ο Στέλιος, εγώ ανέλαβα να αποθαρρύνω όλες τις επίδοξες φοιτήτριες ιατρικής -και όχι μόνο- που εδώ και έναν χρόνο δείχνουν υπέρμετρο ενδιαφέρον για τον παιδικό μου γνωστό. Όποια πλησιάζει τον Στέφανο δηλαδή, από την επόμενη μέρα δεν πατάει ξανά το πόδι της στο αμφιθέατρο. Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο. Και διαθέτω πολλούς. 

"ΡΕ ΜΠΑΜΠΑ" η Ζωή και μόνο στην σκέψη του Στέφανου με μια άλλη γίνεται ίδια με το χρώμα των ματιών της, πράσινη δηλαδή. Μην ανησυχείς καλή μου, δεν πρόκειται να σε αφήσει, δεν θα το επιτρέψω εγώ

"Ναι πάμε όμως?" τους δείχνω την έξοδο του σπιτιού. Η ώρα έχει πάει οχτώ και εμείς ακόμη ασχολούμαστε με τα μεθύσια του Στέλιου και τους έρωτες της Ζωής. 

"Μισό δεν βρίσκω τα κλειδιά μου" ο αδερφός μου ψάχνει ακόμη. Ναι καλά

"Εγώ θα οδηγήσω" του ανακοινώνω και του κουνάω τα μπρελόκ στον αέρα. Ο Στέλιος με το που δει τα κλειδιά του στα χέρια μου, θυμώνει αμέσως. Κάνει μια απότομη κίνηση να τα αρπάξει και-

Τον αποφεύγω με μαεστρία. 

"Μήπως να μην έρθουμε εγώ με τον Στέλιο?" η μαμά βγαίνει από την κουζίνα κρατώντας έναν ελληνικό καφέ στα χέρια της. "Βρε μπουμπουκάκι μου πάλι τα ίδια? Δεν έχουμε πει χίλιες φορές ότι το αλκοόλ δεν μας προσφέρει τίποτα? Πιες λίγο γλυκό καφέ μήπως και συνέλθεις" 

Κουνάω αποδοκιμαστικά το κεφάλι μου. Συζητήσεις, συζητήσεις και πάλι συζητήσεις. Ο άνθρωπος δεν παίρνει από λόγια, τι δεν καταλαβαίνει η Άννα? Ας τον κλειδώσει για έναν μήνα στο δωμάτιο του μήπως και συνέλθει, αν και το αποκλείω. Η μόνη λύση είναι να τα βρει ξανά με την Όλγα, πράγμα που για να συμβεί απαιτεί πρώτα να επιστρέψει η ξανθούλα στα πάτρια εδάφη. Σε δύο χρόνια δηλαδή. Και μέχρι τότε.. 

"Δεν θα σταθεί εμπόδιο για την κοινωνική μου άνοδο η απαράδεκτη συμπεριφορά του Στέλιου" ανοίγω την πόρτα του σπιτιού και κάνω νόημα στην Ζωή να εξέλθει. "Και για τελευταία φορά, δεν ζητάω συχνά χάρες, σήμερα όμως δεν γίνεται διαφορετικά, θα πάμε όλοι στην δεξίωση, θα φερθούμε κόσμια και πολιτισμένα, ναι ξέρω άγνωστες λέξεις για τον μπαμπά και τον Στέλιο, αλλά τι να κάνουμε μερικές φορές η προσποίηση είναι η μόνη λύση" 

Η μαμά με κοιτάει φευγαλέα με ένα βλέμμα προβληματισμού, ο Στέλιος πίνει μονορούφι τον καφέ του και ταυτόχρονα μου κάνει κωλοδάχτυλο, την στιγμή που η Ζωή τραβάει την άκρη του σακακιού μου για να φύγουμε. Ναι εκεί θα είναι ο Στέφανος, θα σε περιμένει, χαλάρωσε. 

"Τι λάθος έχω κάνει με αυτό το παιδί?" ο μπαμπάς μιλάει μόνος του όσο μαζεύει το πορτοφόλι του, τα κλειδιά του, τα τσιγάρα του και το κινητό του πάνω από το μικρό τραπεζάκι. Κάθε φορά που αντικρίζω το σκούρο καφέ έπιπλο αηδιάζω. Ήταν πριν μισό χρόνο που ήρθα νωρίτερα από την σχολή στο σπίτι και πέτυχα τον Άρη να έχει στριμώξει την Άννα πάνω σε αυτό. Ο μπαμπάς θώπευε την μαμά και την φιλούσε σαν να μην υπάρχει αύριο. Σε τι οικογένεια μεγαλώνω Θεέ μου!

"Μισό Βύρωνα" νιώθω το χέρι της μαμάς πάνω στο μπράτσο μου, με σταμάτησε λίγο πριν ακολουθήσω τον Στέλιο έξω από το σπίτι. 

"Τώρα πρέπει?" την ρωτάω εκνευρισμένος. "Έχουμε αργήσει πολύ" 

"Και θα αργήσουμε και άλλο" ο μπαμπάς κοιτάει από πάνω μέχρι κάτω την μαμά με το γνωστό του πονηρό βλέμμα. "Φύγετε εσείς και εμείς θα έρθουμε σε καμία ώρα" 

Δεν υπάρχει έλεος. 

Δεν υπάρχει σωτηρία. 

Δεν υπάρχει μέρα που να μην συνευρεθούν αυτοί οι δύο. 

"Εγώ θέλω εσύ να είσαι καλά" η μαμά αδιαφορεί για το υπονοούμενο του Άρη και αγκαλιάζει με τα απαλά, ζεστά χέρια της το πρόσωπο μου. "Άσε τον μπαμπά, άσε τον Στέλιο, άσε εμάς, αν σήμερα σε συνοδεύσουμε στην δεξίωση, εσύ, θα είσαι ευτυχισμένος μπουμπουκάκι μου?" 

Καρφώνω έντονα τα μάτια μου στα πράσινα δικά της. 

Τι εννοεί.. ότι δεν είμαι ήδη ευτυχισμένος?

"Μαμά τελείωνε με τα δράματα, πάρε τον μπαμπά και ελάτε στην δεξίωση χωρίς καμία καθυστέρηση" αγγίζω με τα χέρια μου τα δικά της και τα απομακρύνω από το πρόσωπο μου. Μια ζωή αυτή η γυναίκα ανησυχεί για το αν είναι ευτυχισμένα τα μπουμπούκια της, έλεος, ας ασχοληθεί με τον Στέλιο, εγώ και η Ζωή είμαστε κάτι παραπάνω από καλά. 

"ΑΝΤΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ Ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ" η αδερφή μου ωρύεται από τον διάδρομο.

Ναι μόνο ο Στέφανος περιμένει..

"Την γαμημένη την τύχη μου γαμώ" ο μπαμπάς μουρμουρίζει. "Με τον γιο του πούστη του Μάνου γαμώ" προσθέτει και λίγο πριν βγω από το σπίτι γυρνάω και τον κοιτάω να κατεβάζει μονορούφι ένα ποτήρι ουίσκι. 

Κουνάω αποδοκιμαστικά το κεφάλι μου. 

Πέρασε πόσος καιρός και ακόμη να το αποδεχτεί.

Όχι ότι πρόκειται και ποτέ του δηλαδή.




"Έλα κόψε τις μαλακίες και δώσε μου τα κλειδιά" ο αδερφός μου στέκεται βράχος μπροστά από την πόρτα του οδηγού της μπέμπας του. Έχει ανοίξει και την παλάμη του και περιμένει να του δώσω το μπρελόκ που με τέχνη κατάφερα να βουτήξω όσο τον θερμομετρούσα πριν. 

"Βύρωνα μην τολμήσεις θα σκοτωθούμε" η Ζωή είναι με το μέρος μου, ευτυχώς. 

"Δεν κατάλαβα" ο Στέλιος κοιτάει μια εμένα και μια την αδερφή μας εναλλάξ. "Από πότε είστε σε συμμαχία εσείς οι δύο?" 

"Από τότε που νοιαζόμαστε για εσένα και δεν θέλουμε να πάθεις τίποτα το κακό" η Ζωή τον πιάνει από τον λαιμό του πουκαμίσου του και τον τραβάει να πάει να κάτσει στο πίσω κάθισμα. 

"Και άλλο κακό να πάθει?" ψιθυρίζω στον εαυτό μου. Τον άφησε η Όλγα, το μόνο καλό που θα μπορούσε να του συμβεί, αν και ανώριμη η ξανθούλα, επιπόλαιος ο Στέλιος, ο ένας βοηθούσε τον άλλον με έναν περίεργο, ακαταλαβίστικο τρόπο. 

"Τι είπες εσύ ρε μαλάκα?" ο Στέλιος σταματάει απότομα και με κοιτάει δολοφονικά. 

"Λέω να κάτσεις μπροστά" ανοίγω την πόρτα του οδηγού και μπαίνω μέσα. Εντάξει, η Ζωή δεν έχει ιδέα από οδήγηση, και ο συνοδηγός επιβάλλεται να βοηθάει τον οδηγό όταν του κληθεί. Όχι ότι χρειάζομαι κάποια ιδιαίτερη βοήθεια, απλά σε περίπτωση που.

"Ίου" η αδερφή μου με το που κλείσει την πόρτα πίσω της ξεκινάει να γκρινιάζει. "Στέλιο ιου ιου ιου ιου ιου τι είναι αυτό? Προφυλακτικό?" Κοιτάω μέσα από τον καθρέπτη την αδερφή μου και πατάω το μπουτόν για να ανοίξει η πόρτα του γκαράζ. Όντως, η μικρή κρατάει στο χέρι της ένα χρησιμοποιημένο, κίτρινο προφυλακτικό. 

"Πρώτη φορά βλέπεις?" την ειρωνεύεται ο Στέλιος και ξεκινάει να στρίβει τσιγάρο. "Ο φλώρος σου τι, δεν ξέρει πως φοριέται?"

Ανοίγω αμέσως όλα τα παράθυρα. 

Το παθητικό κάπνισμα είναι εξίσου βλαβερό. 

"Να μην σε νοιάζει τι κάνουμε με τον Στέφανο γελοίε, εσύ μπορείς να μου πεις όμως τι στο διάολο νομίζεις ότι κάνεις? Έφυγε η Όλγα και πως την έχει δει? Θα πηδήξεις όλη την Αθήνα μέχρι να γυρίσει? Και Βύρωνα κλείσε τα παράθυρα, θα μου χαλάσει το μαλλί, δυο ώρες το έφτιαχνε η μαμά, Θεέ μου, τα αδέρφια μου είναι ηλίθια"

Στο άκουσμα του ονόματος της πρώην του ο Στέλιος ρίχνει μπουνιά στο ταμπλό. Αδιαφορώ για την επερχόμενη έκρηξη του αδερφού μου και καρφώνω τα μάτια μου στον δρόμο. Η οδήγηση ελλοχεύει αμέτρητους κινδύνους και αυτήν την στιγμή στο αυτοκίνητο δεν είμαι μόνος μου, είναι και η οικογένεια μου μαζί, έχω ευθύνη

"ΔΕΝ ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙΣ ΝΑ ΛΕΣ ΤΟ ΠΟΥΣΤΙΚΟ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ? ΠΩΣ ΤΗΝ ΕΧΕΙΣ ΔΕΙ ΔΗΛΑΔΗ ΘΑ ΜΑΣ ΠΡΗΖΕΙΣ ΤΑ ΑΡΧΙΔΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΓΑΜΗΜΕΝΗ ΤΗΝ ΦΙΛΗ ΣΟΥ ΓΙΑ ΚΑΙΡΌ ΑΚΟΜΗ? ΑΝ ΣΟΥ ΛΕΙΠΕΙ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ ΣΤΗΝ ΤΕΛΙΚΉ ΝΑ ΣΟΥ ΚΛΈΙΣΩ ΕΓΩ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΛΟΝΔΙΝΟ ΝΑ ΞΕΚΟΥΜΠΗΣΤΕΙΣ ΝΑ ΜΗΝ ΜΑΣ ΤΗΝ ΘΥΜΙΖΕΙΣ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΠΑΜΕ ΝΑ ΤΗΝ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ" ο Στέλιος φωνάζει σαν τρελός, καπνίζει σαν μανιακός. 

Κοιτιόμαστε με την Ζωή μέσω του καθρέπτη όλο νόημα, και συμφωνούμε άηχα να μην δώσουμε συνέχεια στο παραλήρημα του. Δεν φταίει αυτός στην τελική, όχι, απλά είναι ακόμη πολύ ανώριμος για να διαχειριστεί οποιαδήποτε κατάσταση, σημαντική και ασήμαντη. 

"ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΝΑ ΠΕΙΣ ΚΑΤΙ? ΔΕΝ ΘΑ ΜΕ ΒΡΙΣΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΝΑ ΣΟΥ ΚΛΕΙΣΩ ΤΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΝΑ ΣΚΑΣΩ? ΚΑΤΙ ΤΟ ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ?" ο Στέλιος προκαλεί την Ζωή, η αδερφή μου όμως συνεχίζει να κοιτάει έξω από το παράθυρο αδιαφορώντας για το ξέσπασμα του. Μπόρα είναι θα περάσει, υπήρξαν πολλές τον τελευταίο χρόνο άλλωστε. 

"Πολύ ωραία λοιπόν.." ο Στέλιος γυρνάει το σώμα του προς τα πίσω και φυσάει τον καπνό του πάνω στην Ζωή. "Κάπου στο πίσω κάθισμα υπάρχει ένα σκισμένο μαύρο στρινγκάκι, ψάξε βρες το, είναι της φίλης σου της Αγάπης, την πήδηξα χτες"

Σφίγγω με δύναμη τα δάχτυλα μου γύρω από το τιμόνι έως ότου σταματήσει η κυκλοφορία στις φλέβες μου και αυτά γίνουν λευκά. Την πιέζει, την πιέζει πολύ. Του λείπει η ένταση, η σχέση του με την Όλγα ήταν ζωτικής σημασίας για τον αδερφό μου άσχετα με το αν δεν ήταν πάντα στα καλύτερα τους. Και τώρα, έναν χρόνο μακριά της, προσπαθεί να γεμίσει το κενό μέσα του με αλκοόλ, σεξ και καυγάδες. Να πάει με την ανήλικη φίλη της Ζωής όμως?

Εντάξει και εγώ είχα κάποιες περιστασιακές συνευρέσεις όταν ήμουν στο Λύκειο με την Αφροδίτη, άλλη φίλη της αδερφής μου αυτή, αλλά με το που επισημοποιήσαμε την σχέση μας με την Έλενα άφησα πίσω μου όλες τις προηγούμενες ερωτικές συντρόφους μου. Πλέον είμαι πολύ προσεκτικός, δεν πρέπει να μαθευτεί τίποτα στον κύκλο μου. Για ένα όνομα ζούμε στην τελική. 

"ΕΙΣΑΙ ΕΝΑ ΕΛΕΕΙΝΟ ΣΚΟΥΛΗΚΙ ΤΗΣ ΛΑΣΠΗΣ" η αδερφή μου βούρκωσε. "ΤΟΣΕΣ, ΤΟΣΕΣ ΓΚΟΜΕΝΕΣ ΑΠΕΛΠΙΣΜΕΝΕΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ, ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΤΗΝ ΠΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΦΙΛΗ ΜΟΥ? ΠΑΩ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΘΑ ΣΕ ΕΡΩΤΕΥΤΕΙ, ΘΑ ΤΗΣ ΦΕΡΘΕΙΣ ΑΙΣΧΡΑ ΚΑΙ ΘΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΙ ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΗ, ΘΕΕ ΜΟΥ, ΘΑ ΜΕΙΝΩ ΧΩΡΙΣ ΦΙΛΕΣ" 

Εντάξει, τώρα η Ζωή υπερβάλει.

Σιγά μην υπάρξει συνέχεια από την μεριά του Στέλιου. 

"ΘΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΑΝΑΦΕΡΕΙΣ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ?" 

"ΠΟΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ?"

"ΤΗΝ ΟΛΓΑ ΓΑΜΩ" ο αδερφός μου με το που πει το όνομα της ξανθούλας, αμέσως παγώνει, ρίχνει ακόμη μια μπουνιά στο ταμπλό και συνεχίζει να βρίζει από μέσα του. "ΕΣΥ ΦΤΑΙΣ ΠΟΥ ΜΟΥ ΤΗΝ ΘΥΜΙΣΕΣ" ο Στέλιος γυρνάει και κοιτάει την Ζωή. "ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΣΟΥ ΤΩΡΑ" απαιτεί και η αδερφή μας αναστενάζει βαριά. 

"Ξέρεις Στέλιο κάποια στιγμή πρέπει να ενηλικιωθείς" η Ζωή πάει με τα νερά του και του δίνει το ασημένιο iPhone της. "Δεν ανέβασε τίποτα καινούριο, να ξέρεις" τον ενημερώνει και πέφτει αγανακτισμένη στο κάθισμα πίσω. Ώστε θέλει πάλι να κατασκοπεύσει τον λογαριασμό της Όλγας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ε? Λυπηρό

Κοιτάω με την άκρη του ματιού μου τον αδερφό μου που έχει καρφώσει το βλέμμα του σε μια μικρή, ορθογώνια οθόνη. Δεν είναι μόνο ότι πρέπει να ενηλικιωθεί, οφείλει να συνηθίσει να ζει και μακριά από την Όλγα, γιατί τον τελευταίο χρόνο..

Απλά επιβιώνει. 




"Είσαι υπέροχη" της λέω την αλήθεια, ακουμπάω το χέρι μου χαμηλά στην γυμνή της πλάτη και φιλάω απαλά το μέτωπο της μνηστής μου. 

"Σε ευχαριστώ πολύ και εσύ είναι πανέμορφος" μου απαντάει εκείνη και αγγίζει ελαφρά με τα μακριά, λεπτά της δάχτυλα τα πέτο του μαύρου μου σακακιού. "Το κοστούμι αυτό είναι τέλειο, καινούριο?" με ρωτάει όλο νάζι. 

"Ναι μου το πήρε μια οπτασία από Νέα Υόρκη" παίζω το παιχνίδι της και μας μετακινώ λίγο πιο δίπλα, μακριά από τα αμέτρητα μάτια του κόσμου. "Δεν νομίζω να την έχεις ακουστά.."

Η Έλενα κοκκινίζει ελαφρά, μου χαμογελάει γλυκά. "Ώστε οπτασία ε?" 

Αφήνω το βλέμμα μου να ταξιδέψει πάνω στο καλλίγραμμοσώμα της. Είναι ψηλή, με μακριά ξανθά μαλλιά, υπέροχα γαλάζια μάτια και τρομερές αναλογίες. Το μακρύ λευκό μεταξωτό φόρεμα της αγκαλιάζει γλυκά τις ελάχιστες καμπύλες της.

Η γυμνή της πλάτη σε προκαλεί να αφήσεις αμέτρητα φιλιά πάνω της, το σκίσιμο του λευκού υφάσματος αποκαλύπτει το ατελείωτο πόδι της. Το ψηλό, λεπτό πέδιλο της προσδίδει μια φινέτσα στο ήδη εκλεπτυσμένο σύνολο. 

"Ναι.. σίγουρα οπτασία" επαναλαμβάνω και σηκώνω τα μάτια μου έως ότου αυτά συναντήσουν ξανά τα παιχνιδιάρικα δικά της. 

Η Έλενα είναι ανασφαλής, βαθιά. Θέλει να ακούει συνέχεια το πόσο όμορφη είναι. Άκρως κουραστικό, αν σκεφτεί κανείς ότι έχω και καλύτερα πράγματα να κάνω, και άκρως αντισεξουαλικό, αν σκεφτεί κανείς ότι με ελκύουν οι γυναίκες με αυτοπεποίθηση. 

"Μίλησες στην θεία σου για εμένα?" την ρωτάω και δίνω ένα γλυκό φιλί στο χέρι της, στο σημείο που βρίσκεται το δαχτυλίδι που της χάρισα όταν της έκανα πρόταση γάμου. Ζαφείρι και διαμάντι, λευκό και ασημί, συνδυάζει την κομψότητα με την φινέτσα. Και είναι και πανάκριβο, πέντε χιλιάρικα κόστισε στον παππού το συγκεκριμένο κόσμημα. 

"Όχι δεν έχει έρθει ακόμη" η Έλενα περνάει τα χέρια της πίσω από την μέση μου. "Μην ανησυχείςαγάπη μου, η δημοσίευση είναι δική σου" το κορίτσι μου με διαβεβαιώνει. "Θα μιλήσω εγώ στην θεία μου, δεν πρόκειται να μου χαλάσει χατίρι, μου έχει αδυναμία" 

Χαμογελάω λοξά, κολλάω το καλλίγραμμο σώμα της μνηστής μου πάνω στο δικό μου και την φιλάω τρυφερά στο μέτωπο. Θα την φιλούσα και στο στόμα, το αξίζει άλλωστε, αλλά δεν θέλω να χαλάσω το κραγιόν της, η βραδιά μας μόλις ξεκίνησε. 

"Τι κάνει το πιο όμορφο ζευγάρι της βραδιάς?" ο Θεόφιλος μας πλησιάζει έχοντας στο πλάι του την γυναίκα του. 

Η Έλενα απομακρύνεται ελάχιστα από πάνω μου. "Και πάλι χρόνια πολλά, μαμά, μπαμπά, να ζήσετε" εύχεται στους γονείς της για την επέτειο τους και τους φιλάει σταυρωτά. 

"Θεόφιλε.." δίνω το χέρι μου στον μέλλοντα πεθερό μου σε μια δυνατή, σίγουρη χειραψία. "Κασμηρία όπως πάντα εκθαμβωτική" φιλάω το αντίστροφο της παλάμης της και της χαμογελάω γοητευτικά. Τους συμπαθώ και τα αισθήματα είναι αμοιβαία, προφανώς

"Χαίρομαι που ήρθατε όλοι μαζί" ο μπαμπάς της Έλενας στρέφει το βλέμμα του προς τους γονείς μου που εκείνη την στιγμή μιλούν με τον θείο Μάνο και την θεία Alex. "Τα αδέρφια σου είναι εδώ? Δεν τα είδα" 

"Τώρα που το λες καλέ μου και η Μυρσίνη χάθηκε" η Κασμηρία ψάχνει την μικρότερη κόρη της με το βλέμμα της. "Τελευταία φορά την είδα στην πισίνα πριν μια ώρα, λες να έφυγε και να μην μας είπε τίποτα?" 

"Έλενα δεν πιστεύω να την κοπάνησε με αυτόν τον αλήτη! Δεν φτάνει που δέχτηκα να τον καλέσει σήμερα και να μπει μες στο σπίτι μας, αν την πήρε ο άπλυτος και φύγανε με την μηχανή.." ο Θεόφιλος σφίγγει το στόμα του. 

Μου έχει εξηγήσει το κορίτσι μου μες στις άκρες ότι στην οικογένεια τους έχουν θέμα. Η μικρότερη κατά δύο χρόνια αδερφή της, κάνει την επανάσταση της και δημιουργεί καθημερινά προβλήματα . Πρόσφατα τα έφτιαξε με εραστή των δυτικών προαστίων παρά την διαφωνία του πατέρα της. Δύσκολο πράγμα η εφηβεία, την περνάει και ο Στέλιος 20 χρόνια τώρα. 

Αν και τώρα που είπα Στέλιος..

Τον ψάχνω με το βλέμμα μου.

Δεν είναι πουθενά.

Το μόνο που βλέπω είναι τον Στέφανο να ταΐζειτην Ζωή στο στόμα, τον Άρη να τους κοιτάει και να βγάζει καπνούς από τα αυτιά και την μύτη του, την μαμά να τον τραβάει πάνω της, τον Μάνο κάτι να του ψιθυρίζει και να γελάει και τον παππού-

Κοιτάω προς το μέρος που μου δείχνει, και το πρώτο πράγμα που αντικρίζω είναι μια χοντρή, ολοστρόγγυλη μωβ μπάλα. Η Μακρυδήμα. 

"Έλενα έρχεσαι?" ψιθυρίζω στο αυτί της μνηστής μου και την καθοδηγώ προς το μέρος της καθηγήτριας της Νευροανατομίας. Ο σκοπός της αποψινής βραδιάς είναι ξεκάθαρος, πρέπει να διασφαλίσω ότι στο The New England Journal of Medicine θα δημοσιευθεί η δική μου εργασία. Άσχετα που δεν την έχω κάνει ακόμη, δεν με αφήνουν οι υποχρεώσεις, όλη την εβδομάδα είχα τρεξίματα. 

"Ναι αγάπη μου" κρύβω μια έκφραση αηδίας στο άκουσμα του γλυκανάλατου υποκοριστικού. Να σας το ξεκαθαρίσω από τώρα αυτό, χαρακτηρισμοί όπως αγάπη μου, μωρό μου, άγγελε μου, με ξενερώνουν απίστευτα πολύ. Της το έχω επισημάνει άπειρες φορές, αλλά η Έλενα επιμένει. Τέλος πάντων, δεν θα την βάλω στην θέση της σήμερα, την χρειάζομαι. 

"Η αγαπημένη μου ανιψιά!" η πιο μισητή καθηγήτρια στον κόσμο χαμογελάει διάπλατα με το που δει την μνηστή μου. "Τι κάνεις κορίτσι μου? Να χαίρεσαι τους γονείς σου! Πάντα αγαπημένοι" οι δυο γυναίκες ανταλλάσσουν φιλιά και αγκαλιές και εγώ προβάρω από μέσα μου τον λόγο που προετοίμαζα όλη μέρα σήμερα. Πρέπει να δώσω τον καλύτερο μου εαυτό. "Και εσύ είσαι ο..?" 

Παίρνω μια βαθιά ανάσα και φοράω το πιο ψεύτικο, γοητευτικό χαμόγελο που διαθέτω. "Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός, επιτρέψτε μου να σας πω ότι είστε εκθαμβωτική" ψεύδομαι ασυστόλως καθώς αυτό το ξινό, χοντρό πράγμα μόνο εκθαμβωτικό δεν είναι και φιλάω το αντίστροφο του χεριού της. Και προς Θεού, το body shaming δεν έχει σχέση με την απέχθεια μου για τους εύσωμους ανθρώπους, το λίπος προκαλεί αμέτρητα προβλήματα υγείας, σωματικά κυρίως. 

"Επιτέλους σε γνωρίζω!" η κυρία Μακρυδήμα μου χαμογελάει αληθινά. "Ξέρεις έλειπα χρόνια στο εξωτερικό, ήμουνα στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, επέστρεψα φέτος" Ναι κάτι πήρε το αυτί μου.

"Θεία ο Βύρωνας είναι φοιτητής σου, είναι στο δεύτερο έτος της Ιατρικής" η Έλενα μου χαμογελάει γλυκά, με φιλάει πεταχτά. 


Στα χείλη.

Μπροστά σε κόσμο. 

Ενώ της έχω πει ότι με ενοχλεί.

Χαμογελάω με δυσκολία. 

Θα την σκοτώσω. 


"Α ναι?" η καθηγήτρια μου με κοιτάει προβληματισμένη. Τι.. δεν με εγκρίνει? 

"Ναι και μου έλεγε ότι είναι όνειρο του να δημοσιεύσει μια εργασία στον νούμερο ένα επιστημονικό περιοδικό του κλάδου σας, φαντάζομαι θα τον βοηθήσεις" η Έλενα αγκαλιάζει το ποτήρι που κρατάει στο χέρι της με τέτοιον τρόπο ώστε να δείχνει καλύτερα το δαχτυλίδι του αρραβώνα μας και πίνει λίγο από την σαμπάνια της. Επιστρατεύειόλα τα μέσα λοιπόν.


Την κοιτάω με θαυμασμό. 

Για αυτό θα την παντρευτώ αυτήν την γυναίκα. 

Γιατί είναι άξια να σταθεί μια ζωή στο πλάι μου. 


"Η προθεσμία υποβολής των εργασιών είναι την ερχόμενη Παρασκευή" η μωβ μπάλα με κοιτάει υποτιμητικά. Κάνω τεράστια προσπάθεια να μην γουρλώσω τα μάτια μου. Αυτή υποτιμάει εμένα? Πώς τολμάει? "Και αν θυμάμαι καλά δεν είδα καμία εργασία με το όνομα σου"

Ανασυγκρότηση τώρα. 

Αυτό θα είναι πιο δύσκολο από ότι πίστευα. 

"Είμαι υπέρ της τελειότητας, την εργασία την έχω τελειώσει αλλά πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης" της απαντώ και σηκώνω το ποτήρι μου στον αέρα για να τσουγκρίσω με το δικό της, σε μια άηχη κρυφή συμμαχία. "Θα την έχετε το αργότερο μέχρι την Πέμπτη" το υπόσχομαι και σε αυτήν και στον εαυτό μου, πρέπει να κάτσω να γράψω μια άριστη εργασία. 

"Σε αυτήν την περίπτωση δεν θα χρειαστεί να αδικήσω κανέναν από τους υπόλοιπους συμφοιτητές σου αγαπητέ μου, αν τα πράγματα είναι όπως ισχυρίζεσαι, την πρώτη θέση θα την έχεις στο τσεπάκι σου με την αξία σου" η Μακρυδήμα μου χαμογελάει ψυχρά και εγώ ανταποδίδω. 

"Διαφάνεια πάνω από όλα" της απαντώ και πίνω λίγη από την σαμπάνια μου.

Αν την πατήσω κάτω..

Αν την πιάσω από το λαιμό.. 

Αν.. αν.. αν.. 

"Μαμά πάμε? Κουράστηκα" ξαφνικά ένα μικρό μελαχρινό αγοράκι στριμώχνεται ανάμεσα μας και ξεκινάει να τραβάει το μωβ ύφασμα. Ώστε έχει γιο λοιπόν, ε? Τέλεια! Αν περάσει ποτέ παθολογία, εγώ θα βγω γυμνός στο Σύνταγμα. 

"Εμάς μας συγχωρείτε" η Μακρυδήμα κλείνει το μικροσκοπικό χεράκι στο τεράστιο δικό της και μητέρα και γιος απομακρύνονται με γρήγορο βήμα. "Βύρωνα χάρηκα, Έλενα θα τα πούμε σύντομα" προσθέτει η καθηγήτρια μου με έναν άκρως αυστηρό τόνο. Σκύλα

"Δεν είναι γλύκας?" η μνηστή μου κολλάει πάνω μου. 

"Ποιος?" απορώ. 

"Ο γιος της, είναι μόλις εφτά" 

Κοιτάω το μικρό μελαχρινό αγοράκι. 

Δεν συμπαθώ τα παιδιά. 

"Εσύ είσαι πιο γλυκιά" 

Πίνω την σαμπάνια μου μονορούφι.

Πρέπει να κατεβάσω παλμούς. 

"Ναι αλλά και εκείνος-"

"Ήμουν ξεκάθαρος από την αρχή πάνω σε αυτό το θέμα" την διακόπτω γιατί με εκνευρίζει απίστευτα πολύ να προσπαθούν να μου αλλάξουν γνώμη για κάτι στο οποίο είμαι κάθετος από την αρχή. "Δεν θέλω παιδιά, θέλω να μείνουμε οι δυο μας" 

Καρφώνω τα μαύρα μου μάτια στα γαλάζια δικά της. 

Της δίνω να καταλάβει ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να σταματήσει να μιλάει. 

"Ναι φυσικά " η Έλενα χαμογελάει αμήχανα και σκύβει ντροπιασμένη το κεφάλι. 

Κάτι τέτοιες στιγμές επιβεβαιώνουν την πρώτη μου σκέψη όταν την γνώρισα. Η κοπέλα αυτή είναι όνειρο, είναι το απόλυτο κάθε άνδρα. Γοητευτική, όμορφη και υπάκουη. Βέβαια το σεξ μαζί της δεν είναι συναρπαστικό, αλλά μικρό το κακό, άλλωστε ο άνθρωπος δεν είναι μονογαμικό ον. 

"Κορίτσι μου γλυκό στον κλέβω για λίγο" ο παππούς εμφανίζεται από το πουθενά και αφού ευχηθεί στην μνηστή μου για τους γονείς της με απομακρύνει με τρόπο από κοντά της. "Τι έγινε με την Μακρυδήμα?" με ρωτάει ψιθυρίζοντας στο αυτί μου. 

"Τίποτα το καθησυχαστικό αλλά ούτε και το ανησυχητικό" αφήνω το άδειο μου ποτήρι στον δίσκο που περνάει εκείνη την στιγμή από δίπλα μου, αρπάζω ένα γεμάτο και το πίνω και αυτό μονορούφι. Και η ταχυκαρδία επιμένει.

"Δεν θα χρησιμοποιείς σε εμένα τις διπλωματικές απαντήσεις που σου έμαθα νεαρέ" ο παππούς απομακρύνει το δεύτερο ποτήρι σαμπάνιας από το χέρι μου. "Σταμάτα να πίνεις και απάντησε μου ξεκάθαρα, η δημοσίευση είναι δική σου?" 

Κλείνω τα μάτια μου. 

Ρουφάω την μύτη μου. 

Ανασαίνω βαθιά. 

"Είναι υπέρ της αξιοκρατίας" του απαντώ με απαλή φωνή. 

Πρέπει να ηρεμήσω. 

"Ναι και? Εγώ ρώτησα αν διάβασε την εργασία σου και αν της άρεσε" ο παππούς επιμένει. 

Νιώθω άβολα. 

"Όχι δεν την διάβασε" 

"Γιατί?"

"Γιατί δεν την έστειλα ακόμη"

"Τι σε εμποδίζει?" 

Το γεγονός ότι δεν την έγραψα μήπως?

"Βύρωνα άνοιξε τα μάτια σου και απάντησε μου" η φωνή του παππού είναι άκρως απειλητική. "Γιατί δεν έστειλες ακόμη την εργασία στην Μακρυδήμα?" Υπακούω στην εντολή του πιο αγαπημένου μου ανθρώπου στον κόσμο, αναστενάζω βαθιά και- 


Τον κοιτάω. 

Και με κοιτάει. 


Και συνεχίζω να τον κοιτάω. 

Και συνεχίζει να με κοιτάει. 


Και τότε το βλέπω, το βλέπω στα μάτια του, το χειρότερο που θα μπορούσε να μου κάνει κάποιος, πόσο μάλλον όταν αυτός ο κάποιος είναι ο παππούς μου, με κοιτάει απαξιωτικά. 

"Δεν την έγραψες έτσι?" 

Ισιώνω κορμί. 

Στρώνω σακάκι.

Καθαρίζω λαιμό. 

"Μέχρι την Πέμπτη θα την έχω κάνει και στο υπογράφω θα είναι άριστη" η φωνή μου δυναμική, το ύφος μου σίγουρο, ο λόγος μου προφητικός. Ναι μέχρι την Πέμπτη θα την έχω κάνει και ναι θα είναι η καλύτερη εργασία που θα έχει διαβάσει η Μακρυδήμα. 

"Το καλό που σου θέλω" ο παππούς μου χαρίζει ένα από τα πιο άγρια βλέμματα που διαθέτει. "Γιατί σύμφωνα με τον Στέφανο αυτή η.. Ελισάβετ Στεργίου.. έκανε τρομερή εργασία. Όπως καταλαβαίνεις φέτος ο ανταγωνισμός είναι μεγαλύτερος, Βύρωνα θέλω να συγκεντρωθείς" 

Στο άκουσμα του ονόματος της μικρής ασχημούλας παγώνω. Δεν γνώριζα ότι θα έστελνε και εκείνη εργασία, στην σχολή τόσες μέρες δεν είπε τίποτα. Και γιατί την έδωσε στον Στέφανο να την διαβάσει? Μετράει η γνώμη του περισσότερο από την δική μου? Δεν γνωρίζει ότι σε αυτήν την παρέα ο ειδήμονας είμαι εγώ? Μάλλον κάποιος πρέπει να της το πει και να το κάνει και σύντομα. 

"Φυσικά παππού" ισιώνω το κορμί μου, περνάω τα χέρια μου μέσα από τα μαλλιά μου. 

"Έρχεσαι? Θα πάω να χαιρετήσω τον πρύτανη" ο Βύρωνας ο πρεσβύτερος φτιάχνει το σκούρο γκρι σακάκι του.

"Δώσε μου μισό λεπτό, θα έρθω σε λίγο" του κάνω νόημα ότι θα τον ακολουθήσω και ξεκινάω να παίρνω σταθερές, βαθιές ανάσες. Ακόμη να ενεργοποιηθεί το παρασυμπαθητικό μου σύστημα και να πέσουν οι σφυγμοί μου. Τα συνοδά συμπτώματα μάλιστα είναι εφίδρωση, τρόμος χεριών και ξηροστομία. Και στην τελική τι είναι αυτό που μου συμβαίνει? Πάντως όπως και να το λένε δεν υποφέρεται. 

Βγάζω το κινητό μου από την τσέπη του παντελονιού μου για να μπω στo uptodate και να βγάλω μια γρήγορη διάγνωση στον εαυτό μου την στιγμή που-

Παγώνω

Το μάτι μου πέφτει στην πόρτα πίσω από την οποία κρύβεται μια συλλογή με μερικά από τα πιο ακριβά κρασιά μέρος της συλλογής του Θεόφιλου. Η ξύλινη, βαριά πόρτα ανοίγει διάπλατα και από μέσα βγαίνει  ημίγυμνος ο Στέλιος. Το πουκάμισο του βρίσκεται στα χέρια του, το φερμουάρ του παντελονιού του είναι κατεβασμένο. 

Ειλικρινά τώρα?

Αυτό κατάλαβε όταν του είπα να είναι τύπος και υπογραμμός?

Να κλειστεί μέσα σε μια αποθήκη κρασιών και να βγάλει τα μάτια του?

Θα τον σκοτώσω. 

Μόλις πάμε σπίτι θα τον σκοτώσω. 

"Νομίζω πάντως ότι άνετα προλαβαίνουμε έναν γύρο ακόμη" μια γνωστή γυναικεία φωνή φτάνει σαν σειρήνα στα αυτιά μου. Δεν.Μπορεί.Να.Είναι.Αυτή. 

"'Οχι μωρό μου με περιμένουν τα παιδιά να πάμε για ποτό" ο Στέλιος αρπάζει την ψηλή ξανθιά από την μέση και την φιλάει ρουφηχτά στο στόμα. "Πάντως αν θέλεις έλα μαζί μου, θα περάσουμε γαμάτα" 

Η Μυρσίνη στρώνει καλύτερα το στενό φόρεμα πάνω της. "Δεν με αφήνει ο μπαμπάς να φύγω, άσε έχω μπλέξει με το κωλόσογο" Η μικρή αδερφή της μνηστής μου μόλις το έκανε με τον αδερφό μου. Θεέ μου, θα πάθω έμφραγμα. 

Κουνάω αποδοκιμαστικά το κεφάλι μου και απομακρύνομαι όσο πιο γρήγορα γίνεται από κοντά τους πριν με δουν. Αν συναντιόντουσαντα μάτια μου με αυτά της Μυρσίνης θα είχα πρόβλημα, θα έπρεπε να το πω στην Έλενα, εκείνη θα το έλεγε στον Θεόφιλο και ποιος ξέρει? Ίσως και να διαλύονταν η σχέση μου. Και αυτό δεν θα το επιτρέψω να συμβεί. Ποτέ.

Με τον Στέλιο όμως.. 

Με το ανεγκέφαλο πλάσμα που έχω την τιμή να μοιράζομαι τα ίδια γονίδια.. 

Αύριο στο σπίτι θα γίνει χαμός.

"Εεε Βύρωνα περίμενε" ο Στέφανος και η Ζωή μου κάνουν νόημα να σταματήσω να τρέχω. "Δεν μας ακούς που τόση ώρα σε φωνάζουμε?" Ναι αλλά αδιαφορώ. 

"Όχι τι θέλετε?" τους μιλάω κάπως απότομα, δεν έχω την όρεξη τους στην τελική. 

"Θα βγούμε με τα παιδιά, θα πάμε για ποτό, πάρε την Έλενα και ελάτε, θα είναι και η Έλλη, θα μας γνωρίσει τον Αιμίλιο" ο Στέφανος περνάει το χέρι του γύρω από τους ώμους της αδερφής μου και την κολλάει πάνω του. Τώρα αυτήν την κοντή, κακάσχημη, τι μου την ανέφερε? Για να με πείσει να πάω μαζί τους? Χα, χα και πάλι χα. 

"Δεν μπορώ να φύγω" τους ενημερώνω. Ούτε μπορώ αλλά ούτε και θέλω. Το μέλλον μου είναι εδώ, σε αυτήν την δεξίωση. "Κάποια άλλη φορά ίσως" Καμία φορά βασικά, άλλη όρεξη δεν είχα από το να γνωρίσω τον.. πως τον είπαμε? Αιμίλιο? 

"Αν αλλάξεις γνώμη θα είμαστε στο Circus" η αδερφή μου μου χαμογελάει γλυκά. Δεν αλλάζω εύκολα γνώμη, θα έπρεπε να το ξέρει αυτό η Ζωή. Είναι μεγάλο προσόν να εμμένει κανείς στην αρχική του τοποθέτηση, δείχνει σταθερότητα, ωριμότητα και έναν πειθαρχημένο χαρακτήρα. Μερικά από τα πολλά προτερήματα μου δηλαδή. 

Χαιρετώ τον Στέφανο και την Ζωή με ένα νεύμα, γυρνάω από την άλλη και ξεκινάω να περπατάω προς το πηγαδάκι του παππού μου και των συνομήλικωνφίλων του. 

Το νιώθω όμως..

Δεν είμαι καλά..

Η ταχυκαρδία επιμένει.

Η εφίδρωση παραμένει.

Ο τρόμος εμμένει.

Και κάτι μου λέει ότι.. 


Μπα

Δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να αγχώνεται.

Δεν είναι αυτό.


"Αγάπη μου είσαι καλά?" η Έλενα με προλαβαίνει πριν φτάσω τον παππού μου και με σταματάει. "Έχεις κοκκινίσει ολόκληρος" Ναι αποτελείωσε με τώρα και εσύ. 

"Είναι απλές εξάψεις" της λέω το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό για να την ξεφορτωθώ αν και.. τώρα που την κοιτάω καλύτερα..

"Μάλλον θα φταίει η σαμπάνια" η Έλενα με κοιτάει γλυκά, με αγκαλιάζει τρυφερά. 


Χαμηλώνω το βλέμμα στον γυμνό, μακρύ λαιμό της. 

Ακουμπάω την παλάμη μου στην γυμνή, μεταξένια πλάτη της. 


"Ναι η σαμπάνια θα είναι" η φωνή μου ίσα που ακούγεται. 


Δηλώνω ερεθισμένος.


"Ο μπαμπάς θέλει να σε γνωρίσει σε κάτι συναδέλφους του" η μνηστή μου νιώθει την στύση μου στην κοιλιά της, είμαι σίγουρος, έχει κοκκινίσει και εκείνη ολόκληρη. 

"Δεν μπορεί να περιμένει?" της ψιθυρίζω αισθησιακά στο αυτί της και με το ελεύθερο χέρι μου χαϊδεύωαπαλά το δέρμα του χεριού της. Είναι απαλό, είναι μεταξένιο, είναι ένα όνειρο. 

"Μπορεί.. αλλά.. γιατί.. τι-τι έχεις στο μυαλό σου?" το κορίτσι μου τραυλίζει. 

Μειδιάζω και πλησιάζω το στόμα μου στο αυτί της για να της το κάνω ακόμη πιο ξεκάθαρο.

"Να σε γαμήσω προφανώς" 





Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top