Kεφάλαιο 69

Έλλη

Ανοίγω τα μάτια μου, τεντώνω το κορμί μου και ταυτόχρονα κοιτάω τριγύρω μου. 

Είναι μεγάλο, είναι πολύ πολύ μεγάλο. 

Και επειδή γνωρίζω πόσο πονηρά μυαλά είστε, αναφέρομαι αποκλειστικά και μόνο στο μέγεθος του δωματίου, θέλω να με πιστέψετε. 

Ας ξεκινήσουμε από το ταβάνι.. αυτό είναι λευκό. Αλλά όχι το συνηθισμένο λευκό, βασικά δεν έχει τούβλα, αλλά πολυάριθμα καφέ ξύλα ανάμεσα στα οποία παρεμβάλλονται πολλά παράθυρα. Και έχει χιονίσει. Και δεν βλέπω τον μπλε ουρανό, αλλά το λευκό χιόνι. 

Σηκώνω την πλάτη μου από το μαλακό στρώμα και κοιτάω την κενή θέση δίπλα μου. Ο Βύρωνας χτες το βράδυ κοιμήθηκε μαζί μου, και δεν εννοώ τις τρεις.. τέσσερις φορές που κάναμε έρωτα μπροστά στο τζάκι. Με το που νύσταξα με πήρε αγκαλιά, ανέβηκε τις σκάλες, με έφερε στο κρεβάτι, και ύστερα ξάπλωσε και αυτός στο πλάι μου. 

Και νιώθω την ανάγκη να σας το επισημάνω, αλλά.. δεν συνηθίζω να με κουβαλούν. Χρόνια τώρα στηρίζομαι στα πόδια μου, περπατάω και ανεβαίνω τις σκάλες μόνη μου. Απλά χτες το βράδυ ήταν διαφορετικά, όλα χτες το βράδυ ήταν διαφορετικά. 

Κοιτούσα τα μάτια του, χανόμουν μέσα τους. 

Γελούσαμε, φιλιόμασταν, δαγκωνόμασταν.

Τον τάιζα στο στόμα, έγλυφε το δάχτυλο μου. 

Με κοιτούσε πονηρά, ανέβαινα πάνω του. 

Τελείωνα και η ανάσα μου κόβονταν. 

Τελείωνε και παρέμενε μέσα μου. 

Χτες το βράδυ έζησα το απόλυτο, το ανυπέρβλητο. 

Χτες το βράδυ πέρασα την ομορφότερη νύχτα της ζωής μου. 

Πετάω το βαρύ πάπλωμα από πάνω μου και μόνο τότε συνειδητοποιώ ότι είμαι ντυμένη με το μακρύ ζιβάγκο του. Το ύφασμα φτάνει μέχρι μια παλάμη πιο κάτω από τα οπίσθια μου και μπορεί να μην κολλάει στο σώμα μου αλλά αγκαλιάζει όμορφα τους γλουτούς μου. 

Ο Βύρωνας δεν είπε τίποτα όταν αποφάσισα να το φορέσω για να μην κοιμηθώ γυμνή, αλλά τον είδα, με κοίταξε περίεργα. Γενικά χτες με κοιτούσε περίεργα. Πότε παιχνιδιάρικα, πότε διαβολικά, πότε σκανταλιάρικα, πότε ερωτικά, αλλά τις περισσότερες στιγμές με κοιτούσε διερευνητικά, σαν να έψαχνε μια απάντηση στα μάτια μου. 

Και σε ποια ερώτηση? 

Άγνωστο

Ανοίγω την πρώτη πόρτα που βλέπω με το που βγω από την μεγάλη κρεβατοκάμαρα και έρχομαι αντιμέτωπη με ένα μεγάλο άδειο, αλλά τακτοποιημένο δωμάτιο. Κατσουφιάζω και ανοίγω την επόμενη πόρτα, μόνο και μόνο για να βρω πρώτα το μπάνιο, μετά μια μικρή βιβλιοθήκη, και ύστερα ένα μικρό δωμάτιο στο τέλος του οποίου υπάρχει μια μεγάλη μπαλκονόπορτα και η οποία-

Τρίβω τα αγουροξυπνημένα ματάκια μου. 

Τζακούζι στο μπαλκόνι είναι εκείνο που αχνοφαίνεται στο βάθος?

Κατεβαίνω με αργό βήμα τα σκαλοπάτια και τον ψάχνω στον μεγάλο ενιαίο χώρο, βέβαια ο Βύρωνας δεν είναι πουθενά. Το τζάκι στην άκρη του δωματίου καίει και ζεσταίνει το άδειο σαλόνι. Τα πιάτα που χτες βρίσκονταν πάνω στο παχύ λευκό χαλί λείπουν, τα άδεια κρυστάλλινα ποτήρια του κρασιού επίσης, γεγονός που μαρτυρά ότι κάποιος ξύπνησε νωρίτερα και πως συμμάζεψε. 

Το ρολόι μου λέει ότι είναι 8 και 14 ακριβώς. 

Τι ώρα ξυπνάει αυτό το παιδί πια? Έλεος

Στρίβω απότομα το σώμα μου για να πάω προς την κουζίνα και-

Εμ..

Δηλαδή.. 

Η καρδιά μου μόλις έχασε έναν χτύπο. 

Τραβάω τα μανίκια του λευκού υφάσματος μέχρι αυτό να καλύψει και τα δάχτυλα των χεριών μου, τρίβω τα γυμνά ποδαράκια μου μεταξύ τους, ακουμπάω το σώμα μου στο ξύλο και τον παρατηρώ. 

Η καρδιά μου μόλις έχασε ακόμη έναν χτύπο. 

Είναι όμορφος, είναι πολύ πολύ όμορφος και ούτε καν το προσπαθεί. 

Ο Βύρωνας κάθεται χαλαρός σε μια ψηλή καρέκλα, φοράει μαύρη αθλητική φόρμα, μαύρο λεπτό ζιβάγκο, μαύρα γυαλιά μυωπίας και... διαβάζει. Τα μάτια του παίζουν ανάμεσα στο ανοιχτό μεγάλο ροζ βιβλίο που έχει μπροστά του και στην οθόνη του μακ του. Στο χέρι του κρατάει ένα μολύβι το οποίο πότε ξεκουράζει ανάμεσα στα σαρκώδη χείλη του πότε παίζει στα δάχτυλα του. 

Δεν πίστευα ποτέ ότι θα γινόμουν υγρή στην εικόνα ενός ανθρώπου που διαβάζει βιοχημεία. Αλήθεια, ποτέ των ποτών, αλλά να που μου συμβαίνει. Γενικά, είναι γοητευτικοί οι άνθρωποι που διαβάζουν, και μην μένετε στην επιφάνεια αυτής της ενέργειας. Δείτε πιο βαθιά. Δείτε τους ανθρώπους που προσπαθούν, που δουλεύουν, που κοπιάζουν. Χωρίς να έχει σημασία με τι καταπιάνονται ή αν τελικά τα καταφέρνουν. Αρκεί που ιδρώνουν. Δεν είναι ερωτεύσιμοι? 

Και ο μπουκλάκιας μου, ο πανέμορφος μπουκλάκιας μου, είναι ένας τέτοιος άνθρωπος. Κάποιος που προσπαθεί. Καλά, δεν το συζητώ είναι και άλλα χίλια δυο μαζί, όπως νάρκισσος, συμφεροντολόγος, υπερόπτης, αλαζόνας, παρτάκιας, σνομπ, ξινός- 

"Μύρισε καμένο" 

Και έχει και μια τέλεια, βαριά και πολύ ερωτική φωνή. 

Τώρα φταίω εγώ να τρέξω κατά πάνω του, να πετάξω τον stryer στο πάτωμα και να τον καβαλήσω πάνω στο τραπέζι της κουζίνας? 

"Σκεφτόμουν τα προτερήματα σου" του αποκαλύπτω και καταπιέζω την πρωινή ερωτική μου διάθεση διότι .. εντάξει.. διαβάζει.. κρίμα το παιδί να πάρει εννιά στην εξεταστική και να ξεκινήσει να κλαίει. 

Όχι, όχι όχι όχι.. 

Εγώ τον σέβομαι τον κόπο του. 

"Τελείωσες κιόλας? Η λίστα είναι τεράστια" μου λέει ο Βύρωνας. 

Πάω και κάθομαι πάνω στα πόδια του. 

Και το πέος του επίσης. 

"Αυτά τα έχω βγάλει" τον ενημερώνω και κοιτάω της σημειώσεις των λιπιδίων του. "Μήπως θέλεις να σου τα εξηγήσω?" του προτείνω γιατί.. δεν έχουμε κάσει να διαβάσουμε ποτέ μαζί. Και δεν ξέρω.. θέλω να το μοιραστώ.. και αυτό.. μαζί του. 

"Τι να μου εξηγήσεις?" ο μπουκλάκιας τοποθετεί τα χέρια του πάνω στα γυμνά μου μπούτια και-

Ξεκινάω να αναπνέω πιο γρήγορα. 

Χριστέ μου.. και απλά με άγγιξε

"Την β - οξείδωση των λιπαρών οξέων, την λιπογένεση, την κέτωση.." 

Και ξαφνικά.. 

Εκεί που στον χώρο υπήρχε μια γαλήνια ηρεμία, μια καταπιεσμένη ερωτική ατμόσφαιρα και μια δίψα για.. διάβασμα.. ο Βύρωνας.. ξεκινάει να.. γελάει. 

Γελάει δυνατά, σαν να του καθαρίζουν αυγά. 

Δεν μπορώ να καταλάβω. 

Τι το τόσο αστείο είπα?

"Θα εξηγήσεις εσύ βιοχημεία σε εμένα?" τώρα ο μπουκλάκιας φιλάει τον λαιμό μου. 

Ναι άφησε μου και άλλα σημάδια. 

Διότι υπάρχει ακόμη λίγο δέρμα ανάμεσα στις πιπιλιές μου. 

"Γιατί όχι?" απομακρύνω τον λαιμό μου από τα δόντια του, γυρνάω το πρόσωπο μου, τον κοιτάω προσβεβλημένη. Δεν κατάλαβα.. υποτιμάει τις γνώσεις μου? 

"Γιατί έχω ήδη βγάλει την ύλη.. από το καλοκαίρι.. και μάλιστα δυο φορές" μου λέει και -

Ανοίγω το στόμα μου σε ένα τέλεια σχηματισμένο όμικρον. 

Εγώ το καλοκαίρι έπινα μοχίτο στα Σύβοτα μέσα σε ένα τεράστιο ροζ φλαμίνγκο και το μόνο που έκανα σχετικό με ιατρική ήταν να μαλώνω με τις φίλες μου από την σχολή για το ποιος ειδικευόμενος του νοσοκομείου είχε τον πιο ωραίο οπίσθιο κόσμο. 

Και αυτός διάβαζε μάθημα επόμενου εξαμήνου?

Και είναι ήδη αργά, τον έχω ερωτευτεί παράφορα. 

Πως να κόψω πέρα? Να πάω που?

"Ξέρεις τι μπορούμε να κάνουμε με αυτό το στοματάκι?" με ρωτάει ο ανώμαλος και αγγίζει τα χείλη μου με τα δάχτυλα του. 

Πως.. ξέρω.. 

Δηλαδή φαντάζομαι.. 

Γιατί με τον Αιμίλιο δεν.. 

Ξεροκαταπίνω

Δεν θα του το πω, μπορεί να μην του αρέσει που είμαι σχετικά άπειρη στο σεξουαλικό κομμάτι. Εξάλλου χτες σφίχτηκε ολόκληρος όταν με έβαλε πάνω του και μου είπε να πάρω εγώ το πάνω χέρι. Δεν ήξερα καθόλου πως να τον χειριστώ, και το είδα στα μάτια του, τον πείραξε. Άρα φαντάζομαι πόσο πολύ θα τον ξενερώσει όταν του πω ότι .. δεν.. αυτό.. ποτέ πριν. 

"Έχουμε και μια εργασία να κάνουμε, δεν νομίζεις ότι-" 

Ξεκινάω να του αποσπάω την προσοχή με την δημοσίευση αλλά ο Βύρωνας δεν με αφήνει να συνεχίσω. Κολλάει τα χείλη του στα δικά μου, με σηκώνει στον αέρα και με καθίζει πάνω σε ένα σκληρό, μεγάλο, και ροζ, και πολύ σκληρό, και πολύ μεγάλο και πολύ ροζ.. 

Βιβλίο

Τι νομίζατε? 

Πονηρούλεεεεεεες

"Κά...θο...μαι... πάνω στον... stryer" του λέω με δυσκολία διότι ο λόρδος μου όσο πιο πολύ απομακρύνω το πρόσωπο μου από το δικό του άλλο τόσο με πλησιάζει αυτός. 

Και εγώ χάνω την ισορροπία μου και πέφτω πίσω.. και μια κούπα με καφέ πέφτει κάτω στο πάτωμα και σπάει και μια ακόμη χύνεται στο τραπέζι.. και ένα μακ εκσφενδονίζεται προς άγνωστη κατεύθυνση και μια βιοχημεία σκίζεται και ένα πανέμορφο, έξυπνο, γεμάτο μπούκλες κεφάλι- 

Καρφώνω τα μάτια μου στο ταβάνι. 

Κοιτάζω τα λευκά παράθυρα κατατρομαγμένη. 

Τι κάνει εκεί? Δηλαδή με το στόμα του.. πως..? 

"Άνοιξε τα πόδια σου" μου ζητάει και εγώ τα κλείνω, ακόμη πιο δυνατά. 

Θέλει να βάλει το πρόσωπο του.. εκεί?

"Γιατί είσαι σφιγμένη? Χαλάρωσε" η φωνή του Βύρωνα ακούγεται πολύ καθησυχαστική. Και κανονικά η καρδιά μου θα έπρεπε ήδη να είχε ηρεμήσει και να χτυπούσε και πάλι φυσιολογικά..  αλλά δεν.. δηλαδή.. 

Δεν νιώθει άβολα?

Δεν σιχαίνεται?

Διότι ο προηγούμενος- 

"Ελισάβετ.." ο Βύρωνας χαιδεύει απαλά το δέρμα των γλουτών μου, σκορπάει γλυκά φιλιά στην σημαδεμένη από τα τόσα ράμματα κοιλιά μου. 

"Ναι?" 

"Γιατί δεν με αφήνεις?" με ρωτάει και ταυτόχρονα αγγίζει το μεγαλύτερο σημάδι μου, αυτό στην μέση της κοιλιάς μου. Δέκα ράμματα στην σειρά, και πόνος, υπέρμετρος πόνος. 

Ξεροκαταπίνω

"Δεν θες απλά να μπεις μέσα μου?" η φωνή μου τρέμει. 

"Θα γίνει και αυτό αλλά τώρα θέλω να σε ευχαριστήσω με διαφορετικό τρόπο" ο μπουκλάκιας χώνει τα δάχτυλα του στο δέρμα μου, δαγκώνει απαλά τον αφαλό μου. "Θα με αφήσεις?" 

Κλείνω τα μάτια μου. 

Τα ανοίγω ξανά. 

Κλείνω τα πόδια μου ακόμη πιο σφιχτά. 

Και.. σιγά σιγά.. εμ.. τα.. τα ανοίγω.. κάπως δειλά. 

"Μπράβο το μωρό μου" ο Βύρωνας ακούγεται πολύ ικανοποιημένος και αμέσως μετά χάνεται ανάμεσα στα πόδια μου. 

Σηκώνω ελάχιστα το κεφάλι μου, στηρίζω το βάρος μου στους αγκώνες μου και τον κοιτάω ζαλισμένη. Βλέπω κόκκινα, κίτρινα, πορτοκαλί και ροζ, κυρίως ροζ, αστεράκια και δεν ξέρω αν αυτό ήταν προιόν της φαντασίας μου, αλλά.. 

Με αποκάλεσε μόλις μωρό του?

"Μου αρέσει η μυρωδιά σου" 

Ο μπουκλάκιας σηκώνει τα πόδια μου, ακουμπάει τα γόνατα μου στους ώμους του και-

Ρίχνω το κεφάλι μου πίσω. 

Αυτό είναι.. είναι.. 

Δεν ξέρω αν έγινα κατανοητή αλλά είναι πολύ.. 

Δαγκώνω το κάτω χείλος μου. 

Συσπάται η κοιλιά μου. 

Τέλειο τέλειο τέλειο, είναι τέλειο. 

Δεν υπάρχει, αυτό που γίνεται απλά δεν μπορεί να είναι αληθινό. 

"Φώναξε" απαιτεί ο Βύρωνας και πλέον δεν νιώθω μόνο την γλώσσα του στο.. εμ.. εκεί.. αλλά και τα δάχτυλα του.. μέσα μου. 

"Τις προηγούμενες φορές-" κάνω μια προσπάθεια να του πω ότι μου ζητούσε να μην βγάλω άχνα, σκέπαζε το στόμα μου με το χέρι του και μετά βίας με άφηνε να παίρνω ανάσα, και τώρα, θέλει να φωνάξω? Και τι να πω ακριβώς? 

Αλλά δεν μπορώ διότι τα δαχτυλάκια των ποδιών μου τρέμουν από ηδονή, η κοιλιά μου πονάει, η ένταση μέσα μου ζητάει εκτόνωση. Πιάνω με δύναμη την άκρη του τραπεζιού, σε σημείο που τα δάχτυλα μου ασπρίζουν. Αυτό που μου κάνει.. αυτό που μου προκαλεί.. 

"Τότε ήταν αλλιώς" μου απαντάει και δεν μπορώ να κρατηθώ άλλο.. δακρύζω.. δακρύζω από την ηδονή καθώς τελειώνω. Άηχα αλλά εξίσου έντονα. 

Η ανάσα μου κόβεται, τα γόνατα μου λυγίζουν, η καρδιά μου χάνει χίλιους χτύπους στην σειρά. Δεν πίστευα ποτέ ότι.. αυτό.. θα μπορούσε να είναι το ίδιο απολαυστικό.. με το άλλο.. αλλά κοίτα να δεις που τελικά είναι και μάλιστα πολύ. 

"Δεν φώναξες" ο Βύρωνας ακούγεται εκνευρισμένος. 

"Αχ ειλικρινά σου λέω δεν μπορώ να ασχοληθώ με αυτό τώρα" του απαντώ και κρύβω το πρόσωπο μου στις παλάμες μου για να μην τον αντικρύσω. Μα αν είναι δυνατόν.. πήγε και έβαλε το πρόσωπο του εκεί. Και αντί να πάει να πλυθεί αμέσως με μπεταντίν θέλει να ανοίξουμε συζήτηση για το γεγονός ότι δεν φώναξα? 

"Ποιος είσαι και τι έκανες στον Βύρωνα που ερωτεύτηκα?" τον ρωτάω πολύ σοβαρά γιατί αν είναι να μου το γυρίσει σε έναν γλυκό αλαζονικό μπουκλάκια να του ζητήσω να το σκεφτεί δεύτερη φορά, μετά θα κολλήσω ακόμη περισσότερο μαζί του. 

"Αυτό αναρωτιέμαι και εγώ εδώ και πολλές μέρες μάλιστα" μου απαντάει ο λόρδος μου και τραβάει με δύναμη τα χέρια μου από το πρόσωπο μου. Ύστερα τα φέρνει πίσω από τον λαιμό του και με αναγκάζει να σηκώσω την πλάτη μου από το βαρύ καφέ ξύλο. 

"Τι μου κάνεις?" με ρωτάει με βαθιά ειλικρίνεια και με κοιτάει έντονα μες στα μάτια. 

Τι του κάνω?

"Βασικά εσύ μου έκανες.." του επισημαίνω γιατί οι παπαγάλοι σαν και του λόγου του είναι λίγο χαζούληδες.. ενίοτε. 

"Το ξέρεις ότι δεν έπρεπε να σε αφήσω να τελειώσεις μέχρι να φωνάξεις?" με ρωτάει και πλέον έχει χαθεί κάθε ερωτική διάθεση από το πανέμορφο πρόσωπο του. Τώρα ο λόρδος μου έχει υιοθετήσει το γνωστό απαθές υφάκι του.. ξανά. 

"Εμ δεν φώναξα" του υπενθυμίζω και κλείνω τα πόδια μου γύρω από την μέση του. Χώνω τα δάχτυλα μου στις μπούκλες του, και τον φιλάω. Τρυφερά, γλυκά, ρομαντικά. 

"Εμ το ξέρω όπως επίσης εμ ξέρω ότι σε άφησα εμ να τελειώσεις παρόλο που εμ δεν με υπάκουσες" μου ψιθυρίζει φανερά ενοχλημένος πάνω στα χείλη μου. 

Συγγνώμη αλλά δεν καταλαβαίνω.. 

Ποιο είναι το γαμημένο του πρόβλημα?

"Τι μου προκαλείς Ελισάβετ?" τώρα στην φωνή του διακρίνει κανείς την γνήσια απορία. 

"Θα με κάνεις να το πω φωναχτά?" τον ρωτάω γιατί εντάξει, το σκληρό και χοντρό του πράγμα πιέζει εδώ και ώρα με πολλή δύναμη την γυμνή κοιλιά μου. Φτάνει που το νιώθουμε και οι δύο. Ναι, του είναι σηκωμένη. Γιατί να πρέπει να το βροντοφωνάξουμε?

"Όχι μην το κάνεις δεν θα το αντέξω" μου λέει και φαίνεται.. 

Τον κοιτάζω καλύτερα. 

Γιατί φοβάται?

Τα μαύρα μάτια του που άλλοτε με κοιτάνε με αλαζονεία τώρα με κοιτάνε με τρόμο. 

Με πάρα πολύ τρόμο

"Είναι φυσιολογικό" τον καθησυχάζω. Γιατί εντάξει μπορεί να έχει βγάλει τέλεια την βιοχημεία αλλά να μην ξεκίνησε ακόμη την φυσιολογία. "Και να ξέρεις.. θέλω πολύ να.. καταλαβαίνεις.. αλλά δεν ξέρω τι να κάνω" την λέξη πίπα δεν θα την ακούσει ποτέ από εμένα, δεν θα πεθάνω εγώ από την ντροπή μου. 

"Όχι δεν θα κάνεις απολύτως τίποτα" ο Βύρωνας τώρα με κοιτάζει θυμωμένος. "Φτάνει, αρκετά έκανες και με έφερες σε αυτό το συγκεκριμένο σημείο, και κοίτα πως κατάντησα, να μην μπορώ να επιβληθώ στον εαυτό μου" προσθέτει και το αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο βρίσκομαι μπρούμυτα στο τραπέζι, με την κοιλιά μου να ακουμπάει το καφέ ξύλο και τον πωπό μου να είναι στον αέρα. 

"Αλλά αυτό τελειώνει εδώ.. τώρα θα κάνεις ακριβώς ότι σου πω και αν δεν με υπακούσεις.." 

Νιώθω ένα χαστούκι στο δέρμα του γλουτού μου. 

Ξεροκαταπίνω

"Αυτό πόνεσε" τον ενημερώνω γιατί μπορεί να μην το αντιλήφθηκε. 

"Αδιαφορώ" μου απαντάει και-

Παίρνω μια βαθιά ανάσα, την καταπίνω. 

Με γέμισε.. δυνατά.. απότομα.. βαθιά.

"Και αν δεν φωνάξεις.." η φωνή του τώρα ακούγεται απειλητική. 

Και Χριστέ μου δεν θέλω να μάθω τι θα γίνει αν δεν φωνάξω. 

Οπότε θα φωνάξω.

Βύρωνας

Και τελικά φώναξε.. πολύ δυνατά. Έχω την εντύπωση ότι ακούστηκε μέχρι την Αθήνα. Και ανάθεμα.. 

Ψάχνω με μανία μέσα στην βαλίτσα μου. 

Το λάτρεψα. Τους λάτρεψα. Αυτούς τους ήχους, αυτές τις φωνές, αυτά τα παρακάλια, τα έβαλα όλα μέσα στην καρδιά μου. Φούσκωσαν το εγώ μου, αναπτέρωσαν το πεσμένο μου ηθικό. 

Επιτέλους της επιβλήθηκα.. ξανά. 

Διότι δεν είχε άλλη επιλογή, δεν την άφησα να έχει άλλη επιλογή. Το μωρό μου πόνεσε και.. υπάκουσε. Αλλά έτσι πρέπει.. διότι φταίει. Φταίει που με έκανε να την ερωτευτώ. 

Μπαίνω μέσα στο μπλε παντελόνι του σκι μου και περνάω το μαύρο φλις πάνω από το κεφάλι μου. Ακούς εκεί.. ολόκληρος Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός ερωτευμένος με την Ελισάβετ. 

Εδώ η γυναίκα ήρθε Αράχωβα και ξέχασε να φέρει μαζί της τα ρούχα του σκι της. Πόσο πιο αφηρημένη μπορεί να γίνει πια? Και αύριο μεθαύριο θα χειρουργεί κιόλας! Δηλαδή τι? Πρώτα θα ξυπνάει ο ασθενής από την νάρκωση και ύστερα θα μετράει τις ματωμένες γάζες? 

"Πως φοριούνται αυτά?" 

Την κοιτάω με την άκρη του ματιού μου. 

Στα χέρια της έχει τις μπότες και τα πέδιλα του σκι. 

Ε όχι ΌΧΙ ΌΧΙ ΌΧΙ. Αρνούμαι να σκύψω και να τις τα βάλω εγώ. Φτάνει που γονάτισα το πρωί στην κουζίνα. Και ήταν η πρώτη και η τελευταία φορά.. γενικά.. στην μέχρι τώρα ζωή μου. Αλλά ποτέ ξανά μελλοντικά.Το ορκίζομαι στο εγώ μου.

"Πρώτα θα βάλεις τα παπούτσια σου κανονικά και αυτά θα τα βάλουμε μετά με το που βγούμε έξω στο χιόνι.. μαζί" της λέω και έλεος. "Πόσο καιρό έχεις να κάνεις σκι?" Εξάλλου είναι ακριβώς όπως το σεξ ή την οδήγηση, το κάνεις μια φορά, δεν το ξεχνάς ποτέ. 

"Δεν έχω κάνει ποτέ ξανά στην ζωή μου σκι" 

Κοιτάζω την Ελισάβετ. 

Κοιτάζω την βαλίτσα της. 

Κοιτάζω την δική μου βαλίτσα. 

Κοιτάζω ξανά την Ελισάβετ. 

Τι εννοεί?

"Μην με κοιτάς λες και είμαι εξωγήινος! Δεν σου λέω ότι δεν έχω γονατίσει ποτέ μπροστά σε άνδρα, απλά ότι δεν έχω κάνει σκι σου λέω!" το μωρό μου σηκώνεται όρθια, αρπάζει τα πράγματα του σκι με νευρικές κινήσεις, βγαίνει γρήγορα γρήγορα από το δωμάτιο και- 

Μένω μόνος. 

Μένω μόνος με το κινητό να δονείται στο χέρι μου. 

Δηλαδή εκείνη και ο ασβός της ποτέ δεν..? 

Φτιάχνω τον φουσκωμένο καβάλο μου. 

Ισιώνω την πλάτη μου. 

Δεν γίνεται να ερεθίζομαι αμέσως μόλις σκεφτώ την Ελισάβετ να γονατίζει. 

"Όχι" λέω στον πατέρα μου με το που σύρω το δάχτυλο μου στην οθόνη του κινητού μου. 

Απλά δεν γίνεται.

"Που είσαι μωρή αλανιάρα κότα?" 

Ο-ορίστε?

Κοιτάζω το κινητό στο χέρι μου. 

Ναι με τον μπαμπά μου μιλάω. 

"Εμένα είπες κότα?" 

Μπορεί στην τελική να κάλεσε κάποιον άλλον κατά λάθος. 

Και τις 67 φορές. 

"Τι λέει το... το.. συ.. συνέδριο?" 

Ο Άρης ακούγεται περίεργος. 

Σαν να προσπαθεί να μην γελάσει. 

"Πολύ καλά" του απαντώ με απόλυτη ψυχραιμία. 

Θα του έλεγα που είμαι αλλά δεν εμπιστεύομαι ότι δεν θα το πει στον παππού μου. 

Και ο παππούς μου δεν πρέπει να μάθει τίποτα.. για όλο αυτό. 

Όχι τουλάχιστον μέχρι να γυρίσω Αθήνα. 

Μετά θα δω πως θα το διαχειριστώ. 

"Καμιά γκομενίτσα παίζει?" ο Άρης ξεκαρδίζεται στα γέλια. 

Κοιτάζω ξανά το κινητό μου. 

Λες να του έδωσε ο Στέλιος κανένα στριφτό?

"Μπαμπά άσε κάτω το τσιγάρο" απαιτώ και έλεος πια με αυτήν την θανατηφόρα συνήθεια. 

Δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι με πονάει κάθε φορά που τον σκέφτομαι να καπνίζει?

"Δεν σε πήρα για να μου πεις για χιλιοστή φορά τις επιπτώσεις του καπνίσματος στην υγεία, και στο επαναλαμβάνω, δικοί μου είναι οι πνεύμονες, ότι γουστάρω τους κάνω" ο Άρης μιλάει και ξεχειλίζει η ωριμότητα μέσα από το ακουστικό. 

Εντάξει, δεν μιλάω άλλο. 

Αλλά θα περιμένω.. διότι που θα πάει.. 

Κάποια μέρα θα μου δείξει τις εξετάσεις του. 

Και τότε θα μιλήσω. 

Και τότε θα αναγκαστεί να με ακούσει. 

"Και τώρα ξέρασε τα όλα" προσθέτει ο μπαμπάς. 

Ποια όλα?

"Πόσες φορές.. με την.. ξέρεις εσύ" 

Κοιτάζω την Ελισάβετ μέσα από το μεγάλο παράθυρο. 

Κάθεται στα σκαλοπάτια και παλεύει να βάλει τις μπότες του σκι. 

"Ήρθα μόνος μου στην Αράχωβα" του απαντώ και-

Έλεος έλεος έλεος

Δεν γίνεται με το που την δω να ξεχνάω που πατάω και που βρίσκομαι.

ΑΠΛΑ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ

"ΩΣΤΕ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΧΕΣΑΙ ΚΟΥΦΑΛΙΤΣΑΑΑΑΑΑ" 

ΤΑ ΝΕΥΡΑ ΜΟΥ

"ΤΙ ΘΕΛΕΙΣ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΜΠΑΜΠΑ?" τον ρωτάω γιατί νιώθω πως χάνω τον έλεγχο του τηλεφωνήματος, πρέπει να κλείσω όπως και δήποτε. 

"Πρφτχανβζσ" 

Πιέζω το κινητό μου όσο περισσότερο γίνεται στο αυτί μου. 

"Δεν σε άκουσα" τον ενημερώνω. 

"Δεν μπορώ να μιλήσω πιο δυνατά, μόλις ήρθε η αδερφή σου στο σαλόνι, δεν ξέρει εκείνη από αυτά" 

"Από ποια?" απορώ.

"ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΑ" 

Απομακρύνω το κινητό μου όσο πιο μακριά γίνεται από το αυτί μου. 

Πρώτον η Ζωή δεν ξέρει από προφυλακτικά διότι παίρνει εδώ και χρόνια αντισυλληπτικά και δεύτερον- 

"Τι εννοείς?" τον ρωτάω γιατί.. τι ακριβώς ξέρει?

"Ε τι να σου πω, εσύ σκας γάιδαρο, φρόντισε τουλάχιστον να το φοράς σωστά το προφυλακτικό γιατί ο Μιχάλης δεν σε συμπαθεί και πολύ, ώρα είναι να γκαστρώσεις την σουσουράδα του και μετά να σε τρέχουμε και εσένα στα νοσοκομεία. Άσε που δεν τα βρήκαμε ακόμη στα περιουσιακά, εκτός και αν δεν έχεις πρόβλημα να την πάρεις ξεβράκωτη, άλλωστε και εγώ την μάνα σου ξεβράκωτη δεν την προτιμώ? Είκοσι δύο χρόνια τώρα! Οπότε με κατάλαβες? Προφυλακτικό πάντα και παντού" 

Κάθομαι πάνω στο κρεβάτι, σηκώνω το ελεύθερο χέρι μου, βρίσκω την δεξιά καρωτίδα μου, μετράω τον σφυγμό μου. Στο αμάξι έχω και πιεσόμετρο, να θυμηθώ μετά το σκι να μετρήσω και την πίεση μου. Και να πάρω και μισή βενζοδιαζεπίνη, 152 σφύξεις έφτασα.

"Ποιος σου είπε και τι?" τον ρωτάω γιατί θέλω να εξακριβώσω τι γνωρίζει. 

"Αααα δεν σου λέω" ο μπαμπάς μου έχει όρεξη για χάσιμο, είναι προφανές. 

Αλλά εγώ δεν έχω, και αυτό είναι προφανές. 

"Θα τα πούμε στην Αθήνα" του ανακοινώνω και λίγο πριν τερματίσω την κλήση μου..

"Και μην ξεχνάς η μπροστινή τρύπα είναι το-"

Του το κλείνω. Δεν μπορώ να τον ακούω να μου κάνει μάθημα για το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα, διότι πρώτον με κάνει να νιώθω άβολα, δεύτερον μου τα είχε εξηγήσει όλα ο παππούς στο δημοτικό -όπως άλλωστε και την υπόλοιπη ανατομία του σώματος- και τρίτον-

Μειδιάζω

Τώρα αλήθεια υπάρχει κάποιος που πιστεύει ότι γνωρίζει καλύτερη ανατομία από εμένα?

Πλησιάζω την Ελισάβετ και προσπαθώ να μην γελάσω, διότι εντάξει, είχε πλάκα πριν που νόμιζε ότι μπορεί να μου εξηγήσει εκείνη, βιοχημεία, εμένα

"Γιατί γελάς?" με ρωτάει γιατί δεν μπορώ να συγκρατηθώ άλλο.. και χαχανίζω. 

"Γιατί έχεις εδώ και είκοσι λεπτά που δεν μπορείς να βάλεις τις μπότες σου" 

Παίρνω από τα χέρια της τα νοικιασμένα παπούτσια της, φιλάω πεταχτά την κατακόκκινη από το κρύο μυτούλα της και γονατίζω μπροστά της. 

"Άσε με να σε βοηθήσω" της ζητάω με απαλή φωνή και προσπαθώ να καταλάβω πως στο διάολο τα κατάφερε και έβαλε την αριστερή μπότα στο δεξί ποδαράκι της. 

"Βύρωνα ξέρεις κάτι?" η Ελισάβετ ακούγεται εκνευρισμένη. 

Την κοιτάζω φευγαλέα, φαίνεται κιόλας

"Όχι απλά κάτι, τυγχάνει να γνωρίζω πολλά" της απαντώ με ειλικρίνεια. 

"Ε δεν υποφέρεσαι" το χέρι της χτυπάει ελαφρά το δικό μου και δεν με αφήνει να συνεχίσω να την βοηθάω. 

"Την μια στιγμή είσαι ο γνωστός μπάσταρδος εαυτός σου, μετά γίνεται πολύ γλυκός, την άλλη κάτι σε πιάνει και γίνεσαι ξανά μαλάκας, μετά αλλάζεις γνώμη και με βοηθάς. Είσαι τόσο μα τόσο δύσκολος χαρακτήρας που δεν μπορώ άλλο, αλήθεια σου λέω, σε αγαπώ και σε μισώ ταυτόχρονα, και ναι μπορείς να νιώσεις άπειρη ικανοποίηση με αυτό, διότι, ναι, είσαι ο μοναδικός που έχεις καταφέρει κάτι τέτοιο" 

Το πρόσωπο της Ελισάβετ είναι κατακόκκινο, από τα νεύρα, από το ζόρι και από το κρύο μαζί. Το μωρό μου μιλάει με μια πνοή, πιάνει τα χέρια μου, προσπαθεί να σηκωθεί από το σκαλοπάτι, μορφάζει ταυτόχρονα από τον πόνο και τελικά τα καταφέρνει και.. ισορροπεί. 

Την κοιτάζω με μια συγκρατημένη ευτυχία.

Μου είπε ότι με αγαπάει?

Άκουσα καλά?

"Και ξέρεις και κάτι άλλο? Αλλά τι λέω! Φυσικά και το κάνεις! Αλλά τώρα θα το κάνω και εγώ, εξάλλου δεν μπορεί να είναι τόσο δύσκολο το σκι, όσο σε περίμενα είδα τουτόριαλ στο γιουτιουμπ, λίγο τα γόνατα λυγίζεις, σκύβεις μπροστά, δίνεις ώθηση στα μπαστούνια και-" 

Το κορίτσι μου πέφτει με τα μούτρα μες στο χιόνι. 

Δαγκώνω το κάτω χείλος μου για να μην γελάσω. 

Αλλά δεν τα καταφέρνω, αλήθεια. 

Το προσπαθώ και αποτυγχάνω. 

"Ξέχασες να ευθυγραμμίσεις τα πόδια σου" της επισημαίνω και πάω κοντά της για να την βγάλω μέσα από το χιόνι. Αν και.. τώρα που παρατηρώ καλύτερα τον τουρλωμένο κώλο της.. 

Σφίγγω το σώμα μου από την αδημονία. 

Λίγο γυμναστική θέλει και θα γίνει κόλαση, η δική μου κόλαση.  

"ΜΗΝ ΓΕΛΑΣ" μου λέει με το που την βγάλω από την τρύπα της και δεν ξέρω πως στο καλό τα καταφέρνει αλλά για ακόμη μια φορά κάνει το ακατόρθωτο, καταπίνει το χιόνι που έχει στο στόμα της και ταυτόχρονα πνίγεται. Και εγώ τι κάνω?

Την κοιτάω και την ερωτεύομαι. 

Όλο και πιο έντονα. 

"ΣΟΥ ΕΙΠΑ ΝΑ ΜΗΝ ΓΕΛΑΣ" μου ζητάει η Ελισάβετ και ξεκινάει να ρίχνει μερικές γροθιές στο στήθος μου. Προσπαθώ να την ακινητοποιήσω, δεν τα καταφέρνω, την πιάνω πιο δυνατά, το κορίτσι μου γκρινιάζει και προσπάθεια στην προσπάθεια, αντίσταση στην αντίσταση πέφτουμε και οι δύο κάτω. 

Το σωματάκι της Ελισάβετ βρίσκεται μέσα στο χιόνι, κάτω από το δικό μου. Τα χέρια της κρατιούνται ακόμη από το χοντρό μπουφάν μου, τα δικά μου είναι τυλιγμένα γύρω της. 

"Όλο αυτό θα ήταν πολύ ρομαντικό αν δεν είχες κάνει πριν τον κώλο μου μαύρο" το κορίτσι μου βγάζει γλώσσα και εγώ το μόνο που σκέφτομαι είναι πως να την φάω. Αλήθεια σας λέω, θέλω να την κατασπαράξω.. ολόκληρη. "Βύρωνα.. πονάω.." προσθέτει και μορφάζει ψεύτικα από τον υποτιθέμενο.. πόνο της. 

"Δυο ξυλιές ήταν σιγά" της υπενθυμίζω και εντάξει, μπορεί όντως να πονάει, οπότε εγώ μετακινώ το σώμα μου λίγο πιο πέρα για να μπορέσει να αναπνεύσει ξανά. 

"Πέντε μέτρησα εγώ" μου αντιμιλάει και με κοιτάει δολοφονικά.. υποτίθεται.

Διότι.. έλα τώρα.. σιγά μην πόνεσε!

"Είσαι μεγάλη απάτη τελικά" της λέω και πάω να την φιλήσω γλυκά, τρυφερά, έτσι όπως φιλάω μόνο την Ελισάβετ βασικά αλλά τελευταία στιγμή εκείνη στρίβει το πρόσωπο της προς την αντίθετη πλευρά.

"Ποιος μιλάει" μου λέει και-

Την κοιτάω σκανταλιάρικα. 

"Αφού σου άρεσε.." της ψιθυρίζω πάνω στο μάγουλο της και ύστερα το δαγκώνω. 

"Τι? Ούτε καν απλά-"

"Απλά φώναζες και ακουγόσουν μέχρι την Αθήνα" 

"Δεν φώναζα για.. αυτό

"Αλλά για τι άλλο?" 

Το κορίτσι μου τοποθετεί τα χέρια της στα μάτια της και δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν μου αρέσει να μην βλέπω τα καστανά ματάκια της. Καθόλου, δεν το κάνω, οπότε τι κάνω? Της τα δαγκώνω για να πονέσει και να τα πάρει από εκεί. 

"Αν τολμήσεις και με απειλήσεις ποτέ ξανά πάνω στο σεξ θα-"

"Θα σηκωθείς να φύγεις?" την ρωτάω και ταυτόχρονα γελάω. "Σιγά μην τα καταφέρεις ρε μωρό μου εδώ σήμερα με δυσκολία περπάτησες δυο βήματα μετά πάλι εγώ σε κουβάλησα στις σκάλες" 

Αν και τώρα που το σκέφτομαι να θυμηθώ στο σπίτι στο οποίο θα ζήσουμε να μην υπάρχει ούτε μισό σκαλοπάτι. Γιατί αν περιμένω από την Ελισάβετ να ξεκινήσει την γυμναστική για να φτιάξει επιτέλους την φυσική της κατάσταση.. φέξε μου και γλίστρησα.. θα έχω φτάσει σε ηλικία που θα χρειάζομαι πι για να περπατήσω και βιάγκρα για να μου σηκωθεί. 

"Αν θέλεις μια γκόμενα ή μάλλον μια θεογκόμενα στο πλάι σου που να κοπανιέται όλη μέρα στα γυμναστήρια.. ξέρεις που να πας να την βρεις.. απλά πες το μου εδώ και τώρα για να μην-" η Ελισάβετ αναφέρεται στην Έλενα, όμως δεν ολοκληρώνει την πρόταση της. Το όμορφο μουτράκι της σκυθρωπιάζει, τα χαρούμενα μάτια της θλίβονται και το κάτω χειλάκι της..

Το φιλάω απαλά. 

Για να μην τρέμει. 

"Για να μην με αγαπήσεις ακόμη πιο πολύ?" την ρωτάω και την κοιτάω με.. φόβο. Διότι δεν είμαι σίγουρος για το πως θα αντιδράσει σε αυτό.  

Η Ελισάβετ γουρλώνει αμέσως τα μάτια της. 

"Τώρα θα ξεκινήσεις να το χρησιμοποιείς και αυτό κατά μου?" με ρωτάει και με κοιτάει απογοητευμένη. Από τον εαυτό της, από εμένα, ακόμη δεν έχω καταλάβει. 

"Εσύ το είπες πριν" της το ξεκαθαρίζω. 

"Το πρόβλημα δεν είναι τι λέω εγώ Βύρωνα αλλά τι δεν λες εσύ" η Ελισάβετ σηκώνει τα φρύδια της, και περιμένει.

Και όλο περιμένει.. 

Και η ώρα περνάει και εκείνη ακόμη περιμένει.. 

Σφίγγω τα χείλη μου σε μια ευθεία. 

Συγγνώμη αλλά..

Τι θέλει να της πω? 

Τι μπορώ να της πω που δεν θα μετανιώσω?

"Εντάξει κατάλαβα καλύτερα να επιστρέψουμε Αθήνα" το κορίτσι μου σπάει την σιωπή που έχει απλωθεί ανάμεσα μας, προσπαθεί να σηκωθεί όρθια αλλά δεν την αφήνω. Τελευταία στιγμή την πιάνω από το χέρι της και την εμποδίζω. 

"Ο λόγος έχει αξία όταν τον δίνουμε και τον κρατάμε" της λέω αυτό που πραγματικά πιστεύω και ελπίζω να πιάσει το υπονοούμενο ότι δεν μπορώ να της υποσχεθώ πως θα χωρίσω την Έλενα, όχι γιατί δεν θέλω, αλλά επειδή μπορεί να μην μου το επιτρέψει. Και ποιος? Μα ο απώτερος σκοπός. 

"Ναι αλλά δεν γίνεται να μην δίνεις και τίποτα" η Ελισάβετ γυρνάει το κεφάλι της, με κοιτάει και μου μιλάει βουρκωμένη. "Γιατί εγώ σου δίνω τα πάντα μου Βύρωνα, σου έχω ανοιχτεί ολοκληρωτικά, και θέλω να ξέρω που βρίσκεσαι, τι ακριβώς νιώθεις" 

Τοποθετώ το χέρι μου στο μάγουλο της, σκουπίζω μερικά δάκρυα της. 

Το ξέρω, αυτό που θα κάνω τώρα θα το μετανιώσω. 

Είμαι σίγουρος βασικά, διότι θα το πω φωναχτά. 

Και δεν θα το ακούσει μόνο η Ελισάβετ, θα το ακούσω και εγώ. 

Και δεν θα υπάρξει επιστροφή μετά από αυτό.

Γιατί είμαι σίγουρος ότι θα χαθώ. 


"Είμαι ερωτευμένος Ελισάβετ.. είμαι πολύ ερωτευμένος.. μαζί σου "






Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top