Kεφάλαιο 45
Αρχικά θέλω να ευχαριστήσω κάθε μία από εσάς για τις ατελείωτες ώρες γέλιου που μου χαρίζετε διαβάζοντας τα σχόλια σας, είστε πραγματικά απίθανες! Επίσης, θα ήθελα να επαναλάβω ότι όλα τα βιντεάκια και οι εικόνες των βέλλη είναι της passionxlove.. Μικαέλα είσαι θεά! Τέλος, ακολουθεί ιατρικό κεφάλαιο, η διαφορική διάγνωση που γίνεται στην πραγματικότητα διαφέρει κάπως από αυτήν που θα μας αναλύσει ο Βύρωνας, είναι όμως ότι καλύτερο θα μπορούσα να παρουσιάσω στο γπ. Καλή ανάγνωση κοριτσάρες!
Βύρωνας
"Συγγνώμη για την καθυστέρηση" η πόρτα της αίθουσας συνεδριάσεων ανοίγει, ο παππούς μπαίνει μέσα, βγάζει την λευκή του ποδιά και την πετάει σε έναν ειδικευόμενο του για να την κρεμάσει. "Ήμουνα στα επείγοντα, έπρεπε να βάλω μια τάξη, διότι μόνο σε αυτήν την χώρα μπορεί το κάθε συνάχι από τριημέρου να κάνει τον κακό χαμό για να εξεταστεί πριν το θωρακικό άλγος"
Έχει δίκιο.
Σε ότι λέει ο παππούς έχει δίκιο.
Τα επείγοντα ενός νοσοκομείου κανονικά δεν πρέπει να δέχονται περιστατικά μη επείγοντος χαρακτήρα. Οι γιατροί των ΤΕΠ όλων των άλλων ανεπτυγμένων χωρών, τα διώχνουν για να είναι σε θέση μόλις έρθει το διαβητικό κώμα, η υπονατριαιμία, το έμφραγμα, να μπορούν να το αντιμετωπίσουν με καθαρό μυαλό και ξεκούραστο σώμα. Διότι ναι, όταν ασχολείσαι με χέρια που πονάνε εδώ και μια εβδομάδα και δαγκώματα από σκύλους που συνέβησαν πριν από πέντε μέρες, ναι, εξουθενώνεσαι.
"Ποιος έχει την Ελισάβετ Στεργίου?" ο παππούς κάθεται στην κορυφή του τεράστιου οβάλ γραφείου, οι ειδικευόμενοι του στις υπόλοιπες ελάχιστες καρέκλες που υπάρχουν στην αίθουσα και οι 25 φοιτητές ιατρικής που αυτήν την στιγμή βρίσκονται στο έκτο έτος των σπουδών τους είναι όρθιοι. Όπως και εγώ άλλωστε. Πάντα στέκομαι πίσω και δεξιά του παππού, πάντα, σε όλες τις επισκέψεις που κάνει, σε όλα τα συνέδρια στα οποία συμμετέχει.
"Δική μου είναι" ένας ψηλός, μελαχρινός ειδικευόμενος παθολογίας γύρω στα 30 παίρνει τον λόγο, ψάχνει μεταξύ των 10 ιατρικών φακέλων που έχει μπροστά του, βρίσκει αυτόν της ασθενούς του και τον ανοίγει.
Σιγά μωρή εσύ.. που είναι και Δική σου.
Αν θες να ξέρεις.. με εμένα πηδιόταν πριν από τέσσερις μέρες.
"Έκτορα μισό" ο παππούς του κάνει νόημα να μην ξεκινήσει να παρουσιάζει το ιστορικό και στρέφει την προσοχή του στους φοιτητές του. "Ποιος από εσάς την έχει αναλάβει?"
Και ξαφνικά σιωπή. 25 πρώην άριστοι μαθητές Λυκείου, 25 νυν μέτριοι φοιτητές Ιατρικής κοιτιούνται αμήχανα μεταξύ τους. Κανένας δεν μιλάει, καμία δεν λαλάει, κάτι το οποίο είμαι σίγουρος ότι δεν πρόκειται να αρέσει καθόλου μα καθόλου στον παππού.
"Ακούω.." ο Καθηγητής της Παθολογίας ανακάθεται εκνευρισμένος στην θέση του. Παρατηρώ το πρόσωπο του, έχει αρχίσει να κοκκινίζει.
"Δεν.. δηλαδή.." μια κοντή, μικροκαμωμένη, σγουρομάλλα φοιτήτρια αποφασίζει να μιλήσει εκ μέρους όλων των συμφοιτητών της. Στην θέση της απλά θα σιωπούσα. "Ήταν χτεσινή εισαγωγή και-"
"Και λοιπόν?" ο παππούς την διακόπτει και σηκώνεται όρθιος, αργά αλλά σταθερά, κυρίως όμως απειλητικά.
"Χτες ήταν Κυριακή" πετάγεται ένας άλλος φοιτητής.
"Και λοιπόν?" επαναλαμβάνει ο παππούς.
"Δεν ήμασταν εδώ" μιλάει ξανά η σγουρομάλλα.
"Το προσπερνάω αυτό, αν και ως φοιτητές δεν θεωρώ ότι έχετε κάτι καλύτερο να κάνετε τις Κυριακές σας. Κανονικά θα πρέπει να είστε εδώ όλο το σαββατοκύριακο, κάθε σαββατοκύριακο, και αν είχαμε επιπλέον κρεβάτια να κοιμόσασταν κιόλας. Ή τι λέω? Να κοιμάστε? Επιτρέπεται εκτοετής φοιτητής της Ιατρικής να κοιμάται? Οφείλει να είναι όλη μέρα στα επείγοντα, διότι εκεί μαθαίνει κανείς την ιατρική, όχι στο σπίτι"
Παρατηρώ μια ψηλή, γεματούλα, μελαχρινή κοπέλα να πνίγει έναν λυγμό. "Δεν θα περάσουμε ποτέ παθολογία" μουρμουρίζει στον διπλανό της.
"Δεν γνωρίζω ποιος το είπε αυτό αλλά πολύ σωστά κάνει και το πιστεύει" ο παππούς κάθεται ξανά στην θέση του. "Και άντε να δεχτώ ότι δεν ήρθατε χτες στην κλινική, σήμερα το πρωί γιατί δεν ήρθατε νωρίτερα να μοιράσετε τους ασθενείς σας?"
Εντάξει τώρα καλά κάνει και τους επιπλήττει. Αφού είναι βασικός κανόνας σε κάθε πανεπιστημιακή κλινική.. κάθε ασθενής πρέπει να αναλαμβάνεται και από έναν φοιτητή. Υπάρχει λίστα με ονόματα και σειρά προτεραιότητας. Η συγκεκριμένη ομάδα φοιτητών μπορεί να χαρακτηρισθεί το λιγότερο ανεύθυνη.
Έτσι θα κάνουν του χρόνου στο αγροτικό?
Θα βρίσκουν αφορμές για να μην αναλαμβάνουν τους ασθενείς τους?
Αν πάρουν πτυχίο βέβαια..
"Είμαστε εδώ από τις οχτώ ακριβώς" πετάγεται ξανά ο ψηλός μελαχρινός -και πολύ άτυχος- άνδρας. Τώρα ειλικρινά, προσπαθεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα?
"Στις οχτώ ακριβώς ξεκινάει το αμφιθεατρικό μάθημα, εσείς οφείλετε να είστε στο νοσοκομείο από τις έξι με εφτά, να μοιράσετε τους ασθενείς σας αυτοί που είναι να πάρουν καινούριο, και οι άλλοι να δείτε τους προηγούμενους. Είστε στην κλινική εδώ και τρεις εβδομάδες, τόσο καιρό τι κάνετε? Παίζετε στους διαδρόμους?" ο παππούς νομίζω ανέβασε πίεση από τα νεύρα του.
"Εδώ είναι Πανεπιστημιακό νοσοκομείο νεαρές και νεαροί. Θα σας αποκαλούσα συναδέλφους αλλά προφανώς και δεν αξίζετε τον τίτλο. Φύγετε από μπροστά μου και πάτε να μοιράσετε τους ασθενείς, ξανά, και μόλις τελειώσω με την καθιστική επίσκεψη, θα τα πούμε επί κλίνης" αυτό το τελευταίο ακούστηκε περισσότερο σαν απειλή παρά σαν ενημέρωση.. τους καημένους!
Παρατηρώ ένα προς ένα τα πρόσωπα των φοιτητών. Άλλοι έχουν βουρκώσει, άλλοι κλαίνε, άλλοι βρίζουν, άλλοι σφίγγουν δόντια. Και όμως κανείς δεν παραπονιέται. Τολμάει άλλωστε? Δεν τα βάζεις με μέλος ΔΕΠ, αν θες να περάσεις τις προφορικές εξετάσεις στο τέλος της κλινικής άσκησης, το βουλώνεις και κάνεις ότι σου λέει. Και τώρα θα με ρωτήσετε.. πώς είναι δυνατόν να σε κόψουν αν έχεις διαβάσει δέκα φορές την ύλη?
Μειδιάζω
Μα στην Ιατρική δεν υπάρχει ύλη.
"Λοιπόν Έκτορα ξεκίνα επιτέλους, τι κάθεσαι και με κοιτάς?"
Κοιτάω τον παππού που κοιτάει τον Έκτορα.
Κοιτάω τον Έκτορα που κοιτάει τον ιατρικό φάκελο.
"Ελισάβετ Στεργίου, γυναίκα, ετών 20, φοιτήτρια ιατρικής, προσήλθε χτες στα τεπ του παθολογικού αναφέροντας διάχυτο κοιλιακό άλγος που ξεκίνησε μια ώρα πριν την προσέλευση της στο νοσοκομείο, με συνοδά αρθραλγίες και εμπύρετο με μέγιστη θερμοκρασία σώματος τους 38,1 βαθμούς"
Τα σημειώνω.. όλα. Θέλω να βρω τι έχει. Είναι ενδιαφέρον περιστατικό εξάλλου. Άσε που η κρίση την έπιασε μπροστά μου. Πάνω από όλα είμαστε άνθρωποι.. ή γιατροί? Δεν έχω καταλήξει ακόμη κάπου.. αλλά τείνω στο πρώτο.
"Πορεία παρούσας νόσου?" ρωτάω, αν και ήδη την γνωρίζω.
Το Σάββατο το βράδυ την πήγαμε στην κλινική της μαμάς και την Κυριακή το πρωί έγινε η διακομιδή εδώ στο πανεπιστημιακό έπειτα από εντολή του παππού. Δεν θέλει λέει κανέναν φοιτητή του σε ξένο νοσοκομείο. Αν και η κλινική δεν είναι ξένη ακριβώς, η μισή της μισής είναι της μαμάς, άρα δικιά μου, και η άλλη μισή της μισής είναι του μπαμπά της Έλενας, άρα δικιά μου επίσης.
"Εσύ ακόμη εδώ είσαι?" ο παππούς με κοιτάζει φευγαλέα. "Δεν έχεις ανατομία στο αμφιθέατρο?" προσθέτει και με κάνει να νιώθω άβολα, διότι δεν θέλω σε καμία περίπτωση οι ειδικευόμενοι του να νομίζουν ότι είμαι κανένας φοιτητής που δεν πηγαίνει στα θεωρητικά μαθήματα.
"Έχω πει στην Ισμήνη να μου ηχογραφήσει το μάθημα" είμαι ειλικρινής μαζί του, όπως πάντα άλλωστε.
"Έκτορα συνέχισε" ο παππούς κουνάει αποδοκιμαστικά το κεφάλι του και τρίβει κουρασμένα το πρόσωπο του. Δεν την συμπαθεί καθόλου την Ισμήνη, διότι ο μπαμπάς της καθώς γιατρός, τον γλείφει εδώ και έναν χρόνο και μάλλον θα συνεχίσει να τον γλείφει μέχρι να πάρει πτυχίο η κόρη του.
"Η ασθενής αυτήν την στιγμή που μιλάμε είναι αιμοδυναμικά σταθερή, από την κλινική εξέταση δεν βρέθηκε κάτι παθολογικό, κοιλιά μαλακή ευπίεστη αλλά επώδυνη σε εν τω βάθει και επιπολής ψηλάφηση, αρθρώσεις πλέον ανώδυνες και ο πυρετός έπεσε μετά την χορήγηση δύο αποτέλ των πεντακοσίων"
Να αυτό δεν μου κάθεται καλά, με βάση την κλινική εικόνας της Ελισάβετ πρόκειται για ξεκάθαρη περίπτωση οξείας κοιλίας. Μα γιατί δεν την πήραν οι χειρουργοί? Και αυτό με τα γόνατα τι είναι? Λίγο περίεργο μου φαίνεται γενικά.
"Ατομικό ιστορικό?" ρωτάει ο παππούς και καρφώνει το βλέμμα του έξω από το παράθυρο στον συννεφιασμένο ουρανό. Αυτό το κάνει πάντα όταν σκέφτεται, πάντα, και είναι κάτι που έχω υιοθετήσει και εγώ.
"Εδώ έχει ζουμί η υπόθεση" ο Έκτορας αφήνει κάτω τον φάκελο, ακουμπάει την πλάτη του πίσω στην καρέκλα και τεντώνει ψηλά τα χέρια του. "Στην βρεφική ηλικία παρατηρούνται κάποιες υποτροπιάζουσες ωτίτιδες, τίποτα το σημαντικό, στα δεκαέξι της όμως η κοπέλα αναφέρει για πρώτη φορά ένα διάχυτο κοιλιακό άλγος, είναι εμπύρετη και έχει αρθραλγίες, όπως ήρθε σε εμάς δηλαδή. Την βάζουν μέσα για οξεία σκωληκοειδίτιδα, την ανοίγουν και τίποτα"
Μειδιάζω
Άλλο που δεν ήθελαν οι χειρουργοί.
Άσχετοι χασάπηδες
"Το πρώτο επεισόδιο υφίεται με την συστηματική λήψη παρακεταμόλης από του στόματος και η αγωγή σταματάει δύο μήνες μετά όταν με τα ίδια συμπτώματα η ασθενής προσέρχεται ξανά στα τεπ του χειρουργικού. Την ανοίγουν δεύτερη φορά και της αφαιρούν την χοληδόχο κύστη" ο Έκτορας συνεχίζει και μιλάει και εγώ συνεχίζω να διαγράφω από την λίστα μου τα πιθανά αίτια οξείας κοιλίας.
"Τα συμπτώματα υποχωρούν ξανά, ωστόσο η ασθενής παθαίνει πάλι την ίδια κρίση ένα εξάμηνο αργότερα. Στο ίδιο νοσοκομείο την ανοίγουν για τρίτη φορά υποπτευόμενοι οξεία παγκρεατίτιδα. Δεν βρίσκουν κάτι παθολογικό στο πάγκρεας και το γυρνάνε σε ερευνητική λαπαροσκόπηση"
Αυτό που οι χειρουργοί γίνονται χειρουργοί γιατί δεν ξέρουν παθολογία, πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει. Τι πάει να πει την άνοιξαν για οξεία παγκρεατίτιδα? Η διάγνωση της τίθεται κλινικά, δεν χρειάζεται καν ο ακτινολόγος, και αυτοί την άνοιξαν? Και επειδή δεν βρήκαν τίποτα το γύρισαν και σε ερευνητική λαπαροσκόπηση?
Έλεος
Με τον κάθε άσχετο
Φούντωσα τώρα
"Βρήκαν τίποτα στο χειρουργείο?" ρωτάει ο παππούς και κάτι στο βλέμμα του μου λέει ότι κάνουμε ακριβώς τις ίδιες σκέψεις. Ναι οι χειρουργοί χρειάζονται, όχι δεν είναι Θεοί.
"Τίποτα" ο Έκτορας γυρνάει σελίδα στον φάκελο και συνεχίζει να διαβάζει μερικά στοιχεία από αυτόν. "Και τότε οι γονείς της μετά από παρότρυνση των γιατρών την πάνε σε ψυχίατρο, ο οποίος της προτείνει να πάρει ζολοφτ για εννιά μήνες και ζάναξ περιστασιακά"
Α καλά
Πιο προβλέψιμος πεθαίνεις
"Η διάγνωση του ποια ήταν?" ρωτάει ο παππούς και εγώ αλλάζω στυλό, καθώς ο προηγούμενος μόλις μου τελείωσε.
"Αγχώδης διαταραχή.. η ασθενής είχε μπει τότε στην τρίτη λυκείου και είχε ξεκινήσει την προετοιμασία για τις πανελλαδικές.. ο ψυχίατρος θεώρησε ότι η τελειομανία της σε συνδυασμό με το απαιτητικό διάβασμα για τις εξετάσεις την ώθησαν στα άκρα"
Μειδιάζω
Δεν αντέχουν όλοι οι άνθρωποι την πίεση. Και καλό είναι για αυτούς τους υπερβολικά ευαίσθητους που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν κάτω από στρεσσογόνες συνθήκες να μην επιλέξουν την ιατρική επιστήμη για καριέρα ζωής. Το επάγγελμα αυτό θέλει γερό στομάχι, κάτι που προφανώς και δεν διαθέτει η Ελισάβετ.
"Γιατί όλοι στο τέλος της ημέρας καταλήγουν στον ψυχίατρο?" αναρωτιέται δυνατά ο παππούς και κάτι στην φωνή του μου λέει ότι δεν συμφωνεί και πολύ με την διάγνωση της αγχώδους διαταραχής. "Τι έγινε με τις κρίσεις?" προσθέτει και καρφώνει ξανά το βλέμμα του έξω από το παράθυρο.
"Έπειτα από εφτά μήνες και ενώ η κοπέλα δίνει πανελλήνιες, μετά το τρίτο της μάθημα έρχεται στο δικό μας τεπ και πάλι με διάχυτο κοιλιακό άλγος, εμπύρετη με αρθραλγίες" ο Έκτορας κάνει μια παύση και στρέφει το πρόσωπο του προς τους συναδέλφους του. "Την αναλάβαμε εμείς, της προτείναμε να μείνει μέσα για διερεύνηση, αλλά η ίδια δεν το δέχτηκε καθώς ήθελε να δώσει το τελευταίο της μάθημα. Τελικά υπέγραψε και έφυγε"
Α την σιχαμένη
Τελικά αλήθεια έλεγε ότι νοσηλεύτηκε όταν γράφαμε πανελλήνιες.
Και δεν της το 'χα
"Για να έρθει ξανά μετά από ενάμισι χρόνο πάλι με τα ίδια συμπτώματα" ο παππούς σηκώνεται όρθιος, αρπάζει έναν μαύρο μαρκαδόρο και ξεκινάει να γράφει στον λευκό πίνακα. Ναι, είναι της παλαιάς σχολής. "Πυρετός αγνώστου αιτιολογίας, παιδιά, σας ακούω"
Κοιτάω τις σημειώσεις μου. Ναι σωστά κάνουμε και πιανόμαστε από τον πυρετό. Η οξεία κοιλία και όλα τα αίτια της κατέληξαν στα σκουπίδια μετά από τα απανωτά χειρουργεία. Τραβάω μια γραμμή σε όλες τις ίτιδες του γαστρεντερικού και κυκλώνω τον πυρετό και τις αρθραλγίες, κάτι μου λέει ότι αυτές θα δώσουν την απάντηση στο πρόβλημα της Ελισάβετ.
"Πρώτη μεγάλη κατηγορία είναι τα λοιμώδη" τον λόγο παίρνει μια νεαρή ειδικευόμενη του παππού.
Την κοιτάζω καλύτερα.
Όμορφη είναι.
"Φυματίωση, βρουκέλλα, ελονοσία"
Παίρνω αμέσως μια έκφραση αηδίας.
Και ηλίθια επίσης.
Πού να την βρήκε την βρουκέλλα δευτεροετής φοιτήτρια ιατρικής στην Αθήνα? Εκτός και αν πίνει καφέ με τα πρόβατα κάθε φορά μετά το εργαστήριο.
"Καλά με δουλεύεις?" την ρωτάει εκνευρισμένος ο παππούς. "Πού να την βρήκε την βρουκέλλα η φοιτήτρια της ιατρικής? Έλεος! Κυριακή σε θέλω πιο συγκεντρωμένη, εδώ μιλάμε για μια εικοσάχρονη κοπέλα!"
Σηκώνω απότομα το κεφάλι μου και καρφώνω το βλέμμα μου στον παππού.
Τελικά είμαι άξιος διάδοχος του.
"HIV?" πετάγεται ο Έκτορας.
"Γιατί είναι σεξουαλικώς ενεργή?" ρωτάει ο παππούς.
"Ναι" απαντάω εγώ χωρίς να το σκεφτώ και μόλις συνειδητοποιώ τι ξεστόμισα..
Ξεροκαταπίνω
"Και εσύ που το ξέρεις?" με ρωτάει η όμορφη ειδικευόμενη ονόματι Κυριακή.
Σηκώνω αργά αργά το κεφάλι μου και κοιτάω τα έκπληκτα πρόσωπα όλων των ειδικευόμενων. Πονηρά υφάκια, πρόστυχες ματιές και περίεργα βλέμματα είναι όλα όσα λαμβάνω από την ομάδα του παππού. Και τώρα που λέω παππούς..
Σηκώνω διστακτικά το βλέμμα μου πάνω του.
Και τον κοιτάω
Και με κοιτάει
Και τον κοιτάω με απάθεια.
Και με κοιτάει με σκληρότητα.
Αν και το βλέμμα του δεν αποκαλύπτει πολλά περισσότερα, το σφιγμένο του σώμα, το χέρι του που πάει να σπάσει τον μαρκαδόρο και το πρόσωπο του που έχει κοκκινίσει μου υποδεικνύει πως ναι, κάτι κατάλαβε.
Έγινε μόνο μια φορά.
Έγινε μόνο μια ηλίθια φορά.
Δεν θα επαναληφθεί.
Το υπόσχομαι στον εαυτό μου.
Έλλη
"Θέλω να έρθω να σε δω"
Πιέζω το κινητό μου πάνω στο αυτί μου και πνίγω έναν λυγμό.
"Και εγώ θέλω πολύ να σε δω αγάπη μου" του λέω την αλήθεια, πεθαίνω να τον δω.
Και τι δεν θα έδινα βασικά να τον είχα εδώ κοντά μου, έστω πάνω σε αυτό το άθλιο νοσοκομειακό κρεβάτι. Η αλήθεια είναι ότι τον θέλω δίπλα μου, μαζί μου, να με αγκαλιάζει, να τον φιλάω, να μου χαιδεύει τα μαλλιά, να του ζητάω συγγνώμη..
Άπειρα συγγνώμη θα του ζητήσω, άπειρα.
Και θέλω να πιστεύω ότι θα το ξεπεράσουμε.
Πρέπει να το ξεπεράσουμε.
"Έχω Δευτέρα έως Πέμπτη κάθε απόγευμα εργαστήριο" η φωνή του Αιμίλιου ακούγεται σαν ψίθυρος μέσα από το ακουστικό.
Κλείνω τα μάτια μου, σκεπάζω τοι κεφάλι μου με το νοσοκομειακό σεντόνι και ξεκινάω να κλαίω. "Το ξέρω, το ξέρω ότι είναι δύσκολο, όμως σε εκλιπαρώ να έρθεις. Δεν μπορώ άλλο εδώ μόνη μου, σε χρειάζομαι δίπλα μου"
Θέλω να έρθει, σήμερα, με την πρώτη πτήση γίνεται? Και αν είναι οικονομικό το θέμα του το πληρώνω εγώ το εισιτήριο, δεν με νοιάζει. Απλά θέλω να έρθει, να μείνει δίπλα μου όσο διαρκέσει η παραμονή μου στην παθολογική κλινική, μετά να πάμε στο διαμέρισμα μου, να κλειδωθούμε εκεί μέσα και να μην βγούμε μέχρι να τα βρούμε. Ζητάω πολλά?
Παύση στο τηλέφωνο.
Ο Αιμίλιος δεν μιλάει, δεν αναπνέει.
"Δεν θα με αφήσει η μαμά μου να χάσω τα εργαστήρια, τα οποία ξέρεις ότι δεν αναπληρώνονται, η ύλη θα παραδοθεί και εγώ δεν θα είμαι εκεί για να-"
"ΓΑΜΩΤΟ ΣΟΥ" διακόπτω τον Αιμίλιο, πετάω τα νεκροσέντονα από πάνω μου και φωνάζω έτσι ώστε να ακούγομαι σε όλη την Αττική. "ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΡΘΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ ΕΔΩ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΕΧΩ ΔΙΠΛΑ ΜΟΥ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΔΩ. ΜΠΟΡΩ?" τον ρωτάω και ταυτόχρονα κλαίω με αναφιλητά.
Όχι δεν πονάω, σωματικά τουλάχιστον.
Διότι ψυχικά..
"Αυτό που ολόκληρη κοπέλα σαν τα κρύα τα νερά, έξυπνη, όμορφη, τσαχπίνα συνεχίζει να παρακαλάει τον μαμάκια δεν μπορώ να το χωνέψω" η νονά μου κάθεται δίπλα στην μαμά μου και τόση ώρα με σχολιάζουν, είμαι σίγουρη, κουτσομπολεύουν την σχέση μου με τον Αιμίλιο.
ΜΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΦΕΥΓΟΥΝ?
ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΕΙΝΩ ΜΟΝΗ ΜΟΥ
"Έλλη σε αγαπάω" ο αρκουδίνος μου ακούγεται απελπισμένος. "Δεν-δεν θέλω να κλαις, δεν μπορώ να σκέφτομαι ότι κλαις, σε παρακαλώ, σε ικετεύω βασικά, κάνε λίγη υπομονή μέχρι την Παρασκευή το πρωί, θα πάρω την Πέμπτη το πρώτο λεωφορείο μετά το τελευταίο μου εργαστήριο και σε έξι ώρες θα είμαι κοντά σου, θα είμαστε στο σπιτάκι μας, κάτω από τα σκεπασματάκια μας, θα δεις, θα περάσουμε ένα υπέροχο τριήμερο μόνο οι δυο μας"
Δεν αντέχω, όχι δεν αντέχω. Δεν μπορώ να ζήσω ακόμη τέσσερις μέρες χωρίς να του το πω. Να του στέλνω καλημέρα και να ξέρω ότι δεν θα είναι για εμένα, να του στέλνω καρδούλες και να ξέρω ότι αυτές θα ραγίσουν όταν του πω τι έκανα, να του στέλνω φιλάκια και να σκέφτομαι τα πληγωμένα χείλη του μπουκλάκια, να του λέω πόσο μα πόσο πολύ τον αγαπώ και να-
Πνίγω ακόμη έναν λυγμό.
Δεν μπορώ να του πω ότι τον αγαπάω.
Όχι γιατί δεν το νιώθω, αλλά γιατί δεν το θεωρώ τίμιο.
"Και κάτι ακόμη.." ο αρκουδίνος μου σίγουρα με ακούει που τόση ώρα κλαίω και σίγουρα στεναχωριέται. "Σε παρακαλώ μην κλείσεις ξανά το κινητό σου, τρεις μέρες δεν μιλήσαμε και δεν μπορούσα ούτε να κοιμηθώ, ούτε να φάω, ούτε τίποτα. Τρελάθηκα Έλλη μου, τρελάθηκα μωρό μου, σε παρακαλώ υποσχέσου μου ότι δεν θα μου το κάνεις ξανά αυτό ναι?"
Κοιτάω τον μπαμπά που μου κάνει νόημα να κλείσω το τηλέφωνο.
Κοιτάω την μαμά που μου κάνει νόημα να προσέχω τα σωληνάκια στο χέρι μου.
Κοιτάω την νονά που μου ανεβοκατεβάζει το χέρι της σε μια ανάρμοστη-
Αχ έλεος!
Τι θέλει να μου πει ακριβώς με την χειρονομία της.. ανδρικής αυτο-ικανοποίησης?
"Υπόσχομαι" απαντάω στον Αιμίλιο μου έπειτα από μερικές στιγμές σιωπής.
Υπόσχομαι ότι θα τον αγαπώ.. για πάντα.
Υπόσχομαι ότι θα του ζητάω συγγνώμη.. για πάντα.
Υπόσχομαι ότι θα έχει την κυρίαρχη θέση στην καρδιά μου.. για πάντα.
"Το κινητό σε εμένα" απαιτεί ο μπαμπάς με το που τερματίσω την κλήση και μου απλώνει το χέρι του για να του δώσω την συσκευή μου. Δεν κατάλαβα τώρα, προς τι αυτή η διαταγή? Και από πότε στην τελική δίνει διαταγές ο Μιχάλης? Χώρια που δεν σας ανέφερα ότι από την στιγμή που φύγαμε από το σπίτι το Σάββατο το βράδυ.. ο μπαμπάς συμπεριφέρεται περίεργα..
Μερικές φορές μου μιλάει αλλά δεν με κοιτάει καν. Άλλες μου φωνάζει, άλλες μου μιλάει ειρωνικά, άλλες του μιλάω και δεν απαντάει. Δεν μπορώ να καταλάβω τι του έκανα και μου συμπεριφέρεται έτσι. Πρώτη φορά το βλέπω θυμωμένο απέναντι μου και δεν γνωρίζω καν το γιατί.
"Κάποτε μου έλεγες ότι η ενασχόληση με όλων των ειδών τις οθόνες ανεβάζουν τον πυρετό και καίνε τον εγκέφαλο" του απαντώ άκρως αυστηρά. "Και εγώ σε πίστευα! Έκλεινα τον Σκούμπι Ντου πριν φανερωθεί ποιος είναι ο κακός! Πλέον όμως γνωρίζω αρκετή παθοφυσιολογία για να σου τεκμηριώσω ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει, για αυτό συγγνώμη αλλά δεν βρίσκω τον λόγο να-"
"Γεια σας" μια ηλίθια, σπαστική, αλαζονική και υπεροπτική φωνή διακόπτει το χώσιμο μου στον μπαμπά. Η πόρτα του νοσοκομείου ανοίγει, ο Βύρωνας μπαίνει μέσα στον θάλαμο μου και η νονά μου πέφτει απότομα κάτω από την καρέκλα.
"Συγγνώμη" ζητάει και σηκώνεται πάλι όρθια. "Έκανα να σηκωθώ αλλά δεν με κράτησαν τα γόνατα μου και.." μια ξελιγωμένη Κέλλυ πλησιάζει τον λώρδο του κώλου, τοποθετεί τις παλάμες της στα μάγουλα του και τον κοιτάει μες στα μάτια. "Πες μου ότι εσύ είσαι ο γιατρός που ανέλαβε την βαφτιστήρα μου" τον ρωτάει και ταυτόχρονα τον ζουλάει. "Χριστέ μου, και διαβαστερός και κούκλος, τι κάνεις εσύ εδώ μέσα? Έχω κονέ να σε βάλω στο gntm 44, θέλεις να το κανονίσω?"
Τώρα αυτή γιατί κάνει έτσι? Έλεος! Εγώ που τον είδα γυμνό μπορώ να της πω ότι δεν έχει καν κοιλιακούς, μόνο οι λαγονοψοίτες του διαγράφονται απαλά. Και συγγνώμη, η Κέλλυ υποτίθεται έχει μάτια μόνο για τον Πανούλη της! Μας υπενθυμίζει καθημερινά ότι εκείνος είναι ο άνδρας της ζωής της? Τώρα τι θέλει και την πέφτει στον δικό μου?
Τα νεύρα μου
"Τι θα γίνει νεαρέ?" ο μπαμπάς ψάχνει τα τσιγάρα του. "Εσύ κανένα εργαστήριο να πας δεν έχεις? Είμαι εδώ από χτες το πρωί, σήμερα είναι Δευτέρα βράδυ και εσύ δεν λες να μας αφήσεις ήσυχους. Όλο και κόβεις βόλτες στους διαδρόμους, όλο και έρχεσαι εδώ μέσα και μας εξετάζεις, όλο και μας σπας τα νεύρα. Έχουμε τον πόνο μας, την κοιλιά μας να μας πεθαίνει, τον πυρετό να μας ψήνει, τα γόνατα μας να τρέμουν, και έχουμε και εσένα. Και το μόνο που μας λείπει είναι επιτέλους μια διάγνωση για να πάμε στο σπίτι μας να μην σε βλέπουμε μπροστά μας!"
Μένω με το στόμα ανοιχτό να παρακολουθώ το ξέσπασμα του μπαμπά. Ή μπορεί να είναι και παραλήρημα, δεν ξέρω. Έχει κινητοποιηθεί μια ολόκληρη ομάδα γιατρών, ο πιο μισητός αλλά και ο πιο κορυφαίος παθολόγος της χώρας ασχολείται με την περίπτωση μου και εκείνος γκρινιάζει? Ειλικρινά τώρα? Ούτε εμένα μου αρέσει που εξακολουθώ να βλέπω την πανέμορφη μάπα του μπουκλάκια αλλά τι να κάνουμε? Το τσιφλίκι του είναι εδώ μέσα άλλωστε.
"Βασικά την διάγνωση την έχετε" ο Βύρωνας ανοίγει διάπλατα την πόρτα του θαλάμου.
"Τι εννοείς?" η μαμά πετάγεται όρθια, ο μπαμπάς παγώνει.
"Σας θέλει ο Καθηγητής στο γραφείο του να σας μιλήσει" τους ανακοινώνει ο Βύρωνας και ταυτόχρονα μου κλείνει το μάτι, κάτι που φυσικά δεν περνάει απαρατήρητο από τον μπαμπά.
"Έλα και εσύ μαζί μας" του λέει και τον πιάνει από τον γιακά της λευκής του ποδιάς καθώς περνάει από δίπλα του για να βγει από τον θάλαμο.
"Εγώ βασικά πρέπει να δώσω την θεραπεία στην Ελισάβετ" ο μπουκλάκιας βγάζει από την τσέπη της ποδιάς του ένα μικρό λευκό κουτάκι. Γαμώτο, είναι μακριά και δεν μπορώ να διακρίνω τι γράφει.
"Πες μου τουλάχιστον ότι πρέπει να την γδύσεις για να της την χορηγήσεις" πετάγεται η νονά μόνο και μόνο για να σταματήσει να περπατάει απότομα ο μπαμπάς και να πέσει η μαμά πάνω στην πλάτη του.
"Δίνεται από του στόματος το χάπι" την ενημερώνει ο Βύρωνας με το πιο αυστηρό επαγγελματικό ύφος που διαθέτει. Ο μπαμπάς ξεφυσάει ανακουφισμένος, η μαμά τον τραβάει να πάνε μέσα στο γραφείο του Κομνηνού, η Κέλλυ κατσουφιάζει.
"Θα έρθεις μαζί μας?" την ρωτάει η μαμά και ο μπαμπάς αγριοκοιτάζει την νονά.
"Όχι θα μείνει εδώ στο πλάι της ταλαιπωρημένης της βαπτιστήρας" ο Μιχάλης διατάζει, άλλο πάλι και αυτό.
Κοιτάζω την νονά, που κοιτάζει τους γονείς μου να απομακρύνονται, και μόλις εκείνοι φύγουν τελείως από το οπτικό μας πεδίο.. "Εγώ θα σας αφήσω μόνους σας" μας ανακοινώνει και κουνάει τα φρύδια της πονηρά. "Και κοίτα αγόρι μου να την γδύσεις, γιατί ο άλλος που παρακαλάμε να το κάνει δεν-"
"ΚΕΛΛΥ" την επιπλήττω κατακόκκινη από ντροπή.
Τι κάθεται και λέει μπροστά στον Βύρωνα γαμώτο?
"Έχει χιούμορ" μου λέει εκείνος με το που μείνουμε οι δυο μας στον θάλαμο μου.
Α μπα, καταλαβαίνει και από χιούμορ η φλογερή παγοκολώνα?
Ή -παγώνω- τι σκέφτομαι..?
Η παγοκολώνα σκέτο!
Χωρίς το φλογερή
"Πες μου τι έχω, δώσε μου το χάπι και εξαφανίσου" τον διατάζω γιατί δεν αντέχω να τον βλέπω. Κάθε φορά που κοιτάζω την πανέμορφη φάτσα του θυμάμαι το κακό που έκανα στον Αιμίλιο και.. απλά.. κλαίω.
"Στην θέση σου θα μιλούσα καλύτερα στο άτομο που βρήκε τι έχεις και που θα βάλει τέλος στο μαρτύριο που πέρασες όλα αυτά τα χρόνια" μου μιλάει χαμογελώντας και κάθεται στο νοσοκομειακό κρεβάτι δίπλα μου.
Όσο ο Βύρωνας βγάζει ένα μικρό, λευκό χάπι από το κουτί του, το τοποθετεί στο ειδικό μικρό ποτήρι και ανοίγει ένα μικρό εμφιαλωμένο μπουκαλάκι με νερό, τον παρατηρώ καλύτερα. Τα σκληρά χαρακτηριστικά του προσώπου του έχουν μαλακώσει, τα σκοτεινά του μάτια γυαλίζουν από χαρά, τα μελανιασμένα σαρκώδη χείλη του δεν μειδιάζουν όπως συνηθίζουν αλλά χαμογελούν. Διάπλατα. Και ανάθεμα την κυρία Άννα..
Είναι ακόμη πιο όμορφος όταν χαμογελάει.
Ειδικά όταν χαμογελάει με την καρδιά του.
"Τι εννοείς όταν λες ότι το βρήκες εσύ?" η φωνή μου ίσα που ακούγεται, λογικό άλλωστε, έχω σαστίσει από την λάμψη του. Ο Βύρωνας στρέφει το πρόσωπο του προς το μέρος μου και τα μαύρα, χαμογελαστά μάτια του με καρφώνουν. Και να..
Το νιώθω..
Η κοιλιά μου δηλαδή..
Και η καρδιά μου επίσης..
Και τώρα που το σκέφτομαι και τα πόδια μου βασικά..
Σκουπίζω τον ιδρώτα από το μέτωπο μου.
Είμαι αλήθεια ερωτευμένη μαζί του?
"Είσαι η πρώτη μου διάγνωση" μου αποκαλύπτει και το χαμόγελο χάνεται απότομα από το πρόσωπο μου. Μόνο μια διάγνωση είμαι για αυτόν? "Δηλαδή έχω εξασκηθεί και σε θεωρητικά περιστατικά αλλά πρώτη φορά σήμερα-"
"Ναι φτάνει το κατάλαβα" τον διακόπτω και αρπάζω το μικρό ποτήρι από τα χέρια του. Ο τύπος ζει μόνο για την ιατρική, με αυτήν παθιάζεται, αν μπορούσε να κάνει έρωτα μαζί της θα το προτιμούσε από το να το κάνει με την Έλενα, είμαι σίγουρη. Απλά τον λυπάμαι.
"Τι κατάλαβες?" με ρωτάει και μου δίνει το νερό.
"Τι είναι αυτό?" αδιαφορώ για την ερώτηση του και πάω στο θέμα που με καίει. Η διάγνωση μου, η ασθένεια μου. Λες να μπει ένα τέλος επιτέλους σε αυτό το βασανιστήριο?
"Κολχικίνη.. ένα μίλιγκραμ την ημέρα εφ'όρου ζωής και θα είσαι μια χαρά"
Κοιτάζω την ευτυχία στο πρόσωπο του Βύρωνα.
Κοιτάζω και το μικρό χαπάκι μέσα στο ποτηράκι.
Δεν καταλαβαίνω τίποτα.
"Έχεις μεσογειακό πυρετό" μου ανακοινώνει και με κοιτάει μες στα μάτια.
Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω τίποτα.
Πρώτη φορά την ακούω αυτήν την ασθένεια.
"Μάλλον δηλαδή.. θα έρθει σε λίγο η νοσηλεύτρια να πάρει δείγμα να το στείλουμε στο εργαστήριο για να μπει και επίσημα η διάγνωση αλλά το πιο πιθανόν είναι αυτό, να πάσχεις από μεσογειακό πυρετό" ο Βύρωνας συνεχίζει να μιλάει και εγώ συνεχίζω να απορώ.
Τον κοιτάζω σαστισμένη, ίσως και λιγάκι τρομοκρατημένη.
Δεν-δεν θα μου πει περισσότερες λεπτομέρειες?
"Εντάξει, είσαι πολύ γλυκιά με την έκφραση που έχεις πάρει αλλά μπορείς σε παρακαλώ πολύ να πάρεις ανάσα?" ο Βύρωνας μου μιλάει. Ή μάλλον όχι, δεν είναι ο Βύρωνας αυτός, αλλά ένας κλώνος του.
Είπε ο Βύρωνας ότι είμαι γλυκιά?
Με παρακάλεσε και μάλιστα πολύ επίσης?
Μήπως όλο αυτό είναι ένα όνειρο?
Πάντως αν είναι, δεν θέλω να ξυπνήσω.
"Έτσι μπράβο" προσθέτει ο πανέμορφος μπουκλάκιας και κολλάει τα χείλη του στο μέτωπο μου.
Γουρλώνω απευθείας τα μάτια μου.
Τώρα τι ήταν αυτό?
"Έχουμε και θερμόμετρα που βρίσκουν ακριβώς την θερμοκρασία του σώματος αν θες να ξέρεις" του απαντάω μες στην ξινίλα και ανακάθομαι στο κρεβάτι του πόνου για να δημιουργήσω μια απόσταση ασφαλείας ανάμεσα μας.
Χριστέ μου, έχω γίνει μούσκεμα.
Και δεν εννοώ από τον πυρετό.
"Ένας καλός παθολόγος καταλαβαίνει από το άγγιγμα στην κροταφική περιοχή και την κοιλιακή χώρα την θερμοκρασία του σώματος του ασθενούς του. Πες ότι είσαι στα Ψαρά και δεν έχεις θερμόμετρο και σου έρχεται ένας που φωνάζει ότι ψήνεται στον πυρετό, εσύ τι θα κάνεις τότε?" με ρωτάει και με κοιτάει ξανά με το πιο αυστηρό ύφος που διαθέτει.
Εμ δεν ξέρω..
Τον σταυρό μου ίσως?
Και συγγνώμη, γιατί κατσούφιασε πάλι?
Μια χαρά ήταν πριν που ήταν μες στην τρελή χαρά.
Μου-μου άρεσε περισσότερο βασικά.
Τον κοιτάζω εξεταστικά.
Έχει σκύψει το κεφάλι του στο πάτωμα.
Μωρέ λες να πειράχτηκε που τον αποπήρα?
Δαγκώνω το κάτω χείλος μου.
"Σε ευχαριστώ" του ψιθυρίζω και τοποθετώ τα δυο μου δάχτυλα στο πιγούνι του για να σηκώσω το κεφάλι του. Δεν του πάει να κοιτάζει το πάτωμα, του αφαιρεί από την γοητεία που διαθέτει.
"Για ποιο πράγμα?" με ρωτάει και αφού κοιτάξει φευγαλέα τα δάχτυλα μου επιστρέφει τα προβληματισμένα του μάτια πάνω στα γλυκά δικά μου.
Μαζεύω αμέσως το χέρι μου.
Όχι ότι ένιωσα άσχημα.
Απλά να.. κάηκα.
"Που έδωσες τέλος στο μαρτύριο μου" του ψιθυρίζω και ξεροκαταπίνω. Είναι που κοιτάω τα σαρκώδη χείλη του? Είναι που σκέφτομαι ότι αφήνω ένα μαρτύριο πίσω μου και μπλέκομαι σε ένα άλλο.. νέο? Είναι που πεθαίνω να τον φιλήσω?
"Έκανα απλά την δουλειά μου" μου απαντάει με βαριά φωνή και φέρνει το σώμα του όλο και πιο κοντά.. όλο και πιο κοντά μου.
"Δεν ήταν η δουλειά σου αυτήν" η φωνή μου ψίθυρος, σχεδόν δεν ακούγεται. "Θα μπορούσες δυο μέρες να είσαι με την κοπέλα σου ή με την παρέα σου ή σπίτι σου να διαβάζεις ή στην σχολή να παρακολουθείς τα μαθήματα.." και πόσα άλλα πράγματα θα μπορούσε να κάνει αλλά αυτός έμεινε εδώ.. δυο μέρες να προσπαθεί να βρει τι έχω.
"Θα γίνεις καλός φαρμακάκιας τελικά" παραδέχομαι και αγγίζω με τα ακροδάχτυλα μου τα μελανιασμένα του χείλη. "Πάντα πίστευα ότι τα παιδιά των γιατρών επαναπαύονται στο επίθετο τους αλλά εσύ με διέψευσες" του αποκαλύπτω σε μια στιγμή ειλικρίνειας και μετακινώ τα μάτια μου από τα χείλη του έτσι ώστε αυτά να κοιτάνε βαθιά, μες στα σκούρα μαύρα κουμπιά.
"Συνέχισε.." η κοφτή ανάσα του Βύρωνα σκάει πάνω στα χείλη μου. Το πρόσωπο του απέχει ελάχιστα από το δικό μου, το χέρι του γλιστράει κάτω από το ροζ βαμβακερό νυχτικό μου.
Θέλω να πεθάνω τώρα.
Ή να το κάνω μαζί του.
Βασικά προτιμώ το δεύτερο.
"Τι-τι να συνεχίσω?" τον ρωτάω και αυτόματα κλείνω τα πόδια μου γιατί λίγο ακόμη και θα συνειδητοποιούσε το πόσο υγρή είμαι.. για αυτόν. "Είσαι καλός φοιτητής, άριστος βασικά, πολύ καλά διαβασμένος, θα μπορούσες να αρκεστείς στο επίθετο σου, αλλά εσύ συνεχίζεις να διαβάζεις μέρα νύχτα, με πάθος, σε ότι κάνεις δηλαδή βάζεις πάθος και αυτό είναι που-"
Θα-θα λιποθυμήσω.
Θα-θα πέσω κάτω.
Με φιλάει
Ο Βύρωνας κολλάει το στόμα του στο δικό μου, και με φιλάει. Τα χείλη του διεκδικούν πεινασμένα τα δικά μου, τα χέρια του αγγίζουν αχόρταγα το σώμα μου. Όλο μου το κορμί φλέγεται, φλέγεται και τρέμει. Τα μάτια μου κλείνουν αυτόματα, τα πόδια μου ανοίγουν επίσης αυτόματα. Τοποθετώ τα χέρια μου στον λαιμό του, περνάω τα δάχτυλα μου μέσα από τα μαλλιά του και.. Χριστέ μου..
Θέλω να γίνω δική του.
Ξανά
"Χαλάρωσε" μου ψιθυρίζει ανάμεσα στο φιλί μας και με σπρώχνει για να πέσω πίσω στο κρεβάτι. "Είσαι πολύ σφιχτή και τρέμεις. Εγώ το μόνο που θέλω είναι να σε ευχαριστήσω"
Ακούω καλά?
Αισθάνομαι καλά?
Σίγουρα γεύομαι καλά, διότι η πληγή στα χείλη του Βύρωνα άνοιξε, νιώθω την μεταλλική γεύση του αίματος στον ουρανίσκο μου. "Θα-θα.. Βύρωνα.." αναστενάζω. Μόλις το χέρι του άγγιξε την φουσκωμένη, παλλόμενη κλειτορίδα μου.
"Απλά μην μιλάς" με διατάζει με απαλή φωνή την ώρα που-
"Ποιος φοιτητής πήρε τελικά την Ελισάβετ Στεργίου?" η πόρτα ανοίγει, η εκνευρισμένη φωνή του Κομνηνού μας διακόπτει και ο Βύρωνας σηκώνεται απότομα από πάνω μου.
Και εγώ.. ξεροκαταπίνω.
Χριστέ μου.. λες να πρόλαβε να δει κάτι?
Αν και.. πολύ αμφιβάλλω.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top