Κεφάλαιο 87

Όλγα

"Κατουριέμαι" 

Βγάζω το λευκό οβερσαιζ τι σερτ της Ζωής από πάνω μου. 

"Αλήθεια κατουριέμαι υπερβολικά πολύ" 

Κοιτάζω νωχελικά μες στο δωμάτιο να βρω που είναι τα ρούχα που φορούσα χτες και - 

"Νιώθω ότι θα σκάσει η φούσκα μου" 

Και η δική μου φούσκα έσκασε όταν πήγα να μείνω μόνη μου στο Λονδίνο. Αλλά δεν πειράζει, οι πρώτοι 8 μήνες είναι δύσκολοι. Μετά συνηθίζεις. Ή γίνεσαι πιο απαθής. Ακόμη το ψάχνω. 

"ΜΑ ΤΩ ΘΕΩ ΟΛΓΑ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΟΥ ΛΕΩ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ" η φίλη μου κρατιέται από τα έπιπλα του δωματίου της και πιάνει ταυτόχρονα την κοιλιά της. 

Πάντως οι Κονγκολέζοι που ζούσαν πέντε μαζί μέσα στο ίδιο δωμάτιο στο σπίτι που μοιραζόμασταν όταν είχα πάει πρώτη φορά στην ξενιτιά, όταν δεν ήταν ελεύθερο το μπάνιο στο σπίτι, κατουρούσαν από το παραθύρο το γκαζόν στο πίσω μέρος της πολυκατοικίας. Την πρώτη φορά που το είδα μάζεψα τα πράγματα μου στο δευτερόλεπτο, έχωσα τα πάντα στον λουί που τότε διέθετα με σκοπό να φύγω, αλλά- 

Βάζω το τζιν μου και από μέσα περνάω το χαλαρό ανοιχτό μπλε τι σερτ μου. 7 και 5 ευρώ από τις εκπτώσεις. Την στιγμή που κάποτε 12 ευρώ έδινα στον υπάλληλο που μας έδειχνε το τραπέζι μας στο εστιατόριο που πήγαινα να αφήσω το μισό νεφρό μου. 

Αλλά δεν είχα που να πάω. 

Γιατί όσο ζούσα Ελλάδα, μες στις ανέσεις, τον έρωτα και το όνειρο, όλα ήταν εύκολα. Όλα. Αλλά όταν έμεινα μόνη μου στο εξωτερικό, ξαφνικά, όλα τα δεδομένα, τα απλά και τα λογικά, μετατράπηκαν σε δύσκολα, απαιτητικά και άγνωστα. Άγνωστα για εμένα. 

"Όλγα εγώ πάω στην τουαλέτα" η Ζωή φανερά απηυδισμένη τοποθετεί το μικρό χέρι της στο κλειδί της πόρτας και κάνει την κίνηση να ξεκλειδώσει. "Και στην τελική αν δεν θέλεις να έρθεις μόνη σου αντιμέτωπη με τον αδερφό μου, έλα να με δεις να κατουράω, και μετά να βγούμε έξω να τον βρίσουμε μαζί" 

Στο άκουσμα των λέξεων της Ζωής ενοχλούμαι. Με ενοχλεί αφόρητα το να λέει κάποιος μετά από όλα όσα έχω περάσει -μόνη μου- το ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι μόνη μου. Τρία χρόνια, τρία γαμημένα χρόνια ανέλαβα την ζωή μου. Σε μια άλλη χώρα, με άλλα δεδομένα και διαφορετικά ζητούμενα. Και τα κατάφερα. Και αν κάποιος το θεωρεί εύκολο, να έρθει να με βρει. Για να του εξηγήσω, το πόσο υπερβολικά δύσκολο είναι. 

"Δεν έχω κανένα θέμα να τον αντιμετωπίσω και μόνη μου" χτυπάω ελαφρά το χέρι της φίλης μου, παίρνω πρώτη θέση στην πόρτα και κατεβάζω το χερούλι για να ανοίξει. Για να δω τι? Πρώτη εικόνα μπροστά μου, ο ηλίθιος άντρας που κάποτε ερωτεύτηκα τρελά και χτες άφησα με τόση ευκολία να με πηδήξει, να αγκαλιάζεται με μια.. κοντή, καστανή, πολύ συνηθισμένη ακόμη και για τα γούστα του Στέλιου κοπελίτσα. Γιατί κοπελίτσα την κάνεις, για γυναίκα έχει πολύ δρόμο ακόμη. 

"Δεν ήθελα να διακόψω" τους πετάω μόνο και μόνο για να τους διακόψω, να σταματήσουν να αγκαλιάζονται μπροστά μου, να χωρίσουν για να περάσει επιτέλους η φίλη μου να πάει να παντρευτεί την τουαλέτα που τόσο πολύ θέλει στην τελική. Ανάθεμα σε Ζωή. Αλλά δεν φταίει αυτή, εγώ.. εγώ φταίω που μετά από τρία χρόνια ήρθα ξανά μέσα σε αυτό το κοτέτσι. Γιατί για κότα κάνει ο Στέλιος. Μόνο για κότα. 

"Εσύ πρέπει να είσαι η Όλγα" η .. κοπελίτσα, με το που αντιληφθεί την παρουσία μου στον χώρο, αφήνει από την αγκαλιά της τον γκόμενο της και μου δίνει το μικροσκοπικό χεράκι της. "Είμαι η Έλλη, η κοπέλα του Βύρωνα, έχω ακούσει τόσα πολλά για εσένα" μου λέει και όταν συνειδητοποιεί ότι δεν κάνω κίνηση να ανταποδώσω την χειραψία, ανοίγει τα χέρια της και - 

Πάει καλά?

Με αγκαλιάζει? Εμένα? 

"ΜΗΝΣΤΉ" φωνάζει μια παλιά, αυστηρή αλλά παρόλα αυτά πολύ γνώριμη φωνή μέσα από το σαλόνι. "Δεν είσαι η κοπέλα μου, είσαι η μνηστή μου" προσθέτει πιο ήσυχα αλλά και πιο αυστηρά αυτήν την φορά. 

"Ναι συγγνώμη" η .. μνηστή.. με αφήνει όταν καταλαβαίνει ότι δεν κάνω κίνηση να την αγκαλιάσω και εγώ και κάνει ένα βήμα πιο πίσω. "Είμαι η μνηστή του Βύρωνα και έχω ακούσει τόσα μα τόσα μα τόσα πολλά για εσένα από τον Στέλιο που χαίρομαι αφάνταστα που αυτήν την στιγμή σε γνωρίζω επιτέλους από κο-"

"Και εγώ χαίρομαι αφάνταστα που επιτέλους θα κατουρήσω" η Ζωή την διακόπτει, περνάει σπρώχνοντας ανάμεσα μας, και τρέχει στην τουαλέτα. 

"Και εγώ χαίρομαι αφάνταστα που-" ο Στέλιος βγαίνει από τον λήθαργο στον οποίο βρισκόταν τόση ώρα μπροστά μου, διότι κοιμόταν όρθιος, δεν εξηγείται αλλιώς. Σταματάει την πρόταση αμέσως μόλις τον κοιτάξω, με απάθεια, με αδιαφορία. Θέλει να πει στην γκόμενα του ότι χτες πηδιόμασταν? Θέλει να της το κρατήσει κρυφό? Θέλει να χαλάσει σήμερα την σχέση του Βύρωνα? Αδιαφορώ

Εγώ να μην εμπλακώ, ποτέ άλλοτε με αυτόν τον άνθρωπο. 

Ποτέ και με κανέναν τρόπο. 

"Να μην ενοχλώ" τελικά παίρνω την απόφαση να απομακρυνθώ από το παράνομο ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής, διότι κόβω τον λαιμό μου. Πηδιούνται. Πηδιούνται κάτω από την μύτη του Βύρωνα. Άραγε αυτός ο μπαγλαμάς να το έχει πάρει πρέφα ή όχι ακόμη?

"Δεν ήσουν και πολύ ευγενικός μαζί της" ο Βύρωνας με μαλώνει. Αλήθεια τώρα? 

"Και εγώ χαίρομαι που σε βλέπω παλιέ μου .. συμμαθητά" φίλε ήθελα να πω, αλλά εγώ και ο Βύρωνας ποτέ των ποτών δεν υπήρξαμε φίλοι. Μετά βίας συνυπήρχαμε στον ίδιο χώρο. Άσχετα που δεν ξέρω κανέναν άνθρωπο στον πλανήτη που να είναι φίλος με τον Βύρωνα στην τελική. 

"Εγώ πάλι καθόλου" το παλαιό και αρχαιότερο φυτό της τάξης μου αφήνει την μαμά του στην άκρη του σαλονιού και έρχεται προς το μέρος μου. "Δεν ξέρω αν στο Λονδίνο που διαμένεις την τελευταία τριετία ξέχασες να συστήνεσαι και να χαιρετάς τον κόσμο, μεταξύ μας, αδιαφορώ. Η Ελισάβετ όμως που σου συστήθηκε πριν είναι η μέλλουσα γυναίκα μου και απαιτώ-" ο Βύρωνας διακόπτει την βλεμματική μας επαφή γιατί παρατηρεί κάτι στο δεξί μου χέρι. "Απαιτώ να της συμπεριφέρεσαι όμορφα" προσθέτει και αμέσως μετά κοιτάζει ξεφυσώντας κάπου πίσω μου. 

Κοιτάζω να δω τι είδε και μόλις συνειδητοποιήσω ότι το κράτημα του Στέλιου χτες το βράδυ μου έκανε δυο μελανιές- σιχτιρίζω την ώρα και την στιγμή που αποφάσισα να έρθω ξανά πίσω.. και ειδικά εδώ μέσα. Γαμώ γαμώ γαμώ γαμώ

Πάντως ο Βύρωνας καταλαβαίνει πολλά από αυτά που γίνονται και ποτέ δεν ειπώνονται. Πάντα καταλάβαινε τα περισσότερα. Αναρωτιέμαι πως του διέφυγαν τα κέρατα. Εκτός και αν ξέρει, ξέρει και δεν μιλάει. 

"Δεν πειράζει ζουζουνάκι μου, το πιο πιθανό είναι η Όλγα να είναι πολύ κουρασμένη από το ταξίδι της και να είναι ακόμη με τζετ λαγκ" η κοπελίτσα έρχεται προς το μέρος μου, ο Βύρωνας ανοίγει το χέρι του και εκείνη χάνεται στην αγκαλιά του. "Όλγα δεν ξέρω αν στο Λονδίνο έχει πάστες, αλλά έχω φέρει φρέσκιες για όλους μας. Λογικά θα σου έχει λείψει η ελληνική κουζίνα και ακόμη περισσότερο θα σου έχουν λείψει τα ελληνικά γλυκά" προσθέτει και χαμογελάω. Χαμογελάω πικραμένα. 

Γιατί θυμάμαι. Θυμάμαι όλες εκείνες τις μέρες που πρώτα χόρευα δέκα ώρες συνεχόμενα και στο καπάκι έφευγα από την σχολή για να πάω να σερβίρω χωριάτικες σαλάτες, μουσακά, παστίτσιο, ούζο, τσίπουρο, καλαμαράκια, κορνεδάκια, παστάκια, κοκάκια. Διότι τα έκανα όλα μαζί. Και χόρευα και δούλευα. Αναγκαστικά. Για να μπορώ να πληρώνω να μένω στο ίδιο σπίτι με τους Κονγκολέζους. Αυτούς που κατουρούσαν από το παράθυρο. 

"Δεν θα το έλεγα" της απαντώ ειλικρινά. Ποτέ μου δεν ήμουν φαν των γλυκών, αλλά τότε, τότε που το πρώτο μου αφεντικό, μας έδινε για μεσημεριανό φαγητό ότι περίσσευε από την προηγούμενη μέρα σιχάθηκα και τα κοκ, και τις πάστες και τον μουσακά και όλα. Τα σιχάθηκα όλα. 

"Και γενικά δεν μου έλειψε πολύ η Ελλάδα" προσθέτω για να με ακούσει αυτός που μόλις ήρθε πίσω μου. Τον νιώθω χωρίς καν να τον δω, αυτό και αν είναι επώδυνο. Ακόμη και μετά από τόσο καιρό. 

"Τότε γιατί ήρθες?" με ρωτάει με αυτή την βαριά, καθαρή φωνή που πάντοτε είχε. 

Κοιτάζω το δαχτυλίδι στον παράμεσο μου. 

Ο Βύρωνας με κοιτάζει που κοιτάζω. 

Και αυτήν την στιγμή αποφασίζω να βάλω σε πράξη τις σκέψεις που είχα όσο πετούσα για Αθήνα. Ότι αν δω έστω και τυχαία τον Στέλιο, αν τύχει και με κάποιον γαμημένο τρόπο να βρεθώ κατά λάθος στον ίδιο χώρο μαζί του, θα- 

Παίρνω μια βαθιά ανάσα. 

Την κρατάω.

Θα αδιαφορήσω. 

"Κάτι σε ρώτησα" ο Στέλιος σχεδόν αγγίζει το άλλο μου χέρι, αυτό που ξέχασε να μελανιάσει χτες το βράδυ. 

"Άσε το κορίτσι μας ήσυχο" η κυρία Άννα παρεμβαίνει γιατί λογικά μυρίζει και η ίδια το μπαρούτι. 

"Ελισάβετ μπορείς να πας τα γλυκά στην κουζίνα?" ο Βύρωνας πλέον ακούγεται γλυκός. Γλυκός και ανήσυχος. "Είναι η γιαγιά Ζωή μέσα, θα σε βοηθήσει να τα βάλεις στο ψυγείο" της λέει και εκείνη αμέσως τον υπακούει. Του γνέφει θετικά, του δίνει ένα φιλί στο μάγουλο και τρέχει μέσα στην κουζίνα. "Και μην με αποκαλέσεις ποτέ ξανά ζουζουνάκι, στο είπα με ενοχλεί" προσθέτει όσο η μνηστή του απομακρύνεται μόνο και μόνο για να εισπράξει το γέλιο της. Το εκκωφαντικό της γέλιο. 

"Αχ ξαλάφρωσα" λέει η Ζωή και πλέον είναι και εκείνη μέσα στο σαλόνι. Και πλέον είμαστε πέντε συνολικά. Η κυρία Άννα, ο Στέλιος, η Ζωή, ο Βύρωνας και.. και εγώ. Και νιώθω πολύ άβολα. Και συνέχεια κοιτάζω το κινητό μου. Και περιμένω, περιμένω τον Αλέξανδρο να στείλει μήνυμα ότι φτάνει. Η την μαμά μου, ότι έρχονται με τον μπαμπά μου και τον αδερφό μου. Αλλά κάποιος να έρθει, για να αλλάξουν οι ισορροπίες, γιατί αυτήν την στιγμή νιώθω μειονότητα, και ευάλωτη. Ευάλωτη κοντά του. 

"ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΓΥΡΙΣΑ"

Και ξαφνικά, σαν απο μηχανής Θεός, η πόρτα ανοίγει και ο θείος Άρης μπαίνει μέσα στο διαμέρισμα παρέα με ένα- Κοιτάζω καλύτερα. Φουσκωτό ροζ φλαμίνγκο είναι αυτό?

"ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΩΡΟ ΜΟΥ?" ρωτάει χαρούμενος και ψάχνει την θεία Άννα με τα μάτια του. Και τότε σκέφτομαι πως είναι δυνατόν μετά από τόσα χρόνια, και τόσα βιβλία αυτός ο άνδρας να είναι το ίδιο ερωτευμένος με την ίδια γυναίκα. Να την κοιτάζει και να λιώνει, με τον ίδιο τρόπο που την κοιτούσε τότε. Μα να μην έχει πάρει καθόλου ο γιος του από τον πατέρα του?

"Πριγκίπισσα δεν ξηγήθηκες όμορφα" πλέον ο θείος Άρης απευθύνεται στην Ζωή, όσο κλείνει ασφυκτικά πολύ και έντονα την θεία Άννα στην αγκαλιά του. "Μα να πεις ψέματα στον μπαμπάκα ότι θα πας διακοπές με τον γιο του πούστη του Μάνου στην Μήλο?"

Η Ζωή πιάνει το ροζ φλαμίνγκο που ο μπαμπάς της της πετάει θυμωμένα. Αλλά εξίσου παιχνιδιάρικα. "Μα γιατί ο μπαμπάκας να θέλει να με κατασκοπεύει και να με παίρνει από πίσω στις πρώτες διακοπές που πάω με το αγόρι μου?" του απαντάει με ερώτηση. Και εγώ γελάω, γελάω πολύ, γιατί απλά κάποια πράγματα δεν πρόκειται να αλλάξουν ποτέ. 

"Γιατί το αγόρι είναι ο γιος του πούστη του Μάνου" ο θείος Άρης επιμένει. 

"Ή γιατί ο πατέρας της είναι είναι ο Άρης Ιωάννου" ο Βύρωνας πετάγεται. 

"Την επόμενη φορά θα σε στείλουμε με την μαμά κάπου πιο μακρυά" η Ζωή χαχανίζει μόνη της. 

"Α ήσουν και εσύ στο κόλπο?" ο θείος κοιτάζει θιγμένος την θεία. 

"Στο είχα πει ότι δεν έπρεπε να πας στους μετόχους την κλινικής και να απαιτήσεις να μου δώσουν άδεια όλον τον Αύγουστο διότι 'Κυρίες κι Κύριοι, από τότε που η γυναίκα μου έμπλεξε μαζί σας έχω ξεχάσει πως είναι να κάνεις επί ένα μήνα συνεχόμενα σεξ' " η θεία Άννα πλέον ακούγεται ενοχλημένη. "Αυτά δεν ήταν τα ακριβή σου λόγια.. μωρό μου?" ρωτάει και προφέρει τις τελευταίες λέξεις με ειρωνία. 

Ο Βύρωνας κουνάει αποδοκιμαστικά το κεφάλι του. "Ας είναι ψέμα" μουρμουρίζει και νιώθω που ντρέπεται και για τον ίδιο, όχι απλά για την μαμά του. Πάντα ήταν των τύπων, πάντα.

"Βασικά όχι" ο θείος Άρης δίνει ένα ρουφηχτό φιλί στην γυναίκα του. "Πρόσθεσα κιόλας ότι είναι μαλάκες και ανέραστοι και χλέμπουρες που δεν καταλαβαίνουν την ανάγκη ενός συζύγου να κάνει έρωτα με την γυναίκα του" 

"Ο σύζυγος είναι και πατέρας και τυγχάνει αυτήν την στιγμή να είναι όλα του τα παιδιά μπροστά και η μνηστή του ενός" ο Βύρωνας φυσάει και ξεφυσάει ενοχλημένος, μόνο και μόνο για να κερδίσει ένα κωλοδάχτυλο από τον μπαμπά του. "Είναι η Ελισάβετ μέσα, σε θέλω λίγο πιο κόσμιο" προσθέτει απαιτητικά. Μόνο και μόνο για να κερδίσει ακόμη ένα κωλοδάχτυλο. 

"Πάμε μέσα να μιλήσουμε?" και ξαφνικά νιώθω στο αυτί μου την ανάσα του. "Εδώ μέσα είναι παράνοια και έχω ανάγκη να σου πω" ο Στέλιος έρχεται ακόμη πιο κοντά μου και εγώ πετάγομαι αντανακλαστικά όσο πιο μακρυά του. Αντιλαμβάνονται όλοι την κίνηση μου αυτή και για μια στιγμή -που φάνηκε αιωνιότητα- επικράτησε μια άβολη σιωπή. 

"Η Όλγα θα μείνει εδώ μαζί μου" η Ζωή έρχεται δίπλα μου. "Έτσι και αλλιώς εμένα ήρθε να δει" προσθέτει σαν φύλακας μου. Όχι ότι χρειάζομαι πλέον. Έμαθα να με προστατεύω μόνη μου. 

"Σε λίγο φτάνουν και οι υπόλοιποι για φαγητό" η θεία Άννα αφήνει στην άκρη τον άνδρα της και τον μεσαίο της γιο που μαλώνουν για τις εκφράσεις του ενός και τις απαιτήσεις του άλλου και έρχεται προς το μέρος μας. "Νομίζω ότι είναι καθαρά θέμα της Όλγας μας αν θέλει να μείνει στο σαλόνι ή να πάει μέσα με τον Στέλιο" 

Στο άκουσμα των λέξεων της τινάζομαι, σαν με χτυπάει ρεύμα. Δεν θέλω να μείνω μόνη μαζί του ποτέ ξανά. Και αυτό το εκφράζει και το σώμα μου με τον οποιονδήποτε τρόπο. Τουλάχιστον σήμερα το πρωί, γιατί χτες το βράδυ- Κοιτάζω ξανά το δαχτυλίδι μου. Θα του το πω. Θα με καταλάβει έτσι και αλλιώς. Χτες το βράδυ ήταν ένα λάθος, για το οποίο δεν αξίζει να χαλάσω τον επικείμενο γάμο μου Με τον Αλέξανδρο έχουμε περάσει τόσα, χτίσαμε μια ζωή μόνοι μας στα ξένα, αντιμετωπίσαμε τόσες δυσκολίες μαζί. Και τις ξεπεράσαμε. Θα είναι δύσκολα στην αρχή, αλλά θα ξεπεράσουμε και.. Κοιτάζω τον Στέλιο που με κοιτάει έντονα, διερευνητικά. 

Θα το ξεπεράσουμε και αυτό. 

"Σε λίγο έρχονται οι γονείς μου, μου έστειλαν μήνυμα ότι μόλις άφησαν το αμάξι στο πάρκιν σας" σπάω την εκκωφαντική σιωπή ανάμεσα μας και κάνω κίνηση να πάω προς την κουζίνα να πάρω πιάτα, μαχαιροπίρουνα, και οτιδήποτε υπάρχει για να στρώσω το τραπέζι. Για να στρώσω το τραπέζι και να μην κάθομαι εδώ μέσα. Με αυτόν δίπλα μου. 

"Άφησε την" ακούω πίσω μου την θεία Άννα να ψιθυρίζει, αδιαφορώ σε ποιον. Δυο εβδομάδες θα κάτσω στην τελική και τις υπόλοιπες θα φροντίσω να έχω δίπλα μου ή τον Αλέξανδρο ή τους γονείς μου. Θα περάσουν και θα γυρίσω πίσω στην ήρεμη και ισορροπημένη μου ζωή. Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι αυτό στην τελική? Πόσο?




(Αφήγηση σε γ' πρόσωπο)


"Στην υγεία μας" η Δώρα σηκώνει περήφανα το ποτήρι της στον αέρα. Είναι τόσο μα τόσο χαρούμενη που έχει μετά από τόσα χρόνια την κόρη της στο ίδιο τραπέζι με τον άνδρα της. Έχουν περάσει πολλές δυσκολίες, κυρίως λειτουργικές ως οικογένεια, διότι το να έχεις πατέρα και κόρη να συγκρούονται συνέχεια και εσύ ταυτόχρονα να προσπαθείς να κρατήσεις ιατρείο ανοιχτό, να αλλάζεις πάνες στον Ορέστη και να κρατάς και τις ισορροπίες στο σπίτι, σε κάνει να εξουθενώνεσαι. Και μερικές φορές να παλεύεις να μην δυσλειτουργείς. 

"Στην υγειά της Όλγας μας" ο παππούς Βύρωνας, ο μεγάλος και τρανός Κομνηνός, που δεν θα μπορούσε να μην κάθεται στην κεφαλή του μεγάλου αυτού τραπεζιού, προσπαθεί να χαλαρώσει το κλίμα, να κρατήσει τους τύπους. Διότι στις υπόλοιπες καρέκλες κάθονται μαινόμενοι ταύροι, άτομα που με μια λάθος λέξη θα εκραγούν.  

"Στην υγεία της γνωριμίας μας με τον Αλέξανδρο" η γιαγιά Ζωή που κάθεται δίπλα στον Στέλιο και μακρυά, πολύ μακρυά από το ζευγάρι που σε λίγο θα ανακοινώσει ότι παντρεύεται, χαίρεται. Χαίρεται πολύ, γιατί ποτέ δεν ήταν σύμφωνη με την σχέση των δυο νέων. Πάντοτε τα θεωρούσε ξαδέλφια, και ας μην είναι στην πραγματικότητα. Πώς θα μπορούσε άλλωστε? Ο Γιώργος είναι ο αγαπημένος γιος της καρδιάς της. 

"Και εγώ χαίρομαι πολύ που σας γνωρίζω" ο Αλέξανδρος, παλιός καθηγητής της Όλγας και πλέον σύντροφος της, λάμπει από ευτυχία. Αδιαφορεί για το γεγονός ότι κάθεται με τον Στέλιο στο ίδιο τραπέζι, έτσι και αλλιώς δεν γνωρίζει λεπτομέρειες, η Όλγα του του είπε μόνο τα πάνω πάνω. Έτσι και αλλιώς, όλα αυτά για αυτόν ανήκουν στο παρελθόν. Με την Όλγα ζουν το παρόν και χτίζουν το μέλλον. Από κοινού. Δυομισι χρόνια είναι μαζί στο Λονδίνο και τα δυο από αυτά συγκατοικούν. 

Περνούν όμορφα τις μέρες τους, συμπαραστέκονται ο ένας στον άλλον και είναι εκεί για να μην πέσει κανείς τους. Ο ένας σύντροφος προστατεύει τον άλλον, τον ενθαρρύνει και τον στηρίζει. Έχουν μιλήσει και έχουν κανονίσει όχι μόνο για το που θα παντρευτούν αλλά και για παιδί. Τώρα που η Όλγα τελειώνει με την σχολή, τους συμφέρει. Θα έχουν πολλά επιδόματα από το κράτος, τα οποία μετά που ο Αλέξανδρος θα κάνει μεταδιδακτορικό θα χαθούν, εφόσον ανεβαίνει μισθολογική κλίμακα. 

"Η χαρά είναι όλη δική μας" ο Γιώργος κάθεται από την στιγμή που μπήκε στο σπίτι σιωπηλός. Και τι να πει? Του φαίνεται παρωδία στα δεξιά του να έχει την κόρη του με τον σύντροφο της και απέναντι του έναν μουγκό Στέλιο. Διότι από την στιγμή που μπήκαν στο σπίτι, ο Στέλιος δεν λέει τίποτα, κοιτάζει θυμωμένα το αγγλοφερμένο ζευγάρι και απλά βγάζει καπνούς. Στην κυριολεξία βγάζει καπνούς. Διότι καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Και η Άννα δεν λέει τίποτα. Διότι βλέπει ότι ο γιος της υποφέρει. 

"Θα κάτσετε καιρό?" η Έλλη με μια δυσδιάκριτη χαρμολύπη προσπαθεί να αντλήσει πληροφορίες για τον Στέλιο. 

"Δυο εβδομάδες" της απαντάει ο Αλέξανδρος και σφίγγει το χέρι της αγαπημένης του κάτω από το τραπέζι. Η Όλγα δεν ήθελε να πεις στους γονείς της ότι παντρεύεται και ότι θα μείνει για πάντα στην Αγγλία από το τηλέφωνο. Ήθελε να τους αντιμετωπίσει από κοντά. Και ο Αλέξανδρος δεν την άφησε να το αντιμετωπίσει μόνη της, απαίτησε να είναι δίπλα της. Δεν είναι εύκολο να λες στους γονείς σου ότι έχεις πάρει την απόφαση να συνεχίσεις την ζωή σου μακρυά τους. Και χιλιομετρικά και συναισθηματικά, στην περίπτωση της Όλγας

"Θέλεις να το πω εγώ?" της ψιθυρίζει ο Αλέξανδρος μες στην χαρά. Γιατί χαίρεται απίστευτα που θα κάνει γυναίκα του μια τόσο αξιοθαύμαστη και δυνατή κοπέλα. Όταν γνώρισε την Όλγα ήταν μια ονειροπαρμένη έφηβη, όταν την βρήκε ξανά ήταν μια χαμένη μετανάστρια, τώρα όμως έχει δίπλα του το πιο δυνατό και αυτόνομο πλάσμα. Και λάμπει από ευτυχία. 

"Νομίζω πρώτα ότι πρέπει να μιλήσουμε οι δυο μας" του απαντάει το δυνατό και αυτόνομο πλάσμα. Η Όλγα ελπίζει ότι το χτεσινοβραδινό της λάθος δεν είναι ικανό να γκρεμίσει της σχέση της με τον Αλέξανδρο. Θεωρεί πιο δύσκολο το να ξεπεράσεις τις δυσκολίες που κλήθηκαν να ξεπεράσουν μέχρι στιγμής στο Λονδίνο, και που τα κατάφεραν. Για την ίδια το σεξ με τον Στέλιο ήταν ένα ασήμαντο λάθος, κάτι που δεν την νοιάζει. Και άρα δεν θα νοιάξει και τον μέλλοντα σύζυγο της. Ο Στέλιος έτσι και αλλιώς δεν σημαίνει κάτι για αυτήν, τον έχει ξεπεράσει. 

Αλήθεια τον έχει ξεπεράσει.

"Τι μπορεί να είναι πιο σημαντικό από το-" ο Αλέξανδρος ανυπομονεί. Ανυπομονεί σαν ερωτοχτυπημένος έφηβος. Όπως ανυπομονούσε να αποταμιεύσει το ποσό των 4 χιλιάδων  λιρών για να της πάρει το δαχτυλίδι. Τι και αν ψώνιζαν μία συν μία κονσέρβες κόκκινου λάχανου από το μάρκετ? Η Όλγα για αυτόν είναι ότι πιο πολύτιμο. Και θέλει να της το δείχνει συνέχεια. 

Και η Όλγα πλέον το βλέπει. Είναι σε θέση να το δει, και είναι σε θέση να κρίνει. Της αρέσει ο τρόπος που της συμπεριφέρεται. Την ενσωματώνει στην ζωή του και στις καθημερινές του αποφάσεις. Την σέβεται. Κάνει τα πάντα να είναι χαρούμενη, και το αναγνωρίζει. Γιατί όντως την κάνει χαρούμενη. Και έχει δει σε τι γυναίκα έχει εξελιχθεί δίπλα του. Και της αρέσει, το πως είναι τωρα, της αρέσει πολύ. 

"Θέλετε να μας πείτε και εμάς?" η Έλλη πάει να σκάσει. Δεν της αρέσει να μην ξέρει τι γίνεται. Και ταυτόχρονα ανησυχεί πολύ για τον Στέλιο. Ο οποίος δεν τρώει, μπουκιά δεν έχει βάλει. Συνεχίζει να κάθεται και να καπνίζει. Κα ταυτόχρονα να κοιτάζει τον Αλέξανδρο. Και να βγάζει τον καπνό από την μύτη. Και να μην σκέφτεται τίποτα. Το κεφάλι του είναι άδειο, η καρδιά του χίλια κομμάτια. 

"Νομίζω τώρα που ήρθε η Όλγα έφτασε η στιγμή να σας ανακοινώσουμε κάτι σημαντικό για την σχέση μας με την Ελισάβετ" ο Βύρωνας που έχει καταλάβει από την πρώτη στιγμή που είδε την Όλγα για πιο λόγο έχει έρθει και τι θέλει να ανακοινώσει, προσπαθεί να πάρει τον προβολέα από πάνω της, απλά και μόνο για να μην πληγωθεί ο αδερφός του. Όχι τώρα τουλάχιστον με όλους αυτούς μαζεμένους γύρω από το ίδιο τραπέζι. Τι και αν ο Στέλιος μαζεύτηκε.. όσο μπορεί ο Στέλιος να μαζευτεί τέλος πάντων? Κάτι τέτοιο, ειδικά τώρα, και ειδικά μετά τις χτεινοβραδινές μελανιές, θα τον διέλυε. "Στις 10 Οκτωβρίου παντρευόμαστε με την Ελισάβετ στο εξωκκλήσι του Αγίου Αιμιλιανού" προσθέτει ο Κομνηνός τζνούνιος και η .. μελλόνυμφη.. πνίγεται με την γαρίδα στο στόμα. 

"Μπράβο εγγονέ, ευγε" απαντάει αμέσως ο Κομνηνός σίνιορ μες στην περηφάνια που οι εκατοντάδες ώρες κυρήγματος στον εγγονό του απέδωσαν επιτέλους καρπούς. Και πως είναι δυνατόν να μπεις ανύπαντρος στις κλινικές, και πως είναι δυνατόν να συγκατοικεί ένας Κομνηνός αστεφάνωτος, και τι θα πει ο κύκλος μου, και τι θα πουν οι άλλοι καθηγητές, και πως θα σε δει η τράπεζα όταν πας να πάρεις μερικά εκατομμύρια δάνειο για να αγοράσεις και άλλες μετοχές στην κλινική, και όλο κάτι τέτοια του έλεγε. Και τον έπεισε. Όχι ότι ήθελε και πολύ.. ο Βύρωνας λιώνει για την Ελισάβετ έτσι και αλλιώς. 

"Μα εγώ δεν θέλω να παντρευτώ" του απαντάει η μνηστή του με το που καταφέρει να συνέλθει. Η Άννα βέβαια εξακολουθεί να της χτυπάει την πλάτη της. 

"Μα ποιος σε ρώτησε εσένα, ανίδεη νεαρα?" της απαντάει θυμωμένος ο Κομνηνός, που αν ήταν στην θέση του, ο εγγονός του θα ήταν ήδη παντρεμένος με την βουκαμβίλια του.. εεε λάθος. Την Έλενα ήθελα να πω. 

"Εγώ δεν είναι να πάω νύφη στην εκκλησία?" η Έλλη κοιτάει θυμωμένη τον Βύρωνα. "Νομίζω το έχουμε συζητήσει άπειρες φορές Βύρωνα, και σου έχω ξεκαθαρίσει. Είμαι κατά του γάμου. Κάτι που δεν υπολογίζεις καν διότι -"

"Διότι εγώ είμαι υπέρ του γάμου" ο Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός την διακόπτει αυστηρά. "Στο έχω ξεκαθαρίσει ότι δεν μπορούμε να είμαστε μαζί και να μην είμαστε παντρεμένοι διότι-"

"Διότι τι?" η Ελισάβετ πετάγεται από την θέση της. "Θα μας αφορίσει η εκκλησία? Ή ο παππούς σου?" τον ρωτάει και το βλέμμα της πετάει φωτιές. 

Τις οποίες φωτιές ο Άρης βλέπει και χαίρεται, χαίρεται διότι η σουσουράδα είναι ακριβώς αυτό που ήθελε ο Κομνηνός. Και ο μεγάλος και ο μικρός. Ένα αγκάθι στον κώλο για τον πρώτο και ένα αγκάθι στην καρδιά για τον δεύτερο. "Η καλύτερη νύφη εβεεεεεερ" ψιθυρίζει στην κόρη του που κάθεται στα δεξιά. "Και εσύ είσαι ο χειρότερος γαμπρός εβερ" ψιθυρίζει στον Στέφανο που κάθεται στα αριστερά του. Και ναι, πήγε και έκατσε ανάμεσα τους. 

"Κάτσε κάτω" ο Βύρωνας απευθύνεται στην Ελισάβετ και μιλάει μέσα από τα δόντια του. Όταν αποφάσισε να παντρευτεί την αγαπημένη του θεώρησε δεδομένο ότι αυτή θα θέλει. Ποια δεν θα ήθελε άλλωστε? Θεωρεί τον εαυτό του κελεπούρι. Αλλά όχι. Έπρεπε να ερωτευτεί την Ελισάβετ. Που δεν θέλει να καν παντρευτεί. "Είναι σημαντικό για εμένα να γίνει ο γάμτος την δεδομένη χρονική στιγμή, στο έχω εξηγήσει. Πολλές φορές. Και εσύ όχι μόνο δεν καταλαβαίνεις αλλά δεν υπακούς διότι τόση ώρα σου λέω να κάτσεις κάτω και εσύ-" 

"Βασικά και εμείς με την Όλγα σκοπεύουμε να παντρευτούμε το επόμενο καλοκαίρι, εδώ στην Αθήνα" ο Αλέξανδρος ένιωσε άβολα με τον καυγά που ξετιλίχθηκε μπροστά του και διέκοψε. Είπε αυτό για το οποίο ήρθαν με την Όλγα εξ'άρχής στην Ελλάδα να πουν. Αμέσως μετά το δείπνο σκοπεύει να πάρει την αγαπημένη του και να πάνε να το ανακοινώσουν και στους δικούς του γονείς. Και επίσημα. 

Και ξαφνικά σιωπή. 

Η Έλλη σταματάει να φωνάζει. 

Ο Βύρωνας σταματάει να μαλώνει. 

Ο Κομνηνός σταματάει να καταριέται την Ελισάβετ. 

Και ο Στέλιος σταματάει να αναπνέει. 

"Πήραμε την απόφαση αυτή πριν από λίγο καιρό" η Όλγα που δεν ήθελε να το ανακοινώσουν πριν μιλήσει για χτες το βράδυ στον Αλέξανδρο, συνεχίζει την ανακοίνωση που εκανε μόλις ο σύντροφος της. Δεν υπάρχει γυρισμός τώρα έτσι και αλλιώς. Εδώ που φτάσαμε.. 

"Γιατί τόσο νέοι?" η Δώρα κοιτάει ανήσυχη την κόρη της. Ήξερε ότι είχε αλλάξει αλλά τώρα ίσα που την αναγνωρίζει. 

"Είναι η φυσική εξέλιξη των πραγμάτων" ο Αλέξανδρος πλέον φέρνει το χέρι της μέλλουσας γυναίκας του πάνω στο τραπέζι και δείχνει σε όλους αυτό που η Όλγα έκρυβε τόση ώρα. Το μονόπετρο. Και ο Στέλιος συνεχίζει να μην αναπνέει. "Την αγαπάω πολύ την κόρη σας και κάνω τα πάντα για να είναι ευτυχισμένη δίπλα μου" προσθέτει και την κοιτάει μες στον έρωτα. 

Και όλοι στο τραπέζι, δίχως εξαίρεση, νιώθουν ανάμεικτα συναισθήματα. Ξέρουν τι πάει να πει για τον Στέλιο αυτή η εξέλιξη. Λυπούνται για αυτόν, ενώ ταυτόχρονα χαίρονται που η Όλγα έβαλε επιτέλους σε μια σειρά την ζωή της. Με πρώτον και κύριο τον πατέρας της. Ο Γιώργος ρίχνει μια διερευνητική ματιά στον Στέλιο, ο οποίος ξεκινάει να στρίβει με τρεμάμενα χέρια και άλλο τσιγάρο, και καπάκι στρέφει το βλέμμα του στον Αλέξανδρο. Δεν θεωρεί κανέναν από τους δυο ικανό να κάνει την κόρη του ευτυχισμένη. Η Όλγα άλλαξε πολύ τα τελευταία τρία χρόνια, σκλήρυνε, έγινε άκαμπτη, με δυσκολία θα νιώσει την ευτυχία μελλοντικά. 

"Έτσι και αλλιώς αποφασίσαμε να μείνουμε μόνιμα στο Λονδίνο" η Όλγα σπάει την έντονη βλεμματική επαφή με τον Αλέξανδρο και χαμογελάει συγκρατημένα. "Αν όλα πάνε καλά και η τράπεζα εγκρίνει το δάνειο που ζητήσαμε, του χρόνου τέτοια εποχή θα έχουμε αγοράσει σπίτι σε μια πιο φτηνή περιοχή έξω από το Λονδίνο. Και θα το κάνουμε μαζί. Όπως και όλα τα υπόλοιπα εφεξής θα τα κάνουμε μαζί" εξηγεί στο απορημένο πλήθος. Και το πλήθος είναι απορημένο γιατί δεν καταλαβαίνει. Δεν καταλαβαίνει γιατί ενώ φαίνεται πως η Όλγα δεν είναι ερωτευμένη μαζί του, την ίδια στιγμή αποφασίζει να δέσει με αυτόν τον τρόπο τις ζωές τους. 

"Δεν θεωρείς ότι κάτι πρέπει να πεις εσύ?" η Δώρα που έχει πάρει διδακτορικό στην ψυχραιμία, σιγά σιγά την χάνει. Την χάνει και ρίχνει το μπαλάκι στον άνδρα της. 

"Δική της είναι η ζωή, στο έχω ξαναπεί" ο Γιώργος έχει παραιτηθεί. Εδώ και τρία χρόνια για την ακρίβεια. Την αγαπάει την κόρη του, αλλά όταν την είχε πριγκίπισσα της έκανε κακό. Και αποφάσισε να αλλάξει τακτική.

"Ναι αλλά είναι κόρη μας που να πάρει" η ξανθιά παιδίατρος, κάνει τόσα παιδιά καλά, τα συμβουλεεύει, τα κατευθύνει, νιώθει πως ενίοτε αδυνατεί να κάνει καλά τα δικά της. 

"Και εμείς είμαστε γονείς της Δώρα και επιβάλλεται να σεβαστούμε την απόφαση της" ο Γιώργος ανεβάζει τους τόνους του σιγά σιγά. 

"Είναι 21" η Δώρα βγάζει καπνούς από τα αυτιά. "ΕΙΝΑΙ 21" επαναλαμβάνει και πλέον είναι κατακόκκινη. 

"Που είναι το πρόβλημα με αυτό? Δεν καταλαβαίνω" πετάγεται ο Βύρωνας και η Έλλη του ρίχνει κάτω από το τραπέζι κλωτσιά. 

"Θέλει στα 21 της να παντρευτεί, να πάρει δάνειο από κοινού με κάποιον, και να πάει να αγοράσει σπίτι δύο χιλιάδες τετρακόσια χιλιόμετρα μακρυά" η μεγάλη ξανθιά γυναίκα πλέον είναι όρθια. "Γιώργο απαιτώ να επέμβεις γιατί αν δεν το κάνεις εσύ που στην τελική εσύ είσαι υπεύθυνος που η κόρη μας πήγε εξ'αρχής να ζήσει στο Λονδίνο, θα το κάνω εγώ και δεν θα αρέσει σε κανέναν μας, γιατί Γιώργο μου θα επέμβω και στην δική μας σχέση και αντί για έναν γάμο θα έχουμε και γάμο και διαζύγιο μαζί" η Δώρα μιλάει με μια ανάσα. Την στιγμή που κάποιος άλλος την κρατάει ακόμη. 

Αλλά όχι για πολύ. Γιατί το βλέπει, την χάνει. Είναι κοντά του και ταυτόχρονα παραμένει δυο χιλιάδες τετρακόσια χιλιόμετρα μακρυά του. Και ταυτόχρονα ανακοινώνει ότι θα πάει να μείνει και για το υπόλοιπο της ζωής του δυο χιλιάδες τετρακόσια χιλιόμετρα μακρυά του. Τον γάμο δεν τον άκουσε καν. Έτσι και αλλιώς παντρεμένη, ανύπαντρη, ξέρει πως η Όλγα μόνο σε αυτόν ανήκει. Αλλά κάτι πρέπει να κάνει, κάτι πρέπει να πει. Κάπως πρέπει να την διεκδικήσει. Αλλά τι?

"Κυρία Δώρα αρχικά να σας πω ότι το δάνειο θα το πάρω μόνο στο δικό μου όνομα, αν αυτό είναι που σας ενοχλεί" ο Αλέξανδρος πλέον σηκώνεται και αυτός όρθιος. "Σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να δεσμεύσω την Όλγα σε κατι που σε δεύτερο χρόνο ενδεχομένως θα φέρει σε δυσμενή θέση"  

"Τι είναι αυτά που λες?" πλέον είναι και η Όλγα όρθια. "Είπαμε ότι το δάνειο θα το πάρουμε μαζί. Και θα το πάρουμε μαζί. Είπαμε ότι θα παντρευτούμε και θα παντρευτούμε. Το αν η μητέρα μου δυσανασχετεί που η κόρη της αποφάσισε να μείνει μόνιμα στο εξωτερικό, είναι δικό της θέμα, θα το λύσει μόνη της, και θα την βοηθήσει και ο μπαμπάς μου σε αυτό, ο οποίος προφανέστατα είναι ο πιο λογικός στην υπόθεση και-"

"Χτες το βράδυ πηδηχτήκαμε με την Όλγα στην κουζίνα" η φωνή του Στέλιου σταματάει την φωνή της Όλγας και ταυτόχρονα σταματάει την ανάσα της. Για την ακρίβεια σταματάει όλες τις φωνές στο τραπέζι, και όλες τις ανάσες ταυτόχρονα. 

Τι είπε?

Τι τόλμησε να πει?


Η Ζωή πετάγεται όρθια και κοιτάζει μια την Όλγα, μια τον αδερφό της. 

Ο Βύρωνας κλείνει τα μάτια του και κουνάει απογοητευμένος το κεφάλι του. 

Η Έλλη πνίγεται ξανά με ακόμη μια γαρίδα στο στόμα. 

Ο Άρης κοιτάει καχύποπτα τον Γιώργο και είναι σε ετοιμότητα να παρέμβει, αν χρειαστεί. 

Ο Γιώργος γελάει απελπισμένος, λυπημένος και ίσως λίγο.. απογοητευμενος?

Η γιαγιά Ζωή επαναλαμβάνει ότι τα παιδιά είναι ξαδέρφια. 

Η Δώρα πιάνει την καρδιά της. 

Ο Αλέξανδρος χάνει την δικιά του. 

Και η Όλγα... 

Ξεροκαταπίνει. 

Ξεροκαταπίνει και γυρνάει αργά το βλέμμα της στον Στέλιο. Και τον κοιτάει. Τον κοιτάει έτσι όπως δεν τον έχει κοιτάξει ποτέ ξανά στην ζωή της. Ακόμη και στο παρελθόν. Όταν την έπαιζε και την ταλαιπωρούσε. Ακόμη και τότε δεν τον κοίταξε ποτέ έτσι. Έτσι όπως τον κοιτάζει τώρα. Με απέραντο, απύθμενο μίσος. Είναι η πρώτη φορά που βιώνει ένα τέτοιο συναίσθημα. Και ναι ο Στέλιος κατάφερε να της το δημιουργήσει και αυτό. Κατάφερε να την κάνει να τον μισήσει. Για το υπόλοιπο της ζωής της. Για το υπόλοιπο της ζωής της η Όλγα αποφασίζει εκείνη την στιγμή ότι θα μισεί τον Στέλιο.

"Το ορκίζομαι στον εαυτό μου"






Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top