Κεφάλαιο 76

Ο σερβιτόρος γεμίζει τα ποτήρια μας με το πιο ακριβό κόκκινο κρασί της κάβας. Περιμένω λίγο μέχρι να απομακρυνθεί και.. 

"Σου είπα ότι αυτό που έχεις στον νου σου δεν θα πετύχει" μιλάω με ήρεμη φωνή στον μπαμπά αλλά δεν τον κοιτάω, τα θυμωμένα μάτια μου είναι καρφωμένα πάνω στο πρόσωπο της μαμάς μου. Μόνο αυτή μπορεί να με σώσει. Και το ξέρει. 

"Αν υπάρχει θέληση, τίποτα δεν είναι αδύνατο, γλυκιά μου" η απάντηση έρχεται με μια μικρή χρονική καθυστέρηση. 

Επνέω κοφτά. 

Και συνεχίζω να παρακαλάω την μαμά μου. Με τα μάτια μου. 

"Μα δεν υπάρχει θέληση! Δεν τον θέλω! Τι δεν καταλαβαίνεις?" υψώνω ελάχιστα τον τόνο της φωνής μου, πιάνω το ποτήρι μου και πίνω δυο μεγάλες γουλιές κόκκινου κρασιού. Η βραδιά σηκώνει αλκοόλ. Δεν θα αντέξω διαφορετικά, είμαι σίγουρη. 

"Μα δεν τον ξέρεις καν.. περίμενε μωρό μου να έρθει πρώτα.. να τον γνωρίσεις και είμαι σίγουρος ότι-" 

"Ότι θα είναι και αυτός όπως είναι όλοι τους. Με γυαλιά μυωπίας, να μην σε κοιτούν στα μάτια, να τραυλίζουν, να μην ξέρουν να φερθούν. Και μην με ρωτήσεις από που το συμπέρανα! Θυμάσαι τον Μένανδρο? Τον Περικλή? Ή εκείνον τον γιο αυτού του πολιτικού.. που ούτε καν το όνομα του δεν θυμάμαι.. παρά μόνο ότι σε κάθε ραντεβού μου μιλούσε συνέχεια για τα πολιτικά σχέδια του μπαμπά του" γυρνάω απότομα το κεφάλι μου και τώρα κοιτάω εγώ τον δικό μου μπαμπά, όχι με θυμό, όχι με απογοήτευση, αλλά με υπέρμετρη ικεσία. 

"Θέλω τον σύντροφο μου να τον διαλέξω μόνη μου, μπορώ?" τον ρωτάω με ήρεμη φωνή, και με αληθινό βλέμμα. Διότι κουράστηκα. Είμαι μόλις 17 ετών και όλη μου την ζωή την έχει σχεδιάσει ο μπαμπάς μου. Και δεν πρόβαλα αντίσταση στην επαγγελματική, πίστευα ότι ότι έκανε το έκανε για το καλό μου. Δυσανασχέτησα όταν επενέβη στην προσωπική, διάλεξε τους φίλους μου, όλοι γόνοι καλών οικογενειών, αλλά αυτό που κάνει τώρα, ξεπερνάει κάθε όριο. 

Μα σχέση με προξενιό? 

Για τέταρτη συνεχόμενη φορά? 

"Αγάπη μου, μπορώ να φανταστώ το πως νιώθεις αλλά-" η μαμά μου παίρνει τον λόγο έπειτα από πολλή ώρα σιωπής.

"Τότε γιατί δεν το σταματάς?" την διακόπτω και γυρνάω απότομα το κεφάλι μου να την κοιτάξω. Την τελευταία φορά μου το υποσχέθηκε, θα μιλούσε στον μπαμπά, θα του εξηγούσε ότι η θέση του συντρόφου δίπλα μου δεν θα χρησιμοποιηθεί για να εδραιωθεί αυτός στην κλινική. Τώρα γιατί συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο? 

"Γιατί αυτός θα σου αρέσει" μου απαντάει η μαμά και μου κλείνει πονηρά το μάτι της. 

Κλείνω για μια στιγμή τα δικά μου. 

Δεν υπάρχει περίπτωση. Καμία. Είμαι σίγουρη. 

"Και μόλις ήρθαν οι καλεσμένοι μας"

Πες καλύτερα ότι ήρθε το άλλο 25% της κλινικής. Και μαζί με το δικό μας πάμε στο 50%. 

"Κασμηρία.." μια βαθιά ανδρική φωνή μου προκαλεί πονοκέφαλο. "Όπως πάντα κομψή.. να σου συστήσω την γυναίκα μου την Στέλλα" Τι έτσι? Στέλλα σκέτο? Χωρίς ιδιότητα? Να δεις που αυτός παντρέυτηκε την συγκεκριμένη γυναίκα από έρωτα. Μόνο εγώ θα παντρευτώ το μισό της μισής μιας κλινικής. 

"Και εσύ πρέπει να είσαι η Έλενα" η βαριά φωνή συνεχίζει να μιλάει, μόνο που τώρα απευθύνεται σε εμένα. Ο μπαμπάς μου χαιδεύει απαλά τον γυμνό μου ώμο σε ένδειξη ότι πρέπει να σηκωθώ όρθια για να χαιρετήσω όπως αρμόζει. Οπότε παίρνω μια βαθιά ανάσα και-

Τα μάτια μου καρφώνονται πάνω σε δυο σκοτεινά μαύρα σημεία. 

"Λέγομαι Βύρωνας Κομνηνός και εκτός από Καθηγητής Παθολογίας, είμαι και πολύ καλός φίλος του Θεόφιλου" 

Κοιτάζω γρήγορα από πάνω μέχρι κάτω τον νεαρό άνδρα μπροστά μου. 

"Αυτή είναι η γυναίκα μου, η Στέλλα, και αυτός ο εγγονός μου ο Βύρωνας" 

Και το βλέμμα μου επιστρέφει ξανά στο πιο γοητευτικό πρόσωπο που έχω δει ποτέ στην ζωή μου. 

"Βύρωνας Ιωάννου Κομνηνός" 

Και ναι, ο διάβολος έχει φωνή, και είναι και αυτή άκρως γοητευτική. 

Του δίνω δειλά δειλά το χέρι μου σε μια τυπική χειραψία. 

Και συνεχίζω να τον κοιτάω μες στα μάτια. 

Και εκείνος ακουμπάει τα σαρκώδη χείλη του στο αντίστροφο της παλάμης μου. 

Και η καρδιά μου χάνει έναν χτύπο. 

"Είσαι εκθαμβωτική" ψιθυρίζει πάνω στο δέρμα μου, και ταυτόχρονα, συνεχίζει να με κοιτάει έντονα μες στα μάτια μου. 

Του χαμογελάω ντροπαλά και κοκκινίζω ολόκληρη. 

Πρώτη φορά με κάνει άνδρας να χάσω τα λόγια μου. 


Πρώτη



Έλλη

Κοιτάζω τις λίστες με τις βαθμολογίες στον πίνακα των ανακοινώσεων. Τα γραπτά βαθμολογήθηκαν με βάση την καμπύλη του Gauss. Την στοιχειώδη γνώση στην επιδημολογία να έχει κανείς καταλαβαίνει τι σημαίνει αυτό. Αλλά δεν αρκεί για την βαθύτερη κατανόηση. 

Πέρα από δύο εννιάρια, ελάχιστα οχτάρια, μερικά διάσπαρτα εφτάρια, οι κύριες βαθμολογίες είναι από τρία μέχρι έξι. Α και εννοείται ότι όσα εννιάρια, οχτάρια, εφτάρια υπάρχουν αθροιστικά, τόσα είναι τα δυάρια και οι άσσοι μαζί. 

Πάντως δέκα δεν υπάρχει πουθενά. 

"Συγχαρητήρια" 

Παγώνω στιγμιαία στο άκουσμα της βαριάς και τόσο γνώριμης φωνής. Μόνο για μερικά δευτερόλεπτα όμως. Εδώ και ένα μήνα έχω συνηθίσει την απουσία του. Κλείνω τα μάτια μου τόσο όσο χρειάζεται για να ανασυγκροτηθώ, και όταν τα καταφέρνω τα ανοίγω ξανά. 

"Πήρα έξι" του εξηγώ ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να μου δώσει συγχαρητήρια και ταυτόχρονα ψάχνω να βρω τον δικό του αριθμό μητρώου.. και μόλις τον εντοπίζω.. χαμογελάω χαρούμενη. Μα πώς καταφέρνει να γράφει τόσο τέλεια πάντα αυτός ο άνθρωπος? Πως?

"Έκοψε πάνω από τους μισούς" μου εξηγεί και τον νιώθω ελάχιστα πιο κοντά μου. Δεν με ακουμπάει, όχι, αλλά μπορώ να πω ότι έχω συνδεθεί με έναν περίεργο και πρωτόγνωρο τρόπο μαζί του. Για να καταλάβετε τι εννοώ, παρόλο που τόσο καιρό έχει απομακρυνθεί από εμένα αλλά και από την υπόλοιπη παρέα, με το που μπω στο αμφιθέατρο ή στο εργαστήριο καταλαβαίνω που βρίσκεται πριν καν τον δω. 

Ε και μετά τον κοιτάω για να επιβεβαιωθώ. 

Ε και μετά με κοιτάει και εκείνος. 

Ε και μετά τα είκοσι λεπτά που κοιτιόμαστε σπάω πάντα πρώτη την έντονη οπτική επαφή μας. 

Η μόνη επικοινωνία που είχαμε τον τελευταίο μήνα ήταν αυτή. Η οπτική. 

Δεν επιτρέπω κάτι περισσότερο. 

"Αρνούμαι να πιστέψω ότι ήταν αδιάβαστο το 52% των δευτεροετών φοιτητών ιατρικής" Δεν γνωρίζω τι γίνεται σε άλλες σχολές πάντως στην δική μας το 48% θεωρείται μικρό ποσοστό επιτυχίας. Και αυτό επειδή οι φοιτητές της Ιατρικής διαβάζουν. Πολύ. Άντε ένα 10% να έρχεται αδιάβαστο να δώσει μάθημα. Συνεπώς που καταλήγουμε?

Ότι στην Ιατρική δεν υπάρχουν δύσκολα μαθήματα. 

Αλλά δύσκολοι άνθρωποι.. εκδικητικοί.. κομπλεξικοί. 


Και εμπιστευτείτε με που σας το λέω.

Έχω περάσει 72 μαθήματα.


"Δεν λειτουργεί με αυτό το σκεπτικό η καμπύλη" μου ψιθυρίζει ο Βύρωνας και τον νιώθω όλο και πιο κοντά μου. Τώρα η ανάσα του χτυπάει στον ώμο μου. Ξεροβήχω ελάχιστα για να μην γίνω αντιληπτή. Και ανασυγκροτούμαι, σχεδόν αμέσως. 

"Και με πιο σκεπτικό λειτουργεί δηλαδή?" τον ρωτάω και επιθυμώ η συζήτηση μας να παραμείνει στο συγκεκριμένο πεδίο ενδιαφέροντος. Περί προσωπικών δεν θα δεχτώ καμία κουβέντα. Όχι πριν την χωρίσει. 

"Σε προετοιμάζει για την ζωή. Σου λέει που βρίσκεσαι συγκριτικά με τους άλλους. Πάντα με βάση τους άλλους θα αξιολογείσαι" μου απαντάει και καγχάζω. Διότι δεν συμφωνώ. 

"Μερικοί συμφοιτητές μας διάβασαν" του αντιλέγω. 

"Ναι αλλά άλλοι διάβασαν περισσότερο" μου απαντάει ο Βύρωνας. 

"Αυτό είναι άδικο" του επισημαίνω για να υποστηρίξω την λογική που υπάρχει ακόμη στο κεφάλι μου. Και εύχομαι τελειώνοντας την σχολή να μην με εγκαταλείψει και αυτή. 

"Και ποιος σου είπε ότι η ζωή είναι δίκαιη?" με ρωτάει και-


Παγώνω 

Για περισσότερο από μια στιγμή. 


Μήπως έχει δίκιο?

Μήπως τελικά η ζωή είναι άδικη? 

Μήπως τελικά δεν παίρνεις αυτό που αξίζεις?

Επομένως.. ποιο το νόημα να προσπαθείς?

Και τότε.. γιατί όλοι προσπαθούν?

Και αν το μέλλον είναι προδιαγεγραμμένο?

Η μάλλον.. υπάρχει μέλλον προδιαγεγραμμένο?


"Προτείνω να αφήσεις το συγκεκριμένο μάθημα πίσω σου και να ασχοληθείς με το επόμενο.. δίνουμε βιοχημεία σε λίγες μέρες" ο Βύρωνας σπάει την σιωπή που έχει απλωθεί ανάμεσα μας. 

Βέβαια γύρω μας επικρατεί ο κακός χαμός. Έρχονται όλοι να δουν πόσο έγραψαν στην βιολογία. Και το μόνο που βλέπεις είναι λυπημένα πρόσωπα. Μερικοί κλαίνε. Άλλοι θυμώνουν, και οι πιο οξύθυμοι βρίζουν. 

"Εμ.. έχεις.. έχεις διαβάσει?" με ρωτάει και- ειλικρινά τώρα? 

"Δεν είσαι ο μόνος που διαβάζει σε αυτήν την σχολή ξέρεις" νιώθω θιγμένη και του επιτίθεμαι. 

"Πάντως εσύ είσαι η μόνη που της στέλνω μηνύματα και δεν μου απαντάει" 

Γυρνάω απότομα το πρόσωπο μου προς το μέρος του.

Και τον κοιτάω. Έντονα. Βαθιά.

Μες σε αυτά τα υπέροχα μαύρα μάτια.

Και το κάνει και εκείνος.

Και όλο μου το κορμί τρέμει.

Και η ανάσα μου βαθαίνει.

Και ζαλίζομαι επίσης.


Αυτό το άρωμα..

Αυτό το μεθυστικό άρωμα..


Είναι ο ίδιος ο σατανάς.

Και με κολάζει.

"Προτιμώ να μιλήσουμε για την βιοχημεία" του το ξεκαθαρίζω και γυρνάω πάλι το κεφάλι μου στον πίνακα των ανακοινώσεων. Σύνελθε Έλλη μου, σύνελθε κορίτσι μου.

Για μερικά δευτερόλεπτα έκανα το λάθος να τον κοιτάξω από απόσταση αναπνοής και τα γόνατα μου λύθηκαν. Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που δεν του απάντησα στα 'μου λείπεις' του. Διότι δεν μπορώ να συγκρατήσω τον εαυτό μου όταν βρίσκομαι κοντά του. Επομένως η απόσταση μεταξύ μας είναι πλέον μονόδρομος. 

"Ωραία.. θα το σεβαστώ.. και αυτό.." μου απαντάει ο Βύρωνας και στην φωνή του πλέον διακρίνει κανείς μια μικρή απογοήτευση ανεμειγμένη με μια δόση σκληρότητας. "Θέλεις.. μήπως να.. να.. εμ.. να βγάλουμε μαζί την επανάληψη το σαββατοκύριακο?" 

Μένω παγωτό ξυλάκι να κοιτάω τα απανωτά 3, 5, 6, 4, 2, 3, 4, 5, 1, 2, 5.. 

Δηλαδή συγγνώμη.. μου ζητάει να διαβάσουμε μαζί? Έχουμε έναν μήνα να μιλήσουμε, εξακολουθεί να είναι με την άλλη, διότι το νιώθω, δεν την έχει χωρίσει ακόμη, μπορώ να το καταλάβω, και θέλει να βρεθούμε μόνοι μας στον ίδιο χώρο? Ας μην αναφερθώ καλύτερα στο τι έγινε την τελευταία φορά που διαβάσαμε μαζί. 

Σεξ στο εργαστήριο της ανατομίας. 

Θεέ μου, τι ντροπή!

"Ξέρουμε και οι δύο μας πολύ καλά τι θα συμβεί αν βρεθούμε εμείς οι δύο στο διαμέρισμα μου το σου κου για διάβασμα" του μιλάω αργά και σταθερά. Για να καταλάβει το περιφραστικό, μεγάλο και απόλυτο.. όχι

"Έχεις βρει κάποιον άλλον?" η ερώτηση του με εκπλήσσει. Αλήθεια. Όχι επειδή άλλαξε θέμα τόσο απότομα, αλλά επειδή πέρασε έστω και για μια στιγμή από το μυαλό του ότι τον έχω ξεπεράσει. Αυτήν την εντύπωση του έχω δώσει για εμένα? 

Γυρνάω αργά αργά πρώτα το σώμα μου ύστερα το κεφάλι μου και ύστερα καρφώνω το κουρασμένο βλέμμα μου πάνω του. Διότι ναι, έχω κουραστεί. Δεν θέλω να τον περιμένω άλλο, θέλω επιτέλους να πάρει μια απόφαση -την σωστή απόφαση- και να την χωρίσει. Για να μπορούμε επιτέλους να είμαστε κανονικά μαζί. 

"Και πριν με βγάλεις φαντασιόπληκτο, να σου υπενθυμίσω τους αμέτρητους θαυμαστές που σε περιτριγυρίζουν. Πρώτος και για εμένα χειρότερος είναι ο Ηλίας, υποτίθεται φίλος σου αλλά θέλει να συνουσιαστείτε.. φιλικά πάντα. Μετά είναι εκείνος ο τύπος από το έκτο έτος που κάθισε πίσω σου στην βιολογία και αν είναι δυνατόν! Έφτασε έκτο έτος να χρωστάει βιολογία του δεύτερου! Που τολμάει να σου χαμογελάει κιόλας! Και τέλος εκείνος ο νέος υπάλληλος στο κυλικείο που μόλις σε δει σε κερνάει κρουασάν. Ελπίζω μόνο να μην τα τρως. Διότι αν συμβαίνει το αντίθετο-" 

Σηκώνω απότομα το χέρι μου και τον αναγκάζω να σταματήσει να μιλάει. Δεν θέλω να ακούσω άλλο για το γεγονός ότι φακελώνει κάθε έναν που μου λέει καλημέρα, πέφτει πάνω μου τυχαία ή αναπνέει κοντά μου. Με γοητεύει που με παρατηρεί δεν λέω, αλλά δεν έχει σημασία. Καμία. Όχι αν συνεχίσει να είναι σε επίσημη σχέση με την Έλενα. 

"Εξακολουθώ να είμαι ερωτευμένη μαζί σου" τον επιβεβαιώνω για ακόμη μια φορά και δεν το μετανιώνω καθόλου. Σας το ορκίζομαι. 

Αμέσως το πρόσωπο του Βύρωνα φωτίζεται ολόκληρο. Τα μάτια του αστράφτουν, το χαμόγελο του δεν έχει προηγούμενο. Μένει για μια στιγμή παγωμένος να με κοιτάει σαν να είμαι τα πάντα του. Τι κρίμα όμως που δεν είμαι, διότι αν ήμουν..

"Δεν μπορείς να φανταστείς πόση ανάγκη είχα να το ακούσω αυτό" ο Βύρωνας κοιτάζει νευρικά τριγύρω μας, ύστερα καρφώνει το βλέμμα του πάλι στο δικό μου, κάνει ένα μεγάλο βήμα και μηδενίζει την μικρή απόσταση που υπήρχε ανάμεσα μας. "Ειδικά από την μέρα που σου έστειλα ότι μου λείπεις και εσύ δεν απάντησες.." προσθέτει και κλείνει τα χέρια μου μέσα στα δικά του. 

Και εξακολουθεί να με κοιτάει έντονα, βαθιά μες στα μάτια μου. 

"Μην με βασανίζεις άλλο" μου ζητάει και.. μα πόσο είρωνας πια!

"Ποιος βασανίζει ποιον εδώ πέρα?" τον ρωτάω με θυμωμένη φωνή, τον κοιτάω με εξαγριωμένο βλέμμα και απομακρύνω απότομα τα χέρια μου από τα δικά του. "Σου ήμουν, είμαι και θα είμαι πάντα ξεκάθαρη απέναντι σου. Σε θέλω Βύρωνα. Σε θέλω. Πολύ. Όμως όλη αυτή η αναμονή με κουράζει. Και δεν θέλω να μας εγκαταλείψω, αλλά δεν μου δίνεις άλλη επιλογή. Διότι αργείς. Και η απόσταση μεταξύ μας μεγαλώνει. Μέρα με την μέρα, ώρα με την ώρα. Οπότε αν είναι να κάνεις κάτι, κάν'το σύντομα" του χαμογελάω πικραμένα, τον κοιτάω βουρκωμένα. 

Και πραγματικά εύχομαι να αντιλαμβάνεται ότι.. 


Αυτή είναι η τελευταία μου προειδοποίηση. 


Η τελευταία όμως. 



Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top