Κεφάλαιο 61

Μιχάλης

"Αυτή ήταν καλή" ο Θανάσης κλείνει την πόρτα πίσω του και μου κάνει νόημα ότι εγκρίνει. "Έχει  και βιογραφικό, είδες με πόσο τελείωσε την φιλολογία? Με άριστα!"

Τον κοιτάζω με μισό μάτι και στρέφω ξανά την προσοχή μου στα αμέτρητα χαρτιά που έχω μπροστά μου. Όλο γυναίκες, γυναίκες, γυναίκες.. ήθελα να ήξερα στην φιλολογία δεν επιτρέπουν την είσοδο στους άνδρες?

"Ναι και το βιογραφικό το είδα και τον κώλο της τον είδα επίσης" του δίνω τον μπλε φάκελο με το όνομα Πέτρος Ζωγραφάκης. "Και ξέρεις και τι άλλο πρόσεξα? Ότι της έδωσες και τον αριθμό σου" 

Ο Θανάσης ανασηκώνει τα φρύδια του παιχνιδιάρικα. "Την προηγούμενη φιλόλογο την είχες εσύ κατά αποκλειστικότητα, την επόμενη λέω να την πάρω εγώ" μου απαντάει και πετάει τον μπλε φάκελο στα σκουπίδια. "Από την δεύτερη στήλη διάλεξε, εκεί έχω βάλει αυτές που βλέπονται" 

Σφίγγω τις γροθιές μου πάνω στο γραφείο και κάνω υπεράνθρωπες προσπάθειες για να μην ξεκινήσω να φωνάζω, όχι πάλι, δεν γίνεται να εκτεθώ ξανά σε όλο το διδακτικό προσωπικό. Τα γεγονότα της Δευτέρας ακούγονται ακόμη στα γραφεία του κτιρίου, μέχρι να ξεχαστούν, αν ποτέ ξεχαστούν, οφείλω να είμαι πάνω από όλα επαγγελματίας. 

"Σου είπα χίλιες φορές ότι με την Τίνα δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα και ποτέ" του υπενθυμίζω και ανοίγω έναν τυχαίο φάκελο. Βέβαια και στο κορίτσι μου το είπα άλλες χίλιες φορές, αλλά, δεν.. δεν ήθελε να με ακούσει.

"Ναι για αυτό κυνηγούσες την Μαρία στις σκάλες" 

Κοιτάζω δολοφονικά τον Θανάση.

"Και για αυτό την κυνηγούσες μετά στον δρόμο, και για αυτό την πήρες από πίσω μέχρι το αυτοκίνητο, και για αυτό μόλις ήρθες πάνω απέλυσες αμέσως την Τίνα, γιατί δεν έγινε ποτέ απολύτως τίποτα μεταξύ σας" η φωνή του φυσικού μου ακούγεται πολύ ειρωνική. 

ΓΑΜΩΤΟ

"ΓΙΑΤΙ ΡΕ ΠΟΥΣΤΗ ΔΕΝ ΜΕ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΚΑΝΕΙΣ?" 

Ε δεν κρατιέμαι. Σηκώνομαι αμέσως όρθιος και του βάζω τις φωνές. Τι άλλο πρέπει να κάνω δηλαδή για να με πιστέψει, κάποιος, ο οποιοσδήποτε, ότι μεταξύ εμένα και της άλλης.. ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ?

ΤΙΠΟΤΑ ΓΑΜΩ

ΤΙΠΟΤΑ ΤΙΠΟΤΑ ΤΙΠΟΤΑ

"Γιατί η Τίνα είπε σε όλους ότι την απέλυσες επειδή σας είδε η Μαρία να φιλιέστε" ο Θανάσης μου μιλάει και είναι σε θέση άμυνας. 

ΝΑ ΠΑΕΙ ΝΑ ΓΑΜΗΘΕΙ

"ΗΤΑΝ ΔΥΟΜΙΣΙ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ!" του εξηγώ όπως ακριβώς είχα εξηγήσει και στο Μαράκι μου την Δευτέρα αλλά δεν.. δεν έχω καμία ελπίδα. Αν δεν μπορώ να πείσω τον συνεργάτη και ταυτόχρονα φίλο μου, πως θα πείσω την γυναίκα μου γαμώ? Πώς?

"Και πριν από αυτά τα δυόμισι γαμημένα δευτερόλεπτα της έλεγα πόσο πολύ αγαπάω την Μαρία και εκείνη το άκουσε και απλά αδιαφόρησε" συνεχίζω να του εξηγώ και ψάχνω ανάμεσα στις στοίβες για κάποιο ανδρικό όνομα, δεν με νοιάζει, ψωλή να έχει και ας πήρε πτυχίο στα οχτώ χρόνια. Εδώ μέσα γυναίκα καθηγήτρια δεν πρόκειται να πατήσει το πόδι της. 

ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ

"Αδιαφόρησε η Τίνα ή η Μαρία?" 

"Και οι δύο" πιάνω έναν πορτοκαλί φάκελο με το όνομα Αριστοτέλης και του τον δίνω. "Για αυτό σου λέω αν.. αν έχω την παραμικρή ελπίδα να με συγχωρήσει ποτέ.. κάλεσε αυτόν να δούμε τι μπορεί να κάνει" του λέω και του δίνω το βιογραφικό. 

Ο Θανάσης το παίρνει διστακτικά. 

"Είπες να σε συγχωρήσει"

Τον κοιτάω δολοφονικά. 

Μαλακία θα πει, από αυτές που λέει όλη την εβδομάδα τώρα. 

"Άρα έκανες κάτι.. κακό.. για να έχεις ανάγκη να σε συγχωρήσει" 

"Αν δεν ήσουν φίλος μου θα έλεγα ότι υποστηρίζεις την γυναίκα μου" 

"Εσύ το είπες" 

"Πάνω στην βιασύνη μου" 

"Μιχάλη.." ο Θανάσης κουνάει απογοητευμένος το κεφάλι του. 

"Τι?"

"Εξήγησε της" 

Εκπνέω κοφτά. 

Χίλιες φορές το προσπάθησα, χίλιες! 

Την Δευτέρα έτρεχα από πίσω της και παράλληλα της εξηγούσα, προσπαθούσα έστω. Πήγα αμέτρητες φορές στο σπίτι μας, ΑΜΕΤΡΗΤΕΣ, με σκοπό να την κλειδώσω σε ένα δωμάτιο και να την κάνω να με καταλάβει. Και κάθε φορά το δωμάτιο ήταν όντως κλειδωμένο, με την Μαρία μου όμως μέσα σε αυτό και εμένα απ'εξω. Δεν με αφήνει να την δω, δεν με αφήνει να της μιλήσω, δεν απαντάει στα τηλέφωνα μου, δεν απαντάει στα μηνύματα μου, δεν απαντάει πουθενά. 

ΠΟΥΘΕΝΑ

"Δεν θέλει" του απαντάω και του κάνω νόημα να καλέσει τον επόμενο φιλόλογο μας. Αριστοτέλης, με δύο μεταπτυχιακά και πτυχίο 7. Πρόκειται για κελεπούρι.

"Στρίμωξε την" 

"Που? Στο σπίτι είναι τα παιδιά και έζησαν πολλούς καυγάδες για να ακούσουν ακόμη έναν" 

"Πήγαινε στην δουλειά της" 

Γελάω 

Απλά γελάω

"Αν πατήσω το πόδι μου στον εργασιακό της χώρο.. ξόφλησα" 

"Αυτή όμως ήρθε εδώ" 

"ΑΥΤΗ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΟ ΠΑΝΩ ΧΕΡΙ ΚΑΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ" 

Ε α μα πια και αυτός. 

ΤΙ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΙ

Η ΜΑΡΙΑ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΠΛΗΓΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΕΓΩ Ο ΜΑΛΑΚΑΣ 

ΑΛΛΑ ΠΑΝΤΑ ΑΥΤΟ ΔΕΝ ΗΜΟΥΝΑ? ΜΑΛΑΚΑΣ

ΔΙΟΤΙ ΠΑΝΤΑ ΤΗΝ ΠΛΗΓΩΝΑ .. ΠΑΝΤΑ

ΚΑΙ ΤΟ ΜΩΡΟ ΜΟΥ ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΣΥΓΧΩΡΟΥΣΕ.. ΠΑΝΤΑ

"Μιχάλη.." ο Θανάσης μου κάνει νόημα να κατεβάσω τους τόνους. 

"Απλά κάλεσε μέσα τον επόμενο" 

Κάθομαι ξανά στην καρέκλα μου και τοποθετώ ένα τσιγάρο στο στόμα μου. Πρέπει να ηρεμήσω και να σκεφτώ πως θα κινηθώ από εδώ και πέρα. Διότι αυτήν η κατάσταση δεν πάει άλλο, δεν μπορεί να συνεχιστεί. Μένω σε ένα άθλιο ξενοδοχείο, κάνω κρύο ντουζ, δεν έχω καθαρά ρούχα, δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που έφαγα, καπνίζω συνέχεια, πίνω και το χειρότερο? 

Προσπαθώ να ρίξω μια σωστή μπουνιά στο λαμόγιο και δεν μπορώ και να τον πετύχω! 

Ο μπαγλαμάς.. 

Που είχε το θράσος να έρθει στο σπίτι μας, να δει την κόρη μας, και να της φέρει και δώρα! Και τι δώρα? Εσώρουχα! ΕΣΩΡΟΥΧΑ! Που κακώς δεν ήμουν νηφάλιος γιατί έπρεπε, έπρεπε γαμώτο, έπρεπε! Έπρεπε να του τα χώσω ένα ένα στον κώλο! Το κωλόπαιδο! Που τόλμησε να με ράψει κιόλας! Αλλά εντάξει, συνήλθα από τον πόνο και κάπως τον κανόνισα. 

Αν και ακόμη.. το μαλακιστήρι.. δεν άκουσε και δεν είδε τίποτα.

"Οικογενειακή κατάσταση?" ρωτάει ο Θανάσης και μου κάνει νόημα να ρωτήσω και εγώ τίποτα. 

"Διαζευγμένος με δύο παιδιά" απαντάει ο Αριστοτέλης και δεν περιμένω να ακούσω τίποτα άλλο. 

"Προσλαμβάνεσαι" του ανακοινώνω και σηκώνομαι όρθιος. 

Βρήκα τον άνθρωπο μου, κάποιον που να μπορεί να με καταλάβει. 

Ο Θανάσης με κοιτάει με το στόμα ανοιχτό, ο Αριστοτέλης το ίδιο. 

"Δεν πρόκειται να σας απογοητεύσω" μου λέει και με το που συνέλθει από το σοκ, σηκώνεται όρθιος και μου δίνει το χέρι του. 

"Μόνο να μην με φλερτάρεις" του απαντώ και κλείνω την συμφωνία με μια θερμή χειραψία. Ο νέος μου φιλόλογος με κοιτάει έκπληκτος, ο Θανάσης σηκώνεται και αυτός όρθιος, και τώρα που τον παρατηρώ καλύτερα είναι και κατακόκκινος. 

Έχει νεύρα? 

Στην πούτσα μου

"Είσαι απίστευτος" μου λέει με το που φύγει ο Αριστοτέλης και μείνουμε οι δυο μας. "Δεν τον ρώτησες καν τι εμπειρία έχει στην διδασκαλία, πως ξέρεις ότι μπορεί να αναλάβει τα τμήματα της Τίνας? Και είναι πόσο? 30 χρονών? Θα τον βλέπουν οι μαθήτριες και θα ξερογλείφονται" 

"Τέλεια! Οι μαθήτριες θα προσέχουν περισσότερο στο μάθημα, θα έχουμε μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας στις πανελλήνιες και οι εγγραφές θα αυξηθούν" του απαντώ και ταυτόχρονα πετάω όλα τα υπόλοιπα βιογραφικά στα σκουπίδια. 

"Εύχομαι μόνο να ξέρεις τι κάνεις" ο Θανάσης μου δίνει ακόμη έναν πάκο με φακέλους. "Οι λογαριασμοί" προσθέτει. Στο πρόσωπο του διακρίνει κανείς την απογοήτευση του. 

Ωραία λοιπόν..

Την γράφω και αυτήν στα παπάρια μου.

"Πήγαινε πλήρωσε την ΔΕΗ" του δίνω τον πρώτο φάκελο. "Εγώ θα πάω για το νερό, αυτά είναι για την συντήρηση του ασανσέρ και αυτό-"

"Την πληρωμή της Μόνικα δώστην να την αναλάβει ο Πέτρος" με διακόπτει ο Θανάσης και εγώ-

Ανοίγω τον επόμενο φάκελο. 

Δεν.. δεν μπορεί.. 

"Του αρέσει πολύ, από μαθηματικός θα γίνει βοηθός καθαρίστριας, πρέπει κάτι να κάνουμε για να τους τα φτιάξουμε, δεν γίνεται κάθε φορά που τον ψάχνω να τον βρίσκω να σφουγγαρίζει" 

Ριχάρδος Τριανταφύλλου και Συνεργάτες

Δικηγορική Εταιρεία

"Και ο μπούφος, 38 χρονών μαντράχαλος, δεν λέει να της το πει, ήθελα να ήξερα τι περιμένει? Σε λίγο θα πάει για εγχείρηση προστάτη!" 

Η ανάσα μου κόβεται. 

Η καρδιά μου σταματάει. 

Το μέσα μου πονάει. 


Δι-διαζύγιο?

Μου ζητάει διαζύγιο?


Έλλη

"Λοιπόν πάμε πάλι από την αρχή" ο Αιμίλιος τοποθετεί το χέρι του στα πόδια μου και τα σταματάει λίγο πριν τα πατουσάκια μου αγγίξουν μια πολύ συγκεκριμένη του περιοχή. "Αν δεν μου πεις όλη την πορεία της γλυκόλυσης, με όλα τα ένζυμα της και το πως αυτά ρυθμίζονται, έρωτα δεν έχει" προσθέτει και με κοιτάζει με το πιο αυστηρό ύφος που διαθέτει. 

Ρίχνω με δύναμη πίσω το κεφάλι μου και αυτό πλέον βρίσκεται στον αέρα. Κοιτάζω ανάποδα τον κακό χαμό που επικρατεί στην κουζίνα και δυσανασχετώ. Είναι Παρασκευή βράδυ και αντί να πάμε να πιούμε ένα ποτό, εμείς καθόμαστε εδώ και διαβάζουμε βιοχημεία. Και εντάξει, ο Αιμίλιος έχει πρόοδο την Δευτέρα στην σχολή του, εγώ όμως την δίνω τον Φεβρουάριο, γιατί θέλει να την μάθω τέλεια από τώρα?

"Πρέπει να πω στην κυρία Βούλα να έρθει να καθαρίσει" σκέφτομαι φωναχτά. Όλες τις προηγούμενες μέρες μαγειρεύαμε σπίτι για να μην βγούμε έξω και χάσουμε χρόνο από το διάβασμα. Και το αποτέλεσμα? Τελείωσαν όλα τα καθαρά μαχαιροπίρουνα, το τηγάνι χάλασε και ο Σκλαβενίτης ξέμεινε από πλαστικά πιάτα. 

"Περιττά έξοδα" ο Αιμίλιος τσιμπάει την κοιλιά μου. "Θα καθαρίσουμε εμείς μόλις μου πεις όλη την γλυκολυτική πορεία. Έλλη μωρό μου συγκεντρώσου!" 

Σηκώνομαι απότομα σε καθιστή θέση και τον κοιτάω με δυο ορθάνοιχτα, καφέ, έκπληκτα μάτια. "Μόλις τελειώσουμε είπες ότι θα πάμε στο κρεβάτι" του υπενθυμίζω μουτρωμένη. 

Δεν είναι ότι είμαι καμία λυσσάρα, αλλά δεν εκμεταλλευτήκαμε καμία μέρα από την Τετάρτη και μετά για να περάσουμε λίγο χρόνο μαζί ως.. ζευγάρι. Αν δεν εκμεταλλευτούμε ούτε το παρασκευοσαββατοκύριακο, τότε πως θα αναθερμάνουμε την σχέση μας?

"Ναι πρώτα θα καθαρίσουμε και ύστερα θα πάμε στο κρεβάτι, αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν πρόκειται να γίνει αν δεν μου πεις επιτέλους ποια είναι η πρώτη αντίδραση της-"

Το κινητό μου ξεκινάει να χτυπάει, ο Αιμίλιος σταματάει να μιλάει. Το κοιτάω από απόσταση και δεν κάνω καμία κίνηση να το σηκώσω. Δεν ξέρω γιατί αλλά είμαι πεπεισμένη ότι όποιος και αν παίρνει δεν το κάνει για καλό. 

Τις τελευταίες μέρες τα πράγματα γενικά πάνε από το κακό στο χειρότερο. 

Ο μπαμπάς μετακόμισε σε ένα τρισάθλιο ξενοδοχείο κοντά στο φροντιστήριο για τις μέρες που θα μείνει εδώ ο Αιμίλιος, πηγαίνει συνέχεια στο σπίτι, προσπαθεί να μιλήσει στην μαμά και εκείνη ενώ στις αρχές ήταν ψυχρή αλλά τουλάχιστον του μιλούσε, τώρα δεν δέχεται καν να τον δει. Κάθε φορά που έρχεται ο Μιχάλης σπίτι, η Μαρία κλειδώνεται μέσα στο δωμάτιο της και όσο και αν επιμένει ο μπαμπάς εκείνη δεν του ανοίγει. 

Αποφάσισα να μην ανακατευτώ άλλο στην σχέση τους.

Με πληγώνει να τους βλέπω να διαλύονται, δεν το αντέχω. 

Και άρα τι κάνω?

Επιλέγω το εύκολο. 

Η σχέση μου με τον Αιμίλιο ήταν πάντα απλή, ήρεμη, καθόλου περίπλοκη. Τον έβγαλα από την ζωή μου και οι ισορροπίες ανατράπηκαν. Τον έβαλα ξανά στο σπίτι μου και ο καρδιακός μου ρυθμός έπιασε πάλι τις 70 σφύξεις. Ξυπνάω ήρεμη, δεν πάω στην σχολή, διαβάζω ήρεμη, τρώω ήρεμη, κοιμάμαι ήρεμη. Και πιο συγκεκριμένα κοιμάμαι στην αγκαλιά του, κάθε βράδυ..

Οπότε όποιος και αν με καλεί.. 

Ξαπλώνω πάλι πίσω στον καναπέ. 

"Δεν θα το σηκώσεις?" ο Αιμίλιος ακούγεται θυμωμένος. 

Τι φάση?

"Όχι δεν θα είναι για καλό" 

"Παίρνουν συνέχεια τις τελευταίες μέρες, μπορεί να είναι κάτι σημαντικό" μου απαντάει και νιώθω το αγόρι μου να κουνιέται. 

Σηκώνω ελάχιστα το κεφάλι μου. 

Τον παρατηρώ να παίρνει το κινητό μου πάνω από τον Stryer. 

"Γράφει Καραμαλάκας" μου λέει και μου δίνει το ροζ iPhone μου. 

Αμέσως οι παλμοί μου αυξάνονται, η ανάσα μου βαθαίνει, και η πίεση μου χτυπάει κόκκινο. 

Να αυτό εννοούσα όταν σας έλεγα ότι μου έλειψε να είμαι ήρεμη. Δεν αντέχω να βρίσκομαι συνέχεια σε ένταση, ειδικά όταν αυτήν προκαλείται από τον λόρδο του κώλου. Με παίρνει συνέχεια, εδώ και τέσσερις μέρες με καλεί κάθε μισή ώρα. Δεν γουστάρω να του μιλήσω, ποτέ ξανά. 

Πώς στο διάολο το λένε στα αλαζονικά? 

"Είναι ο συμφοιτητής μου που κάναμε μαζί την εργασία" ενημερώνω τον Αιμίλιο και ξαπλώνω πάλι πίσω στον καναπέ. Καρφώνω τα μάτια μου στο ταβάνι γιατί δεν θέλω το αγόρι μου να καταλάβει το οτιδήποτε. Είπαμε να αφήσουμε την περιπέτεια μου πίσω μας. Και αυτό γίνεται οπότε..

Καραμαλάκα άντε και πηδήξου

"Και γιατί τον έχεις περασμένο έτσι?" ο Αιμίλιος ακούγεται δύσπιστος. 

"Γιατί είναι καραμαλάκας, το παιδί είναι τραγικό Αιμίλιε, δεν φαντάζεσαι για τι περίπτωση πρόκειται, είναι ο ορισμός της υπεροψίας, τελειομανής μέχρι αηδίας, εγγονός του καθηγητή της παθολογίας και αρραβωνιασμένος από τα 17 του" του αποκαλύπτω προσπαθώντας να τον .. αποπροσανατολίσω.. κάπως. Και ντρέπομαι πολύ για αυτό, όμως άλλη λύση δεν υπάρχει. 

"Α εντάξει τότε" το αγόρι μου ακούγεται ανακουφισμένο. 

Κλείνω τα μάτια μου και προσπαθώ να μετρήσω τις σφίξεις μου. 

Έχω 37 στα δεκαπέντε δευτερόλεπτα. 

Να για αυτό ο κόσμος στρέφεται στα ζάναξ.

"Έχεις κοκκινίσει" προσέχει ο Αιμίλιος. 

"Από την πείνα θα είναι" ψεύδομαι. 

"Με ποιο μονοπάτι συνδέονται αυτά τα δύο μεταξύ τους?" απορεί. 

Αποφασίζω να μην του απαντήσω αν και τον βλέπω να το σκέφτεται έντονα. Σηκώνομαι όρθια, κλείνω τα βιβλία και τις σημειώσεις, κλείνω και τις διαφάνειες στο λάπτοπ, και βάζω μια χριστουγεννιάτικη playlist στο youtube. Σε δέκα μέρες έχουμε Χριστούγεννα, δεν θα συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με τον κάθε μαλάκα Βύρωνα, ως εδώ. 

"Το έχεις πολύ δυνατά και θα ενοχλήσεις τους γείτονες" ο Αιμίλιος πάει να κατεβάσει την ένταση της μουσικής και εγώ βάζω τα φούξια κροκς μου, εκείνα που μου χάρισε μετά από ειδική παραγγελία ο παππούς μου. Βέβαια οι χνουδωτές κάλτσες με τα χριστουγεννιάτικα δένδρα είναι κάπως χοντρές αλλά-

Ουφ εντάξει

Μπήκαν

"Εσύ παραγγέλνεις, εγώ πλένω πιάτα" κάνω νόημα στο αγόρι μου να κοιτάξει τα φυλλάδια που είναι στο ροζ πουφ. Ο Αιμίλιος τα διαβάζει γελώντας. "Από πότε οι πιτσαρίες γράφουν ανέκδοτα στα μενού τους?" τον ρωτάω και ξεκινάω να ρίχνω άβα στις κατσαρόλες, τα ποτήρια και τα πιάτα. Αν και νομίζω ότι κάτι λάθος κάνω. Έχω την εντύπωση ότι η μαμά στο σπίτι χρησιμοποιεί και ένα μικρό κίτρινο ορθογώνιο παραλληλόγραμμο σφουγγάρι. 

"Είσαι αστεία" μου λέει ο Αιμίλιος και μου κάνει νόημα να με δω. Φοράω τις ροζ χνουδωτές πιτζάμες μου, την πράσινη χριστουγεννιάτικη μαγειρική ποδιά μου και τα μεγάλα κίτρινα πλαστικά γάντια. Α και έχω και το μαλλί μαζεμένο σαν μια τεράστια σφιγγοφωλιά. 

"Αν δεν σου αρέσω-"

"Βασικά σε αγαπάω" 

Η ανάσα μου κόβεται. 

Η καρδιά μου κάνει μια παύση. 

Παγώνω στην παραδοχή της αγάπης του και δεν μπορώ να καταλάβω αν αυτό είναι καλό ή κακό. 

"Αλλά μωρό μου καλύτερα να διαβάζεις παρά να πλένεις πιάτα" ο Αιμίλιος σηκώνεται από τον καναπέ και με πλησιάζει στην κουζίνα. "Θέλουν και νερό" μου λέει και με φιλάει τρυφερά στο μάγουλο. 

Κάτι στην κίνηση του με ενοχλεί. 

Όμως δεν ξέρω τι είναι ακριβώς. 

"Τι θα πάρουμε?" τον ρωτάω και προσπαθώ να τον διώξω από πίσω μου. 

Πλένω πιάτα και με ενοχλεί. 

"Πίτσα" μου λέει και με φιλάει ξανά. "Και κερνάω εγώ" προσθέτει την ώρα που-

"Ποιος είναι?" αναρωτιέμαι και κοιτάω την πόρτα. 

"Δεν ξέρω, λογικά για την μουσική πριν?" με ρωτάει και με βοηθάει να βγάλω τα κίτρινα πλαστικά γάντια. "Πήγαινε να ανοίξεις, σπίτι σου είναι άλλωστε" 

Τον φιλάω πεταχτά. "Και αν όλο αυτό πάει καλά του χρόνου θα γίνει σπίτι μας" επισημαίνω και κατευθύνομαι προς την πόρτα του διαμερίσματος μου. Τοποθετώ το χέρι μου πάνω στο χερούλι και με το που το κατεβάσω-


Πα-

Παγώ-

Παγώνω


Η ανάσα μου κόβεται. 

Η καρδιά μου σταματάει να χτυπάει. 

Η ψυχή μου φεύγει από το σώμα μου. 


Σφίγγω γερά το χέρι μου στο πόμολο της πόρτας σε μια ύστατη προσπάθεια να μπορέσω να παραμείνω όρθια και να μην λιποθυμήσω. Διότι τα πόδια μου τρέμουν, τρέμουν και αδυνατούν να με κρατήσουν. 

"Είχες πει ότι μας περίμεναν" κοιτάζω την ψηλή, ξανθιά κοπέλα μπροστά μου και η καρδιά μου γίνεται χίλια δυο κομμάτια. Την είχα δει και άλλες φορές στο πλάι του, όμως τότε δεν ήμουν ερωτευμένη μαζί του, φορούσα τουλάχιστον ένα τζιν, είχα χτενισμένα μαλλιά και -ανάθεμα- δεν είχα περάσει δύο νύχτες πάθους με τον αρραβωνιαστικό της. 

"Στις εννιά δεν είχαμε κανονίσει?" ο Βύρωνας φοράει ένα σκούρο μπλε κοστούμι, μια γκρίζα γραβάτα και στο χέρι του κρατάει τρεις μεγάλες χάρτινες σακούλες και ένα μπουκάλι γαλλικής σαμπάνιας. 

Δεν μπορεί.

Κάποιος μου κάνει πλάκα. 

"Ποιος είναι μωρό μου?" νιώθω τον Αιμίλιο να στέκεται πίσω μου. Όμως αδυνατώ να κάνω το οτιδήποτε, δεν μπορώ να κουνηθώ, μετά βίας μπορώ και ανασαίνω. 

Τι είδους κακόγουστη φάρσα είναι αυτή? 

"Ξέρεις τι?" ο μπουκλάκιας βγάζει το κινητό του από την εσωτερική τσέπη του παλτό του. "Δεν απαντούσες στα τηλέφωνα και έτσι σου έγραψα μήνυμα, όμως κατά λάθος το έστειλα στην Νεφέλη, πόσο απρόσεκτος πια" 

Απρόσεκτος?

Ο Βύρωνας?

"Αν ενοχλούμε μπορούμε να πηγαίνουμε και να αναβάλλουμε την γιορτή μια άλλη στιγμή" η Έλενα με κοιτάει απολογητικά και ίσως λίγο υποτιμητικά. Μα φυσικά, εκείνη στέκεται άκρως κομψή στην πόρτα του σπιτιού μου φορώντας ένα στενό μαύρο φόρεμα, ψηλές γόβες και ένα μακρύ μπεζ παλτό ενώ εγώ είμαι σαν διανύω την 56η συνεχόμενη μέρα καραντίνας μες στο σπίτι. 

Τέρμα απεριποίητη δηλαδή

"Ποια γιορτή?" απορεί ο Αιμίλιος. 

Γιατί κάτι μου λέει ότι η απάντηση δεν θα μου αρέσει?

"Η Μακρυδήμα μας έβαλε τελικά δέκα στο κλινικό περιστατικό και μάντεψε τι άλλο" ο Βύρωνας δίνει την σαμπάνια στον Αιμίλιο και σε εμένα τις σακούλες που κρατούσε. "Σε έβαλα πίσω στην δημοσίευση!" μου ανακοινώνει και δεν περιμένει να λιποθυμήσω, περνάει το χέρι του γύρω από την μέση της Έλενας και την καθοδηγεί μέσα στο διαμέρισμα μου. 

"Σας δίνω δέκα λεπτά να ετοιμαστείτε και εγώ αναλαμβάνω το φαγητό" ο Βύρωνας συνεχίζει να μιλάει μέσα από το σαλόνι μου. "Κορνήλιε σου αρέσει η κορεάτικη κουζίνα?" 

Κλείνω αμέσως τα μάτια μου, κλείνω και την πόρτα πίσω μου. 

Αυτή η βραδιά θα μείνει στην ιστορία. 



Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top