Κεφάλαιο 5°
~Δεν ξέρω τι είναι πιο τρομακτικό. Η άγνοια ή η γνώση της άγνοιας και η επιλογή της λήθης αυτής;~
Πουέρτο Ρίκο
"Θέλω το σύστημα κάτω οχι τώρα αλλά από πριν! Τι διάολο κάνετε γαμώ τη κοινωνία μου;!" γρυλισε στην ενδοεπικοινωνια κάνοντας παράλληλα σινιάλο στο Νικ να κινηθεί από τη δεξιά πλευρά. "Μπλέξαμε με ένα μάτσο άχρηστους!" συνέχισε εκνευρισμένος "Για αυτό σου είπα πως δε θέλω κανένα στα πόδια μας ανάθεμα!"
"Θα προλάβουμε!"
"Σκατα θα προλάβουμε!"
Τα φώτα από το σπίτι έκλεισαν ξαφνικά και βάζοντας τα γυαλιά νυχτερινής όρασης ξεκίνησαν αμέσως. Το σπίτι ήταν παλιό και χτισμένο στη μεση του πουθενά. Όπως ακριβώς ήταν και δεκάδες σαν αυτό. Μικρά κολαστήρια κρυμμένα από ανθρώπου μάτι που μέσα τους έκλειναν τη φρίκη. Δεν ήταν η πρώτη φορά που αναλάμβαναν ένα τέτοιο συμβάν ενώ τα χρήματα που έπαιρναν από τέτοιου είδους αποστολές ήταν ικανά να συντηρήσουν τους πάντες στην οικογένεια για πάνω από τρεις μήνες χωρίς να κάνουν τίποτα απολύτως. Είχαν μάθει εξάλλου να ξεπλένουν τα περισσότερα για τα μάτια του κόσμου μα ακόμα και αν δεν το έκαναν, τους γνώριζαν σχεδόν όλοι. Κανένας δεν τους πείραζε αφού όλοι είχαν και από κάτι που ήθελαν να σώσουν ή κάποιον να τους κυνηγά.
Ο Ρικάρντο Φεβρέρο τους ενημέρωσε λίγες μέρες πριν πως είχαν αναφερθεί στη πόλη αρκετά συμβάντα εξαφάνισης από το πουθενά έχοντας να κάνουν κυρίως με φοιτήτριες. Το Πουέρτο Ρίκο είχε δύο πολύ δυνατά πανεπιστήμια που μέσω αυτών συντηρούνταν σχεδόν ολόκληρη η πόλη μα πλέον το γεγονός των εξαφανίσεων τους ταραζε όλους.
Μπορεί για κάποιους επτά εξαφανίσεις σε διάστημα έξι μηνών να μη φαίνονται πολλές και να αποδόθηκαν σε διάφορους λόγους μα εκείνοι ηξεραν πως κατά βάθος κάτι δεν πάει σωστά. Με την ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας , μια ακόμα παραπάνω κακή φήμη, θα ήταν καταστροφική.
Ο Νικ και ο Ίαν ήταν αρκετοί για να περικυκλώσουν το σπίτι. Πλέον είχαν φτάσει και οι δύο σε ένα επίπεδο όχι μόνο αντάξιο των γονιών τους στα νιάτα τους μα ακόμα μεγαλύτερο. Δεν είχαν ανάγκη κανένα μα αναγκάστηκαν να τους πάρουν, καθώς η σκέψη του δημάρχου να έχουν μαζί και μια ομάδα ηλίθιων αστυνομικών όπως τους χαρακτήριζε ο Ίαν συνεχώς, θεωρήθηκε καλύτερη.
Έπιασαν κίνηση αμέσως. Τρεις άντρες βγήκαν από τη μπροστινή είσοδο και άλλοι δύο από το πλάι κοιτώντας περίεργα τριγύρω.
"Ίσως είναι διακοπή! Ελέγξτε τις γεννήτριες!" φώναξε ο ένας χωρίς να πάρουν είδηση πως έχουν περικυκλώθει και ένας από τους άντρες πήγε στη πίσω πλευρά. Ο Ίαν κινήθηκε αργά μα σταθερά. Τον ακολούθησε μέσα από τις σκιές ενώ όταν εκείνος έσκυψε να ελέγξει τη γεννήτρια, όρμησε σαν διάολος από πίσω του και πιάνοντας τον από το κεφάλι, του έκανε ένα γύρισμα και εκείνος έπεσε νεκρός.
"Πάει ο ένας .." ψιθύρισε
"Ερχονται άλλοι δύο" τον ενημέρωσε ο Νικ αμέσως μα όπως και εκείνος, έτσι και αυτοί πέθαναν αθόρυβα στα χέρια του. Ο Ίαν από παιδί είχε αυτο το χάρισμα. Τα χέρια του και η μυϊκή του δύναμη ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα από ότι όλοι πίστευαν. Όχι πως υστερούσε στα όπλα , τα μαχαίρια και γενικά κάθε είδους φονικό αντικείμενο μα πίστευε ακράδαντα πως αν είναι να κάνεις κάτι , το κάνεις σωστά. Σκοτώνεις με τα ίδια σου τα χέρια και πάντοτε μα πάντοτε πρώτα ελέγχεις σφυγμο, και μετά φεύγεις...
Είχε ακούσει εξάλλου τόσες πολλές ιστορίες μεγαλώνοντας που είχε ορκιστεί στον εαυτό του να μη κάνει ποτέ το λάθος να αφήσει τίποτα πίσω. Καμία εκκρεμότητα. Κανέναν επιζών. Τίποτα που στο μέλλον θα αποτελούσε απειλή και εκείνον στοχο.
Μέσα σε λιγότερο από δέκα λεπτά είχαν μπουκαρει στο σπιτι και στο σύνολό τα θύματα που κατέληξαν στο νεκροτομείο ήταν δώδεκα. Δώδεκα βρωμιάρηδες όπως τους έλεγε που ασελγουσαν πάνω σε δύο κορίτσια όλοι μαζί. Οι περισσότεροι είχαν απλά πληρώσει για να συμμετέχουν μα όλοι είχαν την ίδια μοίρα. Ένα από τα πράγματα που δε συγχωρούσε ποτέ σε κανένα ήταν η ασέλγεια χωρίς συναίνεση. Είχε κλείσει φυλακή αρκετούς μικροαπατεώνες, ανήμπορους να πειράξουν ακόμα και μυρμήγκι μα κανένας βιαστής δεν έφευγε από τα χέρια του ζωντανός. Όποιος κι αν ήταν αυτός...
Είχε εμμονή με δαύτους. Πίστευε πως ήταν η ντροπή του ανδρισμού. Η απόλυτη ξιπασια και η βρωμιά όλου του είδους. Συνήθως προσπαθούσαν να μην του δίνουν τέτοιες αποστολές καθώς η αστυνομία τους ήθελε πίσω από τα κάγκελα αλλά όταν ο κόμπος έφτανε στο χτένι, τους προτιμούσαν στο χώμα, παρά ελεύθερους.
"Συγχαρητήρια κύριοι. Οφείλω να ομολογήσω πως οι ικανότητες σας στάθηκαν αντάξιες της φήμης σας"
Ένας άντρας με κοστούμι τους πλησίασε όταν τελείωσε ο σαματας και μαζεύτηκαν τα περιπολικά μα ο Ίαν σήκωσε αμέσως το φρύδι. Αυτοί οι κουστουμάτοι μπάτσοι της κακιάς ώρας ήταν η αδυναμία του.
"Μακάρι να έλεγα το ίδιο και για σας... Δυστυχώς όμως τόσο η φήμη σας όσο και οι ικανότητες σας είναι υπερεκτιμημένες..." του είπε σοβαρός σκουπίζοντας απαθεστατα τα αίματα που υπήρχαν πάνω του και ο Νικ κρυφογέλασε.
"Δε θα έρθω σε κάποια αντιπαράθεση μαζί σας νεαρέ μου.." στο νεαρέ μου ο Ίαν έσκασε ένα πλάγιο χαμόγελο κάτω από το πυκνό του μουσι και πήρε ένα ζωηρό βλέμμα.
"Στους 90° να τη βάλεις..." αποκρίθηκε πετώντας του παράλληλα τη πετσέτα στα μούτρα και έφυγε για το αμάξι με τον Νικ να τον ακολουθεί ενώ ο αστυνομικός έμεινε να κοιτάζει με γουρλωμενα μάτια.
"Νταξει κάθε φορά το πας σε άλλο επίπεδο έτσι;" είπε σαν τον πρόφτασε
"Με κούρασαν..." Αρκέστηκε να πει "Έλα να μαζέψουμε και δρόμο"
"Πας καλά; Δε θα χορτάσουμε λιγάκι από το Πουέρτο Ρίκο;"
"Νομίζω με όσα είδα εκεί μέσα μπουχτησα. Αν θες μείνε και έλα αύριο..."
"Καλά δεν έχεις και άδικο είναι η αλήθεια... Το ευχαριστήθηκα όμως..."
Ο Ίαν έβαλε και το τελευταίο εξοπλισμό στο αμάξι και κλείνοντας το πορτμπαγκάζ κοίταξε τους μπάτσους που καθάριζαν το χώρο
"Τελικά ξέρεις τι είναι χειρότερο σε αυτές τις περιπτώσεις; Αυτές..." έδειξε με το βλέμμα τις δύο κοπέλες που περπατούσαν με το ζόρι και ο Νικ κούνησε το κεφάλι
"Ανάθεμα αν θα είναι ποτέ σε θέση να νιώσουν ξανά γυναίκες" του είπε και ο Ίαν αναστεναξε
"Ακριβώς... Πόσο μάλλον να γίνουν μάνες , να εμπιστευτούν και να προχωρήσουν στη ζωή..."
"Η Ντολόρες πάντως το έκανε..."
"Η Ντολόρες δεν ήταν τέτοια περίπτωση και το ξέρεις πολύ καλά... Είναι διαφορετικό να το κάνεις πιωμενη, μετά να μετανιώνεις και να κατηγορείς βιασμό, και διαφορετικό να σε αρπάζουν και να σε πηδανε σαν ζώο δέκα μαλακες... Δεν υποβιβαζω τη πράξη, η πράξη είναι πράξη και είμαι κατηγορηματικός σε αυτό αλλά η συγκεκριμένη περίπτωση ήταν διαφορετική. Δεν της έδωσαν χάπια. Δεν την πότισαν μόνοι τους... Ήξερε τι έκανε και μετά απλά το μετάνιωσε όταν βγήκαν στη φόρα τα βίντεο.... Το μόνο ίσως που με προβληματίζει είναι πως αν δεν έβγαιναν τα βίντεο ίσως δε το έλεγε ποτέ ... Ακομα και ο γιατρός δεν βρήκε ίχνος βιασμού Νικ... Οπότε ναι. Αν με ρωτάς με το χέρι στη καρδιά, τότε υπάρχουν κάποιες αρκετά σημαντικές διαφορές για το πώς μια γυναίκα βιώνει αυτή τη πράξη και κατά πόσο έχει ή δεν έχει λόγο σε αυτή. Σε έναν πραγματικό βιασμό με ότι αυτό συνεπάγεται η ετυμηγορία είναι θάνατος... Γι'αυτό μη συγκρίνεις τη Ντολόρες που τρεις μέρες μετά από αυτό πηδηχτηκε μαζί μου... Η βιασμενη γυναίκα, σιχαίνεται ακόμα και την αντρική σκιά... Σιχαίνεται την ίδια την ιδέα του ανδρισμού. Σιχαίνεται κάθε τι που έχει να κάνει με άντρα..."
"Τώρα να πω ότι έχεις άδικο...ψέματα θα είναι... Απλά θεώρησα πως ίσως ήθελε να προχωρήσει και να το αφήσει πίσω το συμβάν..."
"Εχεις προσέξει ποτέ βαθιά τα πρόσωπα όλων των γυναικών που βρίσκουμε κατά καιρούς; Κοίταξες μέσα στα μάτια τους; Ποια γυναίκα που βιώνει κάτι τέτοιο προχωράει Νικ; Μένει εκεί μέσα και τη τρώει... Κομμάτι κομμάτι της κλέβει τη ψυχή και ανάθεμα κατά πόσο αναρρώνει ποτέ πραγματικά... Γι αυτό σου λέω. Η Ντολόρες ήταν ένα πολύ ατυχές παράδειγμα. Το είδες με τα μάτια σου νομίζω..."
"Ναι ναι... Ούτε θέλω να θυμάμαι εκείνο το βίντεο..."
"Βλέπεις; Αυτό δεν ήταν βιασμός... Ήταν απολαμβάνω και μετά θέλω φράγκα γιατί έβγαλαν ένα βίντεο στη φόρα. Που και πάλι είναι χυδαίο αλλά όπως προείπα, δεν είναι γαμημενος βιασμός"
"Τελικά θα έρθω μαζί... Μου κόπηκε εντελώς η όρεξη" ο Ίαν χαμογέλασε ακούγοντας τον...
"Έρχεσαι στα λόγια μου... Πάμε;"
"Πάμε..."
*******
Άνοιξε το σακουλάκι , έβγαλε λίγη από την αγαπημένη του καφέ σκόνη και πασπαλισε με αυτή τη χειροποίητη ξύλινη βάση για τα αρώματα που έφτιαξε με τα χέρια του. Η φωτιά έκαιγε πλάι του. Παίρνοντας στα χέρια ένα ξυλαράκι, το άναψε και έπειτα το ακούμπησε πάνω στη βάση.
"Μμμ κανέλα..." Η Σαχάρ πλησίασε από πίσω του και τον αγκάλιασε τρυφερά "Μυρίζει ολόκληρη η όαση Γκάμπριελ και ακόμα δεν κάηκε..." του χάρισε ένα φιλί, έκανε το γύρω και αφήνοντας στο κοντι τραπεζάκι δύο ζεστά, όπως τα αποκαλούσε , κάθισε απέναντι του.
Το λεγόμενο σπίτι τους ήταν στη μέση σχεδόν της ερήμου Αλ Αχμπαν κοντά σε μικρή όαση πρασίνου που έδινε ζωή στη τριγύρω περιοχή. Δεν ήταν κάτι μεγάλο... Ένα καλυβοσπιτο ήταν που έφτιαξε μόνος αλλά κατάφεραν και το έκαναν παλάτι... Ήταν ανθεκτικό στις θερμοκρασίες και τα φυσικά φαινόμενα της περιοχής ενώ παράλληλα είχαν την ησυχία τους. Χρόνια ολόκληρα πέρασαν μέχρι να βρουν επιτέλους το τέλειο σημείο και πέντε χρόνια πριν, το εντόπισαν. Η ζωή στη πόλη τους είχε κουράσει. Όχι τόσο εκείνη μα ο Γκάμπριελ δεν άντεχε πλέον. Έμπλεκε σε φασαρίες συνεχώς. Λίγοι είχαν αποδεχτεί σε εκείνο το μέρος τη σχέση του με τη Σαχάρ παρά τα είκοσι κοντά χρόνια που ήταν μαζί. Για εκείνους ήταν ξένος και όχι σωτηρας... Κάποιος που κατάφερε να κάνει στη μπάντα τους βουβους νόμους και να πατήσει πόδι σε όλους και όλα.
Το Μπανταγίν ήταν μια αρκετά μικρή πόλη. Δεν είχε λιμάνια και πολυκοσμία μα ούτε από εκεί γλίτωσε η ανομία. Μια που πάτησε το πόδι του, μια που κόντεψε να τους θάψει όλους. Εκατό κάτοικοι όλοι κι όλοι...
Η Σαχάρ τότε ήταν ένα δουλικό που έτρεχε για όλους. Αίμα θυμόταν τη πρώτη μέρα που την είδε ... Ένα μικρό κορίτσι ήταν δεν ήταν δεκαοχτώ χαμένο σε ένα δικό του κόσμο να περπατάει σαν φάντασμα... Ο Γκάμπριελ εκείνη την εποχή σάρωνε όσα μέρη μπορούσε θέλοντας να σώσει ότι απέμεινε από τη ψυχή του σώζοντας παράλληλα κόσμο μα εκείνο το θέαμα τον γονάτισε. Είχε σταματήσει για εφόδια και δεν έφυγε ποτέ...
Πλέον, είχαν φύγει μακριά από όλους και έφτιαξαν μαζί ένα δικό τους κόσμο ενώ όσες φορές έπρεπε να πάνε στη μεγάλη πόλη για εφόδια η Σαχάρ πάντα έτρεμε ακόμα και σε αυτή την ηλικία. Τι κι αν είχαν φτάσει στα 70; Ο Γκάμπριελ ήταν ακόμα πιστός στις αρχές του ενώ δε δίσταζε να επιβάλει τους δικούς του νόμους όταν ένιωθε πως κάποιος καταπατουσε τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Μα είχε χάσει τη νιότη, τη σπιρτάδα και τη γρηγοραδα του θέλοντας και μη.. Αυτό μόνο του τον καθιστούσε ένα κομμάτι κρέας μπροστά στα νέα τσακάλια που έβγαιναν κατά καιρούς.
"Πιες το ζεστό σου, θα κρυώσει... Σκεπτικός μου είσαι από χθες..."
"Σκεφτόμουν πως τα χρόνια περνάνε Σαχάρ... Έχω να δω το γιο μου πολύ καιρό... Γερνάω και γερνάει και εκείνος..." Η Σαχάρ ήξερε τα πάντα. Κάθε φορά όμως που αποκαλούσε το Σεθ γιο του, γέμιζαν τα στήθη της από περηφάνια. Δυστυχώς δεν είχε καταφέρει να τον δει ποτέ της, παρά μόνο σε φωτογραφίες μα είχε ακούσει τόσα πολλά από το Γκάμπριελ που μόνο θαυμασμό έτρεφε προς το πρόσωπο του. "Και το εγγόνι μου... Ολόκληρος άντρας θα έχει γίνει τωρα... Κοντεύει τα 31..."
"Θέλεις να πάμε αύριο στη πόλη να τους στείλουμε ένα γράμμα; Να πάρεις τηλέφωνο... Να δεις αν είναι όλα καλά και αν... Αν θέλεις... Δε ξέρω... Έχεις σκεφτεί ποτέ το ενδεχόμενο να πάμε;" Ο Γκάμπριελ της χαμογέλασε. Ζούσαν τόσο λιτά πλέον και με ελάχιστα ενώ τα εισιτήρια ήταν πανάκριβα. Βέβαια εκείνη δεν είχε ιδέα. Έμαθε να κάνει τα ταξίδια της πάνω σε καμήλες και να περπατάει στη καυτή αμμουδιά ακούραστα. Ποτέ της δεν είδε αεροπλάνο... Δεν είχε καν ιδέα πως μπορεί να είναι η ζωή σε πόλη όπως το Ντουμπάι. Το Μπαχρέιν, το Αμπού Ντάμπι και άλλες μεγάλες... Σε ένα χωριό μεγάλωσε... Έτσι ήταν η ζωή σε εκείνα τα μέρη. Δεν είχαν τηλεόραση. Δεν ήξεραν τι είναι κινητό. Δεν είχαν καν ιδέα τι θα πει φουρνος... Έψηναν πάνω σε πέτρες και ξύλα...
Όλος ο κόσμος πήγαινε μπροστά μα υπήρχαν και εκείνοι οι τόποι που όχι μόνο έμεναν στάσιμοι, αλλά μερικές φορές πήγαιναν και προς τα πίσω...
Πάραυτα , αυτούς αγάπησε στο βάθος της ύπαρξης του ο Γκάμπριελ. Δε γνώρισε μόνο τη κακή τους πλευρά... Είδε και εκείνα τα μικρά χωριουδάκια που έσταζαν ομορφιες παντού. Εκεί που οι γυναίκες ήταν δώρα και όχι κτήματα... Σπάνια τα συναντούσε κανείς μα υπήρχαν και ένιωθε τυχερός που μέσα σε αυτά έμαθε κάθε παράδοση εκείνου του τόπου αλλά και κάθε βρωμιά επίσης.
"Λοιπόν; Τι λες;" του γλυκομιλησε και εκείνος τη κοίταξε... Χάιδεψε τα μακριά του μούσια και έμεινε για λίγο σκεπτικός.
"Μπορούμε να στείλουμε ένα γράμμα κορίτσι μου και ύστερα βλέπουμε..." η Σαχάρ έλιωσε. Αυτό το κορίτσι μου πάντα έκανε τη καρδιά της να φτερουγίζει. Το έλεγε τόσο γλυκά... Τόσο τρυφερά..
"Έλα να ξαπλώσουμε τότε... Σε λιγάκι θα πέσει ο ήλιος θα σηκώσει θύελλα... Αύριο με το καλό, θα πάμε στη πόλη..." είπε και χαρίζοντας του ένα απαλό φιλί, ξεκίνησε τις ετοιμασίες για να ασφαλίσει το καλυβακι τους....
❤️❤️❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top