Κεφάλαιο 18°
~Τι είναι λάθος , τι σωστο... κανείς δε ξέρει... Άσε καρδιά μου τα λάθη στην άκρη, δεν φτιάχνουν όλα τα κάρβουνα φωτιά... ~
Πράγματι είχαν δίκιο όσοι τους είπαν πως η νύχτα σε εκείνα τα μέρη δεν είχε καμία σχέση με το πρωί. Όπως δεν είχε και στο αεροδρόμιο του Ντουμπάι σαν έφτασαν. Η έρημος ήταν περίεργο μέρος τελικά. Οι κομματικές αλλαγές σε αυτή είχαν τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή των ανθρώπων που επέλεγαν να μείνουν σε αυτή και όχι σε κάποια μεγαλούπολη.
Στο σπίτι επικρατούσε ησυχία από τις δέκα , καθώς όλοι αποσύρθηκαν στα δωμάτια τους ενώ μέσα σε μια ώρα νέκρωσε σχεδόν ο τόπος. Άπαξ και έπεσε το φως όλα έδειχναν διαφορετικά.
Τελικά ο Γκάμπριελ επέλεξε να επιστρέψει πίσω παρά την επιμονή του Ιαν να φέρουν τη Σαχάρ εκεί για να μην είναι μόνη. Πάραυτα θα επέστρεφε την επόμενη όπως τους διαβεβαίωσε.
Ούτε για το δείπνο κάθισε στο οποίο όμως καμία γυναίκα δεν ήταν παρούσα προς έκπληξη τόσο του Ιαν όσο και του Νικ μα ο Ομέρ τους εξήγησε πως οι γυναίκες επιλέγουν να τρώνε χωριστά μερικές φορές για να νιώθουν πιο ελεύθερες.
Οι δείκτες του ρολογιού έδειχναν έντεκα. Το δωμάτιο που τους έδωσαν ήταν μεν ευρύχωρο και αρκετά μεγάλο για δύο άτομα μα ο Ίαν ένιωθε να πνίγεται μέσα σε τέσσερις τοίχους.
"Φεύγω..." δήλωσε ξερά και βάζοντας το παντελόνι και μια χοντρή μπλούζα από πάνω , πήρε και ένα όπλο πίσω του ενώ ο Νικ τον κοίταζε αγανακτισμένος
"Που θα πας μου λες; Τι σας έχει πι;δει επιτέλους; Ένα τεταρτο σου μιλάω για την αλλαγή διαδρομης και εσύ τίποτα. Και τώρα φεύγεις;"
"Δε με χωράει το δωμάτιο. Θέλω αέρα"
"Κόψε τις μαλακίες σε μένα και λέγε τώρα το συμβαίνει πριν γίνουμε μπίλιες!" Ο Νικ έκλεισε τον υπολογιστή και πήγε κοντά του "Αέρα με το όπλο στο χέρι παίρνεις εσύ;" συνέχισε εκνευρισμένος
"Πρέπει να πάω να τη βρω! Ικανοποιημένος;"
"Ποια να βρεις ρε μαλάκα! Σου έμεινε καθόλου μυαλό εκεί μέσα;"
"Έχει το σουγιά μου. Τον θέλω. Θα τον πάρω. Απλά τα πράγματα!" είπε τελεσίδικα τοποθετώντας το όπλο πίσω ;πο τη πλάτη
"Μάλιστα.... Ώστε έχει το σουγιά και αυτό σου προκαλεί τέτοια αναστάτωση! Τουλάχιστον ας είμαστε μεταξύ μας ειλικρινής δε νομίζεις;" Ο Ίαν έσκυψε να βάλει παπούτσια χωρίς να απαντήσει
"Κοίτα... Δεν ξέρω τι σκατα εμμονή σε επιασε μαζί της αλλά είμαι σίγουρος πως δεν είναι ο σουγιάς. Εκτός αυτού μιλάμε για τη γυναίκα ενός άλλου άντρα Ίαν! Συνελθε! Δεν είναι ελεύθερη να σου πω εγώ ο ίδιος όρμα! Είναι παντρεμένη! Για να μην αναφέρω πως ότι σκατα και να λέω δεν ήρθαμε εδώ για να προκαλέσουμε ζημιές μα να λύσουμε προβλήματα! Κυκλοφορεί ένας προδότης μέσα στο σπίτι και ένας δολοφόνος! Έχεις συναίσθηση;" Ο Ίαν έβαλε τα παπούτσια και σαν σηκώθηκε , τοποθέτησε το χέρι του στον ώμο του Νικ και τον κοίταξε.
"Κάποιος τη χτύπησε..."
"Το έκανε λέει;"
"Αυτό που ακους...Είδα τις μελανιές στο πρόσωπο της. Απορώ δηλαδή πώς είναι δυνατον να μην τις είδε εκείνος! Εκτός φυσικά και αν τις προκάλεσε αυτός! Μιλάμε για τις αξίες μου Νικ! Πέρα από όλα τα άλλα και πέρα από καθε δικαιολογία μιλάμε για μια γυναίκα που χτυπήθηκε! Και μάλιστα βγήκε και τραγούδησε κι όλας! Άσε που η φίλη της μου τα μασαγε σήμερα..."
"Η φιλη της; Ώστε αυτό εκανες στο μπάνιο έτσι;"
"Η ασφάλεια δεν είναι ο λόγος που ήρθαμε;" ρώτησε σοβαρός και ο Νικ κούνησε μονάχα το κεφάλι "Αν είσαι μαζί μου λοιπόν, καλώς..αν όχι θα βρω μόνος την άκρη. Εμένα όλη αυτή η κατάσταση και ο δήθεν σωτήρας που τις σώζει και τις φέρνει εδώ, δε μου γεμίζει το μάτι!"
"Ούτε εμένα..." παραδέχθηκε εν τέλει ο Νικ αναστεναζοντας βαριά "Νομίζεις ηλίθιος είμαι έπειτα από όσα έχουμε δει; Μόνο ελευθερία δεν έχουν! Σαν να είναι προσωπικές σκλάβες ενός καλύτερου δυνάστη είναι όλες! Επειδή δε μιλάω;; Τι διάολο να πω! Υποτίθεται είναι ευτυχισμένες και αυτή είναι η ζωή εδώ! Τι νομίζεις πως θα καταφέρουμε; Να γεμίσουμε ένα πλοίο με 50 γυναίκες για Αμερική; Δε μπορούμε να το κάνουμε αυτό! Αν δε θέλεις να σωθεις Ιαν... Ακόμα και η επιβολή της σωτηρίας είναι λάθος..."
"Ίσως έχεις δίκιο ίσως και όχι.. Οι αρχές μου όμως δε μου επιτρέπουν να κάνω το μαλάκα μπροστά σε μια βίαιη εικόνα... Απαγορεύεται δεν απαγορεύεται τους γράφω στα αρχιδια μου. Απλά τα πράγματα... Είσαι μαζί μου η όχι;" ρώτησε σοβαρός και δίχως ίχνος πισωγυρισματος.
"Πάντα είμαι..." απάντησε ο Νικ ήρεμα
"Τότε άσε με να βρω την άκρη πριν να είναι αργά..." είπε και βγήκε από το δωμάτιο...
******
"Το ξέρω και το κατανοώ... Θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου Λεϊλά. Εξ αρχής δεν είχα καμία πρόθεση να έρθω μα το έκανα για να έχεις γνώση..." την ενημέρωσε η Αναστασία λυπημένη.
"Κηδεία είχαμε, κόσμο έχουμε... Πώς γίνεται να θέλει να συνεβρεθειτε! Όπως και να έχει θα πάω να του πω πως κοιμήθηκες..."
"Είτε του πεις πως κοιμάμαι είτε πως αρνήθηκα να πάω, το ίδιο μου κάνει Αναστασία..." Η Λεϊλα έβγαλε τη βαριά φορεσιά της και βγάζοντας και την αμπάγια της, φόρεσε ένα απλό λινό φόρεμα και άφησε επιτέλους τα μαλλιά της ελεύθερα.
"Πώς αισθάνεσαι;" τη ρώτησε ύστερα από όσα έγιναν νωρίτερα
"Πώς να αισθάνομαι; Αηδιασμένη..."
"Δεν έχεις και άδικο. Ήμουν σίγουρη πως η Αμιρα δεν επέλεξε να έρθει τυχαία... Πόσο τη λυπάμαι ..."
Η Λεϊλα ετοίμασε το λουτρό ρίχνοντας μέσα μερικά σαπούνια και αναστεναξε
"Ακόμα δε μπορώ να πιστέψω ξέρεις πως η ίδια μου η αδερφή ήταν ικανή να κάνει όλα όσα είπε η Αμιρα... Δεν ξέρω αν πρέπει να λυπηθώ για εκείνη ή να εξοργιστω...Γενικά δε ξέρω πως να αντιδράσω! Δεν το βλέπουν; Δεν με ενδιαφέρει τίποτα! Χάρισμα τους όλα!"
"Μα... Μα τον παντρεύτηκες..." είπε με δισταγμό η Αναστασία
"Είχα τους λόγους μου..." η Λεϊλα γύρισε προς το νερό και το χάιδεψε απαλά... Έμαθε τόσα πολλά κατά την επίσκεψη της Αμιρα νωρίτερα που τη βύθισαν σε θλίψη και σκέψεις.. ποτέ δε πίστευε πως μια γυναίκα θα έβλαπτε τόσο μια άλλη πόσο μάλλον να διατάξει ακόμα και το βιασμό της ίδιας της, της αδερφής... Χυδαίο και βρώμικο...
"Λεϊλά;" η Αναστασία πλησίασε σιγανα "Υπάρχει και κάτι άλλο που δε σου είπα..."
"Τι έγινε κορίτσι μου;"
"Εκείνος ο άντρας..." ξεκίνησε να λέει και το χέρι της Λεϊλα που ανακάτευε τόση ώρα το νερό έπαψε να κινείται μονομιάς. "Ο ξένος ..."
"Αυτός που μου έλεγες;" ρώτησε δίχως να γυρίσει
"Όχι... Ο άλλος... Με έπιασε σήμερα..."
"Τι έκανε;!!" Η Λεϊλα τιναχτηκε σχεδόν όρθια
"Όχι όχι! Ηρέμησε..τίποτα δε μου έκανε!!" Έσπευσε να τη καθησυχάσει αμέσως σαν είδε πως άλλαξε όψη "Ρώτησε για σένα... Απλά δεν μείναμε καθόλου μόνες να στο πω..."
"Τι ήθελε;"
"Δεν ξέρω Λεϊλά! Ρώτησε για το δωμάτιο σου, είπε πως έχεις κάτι δικό του... Μετά ήρθε η Αμιρα και εκείνος εξαφανίστηκε!" η Αναστασία της περιέγραψε με απλά λόγια και στα γρήγορα όσα έγιναν και η Λεϊλα έσφιξε τα χείλη της. Ήξερε ακριβώς τι ζητούσε... Ποτέ δεν έκλεψε κάτι στη ζωή της μα εκείνος ο σουγιάς εμοιαζε με μάνα εξ ουρανού... Ένα όπλο που θα μπορούσε να τις προστατέψει. Που να φανταστεί βέβαια πως εκείνος θα ήταν ένας από τους ξένους που περίμεναν στο σπίτι... "Λεϊλά; Δε... Δε θα πεις κάτι;"
"Ο σουγιάς..." είπε δίχως φόβο "Δικός του ήταν..."
"Δικός του;"
"Ναι... Θυμάσαι τον άντρα στην όαση που σου είπα στους στάβλους;"
"Θεουλη μου!!! Αμάν συμφορά που μας βρήκε! Αν μάθει κάτι ο Ομέρ..."
"Γιατί τον φοβάσαι τόσο μου λες;;" αποκρίθηκε εκνευρισμένη και ίσως ήταν από τις σπάνιες φορές που μιλούσε με τόση αγανάκτηση
"Γιατί δε θέλω να σου κακό..." παραδέχθηκε λυπημένη "Τον άκουσα Λεϊλά... Τη πρώτη μέρα που με φώναξε για σε πάω στο δωμάτιο του , έφτασα και εκείνος μιλούσε μόνος ετοιμάζοντας το δωμάτιο... Μετά μου είπε να έχω τα μάτια μου πάνω σου... Να μη σε πλησιάσει ποτέ κανείς και άλλα τέτοια...
Νομίζω πως έχει τρελαθεί μαζί σου. Φοβάμαι πως θα σε πληγώσει ή θα σου κάνει κακο ..."
"Μη φοβάσαι τίποτα... εντάξει;" της είπε γλυκά "Και τώρα πήγαινε πες του πως δε θα πάω και πήγαινε να κοιμηθείς. Τρέχεις όλη μερα... Είναι αργά.."
"Πονάς ακόμα;" ρώτησε για τις πληγές που της χάρισε το πρωί εκείνος ο άντρας
"Όχι... Θα πλυθω και θα ξαπλώσω.."
"Πρόσεχε Λεϊλά μου... Και αυτές οι καταραμένες πόρτες κλειδιά δεν έχουν να κλειδωθεις μέσα..."
"Μη σε νοιάζει... έχω ακόμα το σουγιά το ξέχασες; Όλα καλά θα πάνε..." Η Αναστασία την αγκαλιασε σφιχτά και αφήνοντας στην άκρη του κρεβατιού κάτι που έμοιαζε με πετσέτα βγήκε έξω ενώ η Λεϊλα γύρισε ξανά προς το νερό...
Αν πονούσε; Αρκετά... Τόσο ο κόλπος της όσο και το πρόσωπο και ο λαιμός της. Μπορεί να την είχαν βιάσει ουκ ολίγες φορές μα αυτό δεν σήμαινε πως η λεγόμενη "συνήθεια" και το επανειλημμένο "αντέχω" έκρυβαν και από την ίδια το πόνο...
Κάθε φορά, ήταν ίδιος...υπαρκτός. Ίσως και πιο οδυνηρός... Μεγαλώνοντας ένιωθε διαφορετικά εκείνο το πόνο...
Η πόρτα άνοιξε ξανά πριν περάσει ένα λεπτό.
"Σου είπα να ξεκουραστ..." Σαν γύρισε το κεφάλι της, τινάχτηκε όρθια προς τα πίσω και παραλίγο να πέσει ολόκληρη μέσα στο νερό. Η καρδιά της έσκασε αμέσως σαν πυροτέχνημα και κάνοντας βήματα προς τα πίσω έφτασε ως το παράθυρο δίχως να πει λέξη. Έβαλε το χέρι πίσω από τη πλάτη και σαν εντόπισε το σουγιά που είχε κρύψει νωρίτερα, τον έπιασε και τον κρατησε σφιχτά στη παλάμη της.
Ο Ίαν από την άλλη τη κοίταξε μπερδεμένος... Ναι μεν είχε φτάσει στο στόχο επιτέλους μα ο στόχος ήταν γεμάτος μελανιές και ανάθεμα τον ήταν αρκετές...
Τώρα μπορούσε να δει καθαρά ...
Οι γυμνωμενοι της καρποί, ο λαιμός της ... Το πρόσωπο της....
Όλα πάνω της ούρλιαζαν τη κακοποίηση σε κάθε βαθμό της...
Έκανε ένα βήμα προς το μέρος της και εκείνη βγάζοντας έξω το σουγιά , τον έτεινε προς το μέρος του σαν αγρίμι κοιτώντας τον κατάματα...
Σαν ένα άγριο θηρίο όπως αυτά που έβλεπε κατά καιρούς παγιδευμένα σε κλουβιά...
Αυτό ήταν λοιπόν; αναρωτήθηκε και δίχως να σκεφτεί, περπάτησε προς το μέρος της μη λογαριάζοντας το κίνδυνο.
Μόλις όμως έφτασε στο μισό μέτρο , εκείνη του όρμησε...
🖤❤️🖤🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top