Κεφάλαιο 14°
~Δε μπορείς να περιμένεις οσα η μοίρα αποφασίσει να σου δώσει... Τα υπομένεις, τα ζεις και πράττεις με αυτά....~
~Μαλακίες...Παραδεξου πως θα κάνεις πολλές από αυτές αψηφώντας κάθε νομό και κάθε λογική πηγαίνοντας κόντρα σε ένα πεπρωμένο που σε κοίτα και σε κοροϊδεύει κατάματα~
Το ίδιο ακριβώς λιβάνι μύριζε σε κάθε γωνιά του σπιτιού και η Λεϊλα ένιωσε ξανά εκείνη την αναγουλα στα σωθικά της. Κάποτε λάτρευε τη μυρωδιά μα τώρα τη μισούσε με όλο της το είναι. Από το πρωί είχαν αδειάσει τη κεντρική σάλα και είχαν τοποθετήσει μέσα σε λευκό λινό το σώμα του Καρίμ ετοιμάζοντας το για μια μεγαλοπρεπή κηδεία. Ο Ομέρ ήταν άφαντος στα γραφεία , ο Ραχίμ φρόντιζε έτσι ώστε η φρουρά στους λόφους να ήταν σε ετοιμότητα ενώ οι γυναίκες του σπιτιού, είχαν η κάθε μία τη θέση της. Οι δούλες ετοίμαζαν το φαγητό που ως είθισται θα ακολουθούσε της κηδείας και το ποτό, άλλες έστρωναν καθαρά κλινοσκεπασματα ενώ οι νύφες όταν έφτανε η ώρα θα ξεκινούσαν το μοιρολόι. Τόσο η Ζεχράν έπειτα από όσα έγιναν όσο και η Αμιρα ήταν ήδη στη μεγάλη αίθουσα μα η Λεϊλα αρνήθηκε να πάει. Εκείνη η μυρωδιά την ενοχλούσε ως το τέρμα ενώ τα ρούχα που έπρεπε να φορέσει, την ενοχλούσαν ακόμα περισσότερο. Έμοιαζαν τόσο χαζά στα μάτια της. Δεκάδες χρυσά φλουριά έπεφταν στην αμπαγια της και έκρυβαν ακόμα και τα μάτια κάνοντας δύσκολη την όραση ενώ η χρυσοκέντητη μαύρη μπούρκα έμοιαζε χειρότερη και από εκείνη που ήδη φορούσε. Έπρεπε να πενθήσει για κάποιον που δεν είδε ούτε μια φορά από τότε που έφτασε. Όχι πως πρόλαβε να δει και πολλούς. Ούτε τον Ραχίμ είδε ούτε το. Αμπντούλ που υποτίθεται ήταν ο τρίτος αδερφός μα έλειπε για μήνες στη πόλη. Κλεισμένη σε εκείνους τους τοίχους ήρθε σε επαφή μονάχα με την Αναστασία, τη Ζεχράν και τις δούλες της και φυσικά τον Ομέρ... Της ήταν αδύνατον λοιπόν να βγει εκεί έξω και να δώσει ένα πόνο που ούτε ένιωθε για κάποιον ξένο.
Η πόρτα άνοιξε αξαφνα ενώ χαμένη στις σκέψεις ούτε άκουσε βήματα για να προετοιμαστεί ως συνήθως και γυρίζοντας είδε έναν άντρα να μπαίνει μέσα και να κλείνει πίσω του τη πορτα.
Φορούσε μια λευκή μαντήλα στο πρόσωπο και να χαρακτηριστικά του ήταν κρυμμένα καλά.
"Ποιος είσαι;" ρώτησε ευθέως μα εκείνος χωρίς πολλά πολλά έκανε ένα βήμα προς το μέρος της, τη γραπωσε από το μπράτσο και τη πέταξε στο κρεβάτι. Η Λεϊλα άρχισε να τον χτυπάει με όση δύναμη είχε και εκείνος απλά γρυλιζε ασταμάτητα ώσπου σαν έκανε να τσιριξει της έκλεισε το στόμα και τη χαστούκισε δυνατά. Σήκωσε το φόρεμα της και ανοίγοντας της τα πόδια τη χτύπησε για δεύτερη φορά πιο δυνατά και το κεφάλι της έπεσε ζαλισμενο στο πλάι. Το χέρι του τυλίχθηκε στο λαιμό της, πίεσε τόσο όσο για να της κόψει εν μέρη την ανάσα και την αποδυναμώσει και τέντωσε κι άλλο το πόδια της. Η Λεϊλα άρχισε να ανοίγει τα χείλη προσπαθώντας να πάρει ανάσα μα έμοιαζε αδύνατο ώσπου ένιωσε μια πίεση στη περιοχή της και το μόριο του να εισέρχεται βίαια στο κόλπο της προκαλώντας σπασμούς στο κορμί της και τρέμουλο. Μόλις έγινε η επαφή, τη χαστούκισε ξανά με το ελεύθερο χέρι του και ξανά και ξανά και ξανά ώσπου έπεσε σχεδόν αναίσθητη στο κρεβάτι.
Σε κάθε ώθηση που έκανε μέσα της ήταν ακόμα και πιο βίαιος. Μόλις κατάλαβε πως το κορμί της ήταν ανίκανο να αντισταθεί άρχισε να της πιάνει δυνατά τα στήθη κάτω από το φόρεμα και να πηγαίνει όλο και πιο γρήγορα πιέζοντας τα σε σημείο που ο πόνος ήταν αφόρητος. Λίγο αν κουνούσε το χέρι της, τη χαστούκιζε αμέσως χωρίς ενδοιασμους.
"ΔΙΑΟΛΕ!!!!!" Μια αναπάντεχη τσιριδα ακούστηκε πίσω του και δύο χέρια τυλίχθηκαν στο λαιμό του αξαφνα. Ο άντρας βγήκε από μέσα της και γυρίζοντας προσπάθησε να απελευθερωθεί από τη γυναίκα που γαντζωθηκε από πάνω του. "ΦΡΟΥΡΟΊ!! ΚΑΤΑΡΑΜΈΝΟΙ! ΘΑ ΣΑΣ ΣΚΟΤΩΣΩ!!" Η Αναστασία αντιλήφθηκε το λόγο που δεν υπήρχε κανείς έξω από τη πόρτα της Λεϊλα αρκετά γρήγορα μα εκείνος ήταν αρκετά δυνατός για να συνεχίσει να δέχεται την επίθεση της. Την έπιασε από τα χέρια, την έφερε μια ανάποδη σβούρα και την εκτόξευσε στο τοίχο ακριβώς απέναντι του. Μάζεψε γρήγορα τα παντελόνια του και βλέποντας πως η Αναστασία δεν σηκώθηκε αμέσως, τράπηκε σε φυγή όπως όπως.
"Λεϊλά μου... Κοριτσάκι μου ..." Η Αναστασία σύρθηκε με όση δύναμη είχε παρά τον πόνο που ένιωθε και η ίδια και φτάνοντας πλάι της, την αγκάλιασε και άρχισε να κλαίει. "Τι σου έκαναν Λεϊλά μου;" είπε μέσα στα αναφιλητα ενώ παράλληλα σκέπασε το ημίγυμνο κορμί της. "ΑΥΤΗ Η ΣΚΥΛΑ ΕΙΝΑΙ..!! ΘΑ ΤΗ ΣΚΟΤΩΣΩ!" ούρλιαξε μην αντέχοντας μα σαν έκανε να σηκωθεί η Λεϊλα άπλωσε το χέρι της και τη σταμάτησε.
"Μη...." ψέλλισε αδύναμα "Θα.. θα έρθει η ώρα..." συνέχισε με δυσκολία "Βοηθά με να.. να σηκωθώ..." η Αναστασία τη κράτησε χωρίς να σταματήσει το κλάμα της και σηκώνοντας την, ήξερε ακριβώς τι να κάνει. Τη βοήθησε να φτάσει μέχρι το λουτρό, την έβαλε να καθίσει και την ξεντυσε σιωπηλά.
"Στο ορκίζομαι στη μάνα μου θα τις θάψω όλες..." είπε σιγανα αρχίζοντας να πλένει το κορμί της "Ανάθεμα η μύτη σου!" Σαν είδε το αίμα να βγαίνει η Αναστασία εγυρε το κεφάλι της προς τα πάνω και κρατώντας το με το ένα χέρι, έπιασε το πρώτο ρούχο που υπήρχε στο πλάι και το έβαλε κόντρα στο αίμα. "Κατάρα στα κόκαλα αυτών που σου το έκαναν αυτό! Πόλεμο θέλουν; Πόλεμο θα έχουν!" είπε γεμάτη μίσος ενώ τα δάκρυα που έρεαν άρχισαν να στερεύουν από το αίσθημα της αδικίας που τη κατέκλυσε...
******
"Καταλάβατε παιδιά μου;" Ο Γκάμπριελ σταμάτησε το άλογο του έξω ακριβώς από την οικία των Νατζίν και τόσο ο Ίαν όσο και ο Νικ κούνησαν τα κεφάλια "Δυστυχώς δεν καταφέρατε να γνωρίσετε τον Καρίμ μα αυτό δε σημαίνει πως δεν χρειάζονται τη βοήθεια μας. Θέλω να έχετε τα μάτια σας εκατό! Δε θέλω όμως να ρίξετε ούτε βλέμμα σε..."
"Σε καμία γυναίκα με μαύρη μπούρκα και χρυσή κλωστή!" συμπλήρωσε ο Νικ. "Τα καταλάβαμε όλα παππού. Πάμε, τελειώνει η κηδεία, μιλάμε μαζί τους , τους βοηθάμε να μεταφέρουν τη βάση στις επόμενες μέρες και φεύγουμε αναίμακτα όταν τελειώσουν όλα. Προσέχουμε τα πάντα γύρω μας για κάθε ύποπτη κίνηση , κρατάμε χαμηλό προφίλ και τέλος"
"Ακριβώς... Οι νόμοι εδώ παιδιά μου, δεν είναι παιχνίδια. Δε το έχουν σε τίποτα να ξεσηκωθούν και εναντίων μας. Κάποια πράγματα τα βλέπουν διαφορετικά..."
"Είπες πως όλες εκεί μέσα είναι γυναίκες που διασώθηκαν από δυνάστες σωστά;" ρώτησε ο Ίαν "Αν λοιπόν σώθηκαν ποιος ο λόγος να κρατιούνται εκει μέσα και δεν τις αφήνουν ελεύθερες; Δε το καταλαβαίνω αυτό ... Ούτε καταλαβαίνω το γεγονός πως κάποιες γίναν γυναίκες τους. Ποια γυναίκα θα δεχθεί να βάλει άντρα στη ζωή της έπειτα από ένα βίαιο παρελθόν γεμάτο από δαύτους; Είσαι σίγουρος πως η ανομία δεν επικρατεί και εκεί μέσα παππού; Σου ξεκαθάρισα πως έχω βαρύ θέμα με τέτοιες καταστάσεις... Γι αυτό και επέλεξα να έρθω αυτοπροσώπως..."
"Ο Καρίμ με διαβεβαίωσε γιε μου πως οι γυναίκες τους είναι ευγνώμων. Όσες είναι μαζί τους είναι από επιλογή. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα μπροστά στα δικά τους θέλω. Είναι επιλογές τους..."
"Πόσο σίγουρος είσαι πως είναι δικές τους;"
"Γνώρισα ήδη δύο από αυτές ενώ έμαθα πως τη νύχτα που πέθανε ο Καρίμ , ο μεγάλος γιος παντρεύτηκε ακόμα μια. Οι δύο γυναίκες που είδα έδειχναν ευτυχισμένες λίγο διάστημα πριν. Γιατί να είναι ευτυχισμένες αν ζουν στη βαρβαρότητα; Τους προσφέρουν ένα σπίτι, τροφή, ασφάλεια.."
"Ελευθερία;" Πετάχτηκε ο Νικ σοβαρός αυτή τη φορά
"Και που θα πάνε; Αν φύγουν από εκεί ο δρόμος είναι η επιλογή..."
"Μάλιστα... Τέλος πάντων. Πάμε να τελειώνουμε και να δούμε πόσα στοιχεία έχουν..." αποκρίθηκε ο Ίαν "Άπαξ και δε χρειάζεται κάποια παραπάνω έρευνα κάτι που εγώ ο ίδιος θα κρίνω και δε θα βασιστώ στα στοιχεία τους, τότε θα δούμε που είναι η βάση, θα επιλέξουμε ένα καλύτερο δρόμο και θα ξεκινήσουμε το συντομότερο..."
"Ακριβώς παιδιά μου... Σίγουρα θα σας προσφέρουν φιλοξενία. Βρισκόμαστε στην έρημο και ξέρουν πως το σπίτι μου δε χωράει πάνω από 2 άτομα.
Να την αρνηθείτε. Θα βρούμε άκρη..."
"Γιατί;" ρώτησε περίεργα ο Νικ
"Γιατί όσο πιο μακριά τόσο καλύτερα. Σας το είπα... Δεν ερχόμαστε εχθρικά εδώ. Να βοηθήσουμε θέλουμε. Αν μια στο εκατομμύριο όμως κάτι πάει λάθος, δε θέλω να το μετανιώνω..."
"Τίποτα δε θα πάει λάθος παππού...." Τον διαβεβαίωσε ο Ίαν κατεβαίνοντας από τη καμήλα ενώ παράλληλα τρεις άντρες τους πλησίαζαν από μακριά
"Είστε έτοιμοι;" ρώτησε εο Γκάμπριελ
"Πάντοτε παππού... Πάντοτε .."
******
"Είσαι σίγουρη;" ρώτησε η Αναστασία αναστατωμένη "Πως θα βγεις σε αυτή τη κατάσταση εκεί έξω κοριτσάκι μου; Γιατί δε μένεις εδώ; Θα ενημερώσω τον Ομέρ και..."
"Κανένα δε θα ενημερώσεις..." την έκοψε η Λεϊλα απότομα "Δε θα κρυφτώ. Δε θα κάνω πίσω. Δε θα φοβηθώ. Δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιος μου το κάνει αυτό για να μη μπορώ να το διαχειριστώ και να νιώσω φοβο. Θα βγω εκεί έξω με το κεφάλι ψηλά κοιτώντας τους κατάματα!" η Λεϊλα από την ώρα που συνήλθε είχε μια έντονη οργή μέσα της κάτι που η Αναστασία φοβόταν μα δεν έπαιρνε από λόγια. Θεωρούσε πως το να κρυφτεί έπειτα από όσα έγιναν ήταν λάθος. Δε θα έκανε τη χάρη σε κανένα. Θα έβγαινε εκεί έξω και μάλιστα θα φρόντιζε να δείξει στον εχθρό τη δική της δύναμη.
"Μα φαίνεσαι χτυπημένη ακόμα και με την μπούρκα... Αν κάποιος σε κοιτάξει καλά καλά θα δει τα μάτια σου Λεϊλά..."
"Ας τα δει! Θα δει πως δε πέφτω τόσο εύκολα!"
"Θα προκληθεί σαματας αν το αντιληφθεί ο Ομέρ... Κηδεία έχουμε... Άκουσα πως θα έρθουν και ξένοι απόψε στα μαγειρεία.."
"Έχουν! Εγώ δε πενθω για κανένα! Αν είναι να πενθω προτιμώ να πενθήσω για τον εαυτό μου. Δε σηκώνω κουβέντα! Θέλησαν να με κατασπαράξουν... Να με γονατίσουν... Μα δε θα περάσει έτσι..."
"Όπως αγαπάς... εγώ πάντοτε θα είμαι εκεί σε ότι αποφασίσεις... Αισθάνεσαι καλά; Το κεφάλι σου;"
"Όλα είναι καλά..." αναστεναξε η Λεϊλα "Κι αν δεν είναι, θα γίνουν μόλις δω την έκπληξη στα μάτια τους... Ποτέ δε θέλησα το πραγματικό κακό κανενός με όλη τη ψυχή μου μέχρι σήμερα... Στο είπα Αναστασία ... Η γυναίκες σε τούτο το τόπο είναι ακόμα πιο βρώμικες..." Η Λεϊλα έστρωσε τη μπούρκα της , έβαλε και την αμπάγια από πάνω και πήρε μια βαθιά ανάσα. "Έχεις το σουγιά που σου έδωσα;" ρώτησε πριν βγουν και η Αναστασία κούνησε το κεφάλι. "Ωραία... Μπορείς να μου τον δώσεις για σήμερα;"
"Θα κάνεις καμιά τρέλα! Αν επιτεθείς θα σε σκοτώσουν! Τρελάθηκες; Φοβάμαι Λεϊλα... Φοβάμαι πως από την ώρα που άνοιξες εντελώς τα μάτια σου, δε σκέφτεσαι καθαρά... Για το Θεό... Μη κάνεις καμιά τρέλα...δε θα το αντέξω..."
"Μην ανησυχείς... Απλά δώστο μου..." Η Αναστασία σήκωσε τη μπούρκα της, έβγαλε το σουγιά που είχε τοποθετήσει με ένα ύφασμα στην εσωτερική της φοδρα και της τον έδωσε.
"Σε ικετεύω..." είπε αφήνοντας τον στη παλάμη της "Μόνο εσένα έχω..." αποκρίθηκε θλιμμένη και η Λεϊλα φιλώντας τη στο μέτωπο, υψωσε το κεφάλι περήφανα και βγήκε από το δωμάτιο....
😔🖤❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top