Κεφάλαιο 1°
~Λιγη κανέλα, μια δόση από λεμόνι και ένας κόκκος καφέ. Μυρωδιές , αισθήσεις και πυροτεχνήματα εικόνων...
Κλείσε τα μάτια... Ναι .. εσύ...
Μύρισε τη κανέλα...
Νιώσε τη μοναδικότητα του λεμονιού και άσε τη γεύση του καφέ να σε ταξιδέψει ... Ένα ταξίδι είναι η ζωή...
Πότε Ανατολή, ποτε Δύση ίσως λίγο από Βορρά και μια δόση από Νότο... Όπου κι αν πας όμως, όπου κι αν βρίσκεσαι, είσαι σαν ένα καλαθάκι ...
Γεμίζεις και γεμίζεις και γεμίζεις μέχρι να ξεχειλίσεις από όλα ... Μα μάντεψε...
Ποτέ δε θα χορτάσεις... Έτσι είμαστε φτιαγμένοι εμείς οι άνθρωποι...
Πάντα κάπου η κανέλα θα πικρίζει...
Το λεμόνι θα είναι ξινό και ο κόκκος του καφέ μια ξεραμένη πέτρα... Είμαστε αχόρταγοι από τη φύση μας. Πλάσματα δίχως έλεος και δίχως ευγνωμοσύνη...~
~Και όπως όλα ξεκινούν, έτσι τελειώνουν....~
"Ιαν! Κατέβα αμέσως!" Άρπαξε τη βεντάλια της και άρχισε να κάνει αέρα στο πρόσωπο. Ήταν δύσκολη τελικά εκείνη η περίοδος. Άναβε και έσβηνε. Κρύωνε και ιδρωνε. Όλα της έφταιγαν και όλοι την πλήρωναν. Η εμμηνόπαυση τη χτύπησε σε αρκετά μικρή ηλικία αλλά ο γιατρός της είπε πως συμβαίνει συχνά. "Ιαν! Σεθ!"
"Γιατί φωνάζεις μάτια μου;" ο Σεθ μπήκε από τη μπαλκονόπορτα της κουζίνας γεμάτος χώματα στα χέρια.
"Πήγαινε να πλυθεις. Το φαγητό είναι έτοιμο. Και πες στο γιο σου να έρθει κάτω! Φωνάζω δέκα ώρες!" ένα ζεστό χαμόγελο έσκασε στα χείλη του και πηγαίνοντας κοντά της , εχωσε το κεφάλι του στο λαιμό της και τη φίλησε απαλά "Θα έρθει ο μικρός ... Τρελάθηκες;" η Ελίζαμπεθ άλλαξε αμέσως στάση.
"Αφού ξέρω πως μόνο έτσι χαλαρώνεις ... Να κλείσω τη πόρτα;" δάγκωσε τα χείλη του και εκείνη άλλαξε δέκα χρώματα
"Τρελάθηκες;;"
"Ο μικρός παίζει, οι γονείς σου λείπουν... Είμαστε μόνοι ..." ψιθύρισε λάγνα
"Α να χαθείς!" είπε σοβαρή μα αμέσως τον κοίταξε πονηρά και χαμογέλασε σαν μικρό παιδί που περιμένει δώρο "Γρήγορα γρήγορα!" Αναφώνησε χοροπηδώντας κι εκείνος έσκασε στα γέλια
"Φίλε... Γάμησε με.. νομίζω σε ερωτεύομαι περισσότερο έτσι όπως είσαι!" τη κορόιδεψε και εκείνη έσμιξε τα φρύδια έξαλλη.
"Με δουλεύεις έτσι;" ένα εχθρικό ύφος συνοδεύτηκε από τη πετσέτα που κρατούσε και έσκασε στο κεφάλι του.
"Τι βαράς μωρέ Λιζ!"
"Γδυσου!"
"Πας καλά; Μπορεί να έρθει το παιδί!"
Εκείνη πήγε ως τη πόρτα , κλείδωσε και τον στραβοκοιταξε "Αργείς!!!" διέταξε και ο Σεθ μη μπορώντας να κρατηθεί γέλασε ακόμα περισσότερο.
"Έλα δω ρε βλάκα...." Είπε γλυκά και πιάνοντας την από το χέρι τη τράβηξε σε μια ζεστή αγκαλιά... "Τι θα κάνω εγώ με σένα μου λες;"
"Θα πλύνεις τα χέρια σου;" Απάντησε γεμάτη παράπονο και έτοιμη να κλάψει αλλά ήταν τόσο αστεία η στάση της που ο Σεθ μετά βίας κρατήθηκε. "Αν γελάσεις θα βγάλω τη μονόκανη από το το ντουλάπι... Να ξέρεις .." προειδοποίησε ενώ έκρυψε το κορμί της στα χέρια του.
"Δε θα γελάσω μάτια μου ... Ξέρω πως περνάς δύσκολα. Όλοι το ξέρουν για την ακρίβεια... Ακόμα και η μισή γειτονιά!"
"Ε τώρα τι να σου πω! Άντε φύγε από δω!" της έριξε ένα χαστούκι στα οπίσθια, τσίμπησε μια πατάτα και ξεκλείδωσε.
"Ιαν! Φαγητό! ΦΑ-ΓΗ-ΤΟ! Μιαμ μιαμ!"
"Σκύλος είναι το παιδί;"
"Αν κρίνω από το τρόπο που πετάγεται κάθε φορά που.... Ξέρεις τώρα...." ανασηκωσε τα φρύδια πάνω κάτω πονηρά γελώντας και εκείνη τον αγριοκοίταξε "Ε τότε ναι! Μας μυρίζει από χιλιόμετρα!"
"Ίσως αν δεν είχες ορέξεις στα πιο περίεργα μέρη τις πιο περίεργες ώρες να μην τους έμπαιναν υποψίες!"
"Σαγαπαω ρε...." της είπε και έλαμψε ολόκληρος ...
"Εγώ να δεις ..."
"Νιώθω τόσο μικρός ώρες ώρες πλάι σου ...." ο Σεθ αυτή τη φορά της χάρισε μια διαφορετική αγκαλιά . Πιο ζεστή. Από εκείνες που τους θύμιζαν όσα πέρασαν και όσα άφησαν πίσω χρόνια τώρα. Δεν ήταν καθόλου εύκολο να ξαναρχίσουν από την αρχή αλλά για ποιον είναι; Θέληση χρειάζεται και πίστη όχι μόνο από έναν αλλά από δύο. Η Ελίζαμπεθ χάιδεψε τα μάγουλα του και φιλώντας τον τρυφερά στα χείλη , έμεινε να τον κοιτάζει κατάματα.
"Κάνεις λάθος... Κανείς δεν είναι μικρός ούτε μεγάλος... Δίνεις, δίνω, δίνουμε... Καμιά φορά μου λείπεις ακόμα και όταν σε κρατάω... Σε βλέπω κάθε πρωί δεκαπέντε χρόνια τώρα μα τίποτα δεν άλλαξε ..."
"Και εύχομαι να μην αλλάξει ποτέ ..." έσφιξε το ύφασμα της μπλουζας της στη παλάμη του και βάθυνε το φιλί.
"Άργησαααα;;;" Ο Ίαν μπήκε μέσα πιάνοντας τους να φιλιούνται και εκείνοι γέλασαν ταυτόχρονα ενώ ο Σεθ πήρε εκείνο το αγαπημένο για εκεινη βλέμμα, που ούρλιαζε -στα λεγα εγω- ...
"Μμμμ μοσχομυριζει!'
"Ναι. Σήμερα είπα να φτιάξω κάτι διαφορετικό!"
"Πατάτες βλέπω, τυρί, κέτσαπ, μπιφτέκια...." έμεινε για λίγο σκεπτικός και ανασηκωσε τους ώμους "Που είναι το διαφορετικό μωρέ μαμά;"
"Εμ..." Η Ελίζαμπεθ γέλασε αμήχανα "Στα... Στα σκουπίδια γιατί μου κάηκε" χαριτολογησε
"Γι αυτό λέω να αφήνεις τη γιαγιά να μαγειρεύει!"
"Ιαν..."
"Έλα μωρέ μπαμπά. Τη πειραζω! Μαρεσει όταν η μαμά γίνεται έτσι κόκκινη κόκκινη! Μου θυμίζει τσουπωτη ντομάτα!"
"Κατά μάνα κατά κύρη ..." σχολίασε η Ελίζαμπεθ αφήνοντας κάτω τη πετσέτα ενώ τα αγόρια κάθισαν
"Ο παππούς και η γιαγιά;"
"Πήγαινε μια βόλτα στη θεία αγάπη μου να δούνε το μωρό..."
"Απορώ ώρες ώρες αν είναι άνθρωπος ή κουνέλα!"
"Ιαν!"
"Αμάν μωρέ μπαμπά! Άδικο έχω; Είναι δυνατόν να έκανε και άλλο μωρό; Εφτά έχουν! Ποιον θα πρώτο προστατεύω μεγαλώνοντας;" Συνέχισε και ο Σεθ τον κοίταξε γεμάτος περηφάνια. "Νομίζεις ο Νικ μπορεί να τους κουμαντάρει όλους; Και είναι και τρία χρόνια πιο μεγάλος! Ας μη το σχολιάσω αυτό!"
"Φάε τώρα να μεγαλώσεις και όταν έρθει η ώρα μην αγχώνεσαι"
"Μια ώρα που ελπίζω να μη χρειαστεί ποτέ να έρθει..." συμπλήρωσε η Ελίζαμπεθ σιγανα ακούγοντας τους
"Είχαμε κανένα νέο από το παππού Γκάμπριελ; Καμιά κάρτα; Γράμμα;"
"Όχι ακόμα καρδιά μου. Συνήθως στέλνει κάθε πρώτη του μήνα" απάντησε η Ελίζαμπεθ σερβίροντας παράλληλα
"Απορώ γιατί δεν έχει κινητό!"
"Γιατί έπαψε να του αρέσει. Παλιά είχε..."
"Πάντως ζωαρα κάνει εκεί... Θα πάμε ποτέ;"
"Δε νομίζω μάτια μου... Εκτός από την απόσταση μη ξεχνάς πως ο παππούς εκεί που βρίσκεται ειν;ι δύσκολη η διαβίωση. Ίσως κάποια μέρα πάμε να όχι ακόμα..."
"Μια μέρα εγώ θα πάω! Θυμάμαι μου είπε πως η Σαχάρ φτιάχνει γλυκά από φύλλα μπανάνας!" Ο Σεθ κόντεψε να πνίγει με τη μπουκιά του σαν τον άκουσε και η Λιζ σηκώθηκε έντρομη χτυπώντας του τη πλάτη
"Καλά είμαι. Καλά είμαι..." ο Σεθ ήπιε λίγο νερό για να συνέλθει "Ξέρεις παιδί μου... Τα φύλλα μπανάνας δεν είναι ... Πως να το πω ... Δεν κάνουν για γλυκό τέλος πάντων" είπε ξεροβηχωντας. Τι να του έλεγε; Πως με αυτά τα φύλλα ψημένα κάνεις κεφάλι; Πως να εξηγήσει τέτοιο πράγμα σε ένα παιδί. Πάραυτα καταβαθος θαύμαζε το Γκάμπριελ και την κατάληξη του. Το είπε και το έκανε... Εξαφανίστηκε και ηρέμησε.
Έχτισε ολομόναχος ένα σπίτι λίγο πριν τη έρημο του Αλ Μπανταγίν ενώ στο πρώτο χρόνο κι όλας που εγκαταστάθηκε στα Ηνωμένα αραβικά Εμιράτα γνώρισε τη γυναίκα της ζωής του.... Μια γυναίκα που κατάφερε να ανάψει φως στα σκοτάδια του και να φέρει ηρεμία σε όλη τη ταραχώδη ζωή του. Έπειτα από τη συγχώρεση που ζήτησε από το Σεθ για το θάνατο της μάνας του , μια συγχώρεση που φυσικά και πήρε , επέλεξε να φύγει... Έστελνε τα νέα του συχνά πλέον μα το πρώτο γράμμα το έλαβαν ένα χρόνο αφού είχε φύγει. Πλέον είχε καταφέρει να χτίσει ένα δικό του μικρό επίγειο παράδεισο.
Κόντευε τα 65 μα ήταν τόσο δυνατός όσο στα νιάτα του. Η νομαδική ζωή , του ταίριαξε γάντι ενώ η Σαχάρ την οποία έσωσε από τα δίχτυα της μαστροπείας τους πρώτους μήνες της ζωής του εκεί, κάθισε πλάι του και μαζί κατάφεραν να κερδίσουν το σεβασμό της τοπικής κοινωνίας.
"Έχει όμως και καμήλες!"
"Τα πάντα έχει γιέ μου.... Τρωγε όμως τώρα γιατί θα κρυώσει το φαγητό εντάξει; Για να είσαι σε θέση να πας εκεί μόνος, έχεις πολλά χρόνια μπροστά σου..."
"Μπαμπά;"
"Έλα αγόρι μου"
"Μπορώ να έρθω μαζί σου στη δουλειά όπως έρχεται ο Νικ;"
Ο Σεθ κοίταξε τη Λιζ ...
Ήξεραν πως είχε φτάσει η ώρα...
Κόντευε πλέον την εφηβεία και αν έπρεπε να μπει για τα καλά στην εκπαίδευση , τώρα ήταν η ώρα.
Δεν ήταν αμαθος...
Ίσα ίσα τόσο η ίδια η Ελίζαμπεθ όσο και ο Σεθ , ακόμα και ο Λόγκαν , του μάθαιναν πάρα πολλά πράγματα στο σπίτι. Ήξερε να διαλύει ένα όπλο και να το στήνει σε ένα λεπτό και είκοσι δευτερόλεπτα. Μπορεί σε κάποιους να ακούγεται πολύς ο χρόνος μα εκείνος το κατάφερε στα 8... πλέον όμως, κόντευε τα δεκαπέντε και δεν ήταν λίγες οι φορές που ζήτησε να πάει ...
Είχε στόχο 9/10
Αντοχή αμέριστη
Μυαλό ξυράφι.
Φυσική κατάσταση , στην εντέλεια ενώ είχε ένα χαρακτήρα τόσο περίεργο, που δύσκολα κάποιος μάντευε τις επόμενες κινήσεις του. Σαν να είχε γίνει μια μίξη όχι μόνο της Ελίζαμπεθ και του Σεθ... Μα όλων...
Όταν ήθελε το έπαιζε παιδί, άλλες φορές μεγάλος και ώριμος... Μερικές φορές χανόταν στις δικές του σκέψεις ενώ άλλες έλεγε τη γνώμη του φωναχτά χωρίς φόβο.
Υπήρχαν δε και εκείνες οι στιγμές που κάθε φορά που μάλωνε κάποιος από τα παιδιά της Βίβιαν, έμπαινε στη μέση και από σεβασμό και μόνο, σταματούσαν όλοι. Κανένας δε κατάλαβε ποτέ πως ήταν δυνατόν να είχε τέτοια επιρροή σε όλους. Πάραυτα όσο καλός ήταν , άλλο τόσο μπορούσε να εκνευρίσει και να εκνευριστει και ο ίδιος.
"Λοιπόν; Μπορώ;" ξαναρωτησε ανυπόμονα
"Είναι δύσκολος κόσμος, ο κόσμος μας... Δεν είναι εκπαίδευση γιε μου... Είναι η ωμή πραγματικότητα που μας περιβάλει και η βρωμιά του κόσμου που μας καλεί κάθε φορά για να κάνουμε το σωστό...
Πιστεύεις πως είσαι έτοιμος;" ρώτησε ο Σεθ σοβαρός.
"Γεννήθηκα έτοιμος..." του απάντησε με το ίδιο σοβαρό ύφος χωρίς να έχει καμία σχέση με εκείνο το πιτσιρίκι που βουτούσε ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν τη πατάτα στο κετσαπ και ο Σεθ αναστεναξε ...
Αυτές ήταν οι αλλαγές πάνω του που τον έκαναν καταβαθος να φοβάται....
Δεν έμαθε να "γίνεται" κάτι.... Ο Ίαν, ήταν πάντοτε αυτό το "κάτι.."
❤️❤️❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top