Κεφάλαιο 12°
~Το πόδι πατάει σε ξένη γη και αυτή η γη φλέγεται... Ουδείς αναμάρτητος λενε... Ειδικά όταν η αμαρτία σε κυνηγάει με τη μορφή ενός αγγέλου...~
"Κοίτα να δεις που φτάσαμε... Ποιος να μου το έλεγε πως θα καβαλήσω καμήλα και μάλιστα με σένα να το παίζεις σείχης!" Ο Ίαν έριξε ένα βλέμμα αποδοκιμασίας στον Νικ ο οποίος είχε μπει για τα καλά στο πετσί του ρόλου από την ώρα που πάτησαν το πόδι στο Ντουμπάι. Μέχρι και ρούχα άλλαξε όταν είδαν πως οι συντεταγμένες ήταν βαθιά μέσα στην έρημο του Αλ Αχμπαν.
"Απόλαυσε το! Ήρθαμε, θα καθαρίσουμε, θα γίνουμε ήρωες και ευελπιστώ να γυρίσω πίσω με λάφυρα!"
"Λάφυρα;"
"Τούτος ο τόπος μυρίζει πάθος!"
"Σκατα στα μούτρα σου μυρίζει παλιό μαλάκα... Αν θυμάσαι καλά γι αυτό ήρθαμε!"
"Δεν αντιλέγω! Θα σώσουμε τις γυναίκες, θα σώσουμε το κώλο του σείχη και μετά; Κάτι μου λέει πως θα ερωτευτώ εδώ... Πώς θα είναι ο τελευταίος μου σταθμός!" Η καμήλα έκανε έναν περίεργο ήχο και οι άντρες που τις οδηγούσαν μπροστά γέλασαν.
"Δε ξέρω γιατί γελάνε αυτοί , μα κάτι μου λέει πως σε κοροϊδεύουν!"
Ο Νικ τον στραβοκοιταξε, ανέβασε τα γυαλιά του και κοίταξε μπροστά αλλάζοντας θέμα
"Απορώ πως επιβιώνουν εδώ ... Αν όλα όσα είδα είναι σωστά τότε το βράδυ έχει ψύχος ενώ τώρα καιγόμαστε ζωντανοί..." Παρατήρησε σκεπτικός
"Η αλήθεια είναι πως βράζει ο τόπος... Νομίζω πως..."
Ξάφνου οι καμηλιέρηδες σταμάτησαν με ένα δυνατό Ντέι προς τα ζωντανά και ο Ίαν παραξενεύτηκε
"Τι συμβαίνει;" ρώτησε μονομιάς
"Μέχρι εδώ μπορούμε να σας πάμε" απάντησε ο πρώτος
"Μα είχαμε συμφωνήσει ως τις συντεταγμένες!"
"Ναι αλλά βλέπεις αυτά τα σημαιάκια; Δεν είχα ιδέα πως θα πάτε πέρα από αυτά" ο άντρας του έδειξε κάτι περίεργες σημαίες που κυμάτιζαν κατά μήκος ενός αμμόλοφου. Έμοιαζαν με εθνόσημα αλλά από τα χρώματα κατάλαβε πως δεν ήταν. "Η γη αυτή ανήκει στους Νατζίν! Θέλουμε τα κεφάλια μας!"
"Νατζίν;" ο Ίαν έριξε ένα βλέμμα στο Νικ. Ήταν το όνομα που ανέφερε ο Γκάμπριελ στο τηλεγράφημα "Πολύ καλά. Πόσο μακριά είναι από δω;'
"Μετά τον αμμόλοφο θα δείτε μια όαση να απλώνεται στα νοτιοανατολικά σας. Μετά την όαση θα βρίσκεστε εκεί. Θα σας συμβούλευα όμως να μη γίνεται αντιληπτοί από τη φρουρά τους. Ότι κινείται εκτελείται σε αυτούς τους λόφους..."
"Είναι βάρβαροι;"
"Οι Νατζίν;" Ο άντρας γέλασε δυνατά "Εξαρτάται με ποιον έχουν να κάνουν. Είναι γνωστό πως όλοι θέλουν τα κεφάλια τους... Αν είστε δύο από αυτούς καλή σας τύχη! Αν όχι , θα είστε σίγουρα καλοδεχούμενοι. Μετά την όαση θα βρείτε και το μέρος που θέλετε πάντως..." ο Ίαν τους έδωσε τις συντεταγμένες που έγραφε το τηλεγράφημα οπότε δεν είχε ιδέα αν οδηγούσαν απευθείας σε αυτούς ή στη καλύβα που έφτιαξε και έμενε με τη Σαχάρ. Σε κάθε περίπτωση όμως οι Νατζίν ήταν ενήμεροι οπότε ο Ίαν δεν είχε τίποτα να τον απασχολεί σε εκείνους τους λόφους.
"Πάρε αυτά!" είπε και βγάζοντας ένα σακί ριάλ του το πέταξε και εκείνος το έπιασε . Ήταν πιο βαρυ από όσα συμφώνησαν μα τα ριάλ στην ισοτιμία του δολαρίου ήταν σχεδόν μηδαμινα σαν έξοδα. Ο άντρας κοίταξε το σακούλι και έκανε ένα νεύμα με το καπέλο του σημάδι εκτίμησης για το εξτραδακι.
"Μην κάνετε στάσεις και σας πιάσει το απόγευμα. Έτσι όπως είστε ντυμένοι θα πεθάνετε από το κρύο ή θα σας καταπιεί καμία αμμοθύελλα!"
"Μη σκας!" Πετάχτηκε ο Νικ
"Τι να σκάσω;" απόρησε ο άντρας και ο Ίαν χαμογέλασε
"Τίποτα. Να είστε καλά! Καλή επιστροφή"
Οι άντρες τους άφησαν τις καμήλες και έκαναν αναστροφή με τις δικές τους.
Σαν έμειναν μόνοι αλληλοκοιταχθηκαν για μια στιγμή μπερδεμένοι
"Και τώρα;" μίλησε πρώτος ο Νικ κοιτάζοντας την απέραντη έρημο
"Τώρα βρες τα με τη καμήλα σου γιατί αν μουλαρωσει βλέπω να τη περνάς το βράδυ αγκαλίτσα μαζί της!" τον κοροιδεψε "Ντέι!" ο Ίαν χτύπησε ελαφρά τα οπίσθιά της δικής του με μια βέργα που του έδωσαν και εκείνη ξεκίνησε να σκαρφαλώνει τον αμμόλοφο ενώ ο ήλιος έκαιγε από ψηλά. Είχαν φορτώσει αρκετό εξοπλισμό μα τους διαβεβαίωσαν πως τα ζωντανά άντεχαν βάρος ακόμα και τριπλάσιο από ότι ήδη είχαν. Ένας από τους λόγους που δε του άρεσαν αυτά τα μέρη του Ιαν, ήταν η βαρβαρότητα προς τα ζώα κάθε είδους μα εξ αρχής φέρθηκε στη δική του καμήλα άψογα οπότε εκείνη απλά ακολουθούσε τη ροή της διαδρομής σε αντίθεση με του Νικ τον οποίο είχε ήδη ρίξει κάτω πέντε φορές.
Λίγο πριν φτάσει στα σημαιάκια έβγαλε τη πυξίδα του και σταμάτησε.
"Μπορούμε να πάμε και από γύρω και να βγούμε πίσω από την όαση ακριβώς στις συντεταγμένες..." είπε σκεπτικός "Ίσως θα ήταν καλύτερα να φτάσουμε εκεί χωρίς να μπούμε απευθείας στη γη τους.. τι λες;"
"Τι να πω! Αυτό το ζώο θα με φάει στο τέλος!" Ο Ίαν γύρισε προς τα πίσω και τον είδε κάτω να προσπαθεί να ανέβει ξανά.
"Πάρτη με το καλό ρε ηλίθιε! Μίλησε της! Γυναίκα είναι ξέρεις εσύ!" Τον κοροιδεψε αλλάζοντας πορεία
"Ανάθεμα αν από σήμερα θα καταφέρω ξανά να μιλήσω σε γυναίκα!"
"Τελείωνε! Από δω!" Ο Ίαν έδωσε ώθηση με τα πόδια του και αφήνοντας τον ελαφρώς πίσω άλλαξε το δρόμο ακολουθώντας το ένστικτο του μόνο που σαν πέρασαν ένα μικρό αμμόλοφο που υπήρχε σε εκείνη τη πορεία η καμήλα του τρελάθηκε "Νικ!!"
"Προσπαθώ!!!" Άκουσε πίσω του
"Γρήγορα!! Αυτή τρέχει! Παναθεμα σε σταμάτα!!" Η καμήλα άρχισε να τρέχει σαν άλογο σε ιππόδρομο "Βλέπω πράσινο!!"
"Έρχομαι!!" Η φωνή του Νικ ακούστηκε πιο βαθιά μα ο Ίαν δεν είχε χρόνο να αντιδράσει. Ότι και αν έκανε η καμήλα έμοιαζε σαν να είχε μπει στο αυτόματο και έτρεχε προς την όαση χωρίς σταματημό. Όσο κι αν φώναξε όσο κι αν προσπάθησε να τη σταματήσει εκείνη απλά έτρεχε πάνω κάτω στους λόφους ώσπου ξαφνικά και ενώ πλησίαζαν προς κάτι μεγάλους κοκοφοίνικες, σταμάτησε απότομα. "Θεέ... Λυπήσου με..." ο Ίαν δίχως δεύτερη σκέψη κατέβηκε από πάνω της και σαν πάτησε τα πόδια του κάτω απελευθέρωσε τη κομμένη του ανάσα. Γύρισε προς τα πίσω μα το μόνο που έβλεπε ήταν ένα μικρό σύννεφο σκόνης αρκετά μέτρα μακριά. "Τουλάχιστον έρχεται στη σωστή πορεία..." μονολογησε σκεπτόμενος το Νικ και κρατώντας τη καμήλα από τα χαλινάρια βάδισε προς το καταπράσινο τοπίο απορημένος με τη μαγεία της φύσης. Όσο πιο κοντά πήγαινε άλλο τόσο άκουγε νερά. Σαν να ήταν ένα κομμάτι γης ολομόναχο και αποκομμένο από εκείνον τον άγονο τόπο.
"Που να με πάρει η οργή ..." φτάνοντας στο πρώτο θάμνο που είχε κοντά σταμάτησε απότομα ενώ το πρώτο πράγμα που αντίκρυσε ήταν το κορμί μιας γυναίκας. Ήταν μέσα στο νερό με τη πλάτη γυρισμένη προς εκείνον και ήταν σίγουρος πως δεν τον κατάλαβε. Έπλενε με τόσο μένος το δέρμα της... Πότε γρήγορα πότε αργά μα κάθε φορά ήταν σαν να το εγδερνε. Τα μαλλιά της έφταναν μακριά ως τα οπίσθιά και για μια στιγμή ένιωσε ντροπή κοιτώντας τη. Μια ντροπή που έγινε σκόνη στον άνεμο που σηκώθηκε σαν εκείνη γύρισε προς τα πίσω και τον κοίταξε.
Ο Ίαν έμεινε παγωμένος. Τα μάτια της έλαμπαν και θα ορκιζόταν πως έμοιαζαν με δύο χρυσαφιά μάτια τίγρης... Και όχι του ζώου... Κάποτε κλήθηκε να πάρει πίσω κάτι περίεργους πολύτιμους λίθους. Όταν τους είδε για πρώτη φορά τον παραξένεψε το χρώμα τους. Η μίξη του καφέ, του κίτρινου και του χρυσού μέσα σε μια πέτρα ήταν κάτι που δεν είχε ξαναδεί μα κατάλαβε γιατί το αποκαλούσαν μάτι της τίγρης.
Γιατί ήταν πανέμορφο ... Μα δεν ήταν μόνο τα μάτια της πανέμορφα...
Το πρόσωπο της έτσι όπως έπεφτε το φως του ήλιου μέσα από τις φυλλωσιές των δέντρων έμοιαζε με αγγέλου. Σαν να κατέβηκε ένας στη γη και εκείνος ήταν ο τυχερός για να το δει. Ποτέ στη ζωή του δεν είχε δει τέτοιο πλάσμα. Γιατί σίγουρα δεν μπορούσε να τη χαρακτηρίσει σαν μια απλή γυναίκα...
Ήταν πλάσμα... Και μάλιστα από εκείνα που σπάνια συναντάς στο διάβα σου. Από εκείνα που μπορούν να σε καταστρέψουν μέσα σε μια στιγμή και να κλονίσουν ολόκληρη τη κοσμοθεωρία σου.
Μόλις κούνησε το χέρι του, εκείνη έτρεξε αμέσως έξω από το νερό και ο Ίαν βγήκε στο κατόπι της χωρίς δεύτερη σκέψη.
"Περίμενε!" είπε μα σαν πλησίασε γύρισε με τη πλάτη προς το μέρος της. "Συγνώμη... Δεν ήθελα να σε τρομάξω. Ούτε να δω το κορμί σου εσκεμμένα..." της είπε μα το μόνο που άκουγε ήταν η γρηγοραδα με την οποία έβαζε τα ρούχα της. Μόλις κατάλαβε πως είχε καλύψει το σώμα της γύρισε και την είδε κρυμμένη πίσω από ένα άλογο να προσπαθεί να φτιάξει τη σέλα που προφανώς για κάποιο λόγο είχε βγάλει. Μόνο τα μάτια της είχαν μείνει πλέον ακάλυπτα. Φορούσε ένα κατάμαυρο μανδύα που έμοιαζε σαν μαύρη τρύπα και την έτρωγε ολόκληρη.
"Θέλεις βοήθεια..;" στο πρώτο βήμα που έκανε προς το μέρος της εκείνη πισωπατησε "Αναθεμα δεν ξέρω καν αν με καταλαβαίνεις..." της είπε σκεπτόμενος πως δεν θα έχει ιδέα από αγγλικά. Άρχισε να της κανει κάτι περίεργα νοήματα πλησιάζοντας το άλογο της που ακόμα και αυτό , ήταν απλά πανέμορφο. "Να- σε- βοηθήσω- θελω-" της είπε συλλαβή προς συλλαβή δείχνοντας τη σέλα μα όσο την κοίταζε ένιωθε πως ήταν ανίκανος να κάνει το οτιδήποτε. Το βλέμμα της τον μαγνήτισε ενώ ο τρόπος που γρηγορευε η μάτια της κάθε φορά που σήκωνε τα χέρια του δε του άρεσε καθόλου. Ήταν σίγουρα φοβισμένη. Μπορούσε να αναγνωρίσει το φόβο ακόμα και μέσα από ένα βλέμμα. "Δε θα σου κάνω κακό ... Θα βάλω απλά τη σέλα...." είπε σιγανα πιάνοντας τη και το άλογο σηκώθηκε αξαφνα στα δύο πόδια μόλις το άγγιξε. "Ήρεμα κορίτσι μου!" ο Ίαν σκέπασε με τη παλάμη του το πάνω μέρος του κεφαλιού του αλόγου και δίχως φόβο πλησίασε το πρόσωπο του κοντά. "Ηρέμησε..." ξαναειπε ενώ παράλληλα το χάιδεψε και εκείνο χλιμιντρισε μια φορά δυνατά και ύστερα ημερεψε. "Είδες; Νιώθει πως δε θέλω το κακό του..." αποκρίθηκε μα εκείνη λέξη δεν είπε παρά τον κοίταζε έντονα με εκείνο το εχθρικό της βλέμμα. Ο Ίαν αναστεναξε και εστίασε στη σέλα σκεπτόμενος πως δεν καταλαβαίνει λέξη και πως παραβίασε άθελά του το χώρο της. Ξεκίνησε να τη τοποθετεί σιγανα πάνω στο άλογο και να δένει ένα προς ένα τα δερμάτινα κουμπώματα σιωπηλός ενώ παράλληλα χάιδευε το άλογο για να κάθεται ακίνητο.
Λίγο πριν τελειώσει η καμήλα του πλησίασε στο νερό τραβώντας του τη προσοχή και σαν γύρισε είδε τη σκόνη από το Νικ να πλησιάζει.
"Νομίζω είναι... Είναι έτοιμο..." σαν τη κοίταξε ξανά ύστερα από εκείνα τα λεπτά η καρδιά του πεταρισε στο στήθος. Σήκωσε ψηλά τις παλάμες του σαν ένδειξη υποχώρησης και πως δε θέλει να τη βλάψει και άρχισε να κάνει μικρά βήματα προς τα πίσω. Μα δεν υπολόγισε σωστά... Στο τρίτο βήμα έπεσε ολόκληρος μέσα στο νερό το οποίο προς έκπληξη του ήταν βαθυ. Μόλις πάτησε κάτω και έβγαλε το κεφάλι στην επιφάνεια την είδε να ανεβαίνει στο άλογο. Τα ρούχα είχαν κολλήσει πάνω στο κορμί της και έμοιαζε σαν μια μαύρη σιλουέτα με δύο μονάχα μάτια να τον κοιτούν περίεργα. Δύο μάτια που έδεναν τόσο αρμονικά με εκείνες τις χρυσές λεπτομέρειες του φορέματος της. Για μια στιγμή, ένιωσε το χρόνο να σταματά. Το άλογο κουνούσε τα πόδια του μα εκείνη κρατούσε σταθερά τα χαλινάρια κοιτάζοντας τον όχι μόνο περίεργα μα με ένα βλέμμα που στάθηκε ανίκανος να ερμηνεύσει. Σαν να τον φοβόταν μα και να ήταν έτοιμη να πολεμήσει συνάμα. Σαν να ήταν εχθρός...
"Περίμενε!" της φώναξε μα εκείνη χτύπησε τα πόδια της αμέσως σαν άκουσε τη φωνή του. Το άλογο έκανε μια στροφή γύρω από τον εαυτό του και ύστερα έτρεξε προς την αντίθετη κατεύθυνση αφήνοντας τον με ένα αξαφνο πρωτόγνωρο κενο στα στήθη.
Ένα λαχανιασμα που δεν ήξερε από πού πηγάζει μα ήταν αξαφνο και υπαρκτό.
"Μαλακα Ίαν, θα τη σκοτώσω!!" ο Νικ ακούστηκε τρελαμενος από πίσω τραβώντας τη προσοχή του και σαν γύρισε τον είδε να κουτρουβαλάει το λόφο προς τα κάτω και να βρίζει ακατάπαυστα. Το πόδι του είχε μπλεχτεί στα σχοινιά της καμήλας και εκείνη κυριολεκτικά τον έσερνε μαζί της προς το μέρος του ώσπου φτάνοντας σταμάτησε λίγο πριν πέσουν στο νερό.
"Τη τρέλα μου.." είπε φτύνοντας αμμούδα "Τη τρέλα μου μέσα! Ηλίθιο ζώο!" φώναξε οργισμένος ξεμπλεκοντας το πόδι του και μόλις απελευθερώθηκε έπλυνε αμέσως το πρόσωπο του. "Θα με σκότωνε ρε! Το πιστεύεις;; Τη τύχη μου μέσα! Και εσύ τι διάολο έπαθες και εξαφανίστηκες! Αλλά τι ρωτάω! Εσένα μάλλον δε σταμάτησε και σε πέταξε μέσα έτσι; Βλαμμένα ζώα..." Ο Νικ ξεκίνησε ένα παραλήρημα που τελειωμό δεν είχε μα ο Ίαν έστρεψε το βλέμμα ξανά προς τη κατεύθυνση που χάθηκε εκείνη... Μυαλό δεν είχε να σκεφτεί τίποτα άλλο εκεινη τη στιγμή... Ούτε καν να πιάσει κουβέντα με το Νικ που δεν έλεγε να σταματήσει να βρίζει.
Ποια ήταν; αναρωτήθηκε βγαίνοντας έξω από το νερό μα όσο κι αν κοίταζε προς τη κατεύθυνση που έφυγε, έβλεπε μόνο άμμο... Τεράστια βουνά από άμμο να του κλείνουν το δρόμο προς εκείνη... Ένα δρόμο που ανάθεμα τον, θα τον έβρισκε πάση θυσία...
❤️❤️❤️❤️
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top