Κεφάλαιο 19°
Φωνές ...
Κλάματα...
Βουβός πόνος...
Ξεθωριασμένες πνοες και σκελετωμενα κορμιά...
Εικόνες βγαλμένες από τους χειρότερους εφιάλτες έφτασαν και έγιναν η επιτομή της πραγματικότητας μπροστά στα έντρομα ματια της...
Ο πέτρινος διάδρομος ήταν μακρύς ενώ κατά μήκος αυτού, υπήρχε μονάχα μια βαριά, βαθιά ριζωμένη θλίψη στα κόκαλα των γυναικών που έστεκαν σαν κλαράκια σε άγονο χώμα, έτοιμα να πεθάνουν...
"Βγάλτε μας από δω!" μια φωνή που ακόμα άντεχε να δώσει μάχη ακούστηκε από τα αριστερά και σαν γύρισε να κοιτάξει, είδε μια γυναίκα να κρατιέται από τα κρύα κάγκελα δακρυσμένη. Ο άντρας που τις κρατούσε σταμάτησε, έβγαλε το όπλο από τη πλάτη και τη στόχευσε.
"Μη!" φώναξε η Άλισον χωρίς να ξέρει από πού βρήκε το σθένος να βγάλει λαλιά κι εκείνος γυρίζοντας απότομα προς το μέρος της, σήκωσε το όπλο και με την ανάστροφη αυτού,τη χτύπησε στο πρόσωπο.
"Άλισον!" Η Τζένη γονάτισε αμέσως σαν την είδε να πέφτει καταγής "Τέρατα!" φώναξε στους άντρες που τις μετέφεραν από την ώρα που έφτασαν μα εκείνοι γέλασαν... Ένας άλλος τράβηξε ένα μικρότερο περίστροφο από τη τσέπη και στοχεύοντας τη κοπέλα που φώναξε νωρίτερα, όπλισε και πάτησε η σκανδάλη...
Ο βουβός πόνος, έγινε ουρλιαχτό και όλες οσες είδαν το θέαμα άρχισαν να φωνάζουν ώσπου ο άντρας πυροβόλησε ξανά στον αέρα και όλες μαζί σώπασαν σαν να ήταν η πιο θλιμμένη, συγχρονισμένη και απόκοσμη χορωδία.
Από την ώρα που έφτασαν και με τη χρήση έντονης βίας απομάκρυναν τα παιδιά ενώ οδήγησαν τη Τζένη και την Άλισον σε κάτι κατακόμβες..Ακόμα αντηχούσαν οι κραυγές τους στα αυτιά τους.
"Προχωρήστε!" ο άντρας έσπρωξε με το πόδι την Άλισον και η Τζένη θέλοντας να τον απωθήσει τον έσπρωξε με τη σειρά της αλλά εκείνος την έπιασε από τα μαλλιά και άρχισε να τη σερνει προς τα μπροστά.
"Άσε με Καταραμένε!!!" κραυγασε δυνατά μα εκείνος γέλασε
"Εσύ! Πάρε την άλλη!!" φώναξε σε έναν άλλο "Από τα μαλλιά για παραδειγματισμό!!" ο άντρας εκτέλεσε κατά γράμμα την εντολή και πιάνοντας την Άλισον άρχισε να τη σερνει. Ήταν ήδη ζαλισμενη από το χτύπημα στο πρόσωπο και δίχως να φέρει αντίσταση έμοιαζε σαν μια κούκλα που απλά της άλλαζαν θέση... Πονούσε. Το έδειχναν οι εκφράσεις του προσώπου της αλλά ήταν ανήμπορη να αντιδράσει.
Φτάνοντας στο τέλος, έστριψαν ενώ για να καταφέρουν να κρατήσουν τη Τζένη χρειάστηκαν δύο μέχρι να ολοκληρώσουν τη διαδρομή.
Οι σκουριασμένοι μεντεσέδες της πόρτας ετριξαν μόλις άνοιξε σαν να ήταν κι εκείνη μάρτυρας όλης αυτής της τρέλας και ούρλιαζε για συμπαράσταση.
"Ε κάτσε φρόνιμη επιτέλους!" ο άντρας που κρατούσε τη Τζένη έχασε την υπομονή του και αντί να τη πετάξει προς τα μέσα όπως θα έκανε, της έδωσε μια δυνατή σφαλιάρα και τη κλώτσησε με δύναμη στα πλευρά. "Μαλακισμενη! Δεν κάθεσαι σε ησυχία!" είπε και με μια σπρωξια τη πέταξε στο δωμάτιο. "Βάλε και την άλλη μέσα και κλείδωσε!" πρόσταξε και ο άντρας που ήταν πίσω του ακολούθησε την ίδια διαδικασία. Μπορεί η Άλισον να ήταν σχεδόν αναίσθητη μα δε δίστασε να τη κλωτσήσει.
"Κοριτσάκι μου..." Μόλις η πόρτα έκλεισε η Τζένη σύρθηκε προς το μέρος της βάζοντας τα κλαματα. "Όχι οχι. Μη με κοιτάς που κλαίω. Όλα θα πάνε καλά. Θα δεις... Άσε με εμένα να κλαίω..." ίσως για πρώτη φορά μετά τη κηδεία του Νικ, η Τζένη ένιωσε να σπάει...
"Τα.. τα παιδιά..." είπε με δυσκολία η Άλισον
"Μην ανησυχείς... Θα βγούμε από δω μέσα... Στο υπόσχομαι..." Ξάφνου το βλέμμα της άλλαξε "Και όταν βγούμε, κατάρα στη φάρα τους, το ορκίζομαι θα τους θάψω αν πείραξαν έστω και μια τρίχα τους!"
*****
"Δεν είσαι σε θέση να..."
"Πάψε!" Ο Λόγκαν σηκώθηκε παρά την επιμονή του Ντρέικ και δίνοντας μια γροθιά στο τοίχο , θραύσματα πετάχτηκαν σε όλο το χώρο.
Δεν είχε ιδέα για όσα έγιναν...
Γλίτωσε μετά βίας από τη πυρκαγιά αφού όταν έγινε η έκρηξη ήταν ήδη στη βεράντα και πήδηξε στο κενό. Η πρόσκρουση όμως ήταν αρκετά σοβαρή. Το σώμα του εκτοξεύθηκε με δύναμη στα βράχια που υπήρχαν από τη κάτω πλευρά και ίσα που πρόλαβε να συρθεί μέχρι τα μεγάλα δέντρα και να κρυφτεί.
Ή πλάτη του ήταν γεμάτη γυαλιά αφου από τη δύναμη της βοης τα τζάμια έσπασαν πριν τις φλόγες και περπατούσε με δυσκολία. Πάραυτα σερνόταν συνεχώς προς το άγνωστο μέχρι που το σώμα του τον πρόδωσε και κατέρρευσε. Όταν συνήλθε ήταν μέρα. Κατάφερε να καθαρίσει όσα γυαλιά μπόρεσε και με οδηγό τις αισθήσεις και την εμπειρία του, κίνησε δυτικά για να βρει το σπίτι που ετοιμασε για περίπτωση ανάγκης.
"Πως φερθηκατε τόσο ηλίθια!" ξέσπασε αδιαφορώντας εντελώς για τον Γκάμπριελ ο οποίος στην τετ α τετ τους συνάντηση δεν έβγαλε άχνα. Μόλις τον είδαν στη πόρτα , ο Ντρέικ έσπευσε να το βοηθήσει να μπει ενώ ο Γκάμπριελ έτρεξε έξω για να βρει φως και προς μεγάλη του τύχη, η γεννήτρια ήταν άθικτη. Όταν επέστρεψε ο Ντρέικ ήδη καθάριζε τις εκατοντάδες πληγές του μα σαν του εξήγησε τη κατάσταση έγινε πυρ και μανία στο δευτερόλεπτο.
"Πάντα μένουνε τρεις πίσω! Πάντα!"
"Και πως διάολο να καταλάβαινα πως ο Μάρκους θα έπαιζε τέτοιο παιχνίδι!!" υπερασπίστηκε τους εαυτούς τους ο Ντρέικ
Ο Λόγκαν εναπόθεσε τις τεράστιες παλάμες του στο τοίχο και σκύβοντας προς τα μπροστά το κεφάλι, αναστεναξε.
"Πάνε στο Μεξικό..." μίλησε για πρώτη φορά ο Γκάμπριελ και έτσι όπως ήταν σκυμμένος, έστριψε σιγανα το κεφάλι προς τη δεξιά μεριά και τον κοίταξε έντονα.
"Αυτό θέλουν να νομίζεις Πιτ..." είπε ξερά και ο Γκάμπριελ τον αγριοκοίταξε
"Τους ξέρω καλά! Ξέρω πως σκέφτονται! Πρέπει να φύγουμε αμέσως!"
"Όχι!" Ο Λόγκαν βαρεσε τις γροθιές του στο τοίχο με μανία
"Η αδερφή μου κινδυνεύει! Τα ανίψια μου η Τζένη και ο γιος της επίσης! Δε θα κάτσω να δεχτώ εντολές από κανένα! Δε θα διακινδυνεύσω άλλο!" Ο Γκάμπριελ γνώριζε για πρώτη φορά και από πρώτο χέρι το χαρακτήρα του Λόγκαν. Ήταν τόσο επίμονος που είχε αρχίσει να τον τσατιζει.
"Αν κάποιος σε αυτό το δωμάτιο νοιάζεται περισσότερο... ΑΥΤΟΣ ΕΊΜΑΙ ΕΓΩ ΠΟΥ ΝΑ ΠΆΡΕΙ!" κραυγασε ο Λόγκαν και πήγε προς το μέρος του "ΠΟΝΑΩ ΑΚΌΜΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΝΗΚΕΙ! ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΟΥΤΕ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΏΝ ΤΗΣ ΔΕ ΣΕΒΆΣΤΗΚΕ!! ΓΙΑ ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΔΙΝΩ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ!" εκεί φώναζε ξάφνου σταμάτησε και με τις παλάμες του έπιασε το πρόσωπο του. "Για μια γυναίκα που όμοια της δεν έχω ξανά αγαπήσει στη ζωή μου... Ούτε καν, τη μάνα του αγέννητου παιδιού μου που την είδα να πέφτει νεκρή μπροστά στα μάτια μου..."
"Δικά σου είναι τα παιδιά..." Μια ήρεμη φωνή έσκασε στα αυτιά τους και ο Λίαμ μπήκε μέσα σπέρνοντας τον όλεθρο...
"Τι είπες;" ο Λόγκαν άνοιξε διάπλατα τα μάτια του και κάνοντας ένα μεγάλο βήμα έπιασε το Λίαμ από τη μπλούζα και τον ταρακούνησε "ΕΠΑΝΕΛΑΒΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΟΛΙΣ ΞΕΣΤΟΜΙΣΕΣ!" ούρλιαξε σαν τρελός και ο Λίαμ βάζοντας κόντρα στο κράτημα του , τον έσπρωξε προς τα πίσω
"ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ! Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΤΟΣΟ ΠΟΝΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΝΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΟΥ!! ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ ΤΟ ΚΡΥΦΤΟ! ΩΣ ΕΔΩ!" Τα πόδια του Λόγκαν κινήθηκαν προς τα πίσω και για μια φευγαλέα στιγμή έχασε την ισορροπία του και πιάστηκε από το τοίχο "Έχεις δύο πανέμορφες κόρες και ανάθεμα με, είναι ίδιες εσύ..." τον αποτελείωσε δίχως έλεος
Ο Λόγκαν κοίταζε τριγύρω του μπερδεμένος έχοντας ένα χαμένο βλέμμα. Το σοκ ήταν τεράστιο.
"Η Άλισον άλλαξε τα χαρτιά από τη γέννηση τους... Κοντεύουν έξι Λόγκαν... Έξι... Δε φταίει εκείνη όμως ούτε ήταν η θέση μου να στο πω..."
"Να τα προστατέψει ήθελε!" πήρε θέση ο Γκάμπριελ "Να τα προστατέψει από κάποιον που απείλησε να τη σκοτώσει! Ένα κοριτσάκι που δεν είχε ιδέα που πάνε τα τέσσερα και δεν είχε ιδέα για αυτή τη ζωή! Ένα κορίτσι που έμεινε ορφανο από πατέρα και μάνα!"
"Σταμάτα!" απαίτησε ο Λόγκαν
"Δε θα σταματήσω! Μπλέχτηκε με αυτό το καριολη μόνο και μόνο για να μην τα κοροϊδεύουν πως είναι ορφανά! Ούτε που την έχει αγγίξει ένα χρόνο τώρα! Αλλά σε τέτοια αποτελέσματα οδήγησαν τα βιαστικά σου συμπεράσματα εξ αρχής!"
"ΠΆΨΕ ΣΟΥ ΕΊΠΑ!" Ο Λόγκαν έδειχνε να τα έχει εντελώς χαμένα και η ανάσα του έσκαγε στο χώρο σαν να ήταν ταύρος έτοιμος να ορμήσει. Το στήθος του άρχισε να πηγαίνει πάνω κάτω και τα δάχτυλα του έκλεισαν σχηματίζοντας δύο τέλειες γροθιές.
"Ποτέ δε σταμάτησε να σ'αγαπάει... Ποτέ. Και αυτή τη στιγμή που εμείς καθόμαστε και φωνάζουμε σαν άγρια θηρία, εκείνη παλεύει με δαίμονες! Χωνεψε το και έλα στα συγκαλα σου γιατί χανόμαστε! Το καταλαβαίνεις;" ο Γκάμπριελ επέμεινε στον ίδιο τόνο και ο Λόγκαν έσφιξε τα σαγόνια του.
*******
"Ροζ... Αυτή θα βάλει ροζ και αυτή μπλε..."
"Θα σε σκοτώσω ρε! Αν τολμήσεις και τις ακουμπήσεις θα σε καθαρίσω!"
Ο άντρας γέλασε με τη ψυχή του...
Μέσα στο χώρο υπήρχαν τρία χαμηλά κλουβιά...
Στο ένα ήταν η Βίβιαν, στο άλλο η Ελίζαμπεθ και στη μέση ο Σεθ...
Δυο άντρες υπήρχαν κατά μήκος ολοκλήρου του δωματίου ενώ στη μέση, υπήρχε ένας τεράστιος καναπές, ένα γραφείο και μια πολυθρόνα.
Ο άντρας ήταν καθισμένος και έδινε εντολές ώσπου του έφεραν μια σακούλα με ρούχα και σηκώθηκε προς τα κορίτσια.
"Ξέρεις πόσο πας στη μαύρη αγορά εσύ;"
"Όχι. Αλλά θέλεις να μάθεις κάτι που ξέρω;" του αντιγυρισε ο Σεθ
"Για πες! Νομίζω θα έχει πλάκα..."
Με μια αστραπιαία κίνηση ο μικρός έφτυσε τη παραμάνα που έκρυβε κάτω από τη γλώσσα και μόλις εκείνος έσκυψε για να δει τι ήταν, άνοιξε απότομα το κλουβί και τον πέτυχε με την άκρη στη μύτη. Ο άντρας γονάτισε μονομιάς και ο Σεθ βγαίνοντας έξω άρχισε να τρέχει. Ο ένας φρουρός πυροβόλησε για να τον πετύχει μα η σφαίρα περασε ξυστά από το αφεντικό του ενώ η Βίβιαν άρχισε να κλαίει δυνατά.
"Σταματήστε ηλίθιοι!!" Ούρλιαξε και πάνω στο πανικό που προκλήθηκε ο Σεθ άνοιξε τη πόρτα και έτρεξε.
"Έχετε ιδέα τι θα γίνει αν τραυματιστεί μία από αυτές; 800 χιλιάρικα η μία!"
"Συγνώμη αφεντικό... Δεν.."
"Βρείτε το μικρό μπασταρδο! Δε μπορεί να πάει πουθενα ούτως ή άλλως! Σε δέκα λεπτά να το έχετε ήδη εδώ...."
🖤🖤🖤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top