Και θα βρεθείς στο κενό

"Ποιος είπε ότι το ένστικτο δεν ξεπερνάει τη λογική;"

2 ημέρες αργότερα Σωφρονιστικό Ίδρυμα Ραικερς

Η αυλή ήταν κατάμεστη από κρατούμενους. Ήταν η ώρα εκείνη της ημέρας που για λίγα λεπτά ένιωθες άνθρωπος. Ο Ίαν στήριξε το κορμί του στον τοίχο κοιτάζοντας προς την μεριά των Φερνάντες. Αν και δεν ήταν αρκετοί κανένας πλέον δεν τον πλησιαζε. Ήταν μονος. Δεν επιθυμούσε ούτε καν κάποιον από την δική του μεριά στο πλάι του. Είχε μπροστά του 8 ολόκληρες μέρες και δεν έβλεπε την ώρα να βγει. Καρδιά...Δεν γινόταν να πέθανε απο καρδιά... Αν και άρρωστος ήταν αρκετά δυνατή και γερή. Πότε δεν είχε κάποιο τέτοιο πρόβλημα. Ο Ίαν είχε αρκετές αμφιβολίες αλλά τα χέρια του προς το παρόν ήταν δεμένα.  Τον λάτρευε τον πατέρα του. Παρά τις διαφωνίες που είχαν κατά καιρούς τον είχε πιο ψηλά κι από τον ίδιο τον Θεό.

Άφησε το βλέμμα του να ταξιδέψει στον ουρανό, εναν ουρανό που παλευε , για να βγαλει τον ήλιο μεσα απο τα συννεφα και να φέρει την λιακάδα... Χάθηκε για λίγα δευτερόλεπτα, ταξίδεψε μακριά από τα συρματοπλέγματα της φυλακής ώσπου αισθάνθηκε πάνω του ένα βλέμμα. Ήταν εκείνο το συναίσθημα που ξέρεις ότι κάποιος σε κοιτάζει και προσπαθείς να καταλάβεις από που έρχεται το σήμα. Δεν άργησε και πολύ... Όπου μέσα στο πλήθος εντόπισε ακριβώς αυτό που έψαχνε.  Ήταν ο Μαρκους. - Τι διάολο; Δεν είναι δυνατόν...Σκέφτηκε και εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο ήλιος έλαμψε, τύφλωσε με το φως τα μάτια του και ο Ίαν ύψωσε το χέρι του προς το σημείο που τον είδε. Δεν υπήρχε τίποτα. Κανείς. Η σκέψη πως άρχισε να βλέπει πράγματα πέρασε και έφυγε από το μυαλό του . Δεν ήταν τρελός. Ήξερε πολύ καλά ποιον είδε. Ο προβληματισμός του δεν πέρασε απαρατήρητος από τον Στίβενς ο οποίος τον πλησίασε από τα δεξιά.

"Όλα εντάξει Λόρενς;" Ρώτησε χωρίς να τον κοιτάζει

"Είχαμε άφιξη;" Ρώτησε και έβγαλε ένα τσιγάρο.

"Είδες νέο αίμα ; Ναι ... Σήμερα το πρωί. Παραλάβαμε ένα άτομο..."

Ο Ίαν σκυθρωπιασε. Άναψε το τσιγάρο και τράβηξε δυνατά την πρώτη τζούρα

"Όνομα;"

"Μπραιαν Κάστρο"

"Όνομα;"

"Με κοροϊδεύεις; Μόλις σου είπα!"

"Όχι. Αυτό δεν ειναι σίγουρα το όνομα του. Θα χρειαστώ ένα μαχαίρι..."

"Εισαι με τα καλά σου Λόρενς; σε μια εβδομάδα βγαίνεις!"

"Άκουσες το σου είπα; Κάτι δεν πάει καλά..."

Ο Στίβενς ξεφυσηξε. "Θα το έχεις σε 5 λεπτά... Φρόντισε μην κάνεις καμία τρέλα σε παρακαλώ..."

"Με έχεις ικανό να κάνω  κάτι  μέσα σε πέντε λεπτά;;;" Ο Ίαν γέλασε πονηρά και ο Στίβενς στριφογυρισε τα μάτια του προς τα πίσω φεύγοντας. 

Για ένα πράγμα ειχε εμπιστοσύνη στον Ίαν κι αυτό ήταν η αντίληψη του για τον κίνδυνο. 10 λεπτά αργότερα ακριβώς λίγο πριν βαρέσει η σειρήνα ο Στίβενς βγηκε και τον πλησίασε

"Άργησες..."

"Ξεχνάς τι μου ζήτησες διάολε; Έλα, πάρτο και σταμάτα την γκρίνια. Ελπίζω να μην έχεις πέσει έξω σε ό,τι κι αν σκέφτεται το μυαλό σου αλλιώς χαθήκαμε να το ξέρεις!" Ο φρουρός πέρασε το χειροποίητο μαχαίρι πίσω από την πλάτη του χωρίς να τον καταλάβει κανείς και ο Ίαν το έπιασε και το τοποθέτησε στο πίσω μέρος του παντελονιού

"Κάτι δεν κινείται σωστά Στίβενς, να είσαι σε επιφυλακή..." Είπε και η σειρήνα ακούστηκε. Ο Ίαν τον κοίταξε κατάματα για πρώτη φορά μετά τον διάλογο που είχαν και τον προσπέρασε. Μπήκε στον κεντρικό διάδρομο έχοντας τα μάτια ανοιχτά και τις αισθήσεις του σε επιφυλακή. Ήταν σίγουρος για το τι ακριβώς είδε απλά δεν ήξερε τον λόγο που το είδε...

Την ίδια στιγμή στην έπαυλη των Λόρενς

Ο Φρεντερίκ αναστέναξε ξανά. Η Λειλα δεν κατέβηκε για πρωινό και ο Τζέιμς έμοιαζε εκνευρισμένος. Από την προηγούμενη μέρα η συμπεριφορά της είχε αλλάξει. Έβλεπε το μικρό αφεντικό του να νευριάζει και τα σήματα που εξέπεμπε του δημιουργούσαν άγχος.

"Θέλετε να ανέβω πάνω μα την φωνάξω ξανά κύριε;"

"Όχι. Θα το κάνω μόνος. Μπορείς να φύγεις Φρεντερίκ!" Αποκρίθηκε ο Τζεισον και σηκώθηκε.

Ο μπάτλερ αποχώρησε σκεπτικός για την τύχη της νεαρής . Δεν ήταν ότι δεν την συμπαθούσε, όπως εκείνη εισέπραττε, απλά θεωρούσε ανάρμοστο και αστείο σε μια τέτοια εποχή να γίνονται τέτοιου είδους προξενιά. Πόσο μάλλον όταν ειχε την ελευθερία στα χέρια της και δεν την άρπαξε. Έβαζε στη θέση της το παιδί του που χάθηκε όταν ήταν ακόμα νέος και έβλεπε ένα κορίτσι που θα μπορούσε να φύγει και να εξαφανιστεί μακριά από όλα αυτά. Ο Φρεντερίκ δεν ήταν χαζός. Είχε μάτια και αυτιά σε όλο το σπίτι. Ήξερε σχεδόν τα πάντα. Πλέον όμως είχε γίνει αρκετά γερος για να μπορεί να παίρνει θέση. Άκουσε την πόρτα της τραπεζαρίας να κλείνει δυνατά και προχώρησε στην κουζίνα αρνούμενος αυτή τη φορά να πάρει θέση. Ο Τζεισον από την άλλη ένιωθε καταπιεσμένος. Θεωρούσε πως έπρεπε σαν μέλλουσα γυναίκα του να σταθεί στο πλάι του. Ακόμα έβλεπε στο μυαλό του γάμους και πανηγύρια. Ο Μαρκους ακόμα δεν τον είχε ενημερώσει παρόλο που βρήκε τρόπο να τον βάλει στις φυλακές και αυτό ήταν ένα ακόμα αγχωτικό γεγονός στη ζωή του. Πέρασαν δύο ημέρες. Υποτίθεται πλήρωσε αδρά για να μπει και να βγει το ίδιο βράδυ. Ανέβηκε δύο δύο τα σκαλιά και χωρίς να χτυπήσει εισέβαλλε στο δωμάτιο της.

"Τζεισον!" Αναφώνησε εκείνη και τύλιξε καλύτερα την πετσέτα γύρω από το κορμί της. Εκείνος έριξε ασυναίσθητα το βλέμμα του πάνω στο υγρό της δέρμα και έκανε λιγα βηματάκια προς το μέρος της.

"Γιατί δεν ήρθες κάτω;Τι έχεις πάθει από χθες μου λες ;" Ο τόνος του έβγαζε μια ανησυχία αλλά συνάμα και μια κυριαρχία που δεν την άρεσε.

"Δεν αισθάνομαι καλά. Αυτό είναι όλο..." απάντησε με φυσικό απρόσωπο τρόπο κι εκείνος την αγριοκοιταξε

"Με κοροϊδεύεις; Ήσουν μια χαρά τι διάολο έγινε;" Ξάφνου το μάτι του έπεσε πάνω στο κινητό που της έδωσε ο πατέρας του. Έτρεξε και το άρπαξε πάνω απο το κρεβάτι αδιαφορώντας για τις φωνές της .

"Πώς τολμάς;" του είπε έξαλλη και ορμηξε κατά πάνω του για να το πάρει. Μόλις είδε την κλήση της ένιωσε τον θυμό να οργιάζει μέσα του. Αυθόρμητα γύρισε και τις άστραψε ένα δυνατό χαστούκι. Το σοκ που υπέστη ήταν μεγάλο. Ο Τζέιμς την διαβεβαίωσε πως θα έφευγε από τους Φερνάντες με την πρώτη ευκαιρία και εκείνη δεν ήθελε κάτι άλλο. Της ήταν αρκετό. Βλέποντας όμως την έκρηξη του Τζέισον , χωρίς καν να της δώσει την ευκαιρία να του εξηγήσει γέμισε με θλίψη. Θυμό. Οργή.

"Ώστε για αυτό πρόκειται έτσι; ΕΓΏ ΣΟΥ ΔΙΝΩ ΤΟ ΚΟΣΜΟ ΚΙ ΕΣΎ;;; ΕΣΥ ΜΙΛΑΣ ΜΕ ΑΥΤΌΝ ΤΟΝ ΚΑΡΙΟΛΗ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΆΤΗ ΜΟΥ ;;;;" Η Λειλα σηκώθηκε δακρυσμένη από το πάτωμα και στάθηκε μπροστά του ανταποδιδοντας το χαστούκι του .

"ΑΓΓΙΞΕ ΜΕ ΞΑΝΑ! ΣΕ ΠΡΟΚΑΛΩ  ΛΟΡΕΝΣ!!!" Φωναξε και το δάκρυ κύλησε. Ο Τζεισον όμως δεν δίστασε. Είχε ήδη θολώσει. Πέταξε με δύναμη το κινητό στον τοίχο, τα κομματάκια εκτοξεύθηκαν σε όλο το δωμάτιο. Την έπιασε από το μπράτσο και την πέταξε με δύναμη στο κρεβάτι. Τράβηξε την πετσέτα της, αφήνοντας το κορμί της εκτεθειμένο και την ακινητοποιήσε

"ΆΦΗΣΕ ΜΕ ΡΕ!!!!!" Ούρλιαξε κουνώντας τα πόδια της αλλά εκεινος ήταν πιο δυνατός.

"ΔΕΝ ΑΞΙΖΕΙΣ ΜΊΑ!!!! ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΣΕΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΌΛΑ ΌΣΑ ΈΓΙΝΑΝ ΣΤΗ ΔΕΞΊΩΣΗ ΝΑ ΜΙΛΉΣΕΙΣ ΞΑΝΆ ΜΑΖΊ ΤΟΥ ;; ΜΟΥ ΔΟΘΗΚΕΣ!!! ΤΙ ΘΕΛΗΣΕΣ Ε;;; ΝΑ ΤΟΝ ΔΟΚΙΜΆΣΕΙΣ ΚΙ ΑΥΤΌΝ; ΔΕΝ ΣΟΥ ΕΦΤΑΣΑ; " το ατσαλο κράτημα του δεν άργησε να αφήσει τα σημάδια του στα χέρια της. Το κλάμα της μεταμορφώθηκε σε οργή. Χτυπιοταν ανεξέλεγκτα από κάτω του προσπαθώντας να απελευθερωθεί.

"ΔΕΝ ΈΧΕΙΣ ΝΑ ΠΑΣ ΠΟΥΘΕΝΑ! ΤΟ ΚΑΤΆΛΑΒΕΣ; ΕΙΣΑΙ ΔΙΚΉ ΜΟΥ !!!"

"ΔΕΝ ΑΝΗΚΩ ΣΕ ΚΑΝΈΝΑ!!!!" Του φώναξε και εισέπραξε την γροθιά του . Ο Τζεισον δεν καταλάβαινε τίποτα παραπάνω εκτός από το γεγονός πως η Λειλα ήρθε σε επαφή με τον Τζέιμς.... Δεν κάθισε καν να ακούσει τον λόγο...

Η προσελανινη πιατέλα που κρατούσε ο Φρεντερίκ έπεσε από τα χέρια του. Οι φωνές του  Τζεισον ακουγοντουσαν σε όλο το σπίτι το ίδιο και τα ουρλιαχτά της. Η Ολιβια έβγαλε ένα ελαφρύ χαχανητο κι εκείνος την κοίταξε στραβά.

"Τι με κοιτάζεις;Δεν άκουσες τι έκανε; καλα να πάθει!" Είπε και έφυγε από την κουζίνα χαρούμενη.

"Βάλε θεε μου το  χέρι σου να βγει γρήγορα ο μεγάλος γιος πριν καούμε όλοι στην κόλαση...."Είπε και σκούπισε τα μάτια του. Ήξερε πως δεν έχει την ισχύ για να επέμβει. Όπως ήξερε και ότι ο Τζεισον όταν νευριαζε ήταν ασταμάτητος και δυστυχώς ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να τον σταματήσει ήταν ο Ίαν. Έσκυψε λυπημένος και μάζεψε τα σπασμένα κομμάτια της πιατελας υπό τους ήχους των ουρλιαχτων της...

Σας φιλώ...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top