Η αγάπη ήρθε από μακρυά

Θέλω να σε πιάσω αλλά πώς;
Χάνεσαι όπως χάνεται στο φως, 
άστρο που χει πάει να ακουμπήσει, 
πάνω στην πυρπολημένη δύση.

Η αγάπη ήρθε από μακριά, 
σαν γιορτή, σαν φόβος, σαν σκιά.
Έχει ο κίνδυνος την ομορφιά του
της ζωής φωτιά ή του θανάτου;

Εδώ η ζωη μου αμάρτησε, 
γιατί η καρδιά μου αγάπησε, 
την σκοτεινή ματιά σου.
Εδώ η ζωή μου άγιασε, 
ο έρωτάς μου ράδιασε, 
δίπλα στον έρωτά σου. 

Θέλω ν’ ανεβώ στον ουρανό, 
άγγελος σε βράδυ γιορτινό.
Δίνω το ρυθμό και εσύ τραγούδα, 
ποιος θα πει τον έρωτα Ιούδα;

Σαν αγάπη θέλω να κρυφτώ, 
μέσα στης ζωής σου το βυθό.
Και μια νύχτα να χαθώ μαζί σου, 
στις αστροφεγγιές του παραδείσου

Η νύχτα απλώθηκε και το σκοτάδι τύλιξε το μικρό κελί. Ο Ίαν περίμενε υπομονετικά αλλά η Λέιλα δεν φάνηκε ποτέ...Δεν την επέστρεψαν πίσω τσακισμένη όπως συνήθιζαν και η ανησυχία του μεγάλωνε ολοένα και περισσότερο κάνοντας την καρδιά του να βαράει στο στήθος ανεξέλεγκτα. Με εξαντλημένη υπομονή, γεμάτος οργή και θλίψη σηκώθηκε και άρχισε να ουρλιάζει. Στην ιδέα και μόνο να της έχουν κάνει κάτι μη αναστρέψιμο και να μην επιστρέψει ποτέ, ήθελε να ξεσκίσει τα σωθικά του και να πεθάνει.
Άνοιξε διάπλατα τα μάτια του καθώς η κρίση και η ορθή λογική του επέτρεψαν να παραδεχτεί την πικρή αλήθεια και συνειδητοποίησε ότι όσα ένιωθε πηγαζαν από την αγάπη του προς το πρόσωπο της. Κατευθύνθηκε προς τη πόρτα και άρχισε να την χτυπάει με τις γροθιές του μανιασμενα σαν τρελός. Έπειτα από λίγα λεπτά το σιδερένιο πορτάκι άνοιξε. Ο Ίαν προσπάθησε να δώσει ανάμεσα από τα κάγκελα τα χέρια του για να αρπάξει τον άντρα που βρισκόταν από την άλλη πλευρά αλλά εκείνος απομακρύνθηκε και πέταξε μέσα στο χώρο το αέριο....

***

"Ας του πετάξει κάποιος ένα γαμημένο κουβά νερό!!" Άκουσε και αμέσως ένιωσε το παγωμένο υγρό να ρέει στο κορμί του . Ο Ίαν σφιχτηκε αλλά δεν έβγαλε μιλιά. Σήκωσε το κεφάλι του ερχόμενος αντιμέτωπος με το ίδιο του το αίμα και γρυλισε.

"Είδες πως τα φέρνει η ζωή αδερφούλη; Σύντομα θα βρίσκεσαι στο χώμα κι εκείνη στα χέρια μου !" Είπε γελώντας δυνατά. Ύστερα από την φυγή του Τζέιμς στο Μεξικό, ο Τζεισον θεώρησε πως έπρεπε να πάρει τη κατάσταση στα χέρια του. Ένιωθε πως ο Τζέιμς είχε αρχίσει να τρελαίνεται και νιώθοντας ότι τα σχέδια του είχαν αλλάξει , αποφάσισε να τον προδώσει και να τον σκοτώσει μόλις επιστρέψει. Μέχρι τότε όμως, θα φρόντιζε να βγάλει τον Ίαν από τη μέση και να κρύψει τη Λέιλα.

Ύψωσε ένα και μόνο δάχτυλο. Ο άντρας που υπήρχε στο βάθος έφυγε και δευτερόλεπτα αργότερα ο Ίαν άκουσε τρομοκρατημένος τα ουρλιαχτά της . Αηδιασμένος από τον Τζεισον και με την ντροπή για τις πράξεις του αδερφού να κατακλύζει το κορμί του , έστρεψε το βλέμμα του πάνω της. Το πρόσωπο της δεν είχε σημάδια όπως άλλες φορές ενώ το κορμί της ήταν καλυμμένο με ρούχα. Τα ρούχα του Τζεισον. Στα μάτια της όμως, υπήρχε καθρεφτισμενος ο πιο βουβός και μεγάλος πόνος.

"Άφησε την τώρα!" Διέταξε τον αδερφό του αλλά εκείνος του κούνησε το δάχτυλο.

"Νομίζω πως έπειτα από τόσες φορές που την είδες χτυπημένη, έφτασε η ώρα να νιώσει κι εκείνη όπως κι εσύ... τι λες ;"

"ΜΗΝ ΤΟΛΜΉΣΕΙΣ!!!"τον διέκοψε από την άλλη πλευρά του δωματίου η Λέιλα και κουνώντας άτσαλα τα χέρια και τα πόδια της προσπάθησε να απελευθερωθεί για να του ορμηξει.

"Ηρέμησε...." είπε ο Ίαν απαλά αποδεχόμενος την μοίρα του και δέχθηκε το πρώτο χτύπημα στη κοιλιά. Τέσσερις άντρες έπεσαν σύνολο επάνω του γρονθοκοπωντας τον ανεξέλεγκτα. Η Λέιλα έκλαιγε και ο Τζεισον γελούσε...

"ΒΑΡΑΤΕ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΆ! ΉΡΘΕ Η ΏΡΑ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙ ΤΟΝ ΠΑΤΈΡΑ ΜΑΣ!!! ΚΡΊΜΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΈΧΩ ΕΎΚΑΙΡΟ ΈΝΑ ΜΑΞΙΛΆΡΙ ΝΑ ΤΟΝ ΠΝΊΞΩ...!" Είπε πικρόχολα και άκουσε την κραυγή του Ίαν ο οποίος προσπάθησε να απωθήσει τα χτυπήματα και να σηκωθεί.

"ΘΑ ΣΕ ΣΚΟΤΩΣΩΩΩΩΩ!" Ο Ίαν έβγαλε την πιο δυνατή του κραυγή και ξαφνικά τα τζάμια από το κτήριο έσπασαν. Οι άντρες σηκώθηκαν από πάνω του έντρομοι και έβγαλαν τα όπλα στοχεύοντας στα παράθυρα . Μόλις διασκορπίστηκαν ο Τζεισον έβγαλε το όπλο  πλησίαζοντας τη Λέιλα  και έριχνε κλέφτες ματιές στον Ίαν ο οποίος πάλευε για να σηκωθεί. Το πρόσωπο του είχε γεμίσει αίματα αλλά εκείνος δεν το έβαζε κάτω.

"Προχωρά!!!" Την διέταξε  πιάνοντας την από το μπράτσο και την έσπρωξε δυνατά.

"ΌΧΙ!" Του απάντησε φέρνοντας σθεναρή αντίσταση και κάνοντας έναν ελιγμό τον χτύπησε στη μύτη

"Καριολα!" Εκρωξε ο Τζεισον... "Δεν αξιζες τίποτα από όλα αυτά!!" Συνέχισε ευθύς αμέσως , όπλισε   και την κλώτσησε. Η Λέιλα έπεσε στο έδαφος κι εκείνος  πάτησε τη σκανδάλη....Ο Ίαν όμως αποδείχθηκε ότι  ήταν πιο γρήγορος από τη σφαίρα. Μπήκε μπροστά της και βάζοντας το σώμα του για ασπίδα την υποδέχθηκε γλυκά.

"Όχι όχι όχι... Όχι!!! Σε ικετεύω όχι!!!" Η Λέιλα τον αγκάλιασε και εναποθεσε το κεφάλι του στα πόδια της. Οι πυροβολισμοί αυξήθηκαν γύρω τους. Ο Τζεισον άρχισε να τρέχει φοβισμένος και στο κτήριο εισέβαλαν οι άντρες του Ίαν.

"Μην εγκαταλείψεις...Σαγαπω" ήταν τα μόνα λόγια που κατάφερε να της πει πριν κλείσει τα μάτια του... Με τα μικρά, τρεμάμενα χέρια της, σκούπισε από το πρόσωπο του,  τα αίματα από το ξύλο που έφαγε νωρίτερα και χάιδεψε τα μαλλιά του . Η σφαίρα καρφώθηκε απευθείας στο στηθος.

"ΓΡΉΓΟΡΑ! ΠΆΡΤΕ ΤΗΝ ΑΠΌ ΔΩ !!!!" Φώναξε ο Λιαμ και είδε έναν άγνωστο άντρα να τρέχει καταπάνω της. Την άρπαξε κι εκείνη τον απέκρουσε. "Πιαστην γαμω το !!!" Ξαναείπε ο Λιαμ κι εκείνος την σήκωσε ολόκληρη βάζοντας την στη πλάτη  και απομακρύνθηκαν  γρήγορα από το σημείο  . Όσο εκείνος έτρεχε το βλέμμα της ήταν κολλημένο στον Ίαν. Είδε τον Λιαμ να τον πλησιάζει και έπειτα άρχισε να πυροβολεί προς κάθε κατεύθυνση εξοργισμένος...

Παρόν

Τόσο κράτησε το παραμύθι μου ... Ο πρίγκιπας μου θυσιάστηκε για μένα κι εγώ έμεινα να ψάχνω την ελπίδα μέσα σε ένα τρένο με προορισμό το άγνωστο. Έχω κουραστεί...Ταξιδεύω πάρα πολλές ώρες αλλά  όσο κι αν το κορμί υποτάσσεται, το πνεύμα μου δεν ηρεμεί. Μου τον σκότωσαν...Μου τον πήραν... Κι αυτό δυστυχώς δεν θα αλλάξει ποτέ. Έχει νυχτώσει έξω ... Περάσαμε τη μικρή πόλη κι εγώ είμαι ακόμα εδώ. Μου είπε να κατέβω στο τέρμα αλλά δεν το βλέπω πουθενά. Ίσως πέθανα, ίσως ξαναζω τα ίδια και τα ίδια... Αν όμως ήμουν νεκρή θα τον έβλεπα έτσι; Θα ερχόταν να με πάρει κοντά του...

Τα φρενα του τρένου τσιριξαν και ενας δυνατός κραδασμός την ανάγκασε να παραπατησει... Έβαλε το χέρι στην καρδιά και ακούγοντας έναν πυροβολισμό από τα πίσω βαγόνια ένιωσε το τέλος. Μόνο ένας τρελός θα έριχνε μέσα στο τρένο και σίγουρη πως ο Τζεισον την εντόπισε, κορδωσε το ανάστημά της και άνοιξε την πόρτα της καμπίνας. Βγήκε στο μικρό διάδρομο και κρατήθηκε από τα κιγκλιδώματα που υπήρχαν δεξιά και αριστερά όταν ένα ακόμα απότομο κούνημα τη τάραξε. Με το βλέμμα καρφωμένο στην πόρτα του βαγονιού περίμενε το θάνατο προσωποποιημένο.

Εκείνος όμως δεν ήρθε.... Αντί για αυτόν, ένας άλλος άντρας άνοιξε την πόρτα. Η Λέιλα,  χωρίς να το σκεφτεί έτρεξε στην αγκαλιά του. Δεν ήξερε με τι τρόπο κατάφερε να την βρει αλλά στεκόταν μπροστά της με σάρκα και οστά. Ήταν ζωντανός.

"ΤΖΈΙΜΣ!!" Είπε και τον έσφιξε "Νόμιζα πως σε σκότωσαν ....!" Συμπλήρωσε και ένιωσε τα χέρια του να την αγκαλιάζουν...

"Επέζησα ...Έψαχνα μέρες να σε βρω , κατάφερα και το εσκασα! Έβαλα τους δικούς μας να σε ψάξουν. Με τα χίλια ζόρια σε εντόπισα...Δόξα το θεό που είσαι καλά..." της είπε αναστατωμένος και χάιδεψε τα μαλλιά της. Εκείνη δεν τον έβλεπε αλλά ο Τζέιμς είχε το πιο σατανικό χαμόγελο στο πρόσωπο του.... "Έλα κοριτσάκι μου. Πάμε στο σπίτι μας... Εδώ, δεν έχει μείνει πλέον τίποτα για μας. Τα έμαθα όλα και λυπάμαι πολύ..."

"Μα πως...." του είπε λυπημένη

"Δεν έχει σημασία... Μόλις απέδρασα κίνησα γη και ουρανό αλλά έφτασα αργά... Ειλικρινά λυπάμαι πολύ πριγκίπισσα..."
αποκρίθηκε και πιάνοντας την σιδερένια πόρτα την άνοιξε .
"Με εμπιστεύεσαι;" Ρώτησε κι εκείνη βουρκωμένη κούνησε το κεφάλι. Ο Τζέιμς άπλωσε το χέρι του και πιάνοντας το δικό της έτρεξαν μακριά από το τρένο....

Σας φιλώ... Έχουν μείνει δύο κεφάλαια ακόμα...

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top