Αμαρτίες
«Πιστεύεις στα θαύματα; Εγώ όχι... Δεν είδα ποτέ μου κανένα...»
Ο Νίκολας κούνησε το κεφάλι του απογοητευμένος με την συμπεριφορά του γιου του. Η Λείλα σηκώθηκε όρθια και χαμογέλασε
«Μην σας ανησυχεί κύριε Λόρενς. Είναι σίγουρη πως όλα θα πάνε καλά απόψε...» Είπε απαλά «Θα σας αφήσω μόνο, νομίζω μου σας χρειάζεται λίγη ηρεμία» Εκείνος ανταπέδωσε το χαμόγελο και την κοίταξε
«Θα σου φέρουν το φόρεμα σου μετά της 8. Θα ενημερώσω και για την χάρη που μου ζήτησες. Μπορώ να βασιστώ πιστεύω επάνω σου για να μην κάνεις καμία βλακεία με το τηλέφωνο υποθέτω»
«Οι μόνοι φίλοι που έχω είναι κάτι ξεχασμένα κουταβάκια που μου άρεσε να ταΐζω και ο Τζέιμς... Εκτός από εκείνον λοιπόν δεν νομίζω να έχουν κινητό τα υπόλοιπα» Ο Νίκολας γέλασε
«κατάλαβα κορίτσι μου. Θα σας περιμένω στις 10 τότε»απάντησε και η Λείλα έφυγε από το γραφείο του ικανοποιημένη. Δεν είχε τίποτα άλλο σημασία για την ίδια. Θα είχε επιτέλους τρόπο να μιλάει με τον Τζέιμς και ήταν αρκετό. Της είχε λείψει...
Βγαίνοντας έπεσε πάνω στον Φρεντερίκ ο οποίος δεν δίστασε να την αγριοκοιτάξει.
«Δεν ξέρω το πρόβλημα σου μαζί μου , φρόντισε όμως να μην αποκτήσω εγώ πρόβλημα μαζί σου ....» του είπε και έφυγε προς το δωμάτιο της.
Σωφρονιστικό Ίδρυμα Υψίστης ασφαλείας Ραικερς
Γκρι , αυτό το γαμημένο ταβάνι δεν λέει να αλλάξει χρώμα όσες φορές κι αν το κοιτάξω... Σε λίγες μέρες θα ξέρω την τύχη μου. Όχι πως 4 μήνες είναι πολύς καιρός σε σχέση με τα 2.5 χρόνια που είμαι μέσα αλλά ήταν επιλογή μου. Μια επιλογή που θα έκανα ξανά και ξανά...
Εκείνο το βράδυ έμελε να γίνει το μέλλον που με έσπρωξε να ζήσω εδώ μέσα. Δεν μετανιώνω. Δεν θα μπορούσα ποτέ να το κάνω. Έμαθα να προστατεύω την οικογένεια με κάθε κόστος. Ακόμα κι αν έπρεπε να μπω στην στενή. Δεν μπορώ να πω ότι εδώ μέσα είναι τόσο χάλια. Όλοι ξέρουν ποιος είμαι. Όλοι τρέμουν όταν τους κοιτώ. Η αλήθεια είναι πως αν ήμουν κι εγώ στην δική τους θέση το ίδιο θα έκανα. Δεν είναι εύκολο να ανήκεις στις Σκιές. Δυστυχώς εγώ όχι μόνο ανήκω άλλα είμαι μια σκιά και ο ίδιος. Δεν μπορούσα όμως να κάνω πίσω. Εκείνο το βράδυ έπρεπε να σταθώ στο ύψος μου και να αναλάβω κάθε ευθύνη.
Κοιτάζω το μικρο παράθυρο. Τα κάγκελα είναι 8 ακριβώς. Τα τετραγωνικά του μικρού αυτού κελιού δεν είναι πάνω από 5 στο σύνολο. Έχω μετρήσει άπειρες φορές τις ρωγμές που υπάρχουν στους τοίχους. Μελέτησα κάθε λεπτομέρεια εδώ μέσα. Θέλω να βγω όμως. Θέλω να ξαναβρώ την ελευθερία μου. Να ζήσω ξανά.
Στο κελί είμαι μόνος. Πάντα ήμουν μόνος. όμως. και δεν με ενοχλεί. Από τότε που έχασα την καημένη την μάνα μου έπρεπε να αλλάξω και το έκανα μέσα. σε μια μόλις νύχτα. Το περιβάλλον που μεγάλωσα ήταν σκληρό άλλα μου έμαθε πως να επιβιώνω. Έχω να μιλήσω με τον πατέρα μου 2 εβδομάδες. Ξέρω πως με αποφεύγει. Ξέρω πως κι εκείνος σβήνει σιγά σιγά και στεναχωριέται. Μπορεί να είναι μοίρα, μπορεί να είναι και σύμπτωση άλλα από την μέρα που έχασε το δικό του στήριγμα κατέρρευσε. Η αρρώστια ήρθε λίγους μήνες μετά. Παλεύει έκτοτε. Ξέρω γιατί το κάνει όμως., το κάνει μέχρι κάποιος από εμάς να είναι αρκετά ικανός να αναλάβει.
Ο Τζεισον πάντα ήταν διαφορετικός από παιδί. Αν δεν βγω από δω μέσα σύντομα θα αναλάβει. και η αλήθεια είναι πως το φοβάμαι λίγο. Μπορεί να είναι πανέξυπνος και αρκετά ικανός άλλα η επιπολαιότητα του δεν θα μας βοηθήσει. Και πάλι όμως δεν έχω επιλογή. Μου μένουν 4 γαμημένοι μήνες κι εκείνος έχει μόνο 3 μήνες ακόμα ζωής. Αν δεν βγω σύντομα δεν θα καταφέρω ούτε αντίο να του πω. Δεν γνωρίζει ότι το ξέρω αλλά τα λεφτά κάνουν τα πάντα. Ακόμα κι αν είμαι στη στενή μαθαίνω αρκετά.
Στο τελευταίο μας τηλεφώνημα που είπε πως θέλει να τον παντρέψει. Αλήθεια δεν πιστεύω ότι δεν είναι σοφή απόφαση. Κατανοώ πως θέλει να μας εξασφαλίσει γιατί αισθάνεται πως φεύγει σιγά σιγά από αυτόν το κόσμο αλλά ώρες ώρες πράττει χωρίς να σκέφτεται. Ο Τζεισον είναι καλό παιδί αλλά δεν κάνει για να αναλάβει. Και ο γάμος φέρνει ευθύνες. Εκτός αυτού δεν γίνεται να βιάσεις την αγάπη. Μπορεί να είμαστε εγκληματίες αλλά κάθε γυναίκα στην οικογένεια μπήκε με αγάπη. Μπήκε από έρωτα. Ο πατέρας μου τρέφει ψευδαισθήσεις αν πιστεύει πως ένα προξενιό θα βγει σε καλό.
Η άποψη μου όμως μένει εδώ μαζί μου. Σαπίζει όπως σάπισε και η ψυχή μου όλα αυτά τα χρόνια. Αν κλείσω τα μάτια ακόμα φέρνω στο μυαλό μου την μυρωδιά από τα μαλλιά της μάνας μου. Την εικόνα της στον κήπο ... Τριαντάφυλλα. Ήταν τα αγαπημένα της και ανάθεμα αν υπάρχει ακόμα εκείνος ο κήπος. Κλεισμένος σε ένα κελί συνεχώς έχεις το χρόνο να αναθεωρήσεις πολλά πράγματα στη ζωή σου . Να σκεφτείς και να αναλύσεις κάθε κατάσταση.
Λίγο πριν μπω μέσα όλα τα είχα άψογα δρομολογημένα. Ο μικρός δεν έκανε σχεδόν τίποτα και ο πατέρας μου ήταν μόνιμα στο σπίτι. Πλέον οι ρόλοι άλλαξαν. Ξέρω πως έχει επανέλθει στην ενεργό δράση και εκείνος και δυστυχώς έχει δίπλα και τον Τζεισον. Δεν ήθελα να αναμειχθεί ακόμα με τις δουλειές είναι η αλήθεια δεν έχει την ωριμότητα να αναλάβει ευθύνες και φάνηκε αυτό. Φάνηκε από τον τρόπο που έκλαιγε εκείνη την μέρα. Εγώ στα 21 δεν ένιωθα. Δεν άφηνα τίποτα να καταστρέψει τα τείχη μου. Εκείνος όμως διαλύθηκε. Κάποιος έπρεπε να τον επαναφέρει και αυτός ο κάποιος ήμουν εγώ.
Ξέρω πως δεν έχει νόημα πια. Εξέτισα την ποινή μου και σύντομα θα είμαι έξω. Φοβάμαι όμως. Φοβάμαι για όσα θα βρω εκεί μέσα και όσα θα αντικρίσω. Φοβάμαι την επιστροφή και πάνω από όλα τον εαυτό μου και τις αντιδράσεις του. Δεν είναι εύκολο να εμπιστευτώ ξανά άνθρωπο. Μετά από μια τέτοια εμπειρία χάνεις πάσα ιδέα για το ανθρωπινό είδος. Ένα πλάσμα που ποτέ δεν πίστευες ότι είναι ικανό να διαπράξει κάτι τόσο απεχθές το κάνει. Και μετά σπάει.. και μετά αναλαμβάνεις να καθαρίσεις το χάος που δημιούργησε...
Σκέψεις ανάκατες , λόγια διάσπαρτα και μια ζωή που μου την πήραν απότομα... Ποτέ δεν θα καταλάβω το γιατί. Ποτέ δεν θα δώσω εξηγήσεις στον εαυτό μου και κάνεις δεν θα το κάνει..
Κουράστηκα να προσπαθώ να δικαιολογώ τους ανθρώπους αλλά έτσι είναι η ζωή υποθέτω. Κρατάω μέσα μου το αποτέλεσμα και σιωπηλά περιμένω να βγω από δω μέσα. Να πάρω ξανά την θέση μου στην κοινωνία και να αναλάβω όπως μου αρμόζει.
Τα φώτα στο διάδρομο τρεμοπαίζουν... Κλείνω τα μάτια και προσπαθώ να κοιμηθώ. Προσπαθώ να σβήσω για λίγο τους διακόπτες που δεν αφήνουν το μυαλό μου να βρει την γαλήνη. Να κάψω την εικόνα της από μέσα του. Να κάψω το αίμα, να κάψω την δειλία , την απροσεξία και τον ίδιο το θάνατο. Εγώ φταίω. Έπρεπε να ήμουν εκεί νωρίτερα. Ίσως τίποτα από όλα αυτά να μην είχε συμβεί. Ίσως τώρα να την είχα δίπλα μου και να ζούσαμε ερωτευμένοι. Δεν μετανιώνω για το θάνατο. του Ροντριγκεζ , εκείνη όμως δεν έφταιγε σε τίποτα. Ήταν θύμα ... θύμα στην τρελά που επικρατούσε στο κεφάλι του.
Καταδικάστηκα για το θάνατο. δυο ανθρώπων. Ο ένας ήταν ο εχθρός, ο άλλος ήταν η αγάπη προσωποποιημένη... Δεν μπορούσα να τον αφήσω όμως, ήταν ο μικρός μου αδερφός. Έπρεπε να πάρω την ευθύνη γαμώτο! Έπραξα το σωστό και αυτό το ηλίθιο πράγμα για μυαλό παίζει μαζί μου συνεχώς...
Εκείνη την νύχτα, πέθανα...
Πίσω στο σπίτι
Η πόρτα χτύπησε και η Ολίβια μετά από παρότρυνση της Λειλα μπήκε μέσα.
"Καλησπέρα δεσποινίς, έφερα το φόρεμα σας για απόψε " Είπε και πλησίασε. Κρατούσε στα χέρια της ένα μεγάλο μαύρο κουτί. Το άφησε στο κρεβάτι σιωπηλά ενώ για ακόμα μια φορά απέφυγε το βλέμμα της.
"Για πόσο θα αποφεύγεις την απάντηση στην ερώτηση μου ;" Ρώτησε ξαφνικά η Λειλα και η μικροκαμωμένη υπηρέτρια κατέβασε το κεφάλι.
"Σας είπα δεσποινίς πως δεν έχω κάποια απάντηση και δεν καταλαβαίνω τι με ρωτάτε..."
"Εγώ νομίζω πως μου λες ψέματα. Έλα κοντά, κάθισε λίγο...» Είπε και εκείνη θέλοντας και μη υπάκουσε αυτή τη φορά. Έκατσε στο όσο πιο μακριά της μπορούσε και άρχισε να τσιμπάει μηχανικά τα δάχτυλα της. Η εικόνα της προκαλούσε πολλά ερωτήματα και η Λειλα ήθελε απαντήσεις.
«Πόσο ετών είσαι ;» Ρώτησε ήρεμα
«21 δεσποινίς» Η Λειλα βλέποντας πόσο μαζεμένη ήταν σάστισε. Είχαν 2 χρόνια διαφορά .
«Πως έφτασες εδώ;» Ξαναρώτησε
«δούλευα στο κλαμπ της οικογένειας. Δεν είχα που να πάω όταν οι δικοί μου με πετάξαν στα 15 έξω από το σπίτι και οι Λόρενς μου προσέφεραν δουλειά εκεί μέσα. Καθάριζα τα καμαρίνια από τις χορεύτριες. Ένα χρόνο αργότερα ο κύριος Νίκολας αποφάσισε πως ήμουν καλή στη δουλειά και μου πρότεινε μια στέγη, τροφή και δουλειά στο σπίτι. Έτσι ήρθα εδώ»
Η Λειλα την άκουσε προσεκτικά. Αν και είχε μεγαλώσει στην χλιδή ποτέ δεν ήταν από τις κοπέλες που την εκτιμούσαν. Πάντα έβλεπε τα βρώμικα παιδάκια να τριγυρίζουν στις γειτονιές και τα λυπόταν. Αναστέναξε και έπιασε το χέρι της.
«Ποιος σου έκανε αυτή τη μαυρίλα στο λαιμό σου;» Η ερώτηση της βρήκε την Ολίβια απροετοίμαστη.
«Κανείς δεσποινίς , τσίμπημα ήταν και απλά το έξυσα και έκανα πληγή» Είπε διστακτικά
«Μη μου λες ψέματα Ολίβια. Μίλησε μου, δεν είμαι εχθρός» Η υπηρέτρια σηκώθηκε
«Συγνώμη αλλά πρέπει να φύγω» Είπε και έτρεξε προς την πόρτα. Την άνοιξε και έφυγε.
Για ακόμα μια φορά η Λειλα δεν πήρε απαντήσεις . Από την συμπεριφορά της όμως και μόνο καταβαθος ήξερε την απάντηση . Έπρεπε να κερδίσει την εμπιστοσύνη της αν ήθελε να προφυλαχθεί και η ίδια.
Άνοιξε το μαύρο κουτί και μέσα υπήρχε ένα φλογερό κόκκινο φόρεμα. Σεμνό αλλά παράλληλα έτοιμο να προκαλέσει κάθε βλέμμα. Έβγαλε τα ρούχα της και πήγε στο μπάνιο. Κοίταξε το αγαπημένο της αφρόλουτρο. Ήταν ένα από τα λίγα πράγματα που πήρε μαζί της. Θυμάται την μητέρα της να την κορόιδευε για την μυρωδιά του. Η Λειλα ποτέ δεν καταλάβαινε τι στραβό είχε η κανέλα... Περίεργη μυρωδιά για αφρόλουτρο. αλλά από παιδί την αγαπούσε. Της θύμιζε την γιαγιά της που δεν ζούσε πλέον.
Άνοιξε την βρύση και έριξε λίγο μέσα στην μπανιερά. Καθώς γέμιζε και η ευωδιά απλώθηκε παντού θυμήθηκε τον Τζέιμς. Λάτρευε αυτή αυτή τη μυρωδιά πάνω της.
«Κράτα σταθερά το όπλο Λιλ...»
«Το κρατάω... Που είσαι χαμένος; Υπάρχουν στιγμές που ταξιδεύεις...»
«Δεν ταξιδεύω»
«Και τότε τι κάνεις;»
«Μυρίζω το κορμί σου ... Κάθε φορά που κάνουμε προπόνηση και είμαστε τόσο κοντά απλά χάνομαι... »
Καθώς οι θύμησες τρύπωσαν στο μυαλό της άφησε και ένα δάκρυ να πέσει. Ήταν η πρώτη φορά που της μίλησε έτσι. Η πρώτη φορά που η σπίθα πήρε άλλη μορφή ... Μπήκε στην μπανιερά. και απελευθέρωσε τον εαυτό της. Άρχισε να κλαίει σιγανά. Με τα πόδια μαζεμένα κοντά στο στήθος και το καυτό νερό να γεμίζει ένιωθε πιο μόνη από ποτέ. Η μόνη της ελπίδα ήταν να τον έβλεπε στην δεξίωση...
Σας φιλω...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top