Κεφάλαιο 24
Η Χέλλυ απομακρύνθηκε με δυσκολία.
Ο Άλεξ άρχισε να ζαλίζεται.
Τα πάντα γύρω του έγιναν ακόμα πιο θολά από ότι ήταν πριν.
Αλ- Τι είχε το ποτό; ρώτησε προσπαθώντας να αγνοήσει το τσούξιμο στα χείλη και την γλώσσα του.
Χ- Το ποτό; Το ποτό δεν είχε τίποτα. Το στόμα μου ίσως ναι... απάντησε δήθεν αθώα.
Σήκωσε το βλέμμα του και την κοίταξε θυμωμένα.
Παρατήρησε όμως πως οι άκρες των μαλλιών της είχαν γίνει μωβ.
Χ- Τι κοιτάς; ρώτησε χτύπησε τα δαχτυλά της στην φάτσα του.
Όμως όταν άνοιξε το στόμα του να απαντήσει ένα δυνατός πονοκέφαλος τον έκανε να βγάλει ένα επιφώνημα πόνου.
Με μια βαθιά ανάσα σήκωσε το κεφάλι του χαμογελώντας.
Χ- Πώς νιώθεις; τον ρώτησε παίρνοντας την ίδια έκφραση.
Αλ- Πολύ, ΠΟΛΥ καλύτερα... απάντησε και την κοίταξε ενώ τα μάτια του άλλαζαν σιγα σιγά χρώμα.
Η Χέλλυ χαμογέλασε ικανοποιημένη και τον τράβηξε στο κέντρο της σκηνής.
Η Γκάμπι και η Ζήτα παρακολουθώντας τα γεγονότα σηκώθηκαν απότομα και τους πλησιασαν.
Ζ- Τι του έκανες; ρώτησε απότομα.
Χ- Δεν μου αρεσει ο τονος σου Ζητα... απάντησε τραγουδιστα χωρις να πάρει το βλέμμα τους από τον Άλεξ.
Η Ζήτα γέλασε εκνευρισμένη.
Χ- Αααα! Παρήγγειλα αυτά για εσάς! αναφώνησε και έπιασε από το τραπέζι πίσω της δύο σφηνάκια και τα έδωσε στα κορίτσια.
Ζ- Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι θα τα πιούμε; ρώτησε ειρωνικά σηκώνοντας το ένα φρύδι.
Χ- Ότι αν δεν τα πιείτε ο Άλεξ θα μείνει έτσι για πάντα! γύρισε τον Άλεξ προς το μέρος τους.
Ήταν χλωμός, πολύ χλωμός.Τα μάτια του είχαν πλέον κοκκινίσει εντελώς, ενώ δεν φαινόταν να αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει γύρω του.
Ζ- ΤΙ ΤΟΥ ΕΚΑΝΕΣ;! σχεδόν φώναξε.
Χ- Δεν ξέρατε; τις κοίταξε με ένα δήθεν έκπληκτο βλέμμα.
Πήγε να μιλήσει, αλλά έπεσε κάτω κρατώντας το κεφάλι της.
Χ- Τι σκατά; ακούστηκε να μουρμουρίζει.
Σηκώθηκε όρθια γρήγορα και λαχανιασμένη.
Α- Δώστε της να πιει τα σφηνάκια! Βάλτε την να κάνει ότι έκανα εγώ! Μόνο έτσι θα επιστρέψω! φώναξε η Αμάντα, όμως κατευθείαν το πρόσωπό της απέκτησε τα ελάχιστα αλλαγμένα χαρακτηριστικά της Χέλλυ.
Γκ- Τι έχουν μέσα τα σφηνάκια; ρώτησε καχύποπτα.
Χ- Τίποτα. αποκρίθηκε γρήγορα.
Χ- Είναι απλά σφηνάκια κεράσι.
Ζ- Πιες λίγο εσύ... είπε πιάνοντας το σφηνάκι και πλησιάζοντάς το στο στόμα της.
Χ- Εγώ για εσάς τα πήρα. αρνήθκε σμπρώχνοντας το μακρυά της.
Γκ- Μονο. Μια. Γουλιά. της είπε αργά και τα μάτια της έλαμψαν.
Η Χέλλυ έπιασε διστακτικά το ποτήρι και ακούμπησε τα χείλη της στο υγρό.
Το γύρισε απότομα και κατάπιε γρήγορα.
Μούγκρισε και πέταξε το ποτήρι κάτω με δύναμη σπάζοντάς το.
Χ- Γαμώ η ζάχαρη επηρεάζει και εμένα... μούγκρισε.
Ήταν σκυμμένη κάτω και ανέπνεε γρήγορα.
Τα μαλλιά της, έγιναν μωβ μέχρι την μέση.
Η Ζήτα και η Γκάμπριελ χαμογέλασαν η μία στην άλλη γεμάτες ελπίδες.
Χ- Βγάλτε με... Έξω... Γρήγορα... μούγκρισε.
Σαν να πονούσε.
Χέλλυ *Yeah...*
Δεν έπρεπε να το πιούμε... Δεν είμαστε εμείς αυτή... Το σώμα αντιδράει σύμφωνα με το δικό της.
Α- Φοβάσαι Χέλλυ; Ή βασικά ποιά είσαι τώρα; Η οργή; Η αλλαζονεία; Μήπως η ζήλεια; Α ξέχασα... Είσαι ο συνδυασμός. την ακούσαμε στο κεφάλι μας.
Χ- Σκάσε!
Η πλάτη πονάει τόσο πολύ...
Α- Το σώμα μου αντιδράει. Δεν θα με κρατάς για πολύ ακόμα εδώ μέσα. Θα καταλάβουν... Οπότε μπορείς να μου πεις ποιός είναι ο προδότης και υπόσχομαι να είναι πιο ανώδυνο...
Χ- Ανώδυνο; Σε παρακαλώ! Καιγόμασταν επί 3 χιλιετίες στις χειρότερες φωτιές της κόλασης! Αυτό δεν είναι ΤΙΠΟΤΑ!
Χ- Βγάλτε με έξω γρήγορα! μούγκρισαμε.
Τα κορίτσια ξεφύσισαν και μας τράβηξαν έξω, ενώ η Ζήτα έπιασε και τον Άλεξ.
Μας άφησαν έξω από το μαγαζί.
My PoV Again...
Η Χέλλυ ανέπνεε γρήγορα και βαριά.
Γκ- Άλλαξε τον και θα σε βοηθήσουμε! Υπόσχομαι! της φώναξε.
Η Χέλλυ σήκωσε το βλέμμα της και την κοίταξε θυμωμένα.
Σήκωσε το χέρι της και το έτεινε προς τον Άλεξ. Κάνοντας μια απότομη κίνηση τα μάτια του Άλεξ έλαμψαν απότομα και εκείνος άρχισε να βήχει.
Αλ- Τι έγινε; ρώτησε λαχανιασμένος κοιτώντας τες.
Γκ- Τίποτα. απάντησε και πλησίασε την Χέλλυ.
Έβαλε τα χέρια της στην πλάτη της και ξαφνικά μια λάμψη εμφανίστηκε. Η Χέλλυ ανέπνευσε βαθιά και φάνηκε να ηρεμεί.
Γκ- Πρέπει να φύγουμε. είπε απότομα και σηκώθηκε.
Η Χέλλυ και ο Άλεξ έγνεψαν και σηκώθηκαν όρθιοι ακολουθώντας τα δύο κορίτσια που προηγούνταν.
[...]
Σε λίγη ώρα είχαν φτάσει σπίτι.
Ο καθένας πήγε στο δωμάτιό του όμως ένας θόρυβος τράβηξε την προσοχή της Γκάμπι. Ανέβηκε στο πάνω όροφο παιρνόντας το χέρι της απαλά πάνω από τον τοίχο.
Ο βόμβος έμοιαζε λες και ερχόταν από πίσω του.
Η Γκάμπι μεταμορφώθηκε και έκανε ένα βήμα πίσω κρατώντας την ανάσα της όταν είδε μια πόρτα να βρίσκεται μπροστά της.
Αφού έριξε μια προσεκτική ματιά γύρω της. Έπιασε το πόμολο και το γύρισε προσεκτικά.
Ήταν απαίσιο.
Το κάποτε πράσινο γρασίδι είχε ξεραθεί εντελώς και τα πόδι της Γκάμπι πονούσαν όταν έρχονταν σε επαφή μαζί του, καθώς έμπαινε μέσα.
Μύριζε κλεισούρα και μούχλα, παρόλο που ο ουρανός εξακολουθούσε να φαίνεται.
Απλά και το δικό του χρώμα είχε χαθεί.
Κάθε πουλί ή έντομο που ζούσε εκεί όσο η Αμάντα ήταν η Αμάντα είχε εξαφανισθεί, με μόνους κάτοικους πλέον μερικές αράχνες.
Η Γκάμπι πλησίασε την μεγάλη πολυθρόνα, κοιτώντας τα σκονισμένα βιβλία γύρω της.
Το βλέμμα της όμως τελικά εστίασε στο ογκώδες βιβλίο που βρισκόταν στηνκαρέκλα.
Οι άκρες του ήταν ξεφτισμένες και τα χρυσά γράμματα είχαν αρχίσει να ξεβάφουν και να μαυρίζουν.
Άνοιξε το βιβλίο σε μία τυχαία σελίδα και ξαφνικά μια άσπρη λαμψη βγήκε από μέσα καλύπτοντας τα πάντα.
Βρισκόταν στο ίδιο δάσος στο οποίο βρέθηκε η Αμάντα την πρώτη φορά που άνοιξε το βιβλίο.
Αλλά η Γκάμπι δεν το ήξερε.
Κοίταξε τον εαυτό της στο ποτάμι.
Τα μαλλιά της ήταν σπαστά, ενώ δύο μπροστινές τούφες ήταν πιασμένες σαν στεφανάκι γύρω από το κεφάλι της.
Φορούσε ένα πανέμορφο μπλε αέρινο φόρεμα, ανοιχτό στους ώμους, που χάιδευε το έδαφος.
Κοίταξε γύρω της μπερδεμένη, μέχρι που κοκκάλωσε στην θέα ενός κοριτσιού που ξάπλωνε στο έδαφος.
Την πλησίασε κοιτώντας το σφιχτά κουλουριασμένο σώμα της.
Το δέρμα της ήταν χλωμό, τα μαλλιά της μπερδεμένα, το πρόσωπό της κουρασμένο.
Μ- Να θυμηθεί, να αγαπήσει, να πονέσει, να ξεχωρίσει. ψιθύρισε σχεδόν και η Γκάμπι την πλησίασε περισσότερο.
Γκ- Συγγνώμη τι εννοείς; ρώτησε μπερδεμένα.
Μ- Αυτά είναι που πρέπει να κάνει για να επιστρέψει η Αμάντα.
Γκ- Ποιά είσαι; ρώτησε.
Μ- Συνήθως συστήνομαι ως συνείδηση, αλλά ξέρεις ότι στις νεράιδες των συναισθημάτων είμαι και-
Γκ- Η ψυχή της... Και πεθαίνεις. συνειδητοποίησε κρατώντας την ανάσα της.
Μ- Που να ερχόσουν πριν λίγες ώρες. είπε γελώντας.
Μ- Κάτι άλλαξε. Επιστρέφει. Κάποια από τα βήματα ολοκληρώθηκαν.
Γκ- Πρέπει να βιαστούμε! είπε βιαστικά και σηκώθηκε όρθια.
Γκ- Ξέρεις ποιός είναι ο προδότης; ρώτησε όμως η κοπέλα είχε κοιμηθεί.
Τότε το σώμα της άρχισε να αναλύεται σε μικρές λάμψεις και επέστρεψε στο δωμάτιο.
-------------
Για εσένα MaryCCYM ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΣΕ ΕΣΕΝΑ!! (Το θυμήθηκα ;) )
Και ευχαριστώ πολύ για τις υψηλές θέσεις στην φαντασία τον τελευταίο καιρό ^^
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top