Κεφάλαιο 19

Αυτή ήταν μια από τις πιο πένθιμες εβδομάδες στην ιστορία των Πίτερς.

Κανένα παιδί δεν πήγε στο σχολείο.

Κανένας εκτός από αυτούς και τους ελάχιστους γιατρούς, δεν γνώριζε για τον θάνατό της. Δεν ήθελαν να μαθευτεί παραμόνο όταν πλέον θα ήταν αναπόφευκτο.

Τα δάκρυα είχαν τελειώσει από τις πρώτες κι όλας μέρες. Απλά όλοι θυμόντουσαν στιγμές της ζωής τους με την Αμάντα.

Η Γκαμπριέλλα βοηθούσε. Την κρατούσε ζωντανή μέσα στο μυαλό και την καρδιά όλων.

Ο καθένας έβλεπε διαφορετικές σκηνές από την ζωή του. Σκηνές που πιθανώς να του είχαν φανεί ασήμαντες και καθημερινές, τώρα όμως ήταν από εκείνα τα λίγα που αξίζουν πραγματικά.

Ο Ρωμαίος έβλεπε την Αμάντα να προσπαθεί να του κουμπώσει το μπουφάν του την πρώτη του μέρα στο σχολείο. Να του μαθαίνει να κολυμπάει και να κάνει ποδήλατο και να τον φιλάει στο κεφάλι όταν έμαθε να κάνει αντικείμενα να μετακινούνται. Και εκείνος ένιωθε χαρούμενος που η μεγάλη αδερφή του ήταν περήφανη για αυτόν.

Χαμογέλασε ασυναίσθητα σε αυτές τις αναμνήσεις.

Η Γκαμπριέλλα κρατούσε σταθερά το σβέρκο και το χέρι του, ενώ κοιτούσε βαθιά στα μάτια του. Χρυσές ακτίνες έβγαιναν από τα γαλάζια μάτια του καθώς εκείνος χαμογελούσε.

Τον άφησε αργά αργά καθώς το φως στα μάτια του έσβηνε ήρεμα, όπως και το χαμόγελό του.

Πήρε μια βαθιά ανάσα προσπαθώντας να κρατήσει μέσα του αυτές τις εικόνες.

Ήταν από τους λίγους που συνέχιζαν να ελπίζουν πως όπου να 'ναι η Αμάντα θα έμπαινε μέσα από την πόρτα, γελώντας, κοροϊδεύοντας τους για το ότι πίστεψαν πως πέθανε.

Ρ- Αμάντα... Ελπίζω τουλάχιστον εκεί πάνω, τα πράγματα να είναι λίγο καλύτερα από ότι εδώ... ψιθύρισε πριν βουρκώσει.

Δεν ήταν ο θάνατος που τους πείραζε πιο πολύ.

Ήταν ο ασταμάτητος ήχος του μηχανήματος που τρυπούσε τα αυτιά τους.

Ήταν η έκφραση πόνου στα μάτια της, όσο την έβαζαν ξανά και ξανά μέσα στο χειρουργείο.

Η σχεδόν ανύπαρκτη ανάσα της όταν λιποθύμισε στα πόδια τους.

Οι μελανιές, τα σημάδια σε όλο της το σώμα.

Τα κουρασμένα πράσινα μάτια της, που άλλωτε έκρυβαν δυναμισμό και ζωντάνια, τώρα είχαν χάσει το χρώμα τους. Τουλάχιστον τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που ήταν ανοιχτά.

Ο Άλεξ από την άλλη πήγαινε σχολείο. Όμως τίποτα δεν ήταν το ίδιο. Δεν μιλούσε σε κανέναν και όταν τον ρωτούσαν τον λόγο εκείνος απλά κοιτούσε το κενό, με μόνη ανάμνηση την ευθεία πράσινη γραμμή.

Τα πάντα ήταν μαύρα.

Παντού και για όλους.

Δεν είναι δα και εύκολο να ξεπεράσεις έναν θάνατο.

Όσο και να μην συμπαθούσε κάποιος την Αμάντα, θα στεναχωριόταν έστω και για το ότι δεν θα είχε πια κάποιον να μαλώνει.

Η μάμά της;

Ήταν στην χειρότερη κατάσταση.

Έκλαιγε όλη μέρα.

Κλειδωμένη στο δωμάτιο της δεν μιλούσε σε κανέναν.

Δεν έτρωγε.

Δεν κοιμόταν. Καμιά φορά απλά ίσως να λιποθυμούσε λόγω της σωματικής και ψυχικής ταλαιπωρίας της.

Ο κύριος Ελάιας προπονούταν όλη μέρα. Κάθε μέρα και ένας σκισμένος σάκος. Κάθε τοίχος γεμάτος τρύπες και γρατζουνιές από τα δεκάδες μαχαίρια.

Η Γκαμπριέλλα και η Ζήτα. Απλά στήριζαν σιωπηλά όπως μπορούσαν. Προσπαθούσαν να είναι δυνατές γιατί ήξεραν πως αυτό θα ήθελε η Αμάντα. Πως αν ήταν εκεί θα τους έκανε κήρυγμα για το ότι δεν πρέπει να στεναχωριούνται που έφυγε. Όμως απλώς θρηνούσαν από μέσα τους.

Σήμερα Κυριακή. Σχεδόν μια εβδομάδα από τότε.

Ο Ελάιας πέρασε έξω από το κρυφό δωματιάκι. Και ξαφνικά στάθηκε εκεί. Γύρισε προς το μέρος της, και αλλάζοντας μπήκε μέσα. Είδε το βιβλίο στην πολυθρόνα και το έπιασε στα χέρια του. Μύριζε ακόμα σαν εκείνη.

Κάθισε κάτω και άνοιξε το βιβλίο.. Χάιδεψε απαλά τις σελίδες.

Γύρισε στην πρώτη σελίδα και διάβασε το όνομα το κατόχου.

"Όλιβερ Τζάκσον" έγραφε με καλλιγραφικά γράμματα στο πάνω μέρος της σελίδας.

Έκλεισε το βιβλίο σκεφτικός.

Ε- Όλιβερ Τζάκσον... μουρμούρισε σκεπτικός και ,μικραίνοντας το, έβαλε το βιβλίο στην εσωτερική τσέπη του μπουφαν του.

Χτύπησε τα δάχτυλά του και μια χρυσή σφαίρα εμφανίστηκε πάνω τους.

Ε- Δείξε μου τον Όλιβερ Τζάκσον. της ψιθύρισε σαν να ήταν ζωντανή και εκείνη φωτίστηκε.

Το σπίτι του Όλιβερ φάνηκε μέσα της. Ο Ελάιας έσφιξε δυνατά την γροθιά του και η μπάλα εξαφανίστηκε σαν σκόνη μέσα του.

Άνοιξε το παράθυρο και άπλωσε τα φτερά του. Δεν είχαν καμία σχέση με της Αμάντας. Δεν ήταν κρυστάλλινα και λαμπερά, αλλά χρυσά, μεγάλα και επιβλητικά. Έκανε στον εαυτό του το αόρατο ξόρκι και άρχισε να πετάει μέχρι το σπίτι του Όλιβερ.

Όταν έφτασε, χτύπησε με δύναμη την πόρτα.

Ο Όλιβερ άνοιξε και το υποδέχτηκε με ένα καλοσυνάτο χαμόγελο.

Ο- Ποιός είστε παρακαλώ; ρώτησε ευγενικά.

Ε- Εσύ ποιός είσαι;! ρώτησε επίσης θυμωμένος και το έπιασε από τον λαιμό κολλώντας τον στον τοίχο.

Ο- Ό-Ολιβε-ερ Τζ-τζάκσον-ν. είπε με δυσκολία.

Ε- Τι σχέση είχες με την κόρη μου;! ξαναφώναξε πιέζοντάς τον παραπάνω.

Ο- Ποιά είναι η κόρη σας κύριε;! ρώτησε με μια ανάσα.

Ε- Αμάντα... Αμάντα Πίτερς... μουρμούρισε θλιμμένα και άφησε αργά τον λαιμό του.

Ο Όλιβερ έκατσε κάτω βήχοντας λίγο.

Ε- Τι σχέση είχες μαζί της; ρώτησε πιο ήρεμα.

Ο- Η Αμάντα, ήταν φίλη μου.

Ε- Πιο συγκεκριμένα! μούγκρισε κοιτώντας τον.

Ένιωσε στιγμιαία τα μάτια του να καίνε.

Ο Όλιβερ τον κοίταξε έντονα.

Ο- Είσαι από την μαγική πλευρά... Είσαι ο Ελάιας;! ρώτησε σοκαρισμένος.

Ο Ελάιας τον κοίταξε μπερδεμένος.

Ε- Που με ξες;

Το πρόσωπο του Όλιβερ έλαμψε με την επιβεβαίωση.

Ο- Η μαμά σου δεν σου είχε πει τίποτα για εμένα;

Ε- Θα έπρεπε;

Ο- Ε-εγώ... ξεκίνησε να λέει.

Ξεφυσώντας σήκωσε ελαφρά την μπλούζα του και του έδειξε τον ρούνο της υπόσχεσης.

Ξαφνικά στο μυαλό του Ελάιας ήρθε μια ανάμνηση. Μια φωτογραφία που είχε βρει κάτω από το κρεβάτι της μαμάς του. Μια φωτογραφία που κάθε μέρα, κλεινόταν στο δωμάτιό της και την χάζευε για ώρες, είτε χαμογελώντας είτε κλαίγοντας.

Ε- Είσαι εκείνος που είχε ερωτευτεί η μαμά μου; Που για εσένα έκλαιγε και μου έλεγε ιστορίες; Εκείνος που ποτέ δεν αγάπησε όσο τον μπαμπά μου; ρώτησε μπερδεμένος.

Ο Όλιβερ κούνησε καταφατικά το κεφάλι του κοιτώντας τον συμπονετικά.

Ε- Ξες... Πέθανε λέγοντας το όνομά σου... μουρμούρισε ψιθυριστά και δάκρυσε.

Ο Όλιβερ πλησίασε και τον αγκάλιασε σφιχτά.

Ο- Τι θες εδώ αγόρι μου;

Ε- Είχες δώσει στην κόρη μου αυτό το βιβλίο. είπε και το έβγαλε από το μπουφαν του.

Ε- Πριν 7 μέρες, είχε γυρίσει σπίτι νομίζοντας ότι κανείς δεν την είχε δει, όμως εγώ την είδα που έμπαινε. Μπήκε στο κρυφό δωματιάκι που είχε φτιάξει η μαμά μου. Ήταν το τελευταίο πράγμα που ξέρω ότι έκανε πριν γυρίσει χτυπημένη στο σπίτι και... η φωνή του έσπασε.

Ε- ...πεθάνει. συμπλήρωσε δακρύζοντας.

Ο- ΠΕΘΑΝΕΙ;! ρώτησε σοκαρισμένος και σηκώθηκε απότομα όρθιος.

Ο Ελάιας κούνησε καταφατικά το κεφάλι του.

Ο- Δεν γίνεται όμως! ξαναείπε κατηγορηματικά.

Εκείνος το κοίταξε ερωτηματικά.

Ο- Ήταν εδώ πριν μερικά λεπτά! φώναξε και ο Ελάιας γούρλωσε τα μάτια του.

Ήταν ζωντανή;!

---------------------------------------------------

!ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΑΡΑΚΑΛΩ!

Ανέβασα;

Αντε ρε! Τι αλάνι είμαι εγω!;  :")

Συγγνώμη που δεν ανέβασα τόσο καιρό αλλά σας είπα πως μου τέλειωσαν τα extra κεφάλαια και ακόμα δεν τα έχω αναπληρώσει...

Γενικά από έμπνευση είμαι.... Κομπλιτλυ εμπτυ.... (Αχ αυτό το αγγλικό μου...)

+ Η ψυχολογία μου είναι σκατά γιατί αυτή η βδομάδα από Τετάρτη μεχρι Σάββατο είναι για τον *ξέρετε ποιόν*.

Μαθήματα ένα με το Έβερεστ να πούμε.

Τεστ, προσομοιώσεις για γαλλικά και αγγλικά.

Ένας μλκς συμμαθητής μου με έχει πρήξει γιατί για κάποιο λόγο ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΟΥΤΕ ΝΑ ΜΕ ΒΛΕΠΕΙ!

Τρίτον, μάλωσα με την κολλητή μου και ναι... Δεν μου αρέσει να μαλώνουμε αλλά είμαστε και οι δύο τρελά ξεροκέφαλες και όταν μαλώνουμε -σπάνια- γίνεται της Πόπης.

Πάλι καλά που αύριο θα γίνει η συνάντηση και θα ξεσκάσω λίγο...

AncaLove2001 καν'τ γουειτ του μιτ γιου! ( Τι με έχει πιάσει σήμερα :") )

Τέσπα.... Πίσω στην ιστορία.

Πρώτον έβαλα τον Ελάιας να κάνει όλη την δουλειά γιατί αν έβαζα τον Άλεξ θα μου φαινόταν πολύ κλισέ. Και ήθελα και λίγο οικογενειακές στιγμές!

Spoiler: Όλοι καταλάβαμε πως είναι ζωντανή και μπλα μπλα... ΟΜΩΣ! Για να δω θεωρίες πως θα επιστρέψει... ;) Όποιος το βρει υποκλίνομαι!

ΚΑΙ θέλω να μου προτείνετε ιδέες για την συνέχεια! Εννοώ έχω βρει σκηνές κλπ. όμως θέλω λίγο μια βοηθειούλα..

Θέλω αρκετές! Όποια ιδέα χρησιμοποιήσω, αυτός/-ή που την πρότεινε θα παίξει στο επόμενο κεφάλαιο. Και θα του το αφιερώσω κι όλας!

ΚΟΜ ΟΝ! ΓΙΟΥ ΚΕΝ ΝΤΟΥ ΔΙΣ!

Μπορείτε να γράψετε μεχρι 3 ή 4 ιδέες.

ΤΟ ΕΝΝΟΩ! ΓΙΑΤΙ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΣΑΣ ΖΗΤΑΩ ΚΑΤΙ ΕΔΩ ΜΕ ΓΡΑΦΕΤΕ ΣΤΑ ΠΑ-..λιά σας τα παπούτσια...

*βήχει αμήχανα*

Αυτά....

Φιλάκια και αγκαλιές,

WrittenFlower


Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top