Κεφάλαιο 19
Είχαμε φτάσει εξω απο την αίθουσα των συνεδριάσεων. Η πρώτη φορα που θα συναντούσα τον Λουσιφερ μετά την καταστροφή της Ένωσης μας.
Έγνεψα θετικά προς τον Άνταμ που περίμενε το σήμα μου και ετσι, με μια κίνηση του χεριού του, η πόρτα άνοιξε. Προχωρήσαμε προς τα μεσα με ολα τα κεφάλια να είναι στραμμένα στο μερος μας.
Μπορούσα να αναγνωρίσω τον Μιχαήλ και την Ρουθ, όπως επίσης τον Άρθουρ και..
-Που ειναι ο Λουσιφερ; ρώτησα ψιθυριζοντας και τα αγόρια με κοίταξαν λέγοντας πως δεν γνωρίζουν.
-Ελινορ. Χαίρομαι πολυ που είσαι ξανα μαζι μας. Η φωνή του Άρθουρ ήρεμη, βγάζοντας μια ζεστασιά. Με πλησίασε τυλίγοντας με στη μεγάλη και ζεστή του αγκαλιά καθως μου χάρισε ενα όμορφο χαμόγελο.
Απομακρύνθηκα ελαφρά και κάθισα σε μια καρέκλα κοντα στον Μιχαήλ. Το ίδιο έκανε και ο Άνταμ ενω ο Μπραιαν επέλεξε να μείνει όρθιος κοντα στην πορτα.
Ο Άρθουρ καθάρισε ελαφρά τη φωνή του πίνοντας μια μικρή γουλιά απο το τσάι του και έπειτα μας κοίταξε.
-Σας κάλεσα εδω, γιατί εχω κάποια σημ-
-Θα τους καταστρέψω. Η Αμπικειλ φταίει για ολα ακούστηκε η φωνη του Λουσιφερ και όλοι γυρίσαμε προς το μερος του.
-Λουσιφερ ειπε ηρεμα ο Άρθουρ και εκείνος σταμάτησε βλέποντας πως είχαν προστεθεί άτομα στην αίθουσα. Μας κοίταζε εναν εναν μέχρι που τα μάτια του σταμάτησαν στο μέρος μου.
-Ελινορ ειπε με σιγανή φωνή και χαμογέλασε. Οι άλλοι γυρω μας δεν ήξεραν ποιόν να κοιτάξουν πρώτο μα εκείνος τους διευκόλυνε, στρέφοντας το βλέμμα του αλλου. Κάθησε σε μια καρέκλα κοντά στον Άρθουρ μα άφησε ενα βογγητο και πετάχτηκε ξανα όρθιος σαν ελατήριο.
Γρυλισε δυνατά και χτύπησε την γροθιά του στον τοίχο. Η Ρουθ σηκώθηκε όρθια και ως άγγελός θεραπεύτρια, έτρεξε κοντά του θέλοντας να βοηθήσει.
-Μη ειπε εκείνος απότομα μόλις τον άγγιξε. Δεν γίνεται τίποτα πρόσθεσε και της έκανε νόημα να φύγει.
-Λοιπόν, ειπε ο Άρθουρ. Όπως ξεκίνησα να λεω, έχουμε ενα σοβαρό πρόβλημα με τους Γκάρντιαν. Έχουν φτιάξει ιδικά ξόρκια που μπορούν να καταστρέψουν οχι μόνο εσας, αλλα και εμένα με τον Λουσιφερ.
Ολοι άφησαν ενα επιφώνημα φόβου και αμέσως άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους.
-Δεν ήρθα εδω για να μιλάτε εσείς μεταξύ σας. Αν ηταν έτσι θα μπορούσα άνετα να βρίσκομαι στο Ερενταλ. Είναι κάτι που μας αφορά ΌΛΟΥΣ είτε σας αρέσει είτε οχι, οπότε, οποιαδήποτε σκέψη ακόμα και η πιο ασήμαντη θα λέγεται δυνατά.
Όλοι κοίταξαν τον Λουσιφερ και μετα απο τα λογια του, σωπασαν. Ο Μιχαήλ σηκώθηκε όρθιος και κάρφωσε τα μάτια τού στο σωμα του Λουσιφερ.
-Πάλεψες μαζι τους και σε τραυμάτισαν του είπε νιώθοντας πως γνωρίζει την αλήθεια.
-Όντως. Πάλεψα μαζι με τον ενα, με τραυμάτισε και τον σκότωσα επανέλαβε προσθέτοντας μια τελευταία λεξη και ο Μιχαήλ γελασε.
-Είναι σοβαρό; ειπε τελικά και ο Λουσιφερ έγνεψε.
-Δηλητηρίαση. Για αυτο δεν μπορεις να κάνεις εσυ κάτι ειπε κοιτάζοντας την Ρουθ και έπειτα προχώρησε προς το παράθυρο ρίχνοντας μου μια γρήγορη ματιά.
Έπειτα μας πλησίασε ο Μπραιαν και κοίταξε με λιγο φόβο τον Άρθουρ. Εστρεψε το βλέμμα του στον Λουσιφερ και εκείνος γύρισε σαν να κατάλαβε πως ο λόγος του Μπραιαν, θα αφορούσε τον ίδιο.
-Ξέρω πως κάποιοι εδω μεσα θα αρχίσουν να με βρίζουν όμως πιστεύω πως δεν ειμαι ο μόνος που το θεωρεί σωστό. Καταλαβαίνω όλα αυτα που έχουν συμβεί μεταξύ σας όπως επίσης καταλαβαίνω πως εκτός απο το μίσος και την απέχθεια, κρύβεται και λίγη αγάπη..
..δεν μπορώ να επλμεκομαι στα προσωπικά ανώτερων μου, όμως πιστεύω πως αυτό το θέμα μας θέλει όλους ενωμένους. Σας ζητώ εκ μέρους πολλών, να αφήσετε για λίγο τα προβλήματα σας στην άκρη και μονο για τώρα να κοιτάξετε να γίνεται μια γροθιά για να τους καταστρέψουμε μια και καλη.
Η πόρτα χτύπησε διακόπτοντας μας και μια γνωστή μορφή εμφανίστηκε μπροστά μας.
-Νειθαν ειπε ο Λουσιφερ και τον πλησίασε με αργά βήματα. Κατάλαβα πως κουτσενε μα με μια κίνηση του χεριού του άγγιξε την άκρη του τραπεζιού.
Τα μάτια του Νειθαν καρφώθηκαν επάνω μου και έπειτα κοίταξε τον Λουσιφερ.
-Ο Ζακ είναι νεκρός όμως έχουμε αλλο πρόβλημα.
-Προδοτης γρυλισε ο Λουσιφερ καθώς διάβασε τις σκέψεις του Νειθαν και χτύπησε με την γροθιά του στο τραπέζι.
-Δεν ξέρουμε ποιος ομως κάποιος τους ανέβασε.
-ΑΝ ΤΟΝ ΠΙΆΣΩ φώναξε και έτρεξε προς τα εξω. Δεν τόλμησε κανεις να τον ακολουθήσει όμως ένιωθα πως ούτε εκεινος θα προλαβενε. Σηκώθηκα απο την καρέκλα και έτρεξα κοντα του.
-Πατέρα φώναξα ασυναίσθητα βλέποντας τον πεσμένο στο έδαφος. Εκείνος με κοίταξε μπερδεμένος όμως ο πόνος δεν τον άφηνε να ηρεμήσει.
-Ελινορ τι κάνεις; ακούστηκε μια φωνή πισω μου.
Γύρισα να δω τον Άρθουρ, τον Νειθαν και τον Μπραιαν να στέκονται πισω μου και να με κοιτάζουν μπερδεμένοι.
-Άσχετα απο ολα δεν παύει να είναι πατέρας μου. Και αδερφός σου πρόσθεσα κοιτάζοντας τον Άρθουρ και έπειτα γύρισα προς τον Λουσιφερ.
Πήγα κοντά του και άγγιξα με τα χέρια μου το κεφάλι του. Εκείνος άνοιξε τα μάτια του απότομα και άρχισε να ουρλιάζει. Τον γύρισα στα πλάγια τοποθετώντας την παλάμη μου στη μέση σου. Έσφιξε ασυναίσθητα το αλλο μου χέρι. Μια λάμψη εμφανίστηκε στην πληγή του και πλέον ολα ηταν μια χαρα.
Σηκώθηκε απότομα όρθιος και με κοίταξε. Άφησε βιαστικά ενα πεταχτο φιλί στο μέτωπό μου και έπειτα έτρεξε μακριά. Κάναμε το ίδιο ακολουθώντας τον απο πίσω. Τον είδαμε να ανοίγει τα φτερά του και να πετάει προς το Ερενταλ. Με το σήμα του Άρθουρ, πετάξαμε μαζι του.
Βρέθηκα πίσω στο σκοτεινό παλάτι. Έβλεπα δαίμονες να πολεμούν με τους χιλιάδες Γκάρντιαν που με άγνωστο τρόπο είχαν φτάσει κοντά τους. Ο Λουσιφερ είχε χαθεί απο το οπτικό μας πεδίο.
-Βασιλιά Αρθουρ ειπε μια φωνή και πέντε απο αυτούς μας είχαν περικυκλώσει.
-Μείνετε μακριά τους. Το βασίλειο μου δεν θα καταστραφεί απο εσάς και να ξέρεις ΕΣΥ, ΠΡΟΔΌΤΗ, πως αν σε βρω θα σε κανω να υποφέρεις από τον πόνο. Θα μου ζητάς ελευθερία ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΘΑ ΤΗ ΒΡΕΙΣ ΠΟΥΘΕΝΆ γρυλισε δυνατά και ανοίγοντας τα φτερά του πέταξε ψηλά.
Ολοι είχαν μείνει να τον κοιτούν και ο πόλεμος ανάμεσα τους είχε σταματήσει. Έβγαλε απο τη θήκη ενα σπαθί στο χρωμα του κόκκινου. Ηταν σαν να έρεε άφθονη λάβα επάνω του. Με μια κραυγή άρχισε να έρχεται με φορα προς τα κατω και με μια κίνηση το σπαθί καρφώθηκε με δύναμη στο έδαφος.
-Εγώ είμαι ο άρχοντας του Ερενταλ και της κόλασης και η φωτιά είναι ο δημιουργός μου. Αμέσως τα μάτια του πήραν το κόκκινο χρώμα και λάβα άρχισε να καλύπτει με μανία το έδαφος.
Στο πέρασμα της όλοι γίνονταν στάχτη μέχρι που κάνεις Γκάρντιαν δεν έμεινε. Το σπαθί πετάχτηκε απότομα στην παλάμη του Λουσιφερ και το κόκκινο χρώμα εξαφανίστηκε κάνοντας το να δείχνει πλέον ομοιο με ολα τα απλα σπαθια.
Τα φτερά του εξαφανίστηκαν και τα μάτια του πήραν ξανα το πράσινο τους χρώμα. Έτρεξε κοντα μας βλέποντας πως όλοι ήμασταν εντάξει και έπειτα πήγε κοντά στους δικους του.
-Ελινορ ειπε πριν απομακρυνθεί και τον πλησιασα. Ευχαριστώ για πριν ομως-
-Το ξερω απάντησα διακόπτοντας τον. Το ξέρω πως μετά απο αυτό θα γυρίσουμε στα παλιά αλλα δεν πειράζει. Οτι ειναι να γίνει θα γίνει.
Με τα λόγια μου χαμογέλασε και με πλησίασε κάνοντας με μια μεγάλη αγκαλιά.
-Να προσέχεις ... κορη μου ψιθύρισε σιγανα στο αφτί μου.
-Και εσυ πατερα απάντησα χαμογελώντας.
Τον είδαμε να απομακρύνεται. Γύρισα στο μερος του Άρθουρ και είδα τον Μπραιαν να χαμογελάει.
-Παμε ειπε και πετάξαμε μακρια απο το Ερενταλ.
Μόλις φτάσαμε πισω στο Εστερν, επέλεξα να ανέβω στον κοιτώνα μου. Προσπέρασα πλέον γρήγορα τα χιλιάδες σκαλιά και προχώρησα προς στον διάδρομο που βρισκόταν το δωμάτιο μου.
-Ελινορ άκουσα την φωνή του Μπραιαν πισω μου και γύρισα στο μέρος του. Είδα τον Τζεισον και τον Άλμπερτ να στέκονται αρκετά πιο μακριά απο εμάς και να μας καρφώνουν με το βλέμμα τους.
-Όλα καλα; τον ρωτησα μολις με πλησίασε.
-Ναι ναι μια χαρά απάντησε καπως αμήχανα και άρχισε να τρίβει τις παλάμες του μεταξύ τους.
-ΆΝΤΕ φωναξε ο Άλμπερτ και ο Μπραιαν γύρισε στο μέρος του τεντώνοντας το χερι του. Το σωμα του πετάχτηκε στον τοίχο μακρια και ο Τζεισον έτρεξε γελώντας στο σημείο που βρισκόταν ο φιλος του.
Ο Μπραιαν γύρισε ξανα στο μέρος μου νευριασμένος και πηρε μια βαθιά ανασα.
-Ήθελα να σου πω πως εκανες τη σωστή επιλογή σημερα. Μπορεί ο Άρθουρ να μην συμφώνησε ομως με τον καιρό θα καταλάβει.
Χαμογέλασα στο άκουσμα της γνώμης του. Πίστευα πως θα κατακρινομουν για αυτή μου την κίνηση. Η μάλλον την απόφαση για την πραγματοποίηση της.
-Ευχαριστώ. Χαίρομαι πολυ που το ακούω αυτο.
-Μην ευχαριστείς. Αν κάποτε χρειαστείς κάτι, θα ειμαι εδώ. Αν και ξέρω πως θα προτιμήσεις τον Άνταμ, θα περιμένω. Με αυτα τα λόγια, το πρόσωπο του πλησίασε το δικό μου και κόλλησε τα χείλη του με τα δικα μου.
Έφυγε δίχως να πει τίποτα. Προσπέρασε τα παιδιά κατεβαίνοντας γρήγορα τις σκάλες και χάθηκε σε δευτερόλεπτα απο το οπτικό μου πεδιο.
Μπραιαν και Ελινορ; 😏
Πατέρας και κορη;; 😲
Λέτε να μείνουν όλοι ετσι αγαπημένοι; 😏
-ραφ-
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top