Σε προκαλώ...
"Ίσως αγνοείς τον κίνδυνο... Ίσως πάλι τον αντιμετωπίζεις με τον δικό σου τρόπο. Μην ξεχνάς ποτέ όμως την φύση του ..."
Σε λίγο θα ξημέρωνε το ρολόι έδειχνε 4 τα χαράματα. Ηταν καθισμένος πάνω στη μηχανή , σκεπτικός με ένα τσιγάρο να κοσμεί τα όμορφα χείλη του γυρνούσε ξανά και ξανά το χρόνο πίσω στο μυαλό του .. Αναβιωνε κάθε λεπτό… κάθε λέξη και κάθε συναίσθημα. Τράβηξε μια γερή τζούρα και άφησε το καπνό να βγει από μέσα του και να χαθεί μαζί με την ομίχλη… Έβαλε την μαύρη μάσκα, και κατέβηκε… Δεν μπόρεσε να πάει καθόλου σπίτι. Όλη μέρα τριγυρνουσε στους δρόμους… Αγνόησε κάθε κλήση της Κλάρας , θα την σκότωνε αν την έβλεπε.
Ένιωθε τόσα ανάμεικτα συναισθήματα… κατάπιε πολύ τον εαυτό του το μεσημέρι και δεν άντεχε άλλο. Θα έδινε ένα τέλος.
Flashback 15 ώρες πριν
Το αναψοκοκκινισμενο του μάγουλο και το γεμάτο έκπληξη βλέμμα της προκάλεσαν την οργή του. Δεν θα ανεχόταν από μια κοπέλα κανένα χτύπημα. Την έπιασε δυνατά από τους καρπούς και την πίεσε σε τέτοιο βαθμό που την γονάτισε.
«Εμπρός! Χτυπήστε με κύριε καθηγητά… δεν σας φοβάμαι. Δεν φοβάμαι κανένα!» Είπε η Λίλιθ και η φωνή της ακούστηκε σε όλη τη πολυκατοικία. Ο μορφασμος από το πόνο στο πρόσωπο της ολοένα και μεγάλωνε. Τα γκρίζα μάτια του σκοτείνιασαν .
«Λίλιθ; Εσύ είσαι κορίτσι μου ;» Ακούστηκε η ηλικιωμένη γειτόνισσα από τον επάνω όροφο και ο Λουκ της ρκλείσε αυτόματα το στόμα.
«Λίλιθ;» Ξαναρώτησε . Δίνοντας του μια δαγκώματια απελευθέρωσε τα χείλη της αλλά πριν πει κάτι την κόλλησε πάνω του και της τα σφράγισε με τα δικά του… Αντέδρασε με την δυναμική που είχε η στιγμή ,δεν σκέφτηκε τίποτα. Προς μεγάλη του έκπληξη όμως εκείνη όχι μόνο ανταποκρίθηκε αλλά άρχισε να τον φιλάει. Ρουφούσε απροκάλυπτα τα χείλη του και είχε τυλίξει τα χέρια της γύρω από το λαιμό του τραβώντας τον συνέχεια. Απόσταση άλλη μπορεί να μην υπήρχε για να τους χωρίζει αλλά εκείνη τον πίεζε συνεχώς. Από την πλευρά του δεν είχε ξαναφιληθει με τέτοια ένταση. Ένιωθε πως το φίλι που του εδινε ήταν γεμάτο ανάγκη. Τον μπέρδευε με την συμπεριφορά της συνεχώς… Ηταν αψυχολόγητη.
«Έρχομαι γλυκειά μου …σε ακούω μήπως χτύπησες;» Ειπε η ηλικιωμένη γριούλα και η Λίλιθ αυτόματα τον απωθήσε. Ο Λουκ την κοίταξε, γελώντας πονηρά τον χαστουκισε ξανά. Πιο δυνατά από πριν . Έτρεξε γρήγορα προς τα πάνω λαχανιασμενη κι εκείνος έμεινε σοκαρισμένος να αναρωτιέται τι είχε μόλις συμβεί….
Τέλος flashback
Κοίταξε τον άδειο δρόμο. Το δωμάτιο της δεν είχε φως . Διέσχισε γρήγορα το δρόμο και έβγαλε το αντικλείδι. Δεν θα έχανε την ευκαιρία από την στιγμή που ειχε τα κλειδιά της το πρωί. Το παλιό κόλπο με το σαπούνι έπιανε ακόμα . Άνοιξε την είσοδο και ανέβηκε σιγάνα προς τα πάνω. Έφτασε έξω από την πόρτα της . Έκλεισε σε ένα κουτί κάθε αντίρρηση που του έφερνε ο άλλος εαυτός του και έβαλε το κλειδί στην κλειδαριά.
Το εσωτερικό του σπιτιού όπως και την άλλη φορά ήταν σκοτεινό. Απόκοσμη ησυχία κυριαρχούσε , εκλεισε σιγάνα τη πορτα πισω του και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο της .
Έβαλε για λίγο το χέρι πίσω στη πλάτη και έπιασε το όπλο. Θα έπαιζε βρώμικα… πλησίασε και άνοιξε την μισάνοιχτη πόρτα.. Οι κουρτίνες ήταν κλειστές και δεν είχε καθόλου φως . Έβγαλε το όπλο και έκανε ένα βήμα προς το κρεβάτι της . Δεν ηθελε να βγάλει ακόμα το φακό. Η απόσταση έπρεπε να μειωθεί έτσι ώστε αν ξυπνήσει να αντιδράσει αμέσως.
Στο επόμενο βήμα κοκαλωσε .
«Πέταξε το !»Την άκουσε να φωνάζει δυνατά απ πίσω του και ένιωσε την πίεση στην πλάτη του από το δικό της όπλο. Το μεγαλύτερο λάθος του ηταν πως υποτίμησε την εξυπνάδα της και το κατάλαβε αργά. Δεν ήθελε να μιλήσει ακόμα. Είχε βρεθεί προ εκπλήξεως αλλά έπρεπε να βάλει το μυαλό του σε λειτουργία.
«Δεν ακούς ;» ο Λουκ άρχισε να αναλύει την κατάσταση. Αν γύριζε όσο γρήγορος και να ηταν οι πιθανότητες να τον πετύχει κατά τον πυροβολισμό ήταν μεγάλες. Αν έπεφτε κάτω έπρεπε να την ρίξει μαζί του πριν προλάβει εκείνη να αντιδράσει.
Η Λίλιθ έκανε κίνηση πρώτη. Διαγράφοντας έναν κύκλο γύρω του σταμάτησε ακριβώς μπροστά του. Το όπλο της καρφώθηκε στο στήθος του . Δεν ρίσκαρε στα σκοτάδια να στοχεύσει μέτωπο. Ήταν σίγουρη για τον εαυτό της . Από την ώρα που είχε ξαπλώσει της είχε καρφωθεί η ιδέα του κινδύνου. Δεν ήξερε αν ήταν όντως ο καθηγητής της αλλά δεν μπορούσε να ρισκάρει. Γνώριζε αρκετα καλα πως από το τατουάζ του ηταν μπλεγμένος με τους αντιπάλους. Διάφορες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό της με πρώτη και κυρίαρχη να τον πλησιάσει και να αποσπάσει πληροφορίες για εκείνους . Θα τις έδινε στον Άντονι και θα τον προστάτευε. Από την άλλη όταν πήρε νωρίτερα τον Νονό της έμαθε μια πολύ σημαντική πληροφορία. Οι Ρώσοι απέκτησαν όνομα… Πετροφσκι… Συνδυάζοντας όλα τα γεγονότα στο κεφάλι της το γεγονός πως ο Άλαν αν ήταν όντως αυτό το όνομα του γνώριζε την Κλάρα την αποτελειωνε… Την κορόιδευαν και οι δυο μέσα στην μούρη της εξ αρχής… Φυσικά και δεν ανέφερε τίποτα για τον καθηγητή της στον Άντονι. Θα λειτουργούσε μόνη προς το παρρον . Το πρόβλημα της ηταν ξεκάθαρο. Κανένας άντρας δεν θα έπαιζε μαζί της . Πόσο μάλλον κάποιος που εν γνώση του θα έβγαζε λεφτά από εκείνη. Μαλωνε τον εαυτό της για το φίλι που του είχε δώσει το μεσημέρι . Μπορεί να το ήθελε σαν τρελή αλλά έδειξε αδυναμία προς το πρόσωπό του. Όλα θα τα τελείωνε όμως. Θα τον έφτανε στο ζενίθ και θα τον παρέδιδε στον Άντονι. Συναισθήματα και πάθη ήταν απαγορευμένα , και μόνο που σκεφτόταν τον εξευτελισμό που θα βίωνε από την Κλάρα εξοργιζοταν πιο πολύ...
Ο Λουκ δεν είχε λογο να κρατάει το όπλο. Μπορούσε άνετα σε αυτή τη στάση να πάρει το δικό της . Το πέταξε στο πάτωμα και εκείνη ικανοποιημένη άπλωσε το χέρι της στον τοίχο χωρίς να σταμάτησε όμως με το άλλο ν τον σημαδεύει. Το φως έδωσε άλλο αέρα στο χώρο… ήταν απαλό, κιτρινωπό και αρκετά χαμηλό σε σχέση με έναν κανονικό φωτισμό δωματίου. Κοίταξε τον ψηλό άντρα μπροστά της . Η Μάσκα ήταν σαν να μην υπήρχε. Ο Λουκ προδόθηκε όπως ηταν φυσικό μόλις αντικρυσε τα μάτια του. Σήκωσε το χέρι του , η Λίλιθ τρόμαξε και πυροβόλησε μια φορά στον αέρα. Ο Κρότος ήταν αρκετά ισχυρός .
Αυτόματα ο Λουκ βρήκε ευκαιρία να της αρπάξει το όπλο. Δεν είχαν χρόνο. Ήταν σίγουρος πως ο πυροβολισμός ακούστηκε και θα έφταναν οι μπάτσοι . Έπρεπε να δράσει. Στην πολυκατοικία υπήρχαν 10 διαμερίσματα. Δεν έπρεπε να δώσει στόχο πως κάτι έτρεχε στο δικό της .
«Γδυσου!!!» Πρόσταξε στοχεύοντας την και η Λίλιθ γέλασε δυνατά.
«Θα είσαι τρελός αγοράκι μου !» Είπε και του γύρισε την πλάτη. Ηταν σιγουρη για τον αντρα πισω από τη Μασκα και αποφασισμένη να τον διαλύσει...
«Κάνε άλλο ένα βήμα και θα στην ανάψω!» της ειπε σοβαρος κι εκείνη άρχισε να γελάει υστερικά αυτή τη φορά.
«Ωωωωωω…. Απορώ κύριε καθηγητά με την αυτοσυγκράτηση σας … « Ο Λουκ τσιτωσε.
«Άκουσες τι σου είπα γαμωτο σου ;» Πέταξε τη μάσκα από πάνω του και την πλησίασε αλλά η αντίδραση της δεν ήταν η αναμενόμενη. Έπιασε με τα χέρια της τις άκρες της από το τοπακι που φορούσε και με γυρισμένη ακόμα την πλάτη της προς εκείνον το ανέβασε όσο πιο σιγά μπορούσε. Δεν φορούσε σουτιέν… Η ραχοκοκαλιά της έμπαινε ελαφρος προς τα μέσα , τον έπαιζε άσχημα…
«Ντύσου ρε πουστη !» Φώναξε κι εκείνη γύρισε μόνο το κεφάλι της κοιτάζοντας τον πονηρά….
«πω πω …. Τελικά είστε όντως διπολικος…εσείς δεν μου είπατε να γδυθω ;» ο πληθυντικός που χρησιμοποίησε επιβάρυνε την κατάσταση. Σειρήνες από περιπολικό ακούστηκαν και σαστισμένος κόλλησε το όπλο στην πλάτη της . Η κρύα κανη έφερε και την ανατριχίλα…
Αδιαφορία… αυτό εισέπραξε από εκείνη… συνέχισε ακάθεκτη, έπιασε την φόρμα της και κατεβάζοντας την έσκυψε αρκετά…. Είχε ιδρώσει ολόκληρος… κοιτούσε τα οπίσθιά της , το μαύρο της εσώρουχο προκαλούσε τις πιο προστυχες σκέψεις του… Δεν αντιλαμβανόταν την διαστροφή της ... Ούτε και την στάση της . Πρώτη φορά στη ζωή του έβλεπε έναν άνθρωπο ποιο τρελό από τον ίδιο...
«Είσαι τρελή ρε;» Της ειπε και πριν λαβει απάντηση η πορτα του σπιτιού της χτύπησε….
Σας φιλώ.... ❤
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top