Το σπίτι

"Έλα μικρή προχωρα κι άσε τα σχόλια. Ε!και σεβασμός στο μεγάλο αδερφό"....

Βγήκαν ξανά στην κρύα ατμόσφαιρα της πόλης,έψαξαν λίγο  και μόλις βρήκαν το σωστό λεωφορείο επιβιβάστηκαν σ' αυτο και ξεκίνησαν για το άγνωστο.

"Λοιπόν.....όπως μας είπε κι ο οδηγός του λεωφορείου.... είμαστε αρκετά κοντά ,οπότε δεν θα πάρουμε ταξί. Νομιζω πως πρέπει να πάμε
....από δω".

"Με ξεθεωσες αδερφουλα,ελπιζω να αξίζει τον κόπο. Φυσικά θα με αποζημιώσεις...το βράδυ.....στο μπαρ....με τη ζωντανή μουσική.....".

"Ελα τώρα Τζακ,μην μου πεις  ότι γουσταρεις τη σερβιτόρα?".

"Τι έγινε , αδερφουλα,η πολύ παρέα με τον Χαμπτον σε έκανε σαν τα μούτρα του?  Μαλλον εκτός απ το ότι είναι σερβιτόρα δεν προσεξες πόσο όμορφη ήταν και πόσο ωραία και μεγάλα βυζ....".

"Ίου ,Τζακ, βουλωστο επιτέλους. Τι νομίζεις ότι είμαι κανας κολλητός σου? Και όχι...δεν με ενόχλησε το επάγγελμα της ,μπορείς να μείνεις ήσυχος ,η......παρέα με τον Χαμπτον δεν με χάλασε καθόλου".

Γρήγορα βρέθηκαν σε ένα στενό χωμάτινο δρομάκι,το πήραν και τους οδήγησε σε ένα όμορφο μικρό σπιτάκι με πέτρινο περίγυρο και ξύλινη πόρτα. Ήταν δίπατο και.....ειχε και σοφίτα όπως φαινόταν απ' έξω.
Ο κήπος ήταν γεμάτος λουλούδια ανθισμένα,περίεργο για εκείνη την εποχή αλλά και για το γεγονός ότι το σπίτι πρέπει να ήταν ακατοίκητο αφού ή γιαγιά ήταν τα τελευταία χρόνια κατάκοιτη και δεν θα μπορούσε να το επισκεφτεί.

"Σενιο,μικρή....μία χαρά δείχνει. Τι λες να μπούμε?"

Ή Μελανι έβγαλε τα κλειδιά απ την τσάντα της. Πολλά κλειδιά μαζί που κρέμονταν από ένα μπρελόκ ,έναν μικρό περίτεχνο καθρέφτη.
Άρχισε να δοκιμάζει τα κλειδιά μέχρι που βρήκε το σωστό και άνοιξε την αυλοπορτα.
Έκανε το ίδιο και με την κυρία είσοδο.

"Ουαου!!!!! είναι....... καταπληκτικό".

Το σπίτι ήταν το κρυφό όνειρο της Μελανι.
Μια μίξη από vintage και country έπιπλα στόλιζαν το μικρό σαλόνι. Ένα τζάκι πέτρινο και μεγάλα παράθυρά με  λευκές κουρτίνες. Ο ένας τοίχος ήταν όλος βιβλιοθήκη και ο διάδρομος οδηγούσε σε ένα μικρό μπάνιο και στην κουζίνα επίσεις σε στυλ country.
Όλα τα αντικείμενα που στόλιζαν τα έπιπλα ήταν μοναδικά. Μινιατούρες και κεριά μέσα σε υπέροχα κηροπήγια και ρεσο.
Το τζάκι στόλιζαν φωτογραφίες της γιαγιάς της ,σε διαφορετικές ηλικίες. Όμως σε μία απ αυτές, ήταν αγκαλιά με τη Μελανι.

"Πως φαίνεται πως σου είχε αδυναμία ή γιαγιακα......", είπε με παράπονο ο Τζακ βλέποντας τη φωτογραφία.

Ή Μελανι την κρατούσε ήδη στο χέρι της και την περιεργαζοταν.

"Δεν θυμάμαι πότε τραβήχτηκε.....κοίτα Τζακ.... είμαστε...εδώ. Σ'αυτο το σπίτι. Ποτέ όμως ηρθαμε εδώ....δεν θυμάμαι".

Ο Τζακ περιεργαστηκε τη φωτογραφία. Όντως ήταν τραβηγμένη στο σπίτι. Μα τότε πώς δεν ήξερε κανένας  την ύπαρξη αυτού του σπιτιού? Και......πως ή γιαγιά είχε φέρει τη Μελανι στη Σκωτια χωρίς να το γνωρίζει κάνεις?

"Ίσως......Ω! μα ναι....τότε που είχατε πάει με τη μαμά στο Παρίσι......κι εγώ ήμουν άρρωστη......",είπε ή Μελανι κάνοντας μία γκριμάτσα. ".....θυμάσαι Τζακ?".

"Οχι αδερφουλα ήμουν στη Disney land και διασκέδαζα".

Ή Μελάνι του ρίξε μία μπουνιά στο μπράτσο, "είσαι τελείως βλακας τελικά".

"Παω πάνω θα ρθεις?"

"Μπααα....αργότερα,λέω να την αραξω",είπε καθώς με μια βουτιά έπεφτε πάνω στο καναπέ.

Ή Μελανι άρχισε να ανεβαίνει τη ξύλινη σκάλα που ετριζε και της προκαλούσε για έναν περίεργο λόγο ανατριχυλα.
Ο πάνω όροφος είχε δυο κρεβατοκάμαρες,η μία ήταν μεγαλύτερη και ήταν γεμάτη φωτογραφίες της γιαγιάς της.
Είχε ένα διπλό ξύλινο κρεβάτι ,μία σιφονιερα με καθρέφτη και κομοδινα αριστερά και δεξιά του κρεβατιού.
Ή ντουλάπα ήταν απ τη μία ως την άλλη άκρη του τοίχου.
Έκανε να την  ανοίξει κι έμεινε με το στόμα ανοιχτό με τα τόσα ρούχα που είχε μέσα. Όλα vintage  και σε άριστη κατάσταση. Άλλο ένα φύλλο της τεράστιας ντουλαπας έκρυβε παπούτσια,επίσεις σε άριστη κατάσταση .
Έτσι ήταν ή γιαγιά πάντα καλοντυμένη , περιποιημένη, με το αυστηρό σινιον της.
Έκλεισε τη ντουλάπα και πήγε στο επόμενο δωμάτιο.

"Ουαου....... Τζακ.......τρέξε να δεις".

Ο Τζακ ανέβηκε βαριεστημενα τη σκάλα.

"Τι έγινε μικρό....τι είδες πάλι και φωνάζεις.Και.... που είσαι....?"

"Εδώ είμαι.... έλα.."του είπε βγάζοντας το κεφάλι της απ την πόρτα.

Μπαίνοντας ο Τζακ μέσα έμεινε επίσεις με το στόμα ανοιχτό. Πέρασε το μπράτσο του πάνω απ τον ώμο της αδερφής του και μαζί χαζευαν τους τοίχους του δωματιου που ήταν γεμάτοι ασπρόμαυρες  φωτογραφίες ,από τοπία,το σπίτι, άγνωστους ανθρώπους στους δρόμους του Εδιμβουργου.

Ένα έπιπλο ήταν γεμάτο φωτογραφικές μηχανές, κάθε είδους παλιές ,πιο καινούργιες με διαφορετικούς φακούς και στο βάθος..... ένα μπανιο...... Οχι....ένας σκοτεινός θάλαμος. 

"Ηξερες ότι η γιαγιά είχε πάθος με τη φωτογραφία?".

"Οχι....αλλά τώρα καταλαβαίνω από που κόλλησες το μικρόβιο ".

"Ήξερε κανείς γι αυτό? Ή....μαμά δεν είχε αναφέρει ποτέ τίποτα".

"Θα την ρωτησουμε μικρή όταν γυρισουμε,τι λες πάμε τώρα πείνασα κι έχω κι ένα ραντεβού απόψε ?".

Ή Μελανι κούνησε το κεφάλι αρνητικά....."όχι ακόμα.... έμεινε ακόμη κάτι....",είπε δείχνοντας με τα μάτια πάνω.

"Αντε να δούμε και την σοφίτα και μετά πάμε να φαμε ok?".

Ή Μελανι πρώτη άρχισε να ανεβαίνει τη σκάλα μέχρι που έφτασε στη μία και μοναδική πόρτα που υπήρχε εκει. Ήταν .....κλειδωμένη.

"Πήγαινε να φέρεις τα κλειδιά ...
Αντε κουνησου Τζακ".

Έμεινε μόνη στο σκοτεινό διάδρομο ....το τρίξιμο της σκάλας καθώς κατέβαινε ο Τζακ της έφερε πάλι ανατριχιλα.
Ένιωθε περίεργα ....μόνη εκεί. Κι ή ατμόσφαιρα ήταν κρύα σε σχέση με το το υπόλοιπο σπίτι.

"Αντε Τζακ....τι κάνεις τόση ώρα",σκέφτηκε όταν άκουσε ένα θόρυβο μέσα απ τη σοφίτα που την έκανε να τσιριξει.







****Ή γιαγιά μας βγήκε δεινή φωτογράφος. Και δεν το ήξερε κανεις. Τι να συμβαίνει με αυτή τη σοφίτα που κάνει το κορίτσι μας να νιώθει περίεργα? Δεν ξέρω θα δείξει.....ποντίκι ή κανένα ......φάντασμα****

 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top