"Επιστροφή"

Την πήρε στην αγκαλιά του και την κράτησε σφιχτά.
Σήκωσε το πηγούνι της,και κοίταξε τα χείλη της.
Έσκυψε και τα άγγιξε με τα δικά του. Έκαιγαν......."Σ'αγαπαω.....",πρόλαβε να της πει καθώς ένιωσε τα χέρια της να τον σπρώχνουν ελαφρά. Έμεινε μόνος στο κέντρο του γραφείου, μόνος.......γενικά.

Ο καιρός είχε σφίξει και το σακάκι της ήταν πολύ λίγο για τόσο κρύο. Έψαξε να βρει ταξί μα  δεν περνούσε τίποτα εκείνη την ώρα. Άρχισε να περπατά γρήγορα ,να μην μένει στάσιμη,ένιωθε περίεργα..ένα κενό,μεσα της είχε ένα κενό ,σαν .....να έλειπε κάτι.
Έλειπε εκείνος,η σιγουριά ,ή ασφάλεια...όμως μέσα σε εκείνο το γραφείο, έγινε κάποιος αλλος κι αυτός ο άλλος την τρόμαζε.

Έφτασε σπίτι σχεδόν παγωμένη μετά από μία ώρα περπάτημα που έκανε μηχανικά και που χωρίς να το καταλάβει  την οδήγησε έξω  απ το διαμέρισμα της.
Πέταξε τα ρούχα της δουλειάς απο πάνω της και έκανε ένα καυτό μπανιο. Έφτιαξε ένα τσάι και έκατσε στην πολυθρόνα με μία κουβέρτα να τυλίγει το σώμα της και τη φωτογραφία στα πόδια.
Ή βροχή χτυπούσε τα τζάμια αφήνοντας πάνω σταγόνες. Πήρε μία βαθιά ανάσα.
Είχε κάνει καλά?...."θα δείξει",σκέφτηκε και άφησε την ατμόσφαιρα να την κατακλύσει.
      
              *****************

Ο Τζακ γέλασε μέσα απ την ψυχή του.
"Τον..... παράτησες?  Σε πάω τρελά ρε αδερφουλα..... συγνώμη κιόλας, αλλά καιρος ήταν, κρίμα μόνο που δεν ήμουν εκεί να δω τη φάτσα του..".

"Την είδα εγώ.....οπότε....",είπε μέσα απ τα δόντια της και χαμήλωσε τα μάτια.

Ο Τζακ συνοφριωθηκε,έσμιξε τα φρύδια και έπιασε το πηγούνι της αναγκάζοντας τη να τον κοιτάξει.

"Τι έγινε Μελ......δεν πιστεύω να σε πείραξε ο μαλάκας γιατί μα το Θεό θα τον...."

"Ηρέμησε Τζακ, δεν με πείραξε...μόνο που με ταρακούνησε....."

"Θα τον γαμήσω το πούστη......",τα νεύρα του Τζακ είχαν αγγίξει κόκκινο,χτυπούσε το χέρι στο τραπέζι κάνοντας τα αντικείμενα πάνω σ'αυτο να αναπηδήσουν.

Ή Μελανι τύλιξε τα χέρια της γύρω απ το λαιμό του  κάνοντας τον να ηρεμήσει στο λεπτό.

"Είμαι καλά Τζακ....Μην ανησυχεις".

"Δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα σου κάνει κάποιος κακό ρε sis. Τρελένομαι γαμωτο".

Ήταν οι δυο τους, μαζί......μία ζωη. Στα 18 του ο Τζακ την πήρε και έφυγαν απ το σπίτι,οπως της είχε υποσχεθεί. Με πατέρα αλκοολικό και με μητέρα αθεράπευτα ερωτευμένη μαζί του, φοβόταν πως κάποια στιγμή η οργή του δεν θα σταματούσε μόνο στη μάνα τους.
Έφυγαν και για χρόνια δεν γύρισαν να κοιτάξουν πίσω. Μέχρι που εκείνος πέθανε κι ή μητέρα τους ,τους είχε ανάγκη. Μόνο τότε γύρισαν ,όχι όμως για να μείνουν, ήταν μεγάλο το κενό πια.

"Εκλεισα εισητήρια......με το τρένο....",του είπε παίρνοντας τη γνωστή γλυκιά της φάτσα.

"Οκ! Θα... βρεθούμε εκεί?".

"Μπα....δεν σε ενοχλεί το τρένο?"

Της έκανε κεφάλοκλείδωμα , ανακατεύοντας τα μαλλιά της. Αγκαλιαστηκαν και εκείνη του ψιθύρισε στο αυτί...."είσαι ο ήρωας μου Τζακ... σ'αγαπω".

Ή μύτη της έτρεχε και φτερνιζόταν,εδω και δύο μέρες είχε πυρετό αλλά δεν είχε πει τίποτα.Δεν ήθελε να αναβληθεί το ταξίδι με τίποτα,κι αν ο Τζακ μάθαινε πως ήταν άρρωστη δεν θα της επέτρεπε ποτέ να ταξιδέψει.

"Κρυωμένη είσαι? Να φέρω κάτι ζεστό να πιεις?".

"Όταν ξεκινήσει το τρένο, ένα τσάι....με μέλι!",του είπε ή Μελανι.

Την άφησε για λίγο μόνη και πήγε να της φέρει το τσάι που ζήτησε και.....να τηλεφωνήσει στη Τζωρτζια.

"Τζακ.....!....Ερχεσαι?....Οχι...δεν δουλεύω στο μπαρ...πια......Ναι..θέλω να σε δω.....πολύ. Θυμάσαι το σπίτι? Οκ....σε περιμένω. Τζακ......μου έλειψες".

Γύρισε με το τσάι και ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.
Ή Μελανι τον κοίταξε προσπαθώντας να διαβάσει τις σκέψεις του. Δεν χρειάστηκε πολύ. Μία ήταν η αιτία και είχε όνομα.

"Λοιπόν.....σε περιμένει?",του είπε με ύφος.

Κούνησε το κεφάλι και ρουφηξε απ τον καφέ του.

"Σου αρέσει πολύ έτσι?".

"Δεν ξέρω ρε Μελ αλλά.....έχει κάτι αυτή η γκόμενα που.....δεν μπορώ να τη βγάλω απ το μυαλό μου".

"Να προσέχεις Τζακ μην ξεχνάς ότι......είναι δικηγόοορος",του είπε κάνοντας τη φωνή της σαν φάντασμα.

"Πίστεψε με, προσπαθώ να το ξεχάσω. Αλλα.....δεν έχει καμία σχέση με τον...... μαλάκα".

"Ελα τώρα Τζακ μην μιλάς έτσι γι αυτόν. Ήμουν μαζί του δυο χρόνια και...δεν ξέρω...ίσως.....",άφησε την τελευταία λέξη να χαθεί στη σκέψη της.

"Δύο χρόνια ρε sis, και είχα αρχίσει να σε χάνω. Ακόμα και το ντύσιμο, σου είχε αλλάξει ο τύπος. Όμως....αν.....καταλάβεις ότι μαζί του είσαι... ευτυχισμένη...(που πολύ αμφιβάλλω),τότε από μένα έχεις το ok!".

Του δώσε ένα φιλί και μία φαπα για το...(πολύ αμφιβάλλω)....και ένα ακόμα φτάρνισμα έβαλε τέλος στην κουβέντα.

Μετά από 4 ώρες ταξιδιού ,έφτασαν στο Εδιμβουργο.
Ή Μελανι ένιωθε χάλια,είχε αρχίσει να έχει ρίγος αλλά και τώρα δεν είπε τιποτα στο Τζακ. Δεν ήθελε να του τη χαλάσει,έβλεπε πόσο ανυπόμονος ήταν να δει τη Τζωρτζια.
Τύλιξε ένα ζεστό κασκόλ γύρω απ το λαιμό της,εκλεισε και το παλτό της μέχρι πάνω και προσπάθησε να ηρεμήσει πριν αρχίσουν τα δόντια της να χτυπάνε.

"Λοιπόν......εγώ θα πάω στο σπίτι,εσυ πήγαινε να συναντήσεις το.... κορίτσι σου ....και έρχεσαι αργότερα να με βρεις".

"Θα ρθω μαζί σου,δεν σ'αφήνω μόνη".

"Ελα τώρα Τζακ... είμαστε πολύ μεγάλοι για να πιστεύουμε στα φάντασμα....δεν νομίζεις?"

"Εισαι σίγουρη? Αν χρειαστείς πάντως κάτι πάρεμε ok? Θα.....αφήσω το κινητό μου ανοιχτό",της είπε με σοβαρό ύφος,προκαλώντας της όμως γέλιο.

Χωρίστηκαν,ο Τζακ έφυγε για το σπίτι της Τζωρτζια και η  Μελανι πήρε ταξί,μιας και ένιωθε χάλια για να πάρει λεωφορείο.
Σε μισή μόλις ώρα είχε φτάσει στο σπίτι.
Πόσο γνώριμο της φάνηκε αυτή τη φορά. Σαν να ζούσε μία ζωή εκεί μέσα.

Το κρύο ήταν τσουχτερό έξω και πριν από οτιδήποτε άλλο σκέφτηκε να ανάψει το τζάκι.
Ήταν.....έτοιμο...γεμάτο ξύλα...στεγνά,μονο ένα σπίρτο χρειάστηκε να ρίξει και σε λίγη ωρα είχε αρχίσει ο χώρος να ζεσταίνεται.
Έβγαλε το παλτό της και πήγε στην κουζίνα να φτιάξει κάτι ζεστό να πιει.
Με μία κούπα ζεστό καφέ στο χέρι ,κοίταξε τους πίνακες στο σαλόνι που δεν ήταν άλλο από φωτογραφίες της γιαγιά της.
Κάτι περίεργο είχαν όλες κι άρχισε να τις περιεργάζεται απ την αρχή.
Σε όλες τις φωτογραφίες,απ την πόλη,το σπίτι...μία  λίμνη ......υπήρχε ένα... πρόσωπο.
Ενας ......άντρας,σε αλλες ως ένα...τυχαίο πρόσωπο ...σε άλλες..... χαμογελούσε κοιτώντας.....την κάμερα.
Ανέβηκε τρέχοντας πάνω,στο δωμάτιο με τις περισσότερες φωτογραφίες και το σκοτεινό θάλαμο.
Τις κοίταξε ξανά και ξανά όλες......παντού αυτό το πρόσωπο.
Κατέβηκε πάλι κάτω και έβγαλε απ την τσάντα τη φωτογραφία που εκείνη είχε εμφανίσει. Την κοίταξε προσεκτικά......"δεν μπορεί.....",είπε μονο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top