Κεφάλαιο 15°
. --Αξελ--
Όταν έφτασε ο Άξελ δε βρήκε κανένα στο σπίτι. Η Ελίζαμπεθ ήταν ακόμα κλειδωμένη στο δωμάτιο της και το παράθυρο της κουζίνας , σπασμένο. Ήταν σίγουροι πως ο Πίτερ ήταν πίσω από αυτό αφού όσο κι αν έψαξαν δεν είχαν καταφέρει να βρουν ίχνος τους. Τώρα όμως που η κατάσταση σοβαρευε είχε έρθει η ώρα να τους μιλήσει για εκείνον και να τους εξηγήσει το λόγο που τη κυνηγούσε. Μαζεύτηκαν όλοι μέχρι το βράδυ στο σπίτι της. Έφτιαξαν το παράθυρο και έπειτα κάθισαν και έκαναν μια κουβέντα μαζί της. Η Ελίζαμπεθ τους εξήγησε ότι ήταν ο καλύτερος της φίλος και όταν έμπλεξε στα χοντρά τον έκανε πέρα. Τους είπε ότι η μητέρα της τον είχε απειλήσει να μη τη πλησιάσει ξανά γιατί εκείνος δε δεχόταν τη κατάσταση αλλά έφτασε στα άκρα ένα βράδυ και έτσι του έκαναν ασφαλιστικά μέτρα.
Ο Τζόνι είχε πολλές διασυνδέσεις στο τμήμα λόγω του πατέρα του και έτσι κατάφερε να ψάξει κάποια πράγματα για εκείνον. Της είπε ότι το τελευταίο εξάμηνο μπαινοβγαινε στις φυλακές για εμπόριο ουσιών και βιαιοπραγίες. Η συζήτηση έληξε με την απόφαση να κοιμούνται εναλλάξ στο σπίτι της μέχρι να εμφανιστεί ξανά ή μέχρι ο Τζόνι να καταφέρει να τον εντοπίσει μέσω γνωστών. Σε κάθε περίπτωση η Ελίζαμπεθ δε θα έμενε μόνη της λεπτό.
"Να σου φτιάξω κάτι να φας;" τον ρώτησε και εκείνος άνοιξε μια μπύρα και έβγαλε το κινητό του
"Τι λες να φάμε μια ωραιότατη πίτσα , να χαλαρώσουμε και μετά νανι;" πρώτη φορά θα περνούσε με έναν από τα αγόρια μια ολόκληρη νύχτα μόνη μαζί του.
"Δε θα έλεγα όχι. Και συγνώμη αν σας έβαλα σε μπελάδες. Μπορώ να τον χειριστώ αν ξέρω ότι είναι αυτος. Είσαι σίγουρος πως δεν έχεις δουλειές να κάνεις; Νιώθω άσχημα..."
Ο Άξελ πήγε κοντά της και την τράβηξε προς το μέρος του απαλά.
"Είσαι χαζή; Εσύ είσαι η δουλειά μου σήμερα. Και αν θέλεις να ξέρεις ποτέ δε πίστευα πως θα κάνω μια τόσο απολαυστική εργασία!" κορόιδεψε για να χαλαρώσει την ατμόσφαιρα "Όσο για αυτό το απόβρασμα, αν θέλει εδώ είμαι. Ας έρθει επιτέλους να τελειώνουμε! Και τώρα κάνε ένα μπανάκι, εγώ θα παραγγείλω και έλα στο σαλόνι.."
"Είσαι γλύκας το ξέρεις;" του είπε και το χαμόγελο της αστραφτε
"Αυτό τώρα ήταν κομπλιμέντο;" την ειρωνεύτηκε "Ευχαριστώ δεσποινίς Μπράουν!"
"Μη το συνηθίσεις και πολύ κύριε Γουάιτ!" του αντιγυρισε το πείραγμα "Λοιπόν, πάω να κάνω ένα ντουζ και αν θέλεις μετά να κάνεις και εσυ. Μη διστάσεις. Και μόνο που το κάνετε αυτό για μένα πέρα από τη πλάκα, νιώθω ευγνώμων"
"Ακόμα δε το έχεις καταλάβει έτσι;" Απάντησε χαμηλά "Θα κάναμε τα πάντα για σένα Ελίζαμπεθ..." ήταν ειλικρινής. Και σοβαρός όταν της το είπε. Μα ήταν ο Άξελ... Δευτερόλεπτα μετά ο παιχνιδιάρης εαυτός του βγήκε αμέσως στο φως "Όσο για το ντουζ , πάνε και έρχομαι..." η Ελίζαμπεθ κοκκίνισε και αρπάζοντας τη πετσέτα της κουζίνας του τη πέταξε στα μούτρα
"Κάνε όνειρα!"
"Καλά καλά... Πάνε εσύ και θα δούμε ποιος κάνει όνειρα!"
Στριφογυρισε τα μάτια της προς τα πίσω και τον κοίταξε σοβαρή "Εγώ θέλω από όλα τα καλούδια! Και πιπεριές και μανιτάρια και από όλα!"
"Κοιτάξτε την! Δίνει και παραγγελίες!"
"Εννοείται!"
Η Ελίζαμπεθ χαμογέλασε γλυκά και πήγε στο δωμάτιο της. Τον άκουγε από μέσα να κλείνει κουρτίνες, να ελέγχει και μέχρι να πάρει τα πράγματα της για μπάνιο, ο Άξελ είχε ήδη δώσει τη παραγγελία.
Όσο κι αν ένιωθε άσχημα που θα ήταν αναγκασμένοι να μείνουν σπίτι της, ένιωθε και ασφάλεια. Ο Πίτερ ήταν τρελός. Από τις ουσίες είχε χάσει το κεφάλι του. Ένας άντρας μαζί της σε περίπτωση που ερχόταν ξανά, δεν ήταν καλή ιδέα.
Μπήκε στο ντουζ και άνοιξε το καυτό νερό. Η μελανια που της είχε κάνει ο Τζόνι ήταν ακόμα αχνή στο δέρμα της. Δεν ήξερε αν πλέον μιλάνε μεταξύ τους αλλά ακόμα της φαινόταν περίεργο που δεν υπήρχε ίχνος ζήλειας ανάμεσα τους.
Το μπάνιο γέμισε με υδρατμούς και εκείνη χάθηκε μέσα σε σκέψεις. Όσο κι αν ήθελε να έχει καθαρό μυαλό για τη σχολή, τα μαθήματα, της εξηγήσεις που έδινε συνεχώς στη μαμά της και γενικά για τη ζωή, εκείνη σκεφτόταν μόνο τα αγόρια. Ο Καρίμ της είχε πάρει ένα κουτί σοκολατάκια λίγες μέρες πριν. Της φάνηκε τόσο γλυκό... Ενώ ο Άξελ είχε καταφέρει επιτέλους να μη ντρέπεται και της τραγούδησε στο καραόκε. Γενικά μέρα με τη μέρα έβλεπε πτυχές του εαυτού τους που δεν γνώριζε και αυτό τη γοήτευε.
Ξάφνου, είδε ένα δάχτυλο στο τζάμι και έπειτα μια χαρούμενη φατσούλα να σχηματίζεται στο θολωμενο γυαλί.
"Άξελ!!" Τον μάλωσε "Φύγε από δω!"
"Ήρθα να δω αν ζεις!" της είπε χαριτολογώντας "Η πίτσα έρχεται σε λίγο και εσύ ακόμα εκεί μέσα είσαι! Να ανησυχώ;"
"Μπορείς να φύγεις; Βγαίνω σε ένα λεπτό, ξεπλενω τα μαλ.." ο Άξελ άνοιξε σιγανα τη γυάλινη πόρτα και εκείνη κόλλησε στα πλακάκια κρύβοντας με τα χέρια της το σώμα της.
"Δε θα ξεπεράσω τα όρια... Στο υπόσχομαι..." φορούσε μόνο το μποξερακι του "Λίγο μόνο.." Μπήκε στο ντουζ , δάγκωσε τα χείλη του και αργά αργά, άφησε τα χέρια του να αγγίξουν το βρεγμένο της δέρμα. Πρώτη φορά τον έβλεπε χωρίς μπλούζα. Ήταν γυμνασμενος χωρίς όμως υπερβολή. "Στην ιδέα να σε έχω εδώ, έτσι... Απλά κάτι παθαίνω..." της είπε ενώ εκείνη ήταν ακόμα κολλημένη στα πλακάκια. Κάθε φορά που την έφερναν σε τέτοια κατάσταση, ένιωθε αμήχανα, ενώ ήξερε καλά και η ίδια πως αν έμενε λίγο ακόμα στο ντουζ η αμηχανία της θα γινόταν επιθυμία... "Δε φαντάζεσαι πόσα πολλά θέλω να σου κάνω Λιζ..." Ο Άξελ έκλεισε λίγο την απόσταση και εκείνη εγυρε το κεφάλι της προς τα πίσω. "Άσε με να σε δω... Μη κρύβεσαι από μένα..." Έπιασε τα χέρια της, τα σήκωσε, και απλά έμεινε να θαυμάζει το κορμί της. "Έχω πάει με δεκάδες γυναίκες... Τέτοια λαχτάρα όμως δεν είχα για καμιά..." ώθησε το κορμί του πάνω της και μόλις τα χείλη του έψαξαν τα δικά της, η Ελίζαμπεθ ανταποκρίθηκε. Πάντα κρατούσαν τις υποσχέσεις του περί ορίων. Αλλά δε φοβόταν τον Άξελ... Τον εαυτό της φοβόταν. Παρόλα αυτά και οι τρεις κατάφερναν πάντα να σταματούν λίγο πριν εκείνη ξεφύγει... Πριν το τέλος του έτους κάνενας δε θα περνούσε το όριο και αυτό ήταν νόμος.
Η κατάσταση είχε αρχίσει να φλέγεται. Ο Άξελ ρουφούσε σε κάθε ευκαιρία τα χείλη της ενώ τα χέρια του χάιδευαν χωρίς σταματημό τη βρεγμένη της μέση. Τα στήθη της είχαν κολλήσει πάνω του και οι ανάσες τους βάρυναν. Το φιλί έγινε ζουμερο και χωρίς να αντιληφθεί το πως, έπιασε τον εαυτό της να χαϊδεύει και το δικό του κορμί. Δίχως να το θέλει , άγγιξε καταλάθος το πιο ευαίσθητο σημείο του εκείνη τη στιγμή και ο Άξελ μουγκρησε. Το μόριο του είχε γίνει σκληρό και το ένιωσε για τα καλά όταν ξαφνικά τη σήκωσε, τη γραπωσε από τα οπίσθια, την έβγαλε από το μπάνιο και τη πέταξε στο κρεβάτι.
Με το φιλί του να μη σταματάει, τα χέρια του άγγιξαν το εσωτερικό των μηρών της και εκείνη κυρτωσε το κορμί της προς τα πίσω. "Λίγο μόνο ..." μουγκρησε πάνω στο φιλι ενώ την ίδια στιγμή η Ελίζαμπεθ έβγαλε ένα επιφώνημα απόλαυσης όταν άγγιξε τη κλειτορίδα της. Ο Άξελ είχε λαχανιασει όταν ξαφνικά αναστεναξε βαθιά. Τράβηξε το χέρι του, ρουφηξε μια τελευταία φορά τα χείλη της και πιάνοντας το σεντόνι από το πλάι , τη σκέπασε και σηκώθηκε. Η Ελίζαμπεθ ήξερε τι ακολουθεί...
"Μακάρι να ξερες πόση δύναμη χρειάστηκε αυτό..." της είπε βγάζοντας έναν αναστεναγμό "Ντύσου μη μου κρυώσεις μικρή νυφίτσα... Άκουσα μηχανάκι... Θα ήρθε η πίτσα" είπε χαρούμενος αλλά δεν έφυγε. Έσκυψε στα γρήγορα απο πάνω της , χαμογέλασε πονηρά , τη φίλησε και ύστερα της έκλεισε το μάτι και βγήκε έξω.
"Που έχω μπλέξει θεέ μου..." μονολογησε προσπαθώντας να βρει την ανάσα της και έμεινε για λίγο στο κρεβάτι. "Τι τρέλα είναι αυτή... Η Σούζαν είχε δίκιο... Δε θα καταφέρω ούτε να διαλέξω ούτε να μας βγει σε καλό...και τι να διαλέξω!" άρχισε να παραμιλαει μόνη της "Είναι τα αγόρια μου... Πως να ξεχωρίσω;" συνέχισε "Σε παζάρι είμαστε; Να δοκιμάζω και όποιος μου κάνει;!" είχε αρχίσει να νευριάζει με τον εαυτό της "Και εγώ;! Ωραία είμαι εγώ!, φιλιά εδώ, φιλιά εκεί... Τι είμαι; Τι κάνω; Γιατι δε μπορώ να σταματήσω; Τι είδους πλάκα είναι αυτή ρε ζωή;" κάθισε μπροστά από το καθρέφτη ντυμένη πια και κοίταξε το πρόσωπο της "Ξέρεις κάτι;" είπε σαν να μάλωνε τον εαυτό της "Αυτά τα αγόρια τα αγαπάς! Παραδεξου το! Κι αν δε μπορείς να διαλέξεις είναι γιατι δε πρέπει να διαλέξεις! Αγάπησε τους Ελίζαμπεθ! Κάντο χωρίς να σκέφτεσαι! Η ζωή είναι μικρή... Άλλοι δεν αγαπούν ούτε μια..."
"Γκχμ..." Η Ελίζαμπεθ τρόμαξε όταν τον άκουσε να ξεροβηχει και πετάχτηκε ολόκληρη "Δε θέλω να διακόψω τον... Τον διάλογο με τον εαυτό σου τέλος πάντων..." τη κορόιδεψε "Αλλά η πίτσα θα κρυώσει..."
"Τι άκουσες;"
"Σαν τι να άκουσα;!"
"Άξελ;" τον αγριοκοιταξε
"Δεν άκουσα τίποτα Λιζ.. Άντε πάμε!" Η Ελίζαμπεθ τον προσπερασε και τον σκουντηξε μα πριν βγει στο σαλόνι, την έπιασε από το χέρι , τη τράβηξε κοντά και της ψιθύρισε :"Εμείς να δεις πόσο σ'αγαπαμε..." είπε χωρίς να τη κοιτάζει έχοντας μόνο τα χείλη του στο αυτί της. "Ο ανδρικός εγωισμός είναι γεγονός Ελίζαμπεθ... Όσα βιώνεις, τα βιώνουμε στο δεκαπλάσιο...Γάμησε τα όλα και απλά άστο να δούμε που θα βγει...Όσο το αναλύεις, άλλο τόσο σε τρελαίνει. Και εσένα και εμάς..." της χάρισε ένα φιλί στο λαιμό, ακριβώς πάνω στο σημάδι , και ύστερα με ένα χτύπημα στο πωπο της, την έσπρωξε μπροστά "Και τώρα πάμε επιτέλους να φάμε αυτή τη καταραμένη πίτσα! Πεινάω σαν λύκος!"
🥰🥰🥰
Νύχτα πρώτη, τέλος...
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top